Συνέχεια : Τρίτη,29 Νοεμβρίου 2011
«Έξι φιλοσοφικές ζωγραφιές» Tου Χρήστου Γιανναρά
(Συνεχίζεται)
Αμέθυστος
«Έξι φιλοσοφικές ζωγραφιές» Tου Χρήστου Γιανναρά
Εξι φιλοσοφικές ζωγραφιές(2)
Πιστό παιδί της εποχής του, εποχής που ανακοίνωσε τον θάνατο του Θεού, την απόρριψη δηλ. της Μεταφυσικής, δηλ. του Νού, προσπαθεί να θεολογήση χωρίς πίστη, με τα δεδομένα του κόσμου τούτου, χρησιμοποιώντας άπληστα τον μεγάλο του δάσκαλο τον Καντ. Είναι στην πραγματικότητα ένας καλά κρυμμένος υλιστής κι αυτό φαίνεται καθαρά απ' τις λέξεις που χρησιμοποιεί για να βεβαιώση την Ανάσταση του Κυρίου!: «Ο ιστορικός Ιησούς, αναστάς εκ νεκρών, δηλώνει τη δυνατότητα του κτιστού να υπάρξη με τον τρόπο του ακτίστου, τρόπο ελευθερίας από κάθε προκαθορισμό δεδομένης ουσίας ή Φύσης». Το κείμενο είναι σφιχτά λογικό και παιδικό ταυτοχρόνως, αφελές διότι είναι συμπερασματικό, απαγωγικό. Διότι έχει ανάγκη την προϋπάρχουσα ύλη.
Ξεκινά με την αλήθεια ως κοινωνία, κοινωνία της γνώσης. Κριτήριο της αλήθειας είναι η λογική κοινωνία της εμπειρίας, το άθλημα σχέσεων κοινωνίας. Η κοινωνική επαλήθευση της γνώσης. Αποδέχεται τη συμβολική εκδοχή της γλώσσας και την ταύτιση της γνώσης με την εμπειρική κυρίως πιστοποίηση! Εμπειρία είναι ο συντονισμός όλων των γνωστικών δυνατοτήτων του υποκειμένου στο γεγονός της διϋποκειμενικής σχέσης (πείρα δηλ.).
Και ανοίγει ένα άλλο επίπεδο, την προσωπική ύπαρξη του ανθρώπου, με τη βοήθεια του αποφατισμού. Είναι δε τώρα ο αποφατισμός η άρνηση να ταυτίσουμε την κατανόηση των σημαινόντων με τη γνώση των σημαινομένων. Άρνηση να εξαντλήσουμε τη γνώση στη διατύπωσή της. Η εμφάνεια της ετερότητος ως ταυτότητος του σημαινομένου. Η προσωπική δηλ. ύπαρξη του ανθρώπου και τα δημιουργήματα-«ποιήματα», στα οποία αποτυπώνει ο άνθρωπος την ετερότητα του προσώπου του. Όπως ακριβώς και τα δημιουργήματα κάλλους της Φύσεως, του Θεού δημιουργού. Αναλόγως έστω.
Περνά σε ένα άλλο επίπεδο, εμβαθύνει όπως λέμε, μέσω μιας αντιφάσεως η οποία αναιρεί την προηγούμενη θέση. Την κοινωνία της γνώσης και την κοινωνική επαλήθευση, μέσω του Κοινού Λόγου, του Ξυνού Λόγου του Ηρακλείτου. Και υπάρχει και συνέχεια. Η μεγαλειώδης σύνθεση όπου το πρόσωπο ταυτίζεται με τον Θεό. Αυτή είναι η οντολογία, η αντικαταστάτης της Μεταφυσικής, αλλά της μονοσήμαντης μεταφυσικής, της μεταφυσικής της ταυτότητος Είναι και μη-Είναι, του Ηρακλείτου δηλαδή.
Ας δούμε πρώτα τη σύνθεση:
«Η Χριστιανική Εκκλησία (σελ.47) ευαγγελίζεται έναν Θεό, αιτιώδη αρχή της υπάρξης και των υπαρκτών, ελεύθερον απο κάθε αναγκαίο προκαθορισμό της ύπαρξής του, ελεύθερον από δεδομένη (ανερμήνευτα) ουσία.
Θεό ο οποίος θέλει να υπάρχη και η ελεύθερη θέλησή του «υποστασιάζει» τον τρόπο της ύπαρξής του ως ελευθερία αγάπης – Θεό ο οποίος είναι ο Πατήρ. Αχρόνως και αγαπητικώς, υποστασιάζει ελεύθερα την ύπαρξή του, τη συγκροτεί ως αγαπητική κοινωνία υποστάσεων. Διότι ο λόγος τού υπαρκτού προηγείται της ύπαρξής του στην αρχαιοελληνική οντολογία και καθορίζει το είναι του. Προκαθορίζει το υπαρκτικό γεγονός, ως αναγκαιότητα που σαν a priori δεδομένη λογικότητα (ξυνού λόγου) προηγείται και προκαθορίζει το υπαρκτικό γεγονός". Αποκλείει την εκ του μηδενός δημιουργία, τη γιγνόμενη ετερότητα της λογικής ύπαρξης, το απρόοπτο - τελικά την ιστορία ! (ή πρόνοια;)!
Και ο Ηράκλειτος μάς προκύπτει ως ο εξέχων εκφραστής της αποφατικής μεθόδου! Γιατί επιλέχθηκε ο Ηράκλειτος, ο οποίος ελάχιστα μάλιστα αναφέρεται από τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη; Λόγω του Hegel. Του Πατέρα της σύγχρονου διαλεκτικής και φιλοσοφίας: «Δεν υπάρχει ούτε μία πρόταση του Ηρακλείτου που να μην περιέχεται στη Λογική μου»! Διότι θεωρείται ο πρόδρομος της μοντέρνας φιλοσοφίας, καθότι μιλά ήδη με όρους Εγελιανούς, για τη διαλεκτική της ενότητος ή ταυτότητος των αντιθέτων (παρότι οι δύο έννοιες δέν εξισούνται). Ο Hegel λοιπόν και ο μαθητής του ο Γιανναράς μιλούν για μία πραγματικότητα η οποία συνίσταται από την ενότητα των αντιθέτων, η οποία ενότης καθιστά την πραγματικότητα μία συνεχή πρόοδο, ένα πέρασμα δηλ. από το ένα αντίθετο στο άλλο. Και θεωρείται επομένως επίσης ο Ηράκλειτος ως ο Φιλόσοφος ο οποίος κατήργησε την αρχή της μη-αντιφάσεως. Ο υποστηρικτής της αντικειμενικής, πραγματικής υπάρξεως της αντιφάσεως. Και μάλιστα της απολυτότητός της. Και πάλι βρίσκονται αυτές οι αντιλήψεις στα θεμέλια της Εγελιανής Λογικής! «Το αληθινό είναι η ενότης των αντιθέτων, και συγκεκριμένα της καθαρής αντιθέσεως του Είναι και του μη-Είναι». «Εμείς συμφωνούμε με τη βεβαίωση του Ηράκλειτου, πως το απόλυτο είναι η ενότης του Είναι και του μη-Είναι», και λίγο παρακάτω μάς εξηγεί: «Λέγοντας πως το όλον είναι και δεν είναι, συμφώνησε ο Ηράκλειτος πως το παν είναι γίγνεσθαι...γι’ αυτό αυτή η φιλοσοφία δεν έσβυσε ποτέ, διότι η αρχή της είναι ουσιώδης...διότι είναι μία μεγάλη κατάκτηση η αναγνώριση πως το Είναι και το μη-Είναι είναι αφαιρέσεις χωρίς αλήθεια, και πως το πρώτο αληθινό είναι μόνον το γίγνεσθαι».
Παρ’ όλα αυτά, μία πραγματική αντίφαση δύσκολα βρίσκεται στα αποσμάσματα που διαθέτουμε . Διότι εκτός των άλλων, η ενότης των αντιθέτων ανήκει στην ψυχολογία και είναι στην πραγματικότητα ένας καθαρός υλισμός. Όπως φαίνεται και από την έννοια της Αναστάσεως που μας χάρισε ο Γιανναράς. Ας προχωρήσουμε λίγο. «Τα κρύα πράγματα θερμαίνονται, το ζεστό κρυώνει, το υγρό ξεραίνεται», «το ίδιο πράγμα είναι ο ζωντανός κι ο νεκρός, ο ξύπνιος κι ο κοιμισμένος, ο νέος κι ο γέρος: αυτά όλα είναι αλλάζοντας και μεταμορφούμενα εκείνα, και εκείνα είναι αυτά». Η αλλαγή είναι λοιπόν το πέρασμα από το ένα αντίθετο στο άλλο, και παρεμβαίνει τελικώς ο χρόνος για να αφαιρέση την αντίφαση. Γι’ αυτό είναι τόσο σημαντικός ο χρόνος για σύγχρονους φιλοσόφους σαν τον Ράμφο. Λόγω υλισμού και ψυχολογίας.
Στον Ηράκλειτο λείπει όμως ένα υπόστρωμα, που θα μπορούσε να εξασφαλίζη μια συνέχεια στην αλλαγή: « δεν είναι δυνατόν να περάσουμε τον ίδιον ποταμό δυό φορές». Την οποία πρόταση έσπρωξε ο Κρατύλλος στις έσχατες συνέπειες, από όπου φαίνεται καθαρά η καταστροφή τής αποδοχής της αντιφάσεως: «Ούτε μία φορά δεν είναι δυνατόν να κατέβουμε σ’ έναν ποταμό». Καταργείται η ταυτότης, ο προσδιορισμός των πραγμάτων. Γι΄ αυτό και είναι η υπέρβαση της Φύσεως απολύτως αναγκαία και για τον Γιανναρά! Η ταυτότης πρέπει να βρεθή στο πρόσωπο, ακόμη κι αν πρέπη να καταργήσουμε τη φύση και στην Αγία Τριάδα ακόμη. Ο Αριστοτέλης βάζει μαζί με τον Ηράκλειτο και μερικούς άλλους «Φυσικούς» φιλοσόφους υλιστές. Τον Εμπεδοκλή, τον Αναξαγόρα, τον Δημόκριτο. Τί να λέμε τώρα για λόγους των όντων, για άκτιστες ενέργειες, για Άγιο Πνεύμα, για αμαρτία που φέρνει τον θάνατο. Τα πράγματα πρέπει να απλοποιηθούν για να ευνοηθή η θέληση, και επομένως η πράξη και η δημιουργικότης. Διότι, όπως λέει κι ο δάσκαλος ο Καντ, γνωρίζουμε μόνον αυτό που κάνουμε, αυτό που φτιάχνουμε.
Όσο για τη Θέληση που εμφανίζεται στην προαιώνιο Τριάδα, ο κ. Γιανναράς δεν το βάζει κάτω. Δεν ερευνά τους Πατέρες, δεν τον ενδιαφέρει να διακρίνη την οικονομική, εκούσια δράση της Τριάδος από την προαιώνιο ύπαρξή της! Ας πάρουμε μόνο δύο νύξεις από τον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά!
Είπε ο Κύριος, «Ο Πατήρ μου είναι μεγαλύτερός μου». Δεν είπε ο Θεός, αλλά ο Πατήρ. Διότι δεν είναι μεγαλύτερος από τον Υιό ως Θεός, αλλ' ως αίτιος θεότητος.
Κι ακόμη: «υπάρχει δε και η αναιτίως και ελευθέρως και υπεράνω φιλανθρωπίας και ευδοκίας Αγία Τριάδα, καθ' όσον είναι εκ του Πατρός όχι κατα την θέλησιν αλλά κατά την Φύσιν μόνον...». Αφού καταργούν όμως την ουσία του Θεού, επειδή παρερμηνεύουν τη φιλοσοφική ουσία, αφού φτιάχνουν εκ νέου μία θεότητα κατ’ εικόνα μας, αφού δεν έχουν συνειδητοποιήσει το μάθημα του Νίτσε, ας περιμένουμε και χειρότερα από τους οπαδούς του κ. Γιανναρά.
Και ανοίγει ένα άλλο επίπεδο, την προσωπική ύπαρξη του ανθρώπου, με τη βοήθεια του αποφατισμού. Είναι δε τώρα ο αποφατισμός η άρνηση να ταυτίσουμε την κατανόηση των σημαινόντων με τη γνώση των σημαινομένων. Άρνηση να εξαντλήσουμε τη γνώση στη διατύπωσή της. Η εμφάνεια της ετερότητος ως ταυτότητος του σημαινομένου. Η προσωπική δηλ. ύπαρξη του ανθρώπου και τα δημιουργήματα-«ποιήματα», στα οποία αποτυπώνει ο άνθρωπος την ετερότητα του προσώπου του. Όπως ακριβώς και τα δημιουργήματα κάλλους της Φύσεως, του Θεού δημιουργού. Αναλόγως έστω.
Περνά σε ένα άλλο επίπεδο, εμβαθύνει όπως λέμε, μέσω μιας αντιφάσεως η οποία αναιρεί την προηγούμενη θέση. Την κοινωνία της γνώσης και την κοινωνική επαλήθευση, μέσω του Κοινού Λόγου, του Ξυνού Λόγου του Ηρακλείτου. Και υπάρχει και συνέχεια. Η μεγαλειώδης σύνθεση όπου το πρόσωπο ταυτίζεται με τον Θεό. Αυτή είναι η οντολογία, η αντικαταστάτης της Μεταφυσικής, αλλά της μονοσήμαντης μεταφυσικής, της μεταφυσικής της ταυτότητος Είναι και μη-Είναι, του Ηρακλείτου δηλαδή.
Ας δούμε πρώτα τη σύνθεση:
«Η Χριστιανική Εκκλησία (σελ.47) ευαγγελίζεται έναν Θεό, αιτιώδη αρχή της υπάρξης και των υπαρκτών, ελεύθερον απο κάθε αναγκαίο προκαθορισμό της ύπαρξής του, ελεύθερον από δεδομένη (ανερμήνευτα) ουσία.
Θεό ο οποίος θέλει να υπάρχη και η ελεύθερη θέλησή του «υποστασιάζει» τον τρόπο της ύπαρξής του ως ελευθερία αγάπης – Θεό ο οποίος είναι ο Πατήρ. Αχρόνως και αγαπητικώς, υποστασιάζει ελεύθερα την ύπαρξή του, τη συγκροτεί ως αγαπητική κοινωνία υποστάσεων. Διότι ο λόγος τού υπαρκτού προηγείται της ύπαρξής του στην αρχαιοελληνική οντολογία και καθορίζει το είναι του. Προκαθορίζει το υπαρκτικό γεγονός, ως αναγκαιότητα που σαν a priori δεδομένη λογικότητα (ξυνού λόγου) προηγείται και προκαθορίζει το υπαρκτικό γεγονός". Αποκλείει την εκ του μηδενός δημιουργία, τη γιγνόμενη ετερότητα της λογικής ύπαρξης, το απρόοπτο - τελικά την ιστορία ! (ή πρόνοια;)!
Και ο Ηράκλειτος μάς προκύπτει ως ο εξέχων εκφραστής της αποφατικής μεθόδου! Γιατί επιλέχθηκε ο Ηράκλειτος, ο οποίος ελάχιστα μάλιστα αναφέρεται από τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη; Λόγω του Hegel. Του Πατέρα της σύγχρονου διαλεκτικής και φιλοσοφίας: «Δεν υπάρχει ούτε μία πρόταση του Ηρακλείτου που να μην περιέχεται στη Λογική μου»! Διότι θεωρείται ο πρόδρομος της μοντέρνας φιλοσοφίας, καθότι μιλά ήδη με όρους Εγελιανούς, για τη διαλεκτική της ενότητος ή ταυτότητος των αντιθέτων (παρότι οι δύο έννοιες δέν εξισούνται). Ο Hegel λοιπόν και ο μαθητής του ο Γιανναράς μιλούν για μία πραγματικότητα η οποία συνίσταται από την ενότητα των αντιθέτων, η οποία ενότης καθιστά την πραγματικότητα μία συνεχή πρόοδο, ένα πέρασμα δηλ. από το ένα αντίθετο στο άλλο. Και θεωρείται επομένως επίσης ο Ηράκλειτος ως ο Φιλόσοφος ο οποίος κατήργησε την αρχή της μη-αντιφάσεως. Ο υποστηρικτής της αντικειμενικής, πραγματικής υπάρξεως της αντιφάσεως. Και μάλιστα της απολυτότητός της. Και πάλι βρίσκονται αυτές οι αντιλήψεις στα θεμέλια της Εγελιανής Λογικής! «Το αληθινό είναι η ενότης των αντιθέτων, και συγκεκριμένα της καθαρής αντιθέσεως του Είναι και του μη-Είναι». «Εμείς συμφωνούμε με τη βεβαίωση του Ηράκλειτου, πως το απόλυτο είναι η ενότης του Είναι και του μη-Είναι», και λίγο παρακάτω μάς εξηγεί: «Λέγοντας πως το όλον είναι και δεν είναι, συμφώνησε ο Ηράκλειτος πως το παν είναι γίγνεσθαι...γι’ αυτό αυτή η φιλοσοφία δεν έσβυσε ποτέ, διότι η αρχή της είναι ουσιώδης...διότι είναι μία μεγάλη κατάκτηση η αναγνώριση πως το Είναι και το μη-Είναι είναι αφαιρέσεις χωρίς αλήθεια, και πως το πρώτο αληθινό είναι μόνον το γίγνεσθαι».
Παρ’ όλα αυτά, μία πραγματική αντίφαση δύσκολα βρίσκεται στα αποσμάσματα που διαθέτουμε . Διότι εκτός των άλλων, η ενότης των αντιθέτων ανήκει στην ψυχολογία και είναι στην πραγματικότητα ένας καθαρός υλισμός. Όπως φαίνεται και από την έννοια της Αναστάσεως που μας χάρισε ο Γιανναράς. Ας προχωρήσουμε λίγο. «Τα κρύα πράγματα θερμαίνονται, το ζεστό κρυώνει, το υγρό ξεραίνεται», «το ίδιο πράγμα είναι ο ζωντανός κι ο νεκρός, ο ξύπνιος κι ο κοιμισμένος, ο νέος κι ο γέρος: αυτά όλα είναι αλλάζοντας και μεταμορφούμενα εκείνα, και εκείνα είναι αυτά». Η αλλαγή είναι λοιπόν το πέρασμα από το ένα αντίθετο στο άλλο, και παρεμβαίνει τελικώς ο χρόνος για να αφαιρέση την αντίφαση. Γι’ αυτό είναι τόσο σημαντικός ο χρόνος για σύγχρονους φιλοσόφους σαν τον Ράμφο. Λόγω υλισμού και ψυχολογίας.
Στον Ηράκλειτο λείπει όμως ένα υπόστρωμα, που θα μπορούσε να εξασφαλίζη μια συνέχεια στην αλλαγή: « δεν είναι δυνατόν να περάσουμε τον ίδιον ποταμό δυό φορές». Την οποία πρόταση έσπρωξε ο Κρατύλλος στις έσχατες συνέπειες, από όπου φαίνεται καθαρά η καταστροφή τής αποδοχής της αντιφάσεως: «Ούτε μία φορά δεν είναι δυνατόν να κατέβουμε σ’ έναν ποταμό». Καταργείται η ταυτότης, ο προσδιορισμός των πραγμάτων. Γι΄ αυτό και είναι η υπέρβαση της Φύσεως απολύτως αναγκαία και για τον Γιανναρά! Η ταυτότης πρέπει να βρεθή στο πρόσωπο, ακόμη κι αν πρέπη να καταργήσουμε τη φύση και στην Αγία Τριάδα ακόμη. Ο Αριστοτέλης βάζει μαζί με τον Ηράκλειτο και μερικούς άλλους «Φυσικούς» φιλοσόφους υλιστές. Τον Εμπεδοκλή, τον Αναξαγόρα, τον Δημόκριτο. Τί να λέμε τώρα για λόγους των όντων, για άκτιστες ενέργειες, για Άγιο Πνεύμα, για αμαρτία που φέρνει τον θάνατο. Τα πράγματα πρέπει να απλοποιηθούν για να ευνοηθή η θέληση, και επομένως η πράξη και η δημιουργικότης. Διότι, όπως λέει κι ο δάσκαλος ο Καντ, γνωρίζουμε μόνον αυτό που κάνουμε, αυτό που φτιάχνουμε.
Όσο για τη Θέληση που εμφανίζεται στην προαιώνιο Τριάδα, ο κ. Γιανναράς δεν το βάζει κάτω. Δεν ερευνά τους Πατέρες, δεν τον ενδιαφέρει να διακρίνη την οικονομική, εκούσια δράση της Τριάδος από την προαιώνιο ύπαρξή της! Ας πάρουμε μόνο δύο νύξεις από τον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά!
Είπε ο Κύριος, «Ο Πατήρ μου είναι μεγαλύτερός μου». Δεν είπε ο Θεός, αλλά ο Πατήρ. Διότι δεν είναι μεγαλύτερος από τον Υιό ως Θεός, αλλ' ως αίτιος θεότητος.
Κι ακόμη: «υπάρχει δε και η αναιτίως και ελευθέρως και υπεράνω φιλανθρωπίας και ευδοκίας Αγία Τριάδα, καθ' όσον είναι εκ του Πατρός όχι κατα την θέλησιν αλλά κατά την Φύσιν μόνον...». Αφού καταργούν όμως την ουσία του Θεού, επειδή παρερμηνεύουν τη φιλοσοφική ουσία, αφού φτιάχνουν εκ νέου μία θεότητα κατ’ εικόνα μας, αφού δεν έχουν συνειδητοποιήσει το μάθημα του Νίτσε, ας περιμένουμε και χειρότερα από τους οπαδούς του κ. Γιανναρά.
(Συνεχίζεται)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου