Συνέχεια από : Τετάρτη, 11 Ιανουαρίου2012
Ira Progoff
ΠΡΟΣ ΜΙΑ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
Ο ΠΛΟΥΤΟΣ ΠΟΥ ΛΕΙΠΕΙ
2. Η ΑΓΩΝΊΑ ΚΑΙ Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΉ ΜΑΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ
Ira Progoff
ΠΡΟΣ ΜΙΑ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
Ο ΠΛΟΥΤΟΣ ΠΟΥ ΛΕΙΠΕΙ
2. Η ΑΓΩΝΊΑ ΚΑΙ Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΉ ΜΑΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ
Η Αναγωγή της ψυχής στην εποχή μας.
Ο Σωκράτης σαν εκμαιευτής
Ο Σωκράτης αντιλαμβανόταν την έμφυτη απροθυμία του ανθρώπου να εργαστεί προς την κατεύθυνση της αλήθειας,και επομένως μπορούσε να αποδεχθεί την αντίδραση που θα συναντούσε στην αποστολή του. Το αποτέλεσμα της αφύπνισης που επιδίωκε θα ήταν, όπως καταλάβαινε,να αναστατωθεί το κατεστημένο πρότυπο ζωής εκείνων, οι οποίοι, όπως έλεγε ο ίδιος «υποκρίνονται ότι είναι κάτι, ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτε».
Λέγοντας αυτό, εντούτοις, ο Σωκράτης δεν περιφρονούσε τους συνανθρώπους του. Αναφερόταν απλώς σε ένα έμφυτο, ένα ψυχολογικό γεγονός της ζωής του ανθρώπου. Οι γνώμες του ανθρώπου για τον εαυτό του και η αποδοχή του από τους άλλους ανθρώπους στο κοινωνικό δούναι και λαβείν έχουν σαν αποτέλεσμα τα αισθήματα υπερ-εκτίμησης του εαυτού του που διογκώνουν την ματαιοδοξία του με ψευδαισθήσεις. Τελικά η υποκρισία του ανθρώπου μέσα στον κόσμο κατευθύνεται όχι τόσο προς τους άλλους όσο προς τον εαυτό του, μία προσποίηση ότι τα εξωτερικά του επιτεύγματα είναι «κάτι», ενώ στην πραγματικότητα «δεν είναι τίποτε». Εντούτοις, η συνειδητοποίηση της αλήθειας που περικλείεται σε αυτό το «τίποτε» είναι η αρχή της σχέσης του ανθρώπου με αυτό που είναι απόλυτα αληθινό στην ζωή του. Προς αυτό ακριβώς κατευθυνόταν το κέντρισμα του Σωκράτη.
Από λειτουργική άποψη, ο ρόλος του Σωκράτη σαν αλογόμυγας που είχε τον σκοπό να ωθήσει τον άνθρωπο προς μια ζωντανή εμπειρία αλήθειας, χωριζόταν σε δύο φάσεις. Στο πρώτο της στάδιο ήταν ουσιαστικά μια εργασία με αρνητικό χαρακτήρα. Με το ανελέητο κέντρισμα των ερωτήσεών του, ο Σωκράτης είχε σκοπό να οδηγήσει τους ανθρώπους στην συνειδητοποίηση ότι οι γνώμες που είχαν σχηματίσει οι ίδιοι για τον εαυτό τους δεν ήταν φτιαγμένες από το ίδιο υλικό με τη σοφία. Οι συμβατικές τους γνώμες είναι ένα απατηλό «τίποτε», μια ματαιότητα που τους χωρίζει από την αλήθεια.Όταν αυτή η στάση ξεπερνιέται, γίνεται δυνατόν να αγγίξει κανείς αυτά τα στοιχεία μέσα στον άνθρωπο που κάνουν δυνατή μια αληθινή «γνώση». Αυτός ήταν ο τελικός στόχος του κεντρίσματος του Σωκράτη.
Το πρώτο στάδιο του έργου του σαν αλογόμυγας ήταν να εξουδετερώσει τις αντιστάσεις της ανθρώπινης γνώμης,έτσι ώστε να ξεκαθαριστεί ο δρόμος για μια πληρέστερη εσωτερική αντίληψη, μέσω,όπως λέει ο Σωκράτης, «της θεϊκής ικανότητας, που έχει σαν πηγή της τον εσωτερικό χρησμό». Το δεύτερο στάδιο έπειτα περιλάμβανε ένα πιο θετικό είδος κεντρίσματος, μια ανάσυρση από την ανθρώπινη προσωπικότητα εκείνων των υποδηλώσεων της αλήθειας που είναι έμφυτες στην βαθύτερη φύση του. Στην δεύτερη, πιο εποικοδομητική φάση της δουλειάς του, ο Σωκράτης αναλάμβανε όχι απλώς να αφυπνίσει τους ανθρώπους, έτσι ώστε να ανακρίνουν τον εαυτό τους και έτσι να εξουδετερώσουν τις εσφαλμένες γνώμες τους, αλλά ζητούσε να διεγείρει και να αφυπνίσει τις λανθάνουσες ικανότητες γνώσης που παρέμεναν αχρησιμοποίητες,πολλές φορές χωρίς να τις υποψιάζεται κανείς, στα βάθη του ανθρώπινου νου.
Ένα καλό παράδειγμα αυτού του θετικού είδους κεντρίσματος διαδραματίζεται στον διάλογο «Μένων». Εκεί, σε ένα γνωστό απόσπασμα, ο Σωκράτης αναλαμβάνει να αποδείξει ότι ένας νεαρός δούλος που δεν είχε ποτέ διδαχθεί μαθηματικά, μπορούσε να έχει μια γνώση κάποιων μαθηματικών δεδομένων, που θα εκμαιεύονταν από αυτόν από έναν έμπειρο δάσκαλο. Για να επιτύχει να το αποδείξει αυτό, ο Σωκράτης απευθύνει ερωτήσεις προς το παιδί προσεκτικά, ανασύροντας από αυτόν με τις διεργασίες της σκέψης που αφύπνιζε μέσα του, καινούργιες ιδέες, τις οποίες το αγόρι προηγουμένως δεν είχε συνειδητοποιήσει. Από αυτό ο Σωκράτης συμπέρανε ότι η διδασκαλία δεν είναι κάτι που το θέτει ένας άνθρωπος μέσα σε έναν άλλο, αλλά είναι ζήτημα αναγωγής κάποιου στοιχείου που είναι ήδη παρόν, αν και μόνο υπαινικτικά και σε λανθάνουσα κατάσταση, στα μυστικά βάθη του ανθρώπινου νου.
Εκ πρώτης όψεως, αυτή η δήλωση συμφωνεί πολύ καλά με τον τρόπο της σύγχρονης σκέψης. Ο σύγχρονος νους είναι αρκετά προετοιμασμένος για να καταλάβει τί έκανε ο Σωκράτης και να συμφωνήσει μαζί του καταρχήν ότι η διαδικασία της εκπαίδευσης είναι στην καλύτερη μορφής της μια ανάδυση ικανοτήτων γνώσης που είναι παρούσες αλλά υπανάπτυκτες μέσα στο άτομο. Στην πορεία της ανάσυρσής τους από τον δάσκαλο συμβαίνει μια διαδικασία, κατά την οποία αυτές οι ικανότητες βρίσκουν την εκπλήρωσή τους. Αυτός είναι ο τρόπος που θα καταλαβαίναμε τα πράγματα με σύγχρονους όρους. Αλλά ο Σωκράτης είχε μια εντελώς άλλη άποψη για το τι συμπέρασμα έπρεπε να βγει από την επιχειρηματολογία του σχετικά με τον απαίδευτο μικρό δούλο.
Γι’ αυτόν, η ευκολία με την οποία μπορούσε να ανασύρει καινούργιες ιδέες μέσα από το αγόρι ήταν απόδειξη ότι το αγόρι ήξερε αυτά τα πράγματα ανέκαθεν, αλλά ότι δεν τα είχε συνειδητοποιήσει.Είχε ξεχάσει ότι τα ήξερε. «Πρόσεχε τώρα», είχε πει ο Σωκράτης στον Μένωνα καθώς έκανε ερωτήσεις στο παιδί και κατεύθυνε τις διαδικασίες του νού του.«Παρατήρησε εάν μαθαίνει από εμένα ή αν απλώς θυμάται». Ήταν φανερό ότι ο Σωκράτης δεν έλεγε στο παιδί τι συμπεράσματα να βγάλει. Δεν του έλεγε τις απαντήσεις. Το ωθούσε μόνο να ανακαλύψει τις απαντήσεις μόνο του,χρησιμοποιώντας τις δικές του πνευματικές δυνάμεις. Αυτό ήταν που ο Σωκράτης έλεγε ανάμνηση.
«Αυτό που ονομάζουμε μάθηση», είπε ο Σωκράτης συνοψίζοντας, «είναι μόνο μια διαδικασία ενθύμησης».Αυτή η ενθύμηση, όμως δεν αναφέρεται σε γεγονότα που έχουν συμβεί νωρίτερα στη ζωή του ατόμου. Στην αρχή της συζήτησής τους, ο Σωκράτης είχε πάρει μια άμεση απάντηση από τον μικρό δούλο, που δήλωνε ότι δεν είχε ποτέ ασχοληθεί με τη μελέτη των μαθηματικών. Ο Μένων, ο κύριός του, που ήταν ο αντίπαλος του Σωκράτη στον διάλογο, το είχε επιβεβαιώσει. Το παιδί δεν είχε σπουδάσει αυτό το θέμα κι όμως ήταν ικανό να δείξει μια σπουδαία ενορατική γνώση σχετικά με αυτό. Για εμάς, στην σύγχρονη εποχή, υπάρχουν διάφοροι τρόποι με τους οποίους ένα τέτοιο γεγονός μπορεί να κατανοηθεί, αλλά για τον Σωκράτη ήταν αυτονόητο ότι η ικανότητα του αγοριού ήταν το αποτέλεσμα μιας εμπειρίας που είχε αποκτήσει σε μια προηγούμενη ζωή.
Αυτό που ονομάστηκε το«αγαπημένο δόγμα» του Σωκράτη βρίσκεται στη βάση αυτής της πίστης. (Σημ.: βλέπε τα λόγια του Κέβη στον «Φαίδωνα»). Ήταν ένα δόγμα που η προέλευσή του έφτανε πολύ μακριά στο παρελθόν, δηλαδή η πίστη ότι η αθανασία της ατομικής ψυχής εκφράζεται με πολλές ενσαρκώσεις σε διαφορετικά χρονικά σημειά μέσα στην ιστορία. Η ιδιαίτερη εφαρμογή αυτής της πίστης που κάνει ο Σωκράτης εδώ είναι ότι η ψυχή μεταφέρει μαζί της σε όλες τις μελλοντικές ενσαρκώσεις τις αναμνήσεις των εμπειριών της, και όλες τις γνώσεις που έχει αποκτήσει ...
(συνεχίζεται)
Aμέθυστος
6 σχόλια:
Αναφορικά με την τελευταία παράγραφο, θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι αυτό είναι ίσως το προπατορικό αμάρτημα...
Απλά η Εκκλησία φρόντισε να μην δεχθεί την αρχαία δοξασία της μετενσάρκωσης απαλείφοντας έτσι από τα δόγματά της αυτή τη βασική θέση της γνωστικής διδασκαλίας, γιατί πολύ σοφά προτίμησε να υιοθετήσει την ασφαλή πίστη και τον δρόμο της καρδιάς διαχωρίζοντάς τα από την επισφαλή γνώση και τον δυισμό του "δέντρου του καλού και του κακού" και της ανθρώπινης διάνοιας...
Στό σχόλιο αυτό η εκκλησία είναι κάτι ΑΥΤΟΝΟΜΟ, σάν αυτό πού φανταζόμαστε ότι είναι τό ΑΤΟΜΟ.
Τά δόγματα τής εκκλησίας δέν διορθώνουν τίς κακοδοξίες διαφόρων αιρέσεων ανατολής καί δύσης μέ ορθές σκέψεις.
Αλλά οι Πατέρες τής εκκλησίας, χωρίς τούς οποίους καί χωρίς τούς Αγίους δέν υφίσταται εκκλησία, αποκατέστησαν τό ψεύδος μέ τήν εμπειρία τής Αλήθειας πού τούς πρόσφερε ο Κύριος εν Αγίω Πνεύματι.
Αυτή η αυτόνομη εκκλησία η οποία φύτρωσε σάν καρκίνωμα, στό σώμα τής αληθινής εκκλησίας πού έχει σάν κεφαλή της τόν Κύριο καί σώμα της τούς Αγίους καί συνοδεύεται από τούς δικούς μας διακαείς πόθους αγιότητος καί σωτηρίας, κατ' αναλογίαν της αγιότητος τών συνανθρώπων μας, οι οποίοι κέρδισαν τήν Βασιλεία τών Ουρανών όπως τό υπεσχέθη ο Κύριος,
αυτή είναι η εκκλησία τού κληρικαλισμού, τού οικουμενισμού, τών παλαιοημερολογητών, καί τών νεοημερολογητών.
Οι θρησκείες οι οποίες επιμένουν νά υπάρχουν ακόμη καί μετά τόν θάνατό τους από τήν Ανάσταση τού Κυρίου, καί μετά την Ανάσταση, όταν δέν είναι δαιμονικές είναι αρχετυπικές, εικόνες τού χαμένου μας μεγαλείου, οι οποίες σκοπό έχουν νά κρατούν ζωντανή τήν ελπίδα τής σωτηρίας.
Η αρχαία ελληνική φιλοσοφία ανακάλυψε τήν φωνή τής συνειδήσεως, η οποία καθοδηγεί στήν γνώση καί μόνον, καί η φιλοσοφία τών στωϊκών επεξεργάστηκε σέ μιά ζωντανή ενότητα τήν εμπειρία αυτής τής φωνής, δημιουργώντας τόν χαρακτήρα ο οποίος υπάρχει μέχρι σήμερα, καί σημερα, σάν πρόσωπο.
Ανοίγουμε μεγάλο κεφάλαιο εδώ με το θέμα της γνώσης ή της γνωσιοθεωρίας που υπήρξε επίκεντρο της προχριστιανικής αρχαίας σκέψης - πριν την Ενσάρκωση - αλλά και μετά από αυτή έγινε (σε εκφυλισμένη τις περισσότερες φορές μορφή)το κύριο ρεύμα των γνωστικών αιρέσεων.
Αν θέλει κάποιος να πορευτεί μέσω της γνώσης, αναγκαστικά θα πρέπει να διαλεχθεί με την πολυμορφία του ασυνείδητου και γρήγορα θα βρει μπροστά του μια ιεραρχία κόσμων πολύ πριν φθάσει στον Κύριο και δυστυχώς έτσι στην πορεία θα καταλήξει το πιθανότερο να χαθεί...
Γι'αυτό και στην αρχαιότητα η προσέγγιση του θείου και των ψυχικών-συμπαντικών νόμων γινόταν μέσω των μυστηρίων, τα οποία διαφοροποιούνταν και χρονικά αλλά και τοπικά, ανάλογα με τα εκάστοτε ιερατεία και τις αντιλήψεις τους.
Όλο αυτό το 'μωσαϊκό' των πρακτικών που στην ουσία επιχειρούσαν μυήσεις στο ασυνείδητο και στον πυρήνα της ανθρώπινης ψυχής κατόρθωσε να δαμάσει η χριστιανική διανόηση και να βάλει τα πράγματα στη θέση τους, καθαρά για λόγους προστασίας των πιστών.
Θεωρώ ότι τα δόγματα που θεσπίσθηκαν από τις οικουμενικές συνόδους της παλαιοχριστιανικής και βυζαντινής περιόδου έθεσαν τα απαραίτητα όρια σε αυτούς τους άλλους, αχαρτογράφητους κόσμους. Έτσι έδωσαν τις πνευματικές βάσεις, ώστε να προστατεύσουν τους πιστούς από την περιρρέουσα παγανιστική ατμόσφαιρα και τα εκφυλισμένα μυστικιστικά ρεύματα - κατάλοιπα της αρχαιότητας και των αρχαίων μυστηρίων, ενσωματώνοντας βέβαια όσα στοιχεία από την παλαιότερη φιλοσοφική σκέψη είχαν τα υγιή σπέρματα της αλήθειας του Λόγου. Έπρεπε οπωσδήποτε για τους Έλληνες Πατέρες να τεθεί μια διαχρονική διαχωριστική γραμμή κυρίως αναφορικά με τη φύση του Θεού, που απείχε από την αντίληψη περί θείου και σύμπαντος που επικρατούσε σε όψιμες αρχαίες δοξασίες και τη συναντούμε στις άλλες θρησκείες και αιρέσεις.
Έτσι, σύμφωνα με το συνδυασμό της Αγίας Γραφής,των δογμάτων και της πατερικής διδασκαλίας, η σωτηρία είναι σύνθετο θέμα, που καταρχήν ξεκινά από την βαθιά πίστη στον Θεό, την προσωπική προαίρεση για άσκηση και αγώνα κατά των παθών, και φυσικά την επενέργεια της θείας χάριτος.
Τώρα, πιστεύω ότι ο κληρικαλισμός, ο οικουμενισμός και οι έριδες για το παλαιό ή νέο ημερολόγιο και άλλα δεινά είναι απλά τα αποτελέσματα της εκκοσμίκευσης της πίστης μας, που απλώνεται δυστυχώς διαχρονικά και συνδιαλέγεται με τα ανθρώπινα πάθη, σε χώρους της πολιτικής και της κρατικής ή παγκόσμιας εξουσίας.
Αποτέλεσμα αυτών είναι να απομακρύνεται η χάρη του Θεού σε προσωπικό και σε συλλογικό επίπεδο και εμείς να ξεπέφτουμε ολοένα και περισσότερο, όπως άλλωστε και γίνεται...
Είθε να έχουμε δυνάμεις πνευματικής παλινόρθωσης και υγείας και την ευχή των τριών μεγίστων Πατέρων και "οργάνων της χάριτος" που θα εορτάσουμε αύριο...
Ας διευκρινήσουμε ότι η λέξη αρχέτυπα όπως χρησιμοποείται σήμερα έχει κλαπεί απο τον Αυγουστίνο, αλλά τα αρχέτυπα είναι η πρωτολογία του Πλάτωνος. Εμείς τα χρησιμοποιήσαμε με την φιλοσοφική τους έννοια. Η γνώση δέν σχετίζεται με τα μυστήρια του θανάτου, τα ελευσίνια κ.τ.λ. αλλά με τη γνώση του εαυτού. Οι γνωστικοί δέν εμπλέκονται καθόλου στην υπόθεση του Χριστιανικού δόγματος, τα μυστήρια της Αρχαιότητος δημιουργήθηκαν για να ελευθερώσουν κάπως απο τον φόβο του θανάτου.
''Αυτή η ενθύμηση, όμως δεν αναφέρεται σε γεγονότα που έχουν συμβεί νωρίτερα στη ζωή του ατόμου.''.
''.........αλλά για τον Σωκράτη ήταν αυτονόητο ότι η ικανότητα του αγοριού ήταν το αποτέλεσμα μιας εμπειρίας που είχε αποκτήσει σε μια προηγούμενη ζωή.''.
Αντιφατικότητα και αντιθετικότητα δεν ανευρίσκεται 'στα άνωθι αποσπάσματα;Τι ισχύει από τα δύο;Είναι ανάμνηση και ενθύμηση η ανθρώπινη γνώση ή όχι;Εδώ δε βλέπουμε να εμπλέκεται και η μετενσάρκωση και μετεμψύχωση με την πίστη μας;Κάποιος να δώση μίαν εύλογη απάντηση,εδώ.
http://vatopaidi.wordpress.com/2010/01/30/%CE%BF%CE%B9-%CF%84%CF%81%CE%B5%CE%B9%CF%82-%CE%B9%CE%B5%CF%81%CE%AC%CF%81%CF%87%CE%B5%CF%82-%CE%AC%CE%B3%CE%B9%CE%BF%CE%B9-%CF%80%CF%81%CE%BF%CF%83%CF%84%CE%AC%CF%84%CE%B5%CF%82-%CF%84%CE%B7%CF%82/
Η γνώση οπωσδήποτε έχει σχέση με τα μυστήρια του θείου, του θανάτου αλλά και του εαυτού, χωρίς Χριστό όμως είναι η αποκωδικοποίηση αυτών με μόνο όργανο την ανθρώπινη διάνοια και την έκθεση σε "τιτανικές", δαιμονικές δυνάμεις και κατάληξη σε πλάνη..
Αυτό είναι άλλωστε το "έσεσθε ως θεοί" που υποσχέθηκε ο όφις στο βιβλίο της Γένεσης.Γι'αυτό και για τους γνωστικούς, ο θεός είναι το φίδι που όμως δεν είναι άλλος από τον "βύθιο δράκοντα" ή Άδη των τοιχογραφιών της Δευτέρας Παρουσίας, στον οποίο καταλήγει ο πύρινος ποταμός με τους κάθε είδους αμαρτωλούς.
Σε όλο τον αρχαίο κόσμο, επικρατούσε η αντίληψη της γνώσης που έφθανε μέχρι το επίπεδο αυτό, πίστευαν δηλ. ότι μπορούσαν να πάρουν γνώση από το πεδίο του θανάτου, σε άλλες περιπτώσεις όμως μπορούσαν όμως και να βρεθούν κοντά στους θεούς με την αρετή και τον ηρωισμό (Όμηρος).
Στα ελληνικά μυστήρια του 6ου αι.π.Χ. και στην ορφική και πυθαγόρεια διδασκαλία, η κρίση μετά τον θάνατο ακολουθούμενη από αμοιβή και τιμωρία, ανάλογες με τις πράξεις του καθενός, αποτέλεσε κεντρικό στοιχείο της θρησκευτικής προσδοκίας (Πλάτων: Φαίδων, Πολιτεία).
Αναμφίβολα οι μεγάλοι Έλληνες φιλόσοφοι ασχολήθηκαν με τον προσδιορισμό και την προσέγγιση των αρχετύπων (θα λέγαμε εδώ, και του Παραδείσου ως τελειότητας,της πιο αρχέγονης, της πρώτης εποχής του κόσμου), η γνώση ωστόσο που μέχρι τότε ήταν ο μόνος δρόμος (μέσω των μυστηρίων) κατέληγε στην περιχαράκωση του εγώ, στο αδιέξοδο του θανάτου, στις πύλες του πεπρωμένου.
Ωστόσο, η αυθυπέρβαση, η αυτοθυσία, ο ηρωισμός, η αγάπη και η προσφορά προς τον "ξένο" ή τον εχθρό, οι συνεχείς θυσίες που ταπεινώνουν τον εγωισμό και κερδίζουν την εύνοια των θεών, προβάλλονται ως στοιχεία αρετής στα ομηρικά έπη και στην τραγωδία και αντιπαραβάλλονται στο παράλογο του θανάτου.
Έπρεπε όμως να ενοποιηθεί ο αρχαίος κόσμος των πόλεων-κρατών στα μεγαλύτερα σχήματα των κρατών του Μ. Αλεξάνδρου και μέσα από τα αδιέξοδα λατρειών ηθικής παρακμής και τεράστιων πνευματικών αδιεξόδων, να επιλεγεί ένα "επαρχιακό" κομμάτι του Πρωτο-ελληνικού κόσμου, που διατηρούσε στους κόλπους του ακόμη κάτι κλειστό και συντηρητικό, που διαφύλαττε τότε ακόμη την αρχέγονη μονοθεϊστική ρίζα, οι Εβραίοι.
Εκεί, να γίνει η Ενσάρκωση και η Ανάσταση του Κυρίου κι έτσι να ριζώσει η νέα θρησκεία της νίκης του θανάτου και του πεπρωμένου, η οποία μετά απλώθηκε (επέστρεψε)στον μεγάλο μωσαϊκό του ελληνορωμαϊκού κόσμου ανοίγοντας τη χριστιανική εποχή και το Βυζάντιο με την οικουμενικότητά του...
Ευχαριστώ για τη φιλοξενία
και προπαντός συγχωρέστε μου τον οίστρο,
βρίσκω όμως εδώ έναν ανοιχτό και φιλόξενο χώρο για να εκθέσω κάποιες σκέψεις από τα διαβάσματά μου!
Καλή σας μέρα
Δημοσίευση σχολίου