Εάν επιχειρηθεί μία πραξικοπηματική απόφαση εκ μέρους της Βουλής, παρά την αντίθετη βούληση της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ελλήνων, λογικά θα περικυκλωθεί από εκατομμύρια Πολίτες που δεν θα διαδηλώσουν απλά, αλλά θα κατασκηνώσουν στο Σύνταγμα – αρνούμενοι να εγκαταλείψουν τις θέσεις τους, εάν δεν γίνει σεβαστή η επιθυμία τους για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος.
Γράφει ο Βασίλης Βιλιάρδος
Ξεκινώντας από το θέμα των Σκοπίων που προσπαθούν πειρατικά να υφαρπάξουν το όνομα της Μακεδονίας, εύλογα θα χαρακτηριζόταν «εθνική προδοσία» η παράδοση του ως συστατικό της διπλής ονομασίας ενός κράτους, εκ μέρους οποιασδήποτε κυβέρνησης το επιχειρούσε χωρίς δημοψήφισμα – δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία.
Όσον αφορά δε τις σαθρές δικαιολογίες, σύμφωνα με τις οποίες το όνομα έχει ήδη δοθεί από τις προηγούμενες κυβερνήσεις, αν μη τι άλλο με την αναγνώριση του γειτονικού κρατιδίου ως «Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας», είναι εκτός τόπου και χρόνου – αφού η λέξη «πρώην» δεν χαρακτηρίζει καμία χώρα, όπως και κανέναν άνθρωπο.
Επρόκειτο ξεκάθαρα για μία προσωρινή ονομασία, έως ότου καθοριστεί μία μόνιμη από τις διαπραγματεύσεις της Ελλάδας με τα Σκόπια – κάτι που προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν οι Σλάβοι γείτονες, χρησιμοποιώντας το στις διεθνείς τους σχέσεις, γεγονός που αποτελεί δείγμα του χαμηλού πολιτιστικού τους επιπέδου.
Εάν λοιπόν επιχειρηθεί μία πραξικοπηματική απόφαση εκ μέρους της Βουλής, παρά την αντίθετη βούληση της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ελλήνων δηλαδή, λογικά θα περικυκλωθεί από εκατομμύρια Πολίτες που δεν θα διαδηλώσουν απλά, αλλά θα κατασκηνώσουν στο Σύνταγμα – αρνούμενοι να εγκαταλείψουν τις θέσεις τους, εάν δεν γίνει σεβαστή η επιθυμία τους για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος.
Ήταν θλιβερές πάντως οι προσπάθειες στελεχών του κυβερνητικού κόμματος να υποβαθμίσουν το μέγεθος των χθεσινών συλλαλητηρίων – χωρίς να αντιλαμβάνονται προφανώς ότι, με τον τρόπο αυτό αποδυναμώνουν τη διαπραγματευτική ισχύ της ίδιας τους της κυβέρνησης.
Σε σχέση τώρα με το εάν είναι η Ελλάδα «υπό την κατοχή» των δανειστών της ή μη, της Γερμανίας ουσιαστικά αφού αυτή κινεί τα νήματα, η απάντηση είναι απλή: όταν μία χώρα έχει παραχωρήσει τη νομοθετική της εξουσία μέσω των (παράνομων) μνημονίων και τον εισπρακτικό της μηχανισμό σε ξένους (υπουργείο οικονομικών, αρχή δημοσίων εσόδων, υπερταμείο κλπ.), διοικούμενη από μία κυβέρνηση που ακολουθεί πιστά έξωθεν εντολές χωρίς δικό της σχέδιο, ενώ δεν τηρείται το σύνταγμα της, τότε ασφαλώς είναι υπό «οικονομική κατοχή» – σημειώνοντας πως οι σημερινοί πόλεμοι είναι πλέον οικονομικοί και όχι στρατιωτικοί, οπότε ανάλογα διαμορφώνονται και οι συνθήκες κατοχής.
Οι σκανδαλώδεις ιδιωτικοποιήσεις, όπως αυτή μόνο των κερδοφόρων αεροδρομίων σε μία κρατική γερμανική εταιρεία, έχουν άλλωστε τεκμηριώσει πως δεν πρόκειται για ελεύθερες αποφάσεις μίας εθνικά ανεξάρτητης χώρας, αλλά για καταναγκαστικές ενέργειες με τη βοήθεια εκβιασμών, μεταξύ άλλων εκ μέρους της ΕΚΤ – οι οποίες έγιναν εφικτές μετά την πρώτη μεγάλη «προδοσία» της υπογραφής του PSI, χωρίς καν να ερωτηθούν οι Έλληνες ως οφειλόταν.
Αυτό δεν σημαίνει πως το PSI υπεγράφη εκούσια ενδοτικά, αφού πιστεύω πως επρόκειτο για μια ανόητη επιλογή χωρίς να εξεταστούν καν οι επιπτώσεις – κάτι που όμως δεν ισχύει για το τρίτο μνημόνιο, όπου δολοφονήθηκε η τελευταία ελπίδα των Ελλήνων. Είμαι πάντως ο τελευταίος που θα πίστευε πως ο πρωθυπουργός είχε ψευδαισθήσεις και δεν ακολουθεί συνειδητά έναν δικό του δρόμο – κάτι που κατά τη γνώμη μου έχει κατανοήσει ο κ. Βενιζέλος, ο οποίος είναι ίσως ο μοναδικός που μπορεί να τον αντιμετωπίσει.
Σε κάθε περίπτωση, ένα κράτος που δεν είναι υπό κατοχή και δεν διοικείται από μία κατοχική κυβέρνηση, δεν συμπεριφέρεται με τέτοιον τρόπο – όπως στο παράδειγμα της ΔΕΗ, η οποία διαχωρίστηκε στα δύο, απαξιώθηκε και θα εκποιηθεί σε μία εξευτελιστική τιμή, της ΔΕΠΑ (65% κρατική, 35% ΕΛΠΕ) που διασπάστηκε επίσης σε δύο κομμάτια (με τις υποδομές που δεν κερδίζουν τίποτα αλλά μόνο κοστίζουν να παραμένουν στο δημόσιο), της ΕΥΔΑΠ που έπεται, της ΕΥΑΘ κοκ.
Το χειρότερο όλων είναι βέβαια το ότι, έχουν αφελληνισθεί οι μεγάλες τράπεζες, όπου έναντι 6-7 δις € παραδόθηκε ο έλεγχος ιδιωτικών περιουσιακών στοιχείων αξίας 300-400 δις € – ενώ σε αυτές τις ξένες πλέον τράπεζες οφείλουν τα κόμματα υπέρογκα ποσά, όπως στο παράδειγμα της ΝΔ, με αποτέλεσμα να είναι de facto όμηροι τους. Εάν σκεφθεί πάντως κανείς πως οι αφελληνισμένες τράπεζες κόστισαν περί τα 43 δις € που επιβάρυναν το δημόσιο χρέος, τότε δεν θα αναφέρεται σε προδοσία, αλλά σε μία απίστευτη ηλιθιότητα – κάτι που δυστυχώς δεν αποτελεί έπαινο για όλες τις μέχρι σήμερα κυβερνήσεις μας, οι οποίες μας οδηγούν στο διαμελισμό της χώρας, στην έξοδο από το ευρώ και στη χρεοκοπία
Analyst
kostasxan
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου