Οι άλλοι θα είναι καλύτεροι;
ΤΑΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ
Θέλετε δηλαδή να πείτε πως η ανθρώπινη ποιότητα Πολάκη δεν υπάρχει σε άλλους πολιτικούς χώρους εκτός από τον ΣΥΡΙΖΑ; Θέλετε να πείτε ότι κανείς πολιτικός από άλλον χώρο δεν σκέφτηκε να εκμεταλλευθεί την ισχύ του για να πάρει δάνειο όταν ο επιχειρηματίας πτωχεύει επειδή η τράπεζα του το αρνήθηκε; Θέλετε να πείτε ότι κανένας άλλος δεν σκέφτηκε να φυτέψει τον αντίπαλό του μες στο χώμα; Θέλετε να πείτε ότι οι αγοραίες βρισιές που αντάλλαξε ο Κοτζιάς με τον Καμμένο δεν έχουν περάσει από το μυαλό κανενός άλλου υπουργού σε καμία άλλη κυβέρνηση; Λυπάμαι, αλλά έχετε πέσει έξω. Ανθρώπινα όλα αυτά, πολύ ανθρώπινα, και η ανθρώπινη φύση σε πείσμα της αισιοδοξίας πολλών εξ ημών δεν αλλάζει. Ο Μακμπέθ δεν έπεσε από τον ουρανό, άνθρωπος ήταν κι αυτός, με χαρακτήρα και επιθυμίες και επιπλέον αγαπούσε τη γυναίκα του. Και όπως λέει ο Αριστοφάνης στο έργο του «Ιππής», όταν αναζητεί τη λύση για να απαλλαγεί ο μεθύστακας Δήμος από τον απατεώνα Κλέωνα, μόνον κάποιος χειρότερος, κοινώς πιο αδίστακτος, μπορεί να τον γλιτώσει. Και μη μου πείτε ότι πολλοί από εσάς δεν έχετε ευχηθεί να είχε η αντιπολίτευση κάποιον αρχηγό εξίσου αδίστακτο και κυνικό με τον Τσίπρα για να μπορεί να τον αντιμετωπίζει με τους δικούς του όρους;
Αυτή η ανθρώπινη ποιότητα είναι δημοκρατικά μοιρασμένη και στην κοινωνία και στην πολιτική της εκπροσώπηση. Δεν έχουν τίποτε το ιδιαίτερο αυτοί οι άνθρωποι. Αυτό που τους ξεχωρίζει είναι ότι δραστηριοποιούνται σε έναν πολιτικό χώρο ο οποίος όχι μόνον δεν τους περιορίζει, αλλά τους επικροτεί και τους κολακεύει ως πρότυπα πολιτικής συμπεριφοράς. Κάθε κόμμα εξουσίας έχει στους κόλπους του αυτήν την ανθρώπινη ποιότητα. Και η χρησιμότητα των μεγάλων κομμάτων είναι ότι μπορούν να εντάξουν την ανθρώπινη ποιότητα σε θεσμούς και κανόνες, να τους συμμαζεύουν, κατά το κοινώς λεγόμενον. Η δημοκρατία στηρίζεται εν πολλοίς στην τήρηση των προσχημάτων. Oπως υπάρχει η κοινή καθημερινή απρέπεια, έτσι υπάρχει και η δημοκρατική απρέπεια.
Ναι λοιπόν, οι επόμενοι θα είναι καλύτεροι. Oχι μόνον επειδή οι προηγούμενοι ήσαν καλύτεροι, που ήσαν, αλλά γιατί έχουν ζήσει την εμπειρία μιας κυβέρνησης η οποία τραυμάτισε τους δημοκρατικούς θεσμούς και απελευθέρωσε την αυθαιρεσία, τον κυνισμό, τη δημοκρατική αγραμματοσύνη, ακόμη και την κοινή αγραμματοσύνη. Ας είμαστε ρεαλιστές. Το ζήτημα στα μεγάλα κόμματα είναι ποιος δίνει τον τόνο στη συλλογική τους συμπεριφορά. Δεν ξέρω αν γίναμε σοφότεροι στα χρόνια της κρίσης. Μάλλον όχι. Κάτι μάθαμε όμως από την τραυματική εμπειρία των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ και την ανθρώπινη ποιότητα που έφερε στην εξουσία.
Πηγή
«Στην γειτονιά μου όταν ήμουν μικρός φέρνανε μια αρκούδα για να χορεύει να κάνει την Βουγιουκλάκη και ο αρκουδιάρης μου θυμίζει τον Πολάκη. Έχουν μια ομοιότητα». Δήλωσε σε εξαιρετικά σκωπτικό τόνο ο Διονύσης Σαββόπουλος στην κάμερα του ΣΚΑΙ, αναφορικά με τον αναπληρωτή υπουργό υγείας.
Σύμφωνα με τον κο Σαββόπουλο ο κος Πολάκης δεν αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα πολιτικού της μεταπολίτευσης, την ίδια ώρα που η κυβέρνηση μοιάζει σε εκείνον μια «αποτυχία της Αριστεράς στην οποία κυβερνούν εγγαστρίμυθοι του Ανδρέα Παπανδρέου.
«Νομίζω ότι κυβερνά μια αποτυχία της αριστεράς. Κυβερνούν εγγαστρίμυθοι του Ανδρέα Παπανδρέου. Άνθρωποι που τον μιμούνται». Ανέφερε συγκεκριμένα.
«Μαυρίζει η ψυχή μου μ’ αυτά. Δεν έχω καταλάβει ότι είμαστε έξι μήνες εκτός μνημονίου. Ο κόσμος δυσκολεύεται. Το πρώτο στάδιο ήταν ο θυμός. Η κοινωνία έπαθε σοκ. Αλλά τώρα είναι στο «δεν γίνεται τίποτα». Πηγαίνουμε για συνειδητοποίηση της κατάστασης και για δράση». Τόνισε εκτός των άλλων ο καλλιτέχνης εκφράζοντας ανοικτά την απογοήτευση του.
Πηγή: skai
Την δεκαετία του ‘ 80 άλλαξε η Ελλάδα – πρώτα από όλα άλλαξαν οι προβληματισμοί της. Και μαζί με αυτούς άλλαξαν και οι πολιτικοί της. Ο Πολάκης μας έρχεται από εκείνη την εποχή κι όποιος την έχει ζήσει τον καταλαβαίνει. Αυτό που πουλάει ως αυθεντικότητα είναι ένα ξεπατίκωμα της χειρότερης και πιο γραφικής περιόδου των 80’ς: προσπαθεί να υποδυθεί τον άνθρωπο του λαού που έφτασε στο μετερίζι της εξουσίας – για να θυμηθώ μια ακόμα παλιοπασοκική έκφραση. Μόνο που όπως πάντα συμβαίνει με την απεικόνιση και την κακοδουλεμένη αναπαράσταση αυτό που τελικά προκύπτει ως εικόνα και έκφραση είναι ένα καρακιτσαριό, που δεν έχει και πλάκα. Ο Πολάκης που λέει μαντινάδες, δεν λέει σοφά λόγια: είναι σαν να απαγγέλει τετράστιχα των ημερολογίων. Ο Πολάκης που χορεύει ζεμπεκιές στον Κραουνάκη (!) προκαλεί απλά χαμόγελα στη σκέψη ότι λίγο αργότερα μπορεί να χόρευε και σουίνγκ ή να τραγουδούσε για μια χοντρή που πάει για καφέ να τις φύγει το στρες – τον φαντάζεστε; Ο Πολάκης που καπνίζει περιφρονώντας τον αντικαπνιστικό νόμο δεν μοιάζει με παιδί του λαού, αλλά με κακομαθημένο ανάγωγο. Ο Πολάκης που ζητάει να μπει και κανένας φυλακή, νομίζοντας ότι εκπροσωπεί το λαϊκό αίσθημα, το κάνει με τόσο στόμφο που νομίζεις ότι το χει κάνει πρόβα στον καθρέφτη του. Ο Πολάκης που καταγγέλλει τη Δεξιά και παίρνει καταναλωτικά δάνεια με περίεργες διαδικασίες, προδίδει απλά την υποκρισία του. Μπορεί να βρίζει τους πάντες, αλλά αυτό δεν τον κάνει λαϊκό αγωνιστή: πιο πολύ μοιάζει με ταραγμένο μπάρμπα.
Η υποκρισία της υποκριτικής
Ο Πολάκης τα κάνει όλα αυτά πιστεύοντας πως υπάρχουν πολλοί που τα γουστάρουν, πολλοί που βλέπουν σε αυτόν ένα αυθεντικό εκπρόσωπο της αγανάκτησης τους. Εγώ βλέπω μόνο ένα κακό ηθοποιό που προσπαθεί να παίξει ρόλους προηγούμενων ηθοποιών με πενιχρά αποτελέσματα. Η υποκρισία της υποκριτικής καταστρέφει και το προσωπείο. Σε λίγα χρόνια θα ρωτάμε «μα ποιος διάβολε ήταν εκείνος ο Πολάκης;».
ΤΑΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ
Θέλετε δηλαδή να πείτε πως η ανθρώπινη ποιότητα Πολάκη δεν υπάρχει σε άλλους πολιτικούς χώρους εκτός από τον ΣΥΡΙΖΑ; Θέλετε να πείτε ότι κανείς πολιτικός από άλλον χώρο δεν σκέφτηκε να εκμεταλλευθεί την ισχύ του για να πάρει δάνειο όταν ο επιχειρηματίας πτωχεύει επειδή η τράπεζα του το αρνήθηκε; Θέλετε να πείτε ότι κανένας άλλος δεν σκέφτηκε να φυτέψει τον αντίπαλό του μες στο χώμα; Θέλετε να πείτε ότι οι αγοραίες βρισιές που αντάλλαξε ο Κοτζιάς με τον Καμμένο δεν έχουν περάσει από το μυαλό κανενός άλλου υπουργού σε καμία άλλη κυβέρνηση; Λυπάμαι, αλλά έχετε πέσει έξω. Ανθρώπινα όλα αυτά, πολύ ανθρώπινα, και η ανθρώπινη φύση σε πείσμα της αισιοδοξίας πολλών εξ ημών δεν αλλάζει. Ο Μακμπέθ δεν έπεσε από τον ουρανό, άνθρωπος ήταν κι αυτός, με χαρακτήρα και επιθυμίες και επιπλέον αγαπούσε τη γυναίκα του. Και όπως λέει ο Αριστοφάνης στο έργο του «Ιππής», όταν αναζητεί τη λύση για να απαλλαγεί ο μεθύστακας Δήμος από τον απατεώνα Κλέωνα, μόνον κάποιος χειρότερος, κοινώς πιο αδίστακτος, μπορεί να τον γλιτώσει. Και μη μου πείτε ότι πολλοί από εσάς δεν έχετε ευχηθεί να είχε η αντιπολίτευση κάποιον αρχηγό εξίσου αδίστακτο και κυνικό με τον Τσίπρα για να μπορεί να τον αντιμετωπίζει με τους δικούς του όρους;
Αυτή η ανθρώπινη ποιότητα είναι δημοκρατικά μοιρασμένη και στην κοινωνία και στην πολιτική της εκπροσώπηση. Δεν έχουν τίποτε το ιδιαίτερο αυτοί οι άνθρωποι. Αυτό που τους ξεχωρίζει είναι ότι δραστηριοποιούνται σε έναν πολιτικό χώρο ο οποίος όχι μόνον δεν τους περιορίζει, αλλά τους επικροτεί και τους κολακεύει ως πρότυπα πολιτικής συμπεριφοράς. Κάθε κόμμα εξουσίας έχει στους κόλπους του αυτήν την ανθρώπινη ποιότητα. Και η χρησιμότητα των μεγάλων κομμάτων είναι ότι μπορούν να εντάξουν την ανθρώπινη ποιότητα σε θεσμούς και κανόνες, να τους συμμαζεύουν, κατά το κοινώς λεγόμενον. Η δημοκρατία στηρίζεται εν πολλοίς στην τήρηση των προσχημάτων. Oπως υπάρχει η κοινή καθημερινή απρέπεια, έτσι υπάρχει και η δημοκρατική απρέπεια.
Ναι λοιπόν, οι επόμενοι θα είναι καλύτεροι. Oχι μόνον επειδή οι προηγούμενοι ήσαν καλύτεροι, που ήσαν, αλλά γιατί έχουν ζήσει την εμπειρία μιας κυβέρνησης η οποία τραυμάτισε τους δημοκρατικούς θεσμούς και απελευθέρωσε την αυθαιρεσία, τον κυνισμό, τη δημοκρατική αγραμματοσύνη, ακόμη και την κοινή αγραμματοσύνη. Ας είμαστε ρεαλιστές. Το ζήτημα στα μεγάλα κόμματα είναι ποιος δίνει τον τόνο στη συλλογική τους συμπεριφορά. Δεν ξέρω αν γίναμε σοφότεροι στα χρόνια της κρίσης. Μάλλον όχι. Κάτι μάθαμε όμως από την τραυματική εμπειρία των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ και την ανθρώπινη ποιότητα που έφερε στην εξουσία.
Πηγή
«Στην γειτονιά μου όταν ήμουν μικρός φέρνανε μια αρκούδα για να χορεύει να κάνει την Βουγιουκλάκη και ο αρκουδιάρης μου θυμίζει τον Πολάκη. Έχουν μια ομοιότητα». Δήλωσε σε εξαιρετικά σκωπτικό τόνο ο Διονύσης Σαββόπουλος στην κάμερα του ΣΚΑΙ, αναφορικά με τον αναπληρωτή υπουργό υγείας.
Σύμφωνα με τον κο Σαββόπουλο ο κος Πολάκης δεν αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα πολιτικού της μεταπολίτευσης, την ίδια ώρα που η κυβέρνηση μοιάζει σε εκείνον μια «αποτυχία της Αριστεράς στην οποία κυβερνούν εγγαστρίμυθοι του Ανδρέα Παπανδρέου.
«Νομίζω ότι κυβερνά μια αποτυχία της αριστεράς. Κυβερνούν εγγαστρίμυθοι του Ανδρέα Παπανδρέου. Άνθρωποι που τον μιμούνται». Ανέφερε συγκεκριμένα.
«Μαυρίζει η ψυχή μου μ’ αυτά. Δεν έχω καταλάβει ότι είμαστε έξι μήνες εκτός μνημονίου. Ο κόσμος δυσκολεύεται. Το πρώτο στάδιο ήταν ο θυμός. Η κοινωνία έπαθε σοκ. Αλλά τώρα είναι στο «δεν γίνεται τίποτα». Πηγαίνουμε για συνειδητοποίηση της κατάστασης και για δράση». Τόνισε εκτός των άλλων ο καλλιτέχνης εκφράζοντας ανοικτά την απογοήτευση του.
Πηγή: skai
Ο Πολάκης, ένας κακός ηθοποιός...
Βρίσκω ιδιαίτερα διασκεδαστικό ότι η χώρα ασχολείται με τα καταναλωτικά δάνεια του Πολάκη, λες και έχει λύσει όλα της τα προβλήματα – το θεωρώ μια μικρή απόδειξη ότι η Ελλάδα είναι μια ανέμελη χώρα κι αυτό είναι κυρίως που κατά καιρούς πληρώνει με χρεοκοπίες και άλλα δεινά. Δεν ξέρω αν το έχετε προσέξει αλλά ο Πολάκης ανήκει στην κατηγορία των ανθρώπων που έχουν μόνο επίθετο: πιστεύω ότι λίγοι μπορεί να θυμηθούν το μικρό του όνομα χωρίς να σπάσουν το κεφάλι τους, αν δεν βιοπορίζονται από την πολιτική, δεν είναι δηλαδή βουλευτές, δημοσιογράφοι, κομματικοί γραφειοκράτες κτλ. Για τον απλό κόσμο ο Πολάκης είναι ο Πολάκης – επίθετο, ιδιότητα και επάγγελμα, όλα στην συσκευασία του ενός. Στην πολιτική λίγοι το έχουν καταφέρει, στο τραγούδι και στο θέατρο είναι μάλλον ευκολότερο. Ποιο; Να μετατρέψουν το προσωπείο τους σε κανονικό πρόσωπο.
Μετά το ΠΑΣΟΚ
Η Μεταπολίτευση αρχικά, και η γενική ΠΑΣΟΚοποίηση της χώρας στη συνέχεια, άλλαξαν πάρα πολύ την εικόνα του πολιτικού. Στην παλιά Ελλάδα ο πολιτικός έπρεπε να ξεχωρίζει με την αρετή, το ήθος του, την μόρφωσή του, ακόμα και την καταγωγή του – κι αυτό συνέβαινε σε όλο το εύρος του πολιτικού φάσματος: ακόμα και στην Αριστερά, οι άνθρωποι της οποίας πάντα μιλούσαν για το καλό του λαού, έστω και γενικά και αόριστα. Όλοι μα όλοι προσπαθούσαν να φαίνονται ξεχωριστοί επιδεικνύοντας σοβαρότητα και μόρφωση – μερικές φορές η προσπάθεια αυτή έβγαζε και λίγο γέλιο, έτσι όπως έμπλεκαν την απλή καθαρεύουσα με την ανάγκη να γίνουν κατανοητοί, θυμηθείτε τον Μαυρογιαλούρο.
Μετά την Μεταπολίτευση και κυρίως μετά το ΠΑΣΟΚ, ο πολιτικός έπρεπε να μοιάζει ολοένα και περισσότερο καθημερινός άνθρωπος, ακόμα κι αν τέτοιος δεν ήταν. Οποιος μπορούσε να μιλάει λίγο πιο σύνθετα γινόταν περίγελος – με τον καιρό άρχισε να μοιάζει και ύποπτα διαφορετικός: σίγουρα συγκινούσε ολοένα και λιγότερο – ο Κύρκος, ο Στεφανόπουλος, ο Πεζματζόγλου έμοιαζαν και ήταν άνθρωποι άλλης εποχής. Είναι παράδοξο, αλλά την ώρα που μια σειρά από καινούργιες λέξεις και έννοιες εισέβαλαν στο πολιτικό και το κοινωνικό λεξιλόγιο («θεσμοί», «κοινωνικό γίγνεσθαι», «τρίτος δρόμος προς το σοσιαλισμό», «χρονοντούλαπο», «παραδοσιακή Αριστερά», «παραγωγικές τάξεις» κτλ), την ίδια ακριβώς στιγμή οι πολιτικοί άλλαζαν και τρόπους και ρόλους, ώστε να μοιάζουν απλοί και δικοί μας. Γεννήθηκε στα 80’ς ένα είδος πολιτικού life style που ήθελε τον πολιτικό, ακόμα κι αν ήταν καθηγητής και σοφός και σπουδαγμένος, να έχει ταυτόχρονα μια λαϊκή ψυχή ικανή να τον κάνει να συμπορευτεί με τον ψηφοφόρο του. Ο Κωσταντίνος Μητσοτάκης, αν και άνθρωπος που δεν χάιδευε αυτιά, πρόβαλε πάντα την Μαρίκα που έκανε ωραία ντολμαδάκια και παστίτσιο με φύλλο. Ο Χαρίλαος Φλωράκης έπρεπε να λέει παροιμίες και ανέκδοτα. Ο Τσοχατζόπουλος ήταν ο Ακης της διπλανής πόρτας – ένας μερακλής της ζωής. Ο Κώστας ο Καραμανλής ο νεότερος, ήταν για όλους ένας ωραίος τύπος με τον οποίο μπορούσαμε να πάμε στη Χασιά για παϊδάκια και να μιλήσουμε και για μπαλίτσα – είχε βγει και στη Σούπερ Μπάλα. Αλλά ο μεγάλος πρεσβευτής του νέου life style ήταν ο Ανδρέας – ίσως ο πρώτος του οποίου το όνομα (και μάλιστα το μικρό) τα έλεγε όλα. Ο Ανδρέας ή σωστότερα Αντρέας, (με ντ κι όχι δ), υπήρξε σύμβολο: χόρευε τα σουξέ της Ρίτας Σακελαρίου, ήταν γυναικάς και συγχρόνως καταπιεσμένος σύζυγος, ήταν ρήτορας – δηλαδή κατά το κοινώς λεγόμενο τα εξηγούσε ωραία. Ηταν πιθανότατα ο πρώτος πολιτικός της ιστορίας, που υπήρξε περισσότερο λαϊκιστής ως πρωθυπουργός από ότι ήταν ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Πριν πάρει την εξουσία έταζε και υποσχόταν – αφότου την πήρε κολάκεψε όσο λίγοι αυτό που λέμε «λαϊκό αίσθημα», αναδεικνύοντας το λαό (δηλαδή τον ψηφοφόρο του), ως ένα είδος ήρωα, που υπάρχει για να τον υπηρετεί το Κράτος, επιτρέποντας του μάλιστα ένα σωρό αυθαιρεσίες. Ο ήρωας του Αντρέα, ο «κυρίαρχος λαός», μπορούσε να είναι ό,τι γούσταρε: φοροφυγάς, καταπατητής, μονίμως γκρινιάρης γιατί είχε πάντα δίκιο, αυθάδης και φυσικά ιδιοκτήτης της κάθε εξουσίας με τον τρόπο που το αντιλαμβανόταν. Η Ελλάδα ανήκε πλέον στους Ελληνες, δεν υπήρχε «κανείς θεσμός παρά μόνο ο λαός», νόμος ήταν το δίκιο, όχι του εργάτη (που έλεγε το ΚΚΕ) αλλά του μικρομεσαίου.Μετά το ΠΑΣΟΚ
Η Μεταπολίτευση αρχικά, και η γενική ΠΑΣΟΚοποίηση της χώρας στη συνέχεια, άλλαξαν πάρα πολύ την εικόνα του πολιτικού. Στην παλιά Ελλάδα ο πολιτικός έπρεπε να ξεχωρίζει με την αρετή, το ήθος του, την μόρφωσή του, ακόμα και την καταγωγή του – κι αυτό συνέβαινε σε όλο το εύρος του πολιτικού φάσματος: ακόμα και στην Αριστερά, οι άνθρωποι της οποίας πάντα μιλούσαν για το καλό του λαού, έστω και γενικά και αόριστα. Όλοι μα όλοι προσπαθούσαν να φαίνονται ξεχωριστοί επιδεικνύοντας σοβαρότητα και μόρφωση – μερικές φορές η προσπάθεια αυτή έβγαζε και λίγο γέλιο, έτσι όπως έμπλεκαν την απλή καθαρεύουσα με την ανάγκη να γίνουν κατανοητοί, θυμηθείτε τον Μαυρογιαλούρο.
Ο Αντρέας ήταν σαν να σέρνει το χορό στα λαϊκά πανηγύρια: από πίσω ένας ολόκληρος κόσμος συνωστίζονταν για να κρατήσει το μαντήλι, ενώ το δημόσιο χρέος ανέβαινε αλματωδώς, ο διορισμός είχε γίνει το μεγάλο όραμα και τα λαμόγια κάνανε δουλίτσες. Ωραίες εποχές, που απλά κοστίσανε πολύ, αλλά έτσι συμβαίνει με τα πανηγύρια.
Μπορεί να βρίζει τους πάντεςΤην δεκαετία του ‘ 80 άλλαξε η Ελλάδα – πρώτα από όλα άλλαξαν οι προβληματισμοί της. Και μαζί με αυτούς άλλαξαν και οι πολιτικοί της. Ο Πολάκης μας έρχεται από εκείνη την εποχή κι όποιος την έχει ζήσει τον καταλαβαίνει. Αυτό που πουλάει ως αυθεντικότητα είναι ένα ξεπατίκωμα της χειρότερης και πιο γραφικής περιόδου των 80’ς: προσπαθεί να υποδυθεί τον άνθρωπο του λαού που έφτασε στο μετερίζι της εξουσίας – για να θυμηθώ μια ακόμα παλιοπασοκική έκφραση. Μόνο που όπως πάντα συμβαίνει με την απεικόνιση και την κακοδουλεμένη αναπαράσταση αυτό που τελικά προκύπτει ως εικόνα και έκφραση είναι ένα καρακιτσαριό, που δεν έχει και πλάκα. Ο Πολάκης που λέει μαντινάδες, δεν λέει σοφά λόγια: είναι σαν να απαγγέλει τετράστιχα των ημερολογίων. Ο Πολάκης που χορεύει ζεμπεκιές στον Κραουνάκη (!) προκαλεί απλά χαμόγελα στη σκέψη ότι λίγο αργότερα μπορεί να χόρευε και σουίνγκ ή να τραγουδούσε για μια χοντρή που πάει για καφέ να τις φύγει το στρες – τον φαντάζεστε; Ο Πολάκης που καπνίζει περιφρονώντας τον αντικαπνιστικό νόμο δεν μοιάζει με παιδί του λαού, αλλά με κακομαθημένο ανάγωγο. Ο Πολάκης που ζητάει να μπει και κανένας φυλακή, νομίζοντας ότι εκπροσωπεί το λαϊκό αίσθημα, το κάνει με τόσο στόμφο που νομίζεις ότι το χει κάνει πρόβα στον καθρέφτη του. Ο Πολάκης που καταγγέλλει τη Δεξιά και παίρνει καταναλωτικά δάνεια με περίεργες διαδικασίες, προδίδει απλά την υποκρισία του. Μπορεί να βρίζει τους πάντες, αλλά αυτό δεν τον κάνει λαϊκό αγωνιστή: πιο πολύ μοιάζει με ταραγμένο μπάρμπα.
Η υποκρισία της υποκριτικής
Ο Πολάκης τα κάνει όλα αυτά πιστεύοντας πως υπάρχουν πολλοί που τα γουστάρουν, πολλοί που βλέπουν σε αυτόν ένα αυθεντικό εκπρόσωπο της αγανάκτησης τους. Εγώ βλέπω μόνο ένα κακό ηθοποιό που προσπαθεί να παίξει ρόλους προηγούμενων ηθοποιών με πενιχρά αποτελέσματα. Η υποκρισία της υποκριτικής καταστρέφει και το προσωπείο. Σε λίγα χρόνια θα ρωτάμε «μα ποιος διάβολε ήταν εκείνος ο Πολάκης;».
Πηγή: karpetshow.gr
Γιατί οι λαοί μας επιλέγουν πάντοτε σαν κυβερνήτες, σαν αντιπροσώπους, ανθρώπους οι οποίοι θα προσπαθήσουν να τους καταστρέψουν από την επόμενη ημέρα της εκλογής τους; Γιατί τόσος παραλογισμός στην πολιτική και κοινωνική ζωή; Γιατί στην κορυφή τής αποθεώσεως τού Ορθολογισμού, κυριαρχεί απολύτως η μυθοποίηση καταστάσεων, γεγονότων και προσώπων; Γιατί η μυθοποίηση πήρε τόσο εύκολα την θέση τής σκέψης; Η νοησιαρχία του Καρτέσιου γέννησε τον Ρομαντισμό τού Γκαίτε και την παραίτηση απο την κοινωνική ζωή, με την κυριαρχία του συναισθήματος;
Η ΑΥΤΟΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΗ ΕΠΙΛΟΓΗ ΚΥΒΕΡΝΩΝΤΩΝ.
Γιατί οι λαοί μας επιλέγουν πάντοτε σαν κυβερνήτες, σαν αντιπροσώπους, ανθρώπους οι οποίοι θα προσπαθήσουν να τους καταστρέψουν από την επόμενη ημέρα της εκλογής τους; Γιατί τόσος παραλογισμός στην πολιτική και κοινωνική ζωή; Γιατί στην κορυφή τής αποθεώσεως τού Ορθολογισμού, κυριαρχεί απολύτως η μυθοποίηση καταστάσεων, γεγονότων και προσώπων; Γιατί η μυθοποίηση πήρε τόσο εύκολα την θέση τής σκέψης; Η νοησιαρχία του Καρτέσιου γέννησε τον Ρομαντισμό τού Γκαίτε και την παραίτηση απο την κοινωνική ζωή, με την κυριαρχία του συναισθήματος;
Ο Ernst Cassirer, έγραψε το τελευταίο του βιβλίο «Τί Είναι ο Μύθος» προσπαθώντας να απαντήσει σ’αυτά τα επικίνδυνα για τον εξελιγμένο άνθρωπο, ερωτήματα! Η παραίτηση απο τον ΝΟΥ, παίζει οπωσδήποτε καθοριστικό ρόλο, αλλά ας δούμε λίγα πράγματα απο την έρευνα τού Κασσίρερ, που είναι και πιό κατανοητά, ίσως στην σκοτεινή μας αντίληψη, η οποία βυθισμένη στον αισθητό κόσμο, στερείται αρχών διακρίσεως.
Μας επισημαίνει λοιπόν πώς μετά τούς παγκοσμίους πολέμους, και παρότι η τεχνολογία αυξάνει αλματωδώς, υπήρξε μία ριζική αλλαγή στην πολιτική σκέψη. Εμφανίστηκε μία καινούργια δύναμις. Η δύναμις της μυθικής σκέψης. Η οποία νίκησε κατά κράτος την Ορθολογική σκέψη.
Ενώ συνεχίζουμε να λύνουμε τα τεχνικά μας προβλήματα, βασιζόμενοι στην επιστήμη και στην τεχνολογία, στην πολιτική, κανένας μας δέν χρησιμοποιεί πλέον την Ορθολογική σκέψη. Ο σημερινός άνθρωπος φαίνεται να’χει ξεχάσει απολύτως όλα όσα είχε μάθει στην διάρκεια τής διανοητικής του ανάπτυξης. Επέστρεψε πίσω στις πρώτες φάσεις, σχεδόν πρωτόγονες, της ανθρώπινης κουλτούρας. Ξαναεμφανίστηκαν οι Φυλές, οι συμμορίες, το ομαδικό πνεύμα. Ακόμη και στην Φιλοσοφία και στην Θεολογία με την εμφάνιση τών διαφόρων ακαδημιών, τών ιδρυμάτων και ινστιτούτων, η σκέψη είναι οργανωμένη ομαδικά, πρωτόγονα. Υπάρχει ο αρχηγός των πολεμιστών, ο Καλαϊτζίδης πχ., ο μάγος θεραπευτής, ο Ιγνάτιος, και οι μητέρες! Η Ακαδημία Βόλου είναι το εντυπωσιακότερο παράδειγμα. Δεδομένου ότι πιστεύει ότι είναι η αιχμή τής νεωτερικότητος και τού μοντέρνου. Και ίσως είναι! Απο την στιγμή της μυστηριώδους επιστροφής τού ανθρωπίνου πνεύματος στον πρωτογονισμό τών Τότεμ και των Ταμπού.
Ο Κασσίρερ λοιπόν μας προτείνει μία διδακτική σκηνή απο τον Φάουστ τού Γκαίτε για να κατανοήσουμε την σύγχρονη ασθένεια τού πνεύματός μας, η οποία συνοδεύεται στην φιλοσοφία, από την κυριαρχία τού υποκειμένου!
Σ’αυτή την σκηνή λοιπόν βλέπουμε τον Φάουστ, μέσα στην κουζίνα τής μάγισσας, να περιμένει το μαγικό ποτό με το οποίο θα ξανααποκτήσει την νεότητά του. Όρθιος μπροστά σ’ένα μαγεμένο καθρέφτη, ξαφνικά, έχει μία θαυμαστή όραση. Εμφανίζεται στον καθρέφτη η εικόνα μιάς γυναίκας με υπερφυσική ομορφιά. Μένει εκστατικός και άλαλος. Αλλά ο Μεφιστοφελής, που βρίσκεται δίπλα του, γελά με τον ενθουσιασμό του. Γιατί έχει πείρα: γνωρίζει πώς αυτό που είδε ο Φάουστ δέν ήταν η μορφή μίας πραγματικής γυναίκας,ήταν μόνον μία δημιουργία τού ίδιου τού πνεύματός του.
Απο τότε οι περισσότεροι φιλόσοφοι και ποιητές πίνουν ασταμάτητα απο αυτή την μαγική κούπα. Αισθάνονται αναζωογοννημένοι και ξανανιωμένοι! Απο τότε οι πνευματικοί άνθρωποι άρχισαν να βλέπουν τα πράγματα σε ένα νέο μεταμορφωτικό Φώς. Δέν μπορούν να επιστρέψουν πλέον στον κοινό κόσμο, στον κόσμο τού όχλου. Χάθηκαν οι βασικές διακρίσεις ανάμεσα στον μύθο και στην πραγματικότητα, στην ποίηση και στην αλήθεια. Άρχισαν να συμπίπτουν και να ταυτίζονται: ο Νόβαλις δήλωσε: Η ποίηση είναι αυτό που είναι απολύτως και καθαρά πραγματικό! Αυτό που είναι πιό ποιητικό είναι πιό αληθινό. Χάθηκε οριστικά κάθε διάκριση ανάμεσα στον υποκειμενικό και τον αντικειμενικό κόσμο. Το ιδεατό και το πραγματικό συμπίπτουν. Το σύστημα τής ταυτότητος κατέληξε θριαμβευτικά στην Φιλοσοφία τής μυθολογίας τού Σέλλινγκ.
Ο Κάντ είχε ισχυρισθεί πώς τήν ανθρώπινη γνώση, την οδηγούν δύο ρυθμιστικές αρχές. Οι αρχές τής ομοιότητος και της ανομοιότητος, της ομογένειας και της ετερογένειας. Για να λειτουργήσει η ανθρώπινη νόηση και οι δύο αρχές είναι απαραίτητες. Η λογική αρχή τού γένους που απαιτεί την ταυτότητα, αντισταθμίζεται από μία άλλη αρχή, του είδους, που απαιτεί διαφορετικότητα και τήν πολλαπλότητα των πραγμάτων.
Η ανθρωπολογία λοιπόν ανακαλύπτει στην συνέχεια πώς η πρωτόγονη διάνοια, είναι κατώτερη από την σύγχρονη, ώς πρός την μάζα και το μέγεθος τής πληροφορίας, των εμπειρικών δεδομένων, αλλά συμφωνεί τελείως μαζί μας, με τους δικούς μας τρόπους σκέψης και συλλογισμού, στην ερμηνεία αυτών των γεγονότων. Ο πρωτόγονος μάγος ή ο αλχημιστής δέν διαφέρει σε τίποτε απο τον σύγχρονο επιστήμονα, ο οποίος κάνει πειράματα στο εργαστήριο του. Και η κοινή προϋπόθεση είναι η πίστη στην τάξη και στην ομοιομορφία της φύσεως: στην φύση δηλαδή, ένα γεγονός το διαδέχεται αναγκαίως ένα άλλο χωρίς την επέμβαση οποιασδήποτε πράξεως πνευματικής ή προσωπικής.
Ακόμη και σήμερα που κατερρίφθη υποτίθεται με την σχετικότητα αυτή η πεποίθηση περί της ομοιογένειας των φυσικών φαινομένων, δέν εμφανίστηκε κάποιος ρόλος μίας προσωπικής πράξεως, μία απαραίτητη ανθρώπινη επέμβαση! Ακόμη και η γενετική επεμβαίνει στην Φύση, πιστεύοντας στην ομοιογένειά της.
Τίποτε δέν αλλάζει. Δέν είναι κάν δυνατή η αλλαγή. Τί δέν αλλάζει δηλαδή; Η αιτία και το αποτέλεσμα. Ο νόμος της βαρύτητος. Η δύναμις. Ο δυνατός είναι ταυτισμένος πάντοτε με την ουσία, με την υπόσταση! Η προσωπικότης αναλαμβάνει την αρχηγία. Για να επιλέξω τον δυνατό όμως δηλώνω την αδυναμία μου. Μπορώ να μεταλλάξω την αδυναμία μου βεβαίως σε δύναμη αλλά και πάλι βρίσκομαι παγιδευμένος στο καλό και στο κακό.
Η ανθρωπότης δοκίμασε και την λύση τής Ιεραρχίας. Μία κλίμακα δύναμης όπως την προσδιόρισε η σχολαστική φιλοσοφία, η οποία άφηνε όλους ευχαριστημένους, πρόσφερε δύναμη, διαβαθμισμένη αλλά με την δυνατότητα αυξήσεως. Πάνω σ’αυτή την Ιεραρχία στηρίχθηκε και η οικονομία και η δημιουργία αστικής τάξεως. Αυτή η Ιεραρχία καταρρέει σήμερα, αποκαλύπτοντας το κακό που έκρυβε, την εξάρτηση των πολλών από τους λίγους. Την αδυναμία της ποσότητος να γίνει ποιότητα. Την ρίζα του μύθου. Την απόλυτη ψευδαίσθηση ότι η ποσότης μπορεί να γίνει ποιότητα! Λίγο πρίν φτάσει στην κορυφή η πέτρα της ζωής ξανακυλά στον πάτο. Την αλήθεια τού μύθου του Σίσυφου. Άλλος είναι ο δρόμος της ποιότητος.
Το δράμα τού ανθρώπου χτές και σήμερα μοιάζει με τον αγώνα τού αλχημιστού. Απο το σίδερο να βγάλει χρυσό! Δέν έγινε ποτέ εφικτό! Ούτε θα γίνει. Απλά στο τέλος της ζωής του ο άνθρωπος, όπως και ο αρχαίος Αλχημιστής ανακαλύπτει πώς κατέστρεψε και τον σίδερο. Τον καθρέφτη τού Ντόριαν Γκρέυ. Παρομοίως και ο Γιούνγκ, ο τελευταίος Αλχημιστής της Ιστορίας, πεθαίνοντας αναρωτήθηκε με απελπισία! Ξέρει η ανθρωπότης ότι πεθαίνω;
Το πνεύμα πρέπει να υπερίπταται υπεράνω των υδάτων, ο ζωντανός άνθρωπος είναι ο πιστός, με ότι αυτό συνεπάγεται. Ο άνθρωπος της πίστεως πρέπει να περπατά πάνω στα ύδατα. Διαφορετικά σάν πέτρα θα βυθιστεί κάνοντας μία τρύπα στο νερό. Στο μηδέν από όπου δημιουργήθηκε. Στην άβυσσο. Μόνον η πίστη μπορεί να γίνει η πέτρα που δέν βυθίζεται στα ύδατα τού Μηδενός, πάνω στην οποία μπορεί να οικοδομηθεί η αληθινή ζωή.
Στην κριτική τού καθαρού λόγου ο Κάντ ορίζει πώς η σκέψη η ίδια κινείται με ένα μεθοδολογικό κριτήριο, την αρχή τής ομοιογένειας, η οποία αρχή όμως, εκτός του ότι αποτελεί το συστατικό στοιχείο τού Εγώ και είναι η πηγή τής λογικής αποτελεί και την βασική λειτουργία ακόμη και τής πρωτόγονης σκέψης. Ο πρωτόγονος δρά και σκέπτεται σαν ένας αληθινός φιλόσοφος (αφού ο ίδιος ο Κάντ μείωσε την φιλοσοφία στο επίπεδο τής κοινής γνώμης). Συνδυάζει τα δεδομένα τής αισθητής του εμπειρίας και προσπαθεί να τα οδηγήσει σε μία τάξη με κάποια συνέπεια και συστηματικότητα. Η διαφορά αυτής τής σκέψης απο την σκέψη τού Χέγκελ π.χ. είναι απλώς διαφορά βαθμού, η βάση τους είναι ίδια. Το θαύμα και ο τρόμος, είναι σταθερά θεμέλια τής ζωής και τού πρωτόγονου και τού μοντέρνου και πρόκειται για την στάση τού ανθρώπου μπροστά στο φαινόμενο τού θανάτου.
Επειδή λοιπόν η πρωτόγονη σκέψη είναι μυθική, η ρίζα που καταδυναστεύει τον σημερινό Ευρωπαίο και τον οδηγεί σε λανθασμένες πολιτικές επιλογές βρίσκεται στην πρωτόγονη σκέψη. Η ερμηνεία τής οποίας γίνεται εφικτή, τί περίεργο, με την βοήθεια τής κριτικής τού καθαρού λόγου τού Κάντ.
Έτσι λοιπόν ο πρωτόγονος αναρωτιέται: «Κατ’αρχάς ποιό πράγμα κάνει την διαφορά ανάμεσα σ’ένα ζωντανό σώμα και ένα νεκρό; Τί πράγμα καθορίζει το ξυπνητό, τον ύπνο, την έκσταση, την ασθένεια, τον θάνατο; Κατά δεύτερο λόγο, τί πράγμα είναι εκείνες οι ανθρώπινες μορφές που εμφανίζονται στα όνειρα και στα οράματα; Κάθε άνθρωπος λοιπόν διαθέτει δύο πράγματα που του ανήκουν. Μία ζωή και ένα φάντασμα. Σε στενό δεσμό με το σώμα. Η ζωή καθότι τού επιτρέπει να αισθάνεται, να σκέπτεται και να πράττει. Το φάντασμα σαν εικόνα του ή σαν δεύτερο Εγώ. Και τα δύο διαχωρίζονται απο το σώμα. Η ζωή, διότι το εγκαταλείπει νεκρό, το φάντασμα διότι εμφανίζεται σε κάποια απόσταση απο το σώμα. Η σύνθεση αυτών των δύο πραγμάτων έδωσε την έννοια τής ψυχής φάντασμα. Μία γνώμη που βρίσκεται παντού στην οικουμένη. Αυτή η πεποίθηση είναι τόσο ομογενής σε όλο τον κόσμο που μας βοηθά εύκολα να συμπεράνουμε πώς αποτελεί την πιό καθαρή απόδειξη στην πίστη τών ανθρώπων στα δεδομένα των αισθητηρίων τους, στον αισθητό κόσμο.
Ο ανθρωπολόγος Lery-Bruhl, διαφώνησε με την τοποθέτηση αυτή, επιμένοντας πώς ο πολιτισμένος άνθρωπος διαθέτει μία λογική άγνωστη στην πρωτόγονη σκέψη, η οποία είναι προ-λογική ή μυστικιστική.
Πάλι ο Κάντ, μπορεί να λύσει αυτή την αντίθεση. Η αρχή τής ομοιογένειας είναι μεθοδολογική, δέν είναι οντολογική, αντικειμενική! Δέν είναι συστατική τού όντος. Οι κανονιστικές αρχές γίνονται αντιφατικές όταν λαμβάνονται σαν συστατικές. Οι κανόνες αυτοί μπορούν να χρησιμεύσουν σαν γνωμικά, σαν αποφθέγματα σοφίας ή σαν ηθικές αρχές.
Ένας προτιμά την ενότητα και την ομοιογένεια και ένας άλλος την διαφορά και την ιδιαιτερότητα. Κάθε γνώμη στηρίζεται στην προτίμηση της μίας ή της άλλης κανονιστικής αρχής τής σκέψης. Οι γνώμες μας αυτές δημιουργούν προβλήματα όταν αντιμετωπίζονται σαν αντικειμενική, αληθινή γνώση. Είναι τρόποι της νοήσεως, δέν ανήκουν στην οντολογία, στην σύσταση του όντος.
Και όμως, τονίζει ο Κασσίρερ, απο όλες αυτές τις θεωρίες και εξηγήσεις λείπει το ουσιαστικό στοιχείο τού μύθου, το παράλογο, το συγκινησιακό βάθος του μύθου, λόγω του οποίου ο μύθος ενυπάρχει ή χάνεται. Για να πάρουμε μία ιδέα τής τεράστιας διαφοράς, παρόλες τις ομοιότητες με την μυθική σκέψη, απο την σύγχρονη νοοτροπία, ας ακούσουμε τί λέει ο ανθρωπολόγος Franz Baas, για την γλώσσα τής φυλής Kwakintl. «Θα διαβάζαμε με πολύ μεγαλύτερη ευχαρίστηση τις εφημερίδες μας εάν η γλώσσα μας, όπως η διάλεκτος των Ινδών Kwakintl, μας υποχρέωνε να πούμε εάν μία διήγηση βασίζεται στην δική μας απευθείας εμπειρία ή σε ένα συμπέρασμα, ή σε κάτι που ακούγεται ή εάν αυτός που την μεταφέρει την ονειρεύτηκε!»
Η πρωτόγονη, μυθική σκέψη, αντίθετα απο ότι πιστεύουμε, είναι πρωτογενής, και στηρίζεται στο μάθημα τής φύσεως, στην απέραντη διαφορά και διάκριση που υπάρχει στην φύση και στην ομορφιά της. Είναι αγαθή και πιστή στην μητέρα Φύση που την τρέφει και την διδάσκει. Η δική μας σκέψη, στηριγμένη στην φανταστική νίκη μας στην Φύση, δέν διακρίνει πλέον την πραγματικότητα απο την επινόηση και την φαντασία. Η δική μας σκέψη δέν έχει ακρίβεια, όπως η πρωτόγονη, διότι δέν είναι απαραίτητη στην επιβίωση μας. Οι ομοιότητες και οι διαφορές είναι τόσο απαραίτητες στον πρωτόγονο άνθρωπο, ακόμη και για να γυρίσει στο σπίτι του.
Στην πρωτόγονη ζωή, η οποία είναι και η πηγή τού μύθου, βρίσκουμε μία φλογερή επιθυμία των ατόμων να ταυτιστούν με την ζωή της κοινότητος και με την ζωή της φύσεως. Διότι σε όλες τις ανθρώπινες δραστηριότητες και σε όλες τις μορφές τής ανθρώπινης κουλτούρας βρίσκουμε μία «ενότητα στην πολλαπλότητα». Η τέχνη μάς δίνει μία ενότητα τής εμπνεύσεως. Η επιστήμη την ενότητα τής σκέψης. Η θρησκεία και ο μύθος μάς δίνουν την ενότητα τού αισθήματος. Η τέχνη μάς διανοίγει στον κόσμο τών ζωντανών μορφών. Η επιστήμη μάς παρουσιάζει ένα σύμπαν νόμων και αρχών. Η θρησκεία και ο μύθος ξεκινούν με την συνειδητοποίηση τής θεμελιώδους ενότητος και καθολικότητος τής ζωής.
Δέν είναι αναγκαίο αυτή η ζωή που διαπερνά το όλον να συλλαμβάνεται σε μία προσωπική μορφή. Συναντούμε πρωτόγονες θρησκείες, στις οποίες το νόημα τής προσωπικότητος απουσιάζει. Όπως επίσης και θρησκείες ανεπτυγμένες, στις οποίες το προσωπικό στοιχείο χάνεται απο άλλα πιό σημαντικά στοιχεία. Οι μεγάλες θρησκείες της Ανατολής, ο Βραχμανισμός, ο Βουδισμός, και ο Κομφουκιανισμός, τείνουν πρός το απρόσωπο. Η ταυτότητα των ουπανισάδων είναι μεταφυσική, εκφράζει την θεμελιώδη ενότητα του Εγώ με το Σύμπαν, του Άτμαν με το Μπράμαν. Είναι μία αφαιρετική ταυτότητα, θεωρητική!
Ίδια όμως στην δομή με την πρωτόγονη ταυτότητα, η οποία χάνεται ταυτιζόμενη στην Φύση, ενώ οι Ανατολικές πιό εκλεπτυσμένες εκδοχές ταυτότητος, χάνονται ταυτιζόμενες με τον κόσμο, το Σύμπαν.
Η Ελληνική φιλοσοφία υπήρξε η θαυμαστή μεσαία οδός. Δύσκολη και ανεπανάληπτη. Γι’αυτό και εγκατελείφθη γρήγορα για πιό εύκολες λύσεις. Ο Όμηρος ήδη αρχίζει να διαγράφει την παρουσία μίας διαφορετικής ψυχής, διαφορετικής απο την γνωστή ενότητα ψυχής και σώματος, του αισθητού κόσμου. Μίας ψυχής ηρωϊκής, που αψηφά τον θάνατο. Η οποία γεννιέται απο τον θυμό τού Αχιλλέα ενάντια στον Δεσποτισμό τής εξουσίας που αφάνιζε τον ξεχωριστό άνθρωπο, μέχρι την αφύπνιση τής πατρότητος τού Οδυσσέα, που τον παρακίνησε τελικώς να εγκαταλείψη τις ηδονές, για να γνωρίσει τον γιό του και να επιστρέψει. Και φθάνει μέχρι την Δημοκρατία, την πατρίδα, τον ΝΟΥ. Ο οποίος εξασφαλίζει ταυτόχρονα την ενότητα και με την Φύση και με το Σύμπαν. Το ήθος, την ευθύνη, την αλήθεια. Στα αιώνια περιεχόμενα του ανθρώπου.
Τα οποία άρπαξε σαν λάφυρα η Ευρώπη. Οικοδομώντας το άτομο, το άπληστο Εγώ που φαντασιώνεται ότι είναι ο κατακτητής τής Φύσεως και του Σύμπαντος, δημιουργός ζωής, Σύνθεος. Χάνοντας και την ολοκλήρωση, την τελειότητα, που έφερε στην ιστορία μας ο Ιησούς Χριστός, προσφέροντας στον καθένα μας το αθάνατο όνομά Του, με τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, που θεμελιώνονται στην Δύναμη τού ονόματός Του.
Ας επιστρέψουμε όμως στον Μύθο. Ο οποίος γεννιέται απο βαθιές ανθρώπινες συγκινήσεις. Ο Μύθος όμως πάλι δέν μπορεί να ορισθεί σαν μία απλή συγκίνηση, διότι είναι η έκφραση τής συγκινήσεως. Και η έκφραση ενός αισθήματος δέν είναι το ίδιο το αίσθημα. Αυτό που ήταν μία παθητική στάση, γίνεται ενεργητική διαδικασία. Και όλες οι ανθρώπινες συγκινήσεις, είναι τελικώς ένα τελετουργικό που τελείται, που χορεύεται μπροστά στον θάνατο. Είναι μία χαμένη μάχη με τον θάνατο. Όπως η μάχη τού Διγενή Ακρίτα. Στην θρησκεία ο άνθρωπος τού μύθου συναντά τον θάνατο πρόσωπο με πρόσωπο, τον αντιμετωπίζει και κλέβει την ζωή του, νικά τον φόβο του θανάτου , όχι τον ίδιο τον θάνατο. Ζεί την ζωή, η οποία είναι ηρωϊκή, ζωή αρετής, δόξας, ταιριαστή στον άνθρωπο, ζωή κοινωνίας, μέσω τής εκφράσεως των συγκινήσεων, μέσω τής μελέτης θανάτου που γεννά τον πολιτισμό. Μέσω τής τραγωδίας που γέννησε τον πολιτισμό. Αυτή η νίκη τού φόβου τού θανάτου γέννησε την Δημοκρατία. Το αίσθημα της αυτοπεποιθήσεως, της ισότητος και της ελευθερίας.
Εάν ο άνθρωπος δέν αναμετρηθεί με τον θάνατο, δέν διαλέξει την ζωή μέσω τής ηρωϊκής πράξεως τής μυήσεως, που παλεύει σε κάθε εποχή με τον θάνατο στα μαρμαρένια αλώνια. Εάν δέν επιλέξει την ελευθερία του απο τον φόβο του θανάτου, στην ζωή του θα διαλέγει πάντοτε τον θάνατο. Δηλαδή το τέλος τού φόβου. Διότι ο Φόβος του θανάτου δέν αντέχεται. Σε όλες τις πτυχές τής ζωής του θα διαλέγει την αυτοκαταστοφή του. Απο τον γάμο του, μέχρι την εργασία του. Μέχρι την επιλογή του πολιτικού του. Θα διαλέγει τον άνθρωπο που θα τον οδηγήσει πιό κοντά στον θάνατο. Τον θάνατο, τον δυνατότερό του, προσπαθώντας να τον εξορκίσει με την ψήφο του, θυσιάζοντας την ελευθερία του στον βωμό του! Η στην ανυπαρξία τού Εγώ του. Στο θάψιμο τής συνειδήσεώς του, που είναι η μόνη πόρτα που παραμένει ανοιχτή και μας προσκαλεί πρός την αιώνιο ζωή που είναι ο προορισμός μας. Στον αγώνα για αληθινή ζωή. Με θυμό και νοσταλγία. Ο Πάν πρέπει να πεθάνει για να ανοίξουμε στο όλον, στο φώς τής δικαιοσύνης. Ο πανικός μπρός στον θάνατο πρέπει να νικηθεί. Διαφορετικά θα ζούμε όλη μας την ζωή μέσα σε πανικόβλητα κοπάδια, μέσα στον τρόπο του θανάτου, υποκύπτοντας σε κάθε απειλή. Απροστάτευτοι. Όπως ζούμε σήμερα. Επιλέγοντας την αυτοκαταστροφή μας.
Ο Κασσίρερ διακρίνει με διαύγεια την διαφορά ανάμεσα στην έκφραση τού μύθου και της έκφρασης τού νοήματος τού πολιτισμένου κόσμου. Ο πολιτισμένος δημιούργησε την συμβολική έκφραση, ενώ ο μύθος βιώνεται άμεσα. Ο συμβολισμός ακόμη και ο γλωσσικός εκφράζει τις αισθητηριακές εντυπώσεις. Ενώ ο μύθος εκφράζει τα συναισθήματα. Η διαφορά βρίσκεται στο ότι εκφράζοντας τα συναισθήματα με τον μύθο, αυτά φεύγουν, διαλύονται και μας ελευθερώνουν. Ενώ η συμβολική έκφραση συγκεντρώνει τις εντυπώσεις και τις ενοποιεί, δημιουργώντας μία εμπειρική συνείδηση. Ο μύθος προσπάθησε να διδάξει τους ανθρώπους πώς ο θάνατος δέν σημαίνει και την εξαφάνιση της ζωής του ανθρώπου. Στο τέλος μάλιστα έφτασε να δηλώσει πώς ο θάνατος είναι μία αλλαγή τής μορφής τής ζωής. Ότι δέν υπάρχει ένα σύνορο συγκεκριμένο ανάμεσα στην ζωή και στον θάνατο. Στον μύθο ο θάνατος σιγά-σιγά μεταμορφώνεται σε μία εικόνα, και παύει να είναι ένα απλό φυσικό γεγονός, καθιστώντας τον κατανοητό και υποφερτό.
Απο τον μύθο στον Λόγο, ο δρόμος είναι ανοιχτός, για όποιον επιθυμεί να τον ακολουθήσει. Αλλά σήμερα στην Ελλάδα και στον κόσμο, προτιμώνται οι εύκολες, πρωτόγονες λύσεις.
Αμέθυστος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου