Τετάρτη 14 Φεβρουαρίου 2024

Χωρία στο έργο του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, που εμπεριέχουν τους όρους «φαντασία» και τα παράγωγα του.

Χωρία στο έργο του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, που εμπεριέχουν τους όρους «φαντασία» και τα παράγωγα του.

Πηγή των χωρίων είναι τα άπαντα του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά,

Έκδοση: Πατερικαί Εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς», Θεσσαλονίκη

Τα χωρία θα παρατεθούν με την σειρά εμφάνισης τους, στο πρωτότυπο και σε μετάφραση, διαχωρισμένα κατά τόμους. Θα παρατίθενται επίσης αποσπάσματα με τους εν λόγω όρους και από τις εισαγωγές και τα σχόλια
Τόμος 1, 1981
Εισαγωγή
Σελ. 49:
Τά βλεπόμενα δέ κατά την πνευματικήν έκείνην έμπειρίαν τής θεοπτίας δέν είναι φανταστικά σύμβολα, αλλά σύμβολα ουσιαστικά άνταποκρινόμενα είς τά πράγματα15 (Υπέρ ιερώς ησυχαζόντων 3, 1, 14)· Είς τήν τοιαύτην θεολόγησιν ώδηγήθη ο Παλαμάς διά τής διακρίσεως μεταξύ ούσίας καί ένεργειών τού Θεού, περί τής οποίας θά γίνη λόγος κατωτέρω.
Σελ. 53:
Τότε ό άνθρωπος αισθάνεται μίαν εσωτερικήν θέρμην, ώς τό πυρ καί ή αΰρα, τά όποια ο Ήλίας αναφέρει ώς σημεία τής έμφανίσεως του Θεού28 (Γ Βασιλειών, 19, 12), καί βλέπει τό θειον φώς”. Δέν είναι δέ τούτο φανταστικόν συμβολον, άλλα σύμβολον ουσιαστικόν, άνταποκρινόμενον εις τα πράγματα, ήτοι είς τάς ένεργείας του Θεού καί τήν υφειμένην θεότητα.

Περί εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος, Λόγος Β’

Σελ. 194:
7. ‘Ως άν δε και διεξοδικώτερόν πρός αυτούς άπαντήσωμεν, ει τό έμφύοημα του Κυρίου το Πνεύμα τό άγιον ήν, και ή αναπνοή λοιπόν ή έχρήτο, δι’ ής και τό έμφύσημα γέγονε, τό Πνεύμα τό άγιον ήν. Ούκούν ου καθ’ ημάς έγένετο άνθρωπος, άλλ’ η φαντασία, κατά την φαντασίαν των Ακέφαλων, η και πρίν άνθρώποις συναναστραφήναι την σαρκώδη φύσιν έξ αρχής είχεν ουτω πως συνισταμένην, κατά τήν Άπολιναρίον άνοιαν…
Σελ. 195:
7. Διά νά άπαντήσωμεν δέ πρός αυτούς καί λεπτομερέστερον, άν τό εμφύσημα του Κυρίου ήτο τό άγιον Πνεύμα, τότε καί ή άναπνοή τήν όποίαν έχρησιμοποίει καί διά της όποιας έγινε τό έμφύσημα, θά ήτο τά άγιον Πνεύμα. Επομένως δέν ήτο άνθρωπος, άπως ήμεις, άλλά ή ήτο φαντασία, κατά τήν φαντασίαν των Άκεφάλων, ή καί πριν συναναστραφή μέ τούς άνθρώπους είχεν άπό τήν άρχήν κατά παρόμοιον τρόπον συγκροτημένην τήν σαρκικήν φύσιν κατά τήν άνοιαν τοϋ Άπολιναρίου.[ΕΔΩ ΑΚΡΙΒΩΣ ΣΤΗΡΙΞΕ ΤΗΝ ΝΑΡΚΙΣΣΙΣΤΙΚΗ ΤΟΥ ΔΗΛΩΣΗ Ο ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ ΟΤΙ Ο ΙΕΡΕΥΣ ΔΙΑΤΑΖΕΙ ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ .ΔΙΑ ΤΗΣ ΣΤΟΧΑΣΤΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΚΑΙ ΟΛΑ ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΕΙΝΑΙ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΕΣ. ΕΙΝΑΙ Η ΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΚΛΗΡΙΚΑΛΙΣΜΟΥ ΚΑΙ Ο ΛΟΓΟΣ ΜΕ ΤΟΝ ΟΠΟΙΟ Ο ΚΛΗΡΟΣ ΜΕΤΑΛΛΑΣΣΕΙ ΤΟΥΣ ΠΙΣΤΟΥ ΣΕ ΠΡΟΒΑΤΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΙΔΙΟΥΣ ΣΕ ΠΟΙΜΕΝΕΣ. ΕΙΝΑΙ ΗΔΗ Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΦΙΛΙΟΚΒΕ ΚΑΙ Η ΜΙΣΗ ΕΝΩΣΗ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΑΠΙΚΟΥΣ.]

Α' Προς Ακίνδυνον

Σελ. 418:
Αψευδής δέ ούδέν ήττον άπόδειξις έστι, καί γάρ άναγκαία και έπί τών μοναδικών και άνεξαπάτητος μάλλον αυτη ή άπόδειξις. Επί γάρ των καθόλου γένοιτ’ άν μάλλον ή απάτη, διά τής φαντασίας θηρωμένης τής τοιαύτης άποδεί- ξεως, δυσξυμβλήτων τε καί δυσπεριλήπτων όντων πάντων των υποκειμένων..
Σελ. 419:
Δέν είναι δέ όλιγώτερον άψευδής απόδειξις, διότι είναι περισσότερον άναγκαία και έπί των μοναδικών καί ανεξαπάτητος αυτή ή απόδειξις. Διότι έπί μέν τών καθολικών θά ήτο δυνατόν νά συμβη περισσότερον αύτή ή απάτη, άφού ή τοιαύτη απόδειξις έπιδιώκεται διό τής φαντασίας, καθ' όσον όλα τά αντικείμενα είναι δυσνόητα καί δυσκατόληπτα.

Α' Προς Βαρλαάμ
Σελ. 482:
33. Τό γουν θείον, ώ θαυμάσιε, κρείττον παντός ύπάρχον νου και λόγου, και υπέρ την διαλεκτικήν έστιν, ύπεροχικώς γάρ έξήρηται φαντασίας τε και δόξης, και ύπέρ την άποδεικτικήν, έπαφή γάρ αύτού ούχ έστιν ούτε έπιστήμη, και όλως υπέρ τήν συλλογιστίκην πάσαν έφοδόν έστιν
Σελ. 483:
33. Τό θειον λοιπόν, ώ θαυμάσιε, έφ’ όσον είναι άνώτερον παντός νου καί λόγου, είναι καί ύπεράνω τής διαλεκτικής. διότι είναι ύπεροχικώς έξηρμένον φαντασίας καί γνώμης καί ύπεράνω τής διαλεκτικής' διότι δέν ύπάρχει έπαφή αύτού ούτε έπιστήμη καί γενικώς είναι ύπεράνω πάσης συλλογιστικής μεθόδου.

Β’ Προς Βαρλαάμ
Σελ. 524:
10. Εύγε· αλλ’ ανάσχου προοερωτώμενος υπό των δυσμαθών ήμών, καί τούτο γάρ ούκ άπό φιλοσοφίας* «ου τοίνυν έπιστήμη τέ έστι καί νόησις καί δόξα, φαντασία τε καί αίσθησις, τούτου εστίν είναι καί απόδειξις»; Πάνυ γε αν είπεν, έπεί καί τουτ’ ένεστι κάν τοις έκείνου λόγοις…
… Διονυσίου του μεγάλου λέγω, του τών θείων ονομάτων ύμνωδού, ος φησι τήν αύτοσοφίαν έξυμνών ώς «ο Θεός και διά γνώσεως γινώσκεται καί δι* άγνωσίας, και εστιν αύτού και νόησις καί λόγος καί έπιστήμη καί έπαφη καί αίσθησις καί δόξα καί φαντασία καί όνομα καί τάλλα πάντα».
Σελ. 525:
10. Εύγε. ’Αλλά ανέξου νά έρωτάσαι άπό ήμάς τούς δυσμαθείς, διότι καί τούτο δέν είναι ξένον πρός τήν φιλοσοφίαν' «όποιον λοιπόν ύπόκειται εις έπιστήμην καί νόησιν καί δοξασίαν, φαντασίαν καί αίσθησιν, αυτό είναι δυνατόν νά έχη καί άπόδειξιν»; Βεβαίως, θά έλεγεν, έπειδή καί τούτο ένυπάρχει εις τούς λόγους έκείνου…
527: γνωρίζεται καί δι’ άγνωσίας. και υπάρχει καί νόησις καί λόγος καί έπιστήμη καί έπαφή καί αίσθησις καί δόξα καί φαντασία καί όνομα αύτού, καί όλα τά άλλα»19.
Σελ. 547:
«Πώς λοιπόν», λέγει, «ό μέγας Διονύσιος λέγει περί του Θεου οτι δέν είναι ούτε έν»49; 'Αλλ' αύτά δέν τό λέγει διά ν' άναιρέση το έν, ώ βέλτιστε. Διότι παραγγελία αυτού είναι νά μή νομίζουν ότι αί άποφάσεις άντίκεινται είς τάς καταφάσεις έπί Θεού11. Έσύ δέ προφέρεις τό μή έν πρός άναίρεσιν του ένός, προσθέτων τήν άφάνταστον (στο πρωτότυπο: ασυνείκαστον) έκείνην αίτίαν ότι έάν κατ’ αίτίαν είναι έν,
Σελ. 574:
ώς καί τής κατά νουν αυτών θεωρητικής άποπληρώσεως άπεικονίσματα λέγειν τάς τών Ιερών Γραφών διεξοδικάς μαθητείας. Πόθεν ούν τούτο προπετώς φαντασθείς έξείπεν, έρονμεν ήμείς.
Σελ. 575:
ώστε τάς διεξοδικός διδασκαλίας τών ιερών Γραφών έχαρακτήρισεν άπεικονίσματα τής κατά νοϋν θεωρητικής όλοκληρώσεώς των. Άπό ποϋ λοιπόν έφαντάσθη τούτο καί τό έξέφρασε προπετώς, θά τό είπωμεν ήμείς.

Γ’ Προς Ακίνδυνον
Σελ. 618:
Τότε δ’ οίεται καλώς ήμάς έρείν ήνίκ’ άν φαίμεν τό περιαστράψαν έν Θαβώρ τούς Αποστόλους φώς καί τήν τοιαύτην έλλαμψιν καί χάριν ή κτιστόν φάσμα δι’ αέρος όρώμενον ή πλάσμα φαντασιωδώς πλαττόμενον, νοήματός τε χείρον καί αλυσιτελές πάντη λογική ψυχή, ώς φαντασία προσήκον ή αίσθήσει, σύμβολόν τε, ούχ οίον αν τις είποι και τι τών ύφεστηκότων ή τών περί τι θεωρουμένων,…
Σελ. 619:
Νομίζει δέ ότι τότε θά όμιλήσωμεν καλώς, όταν είπωμεν ότι τά φώς το όποιον περιέστραψεν είς το Θαβώρ τούς αποστόλους καί ή τοιαύτη έλλαμψις καί χάρις είναι ή κτιστόν φάσμα βλεπόμενον διά τού άέρος, ή πλάσμα πλασσόμενον φαντασιωδώς, χειρότερον άπό παν νόημα καί τελείως ανωφελές είς λογικήν ψυχήν, ώς προσήκον είς φαντασίαν παρά είς αίσθησιν, σύμβολον δε, όχι άπό έκείνα τά όποια θά ήδύνατο νά είπη κανείς ώς ύφιστάμενα ή ώς ύπάρχοντα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: