Συνέχεια από Δευτέρα, 3 Ιανουαρίου 2022
HANS URS VON BALTHASAR
ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ (THEOLOGIK)
Τρίτος Τόμος
ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ (DER GEIST DER WAHRHEIT)
(Οι δύο προηγούμενοι τόμοι: 1) Αλήθεια τού κόσμου (Wahrheit der Welt), 2) Αλήθεια τού Θεού (Wahrheit Gottes) )
Johannes Verlag, 1987
4. ΓΙΑ ΤΟ ΦΙΛΙΟΚΒΕ
V. ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΚΑΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ
5. ΠΝΕΥΜΑ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΟ
γ) (Τα) Μυστήρια
Ευχαριστία. Καθώς σ’ αυτό το κεντρικό μυστήριο – το οποίο η ευχαριστιακή πράξη καθιστά κάτι περισσότερο από ένα απλό και μόνο μυστήριο – πρόκειται για το ολοκληρωμένο ως «ζωοπάροχο Πνεύμα» σώμα τού Χριστού, το ερώτημα για τον ρόλο τού Αγίου Πνεύματος στην «πραγματοποίηση» αυτού τού Σώματος για και μέσω τής Εκκλησίας καθίσταται ιδιαιτέρως φλέγον. Και καθώς η συναγμένη κοινότητα αποτελείται από βαπτισμένους πιστούς, συγκεντρωμένους στην ζωή και την ενότητα του Χριστού και του Πνεύματός του, η παράκληση και η αυτοπροσφορά στον Θεό καθίστανται, με σκοπό να «αναπαρασταθή» σωματικά ο Χριστός, εξόχως «πυκνές» και «διεισδυτικές». «Προσκρούουμε» βέβαια στο πολυσυζητημένο κατ’ αρχάς ερώτημα της Επικλήσεως, κέντρου και κορυφής τρόπον τινά τής Αναφοράς αυτού το οποίο έχει εντεταλθή να προσφέρη, ως σύμβολο της αυτοπροσφοράς της στον Θεό, η Εκκλησία – του άρτου και του οίνου (( σ.σ.: Ακολουθούμε στο «περίπλοκο» ερώτημα της Επικλήσεως τις διαφωτιστικές εξηγήσεις τού Johannes Betz στο βιβλίο του «Η Ευχαριστία στον καιρό τών Ελλήνων Πατέρων», εκδόσεις Herder, 1955, βλέποντας να εντάσσεται κατά εκπληκτικό τρόπο η παρατιθέμενη απ’ αυτόν «εξέλιξη» στη βασική γραμμή τής ανωτέρω παρατεθείσης από εμάς «Πνευματο-Χριστολογίας», χωρίς να περιέρχεται ωστόσο στις «πολεμικές μονομέρειες» των όψιμων ορθοδόξων «λογομαχιών» τού 14ου αιώνα για την Επίκληση του Πνεύματος)) . Η πρώιμη ευχαριστιακή Λειτουργία προϋποθέτει ότι ο Λόγος, που ενσαρκώθηκε ο ίδιος στην Παρθένο, «ενσαρκώνεται» τώρα ανάλογα στο ψωμί και το κρασί · γι’ αυτό και υπάρχει μια απευθυνόμενη στον ίδιον κατ’ αρχάς τον Λόγο Επίκληση, να προσλάβη και με τις δυό «μορφές» (Υιού και Πνεύματος!) την Ευχαριστία. Η παράκληση μπορεί μάλιστα να απευθυνθή και στον Πατέρα, για να επιτρέψη να κατέλθη ο Λόγος του στις (συγκεκριμένες) «μορφές».[ΑΠΙΣΤΕΥΤΗ ΠΑΡΑΝΟΙΑ]
Πρέπει όμως να προσέξουμε, ότι η θεότητα
του Λόγου χαρακτηρίστηκε συχνά ως πνεύμα (σε αντίθεση προς τη σάρκα) την πρώιμη χριστιανική εποχή, κι
ότι πολλές πρώιμες «Επικλήσεις τού Πνεύματος» ήταν γι’ αυτό ακριβώς Επικλήσεις τού Λόγου στην πραγματικότητα! Το πιο
γνωστό δε παράδειγμα συναντάται στην Εκκλησιαστική
τάξη τού Ιππολύτου, όπου παρακαλούμε τον Πατέρα
να αποστείλη «το Άγιό του Πνεύμα στα προσφερόμενα χαρίσματα τής αγίας
(( Σημ.τ.μετ.: Και όχι τής αγίας
Του… )) Εκκλησίας»· πρόκειται
βέβαια για μια «Τάξη», προερχόμενη
από μιαν εποχή, όπου δεν είχε ακόμα («εξ αντανακλάσεως»
- reflex)
εννοηθή η «αυτοδυναμία» τού τρίτου
θεϊκού προσώπου, απ’ όπου και προκύπτει ( ; ), ότι «δεν υφίσταται κάποια
αντικειμενική, αλλά μια “ορολογική” και μόνο διαφορά μεταξύ τής Επικλήσεως
του Πνεύματος του Ιππολύτου και της γενικώς μαρτυρουμένης Επικλήσεως του Λόγου εκείνη την εποχή».
Το ίδιο «συμβαίνει» δε και με τον Ιγνάτιο, τον Ιουστίνο, τον Ειρηναίο, τον
Κλήμη και τον Ωριγένη, τον Μεθόδιο, τον Ευσέβιο, αλλά και με τον Αθανάσιο, τους
Καππαδόκες, τον Κύριλλο Ιεροσολύμων και τους Αντιοχείς. Για να υπάρξη ωστόσο
μια «στροφή» με τον Αθανάσιο, εφ’ όσον το Άγιο Πνεύμα καθίσταται αχώριστο ως
πρόσωπο απ’ τον Λόγο από εκεί και πέρα
(( Σημ.τ.μετ.: Ενώ πριν απ’ αυτόν
«χωριζόταν»… Υπάρχει μια εσκεμμένη πλέον «σύγχυση» μεταξύ Ουσίας, Υποστάσεων
και Ενεργειών στον Θεό, και γι’ αυτό «μισείται» τόσο βαθειά ο τελευταίος
μεγάλος Πατέρας τής Μίας Εκκλησίας τού τριαδικού Θεού, ο άγιος Γρηγόριος ο
Παλαμάς… )) · κάτι το οποίο «συμβαίνει» άλλωστε και στην Ενσάρκωση (( σ.σ.: Λέει
ο Μέγας Αθανάσιος, ότι «όπου είναι ο Λόγος, εκεί είναι και το Πνεύμα, και ό,τι
δημιουργείται απ’ τον Λόγο, έχει απ’ το Πνεύμα
τού Λόγου τη δύναμη του Είναι» (Προς Σεραπ. 3, 5). Κι επίσης ότι: «Όταν
κατήλθε στην αγία Παρθένο ο Λόγος, ήρθε
μαζί του και το Άγιο Πνεύμα σ’ αυτήν, και ο Λόγος διαμορφώθηκε εν Αγίω
Πνεύματι σωματικά» (ό.π. 1, 31) )) .
Δεν χρειάζεται παρά να «συλλογιστούμε» τώρα αυτόν τον «κανόνα», που τον
συναντήσαμε «διαυγώς» διατυπωμένο πρωτύτερα στον Κύριλλο Αλεξανδρείας, προς μια
διπλή, θεολογικά, περαιτέρω κατεύθυνση, ώστε να καταστή η καθαρά προσωπικά κατανοημένη Επίκληση του Πνεύματος της Ορθοδοξίας: υπάρχει μια ορισμένη κατ’ αρχάς «παθητικότητα» στην αυτοπροσφορά τού Ιησού στον τελευταίο Δείπνο: η αυτοπροσφορά Του ως τροφή προϋποθέτει τον
(εκούσιο) θάνατό Του (Γρηγόριος Νύσσης). (( σ.σ.: Θα μπορούσαμε να ακολουθήσουμε την ιδιάζουσα εδώ διδασκαλία τού Hartmut Gese στο «Η προέλευση του Μυστικού Δείπνου», όπου και μνημονεύεται μια
ιδιαίτερη μορφή τής ευχαριστιακής θυσίας, ονομαζόμενη “Toda”, όπου και «εννοείται», αρχής
γενομένης απ’ τους Ψαλμούς, μια διάβαση
μέσα απ’ την κατάσταση του θανάτου και μια «διάσωση» απ’ αυτήν. Ο Gese «διαβλέπει» στην αυτοπροσφορά τού Ιησού στον Μυστικό Δείπνο τη θυσία
Του μέχρι θανάτου – Ψαλμ. 21 –, καθώς και τη «διάσωση» από εκεί, λόγος για τον οποίον χαρακτηρίζει και ο
απόστολος Παύλος την Ευχαριστία ως προαναγγελία
θανάτου. )) Βλέπουμε να «συνυπάρχη» λοιπόν σ’ αυτήν την απόλυτη αυτο-παραχώρηση η
«γενναιοδωρία» τού Πνεύματος, να διαθέση όλα τα «δικά του», και το σώμα άρα τού
Χριστού,[ΤΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΕΙΝΑΙ ΣΩΜΑ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ, ΟΠΩΣ ΤΟ ΔΙΑΤΥΠΩΣΕ Ο ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ. ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΔΗΛ.] λόγος για τον οποίον
«δικαιολογήθηκε βαθειά» μια απευθυνόμενη κυρίως στο Πνεύμα Επίκληση. Η οποία δεν
«επιτρέπεται» κατά κανέναν ωστόσο τρόπο να απομονωθή «πολεμικά» απ’ την τριαδικά διατυπωμένη δέηση και προσευχή ((σ.σ.: Όπως
συμβαίνει π.χ. στην «Ορθόδοξη Πνευματολογία» τού Νίκου Α. Νησιώτη, ο οποίος
γνωρίζει ωστόσο, ότι «τα δυό χέρια τού Πατρός» ενεργούν πάντα μαζί και γι’ αυτό
η δυτική θεολογία δεν μπορεί να
«(παρα)συρθή» σ’ έναν «Χριστομονισμό» ))
. Η «παθητικότητα» του υποτασσόμενου
(στο θέλημα του Πατρός…) Ιησού είναι η πιο «γόνιμη» πράξη του, που επενεργεί μ’ έναν καινούργιο, ανώτερο τρόπο μέσα
από όλα, τα οποία Αυτός «παραγγέλλει» να επενεργήση το Πνεύμα. Ποια δύναμη είναι ισχυρότερη απ’ την
υποταγή; Στην Α’ Κορ. 10, 14 κ.ε. γίνεται σαφές «πώς το ένα, εσταυρωμένο Σώμα τού Χριστού οικοδομείται πάντοτε εκ νέου,
με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος, στο ένα Σώμα τής Εκκλησίας… Το ένα,
εσταυρωμένο Σώμα τού Χριστού «παρίσταται», με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος,
στον Άρτο τού Μυστικού Δείπνου. Και μαζί του παρίσταται άρα και αυτό που ο
Ίδιος παρέχει: η καινούργια, αποκεκαλυμμένη σ’ Αυτόν διάσταση ((Σημ.τ.μετ.: Ο «τα διεστώτα ενώσας»… )) , η
καινούργια ζωή». Ενώ σε κείνους, που τον υποδέχονται, «διαμορφώνεται η
προτυπωμένη στο εσταυρωμένο του Σώμα ανοιχτή
ύπαρξη». Με τη δε «αυτορροή» Του χαρίζει,
«με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος», και «από ψηλά» («από επάνω») τώρα τα
χαρίσματά Του, «αποστόλους, προφήτες, ευαγγελιστές, ποιμένες και διδασκάλους»
(Έφ. 4, 11), καθαρά (αμιγή) «εργαλεία
στη δύναμη του Αγίου Πνεύματος», για την οικοδομή τού εκκλησιαστικού Σώματος
του Χριστού (βλ. H.
Schlier, Η ενότητα της Εκκλησίας στη σκέψη
τού Αποστόλου Παύλου…). Έτσι «εργάζεται» αυτός που θυσιάστηκε
μέχρι τέλους, του οποίου η εντελώς «ελεύθερη» τελικά υποταγή δεν είναι παρά το
Πνεύμα που «υπηρετεί» Αυτόν και τον Πατέρα. Καθώς το όλο «έργο» τού Θεού είναι
τριαδικό, εφ’ όσον είναι ο Πατέρας που δωρίζεται εν Υιώ και Πνεύματι στον κόσμο,
η Επίκληση μπορεί να απευθύνεται και
στον Πατέρα, ως πηγή όλων τών χαρισμάτων, όπως συμβαίνει στον ρωμαϊκό Κανόνα: munera, Domine, oblata sanctifica, ut
tui
nobis
Unigeniti corpus
et
sanguis
fiant
(Αγίασε τα δώρα που προσφέρθηκαν, Κύριε, για να γίνη ο Μονογενής σου το σώμα
και το αίμα μας).
Επιστρέφοντας τώρα στην αρχή αυτών τών κειμένων μας για τα Μυστήρια, πρέπει να θυμηθούμε ότι δεν υπάρχει κανένα opus operatum χωρίς ένα opus operantis (( Σημ.τ.μετ.: Κανένα «ειργασμένο έργο» χωρίς ένα «έργο που κάποιος το εργάστηκε»… )) , κι ότι η εκκλησιαστική Αναφορά και Επίκληση αποτελεί, ως υπακοή απέναντι στον Χριστό που είπε «Τούτο ποιείτε (εις την εμήν ανάμνησιν)», μέρος επίσης τής «επικαιροποιημένης» στο Άγιο Πνεύμα παρουσίας τού Εσταυρωμένου και Αναστάντος (Χριστού). Η Εκκλησία, συμπεριλαμβανόμενη (η ίδια) εν Πνεύματι Χριστού στη θυσία Του, «προσάγει» την («μαριανική») συμφωνία της επ’ αυτού, μετέχοντας ωστόσο, με τη δύναμη του λόγου: «Τούτο ποιείτε» και την απαρέγκλιτη εντολή να τρώμε και να πίνουμε (το Σώμα και το Αίμα τού Χριστού), με τον εσώτατο εαυτό της σ’ αυτήν τη Θυσία. Κι αν φαίνεται πως «προσάγεται» η ίδια, πέρα κι απ’ τον «εαυτό» της, στον «θεϊκό Πατέρα» στην Αναφορά και την Επίκληση, λαμβάνει πάλι «ενσωματούμενη» αυτήν την «προσαγωγή» κατά τη Θεία Κοινωνία απ’ Αυτόν. Η «θυσία αινέσεως» και η «λογική θυσία» δεν αποτελούν κάποιες άϋλες και «αθώες» εκφράσεις, αλλά δηλώνουν μια προσωπική αφιέρωση, την εκπλήρωση κάποιου τάματος, μιαν ευχαριστία που απαιτεί ολόκληρη την ζωή μας. Η (χριστιανική) κοινότητα που συγκεντρώνεται εν Αγίω Πνεύματι πρέπει (οφείλει, καλείται) να αντιλαμβάνεται και να συμφωνή μ’ αυτήν τη «συμπερίληψή» της στην αυτο-θυσία (την εκούσια θυσία) τού Χριστού: η υποκειμενική δηλ. αγιότητα απαιτείται να γίνη εξ ολοκλήρου και πέρα απ’ τον εαυτό της αντικειμενική, θέτοντας πλέον «αντίστροφα» τις δικές της αξιώσεις ακόμα και στην καθημερινή ηθική τού πιστού. Καθώς ο αμφίπλευρος χαρακτήρας τού δεσμού (μεταξύ Θεού και ανθρώπου) τελειούται στην Ευχαριστία, αποδεικνύεται με τον πιο ισχυρό τρόπο το πόσο πολύ ο «λαός», όχι μόνο συμπεριλαμβάνεται «εν τω ιδίω Αγίω Πνεύματι» στην πράξη τού Θεού, αλλά και υφίσταται και υπάρχει πρώτα απ’ όλα εξ αυτής. Και δεν θά ’πρεπε να μιλάμε για μιαν «αύξηση της χάριτος» μέσω τής επαναλαμβανόμενης συμμετοχής στη λατρεία, αλλά για μιαν ολοένα και βαθύτερη «συμπαραλαβή» μέσω τού Πνεύματος, που εξερευνά τα ανεξερεύνητα βάθη τής Θεότητας. – Για να ακολουθήσουν οι δυό μυστηριακοί τώρα «καθαγιασμοί» στο κείμενό μας: ο «καθαγιασμός» στο εκκλησιαστικό αξίωμα και ο «καθαγιασμός» στην «κατάσταση» του γάμου.
( συνεχίζεται )
ΑΠΟΚΡΟΥΣΤΙΚΗ ΣΚΕΨΗ ΟΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΣΥΝΟΛΟ ΤΟΥ ΠΑΠΙΣΜΟΥ. ΔΙΑΒΡΩΜΕΝΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΤΙ-ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΛΟΓΙΚΗ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου