Συνέχεια από: Σάββατο 21 Αυγούστου 2021
ΣΕΛΛΙΝΓΚ: ΑΠΟ ΤΟ ΑΤΟΜΟ ΣΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ.
Τού Claudio Ciancio.
3. Το πρόσωπο καί η ψυχή.
Γενικότερα όμως θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα ανθρωπολογικά μοντέλα τα οποία περιέχονται στα γραπτά αυτής της περιόδου κινούνται προς την έννοια μιας επιβεβαίωσης, αλλά ταυτοχρόνως, και προς μία μείωση τής αξίας της προσωπικότητος. Έτσι σύμφωνα με τα Μαθήματα της Στουτγάρδης το ανθρώπινο πνεύμα γενικώς διαρθρώνεται σε τρείς δυνάμεις: το θάρρος, ο χαρακτήρας (που είναι το μέρος που στρέφεται στον πραγματικό κόσμο), η ψυχή (που είναι το μέρος που στρέφεται στον ιδανικό κόσμο) και στην μέση αυτών των δύο, σαν αρχή του δεσμού τους (ή του χωρισμού τους) το πνεύμα με την στενή έννοια. Αυτό το τελευταίο είναι “αυτό που υπάρχει σαν ιδιαίτερα προσωπικό στον άνθρωπο”, είναι ελεύθερη θέληση η οποία προκύπτει από την τυφλή βούληση και την νόηση. Αλλά εδώ ο Σέλλινγκ, αρνούμενος ότι η συνθετική λειτουργία τού πνεύματος φτιάχνει την ανώτερη δύναμη, δίνει μία ξαφνική στροφή στην ανάλυσή του, για την οποία διαθέτει την συνείδηση τόσο ώστε να την εισάγει με την παρατήρηση: “Είναι χωρίς αμφιβολία κοινή γνώμη ότι το πνεύμα είναι αυτό το πιο υψηλό που υπάρχει στον άνθρωπο”. Αλλά δηλώνει αμέσως μετά ότι όμως το πνεύμα δεν μπορεί να είναι το πιο υψηλό πράγμα, διότι είναι ικανό για το κακό. Εάν το πνεύμα ήταν το πιο υψηλό πράγμα-συνεχίζει- δεν θα υπήρχε πλέον διαφορά ανάμεσα στην αλήθεια και το λάθος. Το πνεύμα, καθότι μπορεί να πει και να κάνει όχι μόνον το καλό αλλά και το κακό, απαιτεί κάτι ανώτερο που θα του επιτρέπει ακριβώς να διακρίνει το καλό και το κακό. Έτσι λοιπόν η αναγνώριση τής προσωπικότητος τού ανθρώπου σαν ελευθερίας ικανής για καλό και για κακό (και μάλιστα για κακό στην θετικοτητά του, και όχι σαν απλή απουσία τού καλού) αν καί αποφεύγει να συνορεύσει με το μη είναι, αυτό που είναι ατομική ιδιαιτερότητα, δεν κατορθώνει όμως να ανατρέψει τις προηγούμενες θέσεις και να αποδώσει στην προσωπικότητα, τουλάχιστον όσον αφορά τον άνθρωπο, ένα οντολογικό πρωτείο. Και αυτό επειδή οι ανθρώπινες ελευθερία και προσωπικότης δεν στοχάζονται μέχρι το βάθος τής πρωτοτυπίας τους, αλλά περισσότερο σαν συνθετικά αποτελέσματα, έτσι ώστε στην οντολογική ιεραρχία το πρωτείο παραμένει στην ανώτερη αρχή (την ιδανική) η οποία εισέρχεται στην σύνθεση. Γι’αυτό ακριβώς πάνω από το πνεύμα ο Σέλλινγκ τοποθετεί την ψυχή, σαν “αυτό που είναι με απόλυτη ακρίβεια το Θείο μέσα στον άνθρωπο, επομένως αυτό που είναι απρόσωπο, το αληθινό ουσιώδες, στο οποίο το προσωπικό στοιχείο οφείλει να υποταχτεί σαν ένα μη-ουσιώδες”.
Από την ψυχή προέρχονται τα έργα τέχνης, τά έργα τής φιλοσοφίας, της αρετής και της θρησκείας και “σε όλα τα έργα, ακόμη και σε αυτά της τέχνης και τής επιστήμης, η υψηλότερη στιγμή γεννάται ακριβώς επειδή σ’αυτά ενεργεί το απρόσωπο”. Αυτό που είναι προσωπικό γίνεται λοιπόν οδός και όργανο εν όψει τής επιβεβαιώσεως του ιδανικού, το απλό του θεμέλιο (το μη ουσιώδες του), παρότι απαραίτητο. Το πρωτείο της ψυχής διακόπτει την οντολογική επανόρθωση τής πνευματικής ατομικότητος στην οποία η επεξεργασία τής έννοιας τής προσωπικότητος είχε ανοίξει τον δρόμο.
Με την σειρά του ο διάλογος Clara, αποδίδοντας στην ψυχή (σύμφωνα και με την
παράδοση) την επιβίωση μετά τον θάνατο, αναγνωρίζει ότι αυτό που πραγματικά
συστήνει την ανθρωπότητα του ανθρώπου δεν είναι το πνεύμα, αλλά η ψυχή. Η
επιχειρηματολογία τού Σέλλινγκ είναι πειστική: τόσο το σώμα όσο και το πνεύμα
είναι αυτό το οποίο στον άνθρωπο αλλάζει συνεχώς (ας σκεφτούμε όσον αφορά το
πνεύμα την συνεχή αλλαγή των πεποιθήσεων). Ο αληθινός εαυτός του ανθρώπου
λοιπόν δεν μπορεί να είναι ούτε το σώμα ούτε το πνεύμα και εάν η αθανασία αφορά
αυτό που είναι το πιο ιδιαίτερο του ανθρώπου, οφείλουμε να το αποδώσουμε στην ψυχή.
Η ψυχή τώρα υπολογίζεται σαν τον ενδιάμεσο όρο ανάμεσα στο πνεύμα και το σώμα,
σαν αυτό που τα περικλείει στον εαυτό της και καθιστά εφικτή την επικοινωνία.
Είναι η ενοποιός συνείδηση και των δύο. Ακόμη και από αυτό το σημείο ο διάλογος
Clara ξεχωρίζει για μία επιβεβαίωση τής αρχής τής
προσωπικής ατομικότητος πολύ πιο έντονης από εκείνη που υποστηρίχθηκε από
σύγχρονα Μαθήματα τής Στουτγάρδης. Στα δύο κείμενα είναι κοινή η θέση τής
υποταγής του πνεύματος στην ψυχή, αλλά ενώ στα Μαθήματα το πνεύμα είναι η αρχή
της προσωποποιήσεως και η ψυχή είναι η ανώτερη απροσωπικότης, στον διάλογο Clara ήδη η ψυχή γίνεται φορέας τής προσωπικής
ιδιαιτερότητος, διαδραματίζοντας εκείνη την διαμεσολαβητική λειτουργία, ανάμεσα
στα αντίθετα στοιχεία, που εξασκείτο, στα Μαθήματα, από το πνεύμα.
Συνεχίζεται
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου