Συνέχεια από: Παρασκευή 2 Απριλίου 2021
Jan Patocka. Ο Πλάτων και η Ευρώπη!
ΙΙ. Τί πράγμα είναι το φαινόμενο;
2. Φαινόμενο και αλήθεια (συνέχεια).
Να λοιπόν θέσεις οι οποίες δεν έχουν
πλέον κοινοτυπίες αλλά αντιθέτως είναι πολύ πρωτοπόρες. Αυτό που μόλις εξέθεσα,
πιστεύω δεν είναι τίποτε άλλο παρά η φαινομενολογία. Η φαινομενολογία σαν
επιστήμη του φαινομένου είναι μία υπομονετική έρευνα στο εσωτερικό της
μη-αντικειμενικής στάσης, που δεν τρέχει πίσω από τα πράγματα παρακολουθώντας
τα, που δεν χρησιμοποιεί το φαινόμενο με τον μοναδικό σκοπό να φανερώσει τα
πράγματα. Για να πούμε την αλήθεια, το φαινόμενο είναι εδώ ακριβώς για να
αποκαλύψει τα πράγματα, αλλά ακολουθώντας αυτή την εσωτερική τάση του
φαινομένου, εμείς χάνουμε το καθαυτό φαινόμενο, δεν σκεπτόμαστε πλέον, χάνουμε
την ίδια την δυνατότητα να το φτάσουμε. Η φαινομενολογία έχει συνείδηση της
ακραίας ευρύτητος αυτού του πεδίου του καθαυτού φαινομένου. Δεν είναι μόνον το
πεδίο του αισθητού φαινομένου, της ανάλυσης του τρόπου με τον οποίο τα
αντικείμενα του περιβάλλοντός μας παρουσιάζονται σε μας. Που μας φανερώνει πώς
το αντικείμενο, στις αισθητές παραστάσεις, δίνεται σε μας αναγκαίως στην πρωτοτυπία
του, και ποτέ με άλλο τρόπο. Η φαινομενολογία είναι επίσης και το πεδίο της
έρευνας των τρόπων της φανέρωσης των γενικών δομών σκέψης, των τρόπων φανέρωσης
των άλλων, του τρόπου με τον οποίο υπάρχουν η κοινότης, το παρελθόν, κ.τ.λ..
Όλο αυτό ανήκει στο πεδίο του καθαυτό φαινομένου. Προχωρώντας στις ερωτήσεις, η
φαινομενολογία ψάχνει στην συνέχεια τις συνθήκες αυτών των δομών της φανέρωσης
του ιδιαιτέρου, τις ποιο γενικές δομές και τις ποιο θεμελιώδεις. Το καθαυτό
παρόν, το δεδομένο του παρόντος, με την υπέρτατη σημασία, όλες αυτές οι
χρονικές δομές, οι δομές της πιο καταγωγικής χρονικότητος, αφορούν το πλαίσιο
της φαινομενολογίας. Αυτό που μόλις περιέγραψα είναι στην πραγματικότητα ήδη
μία κάποια φαινομενολογική φιλοσοφία.
Η φιλοσοφική φαινομενολογία διακρίνεται
από την φαινομενολογία, στο μέτρο κατά το οποίο δεν θέλει να αναλύσει τα
καθαυτά φαινόμενα, αλλά να εξάγει επιπλέον μερικές “μεταφυσικές συνέπειες” και
να θέσει την ερώτηση της σχέσεως ανάμεσα στο φαινόμενο και το όν, τα όντα.
Γνωρίζουμε ότι η φαινομενολογική φιλοσοφία αγκαλιάζει έννοιες ιδιαιτέρως
ποικίλες. Υπάρχουν εννοιολογήσεις οι οποίες υποστηρίζουν ότι το φαινόμενο
είναι, κατά βάθος, μία εν γένει υποκειμενικότης, της ζωής, της ίδιας της
εμπειρίας της ζωής. Κατά την άποψη μου, είναι μία ασυνεννοησία, μία παρέκκλιση
σε σχέση με το ιδιαίτερο του καθαυτού φαινομένου. Το φαινόμενο πρέπει να
παραμείνει φαινόμενο, πρέπει να παραμείνει σ’ένα αυτόνομο πλαίσιο,
μη-πραγματικό, του σύμπαντος, ένα πλαίσιο το οποίο παρότι δεν είναι πραγματικό,
καθορίζει κατά κάποιο τρόπο την πραγματικότητα. Με ποιόν τρόπο; Αυτή η ερώτηση
δεν μπορεί να απαντηθεί από την επιστήμη, η οποία κι ‘αν είναι, παραμένει
πάντοτε στο κάδρο των απλών φαινομένων αλλά ούτε από την φαινομενολογία η οποία
υπολογίζει μόνον το καθαυτό φαινόμενο. Η φιλοσοφική φαινομενολογία μπορεί να
προσφέρει σχετικά μ’αυτό μερικές εποικοδομητικές υποθέσεις!
Το φαινόμενο μπορεί να καθορίσει το
αντικειμενικό είναι, το όν των ιδίων των φυσικών πραγμάτων, έτσι ώστε να είναι,
κατά κάποιο τρόπο, προβλέψιμα στις δομές τους και στην δομή των νόμων που τα
ρυθμίζουν. Όχι ότι το σύμπαν είναι δυνατό χωρίς τα φαινόμενα. Το σύμπαν σαν
γεγονός καθαρά φυσικό ανήκει στο πλαίσιο του εφικτού, του νοητού. Από το άλλο
μέρος δεν είναι αναγκαίο ούτε φιλοσοφικά υποστηρικτέο να σκεφτούμε το φαινόμενο
σαν σκοπό και νόημα του αντικειμενικού σύμπαντος. Παρ’όλα αυτά, το
αντικειμενικό σύμπαν είναι, κατά κάποιο τρόπο, καθορισμένο apriori, συν-καθοριζόμενο από το φαινόμενο, καθότι η
φυσική εξέλιξη του φυσικού σύμπαντος ή του πραγματικού θεμελίου που του ανήκει,
μπορεί να φθάσει σε κάτι όπως το ανθρώπινο όν. Δεν υπάρχει καμία ενυπάρχουσα
τελεολογία, κανένα πραγματικό γεγονός ότι το φαινόμενο θα μπορούσε να
πραγματοποιήσει μία παρόμοια ενυπάρχουσα σκοπιμότητα. Το καθαυτό φαινόμενο
δεν έχει καμία δύναμη. Ο καθορισμός, ο συν-καθορισμός, πρέπει να βρίσκεται στα
ίδια τα θεμέλια του καθαυτού φυσικού είναι.
Από αυτή την σχέση ανάμεσα στο
φαινόμενο και τα όντα που εμφανίζονται προκύπτει μία γενική και ειδική
κατάσταση. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το αόρατο όν είναι το θεμέλιο της φύσης.
Τα ίδια τα φαινόμενα μας αποκαλύπτουν αυτό το γεγονός, τα φαινόμενα τα ίδια μας
εμφανίζουν το φυσικό όν, σαν αυτό το ίδιο να μην ήταν κάτι που εμφανίζεται
παρ’όλα αυτά, το πεδίο του φαινομένου σαν τέτοιου μας φανερώνει ταυτοχρόνως,
αυτό το όν σαν αποτέλεσμα μιας έλλειψης. Το σύμπαν χωρίς τον άνθρωπο, χωρίς τον
νου-παρότι δεν είναι σωστό να μιλήσουμε για νόηση, δεδομένου ότι η νόηση δεν
υπολογίζεται για το φαινόμενο καθότι είναι μία πραγματικότης στο εσωτερικό τής
οποίας το φαινόμενο πραγματοποιείται (conditio realis), αλλά
δεν είναι το καθαυτό φαινόμενο- το σύμπαν χωρίς το φαινόμενο ανήκει στο πλαίσιο
του νοητού. Σε τελευταία ανάλυση, το σύμπαν είναι το θεμέλιο και των
φαινομένων. Το φαινόμενο είναι δυνατό μόνον σαν φαινόμενο της ολότητος και
είναι ένα αξιοπερίεργο γεγονός ότι το σύμπαν θα μπορούσε να υπάρξει χωρίς το
φαινόμενο. Ακριβώς αυτός ο υπολογισμός μας φέρει στο συμπέρασμα ότι παρότι το
σύμπαν είναι πράγματι δυνατό χωρίς τον άνθρωπο, χωρίς όντα ανάλογα του ανθρώπου,
χωρίς την σκέψη κ.τ.λ. υπάρχει παρ’όλα αυτά κάποιο μέρος στα φαινόμενα αυτού
του υπαρκτού σύμπαντος, μία σύν-ταξη του φαινομένου σαν φαινόμενο.
Αυτή η κατάσταση είναι ταυτοχρόνως
εκείνη η ιδιαίτερη και πρόσκαιρη του ανθρώπου στον κόσμο. Ο άνθρωπος είναι το
όν στο οποίο εκφράζεται, από το ένα μέρος η πανίσχυρη τάση προς την τυχαιότητα
τού αφανούς σύμπαντος, και με την οποία αναπτύσσεται, από το άλλο, αυτή η άλλη
πλευρά. Η μη πραγματική πλευρά του σύμπαντος εμφανίζεται ξαφνικά στον άνθρωπο
και γίνεται πραγματική. Αυτό θα χρησιμεύσει σαν σημείο εκκίνησης για τον
στοχασμό μας στην καταγωγή της φροντίδος της ψυχής. Ο άνθρωπος, απ’ αρχής, δεν
στοχάζεται με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο εμείς προσπαθούμε να σκεφθούμε στα
χνάρια του Χούσσερλ. Αυτή η βαθιά σκέψη του Χούσσερλ στην διαφορά ανάμεσα στον
στοχασμό που είναι στραμμένος στα πράγματα και στην σκέψη στραμμένη στον τρόπο
με τον οποίο τα φαινόμενα εμφανίζονται, στο καθαυτό φαινόμενο, αυτός ο
στοχασμός στην διάκριση της χρήσεως του φαινομένου εν όψει μιας καταστάσεως του
όντος και της χρήσεως του όντος εν όψει μιας κατανοήσεως του φαινομένου,
προϋποθέτει χιλιάδες χρόνια φιλοσοφικής εργασίας και επιστημονικής. Στην αρχή
αυτό δεν υπάρχει. Τί υπάρχει λοιπόν;
Συνεχίζεται
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου