Συνέχεια από: Παρασκευή, 24 Σεπτεμβρίου 2021
ΛΟΓΟΣ ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟΣ Ο ΜΕΓΑΣ
1. Αλλ’ ίσως κάποιος δια της εξετάσεως της δικαιοσύνης και της σοφίας, όπως θεωρούνται (εκδηλώνονται) κατά την θεία οικονομία, οδηγηθεί στο να νομίσει απάτη την μέθοδο την οποία υπέρ ημών επινόησε ο Θεός. Διότι η έλευση του Θεού εντός του κρατούντος (στον χώρο του πονηρού), όχι με γυμνή τη θεότητα αλλά με το κάλυμμα της ανθρώπινης φύσεως, χωρίς να αναγνωρισθεί παρά του εχθρού ως Θεός, είναι τρόπον τινά απάτη και παραλογισμός, διότι είναι χαρακτηριστικό των απατώντων το να στρέφουν (τρέπουν) τις ελπίδες των επιβουλευομένων προς κάτι άλλο και να πράττουν (κατεργάζονται) κάτι το πολύ διαφορετικό από το ελπιζόμενο. Αλλ’ εκείνος o oποίος αποβλέπει προς την αλήθεια θα συμφωνήσει πάντως ότι και τούτο είναι χαρακτηριστικό και της δικαιοσύνης και της σοφίας. Πράγματι της μεν δικαιοσύνης ίδιον είναι να απονέμει σε έκαστον το κατ’ αξίαν, της δε σοφίας να μην παρατρέπει (διαστρέφει) το δίκαιον ούτε να αποχωρίζει τον αγαθόν σκοπόν της φιλανθρωπίας από την κατά το δίκαιον κρίσιν, αλλά να συνάπτει ευμηχάνως (επιτήδεια, εύστροφα) και τα δύο (αμφότερα), στην μεν δικαιοσύνη αποδίδοντας το κατ’ αξίαν, στην δε αγαθότητα νά μην την απομακρύνει από τον σκοπό της φιλανθρωπίας.
2. Ας ερευνήσουμε λοιπόν για να δούμε εάν δεν παρατηρήθηκαν τα δύο ταύτα στο γεγονός της ενσαρκώσεως. Πράγματι η μεν ανταπόδοση του κατ’ αξίαν, ένεκεν της οποίας ο απατών ανταπατάται, δεικνύει την δικαιοσύνη (το δίκαιον), ο δε σκοπός του γεγονότος (της ενσαρκώσεως) είναι η μαρτυρία της αγαθότητος του ενεργούντος. Χαρακτηριστικόν μεν της δικαιοσύνης είναι να απονέμει σε έκαστον εκείνα των οποίων τις αρχές και τις αιτίες προκατέβαλε ο ίδιος, όπως η γη δίδει καρπούς αναλόγους προς τα γένη των καταβληθέντων σπερμάτων. Της δε σοφίας χαρακτηριστικόν είναι να μην εκπίπτει του αγαθού με τον τρόπον της ανταποδόσεως των ομοίων. Όπως δηλαδή συμβαίνει να αναμιγνύει με το φαγητό φάρμακο και εκείνος ο οποίος επιβουλεύεται (ο επιβουλεύων) και εκείνος ο οποίος ζητεί να θεραπεύσει το θύμα της επιβουλής, αλλ’ ο μεν με το δηλητήριο ο δε άλλος με το αντίδοτο του δηλητηρίου, χωρίς ο τρόπος της θεραπείας να καταστρέψει τον σκοπόν της ευεργεσίας (διότι αν και η ανάμιξη του δηλητηρίου με την τροφή γίνεται και από τους δύο, εμείς λαμβάνοντες υπ’ όψιν τον σκοπόν, τον μεν ένα επαινούμε, τον δε άλλο κατηγορούμε), έτσι και εδώ, κατά το δίκαιον ο απατεών απολαμβάνει τα σπέρματα εκείνα που έθεσε αυτοβούλως (δια της ιδίας προαιρέσεως). Διότι με το περίβλημα του ανθρώπου απατάται και αυτός ο οποίος πρώτος απάτησε τον άνθρωπο με το δέλεαρ της ηδονής.
3. Ο δε σκοπός των όσων έγιναν είναι η αλλαγή προς το καλύτερον. Ο μεν εχθρός πράγματι διενήργησε την απάτη για να διαφθείρει την φύσιν μας, ενώ ο δίκαιος και συνάμα αγαθός και σοφός επινόησε την απάτη για την σωτηρία του καταφθαρέντος, ευεργετώντας όχι μόνον τον απωλωλότα, αλλά και αυτόν τον ενεργήσαντα την απώλειά μας. Διότι δια της προσεγγίσεως του θανάτου προς την ζωήν, του δε σκότους προς το φως, της δε φθοράς προς την αφθαρσίαν, επιτυγχάνεται ο αφανισμός μεν του χείρονος και η μεταχώρηση του στην ανυπαρξία (εις το μη ον), η ωφέλεια δε του καθαριζομένου από αυτά. Συμβαίνει ό,τι ακριβώς, όταν η ευτελεστέρα ύλη αναμιχθεί με τον χρυσόν, οπότε οι κατεργαστές (θεραπευτές) του χρυσίου κατακαίοντες δια του πυρός την ξένη και άχρηστη ουσία επαναφέρουν πάλιν στην φυσική λάμψιν το πολύτιμο υλικό, αλλ’ όμως ο χωρισμός αυτός δεν γίνεται άνευ δυσκολίας, καθ’ όσον απαιτείται χρόνος δια το πυρ να εξαφανίσει το νόθο στοιχείο μέσω της αναλωτικής δυνάμεως, πλην όμως το γεγονός ότι λειώνει το εντός του χρυσίου στοιχείο το οποίο καταστρέφει την αξία αυτού αποτελεί κάποιαν θεραπεία του χρυσού. Κατά τον ίδιο τρόπο ο προσεγγισμός της θείας δυνάμεως ωσάν το πυρ εξαφανίζει τα παρά φύσιν, (τα οποία σπάρθηκαν ολόγυρα από τον ευρετή του κακού, δηλαδή τον θάνατον, την φθορά, το σκότος και παν προϊόν της κακίας), και ευεργετεί δια της αφθαρσίας την φύσιν, έστω και αν η απομάκρυνση από την φθορά είναι επίπονος. Επομένως δεν αμφιβάλλεται ούτε παρ’ αυτού τού εχθρού ότι το γεγονός είναι δίκαιον και σωτήριον, εάν υπήρχε τρόπος να έλθει εις αίσθησιν της ευεργεσίας.
4. Τώρα πάντως, όπως οι υφιστάμενοι εγχείριση και καυτηριασμό χάριν θεραπείας δυσαρεστούνται κατά των θεραπευτών, υποφέροντες από τον πόνο της τομής, εάν δε δια τούτου επανέλθει η υγεία και ο πόνος της καυτηριάσεως παρέλθει, τότε θα ευγνωμονούν εκείνους που διενήργησαν την θεραπεία τους, κατά τον ίδιον τρόπον, αφού κατόπιν μακρών χρονικών περιόδων αφαιρεθεί το κακόν από την ανθρώπινη φύσιν, το οποίο τώρα είναι ανάμικτο και σύμφυτο με αυτούς, όταν γίνει η αποκατάστασις εις το αρχαίον όσων τώρα ευρίσκονται εις την κακίαν, τότε θα εκφρασθεί ομόφωνος ευχαριστία από ολόκληρον την κτήσιν, τόσον από μέρους εκείνων που ετιμωρήθησαν με την κάθαρσιν, όσον και από μέρους εκείνων που δεν είχαν ανάγκην ουδεμίας καθάρσεως.
5. Ταύτα και τα παρόμοια τούτων διδάσκει το μέγα μυστήριο της θείας ενανθρωπήσεως. Διότι όλα τα μνημονευθέντα προηγουμένως ο Κύριος τα πραγματοποίησε δια της ενώσεώς του με την ανθρωπότητα, διελθών διά μέσου όλων των ιδιωμάτων της φύσεως αυτής, της γεννήσεως, της αυξήσεως και της μέχρι θανάτου εμπειρίας, ελευθερώνων τον άνθρωπο από την κακία και θεραπεύων και αυτόν τον ευεργέτην της κακίας. Διότι θεραπεία ασθενείας είναι η κάθαρσις του νοσήματος, ακόμη και αν είναι επίπονος.
Το πρωτότυπο κείμενο
1. Ἀλλ' ἴσως τις ἐν τῇ τῆς δικαιοσύνης τε καὶ σοφίας ἐξετάσει τῆς κατὰ τὴν οἰκονομίαν ταύτην θεωρουμένης ἐνάγεται πρὸς τὸ νομίσαι ἀπάτην τινὰ τὴν τοιαύτην μέθοδον ἐπινενοῆσθαι ὑπὲρ ἡμῶν τῷ θεῷ· τὸ γὰρ μὴ γυμνῇ τῇ θεότητι, ἀλλ' ὑπὸ τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως κεκαλυμμένῃ, ἀγνοηθέντα παρὰ τοῦ ἐχθροῦ, τὸν θεὸν ἐντὸς τοῦ κρατοῦντος γενέσθαι ἀπάτη τίς ἐστι τρόπον τινὰ καὶ παραλογισμός, ἐπείπερ ἴδιον τῶν ἀπατώντων ἐστὶ τὸ πρὸς ἕτερον τὰς τῶν ἐπιβουλευομένων ἐλπίδας τρέπειν καὶ ἄλλο παρὰ τὸ ἐλπισθὲν κατεργάζεσθαι. ἀλλ' ὁ πρὸς τὴν ἀλήθειαν βλέπων πάντων μάλιστα καὶ τοῦτο τῆς δικαιοσύνης τε καὶ τῆς σοφίας εἶναι συνθήσεται. Δικαίου μὲν γάρ ἐστι τὸ κατ' ἀξίαν ἑκάστῳ νέμειν, σοφοῦ δὲ τὸ μήτε παρατρέπειν τὸ δίκαιον, μήτε τὸν ἀγαθὸν τῆς φιλανθρωπίας σκοπὸν ἀποχωρίζειν τῆς κατὰ τὸ δίκαιον κρίσεως, ἀλλὰ συνάπτειν ἀλλήλοις εὐμηχάνως ἀμφότερα, τῇ μὲν δικαιοσύνῃ τὸ κατ' ἀξίαν ἀντιδιδόντα, τῇ δὲ ἀγαθότητι τοῦ σκοποῦ τῆς φιλανθρωπίας οὐκ ἐξιστάμενον.
2. Σκοπήσωμεν τοίνυν εἰ μὴ τὰ δύο ταῦτα τοῖς γεγονόσιν ἐνθεωρεῖται. ἡ μὲν γὰρ τοῦ κατ' ἀξίαν ἀντίδοσις, δι' ἧς ὁ ἀπατεὼν ἀνταπατᾶται, τὸ δίκαιον δείκνυσιν, ὁ δὲ σκοπὸς τοῦ γιγνομένου μαρτυρία τῆς τοῦ ἐνεργοῦντος ἀγαθότητος γίγνεται. ἴδιον μὲν γὰρ τῆς δικαιοσύνης τὸ ἐκεῖνα νέμειν ἑκάστῳ, ὧν τις τὰς ἀρχὰς καὶ τὰς αἰτίας προκατεβάλετο, ὥσπερ ἡ γῆ κατὰ τὰ γένη τῶν καταβληθέντων σπερμάτων καὶ τοὺς καρποὺς ἀντιδίδωσιν· σοφίας δὲ τὸ ἐν τῷ τρόπῳ τῆς τῶν ὁμοίων ἀντιδόσεως μὴ ἐκπεσεῖν τοῦ βελτίονος. ὥσπερ γὰρ τῷ ἐδέσματι ὁμοίως παραμίγνυσι τὸ φάρμακον καὶ ὁ ἐπιβουλεύων καὶ ὁ τὸν ἐπιβουλευθέντα ἰώμενος· ἀλλ' ὁ μὲν τὸ δηλητήριον, ὁ δὲ τοῦ δηλητηρίου ἀλεξητήριον, καὶ οὐδὲν ὁ τρόπος τῆς θεραπείας τὸν σκοπὸν τῆς εὐεργεσίας διελυμήνατο· εἰ γὰρ καὶ παρ' ἀμφοτέρων φαρ μάκου μίξις ἐν τροφῇ γίγνεται, ἀλλὰ πρὸς τὸν σκοπὸν ἀποβλέψαντες τὸν μὲν ἐπαινοῦμεν, τῷ δὲ χαλεπαίνομεν· οὕτω καὶ ἐνταῦθα τῷ μὲν κατὰ τὸ δίκαιον λόγῳ ἐκεῖνα ὁ ἀπατεὼν ἀντιλαμβάνει, ὧν τὰ σπέρματα διὰ τῆς ἰδίας προαιρέσεως κατεβάλετο· ἀπατᾶται γὰρ καὶ αὐτὸς τῷ τοῦ ἀνθρώπου προβλήματι ὁ προαπατήσας τὸν ἄνθρωπον τῷ τῆς ἡδονῆς δελεάσματι.
3. ὁ δὲ σκοπὸς τῶν γιγνομένων ἐπὶ τὸ κρεῖττον τὴν παραλλαγὴν ἔχει. ὁ μὲν γὰρ ἐπὶ διαφθορᾷ τῆς φύσεως τὴν ἀπάτην ἐνήργησεν, ὁ δὲ δίκαιος ἅμα καὶ ἀγαθὸς καὶ σοφὸς ἐπὶ σωτηρίᾳ τοῦ καταφθαρέντος τῇ ἐπινοίᾳ τῆς ἀπάτης ἐχρήσατο, οὐ μόνον τὸν ἀπολωλότα διὰ τούτων εὐεργετῶν, ἀλλὰ καὶ αὐτὸν τὸν τὴν ἀπώλειαν καθ' ἡμῶν ἐνεργήσαντα. ἐκ γὰρ τοῦ προσεγγίσαι τῇ ζωῇ μὲν τὸν θάνατον, τῷ φωτὶ δὲ τὸ σκότος, τῇ ἀφθαρσίᾳ δὲ τὴν φθοράν, ἀφανισμὸς μὲν τοῦ χείρονος γίγνεται καὶ εἰς τὸ μὴ ὂν μεταχώρησις, ὠφέλεια δὲ τοῦ ἀπὸ τούτων καθαιρομένου. καθάπερ γάρ, ἀτιμοτέρας ὕλης τῷ χρυσῷ καταμιχθείσης, τῇ διὰ τοῦ πυρὸς δαπάνῃ τὸ ἀλλότριόν τε καὶ ἀπόβλητον οἱ θεραπευταὶ τοῦ χρυσίου καταναλώσαντες πάλιν ἐπανάγουσι πρὸς τὴν κατὰ φύσιν λαμπηδόνα τὴν προτιμοτέραν ὕλην· οὐκ ἄπονος μέντοι γίνεται ἡ διάκρισις, χρόνῳ τοῦ πυρὸς τῇ ἀναλωτικῇ δυνάμει τὸ νόθον ἐξαφανίζοντος, πλὴν ἀλλὰ θεραπεία τίς ἐστι τοῦ χρυσίου τὸ ἐκτακῆναι αὐτὸ τὸ ἐπὶ λύμῃ τοῦ κάλλους ἐγκείμενον· κατὰ τὸν αὐτὸν τρόπον, θανάτου καὶ φθορᾶς καὶ σκότους καὶ εἴ τι κακίας ἔκγονον τῷ εὑρετῇ τοῦ κακοῦ περιφυέντων, ὁ προσεγγισμὸς τῆς θείας δυνάμεως πυρὸς δίκην ἀφανι σμὸν τοῦ παρὰ φύσιν κατεργασάμενος εὐεργετεῖ τῇ καθάρσει τὴν φύσιν, κἂν ἐπίπονος ἡ διάκρισις ᾖ. οὐκοῦν οὐδ' ἂν παρ' αὐτοῦ τοῦ ἀντικειμένου μὴ εἶναι δίκαιόν τε καὶ σωτήριον τὸ γεγονὸς ἀμφιβάλοιτο, εἴπερ εἰς αἴσθησιν τῆς εὐεργεσίας ἔλθοι.
4. Νυνὶ γὰρ καθάπερ οἱ ἐπὶ θεραπείᾳ τεμνόμενοί τε καὶ καιόμενοι χαλεπαίνουσι τοῖς θεραπεύουσι, τῇ ὀδύνῃ τῆς τομῆς δριμυσσόμενοι, εἰ δὲ τὸ ὑγιαίνειν διὰ τούτων προσγένοιτο καὶ ἡ τῆς καύσεως ἀλγηδὼν παρέλθοι, χάριν εἴσονται τοῖς τὴν θεραπείαν ἐπ' αὐτῶν ἐνεργήσασι· κατὰ τὸν αὐτὸν τρόπον ταῖς μακραῖς περιόδοις ἐξαιρεθέντος τοῦ κακοῦ τῆς φύσεως, τοῦ νῦν αὐτῇ καταμιχθέντος καὶ συμφυέντος, ἐπειδὰν ἡ εἰς τὸ ἀρχαῖον ἀποκατάστασις τῶν νῦν ἐν κακίᾳ κειμένων γένηται, ὁμόφωνος ἡ εὐχαριστία παρὰ πάσης ἔσται τῆς κτίσεως, καὶ τῶν ἐν τῇ καθάρσει κεκολασμένων καὶ τῶν μηδὲ τὴν ἀρχὴν ἐπιδεηθέντων καθάρσεως. Ταῦτα καὶ τὰ τοιαῦτα παραδίδωσι τὸ μέγα μυστήριον τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως. δι' ὧν γὰρ κατεμίχθη τῇ ἀνθρωπότητι, διὰ πάντων τῶν τῆς φύσεως ἰδιωμάτων γενό μενος, γενέσεώς τε καὶ ἀνατροφῆς καὶ αὐξήσεως, καὶ μέχρι τῆς τοῦ θανάτου πείρας διεξελθών, τὰ προειρημένα πάντα κατείργασται, τόν τε ἄνθρωπον τῆς κακίας ἐλευθερῶν καὶ αὐτὸν τὸν τῆς κακίας εὑρετὴν ἰώμενος. ἴασις γάρ ἐστιν ἀρρωστίας ἡ τοῦ νοσήματος κάθαρσις, κἂν ἐπίπονος ᾖ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου