πηγή Ramnousia1, ramnousia2
Η Ελλάδα των μεγάλων κρατικών μιζών και της διαφθοράς..
Στην Ελλάδα αρχίσαμε όλοι να σκίζουμε τα ιμάτιά μας περί διαφθοράς μόλις ξεκίνησαν τα ζόρια του μνημονίου.
Ανακαλύψαμε τον τροχό, μόλις οι άλλοι υπονόησαν πως είμαστε λαμόγια.
Κι όμως η διαφθορά στην Ελλάδα δεν είναι η Siemens, τα υποβρύχια, οι κρατικές μίζες, οι λαδωμένοι δημόσιοι λειτουργοί, τα αμαρτωλά φακελάκια.
Στην Ελλάδα η διαφθορά ξεκινάει από ένα απλό τοστ!
Πάνε πολλά χρόνια που ο πατέρας μου αποφάσισε να ανοίξει με ένα φίλο ένα μικρό κυλικείο για να πουλάνε καφέδες και σάντουιτς. Αυτά τα γνωστά μικρά χρυσωρυχεία που κάποτε άνοιγαν και μετά από λίγο καιρό έβλεπες το καφετζή να κυκλοφορεί με μερσεντές...
Όταν ήρθε η ώρα να κλείσουν από που θα προμηθεύονται τα διάφορα υλικά προς βρώση, ο πατέρας μου, αιώνιος κουβαλητής του σταυρού της ηθικής εις τον μάταιον τούτο κόσμο, μόλις είδε που σκόπευε να αγοράσει και τι ο συνεργάτης (ο οποίος είχε και το λιγοστό κεφάλαιο για το ξεκίνημα...) φρίκαρε!
Στο πρώτο του σχόλιο «είναι δυνατόν ρε Γιώργο να δώσουμε στο κόσμο να φάει αυτά τα αλλαντικά κι αυτά τα τυριά?..»
ο φίλος Γιώργος αναφώνησε ειρωνικά «μήπως θέλεις να τους δίνουμε το ζαμπονάκι που τρώει η βασίλισσα της Αγγλίας?»
Ο πατέρας μου αποχώρησε από την φιλόδοξη επιχείρηση βρίζοντας.
Όμως χιλιάδες τοστ και όχι μόνο από το Γιώργο, όπως χιλιάδες άλλα κρεατικά, ζαρζαβατικά, γαλακτοκομικά, και άλλες κατηγορίες από σάπια, ληγμένα, φτηνιάρικα, περισσεύματα άγνωστης προέλευσης και συσκευασίας που δεν έκαναν ούτε για να σκουπίσεις τα πόδια σου, τάισαν το Έλληνα τον μερακλή όλα αυτά τα χρόνια και αυγάτισαν τις τσέπες των μικρών αλλά φιλόδοξων επιχειρηματιών.
Η Ελλάδα των μεγάλων κρατικών μιζών, από κάτω έκρυβε το – στη κυριολεξία – βρώμικο χρήμα. Δεν είχε τη μεγαλοπρέπεια μιας διακρατικής συμφωνίας, την αίγλη μιας μίζας εκατομμυρίων, την αρχοντιά ενός μεγαλολαμόγιου, αλλά έκρυβε όλη τη βρώμα της ανθρώπινης αθλιότητας.
Σάπια φαγιά, κλέψιμο στο ζύγι, ότι πιο φτηνιάρικο για εύκολο χρήμα.
Πολύ χρήμα χτίστηκε πάνω σε δηλητηριάσεις κάθε είδους, πολύ χρήμα χτίστηκε στο κλέψιμο της γριούλας την ώρα που αγόραζε τα ζαρζαβατικά της, χτίστηκε πάνω σε ψευτόμαγκες που ψάχνανε ένα «κοροϊδάκι» με προίκα, χτίστηκε από σκουπιδιαρέους που βάζανε μέσα ποιος θα πάρει βάρδια στις χλιδάτες συνοικίες, σε καφετζήδες που χρέωναν σαμπάνια τη πορτοκαλάδα στους μαλάκες τους ξένους, σε ταβερνιάρηδες που πάσαραν το σάπιο ψάρι για ολόφρεσκο που μοσχοβολάει, χτίστηκε σε κάθε είδους επάγγελμα και με όποιο τρόπο κλοπής και απάτης μπορεί να επινοήσει ανθρώπινος νους.
Από τον απλό μικρο-μαναβάκο στο πάγκο της λαϊκής που τράβαγε γρήγορα τις ντομάτες σαν ταχυδακτυλουργός πριν προλάβεις να δεις τι γράφει το ζύγι, μέχρι το άγιο παγκάρι της εκκλησίας που δεν έκοψε ποτέ απόδειξη για να δούμε έτσι από περιέργεια πόσο κοστίζουν βρε αδελφέ οι προσευχές των ενοριτών τους.
Και όχι μην προσβάλεστε. Φυσικά και δεν ήταν όλοι έτσι ξεφτιλισμένοι. Αλλά ήταν πάρα πολλοί.
Πολύ περισσότεροι από ότι μπορεί να αντέξει ένα κράτος για να μην γίνει χαβούζα. Πολύ περισσότεροι από το επιτρεπόμενο ποσοστό ασυνειδησίας ακόμα και στις πιο αμαρτωλές πρωτεύουσες του κόσμου.
Εδώ κυρίες και κύριοι δεν υπήρξε ΠΟΤΕ ΤΙΠΟΤΑ ΠΟΥ ΝΑ ΧΑΙΡΕΙ ΣΕΒΑΣΜΟΥ.
Ούτε οι ζωντανοί, ούτε οι άρρωστοι, ούτε οι νεκροί.
Δεν υπήρχε τίποτα από το οποίο να μη μπορούσε κάποιος να τα «τσιμπήσει». Είτε αυτό το κάτι ήταν η πατρίδα, είτε η θρησκεία είτε η οικογένεια. Το πολυδιαφημισμένο πατριωτικό τρίπτυχο που το έχουν όλοι χεσμένο γενικώς αλλά παραμυθιάζονται πως είναι κορώνα στο κεφάλι τους.
Η Ελλάδα δεν χάθηκε μόνο από το βάρος των μεγάλων κλεφτών και απατεώνων, των επικίνδυνων λαμόγιων της εξουσίας, χάθηκε και από την έκταση της διαφθοράς σε όλα τα μήκη και πλάτη του πληθυσμού.
Κι η διαφθορά αυτή δεν ήταν μόνο ο διορισμός στο δημόσιο όπως μας αρέσει να επαναλαμβάνουμε τώρα τελευταία, ή το φακελάκι του γιατρού, ή το μιζάρισμα ενός εφοριακού...
Η διαφθορά ξεκίναγε από τους βόθρους ενός κτιρίου μέχρι το ρετιρέ.
Ο Υπουργός κορόιδευε τον πολίτη του για να του αποσπάσει τη ψήφο, κι ο πολίτης ταβερνιάρης κορόιδευε τον υπουργό του πλασάροντας ένα σάπιο φιλέτο ενίοτε κατουρημένο...
Η διαφθορά (μέρος δεύτερο)
Η Ελλάδα των μεγάλων κρατικών μιζών και της διαφθοράς..
Η ΔΙΑΦΘΟΡΑ ΞΕΚΙΝΑΕΙ ΑΠΟ ΕΝΑ ΑΠΛΟ...ΤΟΣΤ!
Στην Ελλάδα αρχίσαμε όλοι να σκίζουμε τα ιμάτιά μας περί διαφθοράς μόλις ξεκίνησαν τα ζόρια του μνημονίου.
Ανακαλύψαμε τον τροχό, μόλις οι άλλοι υπονόησαν πως είμαστε λαμόγια.
Κι όμως η διαφθορά στην Ελλάδα δεν είναι η Siemens, τα υποβρύχια, οι κρατικές μίζες, οι λαδωμένοι δημόσιοι λειτουργοί, τα αμαρτωλά φακελάκια.
Στην Ελλάδα η διαφθορά ξεκινάει από ένα απλό τοστ!
Πάνε πολλά χρόνια που ο πατέρας μου αποφάσισε να ανοίξει με ένα φίλο ένα μικρό κυλικείο για να πουλάνε καφέδες και σάντουιτς. Αυτά τα γνωστά μικρά χρυσωρυχεία που κάποτε άνοιγαν και μετά από λίγο καιρό έβλεπες το καφετζή να κυκλοφορεί με μερσεντές...
Όταν ήρθε η ώρα να κλείσουν από που θα προμηθεύονται τα διάφορα υλικά προς βρώση, ο πατέρας μου, αιώνιος κουβαλητής του σταυρού της ηθικής εις τον μάταιον τούτο κόσμο, μόλις είδε που σκόπευε να αγοράσει και τι ο συνεργάτης (ο οποίος είχε και το λιγοστό κεφάλαιο για το ξεκίνημα...) φρίκαρε!
Στο πρώτο του σχόλιο «είναι δυνατόν ρε Γιώργο να δώσουμε στο κόσμο να φάει αυτά τα αλλαντικά κι αυτά τα τυριά?..»
ο φίλος Γιώργος αναφώνησε ειρωνικά «μήπως θέλεις να τους δίνουμε το ζαμπονάκι που τρώει η βασίλισσα της Αγγλίας?»
Ο πατέρας μου αποχώρησε από την φιλόδοξη επιχείρηση βρίζοντας.
Όμως χιλιάδες τοστ και όχι μόνο από το Γιώργο, όπως χιλιάδες άλλα κρεατικά, ζαρζαβατικά, γαλακτοκομικά, και άλλες κατηγορίες από σάπια, ληγμένα, φτηνιάρικα, περισσεύματα άγνωστης προέλευσης και συσκευασίας που δεν έκαναν ούτε για να σκουπίσεις τα πόδια σου, τάισαν το Έλληνα τον μερακλή όλα αυτά τα χρόνια και αυγάτισαν τις τσέπες των μικρών αλλά φιλόδοξων επιχειρηματιών.
Η Ελλάδα των μεγάλων κρατικών μιζών, από κάτω έκρυβε το – στη κυριολεξία – βρώμικο χρήμα. Δεν είχε τη μεγαλοπρέπεια μιας διακρατικής συμφωνίας, την αίγλη μιας μίζας εκατομμυρίων, την αρχοντιά ενός μεγαλολαμόγιου, αλλά έκρυβε όλη τη βρώμα της ανθρώπινης αθλιότητας.
Σάπια φαγιά, κλέψιμο στο ζύγι, ότι πιο φτηνιάρικο για εύκολο χρήμα.
Πολύ χρήμα χτίστηκε πάνω σε δηλητηριάσεις κάθε είδους, πολύ χρήμα χτίστηκε στο κλέψιμο της γριούλας την ώρα που αγόραζε τα ζαρζαβατικά της, χτίστηκε πάνω σε ψευτόμαγκες που ψάχνανε ένα «κοροϊδάκι» με προίκα, χτίστηκε από σκουπιδιαρέους που βάζανε μέσα ποιος θα πάρει βάρδια στις χλιδάτες συνοικίες, σε καφετζήδες που χρέωναν σαμπάνια τη πορτοκαλάδα στους μαλάκες τους ξένους, σε ταβερνιάρηδες που πάσαραν το σάπιο ψάρι για ολόφρεσκο που μοσχοβολάει, χτίστηκε σε κάθε είδους επάγγελμα και με όποιο τρόπο κλοπής και απάτης μπορεί να επινοήσει ανθρώπινος νους.
Από τον απλό μικρο-μαναβάκο στο πάγκο της λαϊκής που τράβαγε γρήγορα τις ντομάτες σαν ταχυδακτυλουργός πριν προλάβεις να δεις τι γράφει το ζύγι, μέχρι το άγιο παγκάρι της εκκλησίας που δεν έκοψε ποτέ απόδειξη για να δούμε έτσι από περιέργεια πόσο κοστίζουν βρε αδελφέ οι προσευχές των ενοριτών τους.
Και όχι μην προσβάλεστε. Φυσικά και δεν ήταν όλοι έτσι ξεφτιλισμένοι. Αλλά ήταν πάρα πολλοί.
Πολύ περισσότεροι από ότι μπορεί να αντέξει ένα κράτος για να μην γίνει χαβούζα. Πολύ περισσότεροι από το επιτρεπόμενο ποσοστό ασυνειδησίας ακόμα και στις πιο αμαρτωλές πρωτεύουσες του κόσμου.
Εδώ κυρίες και κύριοι δεν υπήρξε ΠΟΤΕ ΤΙΠΟΤΑ ΠΟΥ ΝΑ ΧΑΙΡΕΙ ΣΕΒΑΣΜΟΥ.
Ούτε οι ζωντανοί, ούτε οι άρρωστοι, ούτε οι νεκροί.
Δεν υπήρχε τίποτα από το οποίο να μη μπορούσε κάποιος να τα «τσιμπήσει». Είτε αυτό το κάτι ήταν η πατρίδα, είτε η θρησκεία είτε η οικογένεια. Το πολυδιαφημισμένο πατριωτικό τρίπτυχο που το έχουν όλοι χεσμένο γενικώς αλλά παραμυθιάζονται πως είναι κορώνα στο κεφάλι τους.
Η Ελλάδα δεν χάθηκε μόνο από το βάρος των μεγάλων κλεφτών και απατεώνων, των επικίνδυνων λαμόγιων της εξουσίας, χάθηκε και από την έκταση της διαφθοράς σε όλα τα μήκη και πλάτη του πληθυσμού.
Κι η διαφθορά αυτή δεν ήταν μόνο ο διορισμός στο δημόσιο όπως μας αρέσει να επαναλαμβάνουμε τώρα τελευταία, ή το φακελάκι του γιατρού, ή το μιζάρισμα ενός εφοριακού...
Η διαφθορά ξεκίναγε από τους βόθρους ενός κτιρίου μέχρι το ρετιρέ.
Ο Υπουργός κορόιδευε τον πολίτη του για να του αποσπάσει τη ψήφο, κι ο πολίτης ταβερνιάρης κορόιδευε τον υπουργό του πλασάροντας ένα σάπιο φιλέτο ενίοτε κατουρημένο...
Η διαφθορά (μέρος δεύτερο)
Έζησα εκτός συνόρων για 25 χρόνια. Σε άλλο ευρωπαϊκό κράτος. Θες να τους κατηγορήσεις για ξενέρωτους, εργασιομανείς, θέλεις να νιώθεις ηδονή λέγοντας πως εμείς τους μάθαμε να τρώνε, να μιλάνε, να σκέφτονται? Παραμυθιάσου όσο θες αλλά υπάρχουν μικρές καθημερινές εικόνες που τσούζουν...
Θυμάμαι έμπαινα σε χασάπικα που έμοιαζαν φαρμακεία και ψώνιζα 100 γρ. κρέας όσο χρειαζόμουν χωρίς να με χλευάσει, χωρίς να με βρίσει ο μπυροκοιλιάς χασάπης που θεωρούσε πελάτη άξιο να του ρίξει ένα βλέμμα μόνο όποιον αγόραζε μερικά κιλά κρέας από εκείνο το εκτεθειμένο πάνω στα ράφια το γεμάτο μύγες... Για να φάει να σκάσει και να πετάξει το μισό στα σκουπίδια.
Θυμάμαι επίσης τα φαρμακεία που χρειαζόταν ιατρική συνταγή φυσικά για να πάρεις ένα φάρμακο, ακόμα κι ένα απλό παυσίπονο, σε αντίθεση με το πιάσε μισό κιλό αντιβιοτικά που επικρατεί στην όμορφη πατρίδα μας.
Θυμάμαι αγόραζα τρία μήλα στη λαϊκή όσα χρειαζόμουν και μου έκοβαν κι απόδειξη. Όχι τώρα είκοσι χρόνια πριν.
Φυσικά κι εκεί έξω αλωνίζει η απάτη στα υψηλά στρώματα, αλωνίζει το έγκλημα και η ασυδοσία, εννοείται πως οι πληγές του συστήματος είναι ίδιες κι εκεί αλλά υπήρχε κάτι στη καθημερινότητα που σου έδινε την εντύπωση μιας σοβαρότητας. Ίσως κάποτε οι παππούδες μας περηφανεύονταν για το ελληνικό φιλότιμο σε αντίθεση με την ξενική ψυχρότητα. Αλλά αυτό ήταν παλιά, πολύ παλιά. Στη συνέχεια το φιλότιμο χάθηκε και τη θέση του πήρε η χοντροκομμένη ασέβεια, η ψευτομαγκιά κι ο ψευτοτσαμπουκάς, ενώ μέσα στη ψυχρότητά τους οι ξένοι οι «ξενέρωτοι» διαφύλαξαν μέσα στο μυαλό τους τι σημαίνει τουλάχιστον σεβασμός. Τι σημαίνει υπάρχουν ορισμένοι κανόνες για να μην ξευτιλίζομαι και να μην ξεφτιλίζω και τους άλλους. Οι ξενέρωτοι γνωρίζουν ότι ακόμα και τα μπουρδέλα πρέπει να έχουν κάποιους κανόνες.
Είναι τυχαίο που όλοι αυτή τη στιγμή εκτός συνόρων λένε πως αν αυτό που κάνουν στους Έλληνες είχε γίνει σε κάποιους άλλους λαούς θα είχε γίνει χαμός? Μήπως μόνο εμείς συνεχίζουμε να παραμυθιαζόμαστε για μια ανωτερότητα που ακόμα δεν έχουμε αποδείξει. Γιατί με το νου χορταίνει η κόρη με τον ύπνο η ακαμάτα...
Το πιάσε ρε μεγάλε τούτα , τσίμπα κι αυτά και ρίχτα όπου γουστάρεις είναι ντόπια συνήθεια των ανθρώπων που θεωρούν πως τα έχουν όλα μπόλικα κι όταν λένε τη λέξη μπόλικα γελάνε ηλιθιωδώς για το πικάντικο υπονοούμενο. Όπως κάνουν όλοι οι αδύναμοι πνευματικά πληθυσμοί.
Πονηρούλικα , πικάντικα υπονοούμενα αντί θαρραλέας ελευθεροστομίας. Η υποκριτική σεμνοτυφία.
Χερίκωμα κάτω από το τραπέζι αντί για αγκάλιασμα μπροστά σ΄ολο το κόσμο.
Υποκριτικά ανθρωπάκια στο ζύγι της ζωής ....
Μην τσαντίζεσαι. Σε αφορά όλο αυτό. Ήσουν ποτέ έτσι? Όχι? Τότε δεν έχεις πρόβλημα με όσο βρισίδι και να ρίξω. Ήσουν κάπως έτσι? Τότε έληξε ο χρόνος σου. Πρέπει κάποια στιγμή να πονέσουμε άγρια για να έχουμε ελπίδα να ξυπνήσουμε. Και πάλι δύσκολο το βρίσκω. Πρέπει να ταπεινωθούμε άγρια για να συνειδητοποιήσουμε ποιο είναι το αληθινό μας χάλι...
Δυστυχώς. Πρέπει.
Διπλά στην Ελλάδα των πελατών, των φτηνιάρικων ασμάτων, της φτηνιάρικης τέχνης, της φτηνιάρικης ενημέρωσης, της φτηνιάρικης παιδείας, της φτηνιάρικης αντίληψης για το κόσμο και τη ζωή γενικότερα, δίπλα στην Ελλάδα των στριμωγμένων στα βουλευτικά γραφεία, των αργόσχολων και άχρηστων συνδικαλιστών, των προδοτών, των δοσίλογων, των μαυραγοριτών, των ακατοίκητων εγκεφάλων γενικότερα από οτιδήποτε αξιόλογο και ουσιώδες,
Υπήρχε πάντα μια Ελλάδα που προσπαθούσε με όποιες δυνάμεις διέθετε να αποδείξει πως υπάρχει έδαφος για καλλιέργεια, πως υπάρχει ελπίδα για μια ανατροπή όλου αυτού του σάπιου κατεστημένου. Το προσπάθησαν πνευματικοί άνθρωποι, επιστήμονες, καλλιτέχνες που φώναξαν, μίλησαν, προσπάθησαν να ξυπνήσουν τα κοιμισμένα πνεύματα , πολλοί από αυτούς καταξιωμένοι περισσότερο εκτός συνόρων και αγνοημένοι από τη μεγαλύτερη μάζα των συμπατριωτών τους... Υπήρξαν απλοί άνθρωποι, άγνωστοι μεταξύ αγνώστων αλλά σπουδαίοι, που μεγάλωσαν τα παιδιά τους με άλλα πρότυπα, που δίψασαν να αποκτήσουν περισσότερη γνώση μέσα στην γενική αποχαύνωση ή τουλάχιστον να κατορθώσουν να αποκτήσουν τα παιδιά τους αυτή τη γνώση.
Αυτή η δεύτερη Ελλάδα όμως ήταν και είναι ολιγάριθμη. Διασκορπισμένη. Μακριά από κομματικά μαγαζάκια και συνδικαλιστικά καφενεία. Μακριά από προθαλάμους Υπουργείων. Άλλοι κατόρθωσαν να προσφέρουν μεγάλο έργο είτε πνευματικό είτε επιστημονικό ακόμα κι αν έμεινε στα συρτάρια της στείρας πολιτείας. Άλλοι πρόσφεραν έργο με το καθημερινό τους παράδειγμα, στη γειτονιά τους, στη δουλειά τους, στην οικογένειά τους στο μικρό τους περιβάλλον, όπου ξεχώρισαν για την αξιοπρέπεια, την αρετή τους τα χαρίσματά τους έστω κι αν ήταν απένταροι ή χτυπημένοι από τα βάσανα της ζωής. Οι άγνωστοι καθημερινοί ήρωες, οι άγνωστοι αλλά ωραίοι Έλληνες.
Δυστυχώς όμως οι δομές του κράτους, η νοοτροπία της εξουσίας, οι απαιτήσεις των πολιτών-πελατών κατόρθωσαν να φτιάξουν αυτό το κράτος τέρας, αυτή την αθλιότητα που είμαστε όλοι αναγκασμένοι να υποστούμε τις συνέπειες της. Αθώοι και ένοχοι βρίσκονται σε ένα τόπο που δεν προνόησε για τίποτα άλλο εκτός από το προσωρινό του βόλεμα. Παλάτια στην άμμο. Ενας άρρωστος οργανισμός που για πολλά χρόνια κάλυπτε την αρρώστια του με φτιασίδια ψεύτικα χωρίς να κάνει τίποτα για να γιατρευτεί από μέσα, να χτίσει τις προοπτικές για να ανταπεξέλθει τις δύσκολες ώρες, να φτιάξει τις ελάχιστες έστω δομές ώστε να πατήσει όταν θα κλονίζεται από τη παγκόσμια κρίση.
Φαγώθηκαν όλα. Κι όχι μόνο όσα υπήρχαν χτες ή σήμερα αλλά έχουμε πάρει και τις προκαταβολές από το μέλλον. Εχουμε φάει ακόμα κι αυτά που ακόμα δεν υπήρξαν. Λες και το κράτος είναι ένα παιχνίδι μιας χρήσης. Το παίζω όσο θέλω και μετά το πετάω. Λες κι οι κόποι, οι θυσίες, οι αγώνες όλων των προηγούμενων ήταν μια τούρτα για να τη καταβροχθίσουμε μονομιάς αδιαφορώντας παντελώς τι θα φάμε αύριο...
Δεν αγαπιούνται μεταξύ τους. Δεν έχουν καν εμπιστοσύνη ο ένας στο άλλον ακόμα και οι στενότεροι συνεργάτες. Εν δυνάμει απατεώνες και μπαμπέσηδες θεωρούν ο ένας τον άλλον. Οπως εν δυνάμει εχθρό μας μάθαμε να έχουμε τον διπλανό μας. Ύποπτο να μας την φέρει. Πονηρό κι αναξιόπιστο.
Κι όταν έχεις αποβάλλει όλα τα καλά στοιχεία από τη πολιτική ζωή του τόπου, όταν έχεις αφήσει τα συνδικαλιστικά όργανα να είναι κάποια ξεχαρβαλωμένα φερέφωνα του εργασιακού τοπίου, όταν έχεις κλείσει τα εργοστάσια παραγωγής, όταν έχεις αφήσει τη γη να ερημώσει, όταν έχεις ξεφτιλίσει τη παιδεία και τις τέχνες, όταν έχεις στερέψει από επιστημονικές και τεχνολογικές γνώσεις, όταν έχεις μείνει χρεωμένος, μπατίρης ,αναξιόπιστος και ατάλαντος, ποια λύση μπορείς να βρεις για να βγεις από το αδιέξοδο?
Σ’αυτό ακριβώς το σημείο μένουμε αυτή τη στιγμή μετέωροι. Ποιος πολιτικός φορέας έχει τις γνώσεις, τη θέληση, την ικανότητα, και τον τρόπο να αλλάξει όλη αυτή τη σαπίλα, όχι στα λόγια, στη πράξη? Κι όποιος έχει απάντηση έτοιμη σ΄αυτή την ερώτηση σε όποια παράταξη και να ανήκει ας αναρωτηθεί. Έχει όντως την απάντηση ή εξακολουθεί να επιμένει σε κάποιο από τα παλιά παραμυθάκια που έχουν όλα εκτεθεί ανεπανόρθωτα είτε μας αρέσει είτε όχι?
Από το φιλικό Blog Ιστορίες Συνωμοσίας, εδώ καί εδώ
Θυμάμαι έμπαινα σε χασάπικα που έμοιαζαν φαρμακεία και ψώνιζα 100 γρ. κρέας όσο χρειαζόμουν χωρίς να με χλευάσει, χωρίς να με βρίσει ο μπυροκοιλιάς χασάπης που θεωρούσε πελάτη άξιο να του ρίξει ένα βλέμμα μόνο όποιον αγόραζε μερικά κιλά κρέας από εκείνο το εκτεθειμένο πάνω στα ράφια το γεμάτο μύγες... Για να φάει να σκάσει και να πετάξει το μισό στα σκουπίδια.
Θυμάμαι επίσης τα φαρμακεία που χρειαζόταν ιατρική συνταγή φυσικά για να πάρεις ένα φάρμακο, ακόμα κι ένα απλό παυσίπονο, σε αντίθεση με το πιάσε μισό κιλό αντιβιοτικά που επικρατεί στην όμορφη πατρίδα μας.
Θυμάμαι αγόραζα τρία μήλα στη λαϊκή όσα χρειαζόμουν και μου έκοβαν κι απόδειξη. Όχι τώρα είκοσι χρόνια πριν.
Φυσικά κι εκεί έξω αλωνίζει η απάτη στα υψηλά στρώματα, αλωνίζει το έγκλημα και η ασυδοσία, εννοείται πως οι πληγές του συστήματος είναι ίδιες κι εκεί αλλά υπήρχε κάτι στη καθημερινότητα που σου έδινε την εντύπωση μιας σοβαρότητας. Ίσως κάποτε οι παππούδες μας περηφανεύονταν για το ελληνικό φιλότιμο σε αντίθεση με την ξενική ψυχρότητα. Αλλά αυτό ήταν παλιά, πολύ παλιά. Στη συνέχεια το φιλότιμο χάθηκε και τη θέση του πήρε η χοντροκομμένη ασέβεια, η ψευτομαγκιά κι ο ψευτοτσαμπουκάς, ενώ μέσα στη ψυχρότητά τους οι ξένοι οι «ξενέρωτοι» διαφύλαξαν μέσα στο μυαλό τους τι σημαίνει τουλάχιστον σεβασμός. Τι σημαίνει υπάρχουν ορισμένοι κανόνες για να μην ξευτιλίζομαι και να μην ξεφτιλίζω και τους άλλους. Οι ξενέρωτοι γνωρίζουν ότι ακόμα και τα μπουρδέλα πρέπει να έχουν κάποιους κανόνες.
Είναι τυχαίο που όλοι αυτή τη στιγμή εκτός συνόρων λένε πως αν αυτό που κάνουν στους Έλληνες είχε γίνει σε κάποιους άλλους λαούς θα είχε γίνει χαμός? Μήπως μόνο εμείς συνεχίζουμε να παραμυθιαζόμαστε για μια ανωτερότητα που ακόμα δεν έχουμε αποδείξει. Γιατί με το νου χορταίνει η κόρη με τον ύπνο η ακαμάτα...
Το πιάσε ρε μεγάλε τούτα , τσίμπα κι αυτά και ρίχτα όπου γουστάρεις είναι ντόπια συνήθεια των ανθρώπων που θεωρούν πως τα έχουν όλα μπόλικα κι όταν λένε τη λέξη μπόλικα γελάνε ηλιθιωδώς για το πικάντικο υπονοούμενο. Όπως κάνουν όλοι οι αδύναμοι πνευματικά πληθυσμοί.
Πονηρούλικα , πικάντικα υπονοούμενα αντί θαρραλέας ελευθεροστομίας. Η υποκριτική σεμνοτυφία.
Χερίκωμα κάτω από το τραπέζι αντί για αγκάλιασμα μπροστά σ΄ολο το κόσμο.
Υποκριτικά ανθρωπάκια στο ζύγι της ζωής ....
Μην τσαντίζεσαι. Σε αφορά όλο αυτό. Ήσουν ποτέ έτσι? Όχι? Τότε δεν έχεις πρόβλημα με όσο βρισίδι και να ρίξω. Ήσουν κάπως έτσι? Τότε έληξε ο χρόνος σου. Πρέπει κάποια στιγμή να πονέσουμε άγρια για να έχουμε ελπίδα να ξυπνήσουμε. Και πάλι δύσκολο το βρίσκω. Πρέπει να ταπεινωθούμε άγρια για να συνειδητοποιήσουμε ποιο είναι το αληθινό μας χάλι...
Δυστυχώς. Πρέπει.
Διπλά στην Ελλάδα των πελατών, των φτηνιάρικων ασμάτων, της φτηνιάρικης τέχνης, της φτηνιάρικης ενημέρωσης, της φτηνιάρικης παιδείας, της φτηνιάρικης αντίληψης για το κόσμο και τη ζωή γενικότερα, δίπλα στην Ελλάδα των στριμωγμένων στα βουλευτικά γραφεία, των αργόσχολων και άχρηστων συνδικαλιστών, των προδοτών, των δοσίλογων, των μαυραγοριτών, των ακατοίκητων εγκεφάλων γενικότερα από οτιδήποτε αξιόλογο και ουσιώδες,
Υπήρχε πάντα μια Ελλάδα που προσπαθούσε με όποιες δυνάμεις διέθετε να αποδείξει πως υπάρχει έδαφος για καλλιέργεια, πως υπάρχει ελπίδα για μια ανατροπή όλου αυτού του σάπιου κατεστημένου. Το προσπάθησαν πνευματικοί άνθρωποι, επιστήμονες, καλλιτέχνες που φώναξαν, μίλησαν, προσπάθησαν να ξυπνήσουν τα κοιμισμένα πνεύματα , πολλοί από αυτούς καταξιωμένοι περισσότερο εκτός συνόρων και αγνοημένοι από τη μεγαλύτερη μάζα των συμπατριωτών τους... Υπήρξαν απλοί άνθρωποι, άγνωστοι μεταξύ αγνώστων αλλά σπουδαίοι, που μεγάλωσαν τα παιδιά τους με άλλα πρότυπα, που δίψασαν να αποκτήσουν περισσότερη γνώση μέσα στην γενική αποχαύνωση ή τουλάχιστον να κατορθώσουν να αποκτήσουν τα παιδιά τους αυτή τη γνώση.
Αυτή η δεύτερη Ελλάδα όμως ήταν και είναι ολιγάριθμη. Διασκορπισμένη. Μακριά από κομματικά μαγαζάκια και συνδικαλιστικά καφενεία. Μακριά από προθαλάμους Υπουργείων. Άλλοι κατόρθωσαν να προσφέρουν μεγάλο έργο είτε πνευματικό είτε επιστημονικό ακόμα κι αν έμεινε στα συρτάρια της στείρας πολιτείας. Άλλοι πρόσφεραν έργο με το καθημερινό τους παράδειγμα, στη γειτονιά τους, στη δουλειά τους, στην οικογένειά τους στο μικρό τους περιβάλλον, όπου ξεχώρισαν για την αξιοπρέπεια, την αρετή τους τα χαρίσματά τους έστω κι αν ήταν απένταροι ή χτυπημένοι από τα βάσανα της ζωής. Οι άγνωστοι καθημερινοί ήρωες, οι άγνωστοι αλλά ωραίοι Έλληνες.
Δυστυχώς όμως οι δομές του κράτους, η νοοτροπία της εξουσίας, οι απαιτήσεις των πολιτών-πελατών κατόρθωσαν να φτιάξουν αυτό το κράτος τέρας, αυτή την αθλιότητα που είμαστε όλοι αναγκασμένοι να υποστούμε τις συνέπειες της. Αθώοι και ένοχοι βρίσκονται σε ένα τόπο που δεν προνόησε για τίποτα άλλο εκτός από το προσωρινό του βόλεμα. Παλάτια στην άμμο. Ενας άρρωστος οργανισμός που για πολλά χρόνια κάλυπτε την αρρώστια του με φτιασίδια ψεύτικα χωρίς να κάνει τίποτα για να γιατρευτεί από μέσα, να χτίσει τις προοπτικές για να ανταπεξέλθει τις δύσκολες ώρες, να φτιάξει τις ελάχιστες έστω δομές ώστε να πατήσει όταν θα κλονίζεται από τη παγκόσμια κρίση.
Φαγώθηκαν όλα. Κι όχι μόνο όσα υπήρχαν χτες ή σήμερα αλλά έχουμε πάρει και τις προκαταβολές από το μέλλον. Εχουμε φάει ακόμα κι αυτά που ακόμα δεν υπήρξαν. Λες και το κράτος είναι ένα παιχνίδι μιας χρήσης. Το παίζω όσο θέλω και μετά το πετάω. Λες κι οι κόποι, οι θυσίες, οι αγώνες όλων των προηγούμενων ήταν μια τούρτα για να τη καταβροχθίσουμε μονομιάς αδιαφορώντας παντελώς τι θα φάμε αύριο...
Δεν αγαπιούνται μεταξύ τους. Δεν έχουν καν εμπιστοσύνη ο ένας στο άλλον ακόμα και οι στενότεροι συνεργάτες. Εν δυνάμει απατεώνες και μπαμπέσηδες θεωρούν ο ένας τον άλλον. Οπως εν δυνάμει εχθρό μας μάθαμε να έχουμε τον διπλανό μας. Ύποπτο να μας την φέρει. Πονηρό κι αναξιόπιστο.
Κι όταν έχεις αποβάλλει όλα τα καλά στοιχεία από τη πολιτική ζωή του τόπου, όταν έχεις αφήσει τα συνδικαλιστικά όργανα να είναι κάποια ξεχαρβαλωμένα φερέφωνα του εργασιακού τοπίου, όταν έχεις κλείσει τα εργοστάσια παραγωγής, όταν έχεις αφήσει τη γη να ερημώσει, όταν έχεις ξεφτιλίσει τη παιδεία και τις τέχνες, όταν έχεις στερέψει από επιστημονικές και τεχνολογικές γνώσεις, όταν έχεις μείνει χρεωμένος, μπατίρης ,αναξιόπιστος και ατάλαντος, ποια λύση μπορείς να βρεις για να βγεις από το αδιέξοδο?
Σ’αυτό ακριβώς το σημείο μένουμε αυτή τη στιγμή μετέωροι. Ποιος πολιτικός φορέας έχει τις γνώσεις, τη θέληση, την ικανότητα, και τον τρόπο να αλλάξει όλη αυτή τη σαπίλα, όχι στα λόγια, στη πράξη? Κι όποιος έχει απάντηση έτοιμη σ΄αυτή την ερώτηση σε όποια παράταξη και να ανήκει ας αναρωτηθεί. Έχει όντως την απάντηση ή εξακολουθεί να επιμένει σε κάποιο από τα παλιά παραμυθάκια που έχουν όλα εκτεθεί ανεπανόρθωτα είτε μας αρέσει είτε όχι?
Από το φιλικό Blog Ιστορίες Συνωμοσίας, εδώ καί εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου