Κυριακή 12 Σεπτεμβρίου 2021

ΧΑΝΣ ΓΙΩΝΑΣ - ΤΕΧΝΙΚΗ, ΙΑΤΡΙΚΗ ΚΑΙ ΗΘΙΚΗ - Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ (31)

Συνέχεια από Τετάρτη, 18 Αυγούστου 2021

HANS JONAS  -  TECHNIK, MEDIZIN UND ETHIK  -  ZUR PRAXIS DES PRINZIPS VERANTWORTUNG

  6.  ΥΠΗΡΕΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΙΑΤΡΙΚΗ ΠΡΟΟΔΟ: ΓΙΑ ΤΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΑ ΣΕ «ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΑ»

         9.  Ο ηθικός νόμος και η «αφοσίωση πέρα απ’ την ηθική»


  Μπορώ λοιπόν να δεχθώ να συμμετάσχω σε ιατρικά πειράματα επάνω σε μένα τον ίδιον, στο όνομα (έστω) του  ηθικού νόμου; Κατ’ αρχάς φαίνεται να ταιριάζη εδώ ο επονομαζόμενος «χρυσός κανόνας»  (( βλ. προηγούμενη συνέχεια )) . Θα επιθυμούσα πράγματι, στην περίπτωση που έχω προσβληθή από μια θανατηφόρα ασθένεια, να έχη ήδη «επιτρέψει» ένας ικανός αριθμός εθελοντών κατά το παρελθόν την απόκτηση ιατρικής γνώσης με την προσφορά τών σωμάτων τους έτσι, ώστε να μπορώ τώρα εγώ να θεραπευτώ. Θα επιθυμούσα επίσης, στην περίπτωση που θα χρειαζόταν οπωσδήποτε ένα μόσχευμα και για μένα, να έχη ήδη συγκατατεθή κάποιος άλλος ασθενής σ’ έναν συγκεκριμένον ορισμό τού θανάτου, σύμφωνα με τον οποίον θα διετίθεντο τώρα στην «καλύτερη» («φρεσκότερη» και «ζωντανή» ακόμα) δυνατή κατάσταση τα όργανά του για μένα. Και θα επιθυμούσα ακόμα, στην περίπτωση που θα διέτρεχα τον κίνδυνο ενός πραγματικού πνιγμού, να διακινδύνευε, ή και να θυσίαζε κάποιος την ζωή του για μένα. [ΓΕΝΝΗΘΗΤΩ ΤΟ ΘΕΛΗΜΑ   ΜΟΥ] 

       Το τελευταίο ωστόσο «παράδειγμα» μάς υπενθυμίζει, ότι μόνον η αρνητική μορφή τού «χρυσού κανόνα» («Μην κάνεις στον άλλον αυτό που δεν θά ’θελες να κάνουν οι άλλοι σε σέναν») λειτουργεί «πλήρως παραδειγματικά». Η θετική (αντίθετα) μορφή («Κάνε στον άλλον αυτό που επιθυμείς και συ να κάνουν οι άλλοι σε σένα»), για την οποία και «συζητάμε» τώρα, παραπέμπει σ’ έναν «ολάνοιχτο» ορίζοντα, όπου η οποιαδήποτε «υποδειγματική» δύναμη σχεδόν εκπίπτει. Μπορούμε ασφαλώς να πούμε για έναν άνθρωπο Α, ότι θα έπρεπε, ναι, να συμπαρασταθή σ’ έναν Β, να μοιραστή μαζί του την ανάγκη του κ.τ.λ., αλλά δεν μπορούμε να πούμε, ότι ο Α θα έπρεπε να θυσιάση (και) την ζωή του για τον Β. Το να «φτάση» σε κάτι τέτοιο, θα ήταν ασφαλώς αξιέπαινο· το να μη «φτάση» όμως, δεν είναι αξιοκατάκριτο. Είναι κάτι που δεν μπορεί κανείς να το «απαιτήση» απ’ αυτόν. Αν δεν «φτάση», δεν παραβιάζει κάποιο χρέος. Πρόκειται για κάτι που μπορεί μόνον ο ίδιος να το «πη» στον εαυτό του, ότι θα έπρεπε δηλ. να «προσφέρη» ακόμα και την ίδια του την ζωή. Γιατί αυτή η «επιταγή»  υφίσταται αποκλειστικά ανάμεσα σ’ αυτόν και τον εαυτό του, ή ανάμεσα σ’ αυτόν και τον Θεό. Και κανένας εξωτερικός «διάδικος» - συνάνθρωπος ή κοινωνία – δεν μπορεί να σφετερισθή την ίδια του τη «φωνή».

     Καλούμαστε να διακρίνουμε, με άλλα λόγια, ανάμεσα στην ηθική υποχρέωση και την πολύ πιο εκτεταμένη σφαίρα τής ηθικής αξίας. (Κάτι το οποίο δείχνει επίσης την πλάνη που υφίσταται στην τόσο διαδεδομένη άποψη της θεωρίας τών αξιών, ότι όσο υψηλότερη είναι μια «αξία», τόσο πιο δεσμευτική, και τόσο μεγαλύτερο το χρέος να την πραγματοποιήσουμε. Πλάνη, εφ’ όσον οι ύψιστες αξίες βρίσκονται και υπάρχουν σ’ ένα «πεδίο» πέρα απ’ το χρέος και την οποιαδήποτε «απαίτηση».)   (( Εν τη ελευθερία… Έτσι μπορεί να «ακουστή» - απ’ τα παρεφθαρμένα μας «αυτιά» - και η φράση τού αγίου Γρηγορίου Νύσσης, ότι «ελευθέραν γάρ είναι προσήκει παντός φόβου τήν αρετήν καί αδέσποτον» … Εδώ βέβαια οι «αρετές» έχουν αντικατασταθή απ’ τις «αξίες», πράγμα που συνιστά ήδη μιαν υποδούλωση στο δικό μας θέλημα… ))   Η ηθική διάσταση ξεπερνά κατά πολύ τη διάσταση του ηθικού νόμου, φθάνοντας μέχρι την ανεπηρέαστη «μοναξιά» τής αφοσίωσης και της τελικής «προαίρεσης» (αυτεπιλογής), πέρα από κάθε υπολογισμό και κανόναστη «σφαίρα», εν ολίγοις, της αγιότητας. (Γιατί) μόνον από εκεί μπορεί να προέλθη η προσφορά τής αυτοθυσίας, κι αυτήν την πηγή πρέπει να την κρατήσουμε «ζωντανή» (να τη διαφυλάξουμε) με τη μέγιστη δυνατή προσοχή. Πώς όμως;

     Το πρώτο χρέος, που προκύπτει εδώ για την ερευνητική κοινότητα, είναι (αναμφίβολα) η εξασφάλιση μιας αληθινής αυθεντικότητας και ενός αυθορμητισμού απ’ την πλευρά τών «υποκειμένων».

                         10.  Το πρόβλημα τής «συγκατάθεσης»

       Πρέπει να καταστήσουμε ωστόσο σαφές εδώ, ότι και η «απλή» ακόμα  απαγγελία μιας εκκλήσεως, η πρόσκληση για εθελοντές, δεν μπορεί, με την ηθική και κοινωνική πίεση την οποία αναπόφευκτα γεννά, να μην καταλήξη, ακόμα και τηρώντας τούς πιο λεπτομερείς κανόνες συγκατάθεσης, σ’ ένα είδος (υποχρεωτικής σχεδόν) «στρατολόγησης». Έστω κι αν ένας ορισμένος βαθμός πειθούς συμμετέχη, αναγκαστικά κι αυτός, στο «παιχνίδι». Αυτός είναι κι ο λόγος για τον οποίον η οποιαδήποτε «συγκατάθεση» δεν λύνει ακόμα – χωρίς να παύση βέβαια πάντα να ισχύη ως η αναπαλλοτρίωτη, ελάχιστη προϋπόθεση – πλήρως το πρόβλημα. Έχοντας λοιπόν παραδεχθή, ότι τόσο το «κάλεσμα» όσο και η πειθώ, αλλά μαζί μ’ αυτά και το είδος εκείνο τής «στρατολόγησης» που τα συνοδεύει, είναι χαρακτηριστικά αυτής τής ίδιας της «κατάστασης», εγείρεται μπροστά μας το ερώτημα: Ποιος επιτρέπεται τότε να στρατολογή, και ποιος «επιτρέπεται» επίσης να στρατολογείται; Ή, για να το πούμε με μιαν «ηπιότερη» έκφραση: Ποιος πρέπει (να μπορή) να απευθύνη, και σε ποιον μιαν (οποιαδήποτε) έκκληση;

      Αυτός που έχει τα «προσόντα» να απευθύνη μια τέτοιαν έκκληση είναι ασφαλώς ο ίδιος ο ερευνητής, ο κύριος υπεύθυνος για μια τέτοια, συλλογική παρακίνηση, αλλά και ο μοναδικός που διαθέτει την τεχνική γνώση για να αποφασίση. Καθώς αποτελεί όμως κι ο ίδιος ένα «ενδιαφερόμενο», σε μεγάλο βαθμό, «μέρος» (χωρίς να ενδιαφέρεται απαραιτήτως για το κοινό και μόνο καλό, αλλά και για την επιστημονική πράξη και τήν έρευνά «του» καθεαυτή, ακόμα και για τη σταδιοδρομία του), δεν μπορεί να είναι ένας «υπεράνω κάθε υποψίας» μάρτυρας. Η διαλεκτική αυτής τής κατάστασης – ένα ευαίσθητο πρόβλημα «συμβιβασμών» - καθιστά λοιπόν απαραίτητους τους ιδιαιτέρους ελέγχους εκ μέρους τής ερευνητικής κοινότητας και των δημοσίων αρχών, κάτι που δεν χρειάζεται (βέβαια) να το συζητήσουμε εδώ. Οι έλεγχοι αυτοί μπορούν πράγματι να μετριάσουν, όχι όμως και να εξαλείψουν το πρόβλημα. Καλούμαστε να ζήσουμε πράγματι με την αμφισημία που διακρίνει κάθε τι το ανθρώπινο.

( συνεχίζεται )

ΜΙΑ ΠΡΟΦΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΑΠΡΟΣΜΕΝΗ ΚΥΡΙΟΛΕΚΤΙΚΑ.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Λαμβανοντας υπ' όψιν τ' ανωτέρω πως ξέρω ότι κάνοντας σήμερα το εμβόλιο σώζω την ζωή κάποιου άλλου, όταν υπάρχουν τόσα αδιευκρίνιστα σημεία γύρω από αυτά και αλλά και για την διαδικασία που αυτά προωθούνται;