Δευτέρα 14 Μαρτίου 2022

Αγ. Γρηγόριος Νύσσης - Ερμηνεία του Άσματος Ασμάτων (10)

 Συνέχεια από: Παρασκευή 11 Μαρτίου 2022

    ΛΟΓΟΣ Γ'

(Άσμα Ασμάτων 1,9-14)

Ο ΝΥΜΦΙΟΣ:

9. Με τους ίππους μου (που νίκησαν) τ’ άρματα του Φαραώ σε παρομοίασα, συ η πλησίον μου (η εκλεκτή μου).

10. Πόσο ομόρφυναν οι σιαγόνες σου σαν της τρυγόνας, και ο λαιμός σου όπως οι ορμίσκοι (και ο λαιμός σου με τα περιδέραια); 

ΟΙ ΦΙΛΟΙ:

11. Θα σου φτιάξουμε κοσμήματα (ομοιώματα) από χρυσάφι με στίγματα ασημένια.

Η ΝΥΦΗ: 

12. Όσο ήταν ο βασιλιάς μου ξαπλωμένος (στο ανάκλιντρό του), ανάδινε την ευωδιά του η νάρδος μου.

13. Θήκη της στακτής (Θήκη με μύρο σμύρνας) είναι ο αγαπημένος μου, θα ξενυχτήσει ανάμεσα στα στήθη μου.

14. Τσαμπί ανθισμένο είναι ο αγαπημένος μου μέσα στα αμπέλια του Εν Γαδί.

Αυτή τη συμβουλή βέβαια παίρνουμε από τους ορμίσκους (τα περιδέραια)· είναι καιρός όμως να προσθέσουμε στην ανάλυσή μας και τον ακόλουθο λόγο, που απευθύνουν στην κόρη οι φίλοι του νυμφίου. Η διατύπωση του λόγου των φίλων του νυμφίου είναι η έξης: «Θα σου φτιάξουμε κοσμήματα (ομοιώματα) από χρυσάφι με στίγματα ασημένια, όσο ο βασιλιάς μένει ξαπλωμένος (στο ανάκλιντρό του)». Το νόημα των λόγων αυτών γι’ αυτόν που έχει υπόψη την ακολουθία της προηγούμενης ανάλυσής μας δεν φαίνεται ασυνάρτητο, αλλά συμφωνεί μ’ αυτή· η διατύπωση όμως εμβαθύνοντας στις μεταφορικές σημασίες κάνει δυσκολονόητο το δηλούμενο δια των αινιγμάτων. Επειδή το κάλλος (η ομορφιά) της ψυχής παρομοιάστηκε με το ιππικό (δηλαδή τη στρατιά των αγγέλων) που συνέτριψε τα αιγυπτιακά άρματα, και της φοράδας εκείνης λέει ο καλός αναβάτης ότι χαλινάρι είναι η καθαρότητα, που τη δήλωσε παρομοιάζοντας το στόμα της με το στόμα της τρυγόνας, και ότι κοσμήματα του λαιμού είναι τα διάφορα περιδέραια που αστράφτουν από τις αρετές, επιθυμούν και οι φίλοι να κάνουν μια προσθήκη στην ομορφιά της φοράδας, στολίζοντας τα φάλαρα (τα ηνία) με ομοιώματα χρυσού ποικιλμένα και με του ασημιού την καθαρότητα, για να λάμπει ακόμα περισσότερο η ομορφιά του κοσμήματος με την ανάμιξη της λάμψης του ασημιού με τη φωτεινότητα του χρυσαφιού. Είναι ανάγκη όμως, αφήνοντας τις μεταφορικές σημασίες, να μην απομακρύνουμε το λόγο από το νόημα που μας ωφελεί.

Παρομοιάσαμε με τον ίππο εκείνο την ψυχή την καθαρμένη με την αρετή. Δεν παραδόθηκε όμως ακόμα στην εξουσία του Λόγου ούτε κράτησε επάνω του αυτόν που επιβαίνει στους ίππους αυτούς για τη σωτηρία τους. Πρέπει πρώτα το άλογο να στολιστεί από κάθε άποψη κι έτσι να δεχτεί έπειτα αναβάτη του το βασιλιά. Και είτε καβαλικεύει στην πλάτη του άλογου αυτός που κατά τον προφήτη Αββακούμ ανεβαίνει σ’ εμάς, τα άλογα, και μας καβαλικεύει για τη σωτηρία μας, είτε μπει μέσα μας αυτός που κατοικεί και περιπατεί και εισχωρεί στα βάθη της ψυχής, δεν έχει καμιά διαφορά ως προς τη σημασία. Γιατί σ’ οποίον πραγματοποιηθεί το ένα από τα δύο συγκατορθώνεται και το άλλο. Κι όποιος έχει επάνω του το Θεό τον έχει οπωσδήποτε και μέσα του, κι όποιος τον δέχτηκε μέσα του έχει επάνω του αυτόν που εισήλθε μέσα του. Πρόκειται λοιπόν ο βασιλιάς ν’ αναπαυθεί σ’ αυτό το άλογο. Κι όπως είπαμε είναι το ίδιο στη θεία δύναμη το κάθισμα και η ανάκλιση. Όποιο από τα δύο συμβεί σ' εμάς, η χάρις είναι ίση. Επειδή λοιπόν οι ιπποκόμοι του βασιλιά ετοιμάζουν το άλογο με τα κοσμήματα και το κάνουν κατάλληλο να τον δεχτεί, και για το Θεό είναι το ίδιο να βρεθεί μέσα σε κάποιον με το να βρεθεί επάνω του, αφήνοντας τη συνέπεια της προφορικής έκφρασης, θεώρησαν το άλογο ως ανάκλιντρο οι ιπποκόμοι και οι υπηρέτες. Πρέπει, λέει, εμείς να κάνουμε χρυσά ομοιώματα με στίγματα ασημένια, που ομορφαίνουν την όψη του άλογου, για να βρεθεί ο βασιλιάς όχι στο κάθισμα αλλά στο ανάκλιντρό του.

Η ακολουθία λοιπόν της λέξης, όπως έδειξε η ανάλυσή μας, είναι αυτή, αξίζει όμως να μην αφήσουμε ανεξέταστο τούτο· γιατί δε χρησιμοποιείται ως κόσμημα το ίδιο το χρυσάφι, αλλά τα ομοιώματα του χρυσαφιού, και όχι το ίδιο το ασήμι, αλλά τα στίγματα του ασημιού που καρφώνονται στο ομοίωμα του χρυσού. Αυτό λοιπόν που σκεφτήκαμε γι’ αυτό είναι το εξής. Όλη η διδασκαλία για την άρρητη φύση, ακόμα κι αν φαίνεται πως παρουσιάζει την πιο θεοπρεπή και υψηλή έννοια, είναι ομοιώματα χρυσαφιού κι όχι το ίδιο το χρυσάφι· γιατί είναι αδύνατο να παρασταθεί μ’ ακρίβεια το πάνω από το νου αγαθό. Κι αν είναι κανένας όπως ο Παύλος που διδάχτηκε τα απόρρητα στον Παράδεισο, κι αν ακροάστηκε τα αλάλητα ρήματα, τα νοήματα περί Θεού μένουν ανέκφραστα. Γιατί, λέει, οι λέξεις των νοημάτων αυτών είναι άρρητες. Αυτοί λοιπόν που βάζουν μέσα μας κάποιους λογισμούς αγαθούς για την κατανόηση των μυστηρίων, αδυνατούν να πουν πώς είναι κατά τη φύση τους και τα λένε απαύγασμα δόξης, σφραγίδα (χαρακτήρα) υποστάσεως, μορφήν Θεού, Λόγον εν αρχή, Λόγον Θεού. Αυτά όλα σ’ εμάς που δεν έχουμε θεαστεί το θησαυρό εκείνον φαίνονται χρυσάφι. Για εκείνους όμως που μπορούν να υψώνουν τα μάτια τους προς την αλήθεια είναι ομοιώματα χρυσού κι όχι χρυσός, που λάμπει ανάμεσα στα λεπτά στίγματα του ασημιού. Ασήμι είναι η σημασία των λέξεων, όπως λέει η Γραφή· «ασήμι πυρωμένο είναι η γλώσσα του δικαίου».

Αυτό λοιπόν που δηλώνουν τούτα είναι το έξης, ότι η θεία φύση είναι πάνω από κάθε καταληπτική διανοητική δύναμη. Και η έννοια πού σχηματίζεται γι’ αυτήν μέσα μας είναι ομοίωμα του ζητουμένου. Γιατί δε δείχνει το ίδιο το είδος εκείνου, που ούτε το είδε κανένας ούτε μπορεί να το δει, αλλά σαν μέσα από καθρέφτη και μ’ αινίγματα σκιαγραφεί κάποια σημασία του ζητουμένου που δημιουργείται στις ψυχές από εικασία. Και κάθε λόγος που σημαίνει τέτοιου είδους νοήματα, φαίνεται πως είναι μία μικρή στιγμή (σημείο) και δεν μπορεί να φανερώσει μέσα μας αυτό που βούλεται η διάνοιά μας. Ώστε να συμβαίνει κάθε διάνοια να μη φτάνει στη θεία κατανόηση και κάθε λόγος ερμηνευτικός να φαίνεται μικρή στιγμή που δεν μπορεί να επεκταθεί σ’ όλο το πλάτος της διάνοιας.

Η ψυχή λοιπόν που χειραγωγείται με τέτοια νοήματα στην κατανόηση των ακατανοήτων (αλήπτων) πρέπει να λέει ότι εγκαθιστά ως κάτοικο μέσα της με την πίστη μόνο τη φύση πού υπερέχει κάθε νου. Κι αυτό είναι που λένε οι φίλοι· ότι θα σου φτιάξουμε ω ψυχή, εσένα που ταιριαστά σε παρομοιάσαμε με άλογο (ίππο), κάποιες εικόνες (ινδάλματα) και κάποια ομοιώματα της αλήθειας (αυτή είναι και η σημασία του ασημιού των λόγων, να φαίνονται οι λέξεις σαν προσανάμματα που βγάζουν μόνο σπίθες και δεν μπορούν να φανερώσουν με ακρίβεια το νόημα πού κρύβεται μέσα μας), και εσύ θα τα δεχτείς αυτά και θα γίνεις με την πίστη υποζύγιο και κατοικία εκείνου που πρόκειται να επαναπαυτεί σ’ εσένα κατοικώντας μέσα σου. Γιατί θα γίνεις του ίδιου και θρόνος και οίκος. Ίσως θα μπορούσε να πει κάποιος ότι είναι η ψυχή του Παύλου ή κάποια άλλη, αν υπάρχει όμοια μ’ εκείνη, που είναι άξια των λόγων αυτών. Γιατί εκείνος από τη στιγμή που έγινε «σκεύος εκλογής» είχε και επάνω του και μέσα του (εφ’ εαυτού και εν εαυτώ) τον Κύριο κι έγινε άλογο με το να σηκώνει το όνομά του ενώπιον εθνών και βασιλέων· και πάλι με το να μην ζει πλέον ο ίδιος, αλλά να δείχνει μέσα του εκείνον ζωντανό και να δίνει απόδειξη του Χριστού που μιλούσε μέσα του (εν εαυτώ), έφτασε να γίνει οίκος που περιλαμβάνει την απερίληπτη φύση.

Το πρωτότυπο κείμενο


Ἡ μὲν οὖν διὰ τῶν ὁρμίσκων συμβουλὴ τοιαύτη, καιρὸς δ’ ἂν εἴη καὶ

τὸν ἐφεξῆς λόγον προσθεῖναι τῇ θεωρίᾳ, ὃν οἱ φίλοι τοῦ νυμφίου πρὸς τὴν

παρθένον πεποίηνται. | ἔστι δὲ ἡ λέξις αὕτη· Ὁμοιώματα χρυσίου ποιήσομέν

σοι μετὰ στιγμάτων τοῦ ἀργυρίου, ἕως οὗ ὁ βασιλεὺς ἐν ἀνακλίσει αὐτοῦ.

τούτων δὲ τῷ μὲν πρὸς τὸν εἱρμὸν βλέποντι τῆς προαποδοθείσης ἡμῖν

θεωρίας δοκεῖ πως ἡ διάνοια συνηρτῆσθαι καὶ τὸ ἀκόλουθον ἔχειν, ἡ δὲ λέξις

ἐμβαθύνουσα ταῖς τροπικαῖς σημασίαις δυσκατανόητον ποιεῖ τὸ διὰ τῶν

αἰνιγμάτων δηλούμενον.

ἐπειδὴ γὰρ τὸ τῆς ψυχῆς κάλλος τῇ ἵππῳ τῇ καθαιρετικῇ τῶν Αἰγυπτίων

ἁρμάτων ἀφωμοιώθη (τουτέστι τῇ ἀγγελικῇ στρατιᾷ), τῇ δὲ ἵππῳ ἐκείνῃ

φησὶν ὁ καλὸς ἐπιβάτης χαλινὸν μὲν εἶναι τὴν καθαρότητα, ἣν διὰ τοῦ

ὁμοιῶσαι τὰς σιαγόνας ταῖς τῆς τρυγόνος ἐσήμανε, κόσμον δὲ περιαυχένιον

τοὺς ποικίλους ὅρμους τοὺς διὰ τῶν ἀρετῶν περιστίλβοντας, βούλονταί τινα

καὶ οἱ φίλοι προσθήκην τῷ κάλλει τῆς ἵππου ποιήσασθαι ἐξ ὁμοιωμάτων

χρυσίου κατακοσμοῦντες τὰ φάλαρα, οἷς ἐνστίζουσι καὶ τοῦ ἀργυρίου τὴν

καθαρότητα, ὡς ἂν μᾶλλον διαλάμποι τὸ κάλλος τοῦ προκοσμήματος τῆς

αὐγῆς τοῦ ἀργυρίου πρὸς τὴν λαμπηδόνα τοῦ χρυσίου συγκιρναμένης.

ἀναγκαῖον δ’ ἂν εἴη τὰς τροπικὰς | ἐμφάσεις καταλιπόντας τῆς

ὠφελούσης ἡμᾶς διανοίας μὴ ἀποστῆσαι τὸν λόγον.

Προσεικάσθη μὲν ἐκείνῃ τῇ ἵππῳ ἡ διὰ τῶν ἀρετῶν κεκαθαρμένη ψυχή·

ἀλλ’ οὔπω τοῦ λόγου γέγονεν ὑποχείριος οὐδὲ ἐβάσταξεν ἐφ’ ἑαυτῆς τὸν ἐπὶ

σωτηρίᾳ τοῖς τοιούτοις ἐποχούμενον ἵπποις· χρὴ γὰρ πρῶτον διὰ πάντων

κατακοσμηθῆναι τὸν ἵππον, εἶθ’ οὕτω τὸν βασιλέα ἔποχον δέξασθαι. εἴτε

δὲ ἄνωθεν ἑαυτῷ ἐφαρμόζοι τὸν ἵππον ὁ κατὰ τὸν προφήτην ἐπιβαίνων ἐφ’

ἡμᾶς τοὺς ἵππους καὶ ἐπὶ σωτηρίᾳ ἡμῶν ἐφ’ ἡμῶν ἱππαζόμενος, εἴτε καὶ ἐν

ἡμῖν γένοιτο ὁ ἐνοικῶν τε καὶ ἐμπεριπατῶν καὶ ἐπὶ τὰ βάθη τῆς ψυχῆς ἡμῶν

διαδυόμενος, οὐδὲν διαφέρει κατὰ τὴν ἔννοιαν· ᾧ γὰρ ἂν τὸ ἓν ἐξ ἀμφοτέρων

γένηται, συγκατωρθώθη καὶ τὸ λειπόμενον· ὅ τε γὰρ ἐφ’ ἑαυτοῦ τὸν θεὸν

ἔχων καὶ ἐν ἑαυτῷ πάντως ἔχει καὶ ὁ ἐν ἑαυτῷ δεξάμενος ὑπέβη τὸν ἐν αὐτῷ

γεγονότα. οὐκοῦν μέλλει ὁ βασιλεὺς τῷ ἵππῳ τούτῳ ἐπαναπαύεσθαι. ταὐτὸν

δέ ἐστιν ἐπὶ τῆς θείας δυνάμεως, καθὼς εἴρηται, καθέδρα τε καὶ ἀνάκλισις·

ὁπότερον γὰρ ἂν ἐξ ἀμφοτέρων ἐν ἡμῖν γένηται, τὸ ἴσον | ἡ χάρις ἔχει.

ἐπειδὴ τοίνυν οἱ ἑτοιμασταὶ τοῦ βασιλέως εὔθετον πρὸς ὑποδοχὴν αὐτῷ

διὰ τῶν προκοσμημάτων τὸν ἵππον ποιοῦσι, ταὐτὸν δέ ἐστιν ἐπὶ θεοῦ τὸ ἔν

τινι καὶ τὸ ἐπί τινος γενέσθαι, καταλιπόντες τὸ κατὰ τὴν τροπικὴν σημασίαν

ἀκόλουθον οἱ παρασκευασταὶ καὶ θεράποντες κλίνην τὸν ἵππον ἐποίησαν·

χρὴ γὰρ ἡμᾶς, φησίν, ὁμοιώματα χρυσίου ποιῆσαι μετὰ στιγμάτων τοῦ

ἀργυρίου τὰ τοῦ ἵππου τὴν μορφὴν ὡραΐζοντα, ἵνα γένηται ὁ βασιλεὺς οὐκ ἐν

καθέδρᾳ, φησίν, ἀλλ’ ἐν ἀνακλίσει αὐτοῦ.

Ἡ μὲν οὖν ἀκολουθία τῆς λέξεως, καθὼς ὁ λόγος ὑπέδειξεν, τοῦτον ἔχει

τὸν τρόπον, ἄξιον δὲ τοῦτο μὴ παραδραμεῖν ἀθεώρητον, τί δή ποτε οὐκ αὐτὸ

τὸ χρυσίον εἰς κόσμον παραλαμβάνεται ἀλλὰ τοῦ χρυσίου τὰ ὁμοιώματα καὶ

οὐκ αὐτὸς ὁ ἄργυρος ἀλλὰ τὰ ἐκ τῆς ὕλης ταύτης τῷ ὁμοιώματι τοῦ χρυσίου

ἐγκροτούμενα στίγματα.

ὃ τοίνυν περὶ τούτων ὑπενοήσαμεν τοιοῦτόν ἐστι· πᾶσα ἡ περὶ τῆς

ἀρρήτου φύσεως διδασκαλία, κἂν ὅτι μάλιστα δοκῇ θεοπρεπῆ τινα καὶ

ὑψηλὴν ἐμφαίνειν διάνοιαν, ὁμοιώματα χρυσίου ἐστίν, οὐκ αὐτὸ τὸ χρυσίον·

οὐ γὰρ ἔστι παραστῆσαι δι’ ἀκριβείας τὸ ὑπὲρ ἔννοιαν ἀγαθόν. κἂν Παῦλός

τις ᾖ ὁ ἐν παραδείσῳ μυηθεὶς τὰ ἀπόρρητα, κἂν τῶν ἀλαλήτων ῥημάτων

ἐπα|κροάσηται, ἀνέκφραστα μένει περὶ θεοῦ τὰ νοήματα· ἄρρητα γάρ φησιν

εἶναι τῶν νοημάτων τούτων τὰ ῥήματα. οἱ τοίνυν λογισμούς τινας ἡμῖν

ἀγαθοὺς ἐντιθέντες περὶ τῆς τῶν μυστηρίων κατανοήσεως αὐτὸ μὲν εἰπεῖν

ὅπως ἔχει φύσεως ἀδυνατοῦσι, λέγουσι δὲ ἀπαύγασμα δόξης, χαρακτῆρα

ὑποστάσεως, μορφὴν θεοῦ, λόγον ἐν ἀρχῇ, λόγον θεόν· ἅπερ πάντα ἡμῖν

μὲν τοῖς ἀθεάτοις ἐκείνου τοῦ θησαυροῦ χρυσίον δοκεῖ, τοῖς δὲ δυναμένοις

ἀναβλέπειν πρὸς τὴν ἀλήθειαν ὁμοιώματά ἐστι χρυσίου καὶ οὐ χρυσὸς ἐν

τοῖς λεπτοῖς τοῦ ἀργυρίου διαφαινόμενος στίγμασιν. ἀργύριον δὲ ἡ ῥηματικὴ

σημασία ἐστί, καθώς φησιν ἡ γραφὴ Ἄργυρος πεπυρωμένος γλῶσσα δικαίου.

τὸ τοίνυν διὰ τούτων δηλούμενον τοιοῦτόν ἐστιν ὅτι ἡ θεία φύσις πάσης

ὑπέρκειται καταληπτικῆς διανοίας. τὸ δὲ περὶ αὐτῆς ἡμῖν ἐγγινόμενον νόημα

ὁμοίωμά ἐστι τοῦ ζητουμένου· οὐ γὰρ αὐτὸ δείκνυσιν ἐκείνου τὸ εἶδος, ὃ οὔτε

τις εἶδεν οὔτε ἰδεῖν δύναται, ἀλλὰ δι’ ἐσόπτρου καὶ δι’ αἰνίγματος ἔμφασίν

τινα σκιαγραφεῖ τοῦ ζητουμένου ἔκ τινος εἰκασμοῦ ταῖς ψυχαῖς ἐγγινομένην.

πᾶς δὲ λόγος τῶν τοιούτων νοημάτων σημαντικὸς στιγμῆς | τινος ἀμεροῦς

δύναμιν ἔχει μὴ δυνάμενος ἐμφῆναι ὅπερ ἡ διάνοια βούλεται· ὡς εἶναι

πᾶσαν μὲν διάνοιαν κατωτέραν τῆς θείας κατανοήσεως, πάντα δὲ λόγον

ἑρμηνευτικὸν στιγμὴν βραχεῖαν δοκεῖν μὴ δυνάμενον τῷ πλάτει τῆς διανοίας

συνεπεκτείνεσθαι. τὴν οὖν διὰ τῶν τοιούτων νοημάτων χειραγωγουμένην

ψυχὴν πρὸς τὴν τῶν ἀλήπτων περίνοιαν διὰ μόνης πίστεως εἰσοικίζειν ἐν

ἑαυτῇ λέγει δεῖν τὴν πάντα νοῦν ὑπερέχουσαν φύσιν. καὶ τοῦτό ἐστι τὸ παρὰ

τῶν φίλων λεγόμενον, ὅτι σοὶ ποιήσομεν, ὦ ψυχή, τῇ καλῶς πρὸς τὴν ἵππον

ἀπεικασθείσῃ ἰνδάλματά τινα τῆς ἀληθείας καὶ ὁμοιώματα (τοιαύτη γὰρ καὶ

τοῦ τῶν λόγων ἀργυρίου ἡ δύναμις, ὡς ἐναύσματά τινα σπινθηροειδῆ δοκεῖν

εἶναι τὰ ῥήματα μὴ δυνάμενα δι’ ἀκριβείας ἐμφῆναι τὸ ἐγκείμενον νόημα), σὺ

δὲ ταῦτα δεξαμένη ὑποζύγιόν τε καὶ οἰκητήριον γενήσῃ διὰ πίστεως τοῦ σοι

ἐνανακλίνεσθαι μέλλοντος διὰ τῆς ἐν σοὶ κατοικήσεως· τοῦ γὰρ αὐτοῦ καὶ

θρόνος ἔσῃ καὶ οἶκος γενήσῃ.

Τάχα δ’ ἄν τις εἴποι τὴν τοῦ Παύλου ψυχὴν ἢ εἴ τις ἄλλη γέγονε κατ’

ἐκείνην τῶν τοιούτων ἀξιοῦσθαι | ῥημάτων· ἐκεῖνος γὰρ σκεῦος ἐκλογῆς

ἅπαξ γενόμενος καὶ ἐφ’ ἑαυτοῦ καὶ ἐν ἑαυτῷ εἶχε τὸν κύριον ἐν μὲν τῷ

βαστάζειν αὐτοῦ τὸ ὄνομα ἐναντίον ἐθνῶν καὶ βασιλέων ἵππος γενόμενος, ἐν

δὲ τῷ μηκέτι αὐτὸν ζῆν, ἀλλ’ ἐν ἑαυτῷ δεικνύειν ζῶντα ἐκεῖνον καὶ δοκιμὴν

διδόναι τοῦ ἐν αὐτῷ λαλοῦντος Χριστοῦ οἶκος περιληπτικὸς τῆς ἀπεριλήπτου

γενόμενος φύσεως.



Δεν υπάρχουν σχόλια: