Συνέχεια από Πέμπτη 31 Ιανουαρίου 2019
HENRI DE LUBAC
Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΕΝΟΣ ΝΕΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΕΝΟΣ ΝΕΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
Έτσι λοιπόν ο άνθρωπος δεν ψάχνει παρά μόνον την άνεσή του και την ευτυχία του. Εξάλλου, a priori, τίποτε δεν τον εμποδίζει να έχει εμπιστοσύνη στο χρόνο. Είναι εντελώς φυσικό ένα μεγάλο πείραμα να μην δίνει αμέσως τα αποτελέσματά του. Είναι φυσικό να προκαλεί πολλές ανατροπές και κάποιες απογοητεύσεις, αλλά αυτές οι δυσκολίες δεν μπορούν να αποτελέσουν το αποφασιστικό αντίθετο επιχείρημα που απαιτείται. Το γεγονός πως αυτή η σκληρή μιζέρια δεν αποσπά τον άνθρωπο από τον δρόμο του, πως δεν είναι ικανή να τον αποσπάσει ή αν προτιμάμε καλύτερα, πως αυτό το εκπληκτικό ταρακούνημα δεν τον ξυπνά από το όνειρό του, δεν είναι ήδη μια απόδειξη υπέρ του βαθυτάτου ενστίκτου που τον ωθεί; Οι δύο πόλεμοι των οποίων φέρουμε τις συνέπειες, ήταν σαν δύο θανατηφόρα βέλη εναντίον του ονειρικού μας οικοδομήματος: αλλά το υποχρέωσαν να παραπατήσει, δεν το κατέστρεψαν, και η κρίση που προκλήθηκε σε πολλές συνειδήσεις πολύ συχνά αύξησε την ώθηση. Και ποιος θα λάβει στα σοβαρά, μπροστά σε τέτοιους στόχους, την αντίρρηση του απαισιόδοξου. Θεμελιωμένη πάνω σ’ ένα σκοτεινό παρόν και σε προβλέψεις ακόμη πιο απειλητικές, η απαισιοδοξία γρήγορα εκτοπίστηκε, στους περισσότερους, από την ελπίδα, και παρ’ όλους τους σαρκασμούς που προκαλεί, αυτή η ελπίδα μένει ανέπαφη. Αυτό λοιπόν και μόνο το γεγονός είναι αρκετό νομίζουμε για να πάρουμε στα σοβαρά και να εξετάσουμε την στερεότητα των ιδεών στις οποίες βασίζεται αυτή η ελπίδα.
Αλλά ακριβώς, αφού χαμογελάσαμε σαν σκεπτικιστές, δεν θα ήταν αναγκαίο να αγανακτήσουμε; Δεν πρόκειται στ’ αλήθεια για ένα απαγορευμένο όνειρο; Για μια δαιμονική φιλοδοξία; Εάν πρέπει να προβλέψουμε την καταστροφή του, δεν είναι ο λόγος ότι ο άνθρωπος ετοιμάζεται να «δαγκώσει τον απαγορευμένο καρπό», ότι ετοιμάζεται να κλέψει έναν ρόλο που δεν μπορεί να είναι δικός του; Ότι ετοιμάζεται να ταράξει την τάξη του κόσμου, ότι ετοιμάζεται να παραβεί τα δικαιώματα τού Θεού; Πάρα πολλοί το αναρωτήθηκαν. Σε μερικούς είναι σχεδόν μια μορφή συστολής ή η νοσταλγία μορφών ζωής και κουλτούρας των οποίων η αναντίρρητη γοητεία χάνεται για πάντα κάτω από τη ματιά μας. Λόγω μιας οπισθοδρομικής ψευδαισθήσεως, και πολύ συχνά ξεχνώντας πόσο ακριβά πληρώθηκαν και εκείνες οι μορφές ζωής. Σε άλλους, ένας απελπισμένος ρομαντισμός αναπτύσσει μιαν αντίδραση αρχής σε κάθε τεχνικό πολιτισμό και αντικαθιστά το παλιό είδωλο της προόδου με το «νέο είδωλο της καταραμένης προόδου». Μερικοί δείχνουν να μην γνωρίζουν καθόλου την επιστημονική κίνηση, για να αξίζει τον κόπο να συζητήσει κάποιος μαζί τους. Όμως, μερικοί άλλοι, που συλλαμβάνουν το εύρος, διακρίνουν μόνον μια εγωιστική μανία. Αυτοί, χωρίς να καταδικάζουν την επιστήμη και την τεχνολογία, καταδικάζουν το κατασκευαστικό όνειρο που εμπνέουν. Θωρούν αυτή την βούληση της μεταμορφώσεως του κόσμου, της κοινωνίας, ακόμη και του ανθρώπου του ίδιου, σαν μια ομαδική επανάληψη, αλλά πιο τερατώδη, του εγκλήματος του Προμηθέως. Υπενθυμίζουν τότε λοιπόν με επιμονή στον άνθρωπο πως είναι δημιούργημα, πως είναι μέρος του σύμπαντος το οποίο διαθέτει νόμους που είναι ανεξάρτητοι από το πνεύμα του και από την βούλησή του, πως η πρώτη του υποχρέωσή είναι να υποταχθεί παντελώς στο πραγματικό, στο αντικείμενο, και να σεβαστεί την τάξη που εδραιώθηκε από την πρόνοια. Αυτή η παραδοσιακή νοοτροπία, η οποία δεν γεννήθηκε χθες, δεν πέθανε ούτε και σήμερα. Από αυτήν απορρέουν μερικοί λίβελλοι που καταγγέλλουν άλλα τόσα σημεία εκφυλισμού σε όλα όσα χαρακτηρίζουν την εποχή μας και σε όλα όσα αναζητούνται σήμερα.
Αυτή εκφράζεται, για παράδειγμα, με αυτούς του όρους: «Δεν φτιάξαμε εμείς την πραγματικότητα, την δημιούργησε ο Θεός, και εμείς μπορούμε μόνον να πλουτίσουμε την νόησή μας, η οποία δεν δημιούργησε τίποτε, γνωρίζοντας αυτήν την πραγματικότητα όπως είναι, δηλ. όπως την δημιούργησε ο Θεός. Η υποταγή στο πραγματικό είναι εντέλει η υποταγή της δημιουργημένης νοήσεως στον Θεό, δημιουργό αυτής της πραγματικότητος. Είναι οπωσδήποτε μια λαμπρή αρχή! Αλλά εδώ είναι μάλλον εφαρμοσμένη πολύ άσχημα. Είναι αλήθεια πως ο άνθρωπος δεν έχει τίποτε άλλο να κάνει από το να εξακριβώνει και να διαπιστώνει; Η σταθερότης των φυσικών νόμων εμποδίζει κάθε παρέμβαση στην πραγματικότητα; Και το κοινωνικό σύμπαν, έτσι όπως παρουσιάζεται σήμερα στα μάτια μας, είναι στ’ αλήθεια το έργο του Θεού δημιουργού με την ίδια έννοια που είναι και το φυσικό σύμπαν; Αλλά ακόμη και σ’ αυτό δεν έχουμε στ’ αλήθεια καμμιά δικαιοδοσία;
Από τον περασμένο αιώνα ήδη, όλοι εκείνοι που λόγω ελλείψεως φαντασίας, ή λόγω ελλείψεως εμπιστοσύνης στην ανθρώπινη προσπάθεια, ή ακόμη μερικές φορές, λόγω ελλείψεως γενναιοδωρίας, επιθυμούσαν να διατηρήσουν μιαν ιστορική κατάσταση στην οποία ήθελαν να βλέπουν μιαν αιώνια τάξη, απευθύνθηκαν στην ΠΡΟΝΟΙΑ και στους Ιερούς της νόμους. Και στο όνομα των «νόμων της πρόνοιας», της «τάξεως της πρόνοιας», ξεσηκώθηκαν χωρίς καμμία διάκριση ενάντια σε όλες τις προσπάθειες που προσπαθούσαν να γίνουν για την καλυτέρευση της οργανώσεως της κοινωνίας. Κάθε επέμβαση των λαϊκών δυνάμεων για να καταπνίξουν τις πιο χονδροειδείς παραβάσεις δηλωνόταν αμέσως σαν ουτοπική ή ανίερη. Κάθε ελπίδα για μια μεγαλύτερη δικαιοσύνη πνιγόταν. Στο όνομα αυτών των νόμων, αυτής της τάξεως, έγινε κανόνας ο οικονομικός φιλελευθερισμός, μια από τις βασικές αμαρτίες του μοντέρνου μας κόσμου. Σήμερα ακόμη, μια τέτοια νοοτροπία δεν προάγει αυτή την πικρή κριτική, την μονοδιάστατη, όλων των τρόπων και των δρόμων στους οποίους αγωνίζεται ο πολιτισμός μας;
Οπωσδήποτε δεν μπορούμε να κρύψουμε πως υπάρχουν τρομερά εμπόδια. Οι απαιτήσεις μιας κάποιας ψυχοτεχνολογίας μπορεί να ζημιώσουν σοβαρά και τα δύο παραδείγματα στα οποία αναφερθήκαμε, της Ευγονικής και της προπαγάνδας, και μας γεμίζουν υποψίες για την σοβαρότητα των ανθρωπίνων προβλημάτων που βρίσκονται επί τάπητος. Διότι είναι μια χονδρή ψευδαίσθηση αυτή που μεταφέρει με ακρίβεια την έννοια της τεχνολογίας από την υλική τάξη στην κοινωνική τάξη.
Δεν πρέπει να συγχέουμε πλέον με μια τέτοια νοοτροπία, ακόμη και αν εκφράζεται με υπερβολικές διατυπώσεις, την αντίδραση μερικών πνευματικών ανθρώπων οι οποίοι αγωνιούν για την λήθη του μόνου πράγματος του οποίου Εστίν Χρεία. Όπως έγραψε ο Monnier, «για να διατηρήσουμε την γραμμή των προθέσεων του Χριστιανισμού, πρέπει κατά περιόδους να ακούγονται οι φωνές εκείνων των προφητών, οι οποίοι είναι ευαίσθητοι πάνω απ’ όλα στην ακρίβεια του δόγματος, στην στενή οδό, στο μυστήριο της αλήθειας, στην απολυτότητα της κλήσεως, και στον δραματικό χαρακτήρα και την σπουδαιότητα που αντιπροσωπεύουν για την ζωή μας, σε κάθε στιγμή της ζωής μας, ο Λόγος του Θεού, ο θάνατος, η αμαρτία, η κρίση».
Μ’ αυτό το ταρακούνημα και μόνον μπορούν να προφυλαχθούν οι Χριστιανοί από την συμμόρφωσή τους με τον κόσμο, όπως λέει και ο Απόστολος, και την απώλεια της αλήθειας, πως η ζωή εκείνου που θέλει να παραμείνει πιστός θα είναι μέχρι το τέλος των χρόνων «αντίφαση και διαμάχη». Και πάλι: δεν υπάρχει πολύ συχνά η ανάγκη αντίδρασης ακόμη και εναντίον μιας «τερατώδους οικονομίας», την οποίαν οι στοχαστές είχαν ήδη ξεχωρίσει από τον ουρανό, και στην οποίαν «ο άνθρωπος ξεριζώνεται εξίσου από την γη»; Πρέπει όμως να αντιθέτουμε πάντοτε «ένα είδος κακής προφητικής διαθέσεως, στην πρόοδο της υλικής ζωής και της κοινωνικής οργάνωσης;» Εάν δεν επιστρέψουμε στο επίπεδο της διανοητικής αναλύσεως, είμαστε αναγκασμένοι να αναγνωρίσουμε πως η παραδοσιακή απόρριψη, στην απόλυτη μορφή που εκδηλώνεται, εμπνέεται από μια έννοια του κόσμου και από ένα ιδανικό της σοφίας που είναι μια κληρονομιά περισσότερο του αρχαίου κόσμου, σε ό,τι πιο σκοτεινό διέθετε, παρά από τη Χριστιανική πίστη.
Παρομοίως, ο υπερβολικός φόβος με τον οποίο βλέπουμε την οργανωτική προσπάθεια του ανθρώπου, σαν κάτι που τον απομακρύνει από την φύση, στον κόλπο της οποία θα έπρεπε να συνεχίσει να ζει, αυτός ο φόβος είναι περισσότερο η αντανάκλαση μιας Ανατολίτικης προκαταλήψεως, παρά μια Χριστιανική ανησυχία. Ο άνθρωπος έχει τα όριά του, παρόντα κατ’ αρχάς στο σώμα του. Εάν αγνοηθούν, ξαναεμφανίζονται με βία στην προσοχή του. Ας χρησιμοποιήσουμε όμως μια παράδοξη έκφραση εδώ: αυτά τα όρια δεν είναι καθόλου επαρκή για να τον καθορίσουν.
Συνεχίζεται
Αμέθυστος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου