Το Άγιο Πνεύμα
στη ζωή της Εκκλησίας
ΣΤΑΥΡΟΥ
ΓΙΑΓΚΑΖΟΓΛΟΥ ΕΠΙΚ. ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΔΟΓΜΑΤΙΚΗΣ
«Καὶ εἰς τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, τὸ κύριον, τὸ
ζωοποιόν, τὸ ἐκ τοῦ Πατρὸς ἐκπορευόμενον, τὸ σὺν Πατρὶ καὶ Υἱῷ
συμπροσκυνούμενον καὶ συνδοξαζόμενον, τὸ λαλῆσαν διὰ τῶν προφητῶν»
Άγιο Πνεύμα και
Εκκλησία
Η εν Αγίω Πνεύματι ίδρυση και φανέρωση της Εκκλησίας ως Σώμα του Χριστού Με βάση τα όσα ήδη εκθέσαμε, η Εκκλησία προβάλλει ως η κατά στάδια φανέρωση του μυστηρίου της θείας οικονομίας, από την προαιώνια βουλή του Θεού ως την έλευση των εσχάτων της Βασιλείας. Το γεγονός της Εκκλησίας έχει αφετηρία αλλά και κατάληξη το ίδιο το μυστήριο του Τριαδικού Θεού, αφού πηγάζει μέσα από την κοινωνία των προσώπων της Αγίας Τριάδος. Η ζωή της Εκκλησίας αντανακλά και εικονίζει, αν και αμυδρώς, τη ζωή της Αγίας Τριάδος. «Η χάρις του Κυρίου (ημών) Ιησού Χριστού και η αγάπη του Θεού (και Πατρός) και η κοινωνία του Αγίου Πνεύματος» (Β’ Κορ. 13,13) είναι η βάση και το υπαρξιακό θεμέλιο της Εκκλησίας της Αγίας Τριάδος. Η εκκλησιολογία, η ταυτότητα και το είναι της Εκκλησίας, δομείται πάνω στο Τριαδικό μυστήριο του Θεού ως ενότητα των πολλαπλών ανθρώπινων προσώπων μέσα στη μόνη ανακεφαλαιωμένη εν Χριστώ ανθρώπινη φύση. Η απόλυτη Εκκλησία της Αγίας Τριάδος αναδεικνύεται το αρχέτυπο και ο κανόνας της Εκκλησίας των ανθρώπων, αφού η ενότητά της αναδεικνύεται μέσα στην ετερότητα των μελών του Σώματος του Χριστού, ως απεικόνιση της ομοούσιας ένωσης και ομοβουλίας των προσώπων της Αγίας Τριάδος. Κατά την ορθόδοξη θεολογία, η θέληση του Θεού για την πραγμάτωση της Εκκλησίας συνιστά κοινή και ενιαία ενέργεια του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Πρόκειται για την ελεύθερη από κάθε ανάγκη κοινή και αγαπητική ευδοκία των προσώπων της Αγίας Τριάδος για τη δημιουργία και τελείωση των όντων. Η κίνηση αυτή του θεϊκού θελήματος ξεκινά ως από πηγή με την προκαταρκτική βουλή του Πατρός, ενεργείται διά του Υιού και τελειώνεται, δηλαδή οδηγείται στην εντέλεια και πληρότητά της, από το Άγιο Πνεύμα. Τα ομοούσια και ομοδύναμα Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος, ενώ δεν αποχωρίζονται στο έργο της οικονομίας αλλά πάντοτε ενεργούν μαζί, συμβάλλουν όμως κατά ιδιάζοντες τρόπους, όπως αρμόζει σε ξεχωριστά πρόσωπα. Γι’ αυτό, άλλωστε, και η φανέρωση της Εκκλησίας κατά την Πεντηκοστή συνιστά και την πλήρη αποκάλυψη του μυστηρίου της Αγίας Τριάδος. Το γεγονός της Εκκλησίας όπως και της οικονομίας έχει την πρώτη του αιτία στο πρόσωπο του Πατρός, στην «αρχή πάντων των αγαθών». Ο άναρχος Πατήρ, «εἷς Θεὸς ὁ πατήρ, ἐξ οὗ τὰ πάντα» (Α΄Κορ. 8,6), είναι η προκαταρκτική πηγή και αφετηρία της ευδοκίας. Ο Πατήρ έχει την πρωτοβουλία της Εκκλησίας. Ο Υιός και το Πνεύμα συνευδοκούν και συνάμα επιτελούν ιδιαίτερο έργο. Ο Υιός αναλαμβάνει ελεύθερα εν προσώπω την πραγματοποίηση της πατρικής ευδοκίας με την ενανθρώπησή του. Η πρόσληψη και η ένωση της ανθρωπότητας γίνεται αποκλειστικά και μόνο στην υπόσταση του Υιού και όχι σε εκείνη του Πατρός ή του Πνεύματος. Άρα, η ευδοκία του Πατρός είναι η ένωση κτιστού και ακτίστου στο πρόσωπο του Υιού Του. Πρόκειται για τον ρόλο της αυτουργίας του Υιού στο έργο της οικονομίας. Το Πνεύμα το Άγιο, συνευδοκεί με τον Πατέρα στην ενσάρκωση του Υιού αλλά έχει και ως ιδιάζουσα συμβολή του να συνεργεί στην οικονομία του Υιού και να συμπαρίσταται διαρκώς, καθιστώντας δυνατή με τη δράση του την ενσωμάτωση της κτίσης στον Χριστό.
Η πρόγευση της
Βασιλείας ως έργο του Αγίου Πνεύματος
Το Άγιο Πνεύμα ως φορέας και χορηγός της άκτιστης ζωής του Τριαδικού Θεού προς την κτίση είναι ο κατεξοχήν εσχατολογικός παράγοντας στην οικονομία της σωτηρίας αλλά και στη ζωή της Εκκλησίας. Όταν πνέει το Άγιο Πνεύμα, τα έσχατα διεισδύουν στην ιστορία. Με την Πεντηκοστή και τη συγκρότηση της Εκκλησίας ανοίγει η προοπτική της Βασιλείας. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Πέτρος στο κήρυγμα του κατά την Πεντηκοστή αναφέρεται στις υποσχέσεις του Θεού στην Παλαιά Διαθήκη, οι οποίες τώρα εκπληρώνονται: «καὶ ἔσται ἐν ταῖς ἐσχάταις ἡμέραις, λέγει ὁ Θεός, ἐκχεῶ ἀπὸ τοῦ πνεύματός μου ἐπὶ πᾶσαν σάρκα» (Πραξ. 2,17). Πρόκειται ασφαλώς για την εν Χριστώ ανακαίνιση της κτιστής ύπαρξης, η οποία επανασυνδέεται με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, η οποία πλέον ρέει άφθονα στη ζωή της Εκκλησίας και δεν δρα μεμονωμένα, όπως συνέβη πριν την ενανθρώπηση. Το Άγιο Πνεύμα φέρνει τα έσχατα στην ιστορία. Το έργο του άρχισε ήδη από τις θεοφάνειες της Παλαιάς Διαθήκης και ενέπνευσε το μεσσιανικό κήρυγμα των προφητών. Το ίδιο το χριστολογικό γεγονός πραγματοποιήθηκε με τη συνέργια και αδιάκοπη συμπαράσταση του Πνεύματος. Μετά το πέρας της οικονομίας, το Πνεύμα είναι η κληρονομία του Χριστού στην ανθρωπότητα. Η Εκκλησία ως Σώμα του Χριστού συγκροτείται δια του Πνεύματος. Η πρόγευση της Βασιλείας, όπως βιώνεται στη μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας είναι έργο επίσης του Αγίου Πνεύματος. Όλα τα χαρίσματα και όλες οι δωρεές με τις οποίες οικοδομείται το Σώμα του Χριστού απορρέουν από το Άγιο Πνεύμα. Το Άγιο Πνεύμα οδηγεί και κατευθύνει την Εκκλησία διαρκώς προς τα έσχατα. Δια των μυστηρίων το Άγιο Πνεύμα μεταφέρει την εμπειρία της Βασιλείας μέσα στην ιστορία. Αλλά μια τέτοια εμπειρία δεν είναι παρά μία πρόγευση, ένας αρραβώνας και μία πρόληψη των εσχάτων. Η Εκκλησία ζει αυτή την κατάσταση που προκαλεί το Άγιο Πνεύμα ως ένα οριακό μεταίχμιο, ως ήδη και όχι ακόμη. Ζώντας αυτή την εσχατολογική εμπειρία, τίποτε δεν είναι στατικό και ενθαδικό, τίποτε δεν είναι αυτάρκες και κλειστό, αλλά όλα διανοίγονται και προσανατολίζονται με έντονο μάλιστα τρόπο στην προσδοκία της οριστικής έλευσης της Βασιλείας. Η διαρκής και μόνιμη παρουσία του Παρακλήτου καθιστά την εκκλησιαστική κοινότητα μέσα στην κτίση και την ιστορία έναν οργανισμό που ζει και αναπτύσσεται με τη χάρη του Χριστού. Κάθε τι που συνέβη στον Χριστό, διέρχεται χαρισματικά στην Εκκλησία διά του Αγίου Πνεύματος. Το Άγιο Πνεύμα ενσωματώνει τα μέλη του Σώματος του Χριστού και καθιστά προσωπική την εμπειρία της θεώσεως. Όταν ενεργεί το Πνεύμα το Άγιον, τότε τα έσχατα εισβάλλουν στην ιστορία. Δίχως το Άγιο Πνεύμα η χριστολογία μοιάζει να είναι περισσότερο μια ιστορική πραγματικότητα ή ένας θεσμός του παρελθόντος και όχι μια εσχατολογική εμπειρία, η οποία έρχεται από το μέλλον της Βασιλείας. Η Εκκλησία ζει και προγεύεται την εμπειρία αυτή της Βασιλείας στη μυστηριακή ζωή της κατεξοχήν. Τα μυστήρια είναι πνευματολογικά γεγονότα, τα οποία παροντοποιούν μέχρις αισθήσεως την παρουσία του Χριστού με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Τα γεγονότα αυτά είναι και ονομάζονται μυστήρια όχι γιατί ενέχουν απλώς έναν κρυφό και μυστηριώδη ή εξωτικό και απόκοσμο χαρακτήρα, αλλά διότι εισάγουν σε μία εμπειρία που υπερβαίνει τον παρόντα κόσμο. Γι’ αυτό και η επίκληση του Αγίου Πνεύματος κατά την τέλεση της Θείας Ευχαριστίας συνιστά το πλέον κορυφαίο γεγονός της δράσης και επενέργειας του Παρακλήτου στη μεταβολή των τιμίων δώρων και εν γένει στη μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας. Η πατερική θεολογία ερμήνευσε την πνευματολογική αυτή διάσταση των μυστηρίων, συνθέτοντας τη βιβλική αποκαλυπτική με την οντολογία της εικόνας ως πρόληψης και αναφοράς όχι στην παρούσα κατάσταση, αλλά σε μία πραγματικότητα που ριζώνει στο μέλλον της Βασιλείας. Στους αντίποδες της αρχαιοελληνικής νοοτροπίας, που και αυτή θεωρεί την αλήθεια ως όραση, η οποία προέρχεται όμως από την ανάμνηση της αρχικής τελειότητας των όντων στην προϋπάρξασα κατάστασή τους, η βιβλική και πατερική σημασία της εικόνας αφορά στη θεατική δύναμη του Πνεύματος, το οποίο διανοίγει την ανθρώπινη ύπαρξη στη μέθεξη του μέλλοντος αιώνος, όπου κυριαρχεί το εσχατολογικό γεγονός του Χριστού. Έτσι, τα ευχαριστιακά δρώμενα της σύναξης μέσα στο παρόν της ιστορίας αποβαίνουν δια του Πνεύματος εικόνες των αληθών του μέλλοντος. Αίτιο και αρχέτυπο της ευχαριστιακής εξεικόνισης δεν είναι ένα γεγονός που προηγείται στο παρελθόν αλλά που έρχεται από το μέλλον. Γι’ αυτό ακριβώς η Θεία Ευχαριστία, εικονίζοντας τη Βασιλεία, συνιστά ανάμνηση και «τῆς δευτέρας καὶ ένδοξου πάλιν παρουσίας» (Θ. Λειτουργία Ιω. Χρυσοστόμου) ως αποκαλυπτική κατά πρόληψη μετοχή. Στην Εκκλησία η Θεία Ευχαριστία εικονίζει κατ’ εξοχήν την εσχατολογική σύναξη του διασκορπισμένου λαού του Θεού και κατ’ επέκταση σύμπαντος του κόσμου. Κέντρο της συνάξεως είναι ο Χριστός που ενώνει τους πολλούς στο Πρόσωπό του. Ο προεστώς επίσκοπος της Ευχαριστίας «εἰς τύπον καί τόπον Χριστοῦ» εικονίζει την εσχατολογική παρουσία του Χριστού. Όπως ο Χριστός θα περιστοιχίζεται από τους Αποστόλους, ο επίσκοπος περιβάλλεται από το πρεσβυτέριο, ενώ οι διάκονοι συνδέουν λειτουργικά τον λαό με τον προεστώτα της συνάξεως. Σύμφωνα με την αντίληψη της αρχαίας Εκκλησίας, η κεντρική θέση του επισκόπου στη δομή της Εκκλησίας δεν προέρχεται μόνο από το γεγονός ότι είναι διάδοχος των Αποστόλων, αλλά κυρίως και κατεξοχήν διότι εικονίζει την παρουσία του Χριστού στην Ευχαριστία. Η αποστολική διαδοχή δεν αφορά κάποια νομική μεταβίβαση δικαιωμάτων και εξουσιών. Ούτε βέβαια ο Χριστός μεταβίβασε την προσωπική του ιδιότητα ως κεφαλή του Σώματος της Εκκλησίας στους Αποστόλους. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε την απουσία του μόνου αρχιερέως από την Εκκλησία. Η ιερωσύνη στην ευχαριστιακή και εσχατολογική της θεμελίωση δεν είναι κληρονομική υπόθεση τυπικής διαδοχής αλλά ένα πνευματολογικό γεγονός. Πρόκειται για την μετάδοση ενός ειδικού χαρίσματος από τον ίδιο τον Χριστό, που είναι παρών στην Εκκλησία διά του Αγίου Πνεύματος έως της συντελείας του αιώνος. Η ιερωσύνη ως εκστατική και αναφορική πραγματικότητα συνιστά το μυσταγωγικό λειτούργημα της ενσωμάτωσης των πολλών στον ένα Χριστό. Στην προοπτική αυτή οποιαδήποτε αντίθεση μεταξύ λαϊκών και κληρικών, πνεύματος και ιεραρχίας, χαρίσματος και θεσμού είναι αδιανόητη. Η κοινωνία του Αγίου Πνεύματος παρακινεί και πραγματοποιεί ελεύθερα κάθε φορά την σύναξη επί το αυτό. Δίχως αυτήν την ελευθερία η Εκκλησία δεν μπορεί να λειτουργήσει ως θεσμός. Πέρα από τη δομική αυτή εξεικόνιση των εσχάτων στην Ευχαριστία της Εκκλησίας, υπάρχει και πλήθος άλλων εικονολογικών στοιχείων που εξυφαίνουν το εσχατολογικό της περιεχόμενο. Η βαπτισματική εικόνα της συνταφής και συνανάστασης με τον Χριστό και η ασκητική εμπειρία συνιστούν προϋπόθεση για την ευχαριστιακή κοινωνία. Μέσα από τις εισόδους και τις κινήσεις κλήρου και λαού στην τέλεση της Ευχαριστίας εξεικονίζεται δραματουργικά όλη η πορεία της επί γης οικονομίας του Χριστού μέχρι τα έσχατα της Βασιλείας. Ο πανηγυρικός και αναστάσιμος χαρακτήρας, ο χρόνος και η Κυριακή ημέρα τελέσεώς της, η όλη συμβολική εικονολογία της λατρείας, μέσα από την αρχιτεκτονική του ναού, τη ζωγραφική, την αμφίεση των κληρικών, τον λειτουργικό διάκοσμο και την υμνολογία, μαρτυρούν τον μόνιμο και σταθερό εσχατολογικό προσανατολισμό της Θείας Ευχαριστίας.
Τα χαρίσματα του
Αγίου Πνεύματος: Ενότητα και ποικιλία
Η ζωή της Εκκλησίας είναι μία διαρκής Πεντηκοστή, μία αδιάκοπη παρουσία και ενέργεια του Παρακλήτου στη μυστηριακή και ασκητική ζωή των μελών της. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο ερμηνεύεται ασφαλώς και η ποικιλία των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος. Σύμφωνα με τον Απόστολο Παύλο «Διαιρέσεις δὲ χαρισμάτων εἰσί, τὸ δὲ αὐτὸ Πνεῦμα» (Α΄Κορ. 12,4). Η προσέγγιση αυτή του Παύλου συνδέεται με την όλη εκκλησιολογία του. Η Εκκλησία είναι το σώμα του Χριστού, στο οποίο όλα τα μέλη είναι διαφορετικά και επιτελούν διαφορετικές και αναντικατάστατες λειτουργίες που υπηρετούν την ενότητα και τη ζωή του, όπως ακριβώς συμβαίνει και σε ένα βιολογικό σώμα. Το Σώμα της Εκκλησίας δεν είναι ένα οποιοδήποτε σώμα αλλά το Σώμα του Χριστού. Γι’ αυτό και όλα τα μέλη συνιστούν διαφορετικά χαρίσματα, τα οποία όμως συνέχονται από το ίδιο Πνεύμα, γι’ αυτό και υπηρετούν την ενότητα του Σώματος του Χριστού. Γι’ αυτό και τα πολλά και διαφορετικά χαρίσματα δεν αντιτίθενται αλλά συνυπάρχουν το ένα για χάρη του άλλου. «ὑπὲρ ἀλλήλων μεριμνῶσι τὰ μέλη» Α΄Κορ. 12,25) «καὶ εἴτε πάσχει ἓν μέλος, συμπάσχει πάντα τὰ μέλη, εἴτε δοξάζεται ἓν μέλος, συγχαίρει πάντα τὰ μέλη» (Α Κορ. 12,26). Στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν μεγάλα ή μικρά χαρίσματα, διότι κάθε χάρισμα, αν και διαφορετικό, διακονεί λειτουργικά την ενότητα και προκοπή του Σώματος. Άλλωστε, το έργο του Αγίου Πνεύματος στην Εκκλησία είναι πάντοτε ενοποιητικό και σε καμία περίπτωση διασπαστικό. Το Σώμα του Χριστού απαρτίζεται από το ένα Σώμα μόνο εφόσον συντηρείται η κοινωνία των μελών προς το ένα Σώμα. Καθένας που λαμβάνει δια του βαπτίσματος την προσωπική δωρεά του Αγίου Πνεύματος καθίσταται μέλος του Σώματος του Χριστού. Μονάχα οι μη βαπτισθέντες δεν είναι σε καμία περίπτωση μέλη Χριστού και κοινωνοί του Αγίου Πνεύματος. Ακόμη και οι λεγόμενοι χαρισματούχοι δεν είναι δυνατό να διαχωρίζονται από το ένα αυτό Σώμα. Στην Εκκλησία, λοιπόν, δεν είναι δυνατό να υπάρχουν εκλεκτοί, ανώτερες και υποδεέστερες τάξεις των πιστών. Οι πάντες και τα πάντα οφείλουν να οικοδομούν την ενότητα και την κοινωνία του ενός Σώματος του Χριστού. Η εμφάνιση ελιτιστικών πνευματοκρατικών τάσεων οδηγεί συχνά σε σχίσματα και διαιρέσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι όταν αναφύονται ζηλωτικές και πουριτανικές αντιλήψεις, αυτές συχνά υποτιμούν την ιεραρχική δομή και τα μυστήρια του Σώματος της Εκκλησίας. Συνάμα, εκφράζονται διαρχικές αντιλήψεις που απαξιώνουν την ύλη προς όφελος του πνεύματος και διακρίνουν τους πιστούς ανάμεσα σε απλοϊκούς και τέλειους ή χαρισματικούς. Αναπτύσσονται μυστικιστικές τάσεις που σε πρακτικό επίπεδο εκφράζουν μία πόλωση μεταξύ ευχαριστιακής ζωής και ασκητικής καθαρότητας. Το θεραπευτικό στοιχείο της κάθαρσης, η απαλλαγή του κόσμου από το κακό είναι απαραίτητο, δίχως όμως και να συνιστά το έσχατο και τελικό κριτήριο της Εκκλησίας. Ως στάδιο προετοιμασίας στην αγαπητική συνύπαρξη, η άσκηση συνυφαίνεται με την ευχαριστιακή εμπειρία. Τελικός προορισμός της Εκκλησίας δεν είναι η απόρριψη της ύλης και του κόσμου αλλά η ευχαριστιακή μεταμόρφωση της δημιουργίας και η προσαγωγή της στον Θεό. Η ενότητα αλλά και η ποικιλία στη ζωή της Εκκλησίας προκύπτει από την ορθή σχέση μεταξύ χριστολογίας και πνευματολογίας. Σε μία καθαρά χριστομονιστική προσέγγιση το Άγιο Πνεύμα γίνεται μία δύναμη, την οποία διαχειρίζεται αποκλειστικά ο Χριστός ή ο θεσμικός τοποτηρητής του. Η Εκκλησία δεν δομείται σε σχέση με το έργο του Πνεύματος, αλλά συνιστά ιστορική και δεδομένη προέκταση του Χριστού στη βάση μιας θεσμικής διαδοχής. Στην περίπτωση αυτή η ενότητα εναντιώνεται στην ποικιλία των χαρισμάτων. Οι πάντες και τα πάντα οφείλουν να υποτάσσονται σε μια δεδομένη ιεραρχική ενότητα ως απόλυτη ομοιομορφία. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αναδύονται πολωτικές αντιθέσεις μεταξύ ενότητας και ποικιλίας, θεσμού και χαρισμάτων, κλήρου και λαού. Σε μία καθαρά πνευματομονιστική προσέγγιση της Εκκλησίας, είναι δυνατό να εμφανίζεται μία πληθώρα ανταγωνισμών και εντάσεων μεταξύ μυστηριακής και ασκητικής ζωής, ιεραρχίας και πνεύματος, κληρικών εν τω κόσμω και μοναχών, και να αναπτύσσονται ελιτιστικές και ατομοκρατικές τάσεις. Η εκκλησιολογία εδώ εκπίπτει σε χαρισματική κοινωνιολογία. Η ασύγχυτη αμοιβαιότητα χριστολογίας και πνευματολογίας, που θεμελιώνεται στο Μυστήριο της Αγίας Τριάδος, δείχνει ότι ο Χριστός και το Πνεύμα είναι αμοιβαίως οι συντελεστές της αυθεντίας και της ελευθερίας, της ενότητας και της ποικιλίας στη ζωή της Εκκλησίας. Η εν Χριστώ ένωση των πιστών στο Σώμα της Εκκλησίας διενεργείται, βιώνεται και εκφράζεται διά του Αγίου Πνεύματος. Αντίστοιχα, η δράση του Πνεύματος συντελεί στην ενσωμάτωση στο χριστολογικό μυστήριο. Η συνθετική αυτή θεώρηση συναρμόζει την ευχαριστιακή με τη θεραπευτική προσέγγιση της εκκλησιολογίας, προλαμβάνοντας τις παραπάνω εκτροπές και παραμορφώσεις στη ζωή της Εκκλησίας.
4 σχόλια:
Ο Γιαγκαζογλου κατω απο τον π. Ιωάννη Δρογγίτη... Τι υπονοειται;
Το κειμενο (για το Αγιο Πνευμα στην ζωη στην εκκλησια) του σχετιζεται με τα πιστευω του π. Ιωάννη Δρογγίτη, οποτε...
Αλλα παλι ειναι με κοκκινο το " Η Εκκλησία είναι το σώμα του Χριστού, στο οποίο όλα τα μέλη είναι διαφορετικά και επιτελούν διαφορετικές και αναντικατάστατες λειτουργίες που υπηρετούν την ενότητα και τη ζωή του, όπως ακριβώς συμβαίνει και σε ένα βιολογικό σώμα. " οποτε τι.. ;
Μπορειτε να βηθησετε/διευκρινησετε;
AV
Τό Αγιο Πνεύμα στήν Εκκλησία μορφώνει μέσα μας Χριστό , μορφώνει σώμα Χριστού. Τό κείμενο τού Γιαγκάζογλου στά τμήματα πού επέλεξα είναι ξεκάθαρο σ' αυτό τό σημείο. Στήν ομιλία του ο π. Ιωάννης επιμένει ίσως λίγο παραπάνω στήν ενέργεια καί όχι στήν συνέργεια, τού Αγίου Πνεύματος αφήνοντας τόν Κύριο στό περιθώριο. Οι Πατέρες όταν γράφουν Πνεύμα Αγιο δέν εννοούν συνήθως το Αγιο Πνεύμα. Οπως επιμένει ο Αγιος Γρ. Παλαμάς ο Κύριος δέν έδωσε τό Αγιο Πνεύμα στούς μαθητές Του, αλλά τόν υποδοχέα γιά νά δεχθούν τό Αγιο Πνεύμα τήν Πεντηκοστή. Δέν έχουμε μία ακόμη Πεντηκοστή στήν χειροτονία, άλλη μία στήν Βάπτιση, στήν Θ.Ευχαριστία, στήν Εξομολόγηση.Τί λές;
Αναφερω φρασεις του π. Ιωαννη "...μεσα στην εκκλησια ο βαπτισμενος παιρνει ζωη απο την χαρι του Αγιου Πνευματος...΄" " ...το ΑΠ ολα τα χορηγει ολα τα γνωριζει ολα τα ενεργει τα αρχιτεκτονει οπως λεει ο Μεγασ Βασιλειος..." ," ...κατ αλλους ενεργει και στην χειροτονια..."," ... ειναι το λαλουν,ζωντανο ,ομιλει .. οι αγιοι δεν λενε κατι απο το μυαλο τους...", " ...οι επιθυμιες του ΑΠ ειναι η θεολογια¨αυτο που ονομαζουμε στην εκκλησια δογματικη διδασκαλια ..., "...το φρονημα του Θεου ειναι ο ανθρωπος πρεπει να αγιαζεται και να ζει εν μετανοια ..."
Νομιζω οτι πραγματι αναφερεται στην ενεργεια του ΑΠ ,ΑΛΛΑ, δεν καταλαβα οτι αφηνει στο περιθωριο τον Κυριο.
Εαν ο Γιαγκαζογλου ειναι αυτος που ειναι ( δειγμα : "... Ομιλητής στην εκδήλωση του «Καιρού» της 7/2/2014 στη Θεσσαλονίκη, ήταν και ο κ.Σταύρος Γιαγκάζογλου, Σύμβουλος Α’ του Υπουργείου Παιδείας και πρωτεργάτης της εκπόνησης του νέου αμφιλεγόμενου Προγράμματος Σπουδών..." ) δεν πιστευω οτι ο π.Ιωαννης ( Σοβαρος, πραος,με καθαρο βλεμμα,μορφωμενος, νεος,κατατοπιστικος) "συνδεεται" μαζι του και κινειται στον ιδιο χωρο .Εαν εχετε γνωση αλλων (συνηθεστατο) απο τον ισχυρισμο μου οτι ειναι από τις πιο ξεκάθαρες φωνές στον χώρο της Ορθοδοξίας, καντε το μου παρακαλω αλλη μια φορα "πενηνταρακια". Τι λετε ?
Φυσικά δέν σχετίζεται. Αλλο είναι τό θέμα. Πώς καί δέν κατάλαβες. Καλά τά διάβασες.
Δημοσίευση σχολίου