Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2024

Η Φαινομενολογία του Husserl και η Φιλοσοφία του αγ. Θωμά Ακινάτη δ

Συνέχεια από: Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2024

Η Φαινομενολογία του Husserl και η Φιλοσοφία του αγ. Θωμά Ακινάτη δ

Της Edith Stein
4 Θεοκεντρική και εγωκεντρική φιλοσοφία

Με μια πρόχειρη ματιά στα γραπτά του, φαίνεται πως σημαντικό κριτήριο ήταν και η κρίση που εξέφραζαν και οι ανθρώπινες αυθεντίες. Αυτό απλώς φαίνεται πως είναι έτσι. Είχε οπωσδήποτε μεγάλο βάρος γι’ αυτόν, όταν ο Αριστοτέλης, ο φιλόσοφος, όπως τον αποκαλούσε, ή ο Αυγουστίνος, υποστήριζαν κάτι. Ήταν πάντοτε πεπεισμένος, πως σε αυτά που λέγανε, έπρεπε να βρίσκεται ένας πυρήνας αληθείας. Και έτσι ήταν γι’ αυτόν ένα σημαντικό argumentum ad hominem απέναντι στους άλλους, το οποίο δεν υποτιμούσε: να τους αναφέρει ως μάρτυρες. Αλλά σε καμιά περίπτωση, αυτό που ήταν προσβάσιμο στην δική του αντίληψη, δεν το αποδεχόταν στηριζόμενος σε μια απλώς ανθρώπινη αυθεντία. Μέσα σέ μια τέτοια εργασία συλλογής, εξέτασης, ταξινόμησης, μεγάλωσε αυτό που ονομάζουμε το σύστημα του αγ. Θωμά. Το απόθεμα γνώσης της εποχής του οργανώθηκε μέσα στο πνεύμα του. Δεν έγραψε κάποιο «Σύστημα της Φιλοσοφίας», και το σύστημα που βρίσκεται πίσω από τα γραπτά του, δεν έχει γραφτεί μέχρι σήμερα. Όποιος όμως μελετά τα γραπτά του, βρίσκει μέσα μια σαφή και συγκεκριμένη απάντηση σε περισσότερες ερωτήσεις, από αυτές που ο ίδιος ίσως είναι ικανός να θέσει. Και αυτό που είναι ακόμα περισσότερο από αυτό: το Όργανο, το οποίο έφερε μέσα του, και του έδωσε τη δυνατότητα να ολοκληρώσει αμέτρητες ερωτήσεις με ένα σταθερό και ήρεμο respondeo dicendum, μπαίνει (το Όργανο) μέσα στον «μαθητή» αυτού του δασκάλου, και τον καθιστά ικανό να απαντήσει σε ερωτήσεις, με το πνεύμα του Θωμά, ερωτήσεις που ο Θωμάς δεν είχε θέσει, και που ίσως δεν μπορούσαν να τεθούν στην εποχή του. Αυτός είναι ο λόγος που σήμερα καταπιάνονται οι άνθρωποι πάλι με τα γραπτά του. Είναι μια εποχή που δεν ικανοποιείται πια με μεθοδικούς στοχασμούς. Οι άνθρωποι είναι έρμαια και ζητούν ένα στήριγμα. Θέλουν χειροπιαστή, με περιεχόμενο αλήθεια, που έχει εφαρμογή στη ζωή, θέλουν μια «φιλοσοφία της ζωής»."


Λόγω του διαφορετικού σκοπού και της διαφορετικής αντίληψης περί του θεμελίου της βεβαιότητος, θα έπρεπε να προκύψει ένας εντελώς διαφορετικός προσανατολισμός της φιλοσοφίας. Το ότι στην ιδέα της αλήθειας ανήκει μια αντικειμενική ύπαρξη (Bestehen), ανεξαρτήτως τής κάθε φορά διερευνητικής και γνωρίζουσας (ύπαρξης), το είχαν υποθέσει και οι δυο τους. Ως προς το ερώτημα όμως περί της πρώτης αλήθειας, και συνεπώς της πρώτης φιλοσοφίας, οι δρόμοι τους χώρισαν. Η πρώτη αλήθεια, η αρχή και κριτήριο κάθε αλήθειας, είναι ο ίδιος ο Θεός-αυτό είναι, αν θέλουμε να το ονομάσουμε έτσι, το πρώτο φιλοσοφικό αξίωμα για τον Θωμά. Κάθε αλήθεια την οποία μπορούμε να αποκτήσουμε, προέρχεται από τον Θεό. Από εδώ προκύπτει και το θέμα της πρώτης φιλοσοφίας: πρέπει να έχει ως αντικείμενο της τον Θεό. Πρέπει να αναπτύξει την ιδέα του Θεού, και τον τρόπο (Modus) της ύπαρξης (Είναι) Του και της γνώσης Του. Και τότε μπορεί να διαπιστωθεί η σχέση προς τον Θεό, όλων των άλλων που είναι, ως προς την ουσία και ύπαρξη τους, όπως και η γνώση όλων των άλλων γνωριζόντων όντων προς την γνώση του Θεού. Για όλα αυτά τα ερωτήματα πρέπει να χρησιμοποιηθεί ότι μπορούμε να γνωρίζουμε, όχι μόνο αυτά που μπορούμε να εξάγουμε από την φυσική γνώση, αλλά και από την αποκάλυψη. Στην συνάφεια της γνώσεως των δημιουργημάτων, πρέπει να διερευνηθούν δρόμοι, πάνω στους οποίους, όντα με τη δική μας ψυχική δομή, μπορούν να φτάσουν στη γνώση του Θεού, του εαυτού τους και των άλλων δημιουργημάτων. Έτσι προκύπτει η περί γνώσεως θεωρία, η οποία τοποθετείται από τους μοντέρνους στην αρχή, για να «δικαιολογήσει» όλα τα άλλα, ως μέρος μιας γενικής περί του Είναι θεωρίας. Με τον τρόπο αυτό μειώνονται όλα τα ερωτήματα σε ερωτήματα περί του Είναι (Seinsfragen), και όλα τα φιλοσοφικά ρεύματα καθίστανται μέρη μιας μεγάλης οντολογίας ή μεταφυσικής. Γιατί σε κάθε ον, δίδεται από το Θεό αυτό που είναι, ο τρόπος του Είναι (Sein), της ουσίας (Essenz) και της ύπαρξης (Existenz) του. Σε αντιστοιχία προς την ουσία και ύπαρξη του, τού δίνεται και το μέτρο και το είδος της γνώσης και του θανάτου του, η αλήθεια και η τελειότητα στην οποία μπορεί να φτάσει. Η λογική, η θεωρία της γνώσεως και η ηθική εμπεριέχονται με τον τρόπο αυτό, ως προς το υλικό τους περιεχόμενο, στην οντολογία, εφόσον μπορούν να δομηθούν ως ξεχωριστοί τομείς, με άλλη μορφή, εάν αναποδογυριστούν τυπολογικά. Είναι εύκολο να δούμε, σε ποιο σημείο μέσα σε αυτό το όργανο βρίσκεται ο τόπος της «υπερβατολογικής φαινομενολογίας» του Husserl, που είναι και η πιο προσωπική του δημιουργία. Είναι η γενική οντολογία, με ριζική αλλαγή προσήμου (έκφραση του Husserl), όπως αντιστοιχεί σε διαφορετικό τόπο. Για την υπερβατολογική παρατήρηση είναι το ερώτημα: πως δομείται ο κόσμος για μια συνείδηση, την οποία μπορώ να διερευνήσω μέσα στην εμμένεια: ο εσωτερικός και ο εξωτερικός κόσμος, ο φυσικός και ο πνευματικός, ο χωρίς αξίες και ο κόσμος των αγαθών, και εν τέλει και καταληκτικά, ο κυριαρχούμενος από θρησκευτικό νόημα, κόσμος του Θεού. Με ακούραστη εργασία, ο Husserl επεξεργάστηκε τη μέθοδο, που επέτρεψε σε αυτόν και στους μαθητές του, να καταπιαστούν με αυτά τα «δομικά» προβλήματα, και να δείξουν, πως η πνευματική δραστηριότητα του υποκειμένου, που δραστηριοποιείται πάνω στο καθαρό υλικό των αισθήσεων, με πολλαπλές πράξεις (Akt) και πλέγματα πράξεων δομεί τον «κόσμο» του (υποκειμένου). Εκείνη η οντολογία, η οποία αναθέτει σε κάθε πνευματικό ον την εξειδικευμένη του δραστηριότητα, έχει χώρο γι’ αυτές τις δομικές έρευνες. Τη «θεμελιώδη» όμως σημασία της, δεν μπορεί να την παραδεχτεί. Ο δρόμος της υπερβατολογικής φαινομενολογίας οδήγησε εκεί, όπου το υποκείμενο τοποθετείται ως σημείο εκκίνησης και κέντρο της φιλοσοφικής έρευνας. Όλα τα άλλα αναφέρονται στο υποκείμενο. Ο κόσμος, ο οποίος δομείται με πράξεις του υποκειμένου, παραμένει για πάντα ένας κόσμος για το υποκείμενο. Πάνω σε αυτό τον δρόμο δεν μπορεί να επιτευχθεί-όπως οι μαθητές του ιδρυτή της φαινομενολογίας του το τονίζουν κάθε τόσο-να ανακτήσει κανείς μέσα από τη σφαίρα της εμμένειας εκείνη την αντικειμενικότητα, από την οποία ο ίδιος ξεκίνησε, και η οποία έπρεπε να διασφαλιστεί: μια αλήθεια και πραγματικότητα ελεύθερη από κάθε σχετικότητα του υποκειμένου. Κατά την εκ νέου νοηματοδότηση, που ήταν το αποτέλεσμα της υπερβατολογικής έρευνας, η οποία εξίσωσε την ύπαρξη με την αυτό-παρουσίαση (επίδειξη ταυτότητας) για μια συνείδηση, δε θα μπορέσει να ησυχάσει ποτέ μια διάνοια που αναζητά την αλήθεια. Και βρίσκεται (η υπερβατολογική έρευνα) – κυρίως επειδή σχετικοποιεί τον Θεό-σε αντίφαση προς την πίστη. Αυτή λοιπόν είναι η ισχυρότερη αντίθεση μεταξύ υπερβατολογικής φαινομενολογίας και καθολικής φιλοσοφίας: εδώ ο θεοκεντρικός, εκεί ο εγωκεντρικός προσανατολισμός.

Ως προς αυτό το σημείο στράφηκαν και οι περισσότερες από τις μεγάλες επιθέσεις, εναντίον αυτού του πολυσυζητήμενου «Ιδεαλισμού» του Husserl, στα χρόνια μετά την εμφάνιση των «Ιδεών» του, στις οποίες για πρώτη φορά είχε δηλωθεί (ο ιδεαλισμός αυτός). Το ερώτημα αυτό διερευνήθηκε πολύ συχνά στις συνομιλίες με μαθητές που είχαν ζήλο, χωρίς αποτέλεσμα: οι ειρμοί της σκέψης του, που ήταν βασικοί για τον Husserl, αποδείχθηκαν στις συζητήσεις αυτές αδρανείς, δεν μπορούσαν να πείσουν τον αντίπαλο. Αλλά ακόμα και αν κάποιος παραδεχόταν στιγμιαία πως είχε νικηθεί, φρόντιζε να επιστρέφει, είτε με τις παλιές είτε με νέες ενστάσεις. Ο Husserl λοιπόν θεώρησε ότι είναι εξαναγκασμένος, να καταβάλει τα τελευταία χρόνια όλη του τη δύναμη, ώστε να εμβαθύνει και να κάνει πιο αυστηρές τις αναλύσεις, που τον οδήγησαν σε αυτό το αποτέλεσμα, και να βρει μια αναγκαστική μορφή αναπαράστασης, που θα επέτρεπε στους άλλους να δουν τις συσχετίσεις με την ίδια λαμπερή καθαρότητα, όπως τις έβλεπε και αυτός. Ως προς το ερώτημα αυτό, ο δρόμος της φαινομενολογίας απομακρύνθηκε ακόμα περισσότερο από τη γραμμή της μεσαιωνικής φιλοσοφίας.

Συνεχίζεται με το κεφάλαιο: 5. Οντολογία και Μεταφυσική

Ανώνυμος είπε...

Λκ 16:15 – 18, 17:1 – 4
Εἶπεν ὁ Κύριος πρὸς τοὺς ἐληλυθότας πρὸς αὐτὸν Ἰουδαίους· ὑμεῖς ἐστε οἱ δικαιοῦντες ἑαυτοὺς ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων, ὁ δὲ Θεὸς γινώσκει τὰς καρδίας ὑμῶν· ὅτι τὸ ἐν ἀνθρώποις ὑψηλὸν βδέλυγμα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Ὁ νόμος καὶ οἱ προφῆται ἕως ᾿Ιωάννου· ἀπὸ τότε ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ εὐαγγελίζεται, καὶ πᾶς εἰς αὐτὴν βιάζεται. εὐκοπώτερον δέ ἐστι τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν παρελθεῖν ἢ τοῦ νόμου μίαν κεραίαν πεσεῖν. Πᾶς ὁ ἀπολύων τὴν γυναῖκα αὐτοῦ καὶ γαμῶν ἑτέραν μοιχεύει, καὶ πᾶς ὁ ἀπολελυμένην ἀπὸ ἀνδρὸς γαμῶν μοιχεύει. Ἔλεγε δὲ καὶ πρὸς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ· ἀνένδεκτόν ἐστι τοῦ μὴ ἐλθεῖν τὰ σκάνδαλα· οὐαὶ δὲ δι᾿ οὗ ἔρχεται. λυσιτελεῖ αὐτῷ εἰ λίθος μυλικὸς περίκειται περὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ ἔρριπται εἰς τὴν θάλασσαν, ἢ ἵνα σκανδαλίσῃ ἕνα τῶν μικρῶν τούτων. προσέχετε ἑαυτοῖς. ἐὰν δὲ ἁμάρτῃ εἰς σὲ ὁ ἀδελφός σου, ἐπιτίμησον αὐτῷ· καὶ ἐὰν μετανοήσῃ, ἄφες αὐτῷ· καὶ ἐὰν ἑπτάκις τῆς ἡμέρας ἁμάρτῃ εἰς σὲ καὶ ἑπτάκις τῆς ἡμέρας ἐπιστρέψῃ πρός σε λέγων, μετανοῶ, ἀφήσεις αὐτῷ.

Κολ 2:1 – 7
Ἀδελφοί, θέλω ὑμᾶς εἰδέναι ἡλίκον ἀγῶνα ἔχω περὶ ὑμῶν καὶ τῶν ἐν Λαοδικείᾳ καὶ ὅσοι οὐχ ἑωράκασι τὸ πρόσωπόν μου ἐν σαρκί, ἵνα παρακληθῶσιν αἱ καρδίαι αὐτῶν, συμβιβασθέντων ἐν ἀγάπῃ καὶ εἰς πάντα πλοῦτον τῆς πληροφορίας τῆς συνέσεως, εἰς ἐπίγνωσιν τοῦ μυστηρίου τοῦ Θεοῦ καὶ πατρὸς καὶ τοῦ Χριστοῦ, ἐν ᾧ εἰσι πάντες οἱ θησαυροὶ τῆς σοφίας καὶ τῆς γνώσεως ἀπόκρυφοι. Τοῦτο δὲ λέγω ἵνα μή τις ὑμᾶς παραλογίζηται ἐν πιθανολογίᾳ· εἰ γὰρ καὶ τῇ σαρκὶ ἄπειμι, ἀλλὰ τῷ πνεύματι σὺν ὑμῖν εἰμι, χαίρων καὶ βλέπων ὑμῶν τὴν τάξιν καὶ τὸ στερέωμα τῆς εἰς Χριστὸν πίστεως ὑμῶν. Ὡς οὖν παρελάβετε τὸν Χριστὸν Ἰησοῦν τὸν Κύριον, ἐν αὐτῷ περιπατεῖτε, ἐρριζωμένοι καὶ ἐποικοδομούμενοι ἐν αὐτῷ καὶ βεβαιούμενοι ἐν τῇ πίστει καθὼς ἐδιδάχθητε, περισσεύοντες ἐν αὐτῇ ἐν εὐχαριστίᾳ.

Εφ 6:10 – 17
Ἀδελφοί, ἐνδυναμοῦσθε ἐν Κυρίῳ καὶ ἐν τῷ κράτει τῆς ἰσχύος αὐτοῦ. ἐνδύσασθε τὴν πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸ δύνασθαι ὑμᾶς στῆναι πρὸς τὰς μεθοδείας τοῦ διαβόλου· ὅτι οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρὸς αἷμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ πρὸς τὰς ἀρχάς, πρὸς τὰς ἐξουσίας, πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρὸς τὰ πνευματικὰ τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις. διὰ τοῦτο ἀναλάβετε τὴν πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ, ἵνα δυνηθῆτε ἀντιστῆναι ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῇ πονηρᾷ καὶ ἅπαντα κατεργασάμενοι στῆναι. στῆτε οὖν περιζωσάμενοι τὴν ὀσφὺν ὑμῶν ἐν ἀληθείᾳ, καὶ ἐνδυσάμενοι τὸν θώρακα τῆς δικαιοσύνης, καὶ ὑποδησάμενοι τοὺς πόδας ἐν ἑτοιμασίᾳ τοῦ εὐαγγελίου τῆς εἰρήνης, ἐπὶ πᾶσιν ἀναλαβόντες τὸν θυρεὸν τῆς πίστεως, ἐν ᾧ δυνήσεσθε πάντα τὰ βέλη τοῦ πονηροῦ τὰ πεπυρωμένα σβέσαι· a καὶ τὴν περικεφαλαίαν τοῦ σωτηρίου δέξασθε, καὶ τὴν μάχαιραν τοῦ Πνεύματος, ὅ ἐστι ῥῆμα Θεοῦ

Λκ 20:46 – 47, 21:1 – 4
Εἶπεν ὁ Κύριος τοῖς ἑαυτοῦ μαθηταῖς· προσέχετε ἀπὸ τῶν γραμματέων τῶν θελόντων περιπατεῖν ἐν στολαῖς καὶ φιλούντων ἀσπασμοὺς ἐν ταῖς ἀγοραῖς καὶ πρωτοκαθεδρίας ἐν ταῖς συναγωγαῖς καὶ πρωτοκλισίας ἐν τοῖς δείπνοις, οἳ κατεσθίουσι τὰς οἰκίας τῶν χηρῶν καὶ προφάσει μακρὰ προσεύχονται· οὗτοι λήψονται περισσότερον κρῖμα. Ἀναβλέψας δὲ εἶδε τοὺς βάλλοντας τὰ δῶρα αὐτῶν εἰς τὸ γαζοφυλάκιον πλουσίους· εἶδε δέ τινα χήραν πενιχρὰν βάλλουσαν ἐκεῖ δύο λεπτά, καὶ εἶπεν· ἀληθῶς λέγω ὑμῖν ὅτι ἡ χήρα ἡ πτωχὴ αὕτη πλεῖον πάντων ἔβαλεν· ἅπαντες γὰρ οὗτοι ἐκ τοῦ περισσεύοντος αὐτοῖς ἔβαλον εἰς τὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ, αὕτη δὲ ἐκ τοῦ ὑστερήματος αὐτῆς ἅπαντα τὸν βίον ὃν εἶχεν ἔβαλε. Ταῦτα λέγων ἐφώνει· Ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω.

Δεν υπάρχουν σχόλια: