Δευτέρα 23 Ιανουαρίου 2012

Cornelia de Vogel: ΠΛΑΤΩΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ (5)

Συνέχεια από: Κυριακή 1 Ιανουαρίου 2012

Ανταγωνισμός ή κοινά θεμέλια;

4. Ανάλυση του περί κατασκευής κόσμου, 5,20 (2ο μέρος)

Δεν πρέπει να μας εκπλήσσει το γεγονός πως ο Φίλων, ο οποίος υπήρξε ένας εξόχως πνευματικός ερμηνευτής της Γραφής, διαβάστηκε πολύ και μελετήθηκε από τους Χριστιανούς συγγραφείς των πρώτων αιώνων. Ο Ιουστίνος ο Μάρτυς πρέπει να τον γνώρισε και ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς του χρωστά πολλά. Αλλά είναι ιδιαιτέρως ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε πως στους "Λόγους εναντίον των Αρειανών" του Αθανασίου, επανέρχονται συνεχώς οι εικόνες που χρησιμοποιήθηκαν από τον Φίλωνα και οι οποίες χρησίμευαν για να εκφράσουν την σχέση ανάμεσα στον Πατέρα και στον Υιό. Η εικόνα των ακτίνων του ήλιου, των ακτίνων του φωτός, που ακτινοβολούν πάντοτε από τον μοναδικό θεό, η οποία συναντάται επίσης και στον Πλωτίνο, χρησιμοποιείται πολύ συχνά από τον Μ. Αθανάσιο για να τονίσει πως ο Λόγος ή ο Υιός είναι της ίδιας ουσίας με του Πατρός και γι' αυτό είναι άκτιστος. Η εικόνα έφτασε στον Αθανάσιο πολύ πιθανόν από τον Φίλωνα ο οποίος την χρησιμοποιεί για να περιγράψει τον νοητό κόσμο στο "Περὶ τῶν Χερουβίμ" 28, 97. Και όταν, έπειτα από μια μεγάλη εξήγηση των παροιμιών 8, 22, ο Αθανάσιος θέλοντας να βεβαιώσει πως η εικόνα του Λόγου εδημιουργήθη στα πράγματα που έγιναν, χρησιμοποιεί την εικόνα του αρχιτέκτονος της μεγάλης πόλεως, διαφοροποιώντας ελαφρώς την εκδοχή του Φίλωνος: τώρα είναι ο υιός του βασιλέως που πρέπει να οικοδομήσει για τον πατέρα του, την πόλη, και ο οποίος έχει αποτυπώσει το όνομά του σε καθένα από τα έργα που πραγματοποιούνται. Εάν λοιπόν στην συνέχεια, αφού έχει ολοκληρώσει την πόλη, ερωτηθεί με ποιον τρόπο έγινε, θα απαντούσε: «Έγινε στέρεη, καθότι, σε συμφωνία με την θέληση του πατρός μου, σφράγισα την εικόνα μου σε κάθε έργο. Μάλιστα δε, το όνομά μου είναι δημιουργημένο στα έργα». Ο Αθανάσιος στην συνέχεια ακριβολογώντας λέει: «Δεν έχει πρόθεση να μας πει πως η ουσία του είναι δημιουργημένη, αλλά ότι ενετύπωσε τον εαυτό του μέσω του ονόματός του». Με τον ίδιο τρόπο, η αληθινή Σοφία (ορισμένη επίσης και σαν Σοφία εις εαυτή) απαντά σε όσους θαυμάζουν την σοφία η οποία είναι παρούσα στα δημιουργήματα: «Ο Κύριος με δημιούργησε για τα έργα, έτσι ώστε το σημάδι μου (ο τύπος) να είναι εντυπωμένο σ' αυτά. Και εγώ με την σειρά μου συμφώνησα (συγκατέβην) στην σύσταση όλων των πραγμάτων»(Αθανασίου, Λόγοι εναντίον των Αρειανών, ΙΙ, 79).


Μιλώντας για τον άνθρωπο, σαν δημιουργημένου κατ' εικόνα του Θεού, ο Αθανάσιος χρησιμοποιεί τον όρο εικών και τύπος: ο λόγος μας είναι εικών του Λόγου του Θεού που είναι ο Υιός. Με ανάλογο τρόπο, η σοφία η οποία έχει εμφυτευθεί σε μας είναι μια εικόνα της Σοφίας του Θεού, η οποία είναι μόνον ένα άλλο όνομα ή πλευρά του Ιδίου του Υιού. «Έτσι λοιπόν, καθώς έχει δημιουργηθεί σε μας ένας τέτοιος τύπος, και καθώς δημιουργήθηκε σε όλα τα έργα, η αληθινή και δημιουργική σοφία αποδίδει στον εαυτό της αυτό που ανήκει στον τύπο της, και λέει: ο Κύριος με εδημιούργησε για τα έργα του»(Αθανασίου, Λόγοι εναντίον των Αρειανών, ΙΙ, 78).


Εδώ παρατηρούμε την ίδια μετακίνηση εικόνων που έχουμε ήδη προσέξει στον Φίλωνα. Η πολύ συχνή χρήση του όρου σφραγις και του ρήματος σφραγίζεσθαι, θα μπορούσαν να εκπλήξουν έναν σύγχρονο φιλόλογο ο οποίος ψάχνει τον πλατωνισμό του Φίλωνος, σαν ένα στοιχείο που δεν ανήκει στον πλατωνισμό. Ο H. Dörie προχωρά παραπέρα. Κατά την γνώμη του, η εικόνα της σφραγίδος αποκλείει την μετοχή. Στον λεγόμενο πλατωνισμό του Φίλωνος οι "ιδέες" δεν αποτελούν καθόλου το κεντρικό στοιχείο και η μέθεξις θα ήταν εντελώς απούσα. Αντικαθίσταται από την εικόνα της σφραγίδος η οποία έχει σαν συνέπεια την απουσία διαρκούς σχέσεως ανάμεσα στον Δημιουργό και στο δημιούργημα. Η σφραγίδα είναι κάτι εξωτερικό, και επομένως το δόγμα των Ιδεών, που μοιάζει φαινομενικώς πλατωνικό, παίζει ένα ρόλο αντι-πλατωνικό.


Είναι ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε με πόσο βαθειά διαφορετικό τρόπο ερμήνευσε ο Αθανάσιος την ίδια εικόνα. Γι' αυτόν η εικόνα του Υιού τυπωμένη στα κτίσματα είναι μια απόδειξη της αυθεντικότητος των κτιστών πραγμάτων, δείχνοντας πως είναι πραγματικά δημιουργημένα από Αυτόν, και πως φέροντας την εικόνα του, ανήκουν στον Πατέρα. Κάτι το οποίο συνεπάγεται μια εγγύηση της φροντίδος του και της αγάπης του. Έτσι, για τον Αθανάσιο, με αυτή την εικόνα φανερώνεται η σχέση διαρκείας ανάμεσα στον Δημιουργό και στα δημιουργήματά του.


Ότι και ο Φίλων την ερμηνεύει με την ίδια σημασία μπορούμε να το δούμε από τον τρόπο με τον οποίο ομιλεί περί της γνωστικής προόδου. Τόσο από τον Πλάτωνα (Θεαίτητος, 184Β5-186D6) όσο και από τον Αριστοτέλη (Αναλυτικά ύστερα, ΙΙ 19) ο Φίλων θα μπορούσε να είχε μάθει πως ο νους πρέπει να εργαστεί βασιζόμενος στα δεδομένα των αισθήσεων. Ερμηνεύει έτσι το Γεν. 2, 4-5, με αλληγορικό τρόπο, και εξηγεί την φράση: «ο Θεός δεν επέτρεψε να βρέξει στη γη» λέγοντας: ο Μωυσής ονομάζει τον νου με τη συμβολική γλώσσα, Ουρανό και την αισθητηριακή αίσθηση, γη, και συγκρίνει αυτά τα δύο επίπεδα. Κατά πρώτον ο Θεός αρχίζει να ποτίζει την αίσθηση με τα αντικείμενα των αισθήσεων, και κατόπιν ο νους θα βρει μια εύφορη γη στην οποία θα εργαστεί (Νόμων Αλληγορία, Ι 9, 21-10, 26).
Ο Φίλωνας συνεχίζει εξηγώντας πως αυτά τα ζωντανά όντα είναι ανώτερα από εκείνα που δεν είναι ζωντανά από δύο απόψεις: στην ικανότητα να δέχονται αναπαραστάσεις και στην ενεργό ένταση προς τα αντικείμενα τα οποία τις δημιουργούν. Οι εντυπώσεις δημιουργούνται από την είσοδο των εξωτερικών αντικειμένων που εντυπωσιάζουν τον νου μέσω των αισθήσεων.


Ο Φίλων διακρίνει δύο τύπους ανθρώπων. Πρώτος είναι ο ουράνιος άνθρωπος, δημιουργημένος κατ' εικόνα του θεού. Είναι «σφραγισμένος με την εικόνα». Ο άλλος είναι ο γήινος άνθρωπος, σχηματισμένος με λάσπη και φθαρτός, εάν ο θεός δεν φυσούσε μέσα του την αρχή της αληθινής ζωής. Κατά τα υπόλοιπα, λέει ο Φίλων, χωρίς αυτό πώς θα μπορούσαμε να φτάσουμε σε μια γνώση του θεού; Και εδώ λοιπόν ο Φίλων χρησιμοποιεί την εικόνα του αποτυπώματος. Διότι, ο νους του ανθρώπου δεν θα ήταν εις θέσιν να ανέβει τόσο ψηλά ώστε να συλλάβει την φύση του θεού, εάν ο ίδιος ο θεός δεν τον είχε καλέσει στον εαυτό του και δεν τον είχε πληροφορήσει για τις δυνάμεις του οι οποίες διαθέτουν πρόσβαση στη γνώση (και ετύπωσε κατά τας εφικτάς νοηθήναι δυνάμεις).
Αυτά είναι μόνον μερικά παραδείγματα της συχνής χρήσεως των όρων τύπος, αποτυπούσθαι, σφραγίς και παρόμοιους άλλους, στον Φίλωνα και τον Αθανάσιο. Είμαστε μακρυά από τον Πλάτωνα με μία τέτοια γλώσσα; Πολύ πιθανόν όχι. Όταν διαβάζουμε στον Τίμαιο, 39 Ε, βρίσκουμε πως ο Δημιουργός ολοκληρώνει το έργο του «εκτυπώνοντάς το με την φύση του μοντέλλου» (προς την του παραδείγματος αποτυπούμενος φύσιν).


Στον Θεαίτητο, 191 D, συναντούμε το αποτυπούσθαι, να χρησιμοποιείται με την κατά γράμμα σημασία του για να τυπώσει μια σφραγίδα στο κερί. Και στους νόμους, 681 Β, διαβάζουμε: είναι λογικό που στην κοινωνία μας τα ηλικιωμένα πρόσωπα αποτυπώνουν τις αρχές τους στα παιδιά τους και στα εγγόνια τους.
Οπωσδήποτε ο Πλάτων, Στον Τίμαιο 39 Ε, δεν είναι μακρυά από τον Φίλωνα (Περί Δημιουργίας 44, 129), ο οποίος ολοκληρώνοντας την Ιστορία της Δημιουργίας (αναφερόμενος στον αόρατο ουρανό και στην γη) ερωτά: «ο Μωυσής δεν παρουσιάζει ίσως ξεκάθαρα τις ασώματες και νοητές ιδέες, που είναι σφραγίδες από τις οποίες έχουν δεχθεί το αποτύπωμα τα πράγμα τα που γίνονται αντιληπτά με τα αισθητήριά μας;»


Για έναν Έλληνα της κλασσικής περιόδου όπως και της ύστερης, οι έννοιες εικών και μίμησις μπορούσαν να εκφραστούν εύκολα με όρους σαν τύπος ή σφραγίς, και με ρήματα σαν τυπούν, τυπούσθαι ή σφραγίζεσθαι. Παρ' όλα αυτά το ρήμα μετέχειν και τα ουσιαστικά μετοχή και μετουσία δεν απουσιάζουν από τον Φιλώνα. Για να εκφράσει την κατάσταση της "μετοχής" μιλά επίσης για κεκοινωνηκέναι (ο νους του πρώτου ανθρώπου που έγινε κατ' εικόνα πρέπει να πούμε πως μετέχει του πνεύματος).


Στις τελευταίες δεκαετίες υπήρχε μια τάση, ιδιαιτέρως στην Αγγλοσαξωνική σχολή, να υποστηριχθεί πως μετά τον Παρμενίδη ο Πλάτων θα είχε εγκαταλείψει την μεταφορά της "μέθεξις" και στους τελευταίους διαλόγους θα είχε προτιμήσει να μιλήσει, ή αποκλειστικώς μιλήσει, για εικόνα και μίμηση, εικόνα και ομοίωση. Στα σίγουρα στον Τίμαιο είναι η εικόνα του "μοντέλλου" που κυριαρχεί. Παρ' όλα αυτά, σ' αυτόν τον διάλογο το ρήμα μετέχειν χρησιμοποιείται συχνά, και το ίδιο ισχύει και για τα υπόλοιπα έργα του Πλάτωνος. Στους τελευταίους διαλόγους το ρήμα μετέχειν εμφανίζεται τόσο συχνά, όσο και στους πρώτους.


Για παράδειγμα στον Σοφιστή το μετέχειν κινήσεως (228 C) ή μετέχειν ταυτού και θατέρου και μετέχειν του όντος (256Α, 259Α) χρησιμοποιείται με τον ίδιο τρόπο της Πολιτείας, V 478 E, όπου το αντικείμενο της δόξας προκύπτει να είναι το αμφοτέρων μετέχον, του είναι τε και μη είναι. Στον Τίμαιο, 37 Α1, για την ψυχή του κόσμου λέγεται πως είναι λογισμού μετέχουσα και αρμονίας και στο 39 Β ο θεός ανάβει το φως του ήλιου «έτσι ώστε όλοι οι ζωντανοί για τους οποίους ήταν συμφέρον να μεθέξουν του αριθμού».


Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε ένα μεγάλο αριθμό παρομοίων παραδειγμάτων. Παρ' όλα αυτά, πρέπει να σημειώσουμε πως ο όρος μέθεξις εμφανίζεται στον Πλάτωνα μόνον σε μία περίοδο ώριμη του στοχασμού του: στον Παρμενίδη, όταν το μεταλαμβάνειν καθίσταται δύσκολο να ερμηνευθεί εμφανίζεται το ουσιαστικό μέθεξις (132 D), σε ένα είδος ολοκληρώματος. Προκύπτει πως δεν είναι τίποτε άλλο από την ομοιότητα σε ένα μοντέλλο. Μετά από αυτή τη διαβεβαίωση εμφανίζεται ξανά δύο φορές στο δεύτερο μέρος του Παρμενίδη. Και οι δύο φράσεις (141 D 7-8, 151 E 7-8) έχουν έναν χαρακτήρα υψηλότατου στοχασμού. Ακόμη και στον Σοφιστή, 256 Α και 259 Α εμφανίζεται ο όρος μέθεξις. Κατά τα λοιπά η συνηθισμένη χρήση του όρου μετέχειν συνεχίζει μέχρι τις τελευταίες σελίδες των Νόμων.

(Συνεχίζεται)

Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια: