Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ βιβλίο "Περὶ θείου καὶ ἀνθρωπίνου ἔρωτος" τοῦ π. Θεοκλήτου Διονυσιάτου
Ἡ νεορθοδοξία ἀνατρέπει τὴν Ὀρθοδοξία
Τί εἶναι κατὰ βάθος ἡ διδασκαλία τῶν νεορθοδόξων; Εἶναι ἕνα θεωρητικὸ σύστημα ποὺ συγκροτεῖται ἀπό στοιχεῖα παρέχοντα συνεχή καὶ ἀδιάπτωτη εὐδαιμονία, χαρά, εὐφορία, αἰσιοδοξία, ἐρωτικὲς ἀπολαύσεις, ὑποσχόμενο τὴν τελείωση τῶν βιούντων κατὰ τὰ πρότυπα τῶν νεορθοδόξων μὲ κατάληξη τὸν θεῖον ἔρωτα καὶ τὴν θέωση. Δηλαδὴ πρόκειται γιὰ ἕνα τρόπο ζωῆς, μέσα στὴν Ἐκκλησία, ποὺ συνίσταται ἀπό, κατ' ἐπιλογήν, δογματικὲς καὶ πνευματικὲς θέσεις, ὑφιστάμενες ἀπαραιτήτως, προκρούστιες ἐπεξεργασίες καὶ ὑποτασσσόμενες σὲ ἀναπλαστικὲς μεθοδεύσεις, γιὰ νὰ ὑπηρετήσουν προσχηματισμένα μοντέλα στὴ θεωρία καὶ τὴν πράξη. Προσφέρουν ἔτσι μία dolce vita, ἀλλὰ προπαντός, ὀρθόδοξη ἀφοῦ δὲν στερεῖται ὀρθοδόξων στοιχείων! Καὶ ἀκριβῶς γι' αὐτὸ καὶ ἀπατηλή.
Ποιὸς δὲν θέλει τὴν εὐτυχία του, τὴ χαρά του καὶ τὴν αἰώνια σωτηρία του; Ἔτσι λοιπὸν ἡ ἀνθολογημένη αὐτὴ διαδαχὴ ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία γίνεται ἀποδεκτὴ εὐχαρίστως, σὰν κάτι ἀντι-στασιακό, ἀντι-παλιολιθικό, ἀντι-συντηρητικό, σὰν "μιὰ ἄλλη γλώσσα, μιὰ ἄλλη θεώρηση αὐτοῦ τοῦ χώρου". Ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ δὲν θὰ αἴρεται πλέον, γιατί δὲν....
χρειάζεται, ἡ νέκρωση τῆς σάρκας καὶ τῶν παθῶν εἶναι περιττή, ἀφοῦ τὴν ἑτοιμάζουμε γιὰ ἐρωτικὲς ἀπολαύσεις, τηρουμένου βέβαια, τοῦ ὄρου ὅτι "προσφέρεται γιὰ τὴν εὐτυχία τοῦ ἄλλου".
Λόγος περὶ ἐντολῶν δὲν γίνεται, γιὰ νηστεῖες καὶ γενικῶς ἄσκηση γιὰ "στενὴ καὶ τεθλιμμένη" καὶ γιὰ πολέμους μὲ τὸν σατανᾶ καὶ τὰ πάθη, τελεία σιωπή. Ἡ Πατερικὴ Γραμματεία εἶναι καλή, ἀλλὰ ἀνθολογουμένη καὶ καταλλήλως ἑρμηνευομένη, γιὰ νὰ προβάλλει τὴν χαρούμενη Ὀρθοδοξία. Τὰ ἀριστουργήματα τῆς ὀσιακῆς ἐμπειρίας καὶ τῶν θεολογικῶν ἐλλάμψεων ποὺ ἔχουν ἐνσωματωθεῖ στὰ λειτουργικὰ βιβλία τῆς Παρακλητικῆς, τοῦ Τριωδίου, στὰ Μηναῖα, στὸ Θεοτοκάριον, στὸ Πεντηκοστάριον, εἶναι ἀποδεκτά, χωρὶς ὅμως τοὺς θρήνους τῆς μετανοία, χωρὶς τὴν αἴσθηση τῆς ἁμαρτωλότητος, τῆς ἐνοχῆς, τῆς εὐθύνης, τῶν χρεῶν ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες, ἀφοῦ ὁ Θεὸς εἶναι ἄπειρο πέλαγος ἀγαθότητος καὶ βλέπει τὶς ἀνθρώπινες ἀθλιότητες μὲ κατανόηση ὡς ἀστοχίες, ἀτευξίες.
Λόγος περὶ θείας δικαιοσύνης καὶ ἀνταποδόσεως, δὲν ἔχει θέση στὴ νεορθοδοξία, Ἐπίσης ὁ τὸσο εὔσπλαγχνος καὶ φιλάνθρωπος Κύριος, ἀδύνατον νὰ κολάσει, ἀφοῦ κάτι σχετικὸ τάχα λέγει καὶ ὁ Ἰσαὰκ ὁ Σύρος, Ὁ φόβος ἔχει ἐκτοπισθεῖ ἀπὸ τὴν ἀγάπη καὶ τὸ "τρέμω τὴν φοβερὰν ἡμέραν τῆς κρίσεως", εἶναι ἄγνωστη γλώσσα, ἀφοῦ θὰ μᾶς δικαιώσει ὁ Κύριος σὰν τὸν Μαρμελάδωφ, μόνο καὶ μόνο γιατί θεωροῦσε τὸν εὐαυτό του ὡς χοῖρο.
ΣΧΟΛΙΟ: Ωραίο κείμενο, σχεδόν πειστικό γιά τούς αδαείς, αλλά ο φθόνος γιά τόν Γιανναρά δέν κρύβεται κάτω από τήν αβυσσαλέα υποτίμηση. Δέν θυμόμαστε νά έχει διαμαρτυρηθεί γιά τίς ύβρεις τού Τρεμπέλα εναντίον τού Αγίου Συμεών. Ο φθόνος του τόν οδήγησε νά γράψει στόν Ορθόδοξο Τύπο, εναντίον τού Γιανναρά, αποκρουστικά κείμενα.
"Aς δούμε τώρα, όσο μας είναι δυνατό, την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος μέσα μας και την κατασταση που αυτή διαμορφώνει, αλλά και την έμφυτη δική μας ενέργεια και τις συνέπειές της• επίσης, πώς είναι ελάχιστα δυνατό να έχομε ειρήνη με τη δική μας μόνο ενέργεια. Γιατί τούτο είναι αληθινός καρπός της ενέργειας του Πνεύματος, όπως επίσης και η πραγματική αγάπη και χαρά και η μακροθυμία και το να είναι ο μέτοχος του Πνεύματος γεμάτος καλωσύνη και να τη μεταδίδει άφθονα και στους πλησίον(Γαλ. 5, 22). Καμία φυσική ενέργειά μας δεν είναι χωρισμένη από την ψυχική ορμή, η οποία είναι ολοφάνερα μέρος του θυμικού της ψυχής, αλλά ούτε και χωρίς θέληση κινείται μέσα μας η ενέργεια. Η θέληση στον πρακτικό εξαρτάται από την επιθυμία, όπως αναμφιβόλως στον θεωρητικό από την έφεση. Γι’ αυτό καμία φυσική ενέργειά μας δεν μπορεί να έχει τελείως νεκρή την επιθυμία και το θυμό, αν πρόκειται, όπως είναι φυσικό, να κινηθεί. Η υπερφυσική όμως ενέργεια του Αγίου Πνεύματος μέσα στην καρδιά, που δε γεννιέται διόλου από τη φύση αλλά φανερώνεται ακατανόητα στους ελεημένους, αυτή κινείται ολοφάνερα χωρίς τη θέληση του ανθρώπου, ή μάλλον να πω, ανάβει σαν πυρσός. Γι’ αυτό δεν έχει ανάγκη από τίποτε δικό μας κατά την ενέργειά Του, είτε φωτισμό να σου πω είτε φανέρωση του Πνεύματος, παρά μόνο να βλέπει ο μέτοχος αθόρυβα μέσα στην καρδιά και να απολαμβάνει με υπερφυσικό τρόπο. Από αυτό είναι πρόδηλο τούτο• επειδή η θεία ενέργεια δεν έχει διόλου ανάγκη ούτε από θέληση για να κινείται, ούτε από φυσική ορμή, μένουν σε απραξία η επιθυμία και ο θυμός. Και γενικά το παθητικό μέρος της ψυχής είναι παραμερισμένο και ανενέργητο, όσο ενεργεί μέσα στην καρδιά η θεία έμπνευση του ζωοποιού Πνεύματος, ενώ ο νους ευθυμεί και ζει. Έτσι λοιπόν η ψυχή με ειρήνη και γαλήνη και με την πρέπουσα απάθεια ατενίζει το Θεό, αφού απέκτησε με θαυμαστό τρόπο σχέση μαζί Του, φωτισμό και ανάταση από το πνεύμα, του οποίου έγινε μέτοχος με τη δωρεά του Θεού. Κι έτσι βλέπει ότι φτάνει στη γνώση του ανέκφραστου και υπέρλαμπρου κάλλους της θεϊκής ωραιότητας και αγαπά όπως πρέπει τον υπέρκαλο Θεό και χαίρεται όσο δε λέγεται γνωρίζοντας από το άφατο έλεός Του τον τόσο μεγάλο Πατέρα του Κυρίου, τον άπειρο και αόριστο και απερίληπτο, τον οποίο έχει σαν κληρονομιά από τώρα. Και τότε απολαμβάνει ειρήνη αξιοθαύμαστη, βλέποντας οπωσδήποτε τον εαυτό της ότι με τη χάρη του Θεού δεν της λείπει καθόλου το άκρο και υπέρνοο καλό. Κι επειδή, καθώς προείπαμε, ο θυμός δεν κινείται διόλου εξαιτίας της αυτοκίνητης ενέργειας του Παρακλήτου, η μακροθυμία και η χρηστότητα μαζί με όσο το δυνατό περισσότερη καλωσύνη γίνονται το πολίτευμα της ψυχής, αφού αυτά είναι ο καρπός του Αγίου Πνεύματος(Γαλ. 5, 229 στο οποίο μετέχουν οι ελεημένοι από το Θεό. Το πνεύμα όμως της πλάνης και του ψεύδους, αν και φαίνεται ότι κινείται στην ψυχή χωρίς τη θέληση και την ορμή του ανθρώπου που το έχει, ούτε το παθητικό μέρος κάνει να ηρεμεί, αλλά μάλλον το ανάβει, ούτε προξενεί αγάπη στο Θεό ή χαρά ή ειρήνη. Γιατί το ψεύδος είναι άτακτο και ασυνάρτητο και τελείως ξένο από τη θεία ειρήνη και γαλήνη.
Ο ανθρώπινος έρωτας ανήκει στην σφαίρα της γνώσεως του καλού και του κακού γιατί έχει δύο πηγές Τον Πόρο και την πενία, δηλαδή την έλλειψη.Στην μακαρία απάθεια, κινούμενη η ψυχή με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, δεν αισθάνεται έλλειψη, είναι αυτό ακριβώς που λέει στο ανωτέρω κείμενο ο άγιος:
" Και τότε απολαμβάνει ειρήνη αξιοθαύμαστη, βλέποντας οπωσδήποτε τον εαυτό της ότι με τη χάρη του Θεού δεν της λείπει καθόλου το άκρο και υπέρνοο καλό".
Αμέθυστος
5 σχόλια:
Τον περιποιήθηκε,όμως, κατάλληλα και ο Γιανναράς με το υπέροχο τομίδιο: Ερωτικών Αμφιλογία ή Περί Λιβελλοπράγμονος Μοναχού!
Πράγματι αλλά μόνον γιά όσους δέν αναστενάζουν στίς οργανώσεις. Η εκκλησία χτυπάει τόν έρωτα πού είναι ο πυρήνας τής παραδόσεώς μας αλλά οικειοποιείται τό πρόσωπο πού είναι αλλοτρίου πνεύματος. Κυνηγά τήν πορνεία στά εξομολογητήρια καί τά κηρύγματα αλλά ξεχνά τήν ρίζα της, τήν υπερηφάνεια. Δύσκολα θά βλέπαμε κάποια συνέχεια τής πνευματικής μας καταστάσεως μέ τό Γεροντικό τής ερήμου. Είμαστε ανάπηροι στήν πίστη μας πλέον αλλά βουτηγμένοι στό πνεύμα αργίας δέν τό βλέπουμε.
Mπράβο σοτίριο, πολύ καλά διαβάζεις. Ούτε ένα λάθος. Μπράβο. Προχώρα, τόχεις.
θα συμφωνήσω μαζί σου γιατί πρέπει να πούμε ότι στον εκκλησιαστικό χώρο η υποκρισία βρίσκεται στην κορύφωσή της. Και αυτό, βέβαια, δεν είναι παράξενο, το οδυνηρό είναι η αμετανοησία!
Ο Κάλλιστος Αγγελικούδης γράφει για την ειρήνη της απαθείας:
"Aς δούμε τώρα, όσο μας είναι δυνατό, την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος μέσα μας και την κατασταση που αυτή διαμορφώνει, αλλά και την έμφυτη δική μας ενέργεια και τις συνέπειές της• επίσης, πώς είναι ελάχιστα δυνατό να έχομε ειρήνη με τη δική μας μόνο ενέργεια. Γιατί τούτο είναι αληθινός καρπός της ενέργειας του Πνεύματος, όπως επίσης και η πραγματική αγάπη και χαρά και η μακροθυμία και το να είναι ο μέτοχος του Πνεύματος γεμάτος καλωσύνη και να τη μεταδίδει άφθονα και στους πλησίον(Γαλ. 5, 22). Καμία φυσική ενέργειά μας δεν είναι χωρισμένη από την ψυχική ορμή, η οποία είναι ολοφάνερα μέρος του θυμικού της ψυχής, αλλά ούτε και χωρίς θέληση κινείται μέσα μας η ενέργεια. Η θέληση στον πρακτικό εξαρτάται από την επιθυμία, όπως αναμφιβόλως στον θεωρητικό από την έφεση. Γι’ αυτό καμία φυσική ενέργειά μας δεν μπορεί να έχει τελείως νεκρή την επιθυμία και το θυμό, αν πρόκειται, όπως είναι φυσικό, να κινηθεί. Η υπερφυσική όμως ενέργεια του Αγίου Πνεύματος μέσα στην καρδιά, που δε γεννιέται διόλου από τη φύση αλλά φανερώνεται ακατανόητα στους ελεημένους, αυτή κινείται ολοφάνερα χωρίς τη θέληση του ανθρώπου, ή μάλλον να πω, ανάβει σαν πυρσός. Γι’ αυτό δεν έχει ανάγκη από τίποτε δικό μας κατά την ενέργειά Του, είτε φωτισμό να σου πω είτε φανέρωση του Πνεύματος, παρά μόνο να βλέπει ο μέτοχος αθόρυβα μέσα στην καρδιά και να απολαμβάνει με υπερφυσικό τρόπο. Από αυτό είναι πρόδηλο τούτο• επειδή η θεία ενέργεια δεν έχει διόλου ανάγκη ούτε από θέληση για να κινείται, ούτε από φυσική ορμή, μένουν σε απραξία η επιθυμία και ο θυμός. Και γενικά το παθητικό μέρος της ψυχής είναι παραμερισμένο και ανενέργητο, όσο ενεργεί μέσα στην καρδιά η θεία έμπνευση του ζωοποιού Πνεύματος, ενώ ο νους ευθυμεί και ζει. Έτσι λοιπόν η ψυχή με ειρήνη και γαλήνη και με την πρέπουσα απάθεια ατενίζει το Θεό, αφού απέκτησε με θαυμαστό τρόπο σχέση μαζί Του, φωτισμό και ανάταση από το πνεύμα, του οποίου έγινε μέτοχος με τη δωρεά του Θεού. Κι έτσι βλέπει ότι φτάνει στη γνώση του ανέκφραστου και υπέρλαμπρου κάλλους της θεϊκής ωραιότητας και αγαπά όπως πρέπει τον υπέρκαλο Θεό και χαίρεται όσο δε λέγεται γνωρίζοντας από το άφατο έλεός Του τον τόσο μεγάλο Πατέρα του Κυρίου, τον άπειρο και αόριστο και απερίληπτο, τον οποίο έχει σαν κληρονομιά από τώρα. Και τότε απολαμβάνει ειρήνη αξιοθαύμαστη, βλέποντας οπωσδήποτε τον εαυτό της ότι με τη χάρη του Θεού δεν της λείπει καθόλου το άκρο και υπέρνοο καλό. Κι επειδή, καθώς προείπαμε, ο θυμός δεν κινείται διόλου εξαιτίας της αυτοκίνητης ενέργειας του Παρακλήτου, η μακροθυμία και η χρηστότητα μαζί με όσο το δυνατό περισσότερη καλωσύνη γίνονται το πολίτευμα της ψυχής, αφού αυτά είναι ο καρπός του Αγίου Πνεύματος(Γαλ. 5, 229 στο οποίο μετέχουν οι ελεημένοι από το Θεό. Το πνεύμα όμως της πλάνης και του ψεύδους, αν και φαίνεται ότι κινείται στην ψυχή χωρίς τη θέληση και την ορμή του ανθρώπου που το έχει, ούτε το παθητικό μέρος κάνει να ηρεμεί, αλλά μάλλον το ανάβει, ούτε προξενεί αγάπη στο Θεό ή χαρά ή ειρήνη. Γιατί το ψεύδος είναι άτακτο και ασυνάρτητο και τελείως ξένο από τη θεία ειρήνη και γαλήνη.
Ο ανθρώπινος έρωτας ανήκει στην σφαίρα της γνώσεως του καλού και του κακού γιατί έχει δύο πηγές Τον Πόρο και την πενία, δηλαδή την έλλειψη.Στην μακαρία απάθεια, κινούμενη η ψυχή με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, δεν αισθάνεται έλλειψη, είναι αυτό ακριβώς που λέει στο ανωτέρω κείμενο ο άγιος:
" Και τότε απολαμβάνει ειρήνη αξιοθαύμαστη, βλέποντας οπωσδήποτε τον εαυτό της ότι με τη χάρη του Θεού δεν της λείπει καθόλου το άκρο και υπέρνοο καλό".
Δημοσίευση σχολίου