Κυριακή 27 Ιανουαρίου 2013

ΟΙ ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΚΑΙ Η ΑΠΟΣΥΡΣΗ ΤΟΥΣ ΣΤΗΝ ΓΙΟΥΓΚΙΑΝΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ (10)

Συνέχεια από Τρίτη 15 Ιανουαρίου 2013

Αντανακλάσεις της ψυχής
Marie Louise vonFranz                                                                          
Β. Η πολλαπλή ενότητα του συλλογικού ασυνειδήτου
Το συλλογικό ασυνείδητο εμφανίζεται κατ’ αρχήν να είναι – για να το πούμε απλά – το σύνολο των αρχετυπικών δομών που εκδηλώνονται με τυπικά μυθολογικά  μ ο τ ί β α  σε όλα τα ανθρώπινα όντα. Κάτω από αυτές τις δομές, πάντως, βρίσκει κανείς ένα ακόμη βαθύτερο στρώμα, που έχει την εμφάνιση μιας ενότητας. Ο Jung παρατηρεί: « Η Δυτική ψυχολογία έχει, πραγματικά, φθάσει τόσο μακριά όσο η yoga, σε ό,τι μπορεί να ορισθή επιστημονικά ως ένα βαθύτερο στρώμα ενότητας στο ασυνείδητο. Τα μυθολογικά μοτίβα που η παρουσία τους έχει αποδειχθή από την έρευνα του ασυνειδήτου διαμορφώνουν καθεαυτά μια πολλαπλότητα, αλλά αυτή κορυφώνεται με έναν ομοκεντρικό ή ακτινοειδή σχηματισμό που ορίζει το πραγματικό κέντρο ή ουσία του συλλογικού ασυνειδήτου». ¹⁵ Το ίδιο ακριβώς κέντρο γίνεται ορατό στα σύμβολα mandala, σε αυτά τα κυκλικά, τετράγωνα και σφαιρικά σύμβολα στα οποία ήδη αναφερθήκαμε στα προηγούμενα κεφάλαια. Καθώς προσεγγίζεται αυτή η κεντρική, ενοποιημένη περιοχή τού ασυνειδήτου, ο χρόνος και ο χώρος όλο και περισσότερο σχετικοποιούνται.¹⁶ Αυτή η βαθύτατη περιοχή του ασυνειδήτου, που είναι απλώς μια ενότητα ή το κέντρο, μπορεί, επομένως, να κατανοηθή σαν ένα  π α ν τ α χ ο ύ  π α ρ ό ν σ υ ν ε χ έ ς, «μια πανταχού παρουσία χωρίς διαστάσεις». « Όταν κάτι συμβαίνη εδώ στο σημείο Α που αγγίζει ή επιδρά στο συλλογικό ασυνείδητο, έχει συμβή παντού». ¹⁷ Όπως αυτό το κομμάτι της «αντικειμενικής ψυχής» «δεν περιορίζεται στο συγκεκριμένο πρόσωπο, επίσης δεν περιορίζεται στο συγκεκριμένο σώμα». ¹⁸ Αυτή η ψυχή «συμπεριφέρεται σαν να είναι  μ ί α , και όχι σαν να έχη διαιρεθή σε πολλά άτομα». ¹⁹ Η πολλαπλότητα των αρχετύπων φαίνεται να εκμηδενίζεται ή να αίρεται με αυτό.

Είναι φυσικά πολύ ελκυστικό να ταυτίζουμε την υπόθεση του συλλογικού ασυνειδήτου ιστορικά και αναδρομικά με την αρχαία ιδέα μιας παγκόσμιας ψυχής που εκτείνεται παντού, ένα είδος κοσμικού «άυλου σώματος». ²⁰ Τα εμπειρικά δεδομένα που θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν σαν βάση γι’ αυτό είναι ακόμη, κατά τη γνώμη μου, πολύ μακρυά από το να έχουν διερευνηθή επαρκώς. Παρ’ όλο που φαινόμενα όπως η ψυχοκίνηση και η ψυχοφωτογράφιση φαίνεται να υποδεικνύουν την ύπαρξη ενός ψυχοειδούς (παρόμοιου με το ψυχικό και επίσης παρόμοιου με την ύλη) στρώματος ψυχικών φαινομένων, αυτά δεν μπορούν με κανέναν τρόπο να ταυτισθούν με άλλες πλευρές του συλλογικού ασυνειδήτου τις οποίες γνωρίζουμε, αλλά φαίνονται μάλλον περισσότερο σαν απλά «οριακά» φαινόμενα. Με βάση τέτοια φαινόμενα δεν μπορούμε προς το παρόν να αποδώσουμε στο συλλογικό ασυνείδητο οποιαδήποτε από τις ιδιότητες του άυλου σώματος. Φαίνεται πολύ πιθανότερο ότι η πανταχού παρουσία του και η αχρονικότητά του δείχνουν κάποιο είδος καθαρά υπερβατικής ύπαρξης. Σε αυτά που ακολουθούν, επομένως, προτιμώ να μείνω μέσα στο πλαίσιο αυτού που μπορεί να αποδειχθή και να αφήσω ανοιχτά τα ερωτήματα για την ουσιαστική φύση του συλλογικού ασυνειδήτου.

Αλλά πρέπει να επιστρέψουμε στο θέμα των πολλαπλών αρχετυπικών δομών. Σχετικά με αυτό ίσως θα έπρεπε να τονίσουμε και πάλι ότι ένα «αρχέτυπο καθεαυτό» δεν μπορεί να παρασταθή οπτικά, και ότι οποιαδήποτε ιδέα σχετικά με την πραγματικότητά του μπορεί να σχηματισθή μόνο συμπερασματικά. Ακριβώς όπως συμπεραίνουμε ότι, επειδή το φως παρουσιάζει φαινόμενα διακοπής όταν περνάη μέσα από δικτυωτές δομές, θα πρέπη επομένως να έχη κυματοειδή χαρακτήρα,²¹ μπορούμε επίσης να συμπεράνουμε ότι αφού οι άνθρωποι σε όλους τους καιρούς και όλους τους πολιτισμούς έχουν, για παράδειγμα, την εικόνα του ήρωα-θεραπευτή, θα πρέπει να υπάρχη στην ανθρώπινη ψυχή μια δομική προδιάθεση που κινητοποιεί τη λειτουργία της δημιουργίας της εικόνας του ήρωα-θεραπευτή σε στιγμές που αυτό χρειάζεται (και συχνά την προβολή αυτών των εικόνων σε κατάλληλα ή ακατάλληλα συγκεκριμένα πρόσωπα). Το ίδιο ισχύει για τα μυθολογικά μοτίβα της «Μεγάλης Μητέρας», του «θησαυρού τού δύσκολου να αποκτηθή», του « μαγικού βοηθητικού ζώου», του «δέντρου της ζωής» των «ισχυρών» πνευμάτων των νεκρών, και ούτω καθεξής. Η εικονοπλασία που προκύπτει σε κάθε ένα τέτοιο επί μέρους προϊόν της συλλογικής φαντασίας – θρησκευτικό, λογοτεχνικό, μυθολογικό – είναι φυσικά μόνο σπάνια εντελώς ταυτόσημη με αυτήν που υπάρχει σε κάποιαν άλλη χώρα (όταν  αυτό συμβή, πιθανόν να οφείλεται σε κοινή παράδοση), αλλά είναι όμοιες μόνο στη  δ ο μ ή. Η ομοιότητα, πάντως, είναι αρκετή για να δείξη αρκετά καθαρά τη συγγένεια με τα μυθολογικά θέματα άλλων πολιτισμών. Ακόμη και σε περιπτώσεις που υπάρχει μια γνωστή κοινή παράδοση που μπορεί να ερμηνευθή ιστορικά, και αυτό συμβαίνει συχνά, η επίδραση του αρχετύπου πρέπει και τότε να ληφθή υπ’ όψη, επειδή δεν υπάρχει άλλη εξήγηση για το γεγονός ότι ορισμένα μυθολογικά θέματα απλώνονται σαν τη φωτιά, ενώ άλλα παραμένουν τοπικά και σπάνια ή ποτέ δεν δανείζονται. Από ψυχολογική άποψη, μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι, σε περιπτώσεις ευρείας διάδοσης, μια αρχετυπική παράσταση (όπως μια φήμη) αποκτάει πλατειά αποδοχή μόνον όταν η υποκειμενική αρχετυπική δομή στο συλλογικό ασυνείδητο ενεργοποιείται, δηλαδή φορτίζεται με ενέργεια.

Ο Jung υπέθεσε ότι ένα αρχέτυπο σε κατάσταση ηρεμίας δεν προβάλλεται. ²² Σε αυτήν την κατάσταση δεν έχει συγκεκριμένη μορφή αλλά είναι, από την άποψη της μορφής, εντελώς ακαθόριστο, «με τη δυνατότητα, πάντως, που οφείλεται στην προβολή, να εμφανισθή σε συγκεκριμένες μορφές». ²³ Έ τ σ ι  η  π ρ ο β ο λ ή  ε ί ν α ι  έ ν α  ο υ σ ι α σ τ ι κ ό  μ έ ρ ο ς τ η ς  δ ι α δ ι κ α σ ί α ς  μ ε  τ η ν  ο π ο ί α  τ ο  α ρ χ ε τ υ π ο  π α ί ρ ν ε ι  έ ν α  κ α θ ο ρ ι σ μ έ ν ο  σ χ ή μ α. Αυτό εξαρτάται από την ενεργοποίηση, δηλαδή από το φορτίο ενέργειας του αρχετύπου. Ακριβώς όπως υπάρχουν «διεγερμένα σημεία» σε ένα ηλεκτρομαγνητικό πεδίο, έτσι φαίνεται ότι στο «πεδίο» του συλλογικού ασυνειδήτου υπάρχουν επίσης τέτοια «διεγερμένα σημεία», που μπορούν να συγκριθούν με μεμονωμένα αρχέτυπα, στον βαθμό που τα τελευταία συμπεριφέρονται στην πραγματικότητα σαν σχετικά απομονώσιμοι πυρήνες. Τα σημεία του ηλεκτρομαγνητικού πεδίου μπορούν να φορτισθούν – για να συνεχίσουμε τη σύγκριση με τη φυσική – από την ενέργεια εξωτερικών παραγόντων, όπως η επίδραση του φωτός και της ακτινοβολίας, ή από κάποια εσωτερική μετατόπιση ενέργειας μέσα στο ίδιο το πεδίο. Μια ανάλογη διαδικασία μπορεί να παρατηρηθή στην περίπτωση των αρχετυπικών δομών στο συλλογικό ασυνείδητο: μια εξωτερική έκτακτη περίσταση, όπως μια επιδημία ή ένας λιμός, μπορεί ξαφνικά να «φορτίση» την εικόνα ενός ήρωα-θεραπευτή, που η ίδια είναι πάντοτε παρούσα, σε λανθάνουσα κατάσταση, στη συλλογική ψυχή μιας ομάδας, ή μπορεί να ενισχύση πεσσιμιστικές εικόνες για το τέλος του κόσμου. Εσωτερικές μετατοπίσεις ενέργειας μέσα στο ίδιο το πεδίο μπορούν επίσης να παρατηρηθούν στο συλλογικό ασυνείδητο: όταν, για παράδειγμα, μια ενεργητική – αρσενική  στάση και μια μονόπλευρη εξωστρεφής αντιμετώπιση της ζωής, με τις ανάλογες αξίες και ιδανικά, έχουν κυριαρχήσει σε μια κοινωνία για πολύν καιρό, τότε συμπληρωματικές ή και αντίθετες τάσεις μπορούν αυθόρμητα να ενεργοποιηθούν και να αναδυθούν από το ασυνείδητο, ίσως μια τάση προς εσωστρέφεια ή προς μια πιο θηλυκή στάση απέναντι στην ζωή. Και στις δύο περιπτώσεις, είτε τίθεται σε κίνηση από έξω είτε από μέσα, ο νόμος της αντιστάθμισης ή της συμπληρωματικότητας φαίνεται να κυριαρχή, με άλλα λόγια μια τάση για επίτευξη ισορροπίας ή ολοκλήρωσης (ολοκλήρωσης που επιτυγχάνεται μέσα από τον συνδυασμό δύο λογικά ασυμβίβαστων αντιθέτων, με την αυστηρή έννοια της λέξης  σ υ μ π λ η ρ ω μ α τ ι κ ό τ η τ α, όπως χρησιμοποιείται στη φυσική).

Αυτές οι αυτορυθμιζόμενες διαδικασίες μέσα στην ψυχή φαίνεται πως κατευθύνονται από το αρχέτυπο του Ταυτού, το ανώτερο κέντρο τού συλλογικού ασυνειδήτου, και εμφανίζονται να είναι ανεξάρτητες από την εγωική συνείδηση και από τη θέληση και όλες τις δυνατότητές της· είναι, επομένως, επίσης σε μεγάλο βαθμό απρόβλεπτες. Αναγνωρίζει κανείς συνήθως τον αντισταθμιστικό χαρακτήρα τους μόνο εκ των υστέρων, και θαυμάζει τους περίεργους και πολύπλοκους πλάγιους δρόμους και παρακάμψεις μέσω των οποίων η αντισταθμιστική λειτουργία τού ασυνειδήτου επιτυγχάνει τον σκοπό της. ²⁴ Μια ακτίνα φωτός, όπως ξέρουμε, δεν ακολουθεί ευθύγραμμη Ευκλείδεια πορεία περνώντας μέσα από έναν υλικό χώρο· ακολουθεί τον συντομώτερο δρόμο, που, αν λάβουμε υπόψη την αντίσταση της ύλης, δεν σημαίνει μιαν Eυκλείδεια γεωμετρική πορεία, αλλά μάλλον μια «παράκαμψη». Το ίδιο μπορεί να αποδειχθή και στην περίπτωση ενός αντισταθμιστικού ρεύματος ενέργειας που ξεκινάει από το αρχέτυπο του Ταυτού.

Και τώρα μπορούμε τελικά να επιστρέψουμε στα αναπάντητα ερωτήματα από το πρώτο κεφάλαιο. Είδαμε εκεί ότι όταν ένας άνδρας προβάλη την  anima του σε μια γυναίκα και την ερωτεύεται, δύο ρεύματα ενέργειας τίθενται σε κίνηση. Ο εραστής δοκιμάζει ένα συναίσθημα άμεσα, σαν να τον χτύπησε ένα βέλος, και το βλέπει σαν να προέρχεται από τον θεό Έρωτα (Eros, Amor, Cupid), που είναι ένα σύμβολο του Ταυτού. Ένα άλλο ρεύμα ενέργειας «ενεργοποιεί» την εικόνα της anima στο ασυνείδητό του και την προβάλλει (τη στέλνει προς τα έξω) στην εξωτερική γυναίκα, που με αυτόν τον τρόπο γίνεται αμέσως γοητευτική για τον άνδρα. Η προφανής υπόθεση είναι ότι οι αιτίες για αυτήν την παράκαμψη μέσω του εξωτερικού αντικειμένου είναι ανάλογες με τι αιτίες που μια ακτίνα φωτός δεν ακολουθεί ευθύγραμμη πορεία, επειδή δηλ. υπάρχει «αδιαπέραστο υλικό» ανάμεσα στη συνείδηση και την εικόνα της anima στο ασυνείδητο, το οποίο εμποδίζει μιαν άμεση ψυχική αντίληψη της εικόνας της anima. Γνωρίζουμε σήμερα ότι όταν το πρόσωπο που ενδιαφέρεται ανοίγει έναν δρόμο, μέσω τις ενεργητικής φαντασίας,²⁵ προς την εσωτερική εικόνα της anima και έρχεται σε άμεση επαφή μαζί της, η εικόνα που εμφανίζεται εξωτερικά με μορφή προβολής αρχίζει να θαμπώνη. Η αναγνώριση αυτού του φαινομένου έκανε τον Freud να υποθέση ότι μόνον απωθημένο υλικό προβάλλεται. Αυτό δεν είναι πάντα αλήθεια, πάντως, επειδή η εμπειρία μάς δείχνει εξίσου συχνά – στην πραγματικότητα ακόμη συχνότερα – ότι το αδιαπέραστο δεν οφείλεται σε οποιουδήποτε είδους απώθηση, αλλά απλώς στο γεγονός ότι στη συνείδηση τα  μ έ σ α  π ρ ό σ λ η ψ η ς  που είναι αναγκαία για την υποδοχή κάποιου καινούργιου περιεχομένου που προέρχεται από το ασυνείδητο  λ ε ί π ο υ ν. Αυτό φαίνεται πολύ καθαρά σε περιπτώσεις όπου μια δημιουργική έμπνευση ή φαντασία προσπαθεί να ανέβη από το ασυνείδητο.

Ο μαθηματικός Henri Poincaré περιγράφει αναλυτικά στο «Science et Methode» ( Επιστήμη και Μέθοδος) πώς, μέσω μιας αποκάλυψης από το ασυνείδητο, ανακάλυψε αυτό που σήμερα ονομάζουμε αυτομορφικές λειτουργίες. Χρειάσθηκε μισή ώρα για να καταγράψη με λογική αλληλουχία το όραμα που είχε δει αστραπιαία. Δήλωσε, πολύ σωστά, ότι αυτό το όραμα δεν θα είχε οδηγήση πουθενά εάν δεν είχε προσπαθήση – μάταια – για πολύ καιρό να φθάση σε μια λύση. Με αυτήν την προσπάθεια η συνείδησή του δημιούργησε, ας πούμε, ένα δίχτυ για να πιάση την καινούργια σύλληψη, έτσι ώστε αυτό που είχε δει να μπορέση να μπη στη σωστή του θέση.

Το όραμα του Kekulé που αναφέραμε πιο πάνω, με ένα ζευγάρι που χορεύει και ένα φίδι που δαγκώνει την ουρά του, το οποίο βοήθησε στην ανακάλυψη του δαχτυλιοειδούς σχήματος του μορίου του βενζολίου, είναι ένα παρόμοιο παράδειγμα. Το όραμα από μόνο του δεν θα είχε οδηγήσει σε τίποτε εάν δεν είχε προηγηθή έντονη συνειδητή εργασία επάνω στη χημική έρευνα.

Στην ψυχολογική πρακτική συναντάει κανείς συχνά άνδρες και γυναίκες που βλέπουν τον εαυτό τους σαν «ευφυΐες που δεν έχουν αναγνωρισθή». Πρόσεξα σε τέτοιες περιπτώσεις ότι το ασυνείδητο πραγματικά παρουσιάζει, σχετικά συχνά, αυθεντικά δημιουργικές παρωθήσεις και εμπνεύσεις στα όνειρα. Αλλά κατά πολύ τραγικό τρόπο, λείπει η σωστή συνειδητή στάση. Είναι πολύ στενά συμβατική ή υπάρχει έλλειψη της απαραίτητης εκπαίδευσης, έτσι ώστε αυτό που αποκαλύπτεται από το εσωτερικό εκτιμάται με λανθασμένο τρόπο ή διαστρεβλώνεται· μπορεί επίσης το ενδιαφερόμενο πρόσωπο να χαρακτηρίζεται απλώς από τεμπελιά και να προτιμάη, αντί να εργασθή για μιαν αυθεντική αφομοίωση των ασυνείδητων ενοράσεών του, να τις ανακηρύξη, με έναν διογκωμένο και ακαθόριστο τρόπο, «νεοαποκαλυφθείσα αλήθεια». Τα προϊόντα μιας τέτοιας στάσης αποτυγχάνουν συνήθως να βρουν έναν εκδότη και με επιείκεια εξαφανίζονται μέσα στο καλάθι των αχρήστων. Μόνο μια εσωτερικά ανοιχτή «απλοϊκή» στάση απέναντι στο συνειδητό από τη μια μεριά, και μια τίμια, ευσυνείδητη και επιμελής αφοσίωση από την πλευρά της εγωικής συνείδησης από την άλλη, μπορούν να φέρουν τα δημιουργικά περιεχόμενα του ασυνειδήτου στρώματος πάνω από το κατώφλι και μέσα στα όρια της συνείδησης. Το παιχνίδι, χωρίς σχέδιο και χωρίς σκοπό, είναι η καλύτερη προϋπόθεση γι’ αυτό.
Γ. Η πολική φύση του συλλογικού ασυνειδήτου

Όπως είδαμε στο δεύτερο κεφάλαιο, ένας δυαλισμός αναπτύχθηκε στις θεωρίες των θρησκευτικών ερμηνευτών παλαιότερα στην Ευρώπη. Το φαινόμενο αυτό οδήγησε στην ερμηνεία των εικόνων στα γραπτά ποιητών και στην Αγία Γραφή είτε σαν  φ υ σ ι κ έ ς, σε αναφορά προς τον υλικό κόσμο, είτε σαν  θ ε ο λ ο γ ι κ έ ς, σε αναφορά προς μια πνευματική εικόνα του Θεού ή προς ένα παγκόσμιο πνεύμα ή μιαν παγκόσμια ψυχή. Ο Jung έφερε πάλι στο φως αυτήν τη δυαλιστική αντίληψη στα γραπτά του σχετικά με το συλλογική ασυνείδητο και τα αρχέτυπα, αλλά η ερμηνεία του τής έδωσε περισσότερο το νόημα μιας πολικότητας. Συγκρίνει τον χώρο τού ψυχικού (εγωική συνείδηση και ασυνείδητο) με το φάσμα του φωτός. Στο υπέρυθρο άκρο, οι ψυχικές λειτουργίες μεταβάλλονται σε ένστικτα και ψυχολογικές διαδικασίες, που παίρνουν έναν όλο και πιο καταναγκαστικό χαρακτήρα.²⁶ Στο άλλο, το υπεριώδες άκρο της κλίμακας, βρίσκονται τα αρχέτυπα, ψυχικές δομές που προκαθορίζουν τις φαντασίες και τις ιδέες μας παράγοντας συμβολικές εικόνες. (Η συνειδητότητα και, μαζί της, η ελευθερία της εκλογής και η ελεύθερη θέληση επικρατούν μόνο στη μεσαία περιοχή τού φάσματος). Η  μ ο ρ φ ή  και η  σ η μ α σ ί α  των ενστίκτων παριστάνονται στις εικόνες που παράγονται από τα αρχέτυπα. ²⁷ Τα αρχέτυπα, επομένως, είναι συλλογικά παρούσες ασυνείδητες προϋποθέσεις ή έμφυτες προδιαθέσεις που δρουν σαν ρυθμιστές και υποκινητές της δραστηριότητας της δημιουργικής φαντασίας. ²⁸ Η επίδρασή τους επάνω στο ανθρώπινο εγώ είναι θεϊκή – μαγική και γίνεται αισθητή σαν κάτι πνευματικό, ακόμη – στο πρωτόγονο επίπεδο – και σαν ένα πνεύμα ή πνεύματα. ²⁹

Το αρχέτυπο και το ένστικτο είναι «τα περισσότερο διαμετρικά αντίθετα στοιχεία που μπορεί να φαντασθή κανείς». ³⁰ Αυτό φαίνεται σχηματικά πολύ καθαρά όταν συγκρίνουνε έναν άνθρωπο που έχει πέσει στην κυριαρχία τού ενστίκτου με έναν που έχει καταληφθή από το πνεύμα. Παρ’ όλα αυτά, τα άκρα μπορούν να συναντηθούν, και μπορούν ακόμη και να μεταβληθούν στα προηγούμενα αντίθετά τους. ³¹

Στο υπέρυθρο άκρο της κλίμακας, η αναλυτική ψυχολογία μπορεί  να δώση το χέρι στους σπουδαστές της μπιχεβιοριστικής ψυχολογίας, επειδή σε αυτόν τον πόλο τυπικοί ανθρώπινοι τρόποι αντίδρασης εξαφανίζονται μέσα στον χώρο των ενστικτωδών προτύπων συμπεριφοράς, που στον σχετικά μηχανικό στερεότυπο χαρακτήρα τους μοιάζουν με εκείνα των ζώων. Σε αυτόν επίσης το πόλο γίνονται ορατά εκείνα τα ψυχικά πρότυπα αντίδρασης που εκφράζονται με τυπικές διαθέσεις και ενέργειες (ένστικτα) και μπορούν να παρατηρηθούν στατιστικά από τα έξω. Στον υπεριώδη πόλο, από την άλλη μεριά, θα μπορούσε να αναζητήση κανείς εκείνα τα φαινόμενα στα οποία δεν υπάρχει πλέον θέμα ορμών που προέρχονται από τα έξω, αλλά μάλλον εμπνεύσεων, κατάληψης από αρχετυπικές πνευματικές ενοράσεις ή εικόνες που, ακριβώς όπως οι παρωθήσεις και τα ένστικτα, μπορούν να υπερβούν την ελευθερία της ατομικής προσωπικότητας (το όραμα του Παύλου στον δρόμο προς τη Δαμασκό). Εδώ ακριβώς μπορεί να αναζητήση κανείς τον  α λ η θ ή  λ ό γ ο ν  των αρχαίων ερμηνευτών, που τόνιζαν ρητά ότι οι ερμηνείες τους προέρχονταν από μια «πνευματική έμπνευση» και είναι αθέλητες και απρόσωπες.

Η θέση, πάντως, της ψυχικής ενδιάμεσης περιοχής ανάμεσα στους δύο πόλους που υπερβαίνουν τη συνείδηση, αυτούς της ύλης και της ψυχής, είναι μόνον ένα μέσο για νε περιγράψη η συνείδησή μας τις ψυχικές της εμπειρίες με κάπως μεγαλύτερη ακρίβεια· το «εξωτερικό – υλικό» και το «εσωτερικό – πνευματικό» είναι μόνο χαρακτηριστικές ταμπέλες, που δεν μας λένε τίποτε για την αληθινή φύση αυτού που περιγράφουμε σαν «ύλη», ούτε για αυτό που ονομάζουμε «πνεύμα», εκτός από το ότι και τα δύο μάς συγκινούν και επιδρούν επάνω μας ψυχολογικά.

Όλες οι ισχυρότερες ενστικτώδεις ορμές και όλες οι δημιουργικές πνευματικές εμπειρίες και αντιλήψεις είναι συνδεδεμένες με συναισθήματα. Σ υ ν – κ ί ν η σ η φυσικά είναι αυτό που «κινείται προς τα έξω». Τα αρχέτυπα, όπως έχουμε σημειώσει, έχουν ένα «ιδιαίτερο φορτίο», δηλαδή αναπτύσσουν  θ ε ϊ κ έ ς  επιδράσεις που εκδηλώνονται σαν συναισθήματα. Αυτά τα συναισθήματα τονίζουν  έ ν α  περιεχόμενο, το οποίο καταλαμβάνει την «προμετωπίδα» της συνείδησης με σαφήνεια που  υ π ε ρ β α ί ν ε ι  το κανονικό, αλλά την ίδια στιγμή θαμπώνουν το υπόλοιπο πεδίο τής συνείδησης. Αυτό προκαλεί ένα χαμήλωμα του προσανατολισμού προς τον εξωτερικό κόσμο, και συγχρόνως μια σχετικοποίηση του χώρου και του χρόνου.

Ακριβώς τις στιγμές που ένα συγκινησιακά φορτισμένο περιεχόμενο επηρεάζει τη συνείδηση με ασυνήθιστη δύναμη, τείνουν να συμβούν τα λεγόμενα συγχρονιστικά φαινόμενα· συγκεκριμένα γεγονότα παρουσιάζονται στο εξωτερικό περιβάλλον του ατόμου και έχουν μια σύνδεση ιδιαίτερης σημασίας με τα εσωτερικά ψυχικά περιεχόμενα τα οποία κρυσταλλώνονται περίπου την ίδια στιγμή.³² Ένα ενεργοποιημένο αρχέτυπο συμπεριφέρεται μάλλον σαν μια ολόκληρη «κατάσταση» ή «σαν μια περιβάλλουσα ατμόσφαιρα, στην οποία δεν μπορούν να τεθούν καθορισμένα όρια, είτε από την άποψη του χώρου είτε από την άποψη του χρόνου». ³³

Ο Jung επομένως συμπέρανε ότι οι δύο πόλοι της ύλης και της ψυχής στο βαθύτερο επίπεδο γίνονται ένα, με την έννοια της ύπαρξης ενός  u n u s  m u n d u s (ενιαίου κόσμου), στον οποίον η ύλη και το πνεύμα, το εξωτερικό και το εσωτερικό, δεν μπορούν πλέον να διαχωρισθούν. Στην πρακτική ψυχολογική εμπειρία, μια διάκριση ανάμεσα στους δύο χώρους είναι αναπόφευκτη· στον χώρο των βαθύτερων στρωμάτων τού συλλογικού ασυνειδήτου, πάντως, καμμιά τέτοια διάκριση δεν μπορεί να γίνη με μεγάλο βαθμό βεβαιότητας. ³⁴

Η παρατήρηση των συγχρονιστικών φαινομένων μάς οδηγεί στην εικασία ότι μια  λ α ν θ ά ν ο υ σ α  ενιαία πραγματικότητα,³⁵ που ο Jung ονόμασε unus mundus, υπάρχει κάτω από τους πόλους του ενστίκτου και του πνεύματος, ή της ύλης και του πνεύματος. Το διάγραμμα ενός είδους κλίμακας ψυχικών συμβάντων θα μπορούσε έτσι να διευρυνθή, όπως δείχνει το παρακάτω σχήμα:

Λανθάνον περιεχόμενο: unus mundus

Όταν η σφαίρα τού unus mundus ενεργοποιείται για οποιαδήποτε αιτία, η λανθάνουσα ενέργειά της εκφράζεται με μια  δ ι π λ ή  εκδήλωση: στον χώρο αυτού που ονομάζουμε ύλη, και μπορεί να επιβεβαιωθή ή να διακριθή μέσω μιας κατ’ αίσθηση αντίληψης φυσιολογικού χαρακτήρα, αλλά  κ α ι  σαν εικόνα που ξαφνικά αναδύεται από τον πνευματικό πόλο στη συνείδηση, και που το νόημά της είναι ταυτόσημο με αυτό που παρατηρείται εξωτερικά. Αυτή η διπλή εκδήλωση θυμίζει το γεγονός που συζητήσαμε πιο πάνω, ότι ένα διπλό φαινόμενο γίνεται επίσης φανερό στη διαδικασία της προβολής: η σφαίρα ή το βέλος του πάθους (το ένστικτο), από το οποίο αυτός που κάνει την προβολή νοιώθει πως πληγώθηκε άμεσα, και η εικόνα που στέλνεται προς τα έξω, και που νομίζει πως τη βλέπει εξωτερικά.

Μια πολύ σοβαρή δυσκολία με την υπόθεση του συλλογικού ασυνειδήτου προκύπτει όταν βρισκόμαστε μπροστά στο πρόβλημα της  α π ο δ ό μ η σ η ς: δηλαδή, σε ποιον βαθμό μπορεί ή πρέπει κανείς να αποδώση αρχετυπικές εκδηλώσεις στο ασυνείδητο ενός ατόμου και σε ποιον βαθμό όχι. Σε ένα δικαστήριο, όπως ξέρουμε, ένα πρόσωπο που αποδεδειγμένα δεν μπορεί να προβάλη συνειδητή αντίσταση στις ορμές του θεωρείται σαν μη υπεύθυνο για τις πράξεις του. Το ίδιο ισχύει επίσης για τις αναγκαστικές παρωθήσεις που προέρχονται από τον αρχετυπικό πόλο! Εάν ένας άνθρωπος είναι τόσο πολύ κυριευμένος από μια θρησκευτική ιδέα, ώστε είναι ανίκανος να την κρίνη ηθικά, θεωρείται επίσης σαν ανεύθυνος. Σκέφτομαι την περίπτωση ενός άνδρα που ήταν ψυχικά άρρωστος και σκότωσε ένα παιδί, επειδή, όπως ισχυριζόταν, το Άγιο Πνεύμα τού είχε δώσει την εντολή να το κάνη. Όπως ήδη είδαμε, ένα πρόβλημα που ακόμη και σήμερα παραμένει εντελώς ανοιχτό είναι το εάν οι κακοί δαίμονες σε ένα πρόσωπο, κατεχόμενο απ’ αυτούς, είναι ξένοι εισβολείς ή ασυνείδητα συστατικά που ανήκουν στην ψυχολογία του ίδιου του ατόμου. Μια λανθασμένη, όμως, κρίση σε μια τέτοια περίπτωση έχει πολύ σοβαρές συνέπειες. «Μια λανθασμένη απόδοση», όπως γράφει ο Jung, «μπορεί να προκαλέση επικίνδυνες διογκώσεις, που φαίνονται χωρίς σημασία στον αδαή, μόνον επειδή δεν έχει ιδέα τών εσωτερικών και εξωτερικών καταστροφών που μπορούν να έχουν σαν αποτέλεσμα». ³⁶ «Η συνέπεια της διόγκωσης είναι το ότι κάποιος δεν είναι μόνο “φουσκωμένος”, αλλά πολύ ψηλά “ανεβασμένος”. Αυτό μπορεί να του φέρη ιλίγγους, ή την τάση να πέση από τις σκάλες, να στραμπουλήξη το πόδι του, να σκοντάψη επάνω σε σκαλιά και καρέκλες και ούτω καθεξής», ³⁷ για να μην αναφέρουμε τη μεγαλομανία ή τις Μεσσιανικές φαντασίες. Αλλά εάν κάποιος   π α ρ α λ ε ί ψ η   να αποδώση σε ένα άτομο ένα περιεχόμενο που του ανήκει, συμβαίνει το αντίθετο της διόγκωσης – απώλεια της ψυχής, όπως περιγράψαμε πιο πάνω, δηλαδή μια καταθλιπτική μείωση στο όλο δυναμικό της ζωής του ατόμου· το χειρότερο είναι ότι το περιεχόμενο που απορρίπτεται ξαναγυρίζει σε μια νέα προβολή στο περιβάλλον του ατόμου, όπως κανείς βλέπει στην περίπτωση του Don Juan, που κυνηγάει τη μια γυναίκα μετά την άλλη στην αναζήτησή του για την  μ ι α ν  εσωτερική εικόνα της γυναίκας (anima), μόνο και μόνο για να αντιληφθή, σε μια στιγμή κατάληψης, ότι αυτή η εικόνα δεν είναι «εκεί». Βλέπει κανείς την ίδια διαδικασία σε εξέλιξη σε ανθρώπους που δεν συνειδητοποιούν τη σκιά τους, και επομένως πάντα βρίσκουν το «μαύρο ζώο» (bête noire) (Σ τ. Μ.: bête noire στα γαλλικά είναι ο αποδιοπομπαίος τράγος) όπου και να πηγαίνουν· αρχίζουν τότε μια δυνατή πάλη, που γίνεται πάντα με τον ίδιον στερεότυπο τρόπο, χωρίς ποτέ να αναρωτηθούν: «Γιατί αυτό να συμβαίνη πάντα σε μένα;».

Τέτοιες σχηματοποιημένες επαναλήψεις καταστάσεων ή υπερβολικές εξαρτήσεις ανήκουν σε εκείνο το είδος διαταραχής τής προσαρμογής που συζητήσαμε πιο πριν, και το οποίο δείχνει ότι είναι επιθυμητή η απόσυρση της προβολής. Το πόσα μπορεί κανείς να αποδώση στο άτομο σαν προσωπικά, και πόσα μπορεί να αφήση σαν «αντικειμενικά ψυχικά», σε έναν χώρο που δεν είναι προσωπικός, μπορεί σε πολλές περιπτώσεις να φανή καθαρά μόνο μέσα από μια λεπτομερής ερμηνεία των ονείρων του ατόμου, και ακόμη και τότε όχι σε όλες τις περιπτώσεις. Επιπλέον, δεν πρέπει ποτέ κανείς να παραβλέπη το παράλογο της ανθρώπινης μοίρας. Ο Jung συζητούσε κάποτε με έναν ασθενή που είχε έναν αριθμό από διάφορες φοβίες, που όλες τους σιγά-σιγά εξαφανίσθηκαν, εκτός από έναν αξεπέραστο φόβο για τις εξωτερικές σκάλες. Αργότερα αυτό το πρόσωπο σκοτώθηκε σε μιαν εξωτερική σκάλα από μιαν αδέσποτη σφαίρα σε μιαν οδομαχία. Αυτός ο φόβος, επομένως, αντίθετα με τις άλλες του φοβίες δεν ήταν προβολή· ήταν καθαρό προαίσθημα! Αυτό που μπορεί ή δεν μπορεί να περιγραφή σαν προβολή είναι ακόμη και σήμερα σε πολύ μεγάλο βαθμό ένα ζήτημα κρίσης και / ή προσεκτικής εκτίμησης, έτσι ώστε κατά τη γνώμη μου, οι ψυχολόγοι θα πρέπη να επιδεικνύουν τη μεγαλύτερη δυνατή προσοχή και διάκριση όταν ασχολούνται με αυτήν την έννοια.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
15. Άπαντα, τόμος 11, παράγραφος 947.
16. Βλέπε: Jung «Επιστολές», Ι, Σ.Σ. 393 κ.ε.
17. Ό. π. σ. 58.
18. Ό. π., σ. 395.
19. Ό. π.
20. A. Jaffé: «Συγχρονότητα και αιτιότητα», σ.σ. 1 κ.ε.
21. Πράγμα που δεν απαντάει στην ερώτηση για το τί είναι «το φως καθεαυτό»      περισσότερο από όσο απαντούν εκείνα τα πειράματα που φαίνονται να δείχνουν ότι το φως αποτελείται από μόρια.
22. Άπαντα, τόμος 9, μέρος 1, παράγραφος 155.
23. Αυτό προϋποθέτει ότι η μέθοδος της παρατήρησης ψυχικών φαινομένων γενικά βασίζεται στην ενεργητική αρχή, όπως τη διατύπωσε ο Jung. Βλέπε: Jung «Σχετικά με την ψυχική ενέργεια», Άπαντα, τόμος 8, συχνές αναφορές.
24. E. Benz: «Νέες θρησκείες», σ.168. Ο Benz τονίζει ότι η ανάπτυξη των θρησκειών συμβαίνει με απρόβλεπτα «ξεσπάσματα».
25. Μια μέθοδος (η ενεργητική φαντασία) που επινοήθηκε από τον Jung για να βοηθήση την επαφή με τις εσωτερικές εικόνες της φαντασίας.
26. Για περισσότερες λεπτομέρειες, βλέπε: Jung: «Σχετικά με τη φύση της ψυχής», Άπαντα, τόμος 8, παράγραφοι 348 κ.ε.
27. Ό .π., παράγραφοι 398 κ.ε.
28. Ό. π., παράγραφος 403.
29. Ό. π., παράγραφος 405.
30. Ό. π., παράγραφος 406.
31. Σκέπτεται κανείς τη μεταβολή του Αγίου Αυγουστίνου από την ενστικτώδη ζωή στην πνευματική. Από την άλλη μεριά, άνθρωποι με ασυνήθιστα υψηλές πνευματικές φιλοδοξίες συχνά γίνονται θύματα των ενστίκτων τους χωρίς να το καταλάβουν. Βλέπε επίσης: ο. π., παράγραφος 414.
32. Jung: «Συγχρονότητα: μια αρχή μη αιτιακής σύνδεσης», Άπαντα, τόμος 8, παράγραφος 855.
33. Jung: Άπαντα, τόμος 9, μέρος 2, παράγραφος 257.
34. Jung: «Συγχρονότητα»,, Άπαντα, τόμος 8, παράγραφος 840. Βλέπε επίσης: Άπαντα, τόμος 14, παράγραφος 661.
35. Αυτή η ενιαία πραγματικότητα (unus mundus, όπως την ονομάζει ο Jung) είναι λανθάνουσα, γιατί δεν εμφανίζεται με κανονικότητα, αλλά μόνο με τη σποραδική της ενεργοποίηση στη μορφή των συγχρονικών φαινομένων.
36. Άπαντα, τόμος 12, παράγραφος 411.
37. Ό. π., αρ. 29.

(συνεχίζεται)



Αμέθυστος


Δεν υπάρχουν σχόλια: