Ο Τριαδικός Θεός
Από: «Το Μυστήριο του Θεού» Εκδ. ΚΥΡΟΜΑΝΟΣ, Θεσσαλονίκη 1991
1. Το θείον ον
Είναι ιδιαιτέρως προσφιλές στους φιλοσόφους να παριστάνουν τον Θεό σαν αόριστη δύναμι που δεν είναι δυνατό να συλληφθή παρά ως ένα ασυνείδητο και χωρίς ζωή κινούν ακίνητο. Ακόμη χειρότερη είναι η περίπτωσις της ατυχούς θεολογίας των Θνητοθεϊτών, οι οποίοι παρουσιάζουν τον θεό σαν μία υπερκόσμια κατάστασι διακεχυμένη και άμορφη, που θα μπορούσε να παρομοιασθή με την άμορφη ύλη, πριν έλθη ο Δημιουργός του Πλάτωνος να την διαμορφώση, ή με το χάος, πριν έλθη να το διακοσμήση ο Νους του Αναξαγόρα. Θα μπορούσε να παρομοιασθη, αν επάνω από την ύλη και το χάος δεν ήσαν τα δύο εκείνα διαμορφωτικά όντα. Πλησιέστερα προς την έννοια του Θεού των Θνητοθεϊτών είναι ο Βυθός του Βαλεντίνου και το Μη Ον του Βασιλείδου, από το οποίο βαθμιαίως αναδύθηκε η ύπαρξις. Παρατηρείται όμως αυτή η ουσιώδης διαφορά, ότι, ενώ οι παλαιοί Γνωστικοί φθάνουν από την ανυπαρξία στην γέννησι του Θεού, οι νέοι Θνητοθεΐτες φθάνουν από την ύπαρξι του Θεού στον θάνατό του.
Δεν βλέπει φυσικά κανείς, ποια θέσι θα μπορούσε να έχη και ποια λειτουργία θα μπορούσε να επιτέλεση τέτοια άμορφη υπερκόσμια κατάστασις, όπως επίσης δεν εννοεί με ποιόν τρόπο θα μπορούσε να ενεργή μία ασυνείδητη υπερβατική δύναμις που τυχόν θα υπήρχε στο σύμπαν. Οπωσδήποτε μία άχρηστη και άσκοπη κατάστασις δεν διαθέτει τίποτε που να αρμόζη στην θεότητα• είναι απλώς χάος.
Πάντως αντιλήψεις αυτού του είδους φανερώνουν ότι ο Θεός ασκεί τέτοια επιρροή στον κόσμο μας και προβάλλει τέτοια συγκεκριμένη βούλησι, ώστε η ανθρωπίνη βούλησις να μη μπορή να την υπερκεράση ή να την παραβλέψη κατά οποιονδήποτε τρόπο. Γι' αυτό η ανθρωπίνη σκέψις ασχολείται με αυτόν ακόμη και αρνητικώς. Είναι λοιπόν σαφές ότι ο Θεός είναι το Ον.
Βεβαίως μπορούμε ν' αποδώσωμε σ' αυτό το Ον όλα τα ιδιώματα που συνηθίζει να του προσδίδη η δογματική θεολογία. Επί παραδείγματι είναι επάνω από τον χώρο και τον χρόνο, δηλαδή άπειρος και αιώνιος• επάνω από τα κτιστά όντα, δηλαδή ασύγκριτος και ακατάληπτος• επάνω από την δύναμι, δηλαδή παντοδύναμος και αναλλοίωτος• επάνω από την σχετικότητα, δηλαδή πανάγαθος και τέλειος. Αλλά όλα αυτά δεν εξαίρουν περισσότερο τον χαρακτήρα του Θεού από όσο αυτός ο χαρακτηρισμός του ως του Όντος, του πραγματικού Όντος.
«Εγώ ειμί ο Ων», είπε ο Θεός στον Μωυσή επί του Σινα(1). Μερικές από τις ανωτέρω ιδιότητες όχι απλώς επιδέχονται περιορισμούς, αλλά και υπόκεινται σ' αυτούς. Εκείνο που τον καθιστά Θεό, είναι η θέσις του στην απόλυτη ύπαρξι. Όλα τα άλλα όντα, πρόσωπα και πράγματα, είναι δυνατό να μην υπάρχουν, και πραγματικά κάποτε δεν υπήρχαν αφού είναι κτιστά, αλλά ο Θεός υπάρχει αΪδίως. Θεός και ανυπαρξία είναι όρων αντίφασις. Το θεμελιώδες γνώρισμά του είναι ότι κάποτε ήταν μόνος και δεν υφίστατο τίποτε άλλο εκτός από αυτόν και τίποτε άλλο δεν είχε συνείδησι της παρουσίας του. «Ουδέν ην πλην αυτού• αυτός δε μόνος ων, πολύς ην», διακηρύσσει σε μία εντυπωσιακή πρότασί του ο Ιππόλυτος(2). Ως Ων κινείται, υπό την έννοια που ανέλυσα στο δεύτερο κεφάλαιο αυτού του δοκιμίου, ζη και παρέχει ζωή. Εφ' όσον δε έχει συνείδησι της υπάρξεώς του και κατευθύνει τις ενέργειές του συνειδητώς προς (ορισμένους σκοπούς, είναι προσωπότης• διότι μόνο μία προσωπότης μπορεί να έχη συνείδησι εαυτής, να διατηρή σχέσεις και να προσφέρη). Δεν είναι λοιπόν δυνατό να σκεφθούμε τον Θεό αλλιώς παρά ως μία προσωπότητα, η οποία υπέρκειται κάθε άλλης και δίνει σ' όλες τις άλλες νόημα και σκοπό υπάρξεως• είναι η πηγή της κινήσεως, της δυνάμεως και της ζωής.
Ένας δεύτερος βιβλικός ορισμός, εξ ίσου σπουδαίος με τον προηγούμενο, είναι ότι ο Θεός είναι «ο Ων και ο Ην και ο Ερχόμενος», όπως αποκαλείται στην Αποκάλυψι(3). Η έννοια του χαρακτηρισμού είναι διττή• αφ' ενός μεν επιβεβαιώνει την αϊδιότητα της υπάρξεώς του, αφ' ετέρου δε δηλώνει την κίνησι προς άλλα πρόσωπα ως το χαρακτηριστικώτερο γνώρισμα της προσωπότητός του(4). Δια μέσου όλης της υπάρξεώς του κυριαρχεί η κίνησις, η έλευσις, η αποκάλυψις, η μετάδοσις. Βλέπει κανείς αυτήν την κίνησι ακόμη και στην ποικιλία των παραστάσεων στην βυζαντινή αγιογραφία: Εμμανουήλ, ο εν ετέρα μορφή, ο Παντοκράτωρ, ο Παλαιός των ημερών.
Όλες οι θρησκείες αναζητούν και κηρύσσουν προσωπικό Θεό. Η παρατηρουμένη σε πολλούς χριστιανούς θεολόγους τάσις, να παρουσιάζουν οξεία διάκρισι μεταξύ της ιουδαϊκής περί Θεού ιδέας και της ελληνικής, για τον λόγο ότι του Ιουδαϊσμού ο Θεός παρουσιάζεται ως πρόσωπο, ενώ των Ελλήνων είναι αφηρημένη έννοια, ξεκινά από εσφαλμένες προϋποθέσεις, όπως υποδείχθηκε και σ' άλλο σημείο του δοκιμίου τούτου. Μπορούμε να συγκρίνωμε αντιλήψεις που εκφράζονται μόνο σε ομοειδή συστήματα. Έτσι δεν έχομε το δικαίωμα να συγκρίνωμε τις θρησκευτικές ιδέες μιας θρησκευτικής λογοτεχνίας, όπως είναι η Παλαιά Διαθήκη, με τις ιδέες που διατυπώνονται στα συστήματα της ελληνικής φιλοσοφίας, και γενικεύοντας να ισχυριζώμαστε ότι οι Έλληνες δεν επίστευαν σε προσωπικό Θεό• δεν έχομε το δικαίωμα να προβαίνωμε σε τέτοια σύγκρισι, διότι τα επίπεδα είναι ανόμοια. Βεβαίως των ελληνικών φιλοσοφημάτων ο Θεός είναι ιδέα, έννοια, δύναμις, κινούν• αλλοιώς δεν θα ήταν φιλοσοφήματα αλλά θρησκείες. Το ομοειδές πεδίο επί του ελληνικού χώρου είναι η λατρεία των ειδώλων, η τραγωδία, τα μυστήρια• και σ' όλα αυτά ο Θεός παρουσιάζεται εντόνως προσωπικός, διότι είναι θρησκεύματα ή παραθρησκευτικά έκδηλώματα.
Δεν είναι δε απλώς προσωπότης ο Θεός, αλλ' είναι η διαρκώς ενώπιον του ανθρώπου ισταμένη προσωπότης. Γι' αυτό δεν είναι ποτέ κυριολεκτικώς «αυτός», το τρίτο πρόσωπο, και φυσικά δεν γίνεται ποτέ αντικείμενο ερεύνης. Όταν κατέρχεται, είναι το εγώ και ο άνθρωπος είναι το εσύ• και όταν ο άνθρωπος αντιλαμβανόμενος την φωνή του αρχίζη την άνοδο, ο Θεός είναι το εσύ και ο άνθρωπος το εγώ που σύρεται και οδηγείται από το θείο εσύ. Ο Θεός καθίσταται «αυτός» μόνο στον τρόπο θεολογικής εκφράσεως.
Υπαινίχθηκα ανωτέρω ότι μερικά από τα αποδιδόμενα στον Θεό ιδιώματα επιδέχονται περιορισμό. Είναι κυρίως δύο, και ο περιορισμός των σχετίζεται με την προσωπική ύπαρξι του Θεού. Ο Θεός είναι άπειρος και αόριστος στην υπερβατικότητά του, αλλ' είναι επίσης συγκεκριμένη και καθωρισμένη ύπαρξις που δεν διαχέεται στο αχανές• γι' αυτό την χαρακτηρίζομε ως προσωπότητα. Το ιδίωμα της απειρίας και του απεριορίστου έχει την έννοια της απολύτου διακρίσεώς του από την κτίσι, χωρίς αυτό να θίγη την πραγματικότητα της προσωπικής υπάρξεως και αυτοσυνειδησίας του. Είναι επίσης ο Θεός ακατάληπτος στην υπερβατικότητά του, αλλά στην αποκάλυψί του φανερώνεται και συλλαμβάνεται με τον τρόπο που ήδη περιεγράψαμε. Γι' αυτό οι κατ' αναλογία των κτιστών πραγμάτων αποδιδόμενες στον Θεό ιδιότητες, έστω και στην απόλυτη αξία τους, πρέπει να εκλαμβάνωνται απλώς ως τρόποι ερμηνείας• αλλοιώς παραπλανούν.
2. Τριαδικότης του Θεού
Στην Χριστιανική Εκκλησία είναι ριζωμένη από την αρχή η πίστις στην τριαδικότητα του Θεού. Οι Απόστολοι έλαβαν την εντολή από τον Κύριο να πορευθούν για να διδάξουν όλα τα έθνη, βαπτίζοντάς τα «εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος»(5). Έκτοτε η ζωή του χριστιανού διαποτίζεται από αυτήν την πίστι σ' όλα του τα βήματα. Ομολογεί αυτήν την πίστι με την προβαπτισματική και έκτοτε συνεχώς επαναλαμβανομένη απαγγελία του συμβόλου της πίστεως, το οποίο αρχικά ήταν απλώς τριμερές, βαπτίζεται στο όνομα των τριαδικών υποστάσεων με την τριπλή κατάδυσι, επικαλείται την χάρι του Κυρίου Ιησού Χριστού και την αγάπη του Πατρός και την κοινωνία του Αγίου Πνεύματος στην θεία ευχαριστία(6), και δοξολογεί αφθόνως την Τριάδα σε κάθε ευκαιρία(7).
Η χριστιανική θεολογία θεμελιώνει την τριαδολογική άποψί της πρωτίστως στην οικονομία της σωτηρίας, στην εκδίπλωσι του σχεδίου της αναγεννήσεως της ανθρωπότητας. Δεν μπορεί να φθάση κανείς στο τριαδικό μυστήριο παρά μόνο δια της αποκαλύψεως, και μάλιστα για πρώτη φορά δια της εν Χριστώ αποκαλύψεως κατά την οποία «η της Τριάδος εφανερώθη προσκύνησις»(8).
Ο Ιγνάτιος Αντιοχείας παριστάνει τους Χριστιανούς ως λίθους ετοιμασμένους για την οικοδομή του Πατρός που ανεβάζονται στα ύψη με τον αναβατήρα του Ιησού Χριστού, δηλαδή τον σταυρό, χρησιμοποιώντας ως σχοινί το Άγιο Πνεύμα(9). Η προσωπική πνευματική εμπειρία του ανθρώπου παρουσιάζει τέτοια κίνησι εσωτερικώς, ώστε αυτή να οδηγή στην σύλληψι του τριαδικού μυστηρίου. Βεβαίως θεμελιώνει την άποψί της επίσης στις εν γένει αποκαλυπτικές ενέργειες των τριαδικών υποστάσεων. Ήδη ο Θεόφιλος Αντιοχείας, ο πρώτος που εχρησιμοποίησε τον όρο Τριάς, την συνδέει με την δημιουργική ενέργεια(10).
Ο Θεός είναι μαζί κάτι το σταθερό και κάτι το δυναμικό• το σταθερό είναι αυτό που δεν μπορεί να προσεγγισθή και πρέπει οπωσδήποτε ν' αποτελή ουσιώδη όψι της φύσεώς του• το δυναμικό είναι εκείνο που προκαλεί τις εκδηλώσεις του Θεού και αυτό ακριβώς είναι εκείνο που του προσδίδει την τριαδικότητα. Όλος ο πλούτος της κινήσεως και ενεργείας δεν είναι δυνατό να περικλείεται στην απόλυτη προσωπική μοναδικότητα, ενώ από το άλλο μέρος μία δυαδική σύνθεσις δεν θα ήταν πρόσφορη στον Θεό διότι θα επεσήμαινε δυαρχία. Η Τριάς και την ενέργεια διατηρεί και την σύνθεσι υπερβαίνει(11). Οι τρεις υποστάσεις, όπως επικράτησε να λέγωνται από τα μέσα του 4ου αιώνος τα άλλως λεγόμενα πρόσωπα, είναι κινήσεις μέσα στον μυστικό χώρο της θεότητος. Γι' αυτό η Εκκλησία απέκρουσε σταθερώς όλες τις απόπειρες αρνήσεως της τριαδικότητος του Θεού, που απέληγαν είτε στην δυαρχία είτε στην μοναρχία. Τα συστήματα που ανήκαν στην πρώτη κατηγορία, όπως του Μαρκίωνος, των Μανιχαίων και των επιβιώσεων τους, ουσιαστικώς καταργούσαν την παντοδυναμία του Θεού, αφού την εμοίραζαν σε δύο θεότητες, και μάλιστα την μία πονηρή. Τα συστήματα της δευτέρας κατηγορίας καταργούσαν την κίνησι μέσα στο θείο είτε θεωρώντας τα πρόσωπα ως απλούς τρόπους εκδηλώσεως του ενός Θεού, όπως ο Σαβέλλιος, είτε θεωρώντας τον Λόγο και την Σοφία ως απλές δυνάμεις του Θεού.
Η τριαδική αντίληψις διασώζει τον δυναμισμό της θεότητος, διότι παρουσιάζει τις υποστάσεις ως ανοίγματα που καθιστούν δυνατή την είσοδό της στην εγκοσμιότητα. Αυτός που εκλαμβάνει τον Θεό μονολιθικώς, τον τοποθετεί σε κατάστασι στατικότητος και τον στερεί της δυναμικότητος• και είναι επίσης υποχρεωμένος να συγχέη την ενέργεια του συνόλου της θείας φύσεως με τις υποστατικές λειτουργίες, να συγχέη επί παραδείγματι το δημιουργικό που είναι συλλογική κοινή ενέργεια με το εκπορευτικό που είναι γνώρισμα μόνο του Πατρός. Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της Ορθοδοξίας είναι ότι επιζητεί συμμετοχή στην πλούσια ζωή της Τριάδος, την οποία δοξολογεί ακαταπαύστως. Πρέπει όμως να σημειώσωμε ότι εικόνες της Τριάδος δεν έχουν γίνει κοινώς αποδεκτές από την συνείδηση της Εκκλησίας, η οποία θέλει να διατηρήση το μυστήριό της ανέπαφο, ενώ υπάρχουν παραστάσεις των προσώπων επί μέρους, ακόμη και του Πατρός και του Πνεύματος, αλλά πάντως κατά την αποκαλυπτική τους ενέργεια. Αντιθέτως ναοί επ' ονόματι της Αγίας Τριάδος εγείρονται σε επιβλητική αναλογία. Προετοιμάζοντας αυτό το δοκίμιο, έκαμα μία επιστροφή στο εξωκκλήσι της Αγίας Τριάδος της Συκιάς, από τις ετήσιες λειτουργίες του οποίου διατηρώ την συγκινητικώτερη ανάμνησι της παιδικής μου ηλικίας.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Εξ. 3, 14.
2. Εις την αίρεσιν Νοήτου 10.
3. Αποκ. 1, 8.
4. Βλ. Ν.Νησιώτου, «Προλεγόμενα εις την θεολογικήν γνωσιολογίαν, 149.
5. Ματθ. 28, 19.
6. Αναφορά «θείας Λειτουργίας». Από τον Παύλο.
7. Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι. Επλάσθηκε μάλιστα και το επώνυμο Δοξαπατρής που έφεραν διακεκριμένοι εκκλησιαστικοί και πολιτικοί άνδρες του Βυζαντίου.
8. Απολυτίκιον Θεοφανείων (6 Ιανουαρίου).
9. Εις Εφεσίους 9,1.
10. Προς Αυτόλυκον 2, 15. «Ωσαύτως και αι τρεις ημέραι αι προ των φωστήρων γεγονυΐαι τύποι εισί της Τριάδος, του Θεού και του Λόγου αυτού και της Σοφίας αυτού».
11. Βλ. Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος 22, 8. PG 35, 1160 CD.
ΔΙΑΒΑΣΜΕΝΟΣ ΑΛΛΑ ΑΠΟΤΥΧΗΜΕΝΟΣ ΜΑΘΗΤΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡ. ΠΑΛΑΜΑ. ΕΝΣΤΕΡΝΙΣΤΗΚΕ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΩΣ ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΠΗΓΗ ΚΑΙ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΓΝΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥ ΔΗΛ. ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΟΠΩΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΘΗΚΕ ΣΤΟΝ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΚΑΘΟΛΙΚΙΣΜΟ ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ Β' ΒΑΤΙΚΑΝΕΙΟ ΣΥΝΟΔΟ ΤΑΥΤΙΣΑΝ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΔΙΟ ΤΡΙΑΔΑ, ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΟΣ ΣΑΝ ΜΟΝΑΔΙΚΗΣ ΛΟΓΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ΤΟΥ ΚΑΝΤ, Ο ΟΠΟΙΟΣ ΑΠΑΞΙΩΣΕ ΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΜΗ-ΑΝΤΙΦΑΣΕΩΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΤΡΙΤΟΥ ΑΠΟΚΛΕΙΟΜΕΝΟΥ ΣΑΝ ΑΡΧΕΣ ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΕΠΕΤΡΕΠΑΝ ΤΟ ΑΝΟΙΓΜΑ ΣΤΗΝ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΑΠΟΚΛΕΙΟΝΤΑΣ ΤΟ ΠΑΡΑ ΦΥΣΙΝ. ΣΗΜΕΡΑ ΔΕ Η ΑΝΤΙΦΑΣΗ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΠΟΔΕΚΤΗ ΤΟΥ ΠΟΠΠΕΡ ΕΝΕΚΕΝ ΣΑΝ ΑΦΟΡΜΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΟΣ ΥΠΡΒΑΙΝΟΝΤΑΣ ΤΗΝ.
Ο ΧΡΗΣΤΟΥ ΑΓΝΟΕΙ ΤΗΝ ΑΜΕΣΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΘΕΟΛΟΓΩΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, ΗΘΕΛΗΜΕΝΑ, ΤΗΣ ΑΙΔΙΟΥ ΚΙΝΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΤΡΙΑΔΟΣ, ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΟΙ ΛΟΙΠΟΙ ΖΗΖΙΟΥΛΑΣ, ΡΩΜΑΝΙΔΗΣ, ΤΡΕΜΠΕΛΑΣ......
2 σχόλια:
λιγο ποιο αναλυτικα τα σχολιο σου αν μπορεις... καλα Χριστουγεννα καλη λευτερια
Η σκιά πού κάλυψε καί τήν ορθοδοξία είναι η ανθρωπολογική στροφή, όπως τήν ονόμασαν. Τήν είχε προαναγγείλει ο Αυγουστίνος ερευνώντας καί ανακαλύπτοντας τήν Αγία Τριάδα στήν Δημιουργία καί στόν άνθρωπο, καταλήγοντασς στήν επιβολή τού υποκειμένου. Μέ κάποιον Ράνερ τελικώς ταύτισαν τήν οικονομική Τριάδα, όπως απεκαλύφθη στήν Βάπτιση τού Χριστού γιά παράδειγμα μέ τήν αίδιο, αιώνιο Αγία Τριάδα. Τήν ονόμασαν Αποκάλυψη τού θεού καί στήριξαν τήν κοινωνία τών προσώπων, τήν εσχατολογία καί τήν νέα οντολογία. Σάν συνέπεια αναβαθμίστηκε η Θ. Ευχαριστία καί τά Μυστήρια τής Εκκλησίας εις βάρος τού Ησυχασμού, τής προσευχής τής μετανοίας καί τής Αγιότητος. Θά αναρτήσουμε σιγά σιγά κάποια πράγματα γιά τήν Μεταπατερική αυτή θεολογία τής ταυτότητος καί τού εαυτού, τής διατηρήσεως τού Θελήματός μας. Καλά χριστούγεννα καί στά δικά μας.
Δημοσίευση σχολίου