Σάββατο 13 Αυγούστου 2022

Ο ΜΗΔΕΝΙΣΜΟΣ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΝΙΤΣΕ - Michael Gillespie (28)

 Συνέχεια από: Παρασκευή 12 Αυγούστου

Nihilism Before Nietzsche

Michael Allen Gillespie

Μετάφραση: Γιώργος Ν. Μερτίκας

ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Ο FICHTE ΚΑΙ Η ΣΚΟΤΕΙΝΗ ΝΥΧΤΑ ΤΟΥ ΝΟΟΥΜΕΝΟΥ ΕΓΩ

Η ολιστική πολιτική της ελευθερίας

Όπως θα δούμε, η φιχτιανή ιδέα περί ελευθερίας άσκησε μεγάλη επιρροή στον πρώιμο γερμανικό ρομαντισμό, στον αριστερό εγελιανισμό και στον ρωσικό μηδενισμό, καθένας από τους οποίους με τον τρόπο του διακήρυσσε μια πολιτική ελευθερίας. Ο χαρακτήρας αυτής της πολιτικής, ωστόσο, είναι ήδη εμφανής στην πολιτική φιλοσοφία του Fichte.

Μολονότι η σκέψη του Fichte γύρω από πολιτικά ζητήματα παρουσίασε αξιόλογη μεταβολή, από την πρώιμη αφοσίωσή του στις αρχές της Γαλλικής Επανάστασης μέχρι την οψιμότερη προάσπιση ενός υπεργερμανικού εθνικισμού, πάντοτε επιδίωκε μια πολιτική που θα πραγμάτωνε το όραμά του περί απόλυτης ελευθερίας. Ωστόσο ποτέ δεν πείστηκε ότι ανακάλυψε μια τέτοιου είδους πολιτική. Τα ακραία μέτρα που υιοθέτησε στην πορεία της έρευνάς του αποτελούν ένδειξη των κινδύνων που εγκυμονεί η πραγμάτωση μιας τέτοιας ιδέας περί ελευθερίας.

Ενώ η "Επιστήμη της γνώσης" εξετάζει την ελευθερία από την προοπτική του απόλυτου εγώ, αυτό το εγώ παραμένει εκκρεμές στην καθημερινή εμπειρία του κόσμου. Η πρακτική ζωή χαρακτηρίζεται από την αντιπαράθεση του εμπειρικού εγώ και του ουκ εγώ, των μεμονωμένων ανθρώπινων όντων και της φύσης. Κάθε άτομο ωθείται από τον έμφυτο πόθο για ελευθερία και επιχειρεί να αποδείξει ότι ο εξωτερικός κόσμος είναι απλώς έκφραση της δικής του δημιουργικής βούλησης. Γι' αυτό αγωνίζεται να απελευθερωθεί από όσους περιορισμούς τίθενται από το ουκ εγώ και να γίνει απόλυτο. Για να το θέσουμε διαφορετικά, καθένας επιδιώκει να πραγματώσει την καθολική ουσία της ανθρωπότητας μέσα στον εαυτό του.

Το άτομο, ωστόσο, δεν θα επιτύχει έναν τέτοιου είδους μετασχηματισμό από μόνο του. Στην πραγματικότητα, σύμφωνα με τον Fichte, δεν μπορεί καν να αποκτήσει αυτεπίγνωση και να αναγνωρίσει τον εαυτό του ως εγώ, δηλαδή ως ελεύθερο ον, με βάση τις δικές του δυνάμεις. Η αυτοσυνείδηση στηρίζεται στη συνάντηση με κάποια άλλη ελεύθερη συνείδηση. Η συνείδηση κατά πρώτον είναι ό,τι αντιλαμβάνεται. Αρχικά αντιμετωπίζει το ουκ εγώ, τον ανελεύθερο κόσμο της φύσης, και αφομοιώνεται από αυτόν. Μπορεί να αποκτήσει συνείδηση του εαυτού της ως ελεύθερου όντος εφ' όσον συναντήσει κάποιο ον το οποίο είναι συγχρόνως ελεύθερο και έτερο, δηλαδή μέσω της συνάντησης με ένα άλλο εγώ (NR, SW, 3:29, 4:218). Αυτό το άλλο εγώ είναι κάποιο εσύ, κάποιος άλλος ο οποίος είναι σαν εμάς. Σε αντίθεση με τον Rousseau, ο Fichte πιστεύει ότι «ο άνθρωπος δεν μπορεί παρά να ζει κοινωνικά· θα ζει κοινωνικά· δεν είναι ένα ολοκληρωμένο, ακέραιο ανθρώπινο ον και αντιφάσκει προς τον εαυτό του όποτε ζει απομονωμένος» (BG, SW, 6
:306)

Όταν, λοιπόν, αναγνωρίζει κανείς ότι είναι ελεύθερος, αναγνωρίζει ταυτοχρόνως την ελευθερία των άλλων. Σε αντιδιαστολή με τον Hegel, το άτομο δεν χρειάζεται να αποδείξει την ελευθερία του αποδεικνύοντας ότι όλοι οι άλλοι είναι ανελεύθεροι. Το εγώ επιβεβαιώνεται σε αντίθεση προς το ουκ εγώ κατακτώντας το και καθυποτάσσοντάς το ως ιδιοκτησία του, όμως δεν μπορεί να μεταχειρίζεται άλλα άτομα ως ιδιοκτησία του, ως απλά μέσα, αλλά πρέπει να τα αντιμετωπίζει ως αυτοσκοπό. Ενδέχεται να αντιμετωπίζει τους άλλους ως μέσα εφ' όσον αρνείται ότι είναι ελεύθερα όντα, αλλά μια τέτοιου είδους άρνηση είναι επίσης άρνηση και της δικής του ελευθερίας.

Ωστόσο δεν είναι όλοι οι άνθρωποι ικανοί για ελευθερία, γιατί πολλοί καθορίζονται από το ουκ εγώ με τη μορφή της φυσικής επιθυμίας. Ήδη στην πρώτη εισαγωγή της "Επιστήμης της γνώσης" ο Fichte υποστήριζε ότι υπάρχουν δύο είδη ανθρώπινων όντων, όσοι έχουν συνείδηση της ελευθερίας και όσοι δεν έχουν (WL, SW, 1:433· SK, 15). Μόνο οι πρώτοι ενεργούν σταθερά σύμφωνα με την ηθική βούλησή τους. Οι άλλοι πρέπει να εξαναγκαστούν να ενεργούν ηθικά. Ο Kant υποστηρίζει ότι υποχρεούμαστε ηθικά να αντιμετωπίζουμε κάθε άνθρωπο ως αυτοσκοπό. Ο Fichte μετριάζει αυτή την τοποθέτηση. Πιστεύει ότι οφείλουμε ηθικά να αντιμετωπίζουμε κάθε άνθρωπο ως αυτοσκοπό εφ' όσον είναι πράγματι αυτοσκοπός, δηλαδή ελεύθερο ον, και ότι οφείλουμε επίσης να βοηθάμε τους άλλους να γίνουν ελεύθεροι απελευθερώνοντάς τους από την τυραννία του ουκ εγώ. Επομένως ο καταναγκασμός μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να τροποποιηθεί η συμπεριφορά όσων ατόμων ορμώνται από ιδιοτροπία (Willkür) μάλλον παρά από την ηθική βούληση.

Εν τούτοις η ηθικότητα για τον Fichte δεν είναι πολιτική. Μάλιστα, διευρύνει το χάσμα που άνοιξε ο Kant ανάμεσα στην ηθικότητα και στην πολιτική. Υιοθετεί την άποψη του Kant ότι η ηθικότητα είναι η σφαίρα της ελευθερίας και η πολιτική είναι η σφαίρα της επιθυμίας, αλλά απορρίπτει το συμπέρασμά του ότι η ελευθερία δεν έχει τη δύναμη να αλλάξει τον κόσμο. Στην πραγματικότητα, η ελευθερία μπορεί να μεταμορφώσει τον άνθρωπο και τον κόσμο και να καταστήσει περιττή την πολιτική. Στην πρώτη περίοδο της Γαλλικής Επανάστασης ο Fichte πίστευε ότι ήταν επικείμενος ένας τέτοιος ριζικός μετασχηματισμός, αλλά διαπίστωσε τελικά ότι στην καλύτερη περίπτωση επρόκειτο για ένα μακροπρόθεσμο πρόταγμα. Διαπίστωσε επίσης ότι η ίδια η πολιτική έπαιζε σημαντικό ρόλο, μια και βοηθούσε να υλοποιηθεί αυτός ο μετασχηματισμός. Η πολιτική εξουσία, ωστόσο, θα ήταν νόμιμη μόνο ως σύστημα δικαίου, και ένα τέτοιου είδους σύστημα πρέπει να βασίζεται στην ελευθερία.

Η πολιτική ελευθερία, ωστόσο, δεν μπορεί να είναι απόλυτη, επειδή όσοι ορμώνται από την επιθυμία δεν είναι βέβαιο ότι θα αντιμετωπίσουν τους άλλους ως αυτοσκοπό. Πρέπει να περιοριστούν. Εφ' όσον δεν υπάρχουν a priori μέσα για να διαχωρίσουμε αυτούς τους ανθρώπους απ' όσους υπακούν στην ηθική βούλησή τους, κάθε άνθρωπος πρέπει να υποψιάζεται τους υπολοίπους και να προστατεύεται από αυτούς. Το αποτέλεσμα είναι ένας πόλεμος όλων εναντίον όλων. Τα ορθολογικά άτομα, σύμφωνα με τον Fichte, θα συναινέσουν μόνο σε εκείνη την πολιτική τάξη που εγγυάται ότι δεν θα απειληθεί κάποια στιγμή στο μέλλον η ελευθερία κανενός από τις ιδιοτροπίες των υπολοίπων. Ως εκ τούτου η κοινοτική ζωή ελεύθερων όντων απαιτεί να περιοριστεί η αυθαίρετη ελευθερία όλων των ατόμων εν γένει. Η ελευθερία, λοιπόν, διασφαλίζεται με ολοκληρωτική διοίκηση και ολοκληρωτική εκπαίδευση. Το κράτος του Fichte είναι κατ' ανάγκην ολοκληρωτικό.


Για τον Fichte το κράτος είναι δημιούργημα της ανθρώπινης βούλησης και καθιδρύεται με καθολική συναίνεση. Σε αντιδιαστολή με τον ηθικό νόμο, που είναι δεσμευτικός για το σύνολο των ατόμων, οι αρχές του δικαίου που καθιδρύονται από το κράτος περιορίζουν μόνο όσους τις αποδέχονται ελεύθερα. Η βούληση η οποία καθιδρύεται με αυτό τον τρόπο είναι παρόμοια με τη γενική βούληση του Rousseau και καθυποτάσσει τη βούληση του ατόμου στη γενική ηθική βούληση της κοινότητας σε αντίθεση όμως με τον Rousseau, ο Fichte υποστηρίζει ότι το άτομο έχει το δικαίωμα να αποχωρήσει όποτε θέλει. Το κράτος υπ' αυτή την έννοια είναι για τον Fichte εθελοντική σύμπραξη.

Το κράτος αποβλέπει στην πραγμάτωση της ανθρώπινης ελευθερίας μέσω της καταστροφής του ουκ εγώ. Ο βασικός τρόπος με τον οποίο επιτυγχάνεται αυτός ο σκοπός είναι μέσω του θεσμού της ιδιοκτησίας. Για τον Fichte η ιδιοκτησία είναι Eigentum, ό,τι είναι δικό μου, και υποτάσσεται στο εγώ. Η αντίληψη της ιδιοκτησίας στον Fichte διαφέρει, ωστόσο, σε πολλά σημεία από τη δική μας. Ο σκοπός της ζωής, σύμφωνα με τον Fichte, δεν είναι η ικανοποίηση ή η ευτυχία, αλλά η ελευθερία, και αυτή δεν χρειάζεται συγκεκριμένα πράγματα αλλά το δικαίωμα για ελεύθερη, απρόσκοπτη δραστηριότητα. Άρα το δικαίωμα ιδιοκτησίας δεν είναι το δικαίωμα για κατοχή φυσικών πραγμάτων, αλλά το δικαίωμα του καθένα στις δικές του δυνάμεις και επιδιώξεις (NR, SW, 3:210· SW, 6:117-118, 177-178). Τα φυσικά αντικείμενα ίσως είναι αναγκαία γι' αυτό τον σκοπό, αλλά η ιδιοκτησία τους είναι πάντοτε υπό αίρεσιν και περιορίζεται από τις ανάγκες άλλων για ιδιοκτησία προκειμένου να ασκήσουν τις δικές τους δυνάμεις. Η ιδιοκτησία είναι, λοιπόν, βασική για το άτομο με τον ίδιο τρόπο που είναι η ελευθερία για το εγώ (BG, SW, 6:292). Είναι ελευθερία σε συγκεκριμένη μορφή.

Ως θεμέλιο της ελευθερίας, η ιδιοκτησία δεν είναι δυνατόν να εγκαταλειφθεί στον καθορισμό της αγοράς, διότι η αγορά καθορίζεται από το ουκ εγώ, από την τυφλή μηχανική αναγκαιότητα. Δεν είναι τίποτε άλλο από τη σφαίρα της επιθυμίας, της ανελευθερίας. Η κυβέρνηση πρέπει να ρυθμίζει την οικονομία και τα επαγγέλματα έτσι ώστε να είναι ασφαλής η ελεύθερη άσκηση των δυνάμεων του ατόμου και να οργανώνεται η κοινωνία για την τεχνολογική κατάκτηση της φύσης. Αυτοί είναι για τον Fichte οι σκοποί του κλειστού εμπορικού κράτους. Αυτό το κράτος συντονίζει όλους τους διαφορετικούς τομείς της οικονομίας. Ελέγχει το μέγεθος και τη δραστηριότητα των ποικίλων επιτηδευμάτων, επιτρέποντας στο άτομο να επιλέξει το δικό του επάγγελμα. Ωστόσο δεν εγγυάται ότι θα είναι ικανό να ασκήσει αυτό το επάγγελμα. Εκτός του ότι ελέγχει το μέγεθος και τις δραστηριότητες των ποικίλων επιτηδευμάτων, το κράτος επίσης έχει το δικαίωμα να ελέγχει το εισόδημα και τις δαπάνες των μελών του, να προλαμβάνει την αποδιοργάνωση της εργασίας και την ανεργία που δημιουργεί η ελεύθερη έκφραση των καταναλωτικών προτιμήσεων. Επιπροσθέτως, για να καταστεί εφικτή αυτή η ελεγχόμενη οικονομία, το κράτος, σύμφωνα με τον Fichte, μπορεί, και μάλιστα πρέπει, να αποκλείσει το εξωτερικό εμπόριο και να απομονώσει την κοινωνία από την παγκόσμια οικονομία.

Εκ πρώτης όψεως αυτή η μεγάλη εμπιστοσύνη στον καταναγκασμό φαίνεται να υπονομεύει τον στόχο του Fichte για καθολική ανθρώπινη χειραφέτηση, αλλά από την προοπτική του Fichte αυτό το συμπέρασμα είναι λανθασμένο, γιατί ο καταναγκασμός χρησιμοποιείται ενάντια μόνο στο ουκ εγώ και όχι στο εγώ, ενάντια στην ανελευθερία και όχι στην ελευθερία. Δευτερευόντως, πρόκειται για τη χρήση καταναγκασμού ενάντια στη φύση, όπως εκδηλώνεται ως ιδιοτροπία ή επιθυμία μέσα στο μεμονωμένο ανθρώπινο ον. Συνεπώς η ανθρωπιά μας δεν περιορίζεται αλλά διαπλάθεται ελεύθερα. Με ρουσσωική διατύπωση, εξαναγκαζόμαστε να είμαστε ελεύθεροι.


Ακόμη κι αν ένας τέτοιου είδους καταναγκασμός συμβιβάζεται με την ελευθερία, είναι λογικό να αναρωτηθεί κανείς εάν ο Fichte δεν είναι υπερβολικά αισιόδοξος όσον αφορά την ηθικότητα των ηγετών οι οποίοι θα οδηγήσουν τους ανθρώπους στην ελευθερία. Πώς είναι δυνατόν να είμαστε βέβαιοι ότι αυτοί δεν θα ενεργούν αυθαίρετα; Τι τους εμποδίζει να γίνουν τύραννοι, οι οποίοι θα χρησιμοποιούν τις τεράστιες, ολοκληρωτικές δυνάμεις του κράτους για να ικανοποιήσουν τις δικές τους επιθυμίες με πρόσχημα τη διασφάλιση της ανθρώπινης ελευθερίας; Ο Fichte αντιτίθεται στον διαχωρισμό των εξουσιών που χρησιμοποιείται σε τέτοιες περιστάσεις για να αποτραπούν αυτά τα είδη καταχρήσεων. Στην πρώιμη σκέψη του υποστήριξε ότι ο νοσφισμός μπορεί να αποφευχθεί με την ίδρυση κάποιου Εφορείου το οποίο θα επιβλέπει τους άρχοντες, αλλά σταδιακά κατέληξε να παραδεχθεί ότι ένας τέτοιος θεσμός θα ήταν αναποτελεσματικός. Τέτοιοι οργανωτικοί περιορισμοί εμποδίζουν τις εξουσίες του κράτους να πράξουν σωστά. Εν πάση περιπτώσει, ο Fichte τελικά πείστηκε ότι τέτοιου είδους περιορισμοί δεν είναι αναγκαίοι, επειδή η άρχουσα τάξη θα είναι ένας οργανισμός ευγενών λογίων πραγματικά αφοσιωμένων στην υπόθεση της ελευθερίας.

Τα θεμέλια της πολιτικής θεωρίας του Fichte είναι η επιχειρηματολογία του για την κυριαρχία των λογίων. Πράγματι, αυτή η τάξη καθιστά εφικτό το κράτος του. Ο σκοπός της καθολικής ανθρώπινης χειραφέτησης απαιτεί τη σαφή διοίκηση των πραγμάτων και τη συνολική εκπαίδευση των ανθρώπινων όντων. Η τελευταία είναι το κλειδί για να υπερβούμε την αντίφαση ανάμεσα στην ανθρώπινη ελευθερία και στον καθολικό καταναγκασμό. Η τάξη των λογίων είναι καθοριστική γι' αυτό το σύστημα εκπαίδευσης όχι μόνο επειδή αυτοί κατέχουν την απαραίτητη τεχνική γνώση για να το δημιουργήσουν, αλλά επειδή αυτοί και μόνο έχουν τον απαιτούμενο ηθικό χαρακτήρα για να θέσουν σε πρώτη μοίρα το γενικό καλό σε σχέση με το δικό τους, προσωπικό συμφέρον. Ο λόγιος ενσαρκώνει τον σκοπό της καθολικής ελευθερίας, την οποία επιδιώκει να καθιδρύσει για όλα τα ανθρώπινα όντα. «Στη θεϊκή ιδέα [ο λόγιος] κομίζει με τον εαυτό του τη μορφή της μελλοντικής εποχής που μία των ημερών πρέπει να πραγματωθεί [...]. Είναι δουλειά του λογίου επομένως να παρέμβει σε αυτό τον αγώνα προκειμένου να συμφιλιώσει τη δραστηριότητα με την καθαρότητα της ιδέας [σε κάποια νέα εποχή]» (SW, 6:350-403). Βλέπει καλύτερα το μέλλον και άρα κατανοεί καλύτερα τι πρέπει να γίνει ώστε να προαχθεί ο σκοπός της καθολικής ελευθερίας (BG, SW, 6:331-334). Η ηθική ανωτερότητα αυτής της τάξης είναι προϊόν των δραστηριοτήτων της. Οι λόγιοι διαθέτουν πολύ γενικότερη προοπτική επειδή δεν υπόκεινται στον κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας, που παράγει μονοδιάστατα ανθρώπινα όντα. Συγκροτούν επομένως ό,τι αργότερα ο Hegel επρόκειτο να αποκαλέσει γενική ή καθολική τάξη.

Στην πρώιμη σκέψη του ο Fichte φαντάζεται πως το όραμα μιας άρχουσας τάξης λογίων είναι κατ' ουσίαν εξισωτικό, διότι η ανισότητα ανάμεσα σε αυτή την τάξη και στο υπόλοιπο της κοινωνίας είναι αποτέλεσμα του σεβασμού των μαζών για τον λόγιο. Στην οψιμότερη σκέψη του όμως ο Fichte προοδευτικά καταλήγει να αποδεχθεί τον ουσιαστικό ελιτισμό αυτής της αντίληψης και απονέμει στους λογίους ιδιαίτερη κοινωνική θέση και ελευθερία ως αποτέλεσμα της ηθικής ανωτερότητάς τους. Παρ' όλο που αυτή η τάξη είναι ελίτ, διαφέρει σημαντικά από την παλαιά αριστοκρατία, για τί είναι μέρος μιας νέας οργανικής κοινωνικής δομής, σε αντίθεση με τη σωματειακή κατάτμηση του ancien régime. Η ηθική ισότητα όλων των ανθρώπων επιτρέπει την κοινωνική ανισότητα που βασίζεται σε λειτουργικές ανάγκες της αλληλεπίδρασης και του συντονισμού μεταξύ των ανθρώπων.

Για τον Fichte ο σκοπός της δικαιοσύνης και της διακυβέρνησης είναι η καθίδρυση της οικουμενικής ηθικής ελευθερίας, όπου η ιδιαίτερη φυσική βούληση κάθε ατόμου καθυποτάσσεται στη γενική βούληση του απόλυτου εγώ. Αυτό θα επιτευχθεί εφ' όσον εξαλειφθεί το ουκ εγώ μέσω των συλλογικών προσπαθειών της ανθρωπότητας. «Αυτός ο πόλεμος [ενάντια στη φύση] δεν θα τελειώσει ποτέ, εκτός κι αν γίνουμε θεοί αλλά μπορούμε και οφείλουμε να καταστήσουμε την επήρεια της φύσης όλο και πιο ανίσχυρη, την αρχή του Λόγου όλο και πιο ισχυρή [...], ό,τι το άτομο δεν είναι σε θέση να κάνει γίνεται εφικτό με τις ενωμένες δυνάμεις του συνόλου. Καθένας μάχεται ατομικά, όμως η εξασθένηση της φύσης επέρχεται μέσω του συλλογικού αγώνα, και η νίκη που το κάθε άτομο επιτυγχάνει από την πλευρά του αφορά το σύνολο» (BG, SW, 6:315-317).

Ο πρακτικός στόχος του Fichte είναι η ριζοσπαστικοποίηση του καρτεσιανού και βακώνειου προτάγματος για την κατάκτηση της φύσης, που δεν έχει ως σκοπό του το φυσικό ευ ζην των μεμονωμένων ανθρώπινων όντων αλλά την πλήρη απελευθέρωση της ανθρωπότητας από τη φύση και την επακόλουθη καθίδρυση μιας σφαίρας οικουμενικής ανθρώπινης ελευθερίας και ισχύος. Αυτός ο στόχος για τον Fichte θα επιτευχθεί από την οργανωμένη μάζα των εργαζομένων, υπό την ηγεσία κάποιας εκπαιδευμένης ελίτ λογίων. Ο στόχος της πολιτικής δεν είναι, λοιπόν, η διατήρηση της ύπαρξης ή η ευδαιμονία, αλλά η απελευθέρωση από τη φύση, και αυτό σημαίνει την εσωτερική απελευθέρωση από τη φύση, δηλαδή από την επιθυμία για διατήρηση και ευδαιμονία. Μολονότι αυτό το πολιτικό πρόταγμα απαιτεί τον καταναγκασμό, καθώς η κοινωνία εξελίσσεται και το ουκ εγώ παίζει όλο και μικρότερο ρόλο στην ανθρώπινη ζωή, η ανάγκη για καταναγκασμό θα μειώνεται. Σε αντίθεση με τους ανθρωπιστές συγχρόνους του, ο Fichte πιστεύει ότι η χρυσή εποχή δεν αναφέρεται στο παρελθόν αλλά στο μέλλον και μπορεί να πραγματωθεί μέσω του ελέγχου και της καθυπόταξης της φύσης από την επιστήμη και την τεχνολογία (BG, SW, 6:335-346). Κατ' ουσίαν αυτός ο τελικός στόχος της ηθικής ελευθερίας είναι το μοναδικό πράγμα το οποίο δικαιολογεί τον καταναγκασμό, που είναι εγγενής στην πολιτική του Fichte.

Στην όψιμη σκέψη του ο Fichte προασπίστηκε μια μορφή υπερεθνικισμού επειδή κατέληξε να πιστεύει ότι η αγάπη για την πατρώα γη ίσως θα μπορούσε να αντικαταστήσει τον καταναγκασμό ως μέσο για κοινωνικό και ηθικό μετασχηματισμό. Με τη διαμόρφωση μιας εξισωτικής εθνικής κοινότητας βασιζόμενης στον πατριωτισμό ο Fichte προσδοκούσε επίσης να υπερβεί την αντίθεση ανάμεσα στην ελίτ και στη μάζα που χαρακτήριζε την πρωιμότερη σκέψη του. Ακόμη κι αν ο πατριωτισμός μείωνε την ανάγκη για εσωτερικό καταναγκασμό με την ευρύτερη έννοια, εν τούτοις αυτός ο πατριωτισμός ήταν δυνατόν να εδραιωθεί και να διατηρηθεί από ένα ακόμη πιο ολοκληρωτικό σύστημα εκπαίδευσης. Το κράτος, για παράδειγμα, θα έπρεπε να χωρίζει τα παιδιά από τους γονείς σε μικρή ηλικία και να τους επιβάλλει υποχρεωτική εκπαίδευση και στρατιωτική θητεία (RDN, SW, 7:428-444).

Κάθε έθνος, σύμφωνα με τον Fichte, έχει τον δικό του χαρακτήρα και το δικό του σύστημα δικαίου. Η ίδια η ιστορία πρέπει να κατανοείται με βάση αυτούς τους εθνικιστικούς όρους. Πράγματι, στην Επιστήμη του κράτους ο Fichte εντοπίζει την προέλευση της διάκρισης ανάμεσα σε όσους είναι ικανοί για ελευθερία και σε όσους καθορίζονται από τη φύση στη διαφορετική φυλετική καταγωγή (SW, 4:470-477, 489-496). Από αυτή την άποψη η κοινωνία έχει την προέλευσή της στην ένοπλη δύναμη που υποστηρίζεται από τον πνευματικό τρόμο μιας ανώτερης φυλής υπό την ηγεσία θεϊκά εμπνευσμένων δικτατόρων (Zwingherren) (RDN, SW, 7:565, 576). Αυτή η φυλή αποβλέπει στην ανθρώπινη απελευθέρωση και είναι ιερό της καθήκον να καταναγκάζει τους υπολοίπους. Ο Fichte υποστήριζε ότι η επιτέλεση αυτού του καιθήκοντος σε κάθε εποχή είναι ευθύνη κάποιου συγκεκριμένου έθνους και πίστευε ότι στην εποχή του η Γερμανία ήταν ο κληρονόμος αυτού του πεπρωμένου.

Αυτή η θεώρηση δεν είναι απλώς σοβινιστική. Για τον Fichte ο θρίαμβος της Γερμανίας είναι προς όφελος της ανθρωπότητας. Το γερμανικό έθνος είναι για το ανθρώπινο είδος ό,τι είναι η λόγια τάξη για κάποια δεδομένη κοινωνία, δηλαδή ο φορέας της ελευθερίας που δημιουργεί ορθολογική κοινωνική και πολιτική τάξη. Η Γερμανία όταν διεκδικεί τη μοναδική δημιουργική ελευθερία της απλώς ακολουθεί τον καθολικό ηθικό νόμο (RDN, SW, 7:277-295). Το γερμανικό έθνος είναι επομένως ο σωτήρας της γης: «Εάν καταποντιστεί, καταποντίζεται μαζί του και η ανθρωπότητα, χωρίς ελπίδα για μεμονωμένη επανάκαμψη» (RDN, SW, 7:499· πρβλ. 7:486, 503). Η εθνική αυτοεπιβεβαίωση σε αυτή την προοπτική είναι κάποιο είδος ανθρωπισμού και ο καλός πατριώτης είναι ο καλός κοσμοπολίτης (SW, 7:571-573).

Η πολιτική φιλοσοφία του Fichte αντανακλά τον ηθικιστικό ουτοπισμό της "Επιστήμης της γνώσης". Ο Fichte ανα γνωρίζει την προφανή αντίφαση ανάμεσα σε αυτό το ουτοπικό στοιχείο και στους πρακτικούς στόχους της σκέψης του, αλλά πιστεύει ότι αναπληρώνεται από το ενδεχόμενο να προσεγγίσουμε στο μέγιστο δυνατό βαθμό το ιδεώδες. Αυτή η τροποποίηση, ωστόσο, δεν μειώνει τον πρακτικό κίνδυνο μιας τέτοιας προσέγγισης. Ο Fichte εικάζει ότι η φύση ή το ουκ εγώ διαπλάθεται απεριόριστα από την ανθρώπινη βούληση. Ωστόσο, εάν αποδειχτεί ότι η φύση, και ειδικά η ανθρώπινη φύση, αντιστέκεται στην αλλαγή περισσότερο απ' ό,τι πιστεύει ο Fichte, τότε ίσως είναι αναγκαία ένας μεγαλύτερος καταναγκασμός και η τυραννία. Εξ άλλου η τυραννία δικαιώνεται ηθικά, αφού τα βασανιστήρια ερμηνεύονται ως μέσο για χειραφέτηση. Πράγματι, εάν λάβουμε υπ' όψιν ότι ο Fichte παραδέχεται πως ο στόχος του ηθικού αγώνα δεν επιτυγχάνεται ποτέ, τότε είναι πιθανή μια τέτοια έκβαση. Μολονότι το ολοκληρωτικό στοιχείο είναι εμφανέστερο στην οψιμότερη εθνικιστική σκέψη του, με έμφαση στους ανώτερους λαούς, που έχουν το ιερό καθήκον να σώσουν την ανθρωπότητα, και στους δικτατορικούς ηγέτες, οι οποίοι είναι απεσταλμένοι του Θεού, δεν παύει να υφίσταται στην πρωιμότερη, και περισσότερο σοσιαλιστική, σκέψη του. Όπως θα δούμε, είναι μία πλευρά της αντίληψης για την ελευθερία και την απόλυτη βούληση που γίνεται ευρύτερα αποδεκτή κατά τη διάρκεια του δέκατου ένατου αιώνα.

Ο Fichte και η ανάπτυξη του μηδενισμού

Είναι γενικά αποδεκτό ότι ο μηδενισμός έχει τις ρίζες του στα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα. Ωστόσο η κρίσιμη καμπή η οποία οδηγεί στον μηδενισμό του δέκατου ένατου και του εικοστού αιώνα αρχίζει τη στιγμή που ο Fichte απορρίπτει την αντίληψη του Διαφωτισμού για τον Λόγο χάριν ενός απόλυτου υποκειμενισμού, ο οποίος επιχειρεί να παράγει τον Λόγο εν γένει από την άπειρη βούληση του απόλυτου εγώ. Αυτή η απόρριψη οδηγεί στη σκοτεινή νύχτα του νοούμενου εγώ και στην εξύμνηση του αγώνα και του πόθου που αποτελλούν την έκφραση αυτής της υποσυνείδητης βούλησης. Μολονότι ο Fichte στηρίχθηκε στη σκέψη του Descartes και του Kant, τελικά επέλεξε μια διαφορετική και πιο επικίνδυνη κατεύθυνση. Αυτή η κατεύθυνση οδηγεί, όπως διαπίστωσε ο Jacobi, στον θάνατο του Θεού και στη θεοποίηση του ανθρώπου.

Η ιστορία της επίδρασης του Fichte γενικά παρέμεινε αδιερεύνητη. Στα επόμενα κεφάλαια θα προσπαθήσουμε να καταδείξουμε τη σπουδαιότητά του για την ανάπτυξη του μηδενισμού. Η νεοτερικότητα άρχισε με το εγχείρημα του Descartes να κατασκευάσει έναν προμαχώνα ενάντια στον παντοδύναμο, και άρα υπεράνω του ορθολογισμού, Θεό. Για να οικοδομηθεί αυτός ο προμαχώνας, ωστόσο, ο Descartes έπρεπε να προσδώσει μια παρόμοια παντοδυναμία και ανορθολογικότητα στον άνθρωπο. Αυτή ήταν η ελευθερία της ανθρώπινης βούλησης. Ο Rousseau και ο Kant κατέστησαν αυτό το στοιχείο σαφές και θεμελιώδες για τον άνθρωπο. Με τον Fichte, όμως, γίνεται για πρώτη φορά φιλοσοφικά επαναστατικό και στρέφεται ενάντια σε κάθε πραγματικότητα, στο όνομα της απόλυτης ελευθερίας και παντοδυναμίας. Αυτή η φιλοσοφική επανάσταση αναγγέλλει και συνάμα διαμορφώνει τις κοινωνικές και πολιτικές επαναστάσεις του δέκατου ένατου και του εικοστού αιώνα. Στο τέλος της νεοτερικότητας ο άνθρωπος αφυπνίζεται από το παρατεταμένο όνειρο της ελευθερίας και του Λόγου, για να ανακαλύψει ότι έγινε το τέρας που ήθελε να σκοτώσει.

Τέλος 3ου κεφαλαίου

4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Oi Germanoi stin filosofia den to eixan pote. Einai protoi sto na ftiaxnoun aytokinita exoun poly spoudaio podosfairo ego mia zoi apo eyropaikes omades eimai Bayern exoun vgalei kai kapoies kouklares fotomodela pou boroun na kolasoun pros megali ekplixi kai arximandriti pou 99 tois 100 kolazontai me agorakia i me naytes analoga tin mentalite alla stin politiki kai stin filosofia pantote ysterousan. AM

amethystos είπε...

Υστερούμε καί εμείς μαζί φίλε.Αυτή η φιλοσοφία καί η θεολογία πού προέκυψε κυριαρχεί. Ανέδειξαν τήν κατηγορία τής ποιότητος σάν τήν ουσία τής ζωής καί τήν κράτησαν γιά τόν εαυτό τους. Κάθε τι γερμανικό έχει τήν εγγύηση τής ποιότητος Ολα τά υπόλοιπα είναι ποσότητες. Καί πώς επιβάλλεται αυτή η γερμανική ποιότητα;Μέ σύστημα καί μέθοδο. Ενώ οι κατασκευές τής ποσότητος γίνονται με τήν μίμηση τών γερμανών θεών(όπως η μίμηση χριστού γέννησε τόν τύπο, τήν σημερινή συνείδηση, γνωρίζω καί ταυτόχρονα έχω συνείδηση ότι ,εγώ, γνωρίζω) ή μέ τήν τύχη.

Ανώνυμος είπε...

Asxeto me tin anartisi alla sxetiko me ta kamomata tou Elpidoforou. Esy Amethyste pou eisai palios sigoura xereis to klasiko anekdoto. Paei kapoios sta grafeia tis Mitropolis kai zitaei gia kapoio thema ton mitropoliti. Tou leei o fylakas oti o mitropolitis xaplonei. Leei o episkeptis. Oste o Sevasmiotatos einai stis agales tou Morfea. Kai tou apantaei o fylakas. Orfeas Morfeas den xero pantos naytis einai. AM

amethystos είπε...

Πολύ ωραίο φίλε.Αγάπες, λένε.Οι καυμοί τής θάλασσας. Δέν βρήκε λιμάνι ο άμοιρος καί όσοι άμοιροι,τούς ξέρει ο λαός καί ρίχνονται σέ ξένες αγκαλιές.