Κεφάλαιο 48
Για ποιο λόγο με αυτά τα δώρα τιμούμε και προσκυνούμε τους αγίους
1. Στο ζήτημα αυτό ακολουθεί και το παρακάτω.
2. Αν δηλαδή αυτά τα άγια δώρα αφιερώνονται μεν στον Θεό, αγιάζουν δε εκείνους που έχουν ανάγκη αγιασμού, τότε γιατί πιστεύουμε ότι και τους αγίους και σε όλα τελείους τους τιμούμε με την προσφορά αυτών των δώρων; Και όταν χρειαστούμε κάτι και τους καλέσουμε σε βοήθεια, γιατί υποσχόμαστε να προσφέρουμε σ' αυτούς τη λειτουργία αυτών των δώρων, σαν να πρόκειται να τα αφιερώσουμε σ' αυτούς, ή υπέρ αυτών; Για να γίνουν καλύτεροι;
3. Αυτό συμβαίνει διότι υπάρχει και άλλος τρόπος της προσφοράς αυτών των δώρων, όπως έχω πει προηγουμένως (κεφ. 33). Σύμφωνα με αυτόν τα δώρα αυτά γίνονται και των αγίων, όταν προσφέρονται ως ευχαριστήρια στον Θεό, για τη δόξα με την όποια Αυτός τους δόξασε και για την τελείωση με την οποία τους τελειοποίησε. Τα δώρα αυτά, είναι μεν του Θεού, διότι αφιερώνονται σ' Αυτόν, είναι και των πιστών, που έχουν ανάγκη από βοήθεια, ως βοηθήματα, είναι όμως και των αγίων, διότι για χάρη τους προσφέρονται στον Θεό.
4. Κάθε τι που δόθηκε για χάρη μου, εγώ το λαμβάνω, οποίος και αν είναι εκείνος που το δέχεται. Τα δώρα που μας δίνονται από οποιονδήποτε, δεν τα λαμβάνουμε όλα μόνο με τα δικά μας χέρια, αλλά και με τα χέρια των φίλων και των συγγενών και γενικά όλων εκείνων στους οποίους ο δωρητής δίνει δώρο για να ευχαριστήσει εμάς. Γι’ αυτό και ο Κύριος, όταν λαμβάνουν οι φτωχοί, λέγει ότι λαμβάνει ο ίδιος, επειδή εκείνοι που δίνουν σ' αυτούς το κάνουν για χάρη Του. Έτσι και οι άγιοι δέχονται αυτά τα δώρα, διότι για χάρη τους προσφέρονται στον Θεό. Διότι όπως η ελεημοσύνη γίνεται για την αγάπη του Χριστού, έτσι και η προσφορά αυτή γίνεται για την αγάπη των αγίων. Επειδή αγαπούμε πολύ τους αγίους, θεωρούμε τα αγαθά τους σαν δικά μας και χαιρόμαστε μαζί τους για την ευδαιμονία τους, σαν να μετέχουμε κι εμείς των αγαθών. Έτσι με το να χαιρόμαστε για τις δωρεές που χάρισε σ' αυτούς ο Κύριος, ευχαριστούμε Αυτόν που τις έδωσε και του προσφέρουμε τα ευχαριστήρια δώρα.
5. Δεν είναι όμως μόνο αυτή η αιτία που δέχονται τα δώρα οι άγιοι, ότι δηλαδή αυτά προσφέρονται για την αγάπη τους, αλλά είναι και κάτι άλλο που είναι πολύ γλυκύ κι ευχάριστο σ' αυτούς• θέλω να πω, ότι χάρη σ' αυτούς δέχεται ο Θεός ευχαριστίες και δοξάζεται. Όπως δηλαδή το μέγιστο αμάρτημα των πονηρών ανθρώπων είναι που βλασφημείται το όνομα του Θεού εξαιτίας τους, έτσι για τους αγίους μεγάλο και περισπούδαστο κατόρθωμα είναι το να δοξάζεται γι' αυτούς ο Θεός. Αυτό, και όταν ζούσαν με σώμα ήταν διηνεκής αγώνας τους, και τώρα που πήγαν στον ουρανό είναι έργο αδιάκοπο και τρυφή και κύριο στοιχείο της μακαριότητας τους. Διότι όταν τότε, που τα αγαθά ήταν γι' αυτούς μόνο αντικείμενο ελπίδων, ζούσαν ευχαριστώντας για όλα τον Θεό και κάνοντας όλα για τη δόξα του θεού, τί πρέπει να σκεπτόμαστε γι' αυτούς τώρα που η ευγνωμοσύνη τους είναι πολύ μεγαλύτερη καθώς έγιναν ήδη τέλειοι σε κάθε αρετή, τα δε αγαθά δεν τα ελπίζουν πλέον, αλλά γνωρίζουν με την ίδια την πείρα τους την φιλοτιμία του Κυρίου; Διότι τώρα βλέπουν τους εαυτούς των τί ήταν και τί έγιναν: από χωματένιοι έγιναν ήλιοι• από άτιμοι δούλοι, υιοί τιμημένοι και κληρονόμοι της βασιλείας των ουρανών• από υπόλογοι, δυνατοί να ελευθερώνουν και άλλους από την ευθύνη με την παρρησία που έχουν εμπρός στον Δικαστή. Γι' αυτό ούτε χορταίνουν ποτέ να υμνούν τον θεό, ούτε νομίζουν ότι αρκούν μόνοι τους να τον ευχαριστούν. Γι' αυτό επιθυμούν, όλα τα όντα, και άγγελοι και άνθρωποι, να συνεργάζονται μαζί τους στους ύμνους, για να εξοφληθεί πιο κοντά στην αξία του το χρέος τους, η ευχαριστία του Θεού, με το να πολλαπλασιασθεί αυτή με την προσθήκη και άλλων υμνητών.
6. Και μάρτυρες σ' αυτό είναι οι άγιοι τρεις παίδες μαζί με τον Αζαρία, οι όποιοι νίκησαν τη φωτιά και έλαβαν από τον θεό αυτή τη χάρη. Επειδή δηλαδή έπρεπε να εκφράσουν την ευγνωμοσύνη τους προς τον σωτήρα Θεό για την παράδοξη αυτή σωτηρία και να τον υμνήσουν, δεν τους άρεσε να υμνήσουν μόνον αυτοί, ούτε θεώρησαν αρκετή τη δική τους φωνή, αλλά συγκάλεσαν και τους αγγέλους και όλα τα γένη των ανθρώπων, και αυτόν ακόμη τον ουρανό και τον ήλιο και τα άστρα και τη γη και τα όρη και όλα τα άλογα ζώα και τα άψυχα και γενικά όλη την κτίση. Τόσο μεγάλη είναι η επιθυμία των αγίων να υμνείται ο θεός, και όταν ζουν ακόμη με σώμα, και πολύ περισσότερο όταν απαλλαγούν από το σώμα.
7. Επομένως όποιος μνημονεύοντας τους αγίους και την ευδοκίμησή τους και τη μακαριότητα και τη δόξα τους υμνήσει τον Θεό που τους στεφάνωσε, προσφέρει σ' αυτούς χάρη ανώτερη απ' όλες τις χάρες• και μάλιστα όταν κάνει την ύμνηση όχι μόνο με λόγια, αλλά και με την προσφορά ευχαριστηρίων δώρων, και δώρων που είναι τόσο πολύ ευπρόσδεκτα στον Θεό και έχουν την ανώτατη αξία γι' Αυτόν. Τότε πράγματι, όπως ο Σωτήρας δέχεται με ευμένεια αυτά τα δώρα που υπερβαίνουν κάθε νομική λατρεία και σαν ανταπόδοση μας δίνει το σώμα και το αίμα Του, έτσι και οι άγιοι χαίρονται με αυτά τα δώρα περισσότερο από κάθε άλλη τιμή, την οποία νομίζουμε ότι τους προσφέρουμε, και μας δίνουν ολόκληρο τον εαυτό τους για βοήθεια σε ό,τι είναι συμφέρον μας. Διότι σε όλα μιμούνται τον Κύριό τους.
Κεφάλαιο 49
Εναντίον αυτών που ισχυρίζονται ότι η μνημόνευση των αγίων στη λειτουργία από τον ιερέα είναι ικεσία στον Θεό γι' αυτούς
1. Σ' αυτό το σημείο μερικοί πλανήθηκαν, με το να νομίσουν ότι η μνημόνευση των αγίων στον Θεό είναι ικεσία γι' αυτούς και όχι ευχαριστία. Δεν γνωρίζω από που πήραν τις αφορμές αυτών των λογισμών. Διότι ούτε από τα πράγματα ούτε από τα σχετικά λόγια της ιερουργίας βγαίνει να πιστεύουμε κάτι τέτοιο.
2. Από τα πράγματα καθόλου δεν φαίνεται ότι επιτρέπεται να νομίσουμε κάτι τέτοιο.
3. Διότι αν η Εκκλησία εύχεται υπέρ των αγίων, θα ευχόταν οπωσδήποτε εκείνα τα οποία συνηθίζει να εύχεται παντού. Και ποια είναι εκείνα που εύχεται για τους κεκοιμημένους; Άφεσις αμαρτιών, κληρονομία της βασιλείας, ανάπαυση στους κόλπους του Αβραάμ μαζί με τους τετελειωμέμους αγίους. Έκτος από αυτά δεν υπάρχει τίποτε άλλο που να εύχεται η Εκκλησία για τους κεκοιμημένους. Αυτά είναι τα όρια της ικεσίας μας προς τον Θεό. Διότι δεν επιτρέπεται να εύχεται κανείς για ό,τι επιθυμήσει, αλλά και σ' αυτό υπάρχει νόμος και όριο που δεν επιτρέπεται να υπερβεί κανείς. Διότι δεν γνωρίζουμε τί και πώς να προσευχηθούμε, αλλά το ίδιο το Πνεύμα "εντυγχάνει" για χάρη μας, δηλαδή μας διδάσκει για ποια πρέπει να προσευχόμαστε. Έτσι το εξέλαβαν οι διδάσκαλοι της Εκκλησίας.
4. Ψάξε λοιπόν σε όλες τις τελετές και ιερολογίες, αν υπάρχει κάτι πέρα απ' όσα είπαμε, που να εύχεται η Εκκλησία. Δεν θα βρεις τίποτε.
5. Θα προσευχηθούν λοιπόν οι ιερείς για άφεση αμαρτιών των αθώων, σαν να είναι ακόμη ένοχοι και υπόδικοι• θα προσευχηθούν για τους αγίους, σαν να μην είναι ακόμη αγιασμένοι, να αναπαυθούν μαζί με τους αγίους• θα προσευχηθούν για τελείωση των τελείων, σαν να μην είναι τέλειοι.
6. Έτσι όμως θα αμαρτάνουν οπωσδήποτε με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο. Ή δηλαδή ομολογούν τη μακαριότητα και την τελειότητα των αγίων, οπότε φλυαρούν θεληματικά ενώπιον του Θεού κάνοντας μάταιη ευχή για τους αγίους, πράγμα που ανήκει σ' εκείνους που εμπαίζουν τα θεία και όχι σε ιερείς. Ή εύχονται σοβαρά, νομίζοντας ότι έτσι ωφελούν τους αγίους, οπότε αρνούνται τη δόξα τους, το οποίο είναι βλασφημία όχι μόνο των αγίων, αλλά και του ίδιου του Θεού, σαν να μην ετήρησε τις υποσχέσεις που έδωσε ότι θα δοξάσει τους αγίους και θα τους χαρίσει τη βασιλεία Του.
7. Μάλλον δε και τα δύο είναι σαφής βλασφημία. Με το δεύτερο αρνούνται εντελώς τη μακαριότητα των αγίων, ενώ με το πρώτο κάνουν εκείνα που κάνουν οι αρνητές της μακαριότητας των αγίων. Διότι εκείνους τους οποίους πιστεύουν ότι είναι μακάριοι και έχουν καταταχθεί μεταξύ των υιών και είναι κληρονόμοι της βασιλείας, τους παρουσιάζουν ότι είναι αβράβευτοι και ατίμητοι και υπόλογοι, με όσα έχουν την αξίωση να προσεύχονται γι' αυτούς.
8. Έτσι λοιπόν φαίνεται από τα ίδια τα πράγματα ότι είναι άτοπο να νομίζει κανείς ότι η εκ μέρους της Εκκλησίας προσφορά προς τον Θεό υπέρ των αγίων είναι προσφορά ικεσίας.
9. Ας δούμε τώρα και τα ίδια τα λόγια της ευχής.
10. «Έτι προσάγομέν Σοι την λογικήν ταύτην λατρείαν υπέρ των εν πίστει αναπαυσαμένων, προπατόρων, πατέρων, πατριαρχών, προφητών, αποστόλων, κηρύκων, ευαγγελιστών, μαρτύρων, ομολογητών, εγκρατευτών, και παντός πνεύματος εν πίστει τετελειωμένου• εξαιρέτως δε της παναγίας αχράντου, υπερευλογημένης, ενδόξου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, του αγίου Ιωάννου του προφήτου, προδρόμου και βαπτιστού, των αγίων ενδόξων και πανευφήμων αποστόλων, και πάντων των αγίων, ων ταις ικεσίαις επίσκεψαι ημάς, ο Θεός• και μνήσθητι πάντων των κεκοιμημένων επ' ελπίδι αναστάσεως και ζωής αιωνίου, και ανάπαυσον αυτούς οπού επισκοπεί το φως του προσώπου Σου».
11. Αυτά είναι τα λόγια της ευχής. Σ' αυτά δεν περιέχεται καμιά ικεσία προς τον Θεό για τους αγίους, ούτε εύχεται γι' αυτούς ο ιερεύς τίποτε από τα συνηθισμένα. Άλλα όταν μνημονεύσει τους άλλους κεκοιμημένους πιστούς, ευθύς προσθέτει ευχή γι' αυτούς: «ανάπαυσον αυτούς όπου επισκοπεί το φως του προσώπου Σου». Για τους αγίους όμως γίνεται εντελώς το αντίθετο• διότι δεν μεσιτεύει γι' αυτούς, αλλά μάλλον τους προτείνει ως μεσίτες. Αφού δηλαδή πει και απαριθμήσει τους Αγίους, προσθέτει: «ων ταις πρεσβείαις επίσκεψαι ημάς, ο Θεός».
12. Εκείνο όμως που κυρίως αποδεικνύει ότι αυτά τα λόγια δεν είναι κάποια δέηση και ικεσία, αλλά ευχαριστία στον Θεό για τους αγίους, είναι ότι σ' αυτόν τον κατάλογο συμπεριλαμβάνεται και η Μητέρα του Θεού. Δεν θα συμπεριλαμβανόταν βέβαια, αν οι αναφερόμενοι στον κατάλογο είχαν ανάγκη μεσιτείας, αφού η Θεοτόκος είναι πέρα από κάθε μεσιτεία, όχι μόνο της ανθρώπινης ιεραρχίας, αλλά και της ιεραρχίας των αγγέλων, αφού είναι ασυγκρίτως αγιότερη και από αυτούς τους ανώτατους νόες.
13. Άλλα, θα πει κανείς, ο Χριστός είναι εκείνος που τελεί αυτή την ιερουργία. Τί το παράδοξο λοιπόν αν μεσιτεύσει για τους αγίους και για την ίδια την Μητέρα Του;
14. Αυτό δεν έχει κανένα λόγο να γίνει. Διότι δεν είναι αυτός ο τρόπος της μεσιτείας του Χριστού. Ο Χριστός έγινε βέβαια μεσίτης Θεού και ανθρώπων, όχι όμως με κάποια λόγια και ευχές, αλλά δια μέσου του εαυτού Του. Επειδή ήταν ο ίδιος Θεός και άνθρωπος, ένωσε τον Θεό με τους ανθρώπους, θέτοντας τον εαυτό Του κοινό σύνορο μεταξύ των δύο φύσεων, θείας και ανθρώπινης. Το να νομίζουμε ότι Αυτός με τις ευχές της θείας λειτουργίας μεσιτεύει πάντοτε, είναι ολότελα βλάσφημο και άτοπο.
15. Διότι αν και Αυτός είναι που τελεί την ιερουργία, ωστόσο δεν θα αποδώσουμε σ' Αυτόν όλα όσα γίνονται και λέγονται εκεί. Το έργο της μυσταγωγίας και τον σκοπό, δηλαδή το να αγιασθούν τα δώρα και να αγιάσουν τους πιστούς, τα τελεί μόνος Του ο Χριστός. Οι σχετικές όμως ευχές και δεήσεις και ικεσίες είναι του ιερέως. Εκείνα είναι του Κυρίου, αυτά είναι του δούλου. Ο ιερεύς εύχεται, ο Χριστός εκπληρώνει τις ευχές. Ο Σωτήρας δίνει, ο ιερεύς ευχαριστεί για τα δοθέντα. Ο ιερεύς προσφέρει τα δώρα, ο Κύριος τα δέχεται. Προσφέρει βέβαια και ο Κύριος• αλλά προσφέρει στον Πατέρα τον εαυτό Του και τα δώρα αυτά, όταν γίνουν Αυτός, όταν δηλαδή μεταβληθούν στο σώμα και αίμα Του. Και επειδή προσφέρει τον εαυτό Του, γι' αυτό λέγεται ότι ο ίδιος είναι και προσφέρων και προσφερόμενος και προσδεχόμενος• προσφέρων μεν και προσδεχόμενος ως Θεός, προσφερόμενος δε ως άνθρωπος. Τον άρτο όμως και τον οίνο εφόσον είναι ακόμη δώρα, τα προσφέρει ο ιερεύς, τα δέχεται δε ο Κύριος.
16. Με ποια πράξη δέχεται τα δώρα; Με το να τα αγιάζει, με το να τα μεταβάλλει στο σώμα και αίμα Του. Αυτό είναι η αποδοχή, η οικειοποίηση όπως είπαμε. Αυτός είναι ο τρόπος με τον όποιο ο Χριστός ιερουργεί αυτή την ιερουργία. Αυτά είναι που συνιστούν την Ιερωσύνη Του.
17. Αν τώρα, έκτος από αυτά που είπαμε, υποστηρίζει κανείς ότι και οι ευχές της μυσταγωγίας, ή όλες ή μερικές, είναι του Χριστού, αυτός δεν διαφέρει διόλου από τους ασεβείς εκείνους που τόλμησαν να καταλύσουν τη δόξα Του. Ανάγνωσε όλες τις ευχές και θα αντιληφθείς ότι όλα τα λόγια τους είναι λόγια δούλων. Ανάγνωσε και την ευχή που μνημονεύει τους αγίους, την οποία τολμούν να αποδίδουν στον Χριστό, και δεν θα βρεις εκεί τίποτε που να αρμόζει σε Υιό ομότιμο με τον Πατέρα, άλλα όλα να είναι λόγια δούλων. Πρώτα πρώτα, η ευχαριστία αυτή δε γίνεται από ένα πρόσωπο, αλλά είναι κοινή ευχαριστία όλου του ανθρώπινου γένους, όπου ευχαριστούν άνθρωποι οι οποίοι αμάρτησαν, αλλά δεν εγκαταλείφθηκαν από τη φιλανθρωπία του Θεού. Έπειτα, την ευχαριστία αυτή δεν την απευθύνουν μόνο στον Πατέρα, αλλά και στον Υιό και στο Άγιο Πνεύμα. Ακόμη, μνημονεύουν και την Μητέρα του Θεού, σαν δούλοι την Κυρία τους, και ζητούν με τις πρεσβείες αυτής και των αγίων να αξιωθούν της σκέπης και της πρόνοιας του θεού.
18. Αυτά λοιπόν τί κοινό έχουν με τον ένα Κύριο, τον μονογενή Υιό του Θεού, τον αναμάρτητο, τον Δεσπότη των πάντων; «Ευχαριστούμεν Σοι, λέγει, και τω Υιώ Σου τω μονογενεί». Λοιπόν ο Χριστός ευχαριστεί τον μονογενή Υιό του Θεού; Και έτσι θα έχουμε δύο Υιούς, σύμφωνα με την μανία του Νεστορίου. Τόσο ασεβές και ανόητο είναι να νομίζουμε ότι ο Χριστός πρεσβεύει υπέρ των αγίων και να του αποδίδουμε τέτοια πρεσβεία και μεσιτεία.
19. Αποδείξαμε ότι δεν είναι αυτή η έννοια των ιερών τύπων. Απομένει λοιπόν αυτά τα λόγια να είναι όχι ικεσία, αλλά ευχαριστία.
20. Ναι, θα πει κάποιος, αλλά αυτό δεν το επιτρέπει η λέξις, η οποία είναι σαφώς ικετευτική, εφόσον η πρόθεση "υπέρ" σημαίνει ικεσία.
Αυτό δεν είναι απαραίτητο• διότι δεν φανερώνει παντού τη δέηση. Διότι όχι μόνο όταν παρακαλούμε, αλλά και όταν ευχαριστούμε μεταχειριζόμαστε την πρόθεση "υπέρ". Αυτό φαίνεται από πολλά μέρη και από την παρούσα ευχή: «Υπέρ τούτων, λέγει, απάντων ευχαριστούμεν Σοι και τω μονογενεί Σου Υιώ και τω Πνεύματί Σου τω Αγίω», «υπέρ πάντων ων ίσμεν και ων ουκ ίσμεν», Ευχαριστούμεν Σοι, «και υπέρ της λειτουργίας ταύτης, ην εκ των χειρών ημών δέξασθαι κατηξίωσας». Βλέπεις ότι η πρόθεση "υπέρ" χρησιμοποιείται και στην ευχαριστία; Λοιπόν δεν απομένει καμιά πρόφαση γι' αυτήν την πλάνη.
21. Έτσι λοιπόν είναι αδύνατο να είναι ικεσία η μνημόνευση των Αγίων. Το ότι είναι ευχαριστήρια η ευχή, το αποδεικνύει το γεγονός ότι δεν είναι ικεσία. Διότι κατ' ανάγκην ένα από τα δύο θα είναι, ή ικεσία ή ευχαριστία, επειδή μόνο με τους δύο αυτούς τρόπους θυμίζουμε στον Θεό τα αγαθά που μας κάνει, ή για να τα λάβουμε ή διότι ήδη τα λάβαμε• το πρώτο μεν είναι ικεσία, το δε άλλο ευχαριστία. Το αποδεικνύει ακόμη και το ότι η μεγαλύτερη απ' όλες τις δωρεές του Θεού προς τους ανθρώπους είναι η τελείωσις των αγίων, και γι' αυτό δεν επιτρέπεται η Εκκλησία να μην εκφράζει ευγνωμοσύνη στον Θεό για τους αγίους. Και τί λέγω ότι η μεγαλύτερη δωρεά του Θεού είναι η τελείωσι των αγίων; Αφού αυτή είναι όλη η δωρεά του Θεού. Διότι όλων των αγαθών που πρόσφερε ο Θεός στο ανθρώπινο γένος αυτό είναι το τέλος και ο καρπός: οι χορείες των αγίων. Και γι' αυτό το σκοπό δημιουργήθηκε ο ουρανός και η γη και όλα τα ορατά• γι' αυτό ο παράδεισος, γι' αυτό οι προφήτες, γι' αυτό σαρκώθηκε ο ίδιος ο Θεός, γι' αυτό οι διδασκαλίες Του, τα έργα Του, τα πάθη Του, ο θάνατος Του: για να μετοικήσουν οι άνθρωποι από τη γη στον ουρανό και να γίνουν κληρονόμοι της εκεί βασιλείας.
22. Αν λοιπόν υπάρχει κάποια ευχαριστία στην τελετή, και αν τα δώρα αυτά είναι ευχαριστήρια όπως είναι και ικετήρια, τότε κατ' ανάγκην το κύριο αίτιο και η αφορμή της ευχαριστίας είναι οι τελειωθέντες άγιοι.
23. Πράγματι, τί είναι εκείνο που προκαλεί σ' εμάς την ευχαριστία; Δεν είναι το να ζητούμε κάτι και να λάβουμε αυτό που ζητούμε; Αυτό είναι φανερό σε όλους. Επομένως αυτό που ζητούμε ταυτίζεται με αυτό για το οποίο ευχαριστούμε.
24. Τί ζητεί λοιπόν η Εκκλησία από τον Θεό; Εκείνο το οποίο διατάχθηκε να ζητεί, δηλαδή τη βασιλεία Του, ώστε να την κληρονομήσουν οι πιστοί και να γίνουν άγιοι καθώς είναι Άγιος Αυτός που τους εκάλεσε. Αν λοιπόν δέεται και ικετεύει γι' αυτά, είναι φανερό ότι και ευχαριστεί γι' αυτά. Εύχεται δηλαδή να τελειωθούν οι πιστοί στην αγιότητα, και γι' αυτό είναι επόμενο και αναγκαίο να ευχαριστεί τον Θεό για τους ήδη τελειωθέντες αγίους. Λόγω αυτής της ευχαριστίας υπέρ των αγίων η τελετή αυτή ονομάζεται Ευχαριστία. Διότι αν και μνημονεύει εδώ και πολλά άλλα, ωστόσο οι άγιοι είναι το τέλος όλων και γι’ αυτούς ζητούνται τα υπόλοιπα• ώστε όταν η Εκκλησία ευχαριστεί για εκείνα, ευχαριστεί για την τελείωση των αγίων. Όπως δηλαδή ο Κύριος, όσα έκανε, τα έκανε για να συστήσει τη χορεία των αγίων, έτσι και η Εκκλησία, όταν υμνεί τον Θεό για όλα εκείνα τα αγαθά, το πράττει με το βλέμμα προσηλωμένο στη χορεία των αγίων. Γι' αυτό το λόγο, όταν παρέδιδε το μυστήριο αυτό ο Σωτήρας, το παρέδιδε ευχαριστώντας τον Πατέρα, διότι με αυτό έμελλε να μας ανοίξει τον ουρανό και να συνάξει εκεί αυτή την "πανηγύρι των πρωτοτόκων". Αυτόν μιμείται η Εκκλησία, και κάνει την προσφορά των δώρων όχι μόνο ικετήρια, αλλά και ευχαριστήρια. Και τούτο το δείχνει βέβαια και από άλλα μέρη, κυρίως όμως από την ευχή στην οποία περιέχεται όλος ο σκοπός της θείας λειτουργίας. Διότι αφού διηγηθεί όλα όσα μας έδωσε ο Θεός και ευχαριστήσει για όλα και προσθέσει στο τέλος τη σωματική παρουσία του Κυρίου και την παράδοση του μυστηρίου τούτου και ότι ο Κύριος έδωσε εντολή να το τελούμε κι εμείς, καταλήγει: «Μεμνημένοι τοίνυν της σωτηρίου ταύτης εντολής και πάντων των υπέρ ημών γενομένων, του σταυρού», και αφού αναφέρει όλα τα μετά τον σταυρό, έπειτα λέγει: «Τα σα εκ των σων σοι προσφέροντες κατά πάντα και δια πάντα, σε υμνούμεν, σε ευλογούμεν, σοι ευχαριστούμεν, Κύριε, και δεόμεθά σου, ο Θεός ημών».
25. Βλέπεις; Θυμόμαστε, λέγει, τις ευεργεσίες Σου και γι' αυτό σου προσφέρουμε αυτά τα δώρα. Αυτό είναι ευχαριστία, να τιμούμε με δώρα τον ευεργέτη για τα αγαθά που ήδη μας έδωσε. Κατόπιν, δείχνοντας σαφέστερα την ευχαριστία, λέγει: Προσφέροντας αυτά τα δώρα, σε υμνούμε, σε ευλογούμε, σε ευχαριστούμε, Κύριε, και σε ικετεύουμε, Θεέ μας.
26. Αυτή είναι η έννοια, λέγει η Εκκλησία, της προσφοράς των δώρων: ο ύμνος, η ευχαριστία, η ικεσία, όπως λέγαμε από την αρχή, ώστε να είναι συγχρόνως ευχαριστία και ικεσία.
27. Και αυτά τα κάνουμε, λέγει, ενθυμούμενοι δύο πράγματα, την εντολή που Αυτός μας έδωσε λέγοντας «τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν», και όλα όσα έγιναν για χάρη μας. Διότι η μεν ανάμνηση γενικά των ευεργεσιών μας παρακινεί σε ανταπόδοση και στο να προσφέρουμε κάτι σ' Εκείνον που μας χάρισε αναρίθμητες ευεργεσίες, η δε ανάμνηση της εντολής μας διδάσκει και το είδος της ανταποδόσεως και ποια δώρα πρέπει να προσφέρουμε. Προσφέρουμε εκείνη την ίδια προσφορά που σου προσέφερε, Θεέ και Πατέρα, ο μονογενής Σου Υιός, και προσφέροντας σε ευχαριστούμε, διότι κι Εκείνος, όταν την προσέφερε, σε ευχαριστούσε. Γι’ αυτό τίποτε δικό μας δεν προσθέτουμε σ' αυτή την προσφορά. Διότι ούτε τα δώρα είναι δικά μας έργα, αλλά δικά Σου, που είσαι δημιουργός των πάντων, ούτε δική μας επινόηση είναι ο τύπος της λατρείας, ούτε εμείς προθυμοποιηθήκαμε, ούτε από τον εαυτό μας κινηθήκαμε γι' αυτή, αλλά εσύ ο ίδιος μας δίδαξες, εσύ μας προέτρεψες δια του μονογενούς Σου Υιού. Γι' αυτό, αυτά που σου προσφέρουμε προέρχονται από τα δικά Σου, από εκείνα που μας έδωσες. Δικά Σου είναι καθ' όλα και σε όλα.
28. Έτσι και για την ίδια την ευχαριστήρια προσφορά οφείλουμε στον Θεό μια νέα ευχαριστία, διότι τίποτε από την προσφορά αυτή δεν είναι δικό μας, αλλά ολόκληρη είναι δώρο Εκείνου, και αυτό ακόμη το να τη θέλουμε και να την τελούμε Αυτός το ενεργεί μέσα μας, σύμφωνα με τον θείο Απόστολο. Γι' αυτό στις ευχές λέγεται και τούτο: «Σε ευχαριστούμε και γι' αυτή τη λειτουργία, την οποία αξίωσες να δεχθείς από τα χέρια μας».
Αυτά λοιπόν είναι που μας διδάσκουν ότι η μνημόνευση των Αγίων στη λειτουργία δεν είναι ικεσία προς τον Θεό υπέρ αυτών, αλλά ευχαριστία.
Για ποιο λόγο με αυτά τα δώρα τιμούμε και προσκυνούμε τους αγίους
1. Στο ζήτημα αυτό ακολουθεί και το παρακάτω.
2. Αν δηλαδή αυτά τα άγια δώρα αφιερώνονται μεν στον Θεό, αγιάζουν δε εκείνους που έχουν ανάγκη αγιασμού, τότε γιατί πιστεύουμε ότι και τους αγίους και σε όλα τελείους τους τιμούμε με την προσφορά αυτών των δώρων; Και όταν χρειαστούμε κάτι και τους καλέσουμε σε βοήθεια, γιατί υποσχόμαστε να προσφέρουμε σ' αυτούς τη λειτουργία αυτών των δώρων, σαν να πρόκειται να τα αφιερώσουμε σ' αυτούς, ή υπέρ αυτών; Για να γίνουν καλύτεροι;
3. Αυτό συμβαίνει διότι υπάρχει και άλλος τρόπος της προσφοράς αυτών των δώρων, όπως έχω πει προηγουμένως (κεφ. 33). Σύμφωνα με αυτόν τα δώρα αυτά γίνονται και των αγίων, όταν προσφέρονται ως ευχαριστήρια στον Θεό, για τη δόξα με την όποια Αυτός τους δόξασε και για την τελείωση με την οποία τους τελειοποίησε. Τα δώρα αυτά, είναι μεν του Θεού, διότι αφιερώνονται σ' Αυτόν, είναι και των πιστών, που έχουν ανάγκη από βοήθεια, ως βοηθήματα, είναι όμως και των αγίων, διότι για χάρη τους προσφέρονται στον Θεό.
4. Κάθε τι που δόθηκε για χάρη μου, εγώ το λαμβάνω, οποίος και αν είναι εκείνος που το δέχεται. Τα δώρα που μας δίνονται από οποιονδήποτε, δεν τα λαμβάνουμε όλα μόνο με τα δικά μας χέρια, αλλά και με τα χέρια των φίλων και των συγγενών και γενικά όλων εκείνων στους οποίους ο δωρητής δίνει δώρο για να ευχαριστήσει εμάς. Γι’ αυτό και ο Κύριος, όταν λαμβάνουν οι φτωχοί, λέγει ότι λαμβάνει ο ίδιος, επειδή εκείνοι που δίνουν σ' αυτούς το κάνουν για χάρη Του. Έτσι και οι άγιοι δέχονται αυτά τα δώρα, διότι για χάρη τους προσφέρονται στον Θεό. Διότι όπως η ελεημοσύνη γίνεται για την αγάπη του Χριστού, έτσι και η προσφορά αυτή γίνεται για την αγάπη των αγίων. Επειδή αγαπούμε πολύ τους αγίους, θεωρούμε τα αγαθά τους σαν δικά μας και χαιρόμαστε μαζί τους για την ευδαιμονία τους, σαν να μετέχουμε κι εμείς των αγαθών. Έτσι με το να χαιρόμαστε για τις δωρεές που χάρισε σ' αυτούς ο Κύριος, ευχαριστούμε Αυτόν που τις έδωσε και του προσφέρουμε τα ευχαριστήρια δώρα.
5. Δεν είναι όμως μόνο αυτή η αιτία που δέχονται τα δώρα οι άγιοι, ότι δηλαδή αυτά προσφέρονται για την αγάπη τους, αλλά είναι και κάτι άλλο που είναι πολύ γλυκύ κι ευχάριστο σ' αυτούς• θέλω να πω, ότι χάρη σ' αυτούς δέχεται ο Θεός ευχαριστίες και δοξάζεται. Όπως δηλαδή το μέγιστο αμάρτημα των πονηρών ανθρώπων είναι που βλασφημείται το όνομα του Θεού εξαιτίας τους, έτσι για τους αγίους μεγάλο και περισπούδαστο κατόρθωμα είναι το να δοξάζεται γι' αυτούς ο Θεός. Αυτό, και όταν ζούσαν με σώμα ήταν διηνεκής αγώνας τους, και τώρα που πήγαν στον ουρανό είναι έργο αδιάκοπο και τρυφή και κύριο στοιχείο της μακαριότητας τους. Διότι όταν τότε, που τα αγαθά ήταν γι' αυτούς μόνο αντικείμενο ελπίδων, ζούσαν ευχαριστώντας για όλα τον Θεό και κάνοντας όλα για τη δόξα του θεού, τί πρέπει να σκεπτόμαστε γι' αυτούς τώρα που η ευγνωμοσύνη τους είναι πολύ μεγαλύτερη καθώς έγιναν ήδη τέλειοι σε κάθε αρετή, τα δε αγαθά δεν τα ελπίζουν πλέον, αλλά γνωρίζουν με την ίδια την πείρα τους την φιλοτιμία του Κυρίου; Διότι τώρα βλέπουν τους εαυτούς των τί ήταν και τί έγιναν: από χωματένιοι έγιναν ήλιοι• από άτιμοι δούλοι, υιοί τιμημένοι και κληρονόμοι της βασιλείας των ουρανών• από υπόλογοι, δυνατοί να ελευθερώνουν και άλλους από την ευθύνη με την παρρησία που έχουν εμπρός στον Δικαστή. Γι' αυτό ούτε χορταίνουν ποτέ να υμνούν τον θεό, ούτε νομίζουν ότι αρκούν μόνοι τους να τον ευχαριστούν. Γι' αυτό επιθυμούν, όλα τα όντα, και άγγελοι και άνθρωποι, να συνεργάζονται μαζί τους στους ύμνους, για να εξοφληθεί πιο κοντά στην αξία του το χρέος τους, η ευχαριστία του Θεού, με το να πολλαπλασιασθεί αυτή με την προσθήκη και άλλων υμνητών.
6. Και μάρτυρες σ' αυτό είναι οι άγιοι τρεις παίδες μαζί με τον Αζαρία, οι όποιοι νίκησαν τη φωτιά και έλαβαν από τον θεό αυτή τη χάρη. Επειδή δηλαδή έπρεπε να εκφράσουν την ευγνωμοσύνη τους προς τον σωτήρα Θεό για την παράδοξη αυτή σωτηρία και να τον υμνήσουν, δεν τους άρεσε να υμνήσουν μόνον αυτοί, ούτε θεώρησαν αρκετή τη δική τους φωνή, αλλά συγκάλεσαν και τους αγγέλους και όλα τα γένη των ανθρώπων, και αυτόν ακόμη τον ουρανό και τον ήλιο και τα άστρα και τη γη και τα όρη και όλα τα άλογα ζώα και τα άψυχα και γενικά όλη την κτίση. Τόσο μεγάλη είναι η επιθυμία των αγίων να υμνείται ο θεός, και όταν ζουν ακόμη με σώμα, και πολύ περισσότερο όταν απαλλαγούν από το σώμα.
7. Επομένως όποιος μνημονεύοντας τους αγίους και την ευδοκίμησή τους και τη μακαριότητα και τη δόξα τους υμνήσει τον Θεό που τους στεφάνωσε, προσφέρει σ' αυτούς χάρη ανώτερη απ' όλες τις χάρες• και μάλιστα όταν κάνει την ύμνηση όχι μόνο με λόγια, αλλά και με την προσφορά ευχαριστηρίων δώρων, και δώρων που είναι τόσο πολύ ευπρόσδεκτα στον Θεό και έχουν την ανώτατη αξία γι' Αυτόν. Τότε πράγματι, όπως ο Σωτήρας δέχεται με ευμένεια αυτά τα δώρα που υπερβαίνουν κάθε νομική λατρεία και σαν ανταπόδοση μας δίνει το σώμα και το αίμα Του, έτσι και οι άγιοι χαίρονται με αυτά τα δώρα περισσότερο από κάθε άλλη τιμή, την οποία νομίζουμε ότι τους προσφέρουμε, και μας δίνουν ολόκληρο τον εαυτό τους για βοήθεια σε ό,τι είναι συμφέρον μας. Διότι σε όλα μιμούνται τον Κύριό τους.
Κεφάλαιο 49
Εναντίον αυτών που ισχυρίζονται ότι η μνημόνευση των αγίων στη λειτουργία από τον ιερέα είναι ικεσία στον Θεό γι' αυτούς
1. Σ' αυτό το σημείο μερικοί πλανήθηκαν, με το να νομίσουν ότι η μνημόνευση των αγίων στον Θεό είναι ικεσία γι' αυτούς και όχι ευχαριστία. Δεν γνωρίζω από που πήραν τις αφορμές αυτών των λογισμών. Διότι ούτε από τα πράγματα ούτε από τα σχετικά λόγια της ιερουργίας βγαίνει να πιστεύουμε κάτι τέτοιο.
2. Από τα πράγματα καθόλου δεν φαίνεται ότι επιτρέπεται να νομίσουμε κάτι τέτοιο.
3. Διότι αν η Εκκλησία εύχεται υπέρ των αγίων, θα ευχόταν οπωσδήποτε εκείνα τα οποία συνηθίζει να εύχεται παντού. Και ποια είναι εκείνα που εύχεται για τους κεκοιμημένους; Άφεσις αμαρτιών, κληρονομία της βασιλείας, ανάπαυση στους κόλπους του Αβραάμ μαζί με τους τετελειωμέμους αγίους. Έκτος από αυτά δεν υπάρχει τίποτε άλλο που να εύχεται η Εκκλησία για τους κεκοιμημένους. Αυτά είναι τα όρια της ικεσίας μας προς τον Θεό. Διότι δεν επιτρέπεται να εύχεται κανείς για ό,τι επιθυμήσει, αλλά και σ' αυτό υπάρχει νόμος και όριο που δεν επιτρέπεται να υπερβεί κανείς. Διότι δεν γνωρίζουμε τί και πώς να προσευχηθούμε, αλλά το ίδιο το Πνεύμα "εντυγχάνει" για χάρη μας, δηλαδή μας διδάσκει για ποια πρέπει να προσευχόμαστε. Έτσι το εξέλαβαν οι διδάσκαλοι της Εκκλησίας.
4. Ψάξε λοιπόν σε όλες τις τελετές και ιερολογίες, αν υπάρχει κάτι πέρα απ' όσα είπαμε, που να εύχεται η Εκκλησία. Δεν θα βρεις τίποτε.
5. Θα προσευχηθούν λοιπόν οι ιερείς για άφεση αμαρτιών των αθώων, σαν να είναι ακόμη ένοχοι και υπόδικοι• θα προσευχηθούν για τους αγίους, σαν να μην είναι ακόμη αγιασμένοι, να αναπαυθούν μαζί με τους αγίους• θα προσευχηθούν για τελείωση των τελείων, σαν να μην είναι τέλειοι.
6. Έτσι όμως θα αμαρτάνουν οπωσδήποτε με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο. Ή δηλαδή ομολογούν τη μακαριότητα και την τελειότητα των αγίων, οπότε φλυαρούν θεληματικά ενώπιον του Θεού κάνοντας μάταιη ευχή για τους αγίους, πράγμα που ανήκει σ' εκείνους που εμπαίζουν τα θεία και όχι σε ιερείς. Ή εύχονται σοβαρά, νομίζοντας ότι έτσι ωφελούν τους αγίους, οπότε αρνούνται τη δόξα τους, το οποίο είναι βλασφημία όχι μόνο των αγίων, αλλά και του ίδιου του Θεού, σαν να μην ετήρησε τις υποσχέσεις που έδωσε ότι θα δοξάσει τους αγίους και θα τους χαρίσει τη βασιλεία Του.
7. Μάλλον δε και τα δύο είναι σαφής βλασφημία. Με το δεύτερο αρνούνται εντελώς τη μακαριότητα των αγίων, ενώ με το πρώτο κάνουν εκείνα που κάνουν οι αρνητές της μακαριότητας των αγίων. Διότι εκείνους τους οποίους πιστεύουν ότι είναι μακάριοι και έχουν καταταχθεί μεταξύ των υιών και είναι κληρονόμοι της βασιλείας, τους παρουσιάζουν ότι είναι αβράβευτοι και ατίμητοι και υπόλογοι, με όσα έχουν την αξίωση να προσεύχονται γι' αυτούς.
8. Έτσι λοιπόν φαίνεται από τα ίδια τα πράγματα ότι είναι άτοπο να νομίζει κανείς ότι η εκ μέρους της Εκκλησίας προσφορά προς τον Θεό υπέρ των αγίων είναι προσφορά ικεσίας.
9. Ας δούμε τώρα και τα ίδια τα λόγια της ευχής.
10. «Έτι προσάγομέν Σοι την λογικήν ταύτην λατρείαν υπέρ των εν πίστει αναπαυσαμένων, προπατόρων, πατέρων, πατριαρχών, προφητών, αποστόλων, κηρύκων, ευαγγελιστών, μαρτύρων, ομολογητών, εγκρατευτών, και παντός πνεύματος εν πίστει τετελειωμένου• εξαιρέτως δε της παναγίας αχράντου, υπερευλογημένης, ενδόξου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, του αγίου Ιωάννου του προφήτου, προδρόμου και βαπτιστού, των αγίων ενδόξων και πανευφήμων αποστόλων, και πάντων των αγίων, ων ταις ικεσίαις επίσκεψαι ημάς, ο Θεός• και μνήσθητι πάντων των κεκοιμημένων επ' ελπίδι αναστάσεως και ζωής αιωνίου, και ανάπαυσον αυτούς οπού επισκοπεί το φως του προσώπου Σου».
11. Αυτά είναι τα λόγια της ευχής. Σ' αυτά δεν περιέχεται καμιά ικεσία προς τον Θεό για τους αγίους, ούτε εύχεται γι' αυτούς ο ιερεύς τίποτε από τα συνηθισμένα. Άλλα όταν μνημονεύσει τους άλλους κεκοιμημένους πιστούς, ευθύς προσθέτει ευχή γι' αυτούς: «ανάπαυσον αυτούς όπου επισκοπεί το φως του προσώπου Σου». Για τους αγίους όμως γίνεται εντελώς το αντίθετο• διότι δεν μεσιτεύει γι' αυτούς, αλλά μάλλον τους προτείνει ως μεσίτες. Αφού δηλαδή πει και απαριθμήσει τους Αγίους, προσθέτει: «ων ταις πρεσβείαις επίσκεψαι ημάς, ο Θεός».
12. Εκείνο όμως που κυρίως αποδεικνύει ότι αυτά τα λόγια δεν είναι κάποια δέηση και ικεσία, αλλά ευχαριστία στον Θεό για τους αγίους, είναι ότι σ' αυτόν τον κατάλογο συμπεριλαμβάνεται και η Μητέρα του Θεού. Δεν θα συμπεριλαμβανόταν βέβαια, αν οι αναφερόμενοι στον κατάλογο είχαν ανάγκη μεσιτείας, αφού η Θεοτόκος είναι πέρα από κάθε μεσιτεία, όχι μόνο της ανθρώπινης ιεραρχίας, αλλά και της ιεραρχίας των αγγέλων, αφού είναι ασυγκρίτως αγιότερη και από αυτούς τους ανώτατους νόες.
13. Άλλα, θα πει κανείς, ο Χριστός είναι εκείνος που τελεί αυτή την ιερουργία. Τί το παράδοξο λοιπόν αν μεσιτεύσει για τους αγίους και για την ίδια την Μητέρα Του;
14. Αυτό δεν έχει κανένα λόγο να γίνει. Διότι δεν είναι αυτός ο τρόπος της μεσιτείας του Χριστού. Ο Χριστός έγινε βέβαια μεσίτης Θεού και ανθρώπων, όχι όμως με κάποια λόγια και ευχές, αλλά δια μέσου του εαυτού Του. Επειδή ήταν ο ίδιος Θεός και άνθρωπος, ένωσε τον Θεό με τους ανθρώπους, θέτοντας τον εαυτό Του κοινό σύνορο μεταξύ των δύο φύσεων, θείας και ανθρώπινης. Το να νομίζουμε ότι Αυτός με τις ευχές της θείας λειτουργίας μεσιτεύει πάντοτε, είναι ολότελα βλάσφημο και άτοπο.
15. Διότι αν και Αυτός είναι που τελεί την ιερουργία, ωστόσο δεν θα αποδώσουμε σ' Αυτόν όλα όσα γίνονται και λέγονται εκεί. Το έργο της μυσταγωγίας και τον σκοπό, δηλαδή το να αγιασθούν τα δώρα και να αγιάσουν τους πιστούς, τα τελεί μόνος Του ο Χριστός. Οι σχετικές όμως ευχές και δεήσεις και ικεσίες είναι του ιερέως. Εκείνα είναι του Κυρίου, αυτά είναι του δούλου. Ο ιερεύς εύχεται, ο Χριστός εκπληρώνει τις ευχές. Ο Σωτήρας δίνει, ο ιερεύς ευχαριστεί για τα δοθέντα. Ο ιερεύς προσφέρει τα δώρα, ο Κύριος τα δέχεται. Προσφέρει βέβαια και ο Κύριος• αλλά προσφέρει στον Πατέρα τον εαυτό Του και τα δώρα αυτά, όταν γίνουν Αυτός, όταν δηλαδή μεταβληθούν στο σώμα και αίμα Του. Και επειδή προσφέρει τον εαυτό Του, γι' αυτό λέγεται ότι ο ίδιος είναι και προσφέρων και προσφερόμενος και προσδεχόμενος• προσφέρων μεν και προσδεχόμενος ως Θεός, προσφερόμενος δε ως άνθρωπος. Τον άρτο όμως και τον οίνο εφόσον είναι ακόμη δώρα, τα προσφέρει ο ιερεύς, τα δέχεται δε ο Κύριος.
16. Με ποια πράξη δέχεται τα δώρα; Με το να τα αγιάζει, με το να τα μεταβάλλει στο σώμα και αίμα Του. Αυτό είναι η αποδοχή, η οικειοποίηση όπως είπαμε. Αυτός είναι ο τρόπος με τον όποιο ο Χριστός ιερουργεί αυτή την ιερουργία. Αυτά είναι που συνιστούν την Ιερωσύνη Του.
17. Αν τώρα, έκτος από αυτά που είπαμε, υποστηρίζει κανείς ότι και οι ευχές της μυσταγωγίας, ή όλες ή μερικές, είναι του Χριστού, αυτός δεν διαφέρει διόλου από τους ασεβείς εκείνους που τόλμησαν να καταλύσουν τη δόξα Του. Ανάγνωσε όλες τις ευχές και θα αντιληφθείς ότι όλα τα λόγια τους είναι λόγια δούλων. Ανάγνωσε και την ευχή που μνημονεύει τους αγίους, την οποία τολμούν να αποδίδουν στον Χριστό, και δεν θα βρεις εκεί τίποτε που να αρμόζει σε Υιό ομότιμο με τον Πατέρα, άλλα όλα να είναι λόγια δούλων. Πρώτα πρώτα, η ευχαριστία αυτή δε γίνεται από ένα πρόσωπο, αλλά είναι κοινή ευχαριστία όλου του ανθρώπινου γένους, όπου ευχαριστούν άνθρωποι οι οποίοι αμάρτησαν, αλλά δεν εγκαταλείφθηκαν από τη φιλανθρωπία του Θεού. Έπειτα, την ευχαριστία αυτή δεν την απευθύνουν μόνο στον Πατέρα, αλλά και στον Υιό και στο Άγιο Πνεύμα. Ακόμη, μνημονεύουν και την Μητέρα του Θεού, σαν δούλοι την Κυρία τους, και ζητούν με τις πρεσβείες αυτής και των αγίων να αξιωθούν της σκέπης και της πρόνοιας του θεού.
18. Αυτά λοιπόν τί κοινό έχουν με τον ένα Κύριο, τον μονογενή Υιό του Θεού, τον αναμάρτητο, τον Δεσπότη των πάντων; «Ευχαριστούμεν Σοι, λέγει, και τω Υιώ Σου τω μονογενεί». Λοιπόν ο Χριστός ευχαριστεί τον μονογενή Υιό του Θεού; Και έτσι θα έχουμε δύο Υιούς, σύμφωνα με την μανία του Νεστορίου. Τόσο ασεβές και ανόητο είναι να νομίζουμε ότι ο Χριστός πρεσβεύει υπέρ των αγίων και να του αποδίδουμε τέτοια πρεσβεία και μεσιτεία.
19. Αποδείξαμε ότι δεν είναι αυτή η έννοια των ιερών τύπων. Απομένει λοιπόν αυτά τα λόγια να είναι όχι ικεσία, αλλά ευχαριστία.
20. Ναι, θα πει κάποιος, αλλά αυτό δεν το επιτρέπει η λέξις, η οποία είναι σαφώς ικετευτική, εφόσον η πρόθεση "υπέρ" σημαίνει ικεσία.
Αυτό δεν είναι απαραίτητο• διότι δεν φανερώνει παντού τη δέηση. Διότι όχι μόνο όταν παρακαλούμε, αλλά και όταν ευχαριστούμε μεταχειριζόμαστε την πρόθεση "υπέρ". Αυτό φαίνεται από πολλά μέρη και από την παρούσα ευχή: «Υπέρ τούτων, λέγει, απάντων ευχαριστούμεν Σοι και τω μονογενεί Σου Υιώ και τω Πνεύματί Σου τω Αγίω», «υπέρ πάντων ων ίσμεν και ων ουκ ίσμεν», Ευχαριστούμεν Σοι, «και υπέρ της λειτουργίας ταύτης, ην εκ των χειρών ημών δέξασθαι κατηξίωσας». Βλέπεις ότι η πρόθεση "υπέρ" χρησιμοποιείται και στην ευχαριστία; Λοιπόν δεν απομένει καμιά πρόφαση γι' αυτήν την πλάνη.
21. Έτσι λοιπόν είναι αδύνατο να είναι ικεσία η μνημόνευση των Αγίων. Το ότι είναι ευχαριστήρια η ευχή, το αποδεικνύει το γεγονός ότι δεν είναι ικεσία. Διότι κατ' ανάγκην ένα από τα δύο θα είναι, ή ικεσία ή ευχαριστία, επειδή μόνο με τους δύο αυτούς τρόπους θυμίζουμε στον Θεό τα αγαθά που μας κάνει, ή για να τα λάβουμε ή διότι ήδη τα λάβαμε• το πρώτο μεν είναι ικεσία, το δε άλλο ευχαριστία. Το αποδεικνύει ακόμη και το ότι η μεγαλύτερη απ' όλες τις δωρεές του Θεού προς τους ανθρώπους είναι η τελείωσις των αγίων, και γι' αυτό δεν επιτρέπεται η Εκκλησία να μην εκφράζει ευγνωμοσύνη στον Θεό για τους αγίους. Και τί λέγω ότι η μεγαλύτερη δωρεά του Θεού είναι η τελείωσι των αγίων; Αφού αυτή είναι όλη η δωρεά του Θεού. Διότι όλων των αγαθών που πρόσφερε ο Θεός στο ανθρώπινο γένος αυτό είναι το τέλος και ο καρπός: οι χορείες των αγίων. Και γι' αυτό το σκοπό δημιουργήθηκε ο ουρανός και η γη και όλα τα ορατά• γι' αυτό ο παράδεισος, γι' αυτό οι προφήτες, γι' αυτό σαρκώθηκε ο ίδιος ο Θεός, γι' αυτό οι διδασκαλίες Του, τα έργα Του, τα πάθη Του, ο θάνατος Του: για να μετοικήσουν οι άνθρωποι από τη γη στον ουρανό και να γίνουν κληρονόμοι της εκεί βασιλείας.
22. Αν λοιπόν υπάρχει κάποια ευχαριστία στην τελετή, και αν τα δώρα αυτά είναι ευχαριστήρια όπως είναι και ικετήρια, τότε κατ' ανάγκην το κύριο αίτιο και η αφορμή της ευχαριστίας είναι οι τελειωθέντες άγιοι.
23. Πράγματι, τί είναι εκείνο που προκαλεί σ' εμάς την ευχαριστία; Δεν είναι το να ζητούμε κάτι και να λάβουμε αυτό που ζητούμε; Αυτό είναι φανερό σε όλους. Επομένως αυτό που ζητούμε ταυτίζεται με αυτό για το οποίο ευχαριστούμε.
24. Τί ζητεί λοιπόν η Εκκλησία από τον Θεό; Εκείνο το οποίο διατάχθηκε να ζητεί, δηλαδή τη βασιλεία Του, ώστε να την κληρονομήσουν οι πιστοί και να γίνουν άγιοι καθώς είναι Άγιος Αυτός που τους εκάλεσε. Αν λοιπόν δέεται και ικετεύει γι' αυτά, είναι φανερό ότι και ευχαριστεί γι' αυτά. Εύχεται δηλαδή να τελειωθούν οι πιστοί στην αγιότητα, και γι' αυτό είναι επόμενο και αναγκαίο να ευχαριστεί τον Θεό για τους ήδη τελειωθέντες αγίους. Λόγω αυτής της ευχαριστίας υπέρ των αγίων η τελετή αυτή ονομάζεται Ευχαριστία. Διότι αν και μνημονεύει εδώ και πολλά άλλα, ωστόσο οι άγιοι είναι το τέλος όλων και γι’ αυτούς ζητούνται τα υπόλοιπα• ώστε όταν η Εκκλησία ευχαριστεί για εκείνα, ευχαριστεί για την τελείωση των αγίων. Όπως δηλαδή ο Κύριος, όσα έκανε, τα έκανε για να συστήσει τη χορεία των αγίων, έτσι και η Εκκλησία, όταν υμνεί τον Θεό για όλα εκείνα τα αγαθά, το πράττει με το βλέμμα προσηλωμένο στη χορεία των αγίων. Γι' αυτό το λόγο, όταν παρέδιδε το μυστήριο αυτό ο Σωτήρας, το παρέδιδε ευχαριστώντας τον Πατέρα, διότι με αυτό έμελλε να μας ανοίξει τον ουρανό και να συνάξει εκεί αυτή την "πανηγύρι των πρωτοτόκων". Αυτόν μιμείται η Εκκλησία, και κάνει την προσφορά των δώρων όχι μόνο ικετήρια, αλλά και ευχαριστήρια. Και τούτο το δείχνει βέβαια και από άλλα μέρη, κυρίως όμως από την ευχή στην οποία περιέχεται όλος ο σκοπός της θείας λειτουργίας. Διότι αφού διηγηθεί όλα όσα μας έδωσε ο Θεός και ευχαριστήσει για όλα και προσθέσει στο τέλος τη σωματική παρουσία του Κυρίου και την παράδοση του μυστηρίου τούτου και ότι ο Κύριος έδωσε εντολή να το τελούμε κι εμείς, καταλήγει: «Μεμνημένοι τοίνυν της σωτηρίου ταύτης εντολής και πάντων των υπέρ ημών γενομένων, του σταυρού», και αφού αναφέρει όλα τα μετά τον σταυρό, έπειτα λέγει: «Τα σα εκ των σων σοι προσφέροντες κατά πάντα και δια πάντα, σε υμνούμεν, σε ευλογούμεν, σοι ευχαριστούμεν, Κύριε, και δεόμεθά σου, ο Θεός ημών».
25. Βλέπεις; Θυμόμαστε, λέγει, τις ευεργεσίες Σου και γι' αυτό σου προσφέρουμε αυτά τα δώρα. Αυτό είναι ευχαριστία, να τιμούμε με δώρα τον ευεργέτη για τα αγαθά που ήδη μας έδωσε. Κατόπιν, δείχνοντας σαφέστερα την ευχαριστία, λέγει: Προσφέροντας αυτά τα δώρα, σε υμνούμε, σε ευλογούμε, σε ευχαριστούμε, Κύριε, και σε ικετεύουμε, Θεέ μας.
26. Αυτή είναι η έννοια, λέγει η Εκκλησία, της προσφοράς των δώρων: ο ύμνος, η ευχαριστία, η ικεσία, όπως λέγαμε από την αρχή, ώστε να είναι συγχρόνως ευχαριστία και ικεσία.
27. Και αυτά τα κάνουμε, λέγει, ενθυμούμενοι δύο πράγματα, την εντολή που Αυτός μας έδωσε λέγοντας «τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν», και όλα όσα έγιναν για χάρη μας. Διότι η μεν ανάμνηση γενικά των ευεργεσιών μας παρακινεί σε ανταπόδοση και στο να προσφέρουμε κάτι σ' Εκείνον που μας χάρισε αναρίθμητες ευεργεσίες, η δε ανάμνηση της εντολής μας διδάσκει και το είδος της ανταποδόσεως και ποια δώρα πρέπει να προσφέρουμε. Προσφέρουμε εκείνη την ίδια προσφορά που σου προσέφερε, Θεέ και Πατέρα, ο μονογενής Σου Υιός, και προσφέροντας σε ευχαριστούμε, διότι κι Εκείνος, όταν την προσέφερε, σε ευχαριστούσε. Γι’ αυτό τίποτε δικό μας δεν προσθέτουμε σ' αυτή την προσφορά. Διότι ούτε τα δώρα είναι δικά μας έργα, αλλά δικά Σου, που είσαι δημιουργός των πάντων, ούτε δική μας επινόηση είναι ο τύπος της λατρείας, ούτε εμείς προθυμοποιηθήκαμε, ούτε από τον εαυτό μας κινηθήκαμε γι' αυτή, αλλά εσύ ο ίδιος μας δίδαξες, εσύ μας προέτρεψες δια του μονογενούς Σου Υιού. Γι' αυτό, αυτά που σου προσφέρουμε προέρχονται από τα δικά Σου, από εκείνα που μας έδωσες. Δικά Σου είναι καθ' όλα και σε όλα.
28. Έτσι και για την ίδια την ευχαριστήρια προσφορά οφείλουμε στον Θεό μια νέα ευχαριστία, διότι τίποτε από την προσφορά αυτή δεν είναι δικό μας, αλλά ολόκληρη είναι δώρο Εκείνου, και αυτό ακόμη το να τη θέλουμε και να την τελούμε Αυτός το ενεργεί μέσα μας, σύμφωνα με τον θείο Απόστολο. Γι' αυτό στις ευχές λέγεται και τούτο: «Σε ευχαριστούμε και γι' αυτή τη λειτουργία, την οποία αξίωσες να δεχθείς από τα χέρια μας».
Αυτά λοιπόν είναι που μας διδάσκουν ότι η μνημόνευση των Αγίων στη λειτουργία δεν είναι ικεσία προς τον Θεό υπέρ αυτών, αλλά ευχαριστία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου