Τετάρτη 16 Μαρτίου 2011

Η ΝΕΩΤΕΡΗ ΡΩΣΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ XIII

ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΑΠΟ : Κυριακή, 20 Φεβρουαρίου 2011
FLORENSKIJ-Φλωρενσκι

Και ο Don Howard σχολιάζει την επιστολή :


«Φαίνεται λοιπόν ότι η προσπάθεια της φυσικής δέν μπορεί να αρχίσει πρίν συμφωνηθούν εκείνα που θα υπολογισθούν, θα μετρηθούν, συμβατικά, όπως τα συστήματα της φυσικής που σκοπεύουμε να περιγράψουμε. Πράγμα που σημαίνει πώς πρέπει να έχουμε κάποιο εξατομικευμένο κριτήριο για τα συστήματα της φυσικής που συστήνουν την βασική οντολογία μιας θεωρίας. Η συνθήκη του διαχωρισμού μας προσφέρει ένα τέτοιο ειδικό κριτήριο: δύο συστήματα θα διακρίνονται σαν δύο, αντί ενός, εάν καταλαμβάνουν περιοχές χωρο-χρονικώς διαχωρισμένες του χωρο-χρόνου, και αυτό ανεξαρτήτως απο την ιστορία της αλληλοεξαρτήσεως των. Με άλλα λόγια, η αρχή του διαχωρισμού μας λέει πώς μπορούμε να χαράξουμε τις γραμμές ανάμεσα στα μέρη του σύμπαντος όπου το επιθυμούμε- διότι υπάρχουν συσχετισμοί. (σχέσεις) παντού. Η θεωρία των πεδίων τον πραγματοποιεί με τον πιό ριζικό τρόπο, καθώς υπολογίζει κάθε απειροελάχιστη περιοχή του χωρο-χρόνου (κάθε σημείο- γεγονός στην χωρο-χρονική ποικιλία της γενικής σχετικότητος) σαν ένα ξεχωριστό σύστημα (το μέγεθος του μετρητού έντασης σε κείνο το σημείο στην περίπωση της γενικής σχετικότητος). Η αρχή της τοποθεσίας προσθέτει απλώς ότι η κατάσταση ενός απο αυτά τα διακεκριμένα συστήματα δέν μπορεί να επηρεαστεί απο γεγονότα σε περιοχές του χωρο-χρόνου χωρισμένες απο την συγκεκριμένη τοποθεσία απο ένα διάστημα χωρικού τύπου. Πράγμα που, ισοδυναμεί με το να πούμε πώς όλες οι επιρροές είναι τοπικές επιρροές»

Αυτή η αντίληψη περί ρεαλισμού βασίζεται λοιπόν στην προϋπόθεση πώς ο κόσμος πρέπει να είναι χωρισμένος σε μέρη, με τέτοιον τρόπο ώστε να μπορεί να εκφράζει διαβεβαιώσεις, γύρω απο κάθενα απο αυτά και γι’αυτόν τον σκοπό ο παρατηρητής πρέπει να διαθέτει την δυνατότητα να σχεδιάζει γραμμές οι οποίες θα οριοθετούν με ακρίβεια τις εν λόγω περιοχές, και θα του επιτρέπουν να καθορίζει αυτό που εννοείται συνηθως σαν «σύστημα»

Τα σύνορα ανάμεσα στα υποσυστήματα στα οποία το σύμπαν αρθρώνεται είναι τα εντελώς απαραίτητα κέντρα για την φανέρωση αυτού που πρέπει να ληφθεί σαν αντικείμενο μελέτης: και για να ανταποκριθούν πλήρως σε μια τέτοια απαίσθηση πρέπει να εκληφθούν σαν αδιάβροχα και αξεπέραστα, τουλάχιστον εώς ότου ισχύει μια τέτοια ανάληψη και όσο ισχύει η αναφορά στο προεπιλεγέν αντικείμενο μελέτης.

Η Τρίτη προϋπόθεση για την οποία έχουμε αναφερθεί, αυτή της αναπαραστατικότητος, στερεώνει την γνώση στην ικανότητα παραστάσεως την οποία διαθέτει ο άνθρωπος. Αυτή η ικανότης μπορεί να κατανοηθεί με δύο τρόπους, έναν αφηρημένο και γενικό, ο οποίος αποδίδεται με τον γερμανικό όρο Auschauung, και αναφέρεται στην άμεση αντίληψη ενός πραγματικού αντικειμένου και ο Kant εκλαμβάνει σαν προϋπόθεση κάθε δυνατής μορφής γνώσεως. Και έναν τρόπο πιό ειδικό, ταιριασμένο στην επιστημονική γνώση και στην γνώση της φυσικής ιδιαιτέρως και ο οποίος προσδιορίζεται με τον όρο Auschaulichkeit, με τον οποίο σημειώνεται η έμπνευση μέσω ενός μοντέλου μηχανικού τύπου, η πιό γενικά κάθε μορφή παραστάσεως και αναπαραστάσεως οπτικού τύπου η παραστατικού τύπου. Σ’αυτή την δεύτερη περίπτωση η αρχή της αναπαραστάσεως αναφέρεται στην ιδέα πώς η περιγραφή των φυσικών φαινομένων δέν είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί χωρίς την διαθεσιμότητα εικόνων χωρο-χρονικών και διαισθητικών.

Ο λόγος για τον οποίο η ανάδυση, στο εσωτερικό της φυσικής επιστήμης, της κβαντικής θεωρίας έθεσε σε αμφισβήτηση αυτές τις προυποθέσεις οφείλεται στο γεγονός πώς εάν αυτή η θεωρία υπολογισθεί σαν πλήρης, τότε αυτό που συνήθως ονομάζουμε «κυριότητα» δέν μπορεί να αποδοθεί στα μέρη ενός φυσικού συστήματος, σ’αυτά που το συνιστούν, αλλά μόνον στο σύνολο του συστήματος, στην ολότητα η οποία είναι αδιαχώριστη απο τα υποσυστήματα της. Όμως επειδή στο Σύμπαν, αργά η γρήγορα το πάν συνεργεί με το πάν, παράγεται το φαινόμενο της συγχύσεως και έτσι λοιπόν σ’αυτή την ολιστική θεώρηση τα κβαντικά συστήματα χάνουν την εξατομίκευση τους!

Η κβαντική μηχανική εξάλου, δέν ικανοποιεί την αρχή του διαχωρισμού, καθότι στην παρουσία δύο συστημάτων Α και Β τα οποία είχαν προηγουμένως αλληλεπιδράσει, ανεξάρτητως απο το πόσο χωρισμένα μπορούν να βρίσκονται στην τωρινή τους κατάσταση, η κβαντική μηχανική προσφέρει διαφορετική θεωρητική κατάσταση στο πρώτο, σχετικά με την μέτρηση που επιλέγουμε να κάνουμε στο δεύτερο. Και δέν ικανοποιεί ούτε την αρχή της όχι-τοπικότητος, δεδομένου ότι ένα σύστημα αποτελούμενο απο δύο η περισσότερα μέρη και κατόπιν συγχέοντας μπορούν να αναδυθούν μετά απο καιρό, ακαριαίως και σύμφωνα με τη βούληση του πειραματιστού, ορισμένες κυριότητες ενός απο τα μέρη που το συνιστούν.

Εάν λοιπόν αρνηθούμε να δεχθούμε την παρουσία «κρυφών μεταβλητών» σαν εκείνες που έχουν υποτεθεί απο την θεωρία των de Broglie και Bohr, η κβαντική μηχανική αναγνωρίζει στα συστήματα Α και Β σχετιζόμενες καταστάσεις αδιαχείριστες και μ’αυτόν τον τρόπο σπρώχνει πρός την εγκατάλειψη ενός χωρο-χρονικού πλαισίου αναφοράς καθώς οι μόνες σχετιζόμενες καταστάσεις οι οποίες είναι δυνατόν να οικοδομηθούν σαν αλληλεπιδρόμενα συστήματα στο χωρο-χρόνο έχουν χαρακτηρισθεί αδιαχείριστα, και entangled. Λόγω ακριβώς της ανάγκης να συστηματοποιηθούν οι καταστάσεις οι οποίες αποδίδονται απο την κβαντική μηχανική σε συστήματα τα οποία έχουν αλληλεπιδράση τουλάχιστον μια φορά στην ιστορία τους ο Σρεντινγκερ, στα μέσα του 20, αποφασίζει να μετακινήσει την λειτουργική κατάσταση απο τον φυσικό χώρο στον χώρο των σχηματισμών.

Αυτή η μετατόπιση είχε τις συνέπειες της φυσικά, ιδιαιτέρως δέ όσον αφορά στην εφαρμογή στις ατομικές διαδικασίες των εικόνων του χώρο-χρόνου, μέσσω των οποίων είχαν πραγματοποιηθεί μέχρι εκείνη την στιγμή οι περιγραφές των φυσικών φαινομένων. Και ο Niels Bohr, μας καλεί σ’αυτό το σημείο να προσέξουμε το γεγονός πώς αυτή η καινούργια κατάσταση η οποία έρχεται να δημιουργηθεί μέσα στα πλαίσια της θεωρητικής φυσικής αποκλείει την δυνατότητα να διατηρήσουμε την συνήθη χωρο-χρονική περιγραφή των φυσικών φαινομένων. Συνεπής δέ μ’αυτή του την πεποίθηση εξαφανίζει σιγά-σιγά απ’όλα του τα γραπτά κάθε αναφορά στα στοιχεία που αποτελούν την μοντελλιστική απεικόνηση του ατόμου, και έφτασε μέχρι του σημείου να μήν ομιλεί πλέον για ηλεκτρόνια και κυκλικές κινήσεις, αντικαθιστώντας αυτή την ορολογία με μια άλλη όπου εμφανίζονται όροι και εκφράσεις σαν «ιδιαίτερη σταθερότητα» «κατάσταση ακινησίας» «πέρασμα απο μία κατάσταση ακινησίας σε μια άλλη», και χωρίς αυτά τα νέα αξιώματα να παρουσιάζουν ένα τελικό περιεχόμενο.

Το πλαίσιο που παρουσιάσαμε με μεγάλη συντομία, μας φέρνει αντιμέτωπους με μία κατάσταση η οποία δέν μπορεί να αγνοηθεί η οποία αντιθέτως πρέπει να μας κατευθύνει στο να θέσουμε το πρόβλημα της επεξεργασίας μίας καινούργιας σκέψης για το Είναι και για να ξαναπάρουμε την έκφραση του Rat zinger, που θα θεμελιώνεται στον πρωτογενή χαρακτήρα της σχέσεως και στην ανάληψη αυτής της τελευταίας σαν πρωτότυπο τρόπο του πραγματικού.

Συνεχίζεται .

Αμέθυστος

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

To στοκος το ξέρω.
το ντουγάνι τι ειναι;

Ανώνυμος είπε...

Δεν είχαν ούτε ιερό ούτε όσιο!

Πρώτη καταχώρηση: Παρασκευή, 18 Μαρτίου 2011

Ιερόσυλοι έκλεψαν έναν ξύλινο σταυρό του 19ου αιώνα....


http://www.zougla.gr/page.ashx?pid=2&aid=277495&cid=4