Πέμπτη 1 Απριλίου 2021

Ο Beierwaltes και η υπερβατικότης της σκέψης (2).

 Συνέχεια από: Παρασκευή 19 Μαρτίου 2021

Ο Beierwaltes και η υπερβατικότης της σκέψης.

Mancini Sandro.

Ο Beierwaltes πράγματι, δεν περιορίζεται στην αναλυτική παρουσίαση των τριών υποστάσεων του Πλωτίνου, και τις πολυπληθείς εναλλαγές τους, από τον Πορφύριο στον Σέλινγκ, αλλά τις ξαναζωντανεύει, φανερώνοντας τήν ενυπάρχουσα εννοιολογική λειτουργικότητα, δείχνοντας καθαρά την τελική συνθήκη, την προϋπόθεση του παραδείγματος της αλήθειας σαν έκφραση της εξής προετοιμασίας: ώστε στην γνώση προκειμένου να τυπώνεται μία τέτοια ενέργεια εμφάνειας και μία τέτοια αποκεντρωτική κινητικότης, είναι αναγκαίο η οντολογική σύσταση τής πραγματικότητος, όλου αυτού δηλαδή που διαπιστώνεται εκ των υστέρων, να επαναφέρεται σ’εκείνη της εικόνος, δηλαδή ότι η πραγματικότης δανείζεται, (είναι αμοιβαία με την εικόνα), από την εικόνα το λογικό-οντολογικό της καταστατικό! Μ’αυτόν τον τρόπο το Είναι σαν ορίζοντας τών ορατών και των αοράτων, προκύπτει να προέρχεται από το Ένα, το οποίο ακριβώς το γεννά προοδεύοντας από την απόλυτή του, προ- και υπέρ- κατηγορική μονή (στάση). Πράγματι, οι προοδευτικές διαδρομές του φαινομένου που μόλις περιγράψαμε- από το αισθητό δεδομένο στην εσωτερική του ζωτικότητα και στον ενδόμυχο ορίζοντά του της επανασυμπίεσης (τον οποίο ονομάζουμε ψυχή του κόσμου), από αυτή την ζωτική εσωτερικότητα στον ειδιτικό τόπο (που απαιτεί την μνημονική λειτουργία του ορατού πεδίου), και στον δικό του ιδιαίτερο ορίζοντα επανακατανοήσεως, τον Νου, σαν την χώρα των δυνατοτήτων (σύμφωνα με τον ωραίο ορισμό του Λάιμπνιτς) τέλος από τον Νου στην υπεράνω αρχή. Την πηγή, του αρνητικού Ενός, επέκεινα (πέραν) κάθε δυνατότητος εννοιολογικής συλλήψεως- λοιπόν, αυτές οι γνωσιακές διαδρομές και οντολογικές μαζί, είναι τόσο δυνατές (εφικτές), όσο η πραγματικότης του κόσμου αποβάλλει την εσχατολογική του φαινομενικότητα. Μόνον εάν ο κόσμος χάσει το προφανές του, την πλενεμένη του απαίτηση ότι ισχύει σαν ακίνητο θεμέλιο γεωλογικό και αστρονομικό και αφήνεται να συλληφθεί σαν το κινητό εξωτερικό ενός εσωτερικού, τον a’posteriori (εκ των υστέρων) τόπο των διϋποκειμενικών ομοιοτήτων που συνιστούν τα πραγματικά πλαίσια τής αναγνωρισμένης και σχετικής πραγματικότητος, μόνον τότε είναι δυνατόν να αναχθούμε από το ορατό στο αόρατο.

          Πολύ σωστά ο Beierwaltes επιδεικνύει σ’αυτό το σημείο το ουσιώδες μέρος τού φιλοσοφικού προγράμματος, το οποίο πρότεινε με την διατύπωση “πραγματοποίηση της εικόνος” [Εννοείται ο στοχασμός από την οπτική γωνία του ερμηνευτού πάνω στην δομή της εικόνος και στην αμοιβαία διείσδυση Ταυτότητος και Διαφοράς στα διάφορα πεδία του Είναι]. Σ’αυτόν τον ορισμό συμπυκνώνει την “προσπάθειά του να δείξει την πραγματικότητα με την νεοπλατωνική σημασία, σαν εικόνα” εκδιπλώνοντας την διαλεκτική του Ενός και των πολλών, ταυτότητος και διαφοράς, όμοιου και ανόμοιου, που συστήνει το πραγματικό στην πραγματική του αξία, σε μία δομική υπεροχή του πρώτου πόλου στον δεύτερο, έτσι ώστε η έκφραση να φανερώνεται στην αναγωγική της δύναμη και τελικώς η εικόνα να πραγματοποιείται σαν Θεοφάνεια! Τα ορατά δεδομένα της εμπειρίας μπορούν να χρησιμεύσουν σαν άλλοι τόσοι καθρέφτες οι οποίοι αντανακλούν, μέσω ενός αναφορικού δεσμού, μία εσωτερική σημασία, μόνον εάν παρατηρούμε την εικόνα στο άνοιγμά της από το εσωτερικό της: τότε γινόμαστε μάρτυρες μίας γένεσης της κοσμικής αλήθειας η οποία μας επιβεβαιώνει ότι αυτό που αυτοβεβαιώνεται αμέσως σαν τελευταίο στην πραγματικότητα δεν είναι τέτοιο αλλά είναι έκφραση βαθύτερων κόσμων προοδευτικώς όλο και πιο εσωτερικών και αληθινών, οι οποίοι ανοίγουν στο τρίτο μας πνευματικό μάτι. Αφού φτάσουμε προκαταβολικώς με την σκέψη αυτά τα επίπεδα τα οποία είναι όλο και πιο έντονα ενωμένα, στρέφοντας το βλέμμα μας πίσω από τις πλάτες, ο κόσμος αποκαλύπτεται αληθινός όχι για την εμφάνιση τής οντολογικής του ογκώδους συστάσεως, αλλά για την λειτουργία του: εκείνη με την οποία τίθεται σαν ένα “πεδίο αποδείξεως” για τις ξεχωριστές ουσίες, τις μονάδες που τον διατρέχουν, στοχεύοντας στην απελευθέρωση από όλο αυτό που εμποδίζει την πραγματοποίηση των σχέσεων (των συμφωνιών) διά των μονάδων μέσα στις οποίες παίρνει μορφή η επιστροφή, η τελεολογική διαδρομή της επιστροφής, της σύνθετης ανόδου των πολλαπλών ουσιωδών μορφών οι οποίες ποθούν το Ένα. Το πρόγραμμα πραγματοποιήσεως τής εικόνος του Beierwaltes παρουσιάζει τοιουτοτρόπως όχι μόνον μία θεωρητική πλευρά κυρίαρχη οπωσδήποτε, αλλά και μία πρακτική θεμελιωμένη στο ουσιώδες σύνολο τού βλέπειν, πράττειν και είναι!

          Πιστεύω ότι ένα τέτοιο πρόγραμμα-όπως το ερμήνευσα και το αναδιαμόρφωσα-μπορεί να βρει ένα σημείο επαφής με τον υπερβατικό φαινομενολογικό ιδεαλισμό (αναφέρομαι ιδιαιτέρως στην δεύτερη υπερβατική μείωση την οποία υπέθεσε ο Husserl στο Krisis) ξεκινώντας ακριβώς από την απόδοση στον κόσμο ενός τίτλου αληθοφάνειας σαν θεοφάνεια: έναν τίτλο μόνον σχετικό, διότι ο κόσμος παρουσιάζεται σαν αμφίσημη εμφάνεια, αφού δεν εκφράζει μόνον την Αρχή, αλλά και την ετερότητα της Αρχής, έναν σκοτεινό παράγοντα αδράνειας και διαχωρισμού που αγκαλιάζει τις πολλές ατομικές ουσίες, εμποδίζοντας την διαδρομή τους προς την ανάβαση. Όταν όμως το κακό δεν κατορθώνει να πετύχει την πρόθεσή του να εμποδίσει την διαλεκτική τής έκφρασης, η αναζήτηση του αληθούς στην ορμή του επαναπροωθείται, περνώντας από μία ποιο εξωτερική εικόνα σε μία ποιο έντονη και ποιο περιεκτική, και η γνώση φθάνει μέχρι την εξωτερική άκρη τής πρωτοεικόνος, σαν Αρχετύπου όλων των δυνατών αρχετύπων. Αλλά αυτό το τελευταίο ονομάζεται μόνον μεταφορικώς: διότι και το Ένα είναι ένα όνομα, όπως μας δίδαξε τόσο ο κλασσικός νεοπλατωνισμός, από τον Πλωτίνο στον Δαμάσκιο, όσο και ο Χριστιανικός ο οποίος αρχίζοντας από τον Διονύσιο Αρεοπαγίτη φθάνει στον Κουζάνο, για να μείνει μετά από αυτόν κληρονομιά τής φιλοσοφίας μοντέρνας και συγχρόνου. Κατά μήκος αυτής της διαδρομής, ο κυνηγός του Ενός κρυφοκοιτάζει εκείνη την εποχή του νοήματος στην οποία ανήκουν όλοι οι στοχαστές της Philosophia Perennis: το Ένα είναι ένα νόημα και η μεταγλωσσική πηγή όλων των ονομάτων, διότι είναι πανταχού και ουδαμού! Το Ένα είναι όνομα που δείχνει την τελική και άρρητη πηγή του νοήματος : μία πηγή η οποία τόσο τίθεται σαν η υπέρτατη μεσότης τού συγκεντρωτικού Ενός, όσο αποσύρεται, τοποθετούμενο ταυτοχρόνως πέρα από κάθε δυνατή μεσότητα!

Συνεχίζεται

Αμέθυστος.

Δεν υπάρχουν σχόλια: