ΣΤΙΣ ΠΗΓΕΣ ΤΗΣ ΝΕΩΤΕΡΙΚΗΣ “ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ” ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ (ΙΙΙ)
Απόσπασμα από το δοκίμιο «ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ ΣΑΝ “ΚΟΙΝΩΝΙΑ”» του Joseph Ratzinger.
«Οι λέξεις “πνευματολογία” και “πνευματικότης” είναι ήδη συνδεδεμένες μεταξύ τους στην γλωσσολογία: η μία είναι η μετάφραση της άλλης! Το Άγιο Πνεύμα αναγνωρίζεται από τον τρόπο με τον οποίο μορφώνει την ανθρώπινη ζωή. Η ζωή της πίστεως επίσης, παραπέμπει στο Άγιο Πνεύμα. Ο στοχασμός πάνω στην “χριστιανική πνευματικότητα” σημαίνει το Άγιο Πνεύμα, το οποίο αναγνωρίζεται από το γεγονός πως η ανθρώπινη ζωή αποκτά ένα καινούριο κέντρο. Ο λόγος για το Άγιο Πνεύμα συνεπάγεται τον καθορισμό του μέσα στον άνθρωπο στον οποίο έχει δοθεί, δωρισθεί!!
Ο Αυγουστίνος, πάνω στον οποίο θα στηριχθεί το δοκίμιο, προσπαθεί να αντλήσει κατά κάποιο τρόπο την ιδιαίτερη φυσιογνωμία του Αγίου Πνεύματος μελετώντας τις παραδοσιακές ονομασίες του και πάνω απ’ όλες αυτή του “Αγίου Πνεύματος”. Ακριβώς όμως αυτή η ονομασία τον θέτει μπροστά σε μια απορία. Ενώ στα ονόματα του “Πατρός” και του “Υιού” φανερώνεται αυτό που είναι ιδιαίτερο στο πρώτο και στο δεύτερο πρόσωπο της Τριάδος, δηλαδή το δόσιμο και η δεκτικότης, το Είναι σαν δώρο και το Είναι σαν δεκτικότης, σαν Λόγος και Απάντηση, παρότι πάντοτε κάτι απολύτως ένα, που γεννιέται σαν ενότης και όχι σαν κατωτερότης, το όνομα “Άγιο Πνεύμα” δεν φανερώνει καθόλου την ιδιαιτερότητα του τρίτου προσώπου. Αντιθέτως θα μπορούσαμε να ονομάσουμε μ’ αυτή την ονομασία οποιοδήποτε άλλο από τα άλλα πρόσωπα της Τριάδος και ιδιαιτέρως αυτόν τον ίδιο τον θεό, όπως διαβάζεται και στο κατά Ιωάννην 4, 24 “πνεύμα ο θεός”. Το πνεύμα και η Αγιότης αποτελούν την Ουσία αυτού του Ίδιου του θεού, αυτού που τον χαρακτηρίζει σαν θεό.
Έτσι λοιπόν προσπαθώντας να γνωρίσουμε κάτι από το Άγιο Πνεύμα, ξεκινώντας από τα ονόματά του, φτάνουμε ακριβώς στην αντίθετη πλευρά στην οποία αποδεικνύεται το Άγιο Πνεύμα άγνωστο. Και εδώ ακριβώς ο Αυγουστίνος βλέπει την Ιδιαιτερότητα του Αγίου Πνεύματος. Εάν ονομάζεται μέσω αυτού που είναι το θείο του θεού, αυτού που είναι κοινό στον Πατέρα και στον Υιό, αυτό ακριβώς σημαίνει πως η Ουσία του είναι ακριβώς αυτή, να είναι η κοινωνία (communio) ανάμεσα στον Πατέρα και στον Υιό! Η Ιδιαιτερότης του Αγίου Πνεύματος είναι ξεκάθαρα το γεγονός ότι είναι η κοινή πραγματικότης ανάμεσα στον Πατέρα και στον Υιό. Η μοναδική του Ιδιαιτερότης είναι να είναι ενότης. Έτσι λοιπόν είναι αυτή η γενική ονομασία “Άγιο Πνεύμα” ο πιο ταιριαστός τρόπος, μέσα στη γενικότητά του, να εκφραστεί εντελώς παράδοξα αυτό που έχει απολύτως Ιδιαίτερο, που είναι ακριβώς η κοινότης.
Από αυτή την ανάλυση προκύπτει κάτι πολύ σημαντικό: η σύνθεση του Πατρός και του Υιού σε μια τέλεια ενότητα δεν θεωρείται σαν μια γενική ομοουσιότητα, αλλά σαν κοινωνία (communio), όχι δηλαδή σαν μια ουσία με την μεταφυσική της έννοια, αλλά λόγω των προσώπων, σύμφωνα και με την φύση του θεού, η σύνθεση είναι κι’ αυτή προσωπική. Στην Τριάδα η Δυάς στρέφεται προς την ενότητα χωρίς να καταργεί τον διάλογο, ο οποίος αντιθέτως δυναμώνει. Μια ξανασύνθεση στην ενότητα, η οποία δεν θα ήταν και αυτή με την σειρά της πρόσωπο, θα διέλυε τον διάλογο των δύο προσώπων. Το πνεύμα είναι το πρόσωπο καθώς είναι ενότης, η ενότης καθώς είναι πρόσωπο!
Ο ορισμός του πνεύματος σαν Communio, που συνέλεξε ο Αυγουστίνος από την έκφραση “Άγιο Πνεύμα”, έχει βασικά εκκλησιολογική σημασία καθώς ανοίγει την πνευματολογία στην εκκλησιολογία και αναλόγως ξεκαθαρίζει την σχέση εκκλησιολογίας και θεο-λογίας! Να γίνεις Χριστιανός σημαίνει να γίνεις Communio και τοιουτοτρόπως την είσοδο στον ουσιώδη τρόπο υπάρξεως του Αγίου Πνεύματος. Γι’ αυτόν τον λόγο όμως αυτό μπορεί να συμβεί μόνον μέσω του Αγίου Πνεύματος, που είναι η αρετή της κοινωνίας, η δύναμις που μεσιτεύει, την προσφέρει και την κάνει δυνατή, και καθ’ εαυτή, είναι πρόσωπο και αυτή η ίδια!
Το πνεύμα είναι η ενότης την οποία δωρίζει ο θεός στον εαυτό του, στην οποία δωρίζεται στον εαυτό του, στην οποία Πατήρ και Υιός δωρίζονται μεταξύ τους. Η παράδοξη Ιδιαιτερότητά του είναι πως είναι communio, πως διαθέτει την υπέρτατη ταυτότητα του προσώπου ακριβώς επειδή υπάρχει ολόκληρο στην κίνηση της ενότητος. ΄Ετσι συμπεραίνεται εύκολα πως “πνευματικό” συνεπάγεται πάντοτε “ενοποιόν”, “κοινωνούν”!
Υπάρχει όμως και κάτι παραπάνω. Ο Αυγουστίνος κατόρθωσε να αναθεωρήσει την έννοια τού πνεύματος, να δημιουργήσει μια μεταφυσική τού πνεύματος (ή μονον αυτή;). Και κατ' αρχάς δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως εννοούσε τον λόγο τού Ευαγγελιστού (πνεύμα ο θεός) καθαρά οντολογικά: “πνεύμα” γι' αυτόν σήμαινε “όχι ύλη”.
Θα μπορούσαμε να διαφωνήσουμε μαζί του λέγοντας πως ο Ιωάννης δεν εννοεί τίποτε απ' αυτά, αλλά με την λέξη “πνεύμα” εκφράζεται η ετερότης του θεού όσον αφορά την κοσμική πραγματικότητα! Έτσι ώστε το αντίθετο του πνεύματος να μην είναι η “ύλη” αλλά “ο κόσμος τούτος”. Έτσι λοιπόν θάπρεπε να γίνει κατανοητός ο λόγος του κατά Ιωάννην κατά μία αξιολογική έννοια και όχι οντολογική(;;!) σύμφωνα με τον τρόπο των Ελλήνων, μ' ένα τρόπο που θα στοχεύει στην ειδική θρησκευτική ποιότητα της ετερότητας και γι' αυτό τον λόγο επομένως αναφέρεται στο Άγιο πνεύμα σαν έκφραση της παραμονής του θεού στον εαυτό του! Ότι δηλαδή αναφέρεται στην αγιότητα που υπονοείται στην ετερότητα!
Και να λοιπόν που από πολλές απόψεις υπονοείται τώρα μια αντίθεση απείρως πιο ριζική από την αντίθεση ανάμεσα στο “πνεύμα” και στην “ύλη”, διότι είναι αναμφίβολο πλέον πως το “πνεύμα” μπορεί να είναι ακόμη και μια γήινη πραγματικότης η οποία δεν περιέχει ακόμη αναγκαίως μια υπέρβαση όλης της κοσμικής πραγματικότητος στο σύνολό της.
Μιλώντας λοιπόν σαν από το σύνολο του στοχασμού τού Αυγουστίνου, μπορούμε να πούμε ότι μ' αυτή την κατάκτηση κάνει ένα μεγάλο άλμα μπρός, αφήνοντας στις πλάτες του την αρχαία μεταφυσική του πνεύματος, καθώς ο Αυγουστίνος εξηγεί το πνεύμα, όχι μεταφυσικά, αλλά ξεκινώντας από τον δυναμισμό Πατρός – Υιού. Έτσι λοιπόν η κοινωνία καταλήγει να είναι η ίδια η δομή του πνεύματος και γι αυτό τον λόγο απαιτεί περιεχόμενα και προσωποποιείται απολύτως .
Μόνον όποιος γνωρίζει τι σημαίνει “Άγιο πνεύμα” γνωρίζει τι σημαίνει γενικώς πνεύμα. Και μόνον όποιος αρχίζει να γνωρίζει τι σημαίνει θεός, μπορεί να καταλαβαίνει τι σημαίνει Άγιο Πνεύμα! Όπως επίσης μόνον όποιος αρχίζει να ψυχανεμίζεται τι είναι το Άγιο Πνεύμα αρχίζει να καταλαβαίνει τι είναι ο θεός».
Αυτός είναι ο κόπος του πάπα πλέον Joseph Ratzinger. Eν έτει 1974, στο συλλογικό τόμο Erfahrung und Theologie des Heiligeu Geistes!
Όλοι οι μεγαλύτεροι θεολόγοι της ορθοδόξου εκκλησίας εδώ τρώνε τον Μυστικό τους Δείπνο με χρυσά κουτάλια!
Απόσπασμα από το δοκίμιο «ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ ΣΑΝ “ΚΟΙΝΩΝΙΑ”» του Joseph Ratzinger.
«Οι λέξεις “πνευματολογία” και “πνευματικότης” είναι ήδη συνδεδεμένες μεταξύ τους στην γλωσσολογία: η μία είναι η μετάφραση της άλλης! Το Άγιο Πνεύμα αναγνωρίζεται από τον τρόπο με τον οποίο μορφώνει την ανθρώπινη ζωή. Η ζωή της πίστεως επίσης, παραπέμπει στο Άγιο Πνεύμα. Ο στοχασμός πάνω στην “χριστιανική πνευματικότητα” σημαίνει το Άγιο Πνεύμα, το οποίο αναγνωρίζεται από το γεγονός πως η ανθρώπινη ζωή αποκτά ένα καινούριο κέντρο. Ο λόγος για το Άγιο Πνεύμα συνεπάγεται τον καθορισμό του μέσα στον άνθρωπο στον οποίο έχει δοθεί, δωρισθεί!!
Ο Αυγουστίνος, πάνω στον οποίο θα στηριχθεί το δοκίμιο, προσπαθεί να αντλήσει κατά κάποιο τρόπο την ιδιαίτερη φυσιογνωμία του Αγίου Πνεύματος μελετώντας τις παραδοσιακές ονομασίες του και πάνω απ’ όλες αυτή του “Αγίου Πνεύματος”. Ακριβώς όμως αυτή η ονομασία τον θέτει μπροστά σε μια απορία. Ενώ στα ονόματα του “Πατρός” και του “Υιού” φανερώνεται αυτό που είναι ιδιαίτερο στο πρώτο και στο δεύτερο πρόσωπο της Τριάδος, δηλαδή το δόσιμο και η δεκτικότης, το Είναι σαν δώρο και το Είναι σαν δεκτικότης, σαν Λόγος και Απάντηση, παρότι πάντοτε κάτι απολύτως ένα, που γεννιέται σαν ενότης και όχι σαν κατωτερότης, το όνομα “Άγιο Πνεύμα” δεν φανερώνει καθόλου την ιδιαιτερότητα του τρίτου προσώπου. Αντιθέτως θα μπορούσαμε να ονομάσουμε μ’ αυτή την ονομασία οποιοδήποτε άλλο από τα άλλα πρόσωπα της Τριάδος και ιδιαιτέρως αυτόν τον ίδιο τον θεό, όπως διαβάζεται και στο κατά Ιωάννην 4, 24 “πνεύμα ο θεός”. Το πνεύμα και η Αγιότης αποτελούν την Ουσία αυτού του Ίδιου του θεού, αυτού που τον χαρακτηρίζει σαν θεό.
Έτσι λοιπόν προσπαθώντας να γνωρίσουμε κάτι από το Άγιο Πνεύμα, ξεκινώντας από τα ονόματά του, φτάνουμε ακριβώς στην αντίθετη πλευρά στην οποία αποδεικνύεται το Άγιο Πνεύμα άγνωστο. Και εδώ ακριβώς ο Αυγουστίνος βλέπει την Ιδιαιτερότητα του Αγίου Πνεύματος. Εάν ονομάζεται μέσω αυτού που είναι το θείο του θεού, αυτού που είναι κοινό στον Πατέρα και στον Υιό, αυτό ακριβώς σημαίνει πως η Ουσία του είναι ακριβώς αυτή, να είναι η κοινωνία (communio) ανάμεσα στον Πατέρα και στον Υιό! Η Ιδιαιτερότης του Αγίου Πνεύματος είναι ξεκάθαρα το γεγονός ότι είναι η κοινή πραγματικότης ανάμεσα στον Πατέρα και στον Υιό. Η μοναδική του Ιδιαιτερότης είναι να είναι ενότης. Έτσι λοιπόν είναι αυτή η γενική ονομασία “Άγιο Πνεύμα” ο πιο ταιριαστός τρόπος, μέσα στη γενικότητά του, να εκφραστεί εντελώς παράδοξα αυτό που έχει απολύτως Ιδιαίτερο, που είναι ακριβώς η κοινότης.
Από αυτή την ανάλυση προκύπτει κάτι πολύ σημαντικό: η σύνθεση του Πατρός και του Υιού σε μια τέλεια ενότητα δεν θεωρείται σαν μια γενική ομοουσιότητα, αλλά σαν κοινωνία (communio), όχι δηλαδή σαν μια ουσία με την μεταφυσική της έννοια, αλλά λόγω των προσώπων, σύμφωνα και με την φύση του θεού, η σύνθεση είναι κι’ αυτή προσωπική. Στην Τριάδα η Δυάς στρέφεται προς την ενότητα χωρίς να καταργεί τον διάλογο, ο οποίος αντιθέτως δυναμώνει. Μια ξανασύνθεση στην ενότητα, η οποία δεν θα ήταν και αυτή με την σειρά της πρόσωπο, θα διέλυε τον διάλογο των δύο προσώπων. Το πνεύμα είναι το πρόσωπο καθώς είναι ενότης, η ενότης καθώς είναι πρόσωπο!
Ο ορισμός του πνεύματος σαν Communio, που συνέλεξε ο Αυγουστίνος από την έκφραση “Άγιο Πνεύμα”, έχει βασικά εκκλησιολογική σημασία καθώς ανοίγει την πνευματολογία στην εκκλησιολογία και αναλόγως ξεκαθαρίζει την σχέση εκκλησιολογίας και θεο-λογίας! Να γίνεις Χριστιανός σημαίνει να γίνεις Communio και τοιουτοτρόπως την είσοδο στον ουσιώδη τρόπο υπάρξεως του Αγίου Πνεύματος. Γι’ αυτόν τον λόγο όμως αυτό μπορεί να συμβεί μόνον μέσω του Αγίου Πνεύματος, που είναι η αρετή της κοινωνίας, η δύναμις που μεσιτεύει, την προσφέρει και την κάνει δυνατή, και καθ’ εαυτή, είναι πρόσωπο και αυτή η ίδια!
Το πνεύμα είναι η ενότης την οποία δωρίζει ο θεός στον εαυτό του, στην οποία δωρίζεται στον εαυτό του, στην οποία Πατήρ και Υιός δωρίζονται μεταξύ τους. Η παράδοξη Ιδιαιτερότητά του είναι πως είναι communio, πως διαθέτει την υπέρτατη ταυτότητα του προσώπου ακριβώς επειδή υπάρχει ολόκληρο στην κίνηση της ενότητος. ΄Ετσι συμπεραίνεται εύκολα πως “πνευματικό” συνεπάγεται πάντοτε “ενοποιόν”, “κοινωνούν”!
Υπάρχει όμως και κάτι παραπάνω. Ο Αυγουστίνος κατόρθωσε να αναθεωρήσει την έννοια τού πνεύματος, να δημιουργήσει μια μεταφυσική τού πνεύματος (ή μονον αυτή;). Και κατ' αρχάς δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως εννοούσε τον λόγο τού Ευαγγελιστού (πνεύμα ο θεός) καθαρά οντολογικά: “πνεύμα” γι' αυτόν σήμαινε “όχι ύλη”.
Θα μπορούσαμε να διαφωνήσουμε μαζί του λέγοντας πως ο Ιωάννης δεν εννοεί τίποτε απ' αυτά, αλλά με την λέξη “πνεύμα” εκφράζεται η ετερότης του θεού όσον αφορά την κοσμική πραγματικότητα! Έτσι ώστε το αντίθετο του πνεύματος να μην είναι η “ύλη” αλλά “ο κόσμος τούτος”. Έτσι λοιπόν θάπρεπε να γίνει κατανοητός ο λόγος του κατά Ιωάννην κατά μία αξιολογική έννοια και όχι οντολογική(;;!) σύμφωνα με τον τρόπο των Ελλήνων, μ' ένα τρόπο που θα στοχεύει στην ειδική θρησκευτική ποιότητα της ετερότητας και γι' αυτό τον λόγο επομένως αναφέρεται στο Άγιο πνεύμα σαν έκφραση της παραμονής του θεού στον εαυτό του! Ότι δηλαδή αναφέρεται στην αγιότητα που υπονοείται στην ετερότητα!
Και να λοιπόν που από πολλές απόψεις υπονοείται τώρα μια αντίθεση απείρως πιο ριζική από την αντίθεση ανάμεσα στο “πνεύμα” και στην “ύλη”, διότι είναι αναμφίβολο πλέον πως το “πνεύμα” μπορεί να είναι ακόμη και μια γήινη πραγματικότης η οποία δεν περιέχει ακόμη αναγκαίως μια υπέρβαση όλης της κοσμικής πραγματικότητος στο σύνολό της.
Μιλώντας λοιπόν σαν από το σύνολο του στοχασμού τού Αυγουστίνου, μπορούμε να πούμε ότι μ' αυτή την κατάκτηση κάνει ένα μεγάλο άλμα μπρός, αφήνοντας στις πλάτες του την αρχαία μεταφυσική του πνεύματος, καθώς ο Αυγουστίνος εξηγεί το πνεύμα, όχι μεταφυσικά, αλλά ξεκινώντας από τον δυναμισμό Πατρός – Υιού. Έτσι λοιπόν η κοινωνία καταλήγει να είναι η ίδια η δομή του πνεύματος και γι αυτό τον λόγο απαιτεί περιεχόμενα και προσωποποιείται απολύτως .
Μόνον όποιος γνωρίζει τι σημαίνει “Άγιο πνεύμα” γνωρίζει τι σημαίνει γενικώς πνεύμα. Και μόνον όποιος αρχίζει να γνωρίζει τι σημαίνει θεός, μπορεί να καταλαβαίνει τι σημαίνει Άγιο Πνεύμα! Όπως επίσης μόνον όποιος αρχίζει να ψυχανεμίζεται τι είναι το Άγιο Πνεύμα αρχίζει να καταλαβαίνει τι είναι ο θεός».
Αυτός είναι ο κόπος του πάπα πλέον Joseph Ratzinger. Eν έτει 1974, στο συλλογικό τόμο Erfahrung und Theologie des Heiligeu Geistes!
Όλοι οι μεγαλύτεροι θεολόγοι της ορθοδόξου εκκλησίας εδώ τρώνε τον Μυστικό τους Δείπνο με χρυσά κουτάλια!
Τόσο στην υποστασιακή όσο και στη σχεσιακή αντίληψη του προσώπου, βρίσκουμε σημαντικές προσεγγίσεις οι οποίες καθιστούν απίθανο για κάθε σύγχρονη θεώρηση να παλινδρομήσει σε προγενέστερες θεωρήσεις. Η προσανατολισμένη στην υπόσταση αντίληψη του προσώπου στο έργο του Βοήθειου και του Θωμά Ακινάτη, τονίζει την ανεξαρτησία του προσώπου, την ικανότητά του να κατανοεί τον εαυτό του, να τον ελέγχει και να λειτουργεί ελεύθερα. Η αντίληψη του προσώπου στους Πατέρες της Εκκλησίας, η οποία αποσκοπεί στη σχέση, είναι άμεσα προσανατολισμένη προς τη σχέση και το σχετίζεσθαι. ό,τι ενδιαφέρει τον άνθρωπο, παραπέμπει στη διαλογική κατάσταση του ερχομού στον εαυτό του ως Εγώ, γιατί του απευθύνεται ο λόγος ως Συ. Η ύπαρξη του προσώπου προέρχεται από και υφίσταται στο αντικρυνό πρόσωπο, δηλαδή στη συνάντηση. Εάν η υποστασιακή προσέγγιση τονίζει τι είναι το πρόσωπο, τότε η σχεσιακή προσέγγιση δίνει έμφαση στο πως αυτό το πρόσωπο, γίνεται πρόσωπο (πρβλ. Wucherer-Huldenfeld,1978, 86). Ο άνθρωπος από την αφετηρία του ήταν άτομο και παράλληλα σχετιζόταν με τους άλλους σε μια προσωπική κοινότητα. Μόνο μέσω των σχέσεών του με άλλα πρόσωπα αναπτύσσει και πραγματώνει την ύπαρξή του, ως πρόσωπο: γίνεται προσωπικότητα.
ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΧΕΣΙΑΚΗ ΟΛΚΛΗΡΩΣΗ ΤΟΥ ΑΤΟΜΟΥ ΣΕ ΠΡΟΣΩΠΟ ΕΙΝΑΙ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΑΚΤΙΣΤΩΝ ΕΝΕΡΓΕΙΩΝ ΚΑΙ Η ΕΚΤΟΠΙΣΗ ΤΟΥ ΕΝΑΝΘΡΩΠΙΣΑΝΤΟΣ ΘΕΟΥ. ΕΙΝΑΙ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ ΜΙΑ ΠΟΛΛΑΠΛΟΤΗΤΑ ΧΩΡΙΣ ΤΟΝ ΕΝΑ ΤΟΝ ΟΠΟΙΟ ΧΡΕΙΑΖΟΜΑΣΤΕ. ΕΙΝΑΙ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΡΘΑΣ.
Ο Ακινάτης λοιπόν εισάγει στην κοινή δοξασία, στο δόγμα, που αποκτήθηκε με τον Αυγουστίνο, την πίστη και το έλεος, επιτρέποντας μας να κατανοήσουμε πώς το Άγιο Πνεύμα μπορεί να ειπωθεί "κατά κάποιο τρόπο" η ψυχή της Εκκλησίας, χωρίς να μας επιτρέψει όμως να παρασυρθούμε σε παραλογισμούς, αλλά και χωρίς να παραιτηθούμε να αναγνωρίσουμε την αλήθεια του λόγου. Η Χάρις μέσα στην ψυχή, όπως ακριβώς η πίστη και το έλεος, στις ικανότητες τής νοήσεως και της θελήσεως, είναι ασυζητητί δώρα του Αγίου Πνεύματος. Μας δόθηκαν για να ανυψωθούμε στην Θεία ζωή, την οποία καλούμαστε να μοιραστούμε όταν πρόκειται για την χάρη και για να μάς επιτρέψει να ενεργήσουμε σ'αυτό το επίπεδο σαν νέοι και θυγατέρες του Θεού όταν πρόκειται για την πίστη και το έλεος.
Για να κατανοήσουμε στο μέτρο τού δυνατού αυτό που συμβαίνει όταν ο Θεός γνωρίζεται και αγαπάται μ'αυτόν τον τρόπο, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε την αναλογία τής γνώσεως και τής αγάπης στον δικό μας καθημερινό κόσμο. Παρότι παρών δίπλα μου, το πρόσωπο που αγαπώ, δέν είναι φυσικά παρών στο πνεύμα μου. Είναι παρών μόνον μέσω του οράματος που έχω και τής αναπαραστάσεως που δημιουργώ, χάρη στις οποίες εσωτερικεύω αυτή την παρουσία στην καρδιά μου μ'έναν τέτοιο τρόπο ώστε να μπορώ να διατηρήσω αυτή την εσωτερική παρουσία σαν ανάμνηση όταν η φυσική παρουσία θα'χει τελειώσει. Μία παρουσία "προθέσεως" γνώσεως και αγάπης, λένε οι ειδικοί, αλλά όμως μία παρουσία απολύτως πραγματική. Ο αγαπώμενος κατοικεί πνευματικά στον αγαπώντα, όπως ο αγαπών στον αγαπώμενο.
Οι "προθέσεις" σημαίνουν εδώ, ακριβώς, εκείνα τα συμπληρώματα της πραγματικότητος που είναι οι αναπαραστάσεις που επεξεργαζόμαστε για να κατορθώσουμε να την εσωτερικεύσουμε μέσω της γνώσεως και της αγάπης.
Απελευθερωμένη από όλα τα όρια που συνυπάρχουν μαζί με την δική μας σωματική συνθήκη, αυτή η αναπαράσταση που είναι καθαρά ανθρώπινη, μας προσφέρει την αναλογία ακριβώς που χρειαζόμαστε. Ο Θεός, όπως έχουμε ήδη δεί, είναι παρών σε μας τους ίδιους, πιό οικεία από κάθε άλλο αντικείμενο γνώσεως και ανθρώπινης αγάπης. Αλλά και όταν πρόκειται για την παρουσία τής χάριτος έχουμε πάλι την παρουσία αυτού του τύπου. Μέσω τής Θείας χάριτος έχουμε μία νέα παρουσία του Θεού καθότι είναι παρών σε μας σαν ένα υπερφυσικό πρόσωπο γνωστό και αγαπημένο. Θα ξαναβρούμε όσα έχουμε ανακαλύψει εδώ, μιλώντας για την παρουσία του Θεού στο δημιούργημα του. Πέραν της απέραντης παρουσίας του σε όλα τα πράγματα.
Απελευθερωμένη από όλα τα όρια που συνυπάρχουν μαζί με την δική μας σωματική συνθήκη, αυτή η αναπαράσταση που είναι καθαρά ανθρώπινη, μας προσφέρει την αναλογία ακριβώς που χρειαζόμαστε. Ο Θεός, όπως έχουμε ήδη δεί, είναι παρών σε μας τους ίδιους, πιό οικεία από κάθε άλλο αντικείμενο γνώσεως και ανθρώπινης αγάπης. Αλλά και όταν πρόκειται για την παρουσία τής χάριτος έχουμε πάλι την παρουσία αυτού του τύπου. Μέσω τής Θείας χάριτος έχουμε μία νέα παρουσία του Θεού καθότι είναι παρών σε μας σαν ένα υπερφυσικό πρόσωπο γνωστό και αγαπημένο. Θα ξαναβρούμε όσα έχουμε ανακαλύψει εδώ, μιλώντας για την παρουσία του Θεού στο δημιούργημα του. Πέραν της απέραντης παρουσίας του σε όλα τα πράγματα.
«Υπάρχει αυτός ο ιδιαίτερος τρόπος που αφορά το λογικό πλάσμα. Σ'αυτόν λέγεται πώς ο Θεός υπάρχει σαν το γνωσθέν στον γνώστη και ο αγαπημένος στον αγαπώντα. Και επειδή γνωρίζοντάς τον και αγαπώντας τον, το λογικό πλάσμα φτάνει με την εργασία του μέχρι τον ίδιο τον Θεό. Λέγεται δέ πώς μέσω αυτού του ειδικού τρόπου, όχι μόνον ο Θεός είναι μέσα στο λογικό όν, αλλά ότι επίσης και αυτός κατοικεί σ' αυτό όπως στον ναό του»(ST Ia q. 43 a. 3).
Έτσι έχουμε εδώ την ακριβή αλήθεια της εκφράσεως "ψυχή της Εκκλησίας" η οποία εφαρμόζεται στο Άγιο Πνεύμα. Για να αποφευχθεί δέ η παρανόηση, όπως σημειώσαμε λίγο πρίν, χρειάστηκε αναγκαίως η διάκριση ανάμεσα στο Άγιο Πνεύμα και στα δώρα Του. Το Άγιο Πνεύμα δέν μπορεί να ασκήσει άμεσα τον ρόλο τής ψυχής, αλλά τον ασκεί έμμεσα μέσω των δώρων του [η κτιστή χάρις του παπισμού]. Για να πούμε τα πράγματα λίγο διαφορετικά, με λέξεις κοντινές στην Αγία Γραφή, μπορούμε να σχηματοποιήσουμε αυτό που συμβαίνει με τον ακόλουθο τρόπο. Όχι μόνον ο Θεός μάς αγαπά πρώτος αυτός (1 Ιωάν. 4,10 και 19), αλλά μας δίνει και την δυνατότητα να τον αγαπήσουμε "καθότι η αγάπη του Θεού χύθηκε στις καρδιές με το Άγιο Πνεύμα που μας δόθηκε" (Ρωμ 5,5), και τέλος αυτός έρχεται σε μας που τον αγαπούμε (Ιωάν 14,23). Μόνον σ'αυτό το σημείο μπορεί να ορισθεί αληθινά σαν ο φιλοξενούμενος των ψυχών μας και εκείνος της Εκκλησίας. Όλη αυτή η πρόοδος (η πραγματικότης) αποδίδεται κατά προτίμησιν στο Άγιο Πνεύμα για τον λόγο που δείξαμε στην αρχή: Ο Δεσμός της αγάπης ανάμεσα στον Πατέρα και τον Υιό, ανήκει σ'αυτό, μ'έναν ειδικό τρόπο, γιά να πραγματοποιήσει στο Σώμα των πιστών, την σύναξη στην αγάπη και το έλεος!
Ο ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ ΣΤΑΧΝΑΡΙΑ ΤΟΥ ΖΗΖΙΟΥΛΑ ΔΕΝ ΕΙΧΕ ΡΑΧΟΚΟΚΚΑΛΙΑ ΝΑ ΔΕΘΕΙ ΣΤΟ ΚΑΤΑΡΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΝΑ ΓΛΙΤΩΣΕΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΥΚΟΛΗ ΣΩΤΗΡΙΑ ΠΟΥ ΥΠΟΣΧΟΝΤΑΙ ΟΙ ΣEΙΡΗΝΕΣ ΤΟΥ ΠΑΠΙΣΜΟΥ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου