Συνέχεια από: Σάββατο 24 Μαΐου 2025
Giovanni Reale ΠΛΑΤΩΝ
VΙI
Η ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΟΥ «ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΠΛΟΥ» ΚΑΙ Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΑΝΑΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΑ ΤΟΥ ΝΟΗΤΟΥ ΜΕΤΑΑΙΣΘΗΤΟΥ ΟΝΤΟΣ
Η θεωρία των «Ιδεών» και η διδασκαλία των «Πρώτων και Υπέρτατων Αρχών»
Η εμβληματική μεταφορά της «του δεύτερου πλου» που παρουσιάζεται στο καίριο σημείο του Φαίδωνα και η σημασία της
ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΟΛΑ ΟΣΑ ΕΙΠΑΜΕ για το μεγαλείο του Πλάτωνα ως ποιητή, έρχεται αμέσως στον νου η αρχή που διατύπωσε παραστατικά ο Βίκο με εύγλωττο τρόπο: «Ότι η ποιητική λογική καθορίζει ότι είναι αδύνατο κάποιος να είναι ταυτόχρονα ποιητής και μεταφυσικός εξίσου υποβλητικός, επειδή η μεταφυσική αποσπά τον νου από τις αισθήσεις, ενώ η ποιητική ικανότητα πρέπει να εμβαπτίζει ολόκληρο τον νου στις αισθήσεις· η μεταφυσική υψώνεται πάνω από τα καθόλου (από τα καθολικά), ενώ η ποιητική ικανότητα πρέπει να εμβαθύνει στα ιδιαίτερα, στα μερικά» (Vico, Αρχές της νέας επιστήμης, XI [821]).
Και, εντούτοις, στον Πλάτωνα συνέβη ακριβώς αυτό: η «ποιητική λογική» και η «μεταφυσική λογική» έφτασαν σ’ αυτόν σε ένα «εξίσου υψηλό» επίπεδο. Οι σελίδες στις οποίες αποτυπώνεται το εμβληματικό στοιχείο της μεταφυσικής του σκέψης είναι οι κεντρικές του Φαίδωνος, ενός από τα μεγαλύτερα αριστουργήματά του, τόσο από καλλιτεχνική όσο και από φιλοσοφική άποψη, όπου αναζητά την «αληθινή αιτία» των πραγμάτων και παρουσιάζει αυτή την αναζήτηση ως το δεύτερο πλου του: «Θέλεις να σου εκθέσω, Κέβη, τον δεύτερο πλου που ανέλαβα για να αναζητήσω αυτή την αιτία;»(Φαίδων, 99 C-D).
Έχω ήδη επανειλημμένα επισημάνει και αποδείξει ότι αυτές οι σελίδες αποτελούν τη Magna Charta (Μεγάλη Χάρτα) της δυτικής μεταφυσικής, καθώς σε αυτές παρουσιάζεται η πρώτη απόδειξη της ύπαρξης ενός μετεμπειρικού, υπεραισθητού και υπερβατικού όντος(ΕΙΝΑΙ). Ήδη στους Προσωκρατικούς, όπως είδαμε, υπάρχει το μεταφυσικό θέμα, ιδιαίτερα στον Παρμενίδη. Όμως, ο τρόπος με τον οποίο ο Πλάτωνας διατυπώνει και επιλύει το πρόβλημα αποδείχθηκε καθοριστικός για την εξέλιξη και ανάπτυξη της δυτικής σκέψης. Ο ίδιος ο Αριστοτέλης θα αποδεχτεί αυτή την προσέγγιση του ζητήματος, σε τέτοιο βαθμό που ο πυρήνας της προβληματικής του για το «ον καθ’ αυτό» (τὸ ὂν ᾗ ὂν, δλδ το ον ως ον) συνίσταται ακριβώς στο ερώτημα αν το ον εξαντλείται σε εκείνο που είναι αισθητό ή αν πρέπει να παραδεχτούμε μια άλλη μορφή ύπαρξης πάνω από το αισθητό. Και ακόμη και αργότερα, ως μεταφυσικό πρόβλημα, με την ισχυρή έννοια, αυτό ακριβώς νοούνταν.
Ο «δεύτερος πλους» αντιπροσωπεύει το βασικό σημείο της ιδανικής διαδρομής που πρέπει να ακολουθήσει, να διανύσει ο ανθρώπινος νους στην αναζήτηση της αλήθειας, την οποία ο Πλάτωνας απεικονίζει μέσω της αφήγησης ενός μακρινού ταξιδιού που πραγματοποίησε και ολοκλήρωσε ο Σωκράτης, και το οποίο ο ίδιος αφηγείται την ημέρα του θανάτου του. Δεν πρόκειται, ασφαλώς, για μια ιστορική αφήγηση, καθώς ο Πλάτωνας χρησιμοποιεί τη δραματουργική μάσκα του Σωκράτη για να παρουσιάσει το ταξίδι που πρέπει να διανύσει ο φιλόσοφος ως τέτοιος.
Θυμηθείτε ότι ο «δεύτερος πλους», όπως αναφέρουν οι αρχικές αρχαίες πηγές, είναι «αυτός που κάποιος αναλαμβάνει όταν, έχοντας μείνει χωρίς ανέμους, πλέει με τά κουπιά». Ας θυμηθούμε ότι η νηνεμία, για τους αρχαίους, αποτελούσε κίνδυνο όχι μικρότερο από την καταιγίδα, καθώς άφηνε τους ναυτικούς στη μέση της θάλασσας χωρίς δυνατότητα να εφοδιαστούν με νερό και τρόφιμα, με όλες τις συνέπειες που αυτό συνεπαγόταν. Έτσι, ο «πρώτος πλους» είναι αυτός που γίνεται με τα πανιά ανοιχτά στον άνεμο· ο «δεύτερος πλους» είναι εκείνος που γίνεται βάζοντας χέρι στά κουπιά και υποφέροντας όλους τους κόπους και τους κινδύνους που αυτό συνεπάγεται.
Ας δούμε πώς αναπτύσσει ο Πλάτωνας τη μεταφορά.
Τα βασικά προβλήματα της φιλοσοφίας, που τέθηκαν από τη γέννησή της, είναι τα εξής: γιατί τα πράγματα «γεννιούνται», γιατί «φθείρονται», γιατί «είναι» (γιατί «υπάρχουν»).
Οι λύσεις που πρότειναν για αυτά τα προβλήματα οι φιλόσοφοι που ανέπτυξαν την «έρευνα της φύσης», δηλαδή οι φυσικοί φιλόσοφοι, ήταν όλες τους «φυσικού» χαρακτήρα, δηλαδή όλες διατυπώθηκαν με βάση φυσικά στοιχεία και δυνάμεις (νερό, αέρας, φωτιά, ζέστη, κρύο και άλλα παρόμοια).
Στην πραγματικότητα, αυτού του είδους είναι και οι κοινές απόψεις των ανθρώπων, δηλαδή είναι φυσιοκρατικές και φυσικές, και οι πρώτοι φιλόσοφοι τις ανέδειξαν σε θεωρητικό και μεθοδολογικό επίπεδο. Αλλά, κάνοντας αυτό, κατέστησαν εμφανή, και μάλιστα μακροσκοπικά, την ασυνέπεια και, συνεπώς, τις αντιφάσεις αυτού του τρόπου σκέψης, και, ως εκ τούτου, την αδυναμία του να εξηγήσει τα πράγματα με ικανοποιητικό τρόπο.
Ας αναφερθούμε σε δύο σημαντικά παραδείγματα του Πλάτωνα.
Οι έρευνες των Φυσικών δεν μπορούν να εξηγήσουν τι σημαίνουν το «δύο» και το «ένα». Πράγματι, λένε ότι, προσθέτοντας μια μονάδα σε μια άλλη μονάδα, δηλαδή συνδυάζοντας ή προσθέτοντας τη μία στην άλλη, παράγεται το «δύο»· αλλά λένε επίσης, αντίθετα, ότι το δύο προκύπτει διαιρώντας μια μονάδα. Και πώς μπορούν δύο αντίθετες διαδικασίες, όπως η πρόσθεση και η διαίρεση, να έχουν το ίδιο αποτέλεσμα; Ομοίως, δεν μπορούν να εξηγήσουν πώς παράγεται η ίδια η μονάδα, δηλαδή πώς ένα πράγμα είναι ή γίνεται «ένα». Και αν δεν εξηγηθεί αυτό, δεν εξηγείται ούτε η αιτία της «γέννησης», της «φθοράς» και της «ύπαρξης» των πραγμάτων.
Μια χαραμάδα για τη λύση του προβλήματος θα μπορούσε να προσφέρει ο Αναξαγόρας, με τη θεωρία του που υποδεικνύει τoν Νου ως αιτία των πάντων: αλλά η οπτική με την οποία αντιμετώπιζε το πρόβλημα, που ήταν η ίδια με εκείνη των Φυσιολατρών, καθιστούσε μάταιη την διαίσθησή του, καθώς συνέχιζε να αναφέρεται στα στοιχεία και στις φυσικές δυνάμεις, αφήνοντας, σε τελική ανάλυση, τον Νου ανενεργό. Στην πραγματικότητα, ο Αναξαγόρας θα έπρεπε να εξηγήσει πώς ο Νους ταξινομεί όλα τα πράγματα, κάνοντάς τα να είναι με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, δηλαδή σε συνάρτηση με το Αγαθό. Με άλλα λόγια: ο Αναξαγόρας θα έπρεπε να εξηγήσει το κριτήριο σύμφωνα με το οποίο λειτουργεί ο Νους, που είναι το κριτήριο του καλύτερου, του βέλτιστου· και επομένως θα έπρεπε να εξηγήσει πώς τα διάφορα φαινόμενα, για να υπάρχουν, πρέπει πάντα να είναι δομημένα σε συνάρτηση με το καλύτερο. Ο Νους δεν μπορεί να λειτουργήσει κατάλληλα παρά μόνο σε συνάρτηση με μια ακριβή γνώση του καλύτερου και του χειρότερου, δηλαδή του Καλού και του Κακού.
Η σύγχυση στην οποία έπεσε ο Αναξαγόρας αντιστοιχεί σε εκείνη στην οποία θα έπεφτε όποιος υποστήριζε τη θέση ότι ο Σωκράτης κάνει όλα όσα κάνει με τον νου, αλλά στη συνέχεια, στην πραγματικότητα, πίστευε ότι μπορούσε να εξηγήσει την αιτία για την οποία μπήκε στη φυλακή και παρέμεινε εκεί, θεωρώντας ως καθοριστικά μόνο τα όργανα κίνησης του, όπως τα πόδια, με τα οστά, τους μυς και τα νεύρα, και όχι αυτό που είναι στην πραγματικότητα η «αληθινή αιτία», δηλαδή η επιλογή του δικαίου και του καλύτερου που έκανε ακριβώς ο νους του. Προφανώς, χωρίς τα πόδια του ο Σωκράτης δεν θα μπορούσε να πάει στη φυλακή, αλλά αυτά δεν είναι παρά τα μέσα που χρησιμοποίησε για να υλοποιήσει την πραγματική αιτία, δηλαδή την επιλογή του καλύτερου.
Επομένως, αυτό που συνδέει τα πράγματα μεταξύ τους δεν είναι σίγουρα τα φυσικά στοιχεία, αλλά κάτι άλλο: είναι το Αγαθό, σε συνάρτηση με το οποίο δρα ο Νους.
Ας διαβάσουμε το όμορφο απόσπασμα που προαναγγέλλει εκείνον τον «δεύτερο πλου» που οδήγησε τον Πλάτωνα στην ανακάλυψη του νοητού κόσμου με την Ιδέα του Αγαθού στην κορυφή:
Αυτό [σ.σ. το να συνδέει κανείς τον Νου με τα φυσικά στοιχεία και όχι με το καλύτερο, δηλαδή με το Αγαθό] σημαίνει ότι δεν είναι σε θέση να διακρίνει ότι η αληθινή αιτία είναι άλλη και ότι είναι άλλο αυτό χωρίς το οποίο η αληθινή αιτία δεν θα μπορούσε ποτέ να είναι αιτία. Και μου φαίνεται ότι οι περισσότεροι, ψάχνοντας στα τυφλά, ψηλαφώντας μέσα στα σκοτάδια, χρησιμοποιώντας ένα όνομα που δεν του ταιριάζει, ονομάζουν έτσι το μέσο σαν να ήταν η ίδια η αιτία. Και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο κάποιοι, τοποθετώντας γύρω από τη γη μιά δίνη, υποθέτουν ότι η γη παραμένει ακίνητη λόγω της κίνησης του ουρανού, ενώ άλλοι τοποθετούν κάτω από αυτήν τον αέρα ως στήριγμα, σαν η γη να ήταν μια επίπεδη άτρακτος. Αλλά αυτή τη δύναμη, χάρη στην οποία η γη, ο αέρας και ο ουρανός έχουν τώρα την καλύτερη θέση που θα μπορούσαν να έχουν, δεν την αναζητούν, ούτε πιστεύουν ότι έχει θεϊκή δύναμη, ούτε την θεωρούν θεϊκής καταγωγής· αλλά πιστεύουν ότι έχουν βρει έναν πιο ισχυρό, πιο αθάνατο και πιο ικανό Άτλαντα να κρατήσει το Σύμπαν, και δεν πιστεύουν καθόλου ότι το αγαθό και το σωστό είναι αυτό που πραγματικά συγκρατεί και ενοποιεί τα πάντα. Θα γινόμουν με μεγάλη χαρά μαθητής οποιουδήποτε, για να μάθω ποια είναι αυτή η αιτία· αλλά, αφού έμεινα χωρίς αυτήν και δεν μπόρεσα να την ανακαλύψω μόνος μου ούτε να την μάθω από άλλους, θέλεις να σου περιγράψω, Κέβη, τον δεύτερο πλου που έκανα για να αναζητήσω αυτή την αιτία; (Φαίδων, 99 B-D.)
Ας δούμε, λοιπόν, ποιο είναι το αποτέλεσμα αυτού του «δεύτερου πλου».