Έκθεσις περί άλλης
ρήσεως του Ακίνδυνου, από την οποία ελέγχεται να ομολογεί ότι οι άγιοι λέγουν
άκτιστη θεότητα και το φως της θείας μεταμορφώσεως, αλλ’ ο ίδιος να παραινεί να
μην προσέχουν σ’ αυτούς ως διθεΐτες και ψευδομάρτυρες
56. Λέγει λοιπόν (ο Ακίνδυνος) ότι απέτρεψε να λέγεται
θεότης τούτο το ορατό φως, και το έκαμε, για να μην υπάρχουν δύο άκτιστες
θεότητες, αλλά δεν εδίδαξε περί του φωτός που έλαμψε στο Θαβώριο όρος. Επειδή
λοιπόν δεν είπε ακόμη για τούτο, τώρα μεταφέρει προς αυτό τον λόγο γράφοντας·
«δεν πρέπει λοιπόν να εκλαμβάνουμε το φως της μεταμορφώσεως στο όρος Θαβώρ και
τα εγκώμια των αγίων σ’ αυτήν ως αποδείξεις για την ύπαρξη δύο θεοτήτων· το
να δεχόμαστε δύο θεότητες, ή μία από δύο θεότητες, είναι έξω από το λόγο της ευσεβείας
που παραδόθηκε σ’ εμάς».
Τί λέγεις; Δεν θα χρησιμοποιούμε τους ύμνους των αγίων στο
φως της μεταμορφώσεως του Κυρίου για να εξυμνούμε τούτο κι’ εμείς σύμφωνα με τους
αγίους, ως «δόξα προτέλεια και υπερτέλεια και επέκεινα πάντων», ως «δόξα διηνεκή
και διαιωνίζουσα της βασιλείας του Θεού», ως «αθέατη και θεϊκή του Θεού Λόγου
δόξα, της οποίας ο Χριστός έδειξε επάνω στο όρος μικρό μέρος κι’ έτσι εφανέρωσε
απορρήτως τον ενοικούντα στη σάρκα Θεό και την θεία και ουσιώδη του ευπρέπεια»,
ως «ανεκλάλητη και αγένητον θέωσιν», ως «φυσική άναρχη ακτίνα της θεότητος», ως
«φως θεότητος», «αστραπήν θεότητος», «αίγλης θείας χύσιν απεριόριστον», «θεότητα
Θεού», «βασιλείαν Θεού»,«φως άυλο», «αΐδιο»,
«ασύγκριτο», «άκτιστο»;
Αυτά και τα παρόμοια με αυτά δεν παραλείπουν ν’ αναφωνούν δια
των αιώνων οι επόπτες και μύστες και εραστές του αληθινού φωτός, μυημένοι να το
υμνούν έτσι από την προς αυτό μυστικήν ένωσιν.
57. Και μάλιστα το ότι οι άγιοι κηρύττουν ότι τούτο το φως είναι
άκτιστο και το καλούν θεότητα, το μαρτυρείς εδώ και εσύ. Αλλιώς πώς θα προέτρεπες
να μην εκλαμβάνουμε τα εγκώμια των αγίων στη θεια μεταμόρφωση, για ν’ αποδειχτεί
ως άκτιστη θεότητα και το φως που εφάνηκε σ’ εκείνη, αν δεν
περιεχόταν τούτο (το φως) μέσα στα εγκώμια σ’ αυτήν (την θεία μεταμόρφωση); Αν λοιπόν εκείνοι εγκωμιάζοντας είπαν τέτοια πράγματα περί του φωτός
της μεταμορφώσεως και δεν ήταν όμως αληθινά τέτοιο το φως, θα ευρεθούν ψευδομάρτυρες
οι άγιοι του Θεού, αφού μαρτυρούντες αυτόν έδειξαν τέτοιο φως που δεν υπέδειξε
εκείνος και συνθέτουν και αναπέμπουν ψευδείς ύμνους στον Χριστό, την αλήθεια. Και
πώς τότε είναι άγιοι; Μάλλον δε πώς δεν είναι, κατά σε, πολέμιοι και αντίπαλοι
της αυτοαλήθειας;
Αν εκείνοι είπαν, όπως βέβαια είπαν, και το αληθές είπαν,
διότι πώς μπορούσε αλλιώς, απ’ αυτό δε συνάγονται δύο άκτιστες θεότητες, όπως
μαρτυρείς εσύ ο ίδιος και τούτο, έπειτα λέγεις ότι τούτο είναι δυσσεβές, άρα
δεν παρουσιάζεις φανερά δυσσεβείς τους αγίους;
Διότι το συναγόμενο δεν είναι μάλλον αυτού που το συνάγει
(συναγόντος), αλλά τούτων που λέγουν τα πράγματα από τα οποία συνάγεται εκείνο.
58. Θα μπορούσαμε όμως εμείς επικαίρως να σου ειπούμε μαζί με
τον Θεολόγο Γρηγόριο, ότι «δεν θ’ αποφεύγαμε να το ομολογήσουμε, φοβούμενοι
εσένα το συκοφάντη, αν κάτι ευρίσκαμε να μην λέγεται σαφώς από τη Γραφή ή να μην
εννοείται εύκολα από τους πολλούς».
Και το λέγω τούτο τώρα, λαμβάνοντας υπ’όψιν μου το εριστικό
ήθος σου, επειδή εκείνοι που προσφέρουν αφιλόνεικο αυτί ακούουν να κηρύσσεται από
τη Γραφή άκτιστο και θεότης το φώς εκείνο, καθώς και η λαμπρότης της θείας
φύσεως και η φύσις της οποίας ήταν αυτή η λαμπρότης, μαζί δε με αυτήν και η
θεατική του Θεού δύναμις και η φύσις της οποίας η δύναμις «και η μεν φύσις
είναι άφραστη και ανεκφώνητη, υπερβαίνει όλη την διά της φωνής σημασία», η δε
θεατική δύναμίς της και η αυτεξουσιότης και η λαμπρότης και τα παρόμοια με
τούτα, υποδεικνύονται, έστω και αμυδρώς, και ονομάζονται δια του ονόματος της
θεότητος. Αλλά συνυπακούεται και τούτο κηρυττόμενο, ότι αυτά δεν εμποδίζουν να
είναι μια η άκτιστη θεότης, τελεία καθ’ όλα και προσκυνουμένη από τους
φρονίμους σε ουσία και δύναμι και ενέργεια άκτιστη.
Ώστε το ότι δεν χρειάζεται εξ αίτιας του φωτός στο Θαβώριο
όρος ν’ αναιρέσουμε την μία θεότητα, και ο ίδιος ο Ακίνδυνος το διεκήρυξε εδώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου