Τετάρτη 7 Φεβρουαρίου 2024

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ (210)

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ 

Συνέχεια από Τρίτη 30 Ιανουαρίου 2024


Jacob Burckhardt
ΤΟΜΟΣ 3ος
ΜΕΡΟΣ ΟΓΔΟΟ:
Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ, ΟΙ ΕΠΙΣΤHΜΕΣ ΚΑΙ Η ΕΥΦΡAΔΕΙΑ

IΙΙ. Η Ε Υ Φ Ρ Α Δ Ε Ι Α - 5


Η Ρητορική πρός Αλέξανδρον του Αναξιμένη της Λαμψάκου επιτελεί το στόχο της με διαφορετικό τρόπο από ότι ο Αριστοτέλης, αλλά χωρίς να διαφοροποιείται τελείως. Το έργο αυτό που ανήκει επίσης στον 4ο αιώνα π.Χ., δηλαδή στον χρυσό αιώνα, παραθέτει μεταξύ άλλων τους επτά τομείς τους οποίους πραγματεύονται όλες οι ομιλίες στα συμβούλια και τις λαϊκές συνελεύσεις· αφορούν, τη θρησκεία, τους νόμους, το σύνταγμα, τις συμμαχίες και τις συνθήκες, τον πόλεμο, την ειρήνη και τα εισοδήματα. Προσφέρονται επίσης οδηγίες για το περιεχόμενο κάθε είδους δημόσιου λόγου, περιλαμβάνοντας όπως είναι φυσικό πολλές κοινοτοπίες, αλλά δεν στερούνται γενικότερου ενδιαφέροντος. Ο συγγραφέας εκθέτει με θαυμαστή αμεροληψία όλα τα επιχειρήματα υπέρ και κατά της υπόθεσης, και χρησιμοποιεί μάλιστα χωρίς ενδοιασμούς τον όρο «πρόσχημα» σχετικά με ορισμένα επιχειρήματα και αντιφατικές προτάσεις, μετέρχεται δηλαδή ακριβώς της τεχνικής για την οποία επικρίθηκαν οι σοφιστές. Με άλλα λόγια η συνταγή που προσφέρεται εδώ είναι «πώς να χειρίζεται κανείς διαφορετικές καταστάσεις». Για τους δημόσιους λόγους οι οποίοι απονέμουν έπαινο και μομφή, και αντικαθιστούν σ’ αυτή την περίπτωση τους επιδεικτικούς λόγους, ο συγγραφέας εισηγείται επίσης την κατάταξή τους σε κατηγορίες, προκειμένου ο ρήτορας να διαθέτει «μια ευρεία επιλογή επαίνων και μομφής»· εδώ διακρίνονται πολλών ειδών τεχνάσματα· μόνο που η Αθηναίοι επέμεναν να τους αποστηθίζουν. Σε σχέση με τις κατηγορίες και την υπεράσπιση στις δικαστικές υποθέσεις, αναδεικνύει τη σημασία του περιεχομένου των αιτίων. Ο συνήγορος θα πρέπει να αποδείξει: α) ότι ο κατηγορούμενος δεν έχει τελέσει την ανεπαρκώς αιτιολογούμενη πράξη, ή β) (στην περίπτωση που τα στοιχεία είναι αδιάψευστα), ότι είναι νόμιμη, αρεστή και πατριωτική. Αν αυτό δεν είναι εφικτό να αιτηθεί την συγχώρεση αποδίδοντας στα γεγονότα γ) μια λανθασμένη εκτίμηση, δ) μια κακοτυχία, και τέλος ε) να τα υποβιβάσει σε συμβάντα άνευ σημασίας. Ο συγγραφέας αναλύει εδώ λεπτομερώς την αρχιτεκτονική του λόγου. Ο Αριστοτέλης και ο Αναξιμένης είχαν ήδη ανακαλύψει σε προκατόχους τους ένα σημαντικό μέρος, ή το μεγαλύτερος μέρος της διδασκαλίας τους. Ως προς την αρχιτεκτονική του δικανικού λόγου, σχηματοποιήθηκε μια θεωρία κατά την οποία όπως γνωρίζουμε, αυτό το είδος του λόγου θα πρέπει να αποτελείται από μιαν εισαγωγή, μια περιγραφή, μια διαπραγμάτευση και ένα συμπέρασμα, και το τρίτο μέρος να περικλείει την παρουσίαση και την αναίρεση του προβλήματος. Όπως στην τέχνη και την ποίηση, έτσι και εδώ, οι Έλληνες απέδιδαν μεγάλη σημασία στις αναλογίες· πρόκειται για ένα χαρακτηριστικό που δεν πρέπει να διαγράψουμε ποτέ από τη μνήμη μας.

Ο αυτοσχέδιος λόγος έχαιρε επίσης μεγάλης εκτίμησης· για τους σοφιστές, και κυρίως τον Γοργία, οι οποίοι αρέσκονταν να εκφράζονται με ωραίους λόγους επί παντός επιστητού, υπήρξε αιτία μεγάλης δόξας. Υπάρχει ένα ξεχωριστό κεφάλαιο στους λόγους του Αλκιδάμαντα, ενός συγχρόνου του Ισοκράτη, που έχει μια σημαντική ιδιαιτερότητα και αξία. Η πρακτική του αυτοσχέδιου ρητορικού λόγου δεν ήταν συνήθης, και παραμένει αμφίβολο αν ο Δημοσθένης, για παράδειγμα, θα μπορούσε να ανταποκριθεί. Αλλά ο Αλκιδάμας, ο οποίος ασφαλώς καυχιέται για ένα προσωπικό χάρισμα, ισχυρίζεται ότι όλοι οι ρήτορες έχουν αυτή την ικανότητα, και είναι ενδιαφέρων ο τρόπος που χειρίζεται το ζήτημα προκειμένου να αντιπαρατεθεί εμμέσως στον Ισοκράτη, ο οποίος δεν το διέθετε. Ισχυρίζεται μεταξύ άλλων, ότι εκείνοι που μπορούν να εκφωνήσουν λόγο χωρίς προετοιμασία σε μια αποφασιστική στιγμή πρέπει, να τιμώνται ως φορείς θείας εμπνεύσεως, και σε ένα άλλο απόσπασμα, προκειμένου να υποβαθμίσει την αξιοπιστία του γραπτού λόγου, υπογραμμίζει το γεγονός ότι οι συγγραφείς δικανικών λόγων μιμούνται το ύφος αυτοσχέδιου λόγου, και υποστηρίζουν ότι οι καλύτεροι λόγοι τους είναι αυτοί που δεν ομοιάζουν σε τίποτε με γραπτό λόγο. Εντύπωση προκαλεί το αίσθημα αποστροφής προς τον γραπτό λόγο που διακρίνεται ακόμη σ’ αυτή την εποχή, και αποδεικνύεται από το γεγονός ότι η κριτική του Αλκιδάμαντα κατά του γραπτού δημόσιου λόγου αφορούσε εν μέρει όλους τους σύγχρονούς του συγγραφείς.

Θα παραθέσουμε τώρα εν συντομία τους δέκα Αττικούς ρήτορες, των οποίων ο Κανόνας θεσπίστηκε από τους κατοίκους της Περγάμου, αρχίζοντας από τον Αντιφώντα, ο οποίος θεωρείται ο αρχαιότερος Αττικός λογογράφος. Εκτός από τα διδακτικά εγχειρίδια τα οποία αναφέραμε, διασώζονται τρείς δικανικοί λόγοι για υποθέσεις εγκλημάτων, μεταξύ των οποίων ο Περί του Ηρώδου φόνου ο οποίος εκφωνήθηκε περί το 415 και μας παρουσιάζει για πρώτη φορά την προσωπικότητα του λογογράφου. Ο ίδιος επιδιώκει με τέχνη την αφάνεια, και η τέχνη του συνίσταται στην διείσδυση στην προσωπικότητα του πελάτη του προκειμένου ο λόγος να συνάδει απόλυτα με το πρόσωπο στο οποίο αναφέρεται. Αυτός ο οποίος ομιλεί είναι ένας άνθρωπος δειλός και περιδεής, και ο Αντιφών υιοθετεί ακριβώς αυτό το ύφος, τον εμφανίζει παραπονούμενο για την ανικανότητά του να εκφωνεί λόγους, και υπενθυμίζει πόσοι άνθρωποι, οι οποίοι δεν είχαν την τέχνη του λόγου δεν έγιναν πιστευτοί και καταστράφηκαν, ενάντια σε κάθε αντίληψη περί του αληθούς, ενώ άλλοι, που γνώριζαν πώς να ψεύδονται, έγιναν πιστευτοί και σώθηκαν· και αν ο λόγος αυτός έμελλε να φέρει θετικό αποτέλεσμα, οι δικαστές θα έπρεπε να κρίνουν με γνώμονα την αλήθεια, και όχι το ταλέντο: πρόκειται για μια ολοκληρωμένη περιγραφή χαρακτήρα. Το ύφος του Αντιφώντα, κατά τον O. Müller, είναι συγγενές προς τον Θουκυδίδη, ο οποίος επωφελήθηκε επίσης από τη ρητορική διδασκαλία του, ομοίως και ο Κριτίας και ο Αλκιβιάδης, οι οποίοι κατά τον Πλούταρχο, ανήκαν ακόμη στη σχολή του.

Το σημαντικότερο έργο του Ανδοκίδη (περί το 440 π. Χ. ως το 390
π Χ.) είναι ο λόγος Περί των Μυστηρίων. Πρόκειται για ένα άτομο αναμεμειγμένο σε σκάνδαλα, που βρέθηκε στο επίκεντρο ενός σημαντικού γεγονότος. Στη υπόθεση της δίκης για προσβολή των μυστηρίων, που αφορούσε τον ακρωτηριασμό των Ερμών, κατήγγειλε τον ίδιο τον πατέρα του, αλλά του έσωσε τη ζωή με το επιχείρημα ότι αυτός θα ήταν σε θέση να αποκαλύψει πλήθος υπευθύνων για σκάνδαλα υπεξαίρεσης δημόσιου χρήματος. Στην αγόρευσή του, που συνιστά ένα εξαιρετικό πρότυπο ρητορείας, απολογείται γι αυτή την ιεροσυλία με έναν εντελώς ιδιαίτερο τρόπο. Στο προοίμιο δανείζεται αποσπάσματα από ένα πρότυπο που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σε οποιαδήποτε δικαστική διένεξη, αλλά ήταν ταιριαστό με την παράδοση των αθηναϊκών δικαστηρίων, όπως για παράδειγμα η εκτίμηση ότι οι δικαστές θα όφειλαν να είναι περισσότερο επιεικείς απέναντι σε αυτόν που απολογείται από ότι στον καταγγέλλοντα, διότι ο πρώτος, και δικαίως, δεν βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση· προσθέτοντας ότι κακόβουλοι κατήγοροι έχουν συλληφθεί ψευδόμενοι, αλλά μόνο εκ των υστέρων, μετά δηλαδή από την εκμηδένιση των θυμάτων τους, και τούτο αρκετά συχνά· και επικαλούμενος τέλος το γεγονός ότι το δικαστήριο δεν απαρτίζεται από Ηλιαστές αλλά από μυημένους στα Ελευσίνια Μυστήρια.

Ο σπουδαιότερος δικανικός ρήτορας είναι ο Λυσίας (περί το 450 – 378). Γεννημένος στην Αθήνα, αλλά καταγόμενος εκ πατρός από τις Συρακούσες, είναι πιθανό να μην αρνήθηκε το σικελικό αίμα του. Σημαντική για την εκπαίδευσή του στη ρητορική τέχνη υπήρξε η μετανάστευσή του, σε ηλικία δεκαπέντε ετών, στους Θουρίους, διότι εκεί διδάχτηκε από τον Τεισία, μαθητή του Κόρακος. Μετά την ήττα των Αθηνών από τις Συρακούσες και την πτώση του αθηναϊκού δημοκρατικού κόμματος στους Θουρίους, επέστρεψε στην Αθήνα το 412 π. Χ., και επειδή ως μέτοικος δεν είχε πρόσβαση στην Εκκλησία του Δήμου καλλιέργησε και διέδωσε το επιδεικτικό είδος ρητορικής τέχνης, ως εύπορος διανοούμενος και σοφιστής της Σικελικής Σχολής. Αλλά όταν ο αδελφός του Πολέμαρχος καταδικάστηκε σε θάνατο από το καθεστώς των Τριάκοντα, μετά βίας κατόρθωσε να διαφύγει. Μετά από αυτό το τραγικό γεγονός, επιστρέφοντας επί Θρασυβούλου στην Αθήνα αναγκάστηκε να εργασθεί ως λογογράφος· λέγεται ότι από τους 425 λόγους που κυκλοφόρησαν με το όνομά του κατά την αρχαιότητα, περισσότεροι από 200 υπήρξαν αυθεντικοί. Ο μοναδικός λόγος που εκφώνησε ήταν ο Κατά Ερατοσθένους τον οποίο οδήγησε σε δίκη για τον φόνο του αδελφού του· εδώ αναδεικνύεται παραστατικά η τρομοκρατική ατμόσφαιρα της εποχής, δεδομένου ότι τα «αφηγήματά» του χαρακτηρίζονται από ανυπέρβλητη τέχνη· οι υπόλοιποι λόγοι που διασώζονται, εξαιρουμένου του επιδεικτικού Επιταφίου, υπό την προϋπόθεση ότι είναι όντως αυθεντικός, συντάχτηκαν για κάθε είδους πελάτες του, οι οποίοι θα έπρεπε να τους αποστηθίσουν, και παραμένουν εξίσου αξεπέραστοι ως προς την τέχνη με την οποία σκιαγραφεί τους διαφορετικούς ανθρώπινους χαρακτήρες, και ως προς την μοναδική του ικανότητα να συγκαλύπτει την ιδιότητα του συνηγόρου προβάλλοντας την προσωπικότητα του πελάτη του. Αναγνωρίζουμε εδώ το πρότυπο του λιτού και απέριττου λόγου, ο οποίος αναπαράγει κατά το δυνατόν το λεξιλόγιο της καθημερινότητας, χρησιμοποιώντας τους απαραίτητους για την επίτευξη του στόχου του απλοϊκούς ισχυρισμούς. Δεδομένου ότι χρησιμοποίησε συνήθεις όρους για να εκφράσει ακόμη και τα μεγάλα και εξαιρετικά γεγονότα, χαρακτηρίστηκε αργότερα ως μετριόφρων, αλλά δυσμίμητος, και ο Διονύσιος της Αλικαρνασσού τον αποκάλεσε μείζων πρότυπο της αττικής διαλέκτου. Η προσαρμογή στην ρητορική τέχνη της σχολής του πρόσφερε τουλάχιστον τη δυνατότητα εναρμόνισης των μελών των προτάσεων που δεν διέθεταν ποσοτική συμμετρία, αλλά συχνά ταίριαζαν μεταξύ τους. Στον Λυσία όμως, δεν συναντούμε το θεμελιακό χαρακτηριστικό της σικελικής ευφράδειας που συνίσταται στην υποταγή του περιεχομένου στην μορφή. Αυτός ο μέγας ρήτορας κατόρθωσε να καταστήσει τις επαναλαμβανόμενες δικαστικές αντιπαραθέσεις των αθηναίων τεκμήρια αξιοθαύμαστης τέχνης, ακόμη και για τη σημερινή εποχή, και μέχρι τη συντέλεια του κόσμου…· οι λόγοι του αποτελούν «λείψανα» απαράμιλλης τέχνης.


(συνεχίζεται)

ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΠΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΛΟΓΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΒΟΥΛΗΣΗ ΔΕΝ ΧΑΘΗΚΕ ΜΟΝΟ Η ΕΥΦΡΑΔΕΙΑ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΚΑΘΩΣ Η ΕΛΛΕΙΨΗ ΤΗΣ ΜΟΡΦΗΣ ΣΥΝΑΔΕΙ ΜΕ ΤΗΝ ΑΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΕΩΣ ΨΥΧΗΣ. ΜΕΓΙΣΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΣΤΙΣ ΜΕΡΕΣ ΜΑΣ Ο ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: