Η εμπειρία του Θεού της Chiara Lubich
Του Klaus Hemmerle.
K A T A Z H Z I O Y Λ A
Όλη η αξία και η πρωτοτυπία της κινήσεως των Focolari συνίσταται κατά την γνώμη μου στην ιδιαίτερη εμπειρία με τον Θεό. Είναι δεμένη αυτή η εμπειρία με το πρόσωπο της Chiara Lubich, και παρ’ όλα αυτά από την αρχή ακόμη υπήρξε μία κοινή εμπειρία. Αντί να ξεκινήσω αυτό το θέμα παίρνοντας την θέση του παρατηρητού ή αναφερόμενος στα γραπτά της Chiara Lubich, προτιμώ να αρχίσω από την προσωπική μου συνάντηση με το Κίνημα των Focolari.
Το καλοκαίρι του 58 ήμουν ήδη τότε ιερέας από έξι χρόνια—ξεκίνησα από το Φράϊμπουργκ για να ταξιδέψω μέχρι την Μαριάπολη της Fiera di primiero, κοντά στο Trento : ήταν μία καλοκαιρινή συνάντηση στην οποία είχαν προσέλθει πρόσωπα από όλο τον κόσμο για να γνωρίσουν την κίνηση. Για εκείνο το σύντομο διάστημα έπρεπε να πάρουμε μέρος στην ζωή τής κινήσεως.
Ήταν η πρώτη μου συνάντηση μαζί τους.
Όλοι έψαχναν τότε να θέσουν, μ’ έναν τρόπο άμεσο και καινούργιο, το μήνυμα της αγάπης. Θεμέλιο ενός Χριστιανισμού που μπορεί να γίνει τρόπος ζωής κατά γράμμα. Έβαλα και εγώ την προσοχή μου σ’ αυτό το κεντρικό σημείο. Παρ’ όλα αυτά, παρότι δέν το είχα προβλέψει, άνοιξε μπροστά μου, ταυτοχρόνως, μία άλλη διάσταση. Ήταν το πλησίασμα και η παρουσία του Θεού σ’ ένα τέτοιο μέτρο που δέν είχα δοκιμάσει ποτέ πριν, παρ' όλες τις έντονες θεολογικές μου σπουδές.
Εκείνο τον χρόνο είχε πραγματοποιηθεί στις Βρυξέλλες η «ΕΧΡΟ», μία παγκόσμια έκθεση. Και οι άνθρωποι της κινήσεως μάς έλεγαν: ένα πράγμα μόνο ξέχασαν να εκθέσουν στις Βρυξέλλες: να εκθέσουν τον Θεό. Αλλά το πραγματοποιούμε εμείς τώρα. Στην Μαριάπολη εκθέτουμε τον Θεό και θα ονομαστεί «Η έκθεση του Θεού», «Η ‘‘expo’’ του Θεού». Για να το πετύχουν αυτό δέν χρειάστηκαν σχέδια μακρόχρονα ή μέσα σοφιστικέ. Πρότειναν απλώς να παρουσιάσουν ορατά τον Θεό, να τον αποκαλύψουν με την ζωή τους! Και αυτό δέν μπορούσε να προγραμματιστεί. Επειδή όμως από χρόνια είχαν γευτεί την παρουσία του Θεού στο δικό τους «είμαστε μαζί», μπορούσαν να ρισκάρουν να καλέσουν και άλλους να ζήσουν αυτή την εμπειρία. Πρέπει να ομολογήσω πως αυτή τους η πρόθεση πραγματοποιήθηκε—και όχι μόνο για μένα αλλά και για πολλούς άλλους. Για πρώτη μου φορά απέκτησα εκεί την αληθινή εμπειρία του Θεού.
Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΕΙΝΑΙ Ο ΙΔΙΟΣ Ο ΘΕΟΣ.
Κατά την διάρκεια των θεολογικών μου σπουδών είχα ήδηδεχθεί μία ώθηση πρός αυτή την κατεύθυνση. Ένας από τους καθηγητές μου μάς είχε εξηγήσει αυτό που ο Ιησούς πραγματικά εννοούσε όταν ανακοίνωνε την Βασιλεία του Θεού. Σ’ εκείνη την περίπτωση μού ξεκαθάρισε ένα πράγμα : η Βασιλεία του Θεού δέν είναι ένα βασίλειο το οποίο μπορούμε να οριοθετήσουμε σ’ έναν φυσικό χώρο, αλλά ούτε ένα σύστημα αλήθειας και κανόνων, η Βασιλεία του Θεού είναι ο ίδιος ο Θεός, ο Θεός δέν είναι πια ο μακρυνός ορίζοντας ή η υπέρτατη Αρχή: στον Ιησού Αυτός με το ένα Του άλμα βρέθηκε στο μέσον αυτού του κόσμου. Για μένα ήταν ξεκάθαρο πως ο Θεός επιθυμούσε να γίνει το κέντρο και της ζωής μου, έτσι ώστε να μπορώ και εγώ να βλέπω όλα τα πράγματα και να ενεργώ ξεκινώντας και κινούμενος πάντοτε από Αυτόν. Αυτή η σκέψη δέν με εγκατέλειψε πλέον. Αλλά τί έπρεπε να κάνω; Δέν μπορούσα να βρώ χώρο γι’αυτό στην καθημερινή μου ζωή. Μου έλειπε η γέφυρα ανάμεσα σ’ αυτό που βαθειά επιθυμούσα και σ’ αυτό που με διάφορους τρόπους με κρατούσε απασχολημένο.
Στην Μαριάπολη αυτό το κενό γέμισε μεμιάς, ο Θεός ήταν εκεί, πολύ απλά. Εισχωρούσε στις αμοιβαίες μας σχέσεις. Και έτσι αφέθηκα να παρασυρθώ σ’ αυτή την καινούργια ζωή. Ενθυμούμαι πως δέν μπόρεσα να κοιμηθώ για μία νύχτα μπρος στην σκέψη της αμέσου γειτνιάσεως του Θεού. Σκέφτηκα πως ούτε οι μαθητές, στην συνάντησή τους με τον Κύριο, είχαν κατορθώσει να πραγματοποιήσουν πιο έντονα αυτή την γειτνίαση!
ΣΤΑΘΜΟΙ ΤΗΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΤΟΣ ΤΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ!
Αυτή η καινούργια εμπειρία του Θεού στην Μαριάπολη είναι τυπική της κινήσεως των Focolari. Υπήρξε από την αρχή μία εμπειρία κοινωνίας. Παρότι δέ μόνη η Chiara Lubich είχε την πρώτη εμπειρία, είχε αισθανθεί πως είχε το χρέος να την ανακοινώσει αμέσως στις πρώτες της συντρόφους. Ο Θεός σε αγαπά, ο Θεός είναι το παν, ο Θεός μόνον έχει σημασία! Διαβάζοντας το Ευαγγέλιο κάτω από το Φώς αυτής της εμπειρίας του Θεού, σταθεροποιήθηκαν στα 1943-44, μέσα σε λίγους μήνες, οι βασικοί σταθμοί της πνευματικότητος του κινήματος.
Αλλ’ όμως ήδη στην Μαριάπολη του '58, είχα αρχίσει να καταλαβαίνω: δέν θα μπορούσα να έχω πρόσβαση σ’αυτή την πνευματικότητα εάν δέν κατόρθωναν να μου αφηγηθούν την καταγωγή της, την ιστορία της, για να μπορέσω έτσι να εισέλθω στην ζωή αυτής της κοινότητος. Σ’ αυτή ανοίγει εμπρός μου η εμπειρία του Θεού της Chiara Lubich.
Μπορεί να δημιουργείται η εντύπωση πως μίλησα μέχρι στιγμής, αντί για το θέμα που πρέπει να διαπραγματευθώ, μόνο για τον εαυτό μου. Αλλ’ όμως αυτό παραπλανά, διότι οτιδήποτε αφηγήθηκα για μένα αντικατοπτρίζει την εμπειρία του Θεού της Chiara Lubich. Παρ’ όλα δε αυτά, αυτή η εμπειρία δέν είναι μία «ανακάλυψη» ενός προσώπου, αλλά μία βασική εμπειρία κοινότητος, δωρισμένης κατευθείαν από τον Θεό. Αγκυροβόλησε στην Chiara Lubich και από εδώ εξαπλώθηκε σε ομόκεντρους κύκλους μέχρις ότου φτάσει, όπως γνωρίζουμε σήμερα, σε όλα τα έθνη της Γής.
ΜΙΑ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΑ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ.
Εάν αναρωτηθώ σε τί πράγμα συνίσταται η πρωτοτυπία της Κινήσεως των Focolari (ζεστή γωνίτσα) και της πνευματικότητός τους, τότε δέν θα ήθελα να μιλήσω κατ’ αρχάς—παρ’ ότι μπορεί να φανεί ένα παράδοξο— για περιεχόμενα. Πρίν...
Στην Fiera di Primiero, ένα μικρό χωριό ψηλά στους Δολομίτες, είχαν φτάσει, κατόπιν προσκλήσεως, πρόσωπα από όλον τον κόσμο. Αμέσως με την άφιξή μου με υποδέχτηκαν με τόση ζεστή αγάπη, που κατ’ αρχάς με εκνεύρισε. «Μήπως είναι κανένα είδος αιρέσεως;» αναρωτήθηκα. «Μήπως προσπαθούν να δώσουν μία ηθικιστική μορφή;».
ΗΤΑΝ ΓΟΗΤΕΥΤΙΚΟ ΝΑ ΜΙΛΑΜΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ.
Χρειάστηκα μόνον δύο ώρες περίπου για να καταλάβω, πως δέν ήταν τίποτε από αυτά που με ανησύχησαν. Μάλιστα δε, είχα πολύ γρήγορα την δυνατή εντύπωση—σαν να μου το έλεγαν όλα, σ’ αυτό το μεγάλο φαράγγι, σε κείνο το υπέροχο τοπίο, κάτω από τον ανοιχτό ουρανό: ο Θεός είναι Αγάπη. Δέν ήταν μόνο μιά δικιά μου εντύπωση, αλλά όλοι μιλούσαν για αγάπη. Και είναι γοητευτικό να μιλάς γι’ αγάπη, δέν ήταν συναισθηματισμός. Και παρ’ όλα αυτά, σ’αυτόν τον ενθουσιασμό δέν χανόταν από τον ορίζοντα η πραγματικότητα της ζωής. Η αγάπη δέν ήταν μόνο μία εντολή, ήταν πρώτα απ’ όλα δώρο: ο Θεός είναι αγάπη, ο Θεός σ’ αγαπά απέραντα. Σ’ αυτό το δώρο, ο Θεός ο ίδιος ήταν εντελώς διαφορετικός από όπως εγώ τον είχα συλλάβει πρωτύτερα!
Μέχρι τότε είχα σκεφτεί τον Θεό σαν το αποκορύφωμα της Δημιουργίας. Σημείο φυγής όλων των γραμμών, σαν εκείνη την έννοια ή οποία είναι ασύλληπτη καθ’εαυτή, διότι απέναντι σ’αυτό το μυστήριο εμείς οι άνθρωποι, σιωπούμε. Εκεί στην έκθεση, αυτό το μυστήριο παρέμενε και ήταν και κάτι παραπάνω από αυτό! Ο Θεός ο οποίος είναι Πατήρ, ήταν εμπειρική πραγματικότης. Πολύ πιθανόν, μέχρις εκείνης της στιγμής δέν είχα προσευχηθεί στην ζωή μου το Πάτερ Ημών με εκείνον τον τρόπο, δέν είχα ακόμη κατανοήσει την σημασία εκείνου του ονόματος: «Αββά ο Πατήρ». Ξαφνικά ο Κόσμος μού απεκαλύφθη σαν τον άπειρο τόπο, και παρ’ όλα αυτά γνωστό και σίγουρο, στον οποίο ο Θεός μας είναι Πατέρας και όπου μπορούμε να εμπιστευθούμε σ’ Αυτόν, να τοποθετήσουμε τα πάντα στα χέρια Του, να Τον ακολουθήσουμε χωρίς κανέναν περιορισμό.
Ήταν για μένα η υπέρτατη πρόκληση, αλλά ακόμη περισσότερο μία γοητευτική ανακάλυψη.
Ο Θεός Πατήρ ήταν σαν τον απέραντο κόσμο—όχι, όχι ο κόσμος, αλλά σαν Αυτόν που τον περιέχει και από όπου ξεκινά και αντιλαλεί συνεχώς η λέξη: «Ο Θεός είναι Αγάπη» , που συγκεντρώνεται στο άπειρο, στο μοναδικό όνομα: Ιησούς. Αυτή ήταν η δεύτερη ανακάλυψή μου στην Μαριάπολη.
ΣΤΟΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟ, Ο ΘΕΟΣ ΦΑΝΕΡΩΝΕΙ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΤΟΥ.
Θυμούμαι πως στην Μαριάπολη δέν μιλούσαμε μόνον για τον Θεό Αγάπη, αλλά με τον ίδιο τρόπο και για τον Ιησού. Δέν ήταν λίγοι εκείνοι που είχαν πειραχτεί: «Ιησού, Ιησού—σε λίγο δέν θα μπορώ ούτε να το ακούσω, ο πλησίον είναι ο Ιησούς, ο πάπας είναι ο Ιησούς, ο παράνομος είναι ο Ιησούς, και δέν ξέρω ακόμη πόσοι άλλοι. Αφήστε τον Ιησού να είναι ο Ιησούς και αφήστε μας να ζήσουμε χωρίς αυτές τις τραβηγμένες στον υπέρτατο βαθμό έννοιες».
Όσο κατανοητή και αν μπορεί να φανεί αυτή η δικαιολογία, αναγκάστηκα, μετά απο προσεκτική ανάλυση, να την εγκαταλείψω. Ο Ιησούς της Ναζαρέτ ήλθε στ’ αλήθεια για να γίνει ΕΝΑ με όλη την πραγματικότητα αυτού του κόσμου—με το μωρό, με τον κλέφτη, με τον φιλόσοφο. Γι’ αυτό μιλά με ευαίσθητες ανθρώπινες λέξεις, διότι σ’ αυτές, και ακόμη περισσότερο στο πρόσωπό Του, ο Θεός φανερώνει τον εαυτό Του. Μοιράζεται την ζωή μας, τους πόνους μας, και σε τέτοιο βαθμό, που Αυτός ο ίδιος ζεί και πονά σε κάθε άνθρωπο, σε τέτοιο βαθμό, που όλες μας οι πράξεις και τα λάθη μπορούν να γίνουν ευκαιρίες για να Τον συναντήσουμε, για να ζήσουμε μαζί Του. Έτσι αυτός ο απέραντος ορίζοντας του αρρήτου Θεού, που είναι Αγάπη, είναι στον Ιησού ταυτόχρονα οδός ζωής και ένα κεντρικό σημείο, από το οποίο ανοίγει μπροστά μας η αποκάλυψη.
Συνεχίζεται
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου