Σάββατο 14 Μαρτίου 2020

ΠΡΟΣ ΑΚΙΝΔΥΝΟΝ - ΛΟΓΟΣ ΑΝΤΙΡΡΗΤΙΚΟΣ ΤΡΙΤΟΣ (16)

ΠΡΟΣ ΑΚΙΝΔΥΝΟΝ ΛΟΓΟΣ ΑΝΤΙΡΡΗΤΙΚΟΣ ΤΡΙΤΟΣ

ΠΡΟΣ ΤΑ ΣΥΓΓΡΑΜΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΚΙΝΔΥΝΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΧΑΡΙΤΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΘΕΙΩΣ ΧΑΡΙΤΩΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΑΥΤΗΝ



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 16

Ότι, όποιος λέγει ότι τούτο το φώς είναι κτιστό δεν μπορεί  να δέχεται  μια θεότητα, και ότι από όσα ισχυρίζεται ο Παλαμάς όντως κηρύσσεται μια θεότης

59. Εμείς στην αρχή δεν εκάμαμε καθόλου λόγο περί θεότητος, αλλά συνετάξαμε λόγους αντιρρητικούς προς εκείνον που διέβαλλε κάθε θεοφάνεια και μαζί με τις θεοφάνειες διέβαλλε κι εκείνο το φώς· εκεί εξυμνήσαμε την υπέροχη του θείου τούτου φωτός, επιδιώκοντας να συγκρατήσουμε την πονηρή ορμή εκείνου (του Βαρλαάμ). Τόσο δε δεν εντράπηκαν εκείνος και μετά από εκείνον αυτός εδώ (ο Ακίνδυνος) ούτε εσεβάσθηκαν το φωτεινότατο εκείνο φώς της θεότητος και το υπερυψωμένο από κάθε άλλο αξίωμα της θείας βασιλείας, ώστε να συγγράφει έως τώρα με παρρησία και να βοά και να διατείνεται ότι, αν το φώς εκείνο είναι άκτιστο, τότε δεν υπάρχει πλέον μια θεότης αλλά δύο αντίθετες, και από δύο αντίθετες μια σύνθετη. Λέγουν, «αν η θεότης είναι εκ θεότητος, από αμέθεκτη μεθεκτή, πώς δεν πρόκειται για διθεΐα;». 

60. Προς αυτούς απαντούμε· «αν, ώ άνθρωποι, είσθε μαζί μας προσκυνητές της ανωτάτης Τριάδος, εξηγήστε, πώς λέγοντας Θεόν εκ Θεού, γεννητόν από αγέννητο, σεβόμαστε ένα Θεό»; Διότι με όποια αιτία αποκρούσαμε αυτήν την διθεΐα, αυτή θα αρκέσει με το παραπάνω και για την από σάς εναντίον μας πλασσόμενη διθεΐα. Αν σεβόμαστε ένα Θεό για τον λόγο ότι δεν μερίζεται από τον Πατέρα ο εξ αυτού Θεός, και εδώ ποιός θα μπορούσε να ειπεί, αν θέλει να είναι ευσεβής, ότι η λαμπρότης της θείας φύσεως είναι χωριστή από τη θεία φύσιν; Διότι δεν θα μπορούσε κάνεις να διαχωρίσει ούτε τη δύναμιν και ενέργεια από τον δυνάμενο και ενεργούντα. Σ’ αυτά και το ότι δεν μπορεί να θεωρηθεί σε ιδιαίτερη υπόσταση η ενέργεια καθώς και η λαμπρότης που παριστάνει εναργώς το αχώριστο προς τη φύσιν.

61. Αν δε κανείς από εκείνους δεν προηγείται ούτε έπεται χρονικώς, εμείς λέγουμε ότι και από τις ενέργειες δεν είναι καμιά αρκτή, σύμφωνα με τούς θεοφόρους πατέρες, αν δεχθείς την αρχή χρονικώς∙ αν πάλι την δεχθείς κατά το αίτιο και το αιτιατό, αλλ’ όχι κατά το κτιστό και το άκτιστο, μεγαλύτερος είναι ο ένας από τον άλλο τόσο κατά την τάξι όσο και κατά το αξίωμα πού ορίζει αυτή, όπως λέγει ο μέγας Βασίλειος (Κατ’ Ευνομίου 3,1), και γενικώς κατά όσα δεν διαιρούν την άκτιστη φύσιν. Κι’ εδώ ό λόγος μας, μάλλον δε οι θεολογίες των θεοσόφων πατέρων, δεικνύει τούτο, ότι το υπερέχον και το υποβεβηκός  δεν νοούνται κατά το κτιστό και το άκτιστο, αλλά κατά το αίτιο και το αιτιατό και κατά τα άλλα, όσα δεν καταστρέφουν σε τίποτε το άκτιστο.

62. Αλλά με τον Υιό συνυπακούεται ο Πατήρ, και ο Υιός είναι σ’ αυτόν; Και πώς τότε δεν συνυπακούεται και η έλλαμψις και η λαμπρότης της φύσεως με αυτήν που τις εκπέμπει αφ’ εαυτής; Επιπλέον και η θεία και αρχίφωτη φύσις θα έπρεπε να συνυπακούεται με την από αυτήν εκπεμπομένη έλλαμψιν για όσους έχουν αυτιά. Βλέπεις ότι το άκτιστο είναι εκείνο που περισσότερο από κάθε άλλο συντηρεί την ενότητα της θεότητος; Διότι το άκτιστο είναι ένα με το άκτιστο κι’ είναι ενωμένα πάντοτε και οι τρόποι των ιδιωμάτων δεν τα διασπούν αναμεταξύ τους. Επομένως, αν πει κανείς και τούτο, ότι όπως εκείνος που είπε περί του Πατρός ότι «ένας είναι Θεός αληθινός και μόνος άκτιστος και μόνος αγαθός», θεολογεί ευσεβώς και νουνεχώς μαζί, μόνο αν ομολόγει και τον Υιόν ως αληθινό Θεό και ομοίως ως άκτιστο και αγαθό (διότι στον Πατέρα συμπεριέλαβε αυτόν και το άγιο Πνεύμα, γι’ αυτό λέγοντας για το καθένα τους τα ίδια, δεν ζημιώνει καθόλου το λόγο της ευσέβειας)∙ έτσι κι’ αν πει κάνεις «μια αληθινή και μόνη άκτιστη θεότης», είτε για τη θεία λαμπρότητα το πει αυτό είτε για τη φύσιν που την έχει, αρκεί μόνο να μη συντάσσει ούτε το ένα ούτε το άλλο με τα κτίσματα, ευσεβώς εκφράζεται. Διότι μαζί με τη μια συνεξυμνεί την άλλη.

63. Όταν ο Άρειος λέγει ένα και μόνο Θεό αληθινό και άκτιστο, τον Πατέρα του Κυρίου, εμείς θα φωνάξουμε «άπαγε». Διότι δεν είναι μόνο αυτός άκτιστος, επειδή Θεός αληθινός και άκτιστος πραγματικά είναι και ο εκ Θεού Θεός. Έτσι λοιπόν, και όταν ο Βαρλαάμ και ο Ακίνδυνος λέγουν μια άκτιστη θεότητα, την ουσία του Θεού, δεν το ανεχόμαστε, διότι αποσπούν από εκείνην, την έμφυτη λαμπρότητά της, την απαλλοτριώνουν και την συντάσσουν μαζί με τα κτιστά. Διαβεβαιώνουμε επίσης ότι κι’ αυτή είναι άκτιστη και αληθινή θεότης κι’ έτσι μια θεότητα δεχόμαστε κι’ εμείς κυρίως, η οποία δεν ευρίσκεται μόνο στην ουσία, αλλά και στην καθ’ όλα θεωρούμενη τελειότητα· διότι δεν είναι ατελής ούτε ακαλλής ούτε στερημένη λαμπρότητας ή ενεργείας και δυνάμεως θεατικής και δημιουργικής και θεοποιού.

Συνεχίζεται

ΤΙ ΕΧΕΙ ΝΑ ΠΕΙ Ο ΑΣΕΒΗΣ ΖΗΖΙΟΥΛΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΑΙΤΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΑΙΤΙΑΤΟ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙ ΓΙΑ ΝΑ ΣΥΓΓΕΝΕΨΕΙ ΜΕ ΤΟΝ ΑΡΕΙΟ;

Αμέθυστος


Δεν υπάρχουν σχόλια: