Γράφει ο Ceteris Paribus
Οι πανηγυρισμοί για το αποτέλεσμα των ολλανδικών εκλογών αντηχούν ακόμη στις ευρωπαϊκές καγκελαρίες. Ο ευρωπαϊκός εκλογικός κύκλος άνοιξε «με το δεξί» γι’ αυτούς που η νέα δεξιά της αντιπαγκοσμιοποίησης και η ακροδεξιά καταγγέλλουν σαν εκφραστές της «ελίτ» και του «συστήματος». Ύστερα απ’ αυτό, λένε πλέον οι αναλύσεις, οι ούτως ή άλλως λίγες πιθανότητες να υπάρξει «ατύχημα» στις γαλλικές προεδρικές εκλογές του Απριλίου – Μαΐου, μειώνονται ακόμη περισσότερο. Το σερί των «αντισυστημικών» νικών (Brexit, εκλογή Τραμπ, ήττα Ρέντσι στο ιταλικό δημοψήφισμα) φαίνεται να σπάει, πρώτα με τις προεδρικές εκλογές στην Αυστρία τον περασμένο Δεκέμβριο και τώρα με τις εκλογές στην Ολλανδία.
Σηματοδοτούν η Αυστρία και η Ολλανδία μια κάμψη του «λαϊκισμού» και μια γενική αντεπίθεση εναντίον του; Κατά τη γνώμη μου, χρειάζονται πιο ισχυρές αποδείξεις για να καταλήξουμε σε ένα τέτοιο συμπέρασμα. Ωστόσο, το αντικείμενο αυτού του άρθρου δεν είναι αυτό, αλλά κάτι που αφορά με διπλό τρόπο την Ελλάδα: οι συνέπειες από το αποτέλεσμα των ολλανδικών εκλογών.
Σειρά του Ερντογάν να κάνει το «κάτι παραπάνω»;
Έχει ομολογηθεί σχεδόν επίσημα από την ολλανδική «συστημική» ηγεσία ότι στην κρίση στις σχέσεις με την Τουρκία, αποφασιστική παράμετρος ήταν η προσδοκία να ανακοπεί η εκλογική δυναμική του ακροδεξιού υποψηφίου. Η τακτική αυτή, δηλαδή να υιοθετείς τακτικές ή μέρος της ατζέντας του αντιπάλου για να απαξιώσεις την πολιτική του «χρησιμότητα», είναι παλιά όσο και η πολιτική, αλλά σχεδόν ποτέ δεν είναι απαλλαγμένη δυσάρεστων συνεπειών, που έχουν τη μορφή «παράπλευρων απωλειών».
Το ολλανδικό συστημικό πολιτικό μπλοκ διακινδύνευσε μια πρωτοφανή πολιτικο-διπλωματική κρίση με την Τουρκία, η Ευρωζώνη βγήκε αλληλέγγυα με την Ολλανδία, οι αυστηρές δηλώσεις ενάντια στην Τουρκία έδωσαν και πήραν. Όμως υπάρχουν πολλά και κρίσιμα ερωτήματα. Το πρώτο απ’ αυτά: Γιατί για την Ολλανδία είναι σωστό να απαγορεύσει ομιλίες Τούρκων πολιτικών σε συγκεντρώσεις ομοεθνών τους, ενώ για τη Γαλλία και τη Γερμανία είναι σωστό να τις επιτρέψουν;
Η απάντηση θα μπορούσε να είναι ότι μόνο οι ολλανδικές εκλογές (κι όχι οι γαλλικές και πολύ περισσότερο οι γερμανικές) προηγούνται του τουρκικού δημοψηφίσματος – μια απάντηση εξαιρετικά αμφίσημη…
Όμως το «μυστήριο» και οι αντιφάσεις του «ολλανδικού τακτικισμού» εκρήγνυνται αν τεθεί το βασικό ερώτημα: Ενδιαφέρει την Ευρώπη το αποτέλεσμα του τουρκικού δημοψηφίσματος; Και αν ναι, με ποιο τρόπο επηρεάζει αυτό το αποτέλεσμα η κρίση στις ολλανδο-τουρκικές σχέσεις;
Με τη συνολική τους στάση, η Γερμανία και οι χώρες του γερμανικού μπλοκ στην Ευρώπη δείχνουν να θέλουν να στριμώξουν την Τουρκία και τον Ερντογάν, δείχνουν να θέλουν να χάσει το τουρκικό δημοψήφισμα. Ωστόσο -και εδώ είναι η αντίφαση- η κρίση στις ολλανδο-τουρκικές σχέσεις καταφανώς δίνει «πόντους» στον Ερντογάν, ώστε να κερδίσει το δημοψήφισμα!
Όμως δεν πρόκειται μόνο γι’ αυτό: Ο Ερντογάν γνωρίζει από πρώτο χέρι τις πιο εμπιστευτικές δημοσκοπήσεις για το δημοψήφισμα. Αν, παρόλο το «δώρο» των Ολλανδών, δει ότι κινδυνεύει να το χάσει, «δικαιούται» κι αυτός, ακολουθώντας την ολλανδική τακτική, να κάνει το «κάτι παραπάνω» για να το κερδίσει; Και αν το «μέτωπο» με την Ευρώπη έχει κορεσθεί, μήπως αυτό το «κάτι παραπάνω» αφορά την Ελλάδα; Και μήπως η «εθνική συσπείρωση» πάνω στην αντιπαράθεση με την Ολλανδία λειτουργήσει σαν μια καλή «προθέρμανση»;
Ιδού γιατί ο «διάβολος» του ολλανδικού εκλογικού τακτικισμού πάνω σε ένα έδαφος τόσο ασταθές έχει «πολλά ποδάρια»…
Το «καρτέρι του Μαΐου» της κ. Μέρκελ
Την περασμένη Δευτέρα, ο υπουργός Εξωτερικών κ. Νίκος Κοτζιάς, ύστερα από την ολοκλήρωση της συνάντησής του με τον σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ και αφού είχε συναντηθεί και με τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Ρεξ Τίλερσον, δήλωσε ότι «Η Ελλάδα θα έχει υποστήριξη από τις ΗΠΑ στο ζήτημα της αξιολόγησης και του χρέους, ίσως και μεγαλύτερη από πριν». Η δήλωση είναι «περίεργη» και επιδέχεται πολλών ερμηνειών. Κατ’ αρχάς, μοιάζει να απευθύνεται… στην κ. Μέρκελ, όταν ουσιαστικά λέει ότι η ελληνική κυβέρνηση θα έχει τη στήριξη των ΗΠΑ στη διαπραγμάτευση.
Ύστερα, μοιάζει να αποδέχεται σαν θετική τη στήριξη των ΗΠΑ στο ζήτημα του χρέους. Μα αυτή η στήριξη υπάρχει ήδη και εκφράζεται με τη θέση του ΔΝΤ για ελάφρυνση του χρέους. Όμως, η ελληνική κυβέρνηση μέχρι τώρα δεν επέλεξε να… στηρίξει αυτή την απαίτηση του ΔΝΤ, αντίθετα στήριξε όλες της τις ελπίδες στην… αποχώρηση του ΔΝΤ από το ελληνικό πρόγραμμα.
Η δήλωση Κοτζιά, είτε είναι περιγραφική και άνευ προεκτάσεων είτε εκφράζει κάποιο αδιέξοδο στη διαπραγμάτευση και στις σχέσεις με το γερμανικό κέντρο που οδηγεί σε «δεύτερες σκέψεις». Υπέρ της δεύτερης εκδοχής. Μια άλλη αποστροφή της δήλωσής του, «Είχαμε συναντήσεις και με δημοσιογραφικά team και θα έλεγα ότι η πιο ενδιαφέρουσα ήταν σήμερα το πρωί με το Ρόιτερς», ίσως γέρνει την πλάστιγγα υπέρ της δεύτερης εκδοχής – με δεδομένη την αναστάτωση που έχει δημιουργήσει η υπόθεση του δημοσιεύματος Ρόιτερς περί διαγγέλματος Τσίπρα και εκλογών…
Στο σημείο αυτό, ας ξαναγυρίσουμε στις συνέπειες των ολλανδικών εκλογών για την Ελλάδα. Αν όλη η Ευρώπη πανηγύρισε για τα αποτελέσματα, εκεί που ακούστηκαν οι πιο ουρανομήκεις ζητωκραυγές ήταν στη γερμανική καγκελαρία. Η πάγια γερμανική τακτική και πολιτική δεν ευνοείται από εξελίξεις που επιβάλλουν ξαφνικές επιταχύνσεις. Αρέσκεται στη σιδηρά πειθαρχία του μεσοπρόθεσμου πλάνου. Οι «έκτακτες» και εκτός ελέγχου καταστάσεις αποδυναμώνουν τη γερμανική στρατηγική και άρα την ισχύ της Γερμανίας. Αν περάσει και τον «κάβο» των γαλλικών εκλογών, η κ. Μέρκελ και η γερμανική ελίτ θα αισθάνονται ξανά σίγουροι για τον εαυτό τους και άνετα με τις εξελίξεις.
Όσον αφορά την Ελλάδα, τη διαπραγμάτευση κ.λπ., αυτά έχουν μία σημαντική συνέπεια: Ότι τίποτε σημαντικό δεν πρόκειται να γίνει πριν τις γαλλικές εκλογές, αλλά ότι πολλά και σημαντικά θα γίνουν αμέσως ύστερα απ’ αυτές.
Αν ο κίνδυνος Λεπέν αποτραπεί, τότε η κ. Μέρκελ θα θέσει ωμά τις απαιτήσεις της απέναντι στην ελληνική κυβέρνηση. Μαζί με τις γαλλικές εκλογές θα έχουν τελεσιδικήσει και άλλες διαδικασίες (ανακοίνωση ελληνικών στατιστικών στοιχείων από τη Eurostat, επικαιροποίηση των προβλέψεων του ΔΝΤ κ.λπ.), ώστε και το ΔΝΤ να καθορίσει την τελική του στάση. Ξαφνικά, η διαπραγμάτευση που έχει περιπέσει σε ραστώνη, θα φτάσει σε αγωνιώδεις κορυφώσεις, ενώ οι λήξεις ομολόγων του Ιουλίου θα έρχονται όλο και πιο κοντά…
Η κυβέρνηση γνωρίζει πολύ καλά ότι, αν τα πράγματα εξελιχτούν θετικά και στις γαλλικές εκλογές, αυτό θα είναι μεν καλό νέο για τις ευρωπαϊκές καγκελαρίες, αλλά θα σηματοδοτήσει ασφυκτικές πιέσεις για την ίδια. Και είναι λογικό να φοβάται το «καρτέρι του Μαΐου» της κ. Μέρκελ.
Το δάνειο από την Παγκόσμια Τράπεζα και οι δηλώσεις Κοτζιά σηματοδοτούν διερεύνηση εναλλακτικών προ του αδιεξόδου; Ίδωμεν…
Πηγή "RizopoulosPost"
kostasxan
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου