Δευτέρα 24 Αυγούστου 2015

ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ, ΨΥΧΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΣ ΣΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ (3) -ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ

ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΣ ΣΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ

2.ΨΥΧΗ

Ο άνθρωπος λοιπόν, για τον Αριστοτέλη είναι υποκείμενο, με την σημασία του υποστρώματος της κινήσεως, κάθε κινήσεως, και φυσικής, όπως η κατασκευή κατοικιών, και ψυχικής, όπως η οργή, η συμπάθεια και η σκέψη. Αυτό όμως, χάρη στο οποίο ο άνθρωπος μπορεί να είναι υποκείμενο ταυτοχρόνως και των φυσικών κινήσεων, και των ψυχικών δραστηριοτήτων, είναι η ΨΥΧΗ. Αυτή λοιπόν, σύμφωνα με έναν διάσημο ορισμό του Αριστοτέλη είναι «η φόρμα ενός φυσικού σώματος που έχει εν δυνάμει την ζωή» (Αριστ. Περι ψυχής ΙΙ, 1,412 α 20-21). Σαν φόρμα (μορφή και είδος) εδώ εννοείται αυτό χαρη στο οποίο κάτι είναι «ένα αυτό» (τόδε τι), δηλ. μία ατομική ουσία, δηλ. ένα υποκείμενο του Γίγνεσθαι (Περι ψυχής 412α 8-9). Τα φυσικά σώματα, αυτά που δημιουργούνται απο την φύση, όχι απο την τέχνη την ανθρώπινη ή απο την τύχη, είναι ουσίες υπέρτερες άλλων σωμάτων, κατά των Αριστοτέλη, και ανάμεσα σ’αυτά υπερτερούν ακόμη περισσότερο εκείνα που είναι προικισμένα με ζωή, δηλ. με την Ικανότητα να τρέφονται, να αυξάνουν και να πεθαίνουν (δι’αυτού) απο τον εαυτό τους.
Και η ψυχή επίσης είναι ουσία, αλλά δέν είναι ουσία με την σημασία που είναι το υποκείμενο, δηλαδή το υπόστρωμα του Γίγνεσθαι, το οποίο είναι σύνθετο ψυχής και σώματος, αλλά με την σημασία που είναι οι «πρώτες ουσίες», για τις οποίες μιλά ο Αριστοτέλης στο βιβλίο Ζ της Μεταφυσικής, δηλαδή οι Φόρμες. Αυτές όπως είναι γνωστό, λέγοντας πρώτες ουσίες διότι είναι η «αιτία του Είναι» των σύνθετων δηλαδή η αιτία για την οποία αυτά είναι αυτό που είναι, δηλαδή η αιτία της μορφής τους και επομένως και η αιτία της ουσίας τους. Η ψυχή είναι το παράδειγμα που προτιμά ο Αριστοτέλης για να δείξη τις πρώτες ουσίες, εννοημένες σ’αυτή την σημασία.
Το παράδειγμα της ψυχής λοιπόν βοηθά να κατανοήσουμε την φύση της μορφης, εννοημένης σαν την αιτία της μορφής, την τελική διαφορά δηλ. που χαρακτηρίζει κάθε είδος. Διότι αυτή ακριβώς δέν είναι, όπως πιστεύθηκε πολύ συχνά, μία καθολική αρχή, δηλαδή αυτό που ενώνει μεταξύ τους όλα τα άτομα του ιδίου είδους όπως εκείνο που ο Αριστοτέλης στις κατηγορίες ονομάζει «ουσίες δεύτερες», αυτά ακριβώς δηλαδή τα γένη και τα είδη (Αριστ, Κατ. 5 2α 11-19)
Εάν ήταν έτσι, τότε ανάμεσα στις κατηγορίες και την Μεταφυσική θα υπήρχε εκείνη η χτυπητή αντίφαση, την οποία πολλοί θεώρησαν πώς ανακάλυψαν, διότι σ’αυτή την τελευταία του πραγματεία ο Αριστοτέλης θα θεωρούσε «ουσία πρώτη» ακριβώς αυτό που στην πρώτη θεώρησε «ουσία δεύτερη».
Στην πραγματικότητα εάν η πρώτη ουσία, στην Μεταφυσική, είναι η μορφή (φόρμα) και εάν η μορφή είναι η ψυχή, είναι τότε τόσο ατομική όσο είναι και το σύνθετο, αυτό δηλαδή που ονομαζόταν «ουσία πρώτη» στις κατηγορίες. Πώς μπορούμε να σκεφτούμε εν τέλει, πώς η ψυχή ενός ξεχωριστού ατόμου, για παράδειγμα η ψυχή του Σωκράτη, δέν είναι αριθμητικώς διακεκριμένη απο την ψυχή ενός άλλου ατόμου, π.χ. του Κορίσκου, παρότι και οι δύο είναι ταυτόσημες, είναι δηλαδή και οι δύο ψυχές λογικού είδους; Αυτό που τις διακρίνει είναι οπωσδήποτε, το γεγονός πώς «μορφοποιούν» δύο διαφορετικά σώματα, και επομένως η σχέση τους με την ύλη: αλλά αυτό δέν αφαιρεί το γεγονός πώς είναι δύο ψυχές αριθμητικώς διακεκριμένες και επομένως ατομικές.
Αυτό εξάλλου λέγεται καθαρά και απο τον Αριστοτέλη σε διάφορα σημεία της Μεταφυσικής, για παράδειγμα εκεί όπου λέει πώς ο Σωκράτης και ο Κορίσκος είναι «αυτή εδώ η ψυχή και αυτό εδώ  το σώμα (η ψυχή είδε και <το> σώμα τόδε)» (Αριστ. Μετ.Ζ11,1057α 9).
Ή εκεί όπου βεβαιώνεται πώς τα στοιχεία-αρχές δηλαδή η μορφή ή ύλη και η στέρηση είναι συγκεκριμένως ταυτόσημα, αλλά ατομικώς διαφορετικά : «για παράδειγμα η ύλη σου και η μορφή σου (το είδος σου) και η αρχή της κινήσεως σου και η δική μου είναι τέτοιες ξεχωριστές αιτίες (ή τε συ ύλη και το είδος και το κινήσαν και η εμή), αλλά στην καθολικότητα τους και στην έννοια είναι ταυτόσημες» (Αριστ. Μετ. Λ5, 1071 α 28-29). Επομένως λοιπόν η ψυχή για τον Αριστοτέλη δέν είναι το είδος, αλλά ακριβώς η ζωτική αρχή του ατόμου, και είναι ατομική όπως και αυτό το τελευταίο (το άτομο).
Ο Αριστοτέλης μας λέει επίσης πώς είναι η ενέργεια, διότι στην σύλληψη του, όπως είναι γνωστό, η ύλη είναι η δύναμις, ενώ η μορφή είναι η ενέργεια, παρόλα αυτά αυτή η ενέργεια δέν πρέπει να κατανοηθεί με την έννοια της δραστηριότητος, δηλαδή της λειτουργίας, της συμπεριφοράς. Εάν λοιπόν στ’αλήθεια ο Αριστοτέλης δέν στέκεται στο μέρος του Πλάτωνος και του Καρτέσιου, δηλαδή δέν εννοεί την ψυχή σαν υποκείμενο των πράξεων, δηλαδή σαν ουσία καθ’εαυτή και εις εαυτή, όπως είδε καθαρά και ο Ryle, δέν είναι ούτε με το μέρος του τελευταίου, δηλαδή δέν μειώνει την ψυχή στο σύνθετο των λειτουργιών της ή των συμπεριφορών της. Η σύλληψη του Αριστοτέλη, της ψυχής, δέν είναι ούτε του ουσιαστικού τύπου, όπως είναι του Πλάτωνος και του Καρτέσιου, ούτε του λειτουργικού τύπου, ή του τύπου της συμπεριφοράς όπως εκείνη του Ryle.
Αυτό συμπεραίνεται απο την εξακρίβωση η οποία επαναλαμβάνεται δύο φορές και σε μικρή απόσταση, απο τον Αριστοτέλη, πώς «η πράξη λέγεται με δύο σημασίες: ή σαν επιστήμη ή σαν άσκησή της» και πώς «η ψυχή είναι ενέργεια με την σημασία που είναι η επιστήμη της» δηλαδή «η πρώτη πράξη ενός Φυσικού σώματος που έχει την ζωή εν δυνάμει». (Αριστ. Περι ψυχής ΙΙ 1, 412 α 10-11,22-23,27-28). Η πρώτη ενέργεια δέν είναι η δραστηριότης, ή συμπεριφορά, για παράδειγμα η εξάσκηση της επιστήμης όπως φανερώνεται σε μία πραγματεία, ή στη θεωρία, ή στην αποδεικτική (ο Αριστ. λέει Θεωρείν), αλλά η ικανότης να την εξασκήσεις, και συνιστάται για παράδειγμα  απο την κατοχή της επιστήμης, και έτσι είναι ενέργεια όσον αφορά την ικανότητα εκμαθήσεώς της, αλλά είναι δυνάμει (οι Σχολαστικοί θα την ονομάσουν «ενεργητική δύναμη») όσον αφορά την εξάσκησή της.
Αφού είναι λοιπόν πρώτη ενέργεια ενός σώματος που έχει την ζωή εν δυνάμει η ψυχή είναι ενέργεια σε σύγκριση με εκείνη την δύναμη που είναι η απλή ικανότης, για ένα σώμα να έχει την ζωή, ικανότης η οποία συνιστάται απλώς στο γεγονός ότι είναι ένα φυσικό σώμα, σύνθετο απο ορισμένα όργανα συνδεδεμένα μεταξύ τους μ’έναν ιδιαίτερο τρόπο, ώστε να είναι εκείνο που εμείς σήμερα ονομάζουμε ένας «οργανισμός» (ο Αριστοτέλης λέει: «ένα φυσικό σώμα προικισμένο με όργανα»). Αυτή όμως είναι δύναμις (δυνάμει), παρότι μία ενεργεία δύναμις, απέναντι στην πραγματική άσκηση της ζωής, στις πολλαπλές της λειτουργίες, είναι δηλαδή εκείνο που κοινώς ονομάζουμε όχι ή ζωή, αλλά η αρχή της ζωής, ή ζωτική αρχή.
Αυτό σημαίνει πώς η ψυχή για τον Αριστοτέλη είναι η «Φύσις» των ζωντανών σωμάτων, διότι η φύσις είναι καθορισμένη απο αυτόν σαν «εσωτερική αρχή της κινήσεως και της ησυχίας» (Αριστ. Φυσικά ΙΙ 1 192 b 13-14), δηλαδή σαν ικανότητα κινήσεως ή ακινησία απο μόνη της (δι’αυτού) τώρα η φύσις είναι αυτό που μεταφέρεται μέσω της αναπαραγωγής (φύεσθαι), δηλαδή αυτό που κληρονομείται απο γεννήσεως. Στην περίπτωση του ανθρώπου, αυτή η Φύσις, δηλαδή αυτή η ψυχή, δέν είναι κατ’αρχάς η Φυτική ψυχή, κατόπιν η αισθησιακή και μόνον στην συνέχεια η λογική, όπως κάποιοι πίστεψαν (N.Ford, When I Begin?). Αντιθέτως είναι αμέσως η λογική ψυχή, η οποία συμπεριλαμβάνει στον εαυτό της όλες τις άλλες, όπως συμπεραίνεται απο το επόμενο χωρίο : «η περίπτωση των σχημάτων είναι όμοια με της ψυχής, αφού παντοτε στον επόμενο όρο περιέχεται εν δυνάμει ο προηγούμενος όρος  και αυτό το πράγμα ισχύει και για τα σχηματα όπως και για τα ζωντανά πλάσματα. Για παράδειγμα στο τετράπλευρο περιέχεται το τρίγωνο και στην ικανότητα αισθήσεως ή ικανότητα διατροφής. Επομένως πρέπει να ερευνούμε περίπτωση με περίπτωση ποιά είναι η ψυχή κάθε είδους, δηλαδή του φυτού, του ανθρώπου και του άγριου θηρίου». Και για να αποφύγει τις παρεξηγήσεις ο Αριστοτέλης συμπληρώνει αμέσως μετά : «τα φθαρτά όντα τα προικισμένα με λόγο διαθέτουν επίσης καί όλες τίς υπόλοιπες ιδιότητες, ικανότητες. Ενώ όλα όσα διαθέτουν μία απο αυτές τις ικανότητες δέν διαθέτουν και τον λόγο μαζί» (Περι ψυχής ΙΙ 3,414 b 28-33,415 α 8-10).
Βασιζόμενοι σ’αυτή την αντίληψη της ψυχής μπορούμε  να πούμε πώς στον Αριστοτέλη είναι ήδη παρόντα όλα τα στοιχεία, τα οποία οκτώ αιώνες αργότερα, θα οικοδομήσουν τον διάσημο ορισμό του προσώπου του Βοήθιου: rationabilis naturae individual substantia (πρόσωπο είναι η φύσει λογική ατομική υπόστασις). Υπάρχει ακριβώς η έννοια της ατομικής ουσίας, που είναι εκείνη του υποκειμένου σαν υπόστρωμα του Γίγνεσθαι, και υπάρχει η έννοια της λογικής Φύσεως που είναι ακριβώς η έννοια της ανθρώπινης ψυχής εννοημένης σαν πρώτη ενέργεια. Βασίζομενοι λοιπόν σ’αυτές τις Αριστοτελικές κατηγορίες, θα μπορούσαμε να πούμε πώς υπάρχει «πρόσωπο» οπουδήποτε υπάρχει ένα υποκείμενο προικισμένο εκ φύσεως, δηλαδή απο γεννήσεως, μάλιστα δέ καταγόμενο απο Γένος, με την ικανότητα να διεκπεραιώνει όλες τις ιδιαίτερες λειτουργίες της λογικής ψυχής. Ας προσέξουμε όμως προικισμένο όχι με την πραγματική άσκηση αυτών των λειτουργειών, αλλά με την απλή ικανότητα να τις εφαρμόσει, εκείνη την ικανότητα η οποία κληρονομείται απλώς καθώς κάποιος γεννιέται απο γονείς που την κατέχουν.
Συνεχίζεται
Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια: