Συνέχεια από: Κεφάλαιο 2ο
KATA ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΥ (ΤΟ ΑΝΤΙΦΩΝΟ ΤΟΥ ΣΟΡΟΣ)
Eric Voegelin
Τάξη και Ιστορία
Τόμος ΙΙΙ
Πλάτων και Αριστοτέλης
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ - Οι “νόμοι”
3. Τα κυρίαρχα σύμβολα
Η οργάνωση των Νόμων δεν εξαρτάται από τις εξωτερικές διαιρέσεις και υποδιαιρέσεις του αντικειμένου τους. Ο συσχετισμός (αλληλεπίδραση) μεταξύ μορφής και περιεχομένου που πραγματοποιείται σε μια ροή συνειρμών όπου κυριαρχούν τα κύρια μοτίβα, οδηγεί σε ένα δίκτυο λεπτών σχέσεων που θα απαιτούσε μια ολόκληρη πραγματεία για να εξεταστεί εξαντλητικά. Θα περιοριστώ λοιπόν στην ανίχνευση των κύριων γραμμών που διατρέχουν το έργο, ενώ ο άπειρος πλούτος των λεπτομερειών είναι βέβαιο ότι θα παραλειφθεί σιωπηλά.Η σκηνή του διαλόγου ανοίγει στην Κρήτη. Τρεις ηλικιωμένοι κύριοι ξεκινούν νωρίς το πρωί από την Κνωσό για να φτάσουν, μετά από μια μακρά πορεία μέσα από τους λόφους, στο ναό και το σπήλαιο του Δία. Πρόκειται για έναν ανώνυμο Αθηναίο ξένο, τον Κρητικό Κλεινία και τον Σπαρτιάτη Μέγιλλο. Δεδομένης της διάρκειας του ταξιδιού, αποφασίζουν να ξεγελάσουν τον χρόνο με έναν βολικό τρόπο, δηλαδή συζητώντας για το σύνταγμα της Κρήτης και τους νόμους της, δημιουργός των οποίων είναι ο θεός στον οποίο ανεβαίνουν. Στο σημείο αυτό αρχίζει να αναδύεται από τη σκηνή η μορφή του διαλόγου. Θα είναι ένας ανηφορικός δρόμος, μακρύς αλλά ευχάριστος. Ο σίγουρος προορισμός είναι ο θεός, ένα τέλος που συνδέεται με την αρχή, καθώς η πρώτη λέξη του διαλόγου είναι ο θεός. Μεταξύ της αρχής και του τέλους στο θεό υψώνεται το μονοπάτι, η ανάβαση, που είναι δύσβατη και κάτω από έναν καυτό ήλιο, αλλά διανθισμένη με άλση κυπαρισσιών σπάνιου ύψους και ομορφιάς και λιβάδια όπου οι οδοιπόροι μπορούν να σταματήσουν, να ξεκουραστούν και να συνομιλήσουν. Ο θεός είναι το κυρίαρχο θέμα (μοτίβο), και ο διάλογος, ενώ οδεύει στο μονοπάτι του μέσα στον κόσμο που αγκαλιάζεται από τον Θεό, δεν χάνει την τελική του κατεύθυνση, παρά τις μακρές παρεκκλίνουσες αναπαύσεις στα άλση.
Η μέρα είναι ζεστή, και όχι τυχαία. Πλησιάζουμε στη μεγαλύτερη ημέρα του έτους, αυτή του ηλιοστασίου (683 C). Το θέμα της αρχής και του τέλους συνεχίζεται με την εισαγωγή του ήλιου ως μοτίβου. Η αρχή και το τέλος θα μπορούσαν να είναι τα μακρινά σημεία μεταξύ των οποίων ελίσσεται μια διαδρομή· καθώς και το σημείο συνάντησης όπου τελειώνει μια εποχή και αρχίζει μια νέα. Το ηλιοστάσιο είναι το σύμβολο του σημείου καμπής στο ρυθμό των κύκλων. Η επιλογή του συμβόλου δεν είναι αυθαίρετη: ο συμβολισμός του ήλιου των Νόμων απηχεί εκείνον της Πολιτείας. Στον πρώτο διάλογο (της Πολιτείας), το νοητό πεδίο ήταν ο ήλιος της Ιδέας. Εδώ, ωστόσο, βρισκόμαστε στο ορατό πεδίο των θεσμών που ενσωματώνουν την Ιδέα· αυτού του ορατού πεδίου ο ήλιος είναι ο κυβερνήτης. Οι περιστροφές του καθορίζουν τον ιερό ρυθμό της πόλης· το ηλιοστάσιο σηματοδοτεί το τέλος ενός έτους· την επομένη του ηλιοστασίου αρχίζει εκ νέου το ημερολόγιο των ιερών εορτών· και την ημέρα αυτή πέφτει η εκλογή του ανώτατου άρχοντα της πόλης (767 C). Σαν να μην έφτανε αυτό, ο συμβολισμός αυτός απηχείται (μεταφέρεται περαιτέρω) και στη δομή του διαλόγου. Οι τρεις οδοιπόροι είναι ηλικιωμένοι. Έχουν αναθέσει στους εαυτούς τους να δημιουργήσουν τους νόμους για μια νέα αποικία· αλλά αυτό θα ήταν ένα έργο ελλιπές και μάταιο, αν αφορούσε μόνο τη δομή μιας πόλις και όχι την εκπαίδευση των ανθρώπων για να διατηρήσουν τους νόμους ανέπαφους και να τους αναζωογονήσουν. Το πνεύμα πρέπει να μεταδοθεί από τους παλαιούς "των οποίων η ημέρα φθίνει" στους νεότερους που θα έχουν το καθήκον να συνεχίσουν το έργο τους (770Α). Οι νόμοι αντιπροσωπεύουν τον όρο, με τον οποίο η σοφία των χρόνων μεταβιβάζεται στις μελλοντικές γενιές. Τα βασικά εργαλεία για να γίνει αυτό είναι τα μεγαλοπρεπή Προοίμια, τα οποία αποτελούν τον κύριο κορμό των ίδιων των Νόμων. Και πράγματι, μια "θεϊκή πνοή" φαίνεται να καθοδηγούσε τους ταξιδιώτες και τη συζήτησή τους αυτή τη μεγαλύτερη ημέρα (811 C). Ο διάλογος είχε αρχίσει "την αυγή", και τώρα, στα μισά της διαδρομής (το χωρίο βρίσκεται στην πραγματικότητα περίπου στη μέση του κειμένου των Νόμων), ο Αθηναίος επισκέπτης συνειδητοποιεί ότι, χάρη στη θεία καθοδήγηση, "οι λόγοι που δόθηκαν μέχρι τώρα [...] φαίνεται ότι είχαν γίνει μάλλον σαν ποίημα", ότι έχει δημιουργήσει μια μορφή πνευματικής ποίησης που θα αποτελέσει το πιο κατάλληλο πρότυπο για την ιερή τέχνη της νέας πόλης, την τέχνη που θα χρησιμεύσει για την εμψύχωση του πνεύματος, την τέχνη με την οποία το πνεύμα θα διατηρηθεί ζωντανό. Το ξετύλιγμα της διαδρομής μεταξύ της αρχής και του τέλους της στο θεό βρίσκει έτσι εδώ το επίκεντρό του σε ένα θεόπνευστο ποίημα, που δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια του ηλιοστασίου, καθώς η ζωή του Πλάτωνα στρέφεται προς τη δύση, σαν να σηματοδοτεί ένα τέλος και μια αρχή στη διαδικασία του πνεύματος.
Οι ίδιοι οι τρεις οδοιπόροι είναι συμβολικές φιγούρες (Μια πτυχή αυτού του συμβολισμού έχει συζητηθεί σε προηγούμενο πλαίσιο. Βλ. Τάξη και Ιστορία, Τόμος II, κεφ. I, §2, 4). Οι Κρητικοί θεσμοί θεωρούνταν οι αρχαιότεροι της Ελλάδος και το σπαρτιατικό πολίτευμα ήταν στενά συνδεδεμένο με αυτούς. Οι τρεις χαρακτήρες του Κρητικού, του Σπαρτιάτη και του Αθηναίου αντανακλούν την πορεία της ελληνικής ιστορίας. Η Κρήτη είναι ο ομφαλός μέσω του οποίου ο ελληνικός κόσμος συνδέεται με την αιγαιακή προϊστορία του· η επιστροφή στην Κρήτη σηματοδοτεί την επιστροφή στη νεότητα της Ελλάδος. Τώρα, στο τέλος της ιστορίας της, πρέπει να επιστρέψει στην αρχή. Ο συμβολισμός της επιστροφής του κύκλου στη νεότητα, που συναντάται ήδη στον Πολιτικό και στον Τίμαιο, επαναλαμβάνεται εδώ και τονίζεται συμβολικά, χάρη και στο μοτίβο του ηλιοστασίου, μέσω της ταυτόχρονης παρουσίας των τριών οδοιπόρων που σηματοδοτούν το τέλος και την αρχή.
ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΑΕΡΙΤΖΗΔΕΣ ΜΟΡΦΩΜΕΝΟΙ ΣΤΗΝ ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΕΥΡΩΠΗ, ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΘΕΩΡΟΥΝ ΤΟΥΣ ΝΟΜΟΥΣ, ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΟ ΣΚΟΤΕΙΝΟ ΠΕΠΛΟ ΤΟΥ ΠΟΠΠΕΡ, ΤΗΝ ΑΠΟΤΥΧΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΑ.
Η ανάπτυξη του λόγου είναι στενά συνδεδεμένη με τη μορφή ολόκληρου του ποιήματος· το ηλιοστάσιο δίνει έμφαση στην περιστροφή του ήλιου, ενώ η συζήτηση που γίνεται μεταξύ των τριών οδοιπόρων υπενθυμίζει όλη την έκταση της Ελληνικής ιστορίας. Η χρονική έκταση συρρικνώνεται σε ένα σύμβολο της διαχρονικότητας, και αυτό δεν είναι ένα απλό καλλιτεχνικό τέχνασμα, μια απλή καλλιτεχνική σκοπιμότητα, αλλά η νέα τεχνική του πλατωνικού συμβολισμού. Μια κίνηση της ψυχής που προηγουμένως είχε εκφραστεί στους μύθους των κοσμικών περιόδων και του "χρόνου του μύθου", έφτασε τώρα στην κατάσταση της ακινησίας της στην τέχνη ενός διαχρονικού ποιήματος. Η χρονική αναστολή στο αιώνιο παρόν του έργου τέχνης έχει γίνει συνειδητή αρχή στο τελευταίο δημιούργημα του Πλάτωνα. Αυτή η διαδικασία της αναστολής διακρίνεται απόλυτα στο μεγάλο σύμβολο του θεού που παίζει με τους ανθρώπους σαν να ήταν μαριονέτες, γιατί σε αυτό το σύμβολο τελειώνει ο μύθος του Ησιόδου της Εποχής των Μετάλλων, ο μύθος που βρίσκεται στην αρχή του ελληνικού συλλογισμού για την κυκλικότητα της πολιτικής και της ιστορίας.
Στην φόρμα του Ησίοδου, η μία εποχή διαδέχεται την άλλη μέχρι την παρούσα και τελευταία εποχή του κόσμου, που είναι η εποχή του σιδήρου, όλα διαποτισμένα με την προσδοκία ενός επικείμενου καταστροφικού τέλους και μιας νέας αρχής. Στο έργο του Πλάτωνα, μέσα από μια σειρά αποσπασμάτων από τη Πολιτεία έως τους Νόμους, ο μύθος αυτός υφίσταται μια συρρίκνωση, μια συστολή της χρονικής του διάστασης. Στη Πολιτεία, ο μύθος συμβολίζει την ταυτόχρονη κοινωνική διαστρωμάτωση στην καλή πόλη. Αυτό που εγγυάται την τακτοποιημένη ενότητα μεταξύ των τριών τάξεων είναι ο μύθος στον οποίο ένας θεός είχε αναμείξει χρυσό στις ψυχές των αρχόντων, ασήμι σε εκείνες των πολεμιστών, χαλκό και σίδηρο στις ψυχές των κατώτερων τάξεων. Η αρχή της συρρίκνωσης λειτουργεί ήδη εδώ. Η περασμένη χρυσή εποχή γίνεται παρούσα στη σημερινή πόλη μέσω της επίκλησης του φιλοσόφου-βασιλιά· και η κατωτερότητα του στοιχείου της μικρότερης αξίας χαλιναγωγείται με την υποταγή του στην ηγεσία του πολυτιμότερου. Αλλά στη λογική του μύθου της ψυχής, η συρρίκνωση δεν είναι ακόμη τέλεια. Ενώ η ιεραρχία των αρετών που ο Ησίοδος είχε προβάλει στην αλληλουχία των αιώνων επανέρχεται στην προέλευσή της μέσα στην ψυχή, οι αρετές εξακολουθούν να παραμένουν κατανεμημένες στα άτομα και στις τάξεις της καλής πόλις. Τα στοιχεία, που στην πραγματικότητα είναι τα στοιχεία τής κάθε ψυχής, οργανώνονται σύμφωνα με ένα εξωτερικό πρότυπο, έτσι ώστε μόνο η πόλις ως σύνολο να μπορεί να αντιπροσωπεύει τις εντάσεις της ψυχής. Ενώ η χρονολογική ακολουθία συρρικνώνεται στην ταυτόχρονη ύπαρξη μιας κοινωνικής δομής, η δομή αυτή εξακολουθεί να παραμένει μια εξωτερική προβολή. Αργότερα, στον Πολιτικό, τα μέταλλα χρησιμοποιούνται για να συμβολίσουν τις βασιλικές τέχνες (χρυσός) και τις υποστηρικτικές τέχνες της αληθινής πολιτείας (τα άλλα πολύτιμα μέταλλα). Αλλά δεν είναι βέβαιο αν αυτός ο περαιτέρω μετασχηματισμός συνιστά πραγματική πρόοδο πέρα από τη Πολιτεία. Ένας υπαινιγμός της συρρίκνωσης που βρίσκεται τώρα σε εξέλιξη μπορεί να βρεθεί μόνο στη μεταγενέστερη περιγραφή της βασιλικής τέχνης ως της τέχνης της ύφανσης των στοιχείων της ψυχής και της σύνδεσής τους με το θεϊκό νήμα της αλήθειας. Στους Νόμους φτάνουμε τελικά στο στάδιο όπου τα στοιχεία που συμβολίζονται από τα μέταλλα συστέλλονται στην ατομική ψυχή και το πραγματικό πρόβλημα του ανθρώπου γίνεται αυτό της αλληλεπίδρασής τους.
Το σύμβολο που έχει πλέον συρρικνωθεί τέλεια κάνει την εμφάνισή του στους Νόμους στο πλαίσιο της ανθρωπολογίας που χαρακτηρίζει το ύστερο έργο του Πλάτωνα. Το ανθρώπινο ον θεωρείται ως ένα ολοκληρωμένο πρόσωπο, το οποίο ωστόσο διαιρείται στον εαυτό του από δύο αντικρουόμενες αρχές: τη χαρά και τη θλίψη (ή την ευχαρίστηση/ηδονή και τον πόνο/λύπη). Παράλληλα με αυτά τα δύο θεμελιώδη συναισθήματα, μπορεί κανείς να βρει στην ψυχή την προσδοκία (ελπίς) που τους αντιστοιχεί. Η προσδοκία της θλίψης συνίσταται σε μια κίνηση υποχώρησης μέσα στο φόβο ή την αποστροφή (φοβος). H προσδοκία της χαράς, από την άλλη πλευρά, συνίσταται σε μια κίνηση τολμηρής και σίγουρης επέκτασης (θάρρος). Πέρα από αυτά τα συναισθήματα και τις προσδοκίες τους βρίσκεται ο εσωτερικός στοχασμός και η κρίση (λογισμός), που αφορά την καλύτερη ή τη χειρότερη από τις στοιχειώδεις κινήσεις.
Η περιγραφή της οργάνωσης της ψυχής συνδέεται με τα προβλήματα της τάξης στην κοινωνία, καθώς η αντανακλαστική στοχαστική κατανόηση/ενόραση του καλύτερου ή του χειρότερου εγκαθίσταται σε ένα διάταγμα της πόλης που ονομάζεται νόμος (614C-D).
Αυτή είναι η δομή της ψυχής που συμβολίζεται από τον Πλάτωνα μέσω του μύθου του θεού που παίζει με ανθρώπινες μαριονέτες. Ας προσπαθήσουμε να φανταστούμε, λέει ο ανώνυμος Αθηναίος Επισκέπτης, ότι εμείς τα ζωντανά πλάσματα είμαστε οι μαριονέτες των θεών, που δημιουργήθηκαν ίσως ως παιχνίδια τους ή ίσως για κάποιον πιο σοβαρό σκοπό - αλλά δεν είναι γνωστό ποιος. Από την άλλη πλευρά, είναι βέβαιο ότι όλα αυτά τα συναισθήματα ή οι προσδοκίες είναι τα νήματα ή οι χορδές με τις οποίες ενεργούμε. Η έντασή τους μας τραβάει προς αντίθετες κατευθύνσεις και εκεί έγκειται ο διαχωρισμός ανάμεσα στην κακία και την αρετή. Ένα από αυτά τα νήματα είναι φτιαγμένο από χρυσό και είναι ιερό: είναι το νήμα της στοχαστικής κατανόησης ή του κοινού νομού της πόλις. Τα άλλα νήματα είναι φτιαγμένα από σίδηρο και διάφορα άλλα λιγότερο πολύτιμα υλικά. Το τράβηγμα της χρυσής κλωστής είναι λεπτό και απαλό και χρειάζεται την υποστήριξη του ανθρώπου για να γίνει αποτελεσματικό. Η έλξη των άλλων νημάτων είναι σκληρή και βίαιη, και ο άνθρωπος πρέπει να της αντισταθεί, αλλιώς θα παρασυρθεί από αυτήν. Ο άνθρωπος που έχει κατανοήσει την αλήθεια αυτού του λόγου θα κατανοήσει το παιχνίδι της αυτοκυβέρνησης ή της αυτοεκπλήρωσης και θα ζήσει υπακούοντας στην έλξη της χρυσής κλωστής· και η πόλη που την έχει κατανοήσει θα την ενσωματώσει σε νόμο και θα ζήσει σύμφωνα με αυτόν στις εσωτερικές της σχέσεις και στις σχέσεις της με τις άλλες πόλεις (644D-645B).
Το νόημα του μύθου ξεδιπλώνεται πλήρως μόλις φτάσουμε στη μέση του έργου, στο βιβλίο VII. Ο ανώνυμος Αθηναίος επισκέπτης συζητά για τα εργαλεία και τις μεθόδους της εκπαίδευσης και ζητά συγγνώμη που αναγκάζεται να αναπτύξει τα προβλήματα με τόσες κουραστικές λεπτομέρειες. Ελπίζει ότι οι πλώρες των πλοίων που θα μας μεταφέρουν στο ταξίδι της ζωής θα είναι προσεκτικά προετοιμασμένες (803A-B). Στη συνέχεια λέει ότι οι ανθρώπινες υποθέσεις δεν θα πρέπει ασφαλώς να λαμβάνονται πολύ σοβαρά υπόψη, αλλά ότι δυστυχώς δεν μπορούμε να μην τις πάρουμε σοβαρά, αφού στην εποχή μας οι τρόποι των ανθρώπων έχουν διαφθαρεί. Αλλά η αληθινή σοβαρότητα πρέπει να επιφυλάσσεται για πραγματικά σοβαρά ζητήματα. Μόνο ο Θεός θα μπορούσε από τη φύση του να είναι το άξιο αντικείμενο των πιο σοβαρών ανησυχιών μας. Στις μέρες μας, ωστόσο, οι άνθρωποι έχουν ξεχάσει ότι είναι τα παιχνίδια του Θεού και ότι αυτή η ιδιότητα είναι ό,τι καλύτερο διαθέτουν. Όλοι μας, άνδρες και γυναίκες, πρέπει να μπούμε σε αυτόν τον ρόλο και να περάσουμε τη ζωή μας "παίζοντας το ευγενέστερο των παιχνιδιών". Οι σημερινές απόψεις, ωστόσο, κινούνται προς την αντίθετη κατεύθυνση και γι' αυτό πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψη μας τις υποθέσεις αυτού του κατά τα άλλα ασήμαντου παιχνιδιού (803B-C). Το πρόβλημα προκύπτει επομένως λόγω της αντιστροφής της σειράς σπουδαιότητας που οι άνθρωποι αποδίδουν στις ανθρώπινες υποθέσεις. Σύμφωνα με την επικρατούσα εσφαλμένη αντίληψη, οι σοβαρές ασχολίες είναι αυτές που διεξάγονται ενόψει του παιχνιδιού· ως εκ τούτου, ο πόλεμος θεωρείται ότι είναι ένα σοβαρό πράγμα που πρέπει να γίνεται σωστά για να διασφαλιστεί η ειρήνη. Στην πραγματικότητα, όμως, ο πόλεμος δεν έχει τίποτε το σοβαρό, διότι στον πόλεμο δεν βρίσκουμε ούτε παιχνίδι ούτε παιδεία, ενώ ακριβώς αυτές τις ενασχολήσεις πρέπει να θεωρούμε εμείς οι άνθρωποι ως τις πιο σοβαρές (803D). Θα πρέπει λοιπόν να περνάμε τη ζωή μας επιδιώκοντας την ειρήνη, που σημαίνει να "παίζουμε το παιχνίδι" των θυσιών, να παίζουμε και να χορεύουμε, ώστε να κερδίσουμε την καλοσύνη των θεών και να μπορέσουμε να νικήσουμε τους εχθρούς μας (803E). Με αυτόν τον τρόπο, θα ζήσουμε τη ζωή μας γι' αυτό που πραγματικά είμαστε ως επί το πλείστον ως μαριονέτες, στις οποίες, ωστόσο, ανήκουν και θραύσματα της αλήθειας (804B).
Στο σημείο αυτό αρχίζουν να αναδύονται οι διαστάσεις του νοήματος που αποδίδονται σε αυτό το σύμβολο. Πρώτα απ' όλα, θα πρέπει να σημειώσουμε την πρόοδο, πέρα από την Δημοκρατία και τον Πολιτικό, όσον αφορά την ανάλυση της ψυχής. Έχει φύγει η ακαμψία που χαρακτήριζε τους τύπους των ψυχών που αναφερόταν στις αρετές. Ο Πλάτωνας προχωρεί τώρα πέρα από τις αρετές και φτάνει μέχρι τις κινήσεις της ψυχής, τη σφαίρα της πάθους και τον λογισμό, ο οποίος συμπίπτει με τη συνείδηση των αξιών.
Οι αρετές και τα ελαττώματα παύουν να είναι στοιχειώδη χαρακτηριστικά και, αντίθετα, γίνονται προϊόντα της αλληλεπίδρασης δυνάμεων που εδράζονται στο βαθύτερο στρώμα της ψυχής. Ο Πλάτων βρήκε τον κοινό παρονομαστή των χαρακτηριστικών που προηγουμένως έμοιαζαν απόλυτα, ακραία. Μαζί με την ακαμψία του χαρακτηρισμού, εξαφανίστηκε και η ακαμψία των γνωρισμάτων. Η ανισότητα των θεμελιωδών ανθρώπινων τύπων έχει διαλυθεί σε μια σειρά παραλλαγών που είναι αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης των δυνάμεων ενός ψυχικού αστερισμού, κατά βάση ίδιου για όλους τους ανθρώπους. Αυτή η μετατόπιση της ανθρωπολογικής αντίληψης, από την ανισότητα στην ισότητα, αντιστοιχεί στη μείωση του υπαρξιακού επιπέδου που συντελείται κατά τη μετάβαση από τη Πολιτεία στους Νόμους. Οι φιλόσοφοι-βασιλιάδες της Πολιτείας διέφεραν από τους άλλους ανθρώπους με υπαρξιακή έννοια στο ότι στις ψυχές τους μπορούσε να πραγματοποιηθεί η ίδια η θεία τάξη· ο νόμος μπορούσε να διεισδύσει τόσο βαθιά στην ψυχή τους ώστε να γίνει νόμος έμψυχος. Οι άνθρωποι των Νόμων, από την άλλη πλευρά, είναι ίσοι, επειδή ο νόμος τους ξεπερνά όλους εξίσου. Αυτό που έχουν στην ψυχή τους είναι ο λογισμός, η ικανότητα να διακρίνουν τις αξίες, αλλά είναι άγνωστο αν θα ενδώσουν στην έλξη που ασκεί αυτό το χρυσό νήμα ή εκείνη που ασκεί κάποιο άλλο. Μια από τις έννοιες του νόμου αναδύεται πιο καθαρά σε αυτό το σημείο, ο νόμος ως παρουσία του θείου πνεύματος. Δεν είναι παρόν στις ψυχές των ίσων ανθρώπων, αλλά έχει αποκρυσταλλωθεί σε ένα διάταγμα (δόγμα) της πολιτείας που δεν είναι έργο των μεμονωμένων πολιτών, αν και μπορεί να αναζωογονηθεί και να επεκταθεί από αυτούς. Και την ώρα της ίδρυσης της πόλις, θα τους δοθεί ως προίκα από τους νομοθέτες. Στο σημείο αυτό γίνεται αντιληπτό ότι η ανάπτυξη του συμβόλου του μαριονετίστα και των μαριονετών εντάσσεται στη λογική της ανάπτυξης της πλατωνικής φιλοσοφίας της ύπαρξης. Το διακριτικό τράβηγμα της χρυσής κλωστής, στο οποίο θα έπρεπε να επιδοθεί ο άνθρωπος, έχει πάρει τη θέση της ανάβασης από το σπήλαιο στην άμεση θέαση της Ιδέας· το εξαιρετικό ανάστημα του ανθρώπου, του οποίου η ψυχή διέπεται από το όραμα του Αγαθού, έχει υποβαθμιστεί σε εκείνο του παιγνίου αντικρουόμενων δυνάμεων: τα παιδιά του θεού έχουν γίνει μαριονέτες των θεών.
Και τι απέγιναν οι φιλόσοφοι-βασιλείς; Η ελπίδα ότι η ομάδα αυτή θα μπορούσε να ενταχθεί στην ερωτική κοινότητα των φιλοσόφων και να γίνει η άρχουσα τάξη της πόλης έχει πλέον εκλείψει. Ο αριθμός τους έχει δυστυχώς μειωθεί και η συχνά επαναλαμβανόμενη διατύπωση υποδηλώνει ότι υπάρχει μόνο ένας "που γνωρίζει αυτά τα πράγματα", δηλαδή ο ίδιος ο Πλάτων. Αλλά λόγω της έλλειψης συντρόφων δεν μπορεί να σχηματίσει κοινότητα. Έχει καταστήσει τον εαυτό του ανώνυμο, έχει γίνει ο Επισκέπτης και δεν μπορεί να κάνει τίποτε περισσότερο από το να καθιερώσει τους νομούς που είναι ικανοί να ασκήσουν τη θεϊκή έλξη στις κατώτερες ψυχές, οι οποίες όντας κατώτερες είναι όλες ίσες. [Η εμπειρία που καθορίζει την αντίληψη της ανθρώπινης ισότητας στους μεγάλους πνευματικούς θα άξιζε μια πιο προσεκτική μελέτη. Στην περίπτωση του Πλάτωνα, όπως και στην περίπτωση του Αγίου Θωμά, το αρχικό συναίσθημα φαίνεται να είναι η γενναιοδωρία μιας ανώτερης ψυχής έτοιμης να αποδεχτεί την κοινή ισότητα όλων των ανθρώπων. Απαιτούνται πολλές θλιβερές εμπειρίες προτού ένας άνθρωπος με τα υψηλότερα ηθικά προσόντα συνειδητοποιήσει οριστικά ότι οι άνθρωποι δεν είναι, στο σύνολό τους, ίσοι μαζί του και προτού να είναι έτοιμος να επισύρει τις συνέπειες, όπως έκανε για παράδειγμα ο Κουζανός όταν εγκατέλειψε την αισιόδοξη πίστη του σε μια κοινοβουλευτική αυτοδιοίκηση της Εκκλησίας και επέλεξε αντ' αυτής μια μοναρχική κυβέρνηση. Μόνο σε ένα έσχατο στάδιο θα μπορούσε κανείς να επιστρέψει στο αίσθημα της ισότητας, όταν οι ανισότητες θα έχουν γίνει ασήμαντες υπό το πρίσμα της ίσης απόστασης που χωρίζει όλους τους ανθρώπους από τον Θεό. Ο μύθος της φύσης προσφέρει, ωστόσο, μια εναλλακτική λύση στην τελική ισότητα που πρεσβεύει ο χριστιανισμός. Η ιδέα μιας ιεραρχικά διαφοροποιημένης ψυχής, με μια σταδιακή μετάβαση από την ανθρωπότητα στη θεότητα, επιτρέπει τη θεοποίηση στο τελευταίο στάδιο. Και αυτή ακριβώς ήταν η λύση που λάτρευε ο Πλάτωνας στους Νόμους. Η σημερινή ερμηνεία, που θέλει να δει στον Πλάτωνα την εξέλιξη από μια πιο αυταρχική σε μια πιο λαϊκή ή δημοκρατική θέση, χάνει το αποφασιστικό σημείο. Η ατμόσφαιρα της Πολιτείας εξακολουθεί να είναι αυτή της έκκλησης προς τους ίσους. Στους Νόμους, αντίθετα, ο Πλάτων έχει αποδεχθεί την απόσταση που τον χωρίζει από τους άλλους ανθρώπους· τώρα μιλάει ως θεϊκός νομοθέτης σε ανθρώπους που είναι ίσοι στο βαθμό που ισαπέχουν από αυτόν]. Ο "ένας" αποσύρεται από την κοινότητα των ανθρώπων επειδή η κοινότητα των ίσων απέτυχε να του ταιριάζει· η απόσυρσή του τον οδηγεί προς το θείο, προς τον Θεό που κινεί τα νήματα. Το σύμβολο αποκτά ένταση επειδή αντλείται από την εμπειρία, όχι μόνο τού τι σημαίνει να είσαι μαριονέτα, αλλά και τού τι σημαίνει να είσαι μαριονετίστας. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι υπάρχει μια φλέβα περιφρόνησης για τον άνθρωπο σε αυτό το σύμβολο, η οποία γίνεται εύκολα αντιληπτή από τους συνομιλητές: "Σίγουρα, Επισκέπτη, την περιορίζεις σε πολύ λίγα, την ανθρώπινη φύση" (804B). Ο Επισκέπτης εκλιπαρεί για κατανόηση και δηλώνει: "Αυτό για την ανθρωπότητα είναι μια κρίση που έβγαλα κοιτάζοντας τη θεία φύση και γοητευμένος από αυτήν"· και προσθέτει, για να μετριάσει την κρίση για όσους δεν κοιτάζουν προς την ίδια κατεύθυνση με αυτόν και δεν γοητεύονται με την ίδια ένταση: "ας είναι η ανθρωπότητα κάτι πολύτιμο στο οποίο πρέπει να δίνουμε προσοχή [σπουδή]" (804B). Φαίνεται ότι ο Επισκέπτης, στο ξέσπασμά του, είχε ξεχάσει για μια στιγμή ότι ακόμη και οι συνταξιδιώτες του δεν είναι στην πραγματικότητα ίδιοι με αυτόν και ότι ως εκ τούτου είναι σκόπιμο να τους μιλάει κανείς με κάποια επιφυλακτικότητα.
Σε όλα τα χωρία που ασχολούνται με αυτό το σύμβολο, επανέρχεται το λεξιλογικό μοτίβο παιδεία-σπουδή. Αξίζει να εξετάσουμε τις διάφορες αποχρώσεις της σημασίας αυτών των όρων. Το πεδίο του παιχνιδιού είναι η ψυχή του ανθρώπου, στην οποία τα συναισθήματα, οι προσδοκίες και ο λογισμός τραβούν προς διάφορες κατευθύνσεις. Το παιχνίδι παίζεται από τους θεούς, στα χέρια των οποίων ο άνθρωπος είναι ένα παιχνίδι (παιγνιον). Και όμως ο άνθρωπος δεν είναι ένα αυτόματο· ο ίδιος, στο βαθμό που "είναι ένας"· έχει ρόλο στο παιχνίδι· ο ρόλος του πρέπει να συνίσταται στο να παίξει τον ρόλο που του έχει χαραχθεί [Play στα αγγλικά σημαίνει τόσο παιχνίδι όσο και "σκηνοθεσία", ο Voegelin "παίζει" με αυτή τη διπλή σημασία], δηλαδή να αφεθεί στην έλξη της χρυσής κλωστής και να αντισταθεί στην έλξη που ασκούν οι μικρότερες κλωστές. Στη συνέχεια, το πεδίο διευρύνεται στην πόλιν, και η έλξη που ασκεί η χρυσή κλωστή γίνεται ο νόμος, το παιχνίδι γίνεται η τελετουργία της "θυσίας, της μουσικής και του χορού" της ιδιότητας του πολίτη· και, ομοίως, η συζήτηση κατά την οποία δημιουργούνται οι νόμοι γίνεται, κατά τα λόγια του Επισκέπτη, ένα σοβαρό παιχνίδι [εμφρόν] που οι γέροντες έχουν παίξει μέχρι τώρα καλά" (769A). Πρόκειται για ένα σοβαρό παιχνίδι στο βαθμό που τελικά κατευθύνεται από τον Θεό, ο οποίος είναι “ο πιο σοβαρός”. Ο ρόλος που παίζει ο άνθρωπος είναι εξίσου σοβαρός, διότι σε αυτό το σοβαρό παιχνίδι εναρμονίζεται με τη θεία καθοδήγηση. Κανένα άλλο μέλημα της ζωής, ούτε καν ο πόλεμος, δεν μπορεί να είναι τόσο σοβαρό όσο το τελετουργικό παιχνίδι στο οποίο παίζει τη ζωή του. Ο άνθρωπος, ωστόσο, μέσα στην πνευματική του σύγχυση, χάνει από τα μάτια του αυτό που είναι "πιο σοβαρό". Ως αποτέλεσμα, τα ανθρώπινα ζητήματα, τα οποία διαφορετικά δεν θα ήταν τόσο σημαντικά, πρέπει να λαμβάνονται σοβαρά υπόψη από τους ταξιδιώτες, και το παιχνίδι της δημιουργίας των νόμων γίνεται το ίδιο ένα σοβαρό παιχνίδι. Κατά καιρούς, ωστόσο, γεννιέται περιφρόνηση γι' αυτό το παιδαριώδες ανθρώπινο γένος, το οποίο δεν μπορεί να διακρίνει τι είναι σοβαρό και τι όχι, αλλά σύντομα ο Επισκέπτης συνέρχεται και παραδέχεται ότι ο άνθρωπος πρέπει τελικά να έχει μια κάποια σοβαρότητα, αφού, παρά τις πτώσεις του, ο προορισμός του είναι να παίξει ένα σοβαρό παιχνίδι.
Το σοβαρό παιχνίδι διεξάγεται από κάθε άνθρωπο στο επίπεδο της προσωπικής του ζωής ακολουθώντας το τράβηγμα της χρυσής κλωστής, ενώ στο επίπεδο της κοινοτικής ζωής διεξάγεται με την τέλεση των τελετών της πόλης σύμφωνα με τους νόμους. Η σκηνοθεσία, ωστόσο, δεν εξαντλεί την πράξη ούτε σε προσωπικό επίπεδο ούτε στην κοινωνική ζωή. Ο άνθρωπος μπορεί να παίξει μόνο τον ρόλο που του έχει αναθέσει ο Θεός. Το κοσμικό έργο βρίσκεται τελικά στα χέρια του Θεού, ο οποίος και μόνο γνωρίζει το πλήρες νόημά του. Οι νομοθέτες πρέπει να χρησιμοποιήσουν την πειθώ προς τους νεαρούς αγνωστικιστές για να τους πείσουν ότι οι θεοί δεν είναι αδιάφοροι για τις ανθρώπινες υποθέσεις. Αντιμέτωποι με τις συχνές κοσμικές επιτυχίες των ασεβών και τις εξίσου συχνές εξωτερικές αποτυχίες των καλών, αντιμέτωποι επιπλέον με το γεγονός ότι το πλήθος εστιάζει σε πράξεις που καταστρέφουν την αληθινή ευδαιμονία, οι νέοι μπορεί να περιπέσουν σε ηθικό αποπροσανατολισμό και να πιστέψουν ότι όλα αυτά μπορούν να συμβούν επειδή κανένας θεός δεν παρακολουθεί τα ανθρώπινα γεγονότα. Ενάντια σε αυτό το σφάλμα, οι νομοθέτες πρέπει να επιμείνουν ότι η κοσμική διαδικασία διοικείται από τον θεό μέχρι τα μικρότερα και πιο ασήμαντα σωματίδια, όπως είναι ο άνθρωπος. Στο σύμπαν η ψυχή βρίσκεται παντού, και η ανθρώπινη ζωή είναι μέρος αυτής της έμψυχης φύσης (έμψυχος φύσις)· όλα τα έμβια όντα, ωστόσο, όπως και ολόκληρο το σύμπαν, είναι θησαυρός (ή κτήμα) των θεών (902Β). Οι νομοθέτες πρέπει να πείσουν τους νέους ότι ο θεός που δημιούργησε το σύμπαν έχει οργανώσει τα πάντα σύμφωνα με το καλό και την αρετή του συνόλου. Η δράση και το πάθος των μικρότερων σωματιδίων διέπονται από θεϊκές δυνάμεις μέχρι την παραμικρή λεπτομέρεια με σκοπό το καλύτερο. Η δυσαρέσκεια του νέου υποκινείται από το γεγονός ότι όλα τα μέρη διατάσσονται ενόψει του όλου και το όλον δεν υπάρχει για χάρη ενός από τα μέρη του· αυτή η τάξη του όλου βρίσκεται στο νου του θεού, δεν είναι κατανοητή στον άνθρωπο στις λεπτομέρειές της· εξ ου και το παράπονο για γεγονότα που έχουν νόημα μόνο στην οικονομία της κοσμικής ψυχής αλλά φαίνεται να χάνουν το νόημά τους στην προοπτική της πεπερασμένης ψυχής του ανθρώπου.
Αυτή η συλλογιστική κορυφώνεται με το όραμα του θεού-δημιουργού ως παίκτη που μετακινεί τα πιόνια στη σκακιέρα σύμφωνα με ακριβείς κανόνες. Όταν παρατηρεί μια ψυχή, ενωμένη πότε σε ένα σώμα και πότε σε ένα άλλο, καθώς υφίσταται αλλαγές που οφείλονται στις δικές της ενέργειες καθώς και στις ενέργειες άλλων ψυχών, αυτός που κινεί τα πιόνια δεν έχει παρά να μετακινήσει τον χαρακτήρα (ήθος) που έχει γίνει καλύτερος σε καλύτερη θέση και αυτόν που έχει γίνει χειρότερος σε χειρότερη θέση, αποδίδοντας έτσι στον καθένα την τύχη που του αναλογεί (903B-D).
Αυτός που κινεί τα πιόνια αποτελεί την απόλυτη και τρομερά οικεία αποκάλυψη του πλατωνικού Θεού. Ο Παίκτης (θεός) που κινεί τα νήματα των μαριονετών είναι ένα σύμβολο του οποίου το νόημα είναι κατανοητό ότι αντλείται από την εμπειρία των εσωτερικών έλξεων της κάθε ψυχής. Ο μετακινών θεός που κινεί τα πιόνια, από την άλλη πλευρά, δλδ το όραμα ενός θεού που συλλογίζεται τη σκακιέρα του σύμπαντος και μετακινεί τα κομμάτια της Μεγάλης Ψυχής ανάλογα με τις αρετές τους είναι ένα όραμα διαφορετικό από εκείνο των μαριονετών, επειδή σημαίνει την τέλεια βούλησή του για πραγμάτωση σύμφωνα με τη Μοίρα, και είναι ένα σύμβολο που αντλείται από τα κοσμικά βάθη της ψυχής του Πλάτωνα.
Οι Νόμοι ξεκινούν με το ερώτημα: "Ήταν ένας θεός ή ένας άνθρωπος, ω ξένοι - ο οποίος θεωρείται ότι ξεκίνησε τον θεσμό των νόμων σας;". Η παραπάνω ερώτηση δεν ανοίγει μόνο τη συζήτηση που αρχίζει αμέσως σχετικά με την προέλευση των κρητικών θεσμών από τους χρησμούς του Δία, προς τη σπηλιά του οποίου ανεβαίνουν οι ταξιδιώτες. Η ερώτηση αυτή εγκαινιάζει και διέπει την οργάνωση ολόκληρου του διαλόγου. Ο Θεός ως δημιουργός των θεσμών είναι το σύμβολο που κυριαρχεί στα τρία πρώτα βιβλία. Το πρώτο και το δεύτερο εστιάζουν στον προσανατολισμό του ανθρώπου και των κοινωνικών θεσμών του προς τον Θεό. Το τρίτο εξετάζει τους πολιτικούς θεσμούς σε όλη την ιστορία, με τα ελαττώματα και τις ελλείψεις τους, προκειμένου να αντλήσει ένα ιστορικό μάθημα από αυτούς. Η εξέταση αυτή γίνεται επίσης υπό το σημάδι του Θεού, διότι η πορεία της ιστορίας είναι ο κύκλος που ξεκινά μετά τις θεόσταλτες καταστροφές που κατέστρεψαν τον προηγούμενο πολιτισμό. Επιπλέον, αυτή η πορεία καταλήγει τώρα σε ένα λυκόφως παρακμής, επειδή οι άνθρωποι έχουν πέσει από τη θεία τάξη λόγω του ξεροκέφαλου σεχταρισμού τους. Η ιστορία δείχνει την καταστροφή που προκύπτει όταν τα μέρη θέλουν να κυριαρχήσουν στο σύνολο· και το μάθημα είναι να κατανοήσουμε ότι μια σταθερή τάξη μπορεί να αποκατασταθεί μόνο αν ξεπεραστεί ο πεισματάρης κομματισμός (εγωιστικός φατριασμός) και τα μέρη επιστρέψουν στη θέση που τους αξίζει με τη στροφή προς τον Θεό. Σκοπός των τριών βιβλίων ήταν να μάθουμε "πώς πρέπει να διοικείται μια πόλις με τον καλύτερο τρόπο και πώς μπορεί το άτομο να διευθύνει την προσωπική του ζωή με τον καλύτερο τρόπο" (702Α). Ο σκοπός αυτός έχει πλέον επιτευχθεί και η έκθεση του θέματος έχει ολοκληρωθεί.
Ο διάλογος τίθεται και πάλι σε κίνηση με τη σκέψη ότι μέχρι στιγμής έχουν αναπτυχθεί μόνο οι αρχές, ενώ ένα πραγματικό αποτέλεσμα θα μπορούσε να επιτευχθεί μόνο με την υποβολή των αρχών σε εξέταση ("ελέγχος") (702Β). Αλλά ποια μορφή θα μπορούσε να λάβει μια τέτοια "εξέταση"; Σε αυτό το σημείο παρεμβαίνει ο Κρητικός, αποκαλύπτοντας ότι είναι μέλος μιας δεκαμελούς επιτροπής που η πόλη της Κνωσού έχει αναθέσει την ίδρυση μιας νέας αποικίας. Το έργο του περιλαμβάνει τόσο την πρακτική οργάνωση (επιλογή της τοποθεσίας, συγκέντρωση εποίκων κ.ο.κ.) όσο και τη σύνταξη ενός νομοθετικού κώδικα. Προτείνει στους συνδαιτημόνες του να πραγματοποιήσουν τόσο την εξέταση που επιθυμεί ο οικοδεσπότης όσο και την ίδρυση στην οποία θα προεδρεύσει, επεξεργαζόμενοι λεπτομερώς την τάξη μιας πόλης με βάση τις αρχές που μόλις διατύπωσε. Τώρα είναι ο άνθρωπος και όχι ο Θεός αυτός που πρέπει να αποδείξει την ικανότητά του στη θέσπιση νόμων. Η οικοδόμηση της πολιτείας που ανατίθεται στον άνθρωπο αρχίζει με το βιβλίο IV και καταλαμβάνει τους υπόλοιπους Νόμους μέχρι το βιβλίο XII. Όπως αναφέρθηκε, η διακοπή μετά το Βιβλίο ΙΙΙ αποτελεί τη μόνη εξωτερική διαίρεση των Νόμων και βασίζεται στον εισαγωγικό τύπο.
Τώρα η οικοδόμηση βρίσκεται στα χέρια του ανθρώπου, πράγμα που δεν σημαίνει ότι ο Θεός δεν συμμετέχει σε αυτήν. Ο Οικοδεσπότης ξεκινά έναν προβληματισμό που οδηγεί στο ερώτημα αν ο άνθρωπος είναι ποτέ ικανός να νομοθετήσει. Στην πολιτική, το παιχνίδι των περιστάσεων και της τύχης έχουν τέτοια επίδραση που θα μπορούσε σχεδόν να πει κανείς ότι οι νόμοι δεν είναι έργο του ανθρώπου, αλλά το αποτέλεσμα των συγκυριών που καθορίζουν μια ορισμένη κατάσταση (709A-B). Ωστόσο, ενώ παραδέχεται ότι ο Θεός είναι τα πάντα και ότι, υπό την κυριαρχία του, η τύχη και ο Καιρός διέπουν τη ζωή μας, η ικανότητα του ανθρώπου εξακολουθεί να παίζει σημαντικό ρόλο, αρκεί να ξέρει να συνεργάζεται με τον Καιρό (709B-C). Ειδικά ο καλλιτέχνης που είναι επιδέξιος σε κάθε τομέα και ο νομοθέτης είναι αυτός που θα γνωρίζει ποιες συνθήκες πρέπει να παρακαλέσει για να μπορέσει να ασκήσει την τέχνη του με τη μεγαλύτερη επιτυχία.
Ποιες είναι, λοιπόν, οι προϋποθέσεις που πρέπει να παραχωρήσει ο Θεός για να πετύχει το έργο του νομοθέτη; Η πρώτη προϋπόθεση θα ήταν η ύπαρξη μιας πόλης που κυβερνάται από έναν τύραννο, κατά προτίμηση νεαρό, προικισμένο με καλή μνήμη και κλίση στη μάθηση, θαρραλέο, μεγαλόψυχο και εγκρατή· υπό μια αυτοκρατορική κυβέρνηση, στην πραγματικότητα, κάθε μεταρρύθμιση μπορεί να διεξαχθεί πιο ομαλά απ' ό,τι αν έπρεπε να ερωτηθεί ένας μεγαλύτερος αριθμός ανθρώπων (711D-E). Αλλά ο τύραννος από μόνος του δεν θα μπορούσε να επιτύχει καμία μεταρρύθμιση. Ο Θεός θα έπρεπε να επιφέρει την περίσταση ενός εξαιρετικού νομοθέτη μεταξύ των συγχρόνων του και η μοίρα θα τους έφερνε κοντά (710C-D). Αλλά ακόμη και αυτοί οι δύο μαζί δεν θα πετύχαιναν πολλά. Η μεγαλύτερη δυσκολία έγκειται στην τρίτη προϋπόθεση, η οποία σπάνια πραγματοποιείται στην ιστορία: να ξυπνάει σε όσους βρίσκονται σε θέσεις μεγαλύτερης εξουσίας ο "θείος έρως" για εγκράτεια και δικαιοσύνη. Μαθαίνουμε ότι τέτοια παραδείγματα συνέβησαν την εποχή των Τρωικών πολέμων, αλλά τίποτα παρόμοιο δεν έχει συμβεί στην εποχή μας (711D-E). Ο κατάλογος των προϋποθέσεων τελειώνει με τη μαντική φόρμουλα: όταν η σοφία και η εγκράτεια συνδυάζονται σε έναν άνθρωπο με υπέρτατη εξουσία, τότε είναι που θα προκύψει το καλύτερο σύνταγμα και οι καλύτεροι νόμοι (712Α). Οι τρεις οδοιπόροι θα ξεκινήσουν από την παραδοχή ότι ο Θεός έχει παραχωρήσει στόν Καιρό αυτές τις συμπτώσεις- και από αυτή την παραδοχή θα προσπαθήσουν να περιγράψουν τη συγκρότησή τους.
Τι είδους σύνταγμα θα είναι αυτό; Δημοκρατία, ολιγαρχία, αριστοκρατία ή μοναρχία;
Ο Αθηναίος οικοδεσπότης απορρίπτει όλες αυτές τις δυνατότητες που προτείνει ο Κρητικός, αφού καμία από αυτές δεν αποτελεί "πραγματικό" πολίτευμα. Όλοι αυτοί οι τύποι είναι θεσμικές μορφές που υποτάσσονται στη δεσποτική διοίκηση ενός από τα συστατικά τους μέρη, από το οποίο παίρνουν και το όνομά τους. Αν, από την άλλη πλευρά, μια πόλις ήθελε να πάρει το όνομά της όχι από ένα δεσποτικό κόμμα αλλά από το πραγματικά κυβερνών κόμμα, θα έπρεπε ορθότερα να αυτοαποκαλείται με το όνομα του θεού που κυβερνά τους σοφούς ανθρώπους, δηλαδή αυτούς που είναι προικισμένοι με νου (712E-713A).
Αυτός ο κάπως αινιγματικός ισχυρισμός διευκρινίζεται από τον οικοδεσπότη μέσω ενός μύθου. Υπάρχει μια παράδοση σύμφωνα με την οποία στην ευλογημένη εποχή του Κρόνου τα πάντα αναπτύσσονταν αυθόρμητα και άφθονα, διότι ο Κρόνος, γνωρίζοντας ότι δεν θα μπορούσε ποτέ να αναθέσει σε έναν άνθρωπο τον έλεγχο όλης της ανθρωπότητας, έστειλε θεϊκά πνεύματα να φροντίζουν τα ανθρώπινα κοπάδια. Αυτά χάρισαν ειρήνη, τάξη και δικαιοσύνη και κράτησαν τις ανθρώπινες φυλές σε αρμονία και ευτυχία. Αυτός ο λογότυπος "γεννημένος από την αλήθεια" ισχύει ακόμη και σήμερα- μας λέει ότι αν μια πόλις δεν κυβερνάται από θεό αλλά από θνητό, δεν υπάρχει τρόπος να αποφευχθεί το κακό. Θα πρέπει λοιπόν να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να μιμηθούμε την εποχή του Κρόνου και να οργανώσουμε τη ζωή μας, ιδιωτική και δημόσια, σε αρμονία με την αθανασία (αθανασία) που υπάρχει μέσα μας. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο θα πρέπει να αποκαλούμε nomos την τάξη του νου (712C-7144).
Το σύμβολο κατασκευάζεται σύμφωνα με την αρχή της συστολής που αναφέρθηκε προηγουμένως. Ενώ στον αρχαίο μύθο τα στοιχεία ήταν κατανεμημένα με χρονολογική σειρά στην ιστορία, τώρα συμπτύσσονται σε ένα μυθικό παρόν. Μας θυμίζει το μύθο των κοσμικών κύκλων, των ηλικιών του Κρόνου και του Δία, που εκφράζεται στον Πολιτικό. Και επίσης το γεγονός ότι την εποχή του Δία δεν επρόκειτο να ακολουθήσει και πάλι η εποχή του Κρόνου, αφού στην εποχή του Δία είχε προκύψει ένας νέος παράγοντας, δηλαδή η αυτόνομη προσωπικότητα του φιλοσόφου, που είχε καταστήσει την επιστροφή στον χρυσό αιώνα αδύνατη αλλά και ανεπιθύμητη· η λύτρωση από τα δεινά της εποχής του Δία θα έπρεπε να προέλθει από την ανθρώπινη δράση που θα έπαιρνε τη θέση του θεού-ποιμένα, δηλαδή του βασιλικού ηγεμόνα. Στους Νόμους, τόσο η εποχή του Κρόνου όσο και η εποχή του Δία ανήκουν στο παρελθόν· το Βιβλίο ΙΙΙ παρείχε την ιστορική αφήγηση που ολοκληρώνει την εποχή του Δία και δείχνει την ανάγκη για μια νέα αρχή. Και έχοντας φτάσει σε αυτό το τέλος, επιστρέφει κανείς, όπως και στα άλλα σύμβολα του διαλόγου, στην αρχή: η νέα ζωή που βρίσκεται πέρα από την εποχή του Δία θα μιμηθεί την εποχή του Κρόνου, καθώς θα απορροφήσει εκ νέου την ηγεσία του θεού στους ανθρώπινους θεσμούς της. Έναν θεό, όμως, που δεν θα είναι πλέον ο Κρόνος, αλλά ο νέος θεός του πλατωνικού έμψυχου Κόσμου, ο Νους ικανός να δημιουργεί και να πείθει. Η συνταγματική τάξη την οποία πρόκειται να γεννήσουν οι ταξιδιώτες πρέπει να ονομάζεται νόμοι, επειδή το όνομα αυτό συνδέεται με εκείνο του Νου. Οι ίδιοι οι νόμοι, λοιπόν, γίνονται ένα από τα νέα συρρικνωμένα σύμβολα: στους νόμους, η κίνηση των κύκλων έχει φτάσει στο τέλος της.
ΤΟ ΑΞΕΠΕΡΑΣΤΟ ΑΡΙΣΤΟΥΡΓΗΜΑ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΟΣ. ΠΑΡΕΞΗΓΗΜΕΝΟ ΑΠΟ ΤΙΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΕΣ ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΙΚΕΣ ΚΑΚΟΔΟΞΕΣ ΜΕΤΡΙΟΤΗΤΕΣ ΟΠΩΣ ΤΟΥ ΠΟΠΠΕΡ Ή ΤΟΥ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ ΤΟΥ ΜΕΣΣΙΑΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΟΡΟΣ Ο ΟΠΟΙΟΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΕ ΕΝΑΝ ΑΝΑΠΟΔΟ ΠΑΠΙΣΜΟ ΠΑΡΑΣΥΡΟΝΤΑΣ ΜΑΛΙΣΤΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΕΝΟΔΟΞΙΑ ΤΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΩΝ, ΜΑΣ ΟΔΗΓΕΙ ΣΤΟΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟ ΤΟΥ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΥ.
Η ΛΑΙΚΗ ΝΟΟΤΡΟΠΙΑ ΜΕ ΤΙΣ ΓΗΙΝΕΣ ΑΡΕΤΕΣ ΤΗΣ Η ΟΠΟΙΑ ΦΙΛΟΔΟΞΕΙ ΝΑ ΑΝΑΤΡΕΨΕΙ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΠΟΡΕΙΑ ΕΙΝΑΙ ΜΑΤΑΙΗ ΧΩΡΙΣ ΤΟ ΑΛΜΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΔΕΝ ΠΕΡΙΕΧΕΤΑΙ ΣΤΑ ΗΘΗ ΚΑΙ ΤΑ ΕΘΙΜΑ, ΣΤΟ ΙΕΡΟ ΚΑΙ ΤΟ ΑΝΙΕΡΟ, ΤΩΝ ΛΑΩΝ.
Ο ΜΗΔΕΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟΥ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΤΗΚΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΔΟΞΗ ΤΡΙΑΔΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΜΟΝΟΜΑΧΗΣΑΝ ΜΕΧΡΙ ΘΑΝΑΤΟΥ ΜΕ ΤΟΥΣ ΣΟΦΙΣΤΕΣ, ΣΑΝ ΠΡΟΔΡΟΜΟΙ ΤΟΥ ΔΙΓΕΝΗ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ ΤΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΧΑΡΟ ΣΤΑ ΜΑΡΜΑΡΕΝΙΑ ΑΛΩΝΙΑ. ΣΗΜΕΡΑ ΔΕΝ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΤΑΝΟΗΤΗ Η ΣΟΦΙΣΤΙΚΗ ΔΥΝΑΜΙΣ ΤΟΥ ΧΑΙΝΤΕΓΚΕΡ ΜΕ ΤΗΝ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΤΟΥ ΠΕΠΕΡΑΣΜΕΝΟΥ.
ΜΙΑ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΠΟΥ ΜΑΣ ΒΟΛΕΥΕΙ ΟΛΟΥΣ.
ΧΩΡΙΣ ΕΜΕΝΑ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙΤΕ ΝΑ ΚΑΝΕΤΕ ΤΙΠΟΤΕ. ΕΓΩ ΝΙΚΗΣΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ. ΜΗΝ ΦΟΒΕΙΣΘΕ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου