Παρασκευή 1 Ιανουαρίου 2021

Αγ. Γρηγόριος Παλαμάς - ΥΠΕΡ ΤΩΝ ΙΕΡΩΣ ΗΣΥΧΑΖΟΝΤΩΝ (39)

 Συνέχεια από: Δευτέρα, 28 Δεκεμβρίου 2020


48. Φρίξατε λοιπόν εσείς οι απιστούντες και οδηγοί άλλων προς την απιστία, οι τυφλοί και πρόθυμοι να οδηγείτε τυφλούς, εσείς που φεύγετε μακριά από τον Θεό και απομακρύνετε επίσης τους άλλους, εσείς που, επειδή δεν βλέπετε, δογματίζετε ότι ο Θεός δεν είναι φως, που όχι μόνον αποστρέφετε οι ίδιοι τα βλέμματά σας από το φως και προστρέχετε προς το σκότος, αλλά και λέγετε το φως σκότος και όσον εξαρτάται από εσάς καθιστάτε άπρακτη την τόση συγκατάβαση του Θεού∙ και δεν θα το παθαίνατε αυτό, εάν πιστεύατε στους λόγους των πατέρων∙ γιατί εκείνοι που υπακούουν σ’ αυτούς επιδεικνύουν πολλή ευλάβεια, όχι μόνον προς τα υπερφυσικά χαρίσματα, αλλά και προς τούτα από αυτά (τα χαρίσματα) που αμφισβητούνται. Γιατί λέγει ο άγιος Μάρκος∙ «υπάρχει χάρις που αγνοείται από το νήπιο, την οποία ούτε να αναθεματίζουμε πρέπει εξαιτίας της αλήθειας, ούτε να αποδεχόμαστε εξαιτίας της πλάνης». Βλέπεις ότι υπάρχει αληθινή χάρη, διαφορετική από την αλήθεια των δογμάτων; Πραγματικά ποιο από τα δόγματα της αλήθειας είναι αμφισβητήσιμο; Υπάρχει λοιπόν εναργής ενεργός χάρις πάνω από τη γνώση, λόγω της οποίας δεν είναι ευλαβές να ονομάζουμε πλάνη την ενέργεια που δεν έχει δοκιμασθεί. Γι’ αυτό και ο θείος Νείλος προτρέπει να ζητούμε από τον Θεό τη φανέρωση για τα θέματα αυτά, λέγοντας∙ «να προσεύχεσαι στην περίπτωση αυτή με όλη τη δύναμή σου, ώστε, εάν το όραμα προέρχεται από τον Θεό, να σε φωτίσει αυτός, εάν όμως όχι, να απομακρύνει το ταχύτερο από σένα την πλάνη». Και όμως ούτε αυτό ανέχθηκαν οι πατέρες να μη μας το πουν, δηλαδή ποιά είναι τα γνωρίσματα της πλάνης και ποιά της αλήθειας. «Γιατί η πλάνη, και αν ακόμη υποκρίνεται το πρόσωπο του αγαθού, και αν περιβάλλεται με λαμπρές εμφανίσεις, δεν θα μπορέσει να προσφέρει αγαθή ενέργεια∙ ούτε μίσος κόσμου, περιφρόνηση δόξας ανθρώπων, επιθυμία των ουράνιων, καταλάγιασμα λογισμών, ανάπαυση πνευματική, χαρά, ειρήνη, ταπείνωση, κατάπαυση των ηδονών και των παθών, άριστη διάθεση της ψυχής∙ γιατί αυτά είναι τα ενεργήματα της χάριτος, τα αντίθετα των οποίων είναι τα γεννήματα της πλάνης». Ήδη μερικοί από την πολλή τους πείρα έχουν πει, ότι είναι δυνατόν να επιβεβαιώσει κανείς και πριν από τα ενεργήματα τις ιδιότητες της νοερής θέας. «Θα γνωρίσεις λοιπόν, λέγει, από τα ενεργήματα αν το νοερό φως που έλαμψε μέσα στην ψυχή σου είναι του Θεού ή του Σατανά, ώστε ούτε να νομίσεις ότι ο αναιρέτης της πλάνης είναι πλάνος, ούτε ότι η πλάνη είναι αλήθεια».

49. Αλλά η πλάνη δεν χαρίζει το απλάνευτο φως, το άτρεπτο στον αιώνα αυτόν «γιατί, εκείνος που λέγει αυτό», όπως είπε κάποιος από τους Πατέρες, «ανήκει στην μερίδα των λύκων». Ας σκεφτούν λοιπόν πόσο μακριά από την αλήθεια είναι εκείνοι που αποκαλούν πλανημένους τους γεμάτους χαρίσματα, μη ακούοντας εκείνο που λέγει ο Ιωάννης της Κλίμακος∙ «το να μη πέφτει σε αμαρτήματα δεν είναι γνώρισμα του ανθρώπου, αλλά του αγγέλου»∙ και πάλι∙ «μερικοί εξευτελίζουν τον εαυτό τους από ελλείψεις και εκ πταισμάτων έκαναν δική τους τη μητέρα των χαρισμάτων». Στους ανθρώπους λοιπόν ζητείται απάθεια όχι αγγέλων, αλλ’ ανθρώπινη, την οποία θα γνωρίσεις χωρίς να απατηθείς ότι βρίσκεται στον εαυτό σου, σύμφωνα με τον ίδιο άγιο, μέσα σε πλήθος άρρητου φωτός και απερίγραπτο έρωτα προσευχής∙ και πάλι∙ «ψυχή που ελευθερώθηκε από προκαταλήψεις, οπωσδήποτε είδε θείο φως∙ γνώση όμως θείων δογμάτων πόσοι έχουν μαζί με προκαταλήψεις;»∙ και πάλι∙ «οι ασθενείς στην ψυχή από άλλα δείγματα γνωρίζουν την επίσκεψη του Κυρίου σ’ αυτούς, ενώ οι τέλειοι από την παρουσία του Πνεύματος»∙ και πάλι∙ «στους αρχάριους επιβεβαίωση ότι τα διαβήματά τους είναι κατά Θεόν είναι η απόκτηση της ταπεινώσεως, στους μέσους η απομάκρυνση των πολέμων, και στους τέλειους η με υπεραφθονία απόκτηση του θείου φωτός».

Αρχαίο Κείμενο

48. Φρίξατε τοίνυν οἱ ἀπιστοῦντες καί πρός ἀπιστίαν τούς ἄλλους ἐνάγοντες, οἱ τυφλοί καί τούς τυφλούς ὁδηγεῖν προθυμούμενοι, οἱ πορρωτέρω Θεοῦ χωροῦντες καί τούς ἄλλους ἐπάγοντες, οἱ τῷ μή βλέπειν μηδέ φῶς εἶναι τόν Θεόν δογματίζοντες, οἱ μή μόνον αὐτοί τάς ὄψεις τοῦ φωτός ἀποστρέφοντες καί τῷ σκότει προστρέχοντες, ἀλλά καί τό φῶς σκότος λέγοντες καί τοσαύτην Θεοῦ συγκατάβασιν ἄπρακτον τό γε εἰς ὑμᾶς ἧκον ἀποτελοῦντες, οὐκ ἄν τοῦτο παθόντες, εἰ τοῖς τῶν πατέρων ἐπιστεύετε λόγοις˙ οἱ γάρ τούτοις  πειθόμενοι, μή ὅτι πρός τά τῶν χαρισμάτων ὑπερφυᾶ, ἀλλά καί πρός τά τούτων ἀμφισβητήσιμα πολλήν τήν εὐλάβειαν ἐπιδείκνυνται. «Ἔστι» φάρ, φησίν ὁ ἅγιος Μάρκος, «χάρις τῷ νηπίῳ ἀγνοουμένη, ἥν οὔτε ἀναθεματίζειν δεῖ διά τήν ἀλήθειαν οὔτε προσδέχεσθαι διά τήν πλάνην». Ὁρᾷς ὡς ἔστι χάρις ἀληθής, ἑτέρα παρά τήν τῶν δογμάτων ἀλήθειαν; Τί γάρ τῆς ἀληθείας τῶν δογμάτων ἀμφισβητήσιμον; Ἔστιν οὖν ὑπέρ γνώσιν ἐνεργός χάρις ἐναργής, δι᾿ ἥν καί τήν μήπω δοκιμασθεῖσαν πλάνην λέγειν οὐκ εὐλαβές. Διό καί ὁ θεῖος Νεῖλος παρά Θεοῦ τήν δήλωσιν ἐπί τῶν τοιούτων ἐξαιτεῖν εἰσηγεῖται, «εὔχου», λέγων, «τηνικαῦτα συντόνως, ἵνα, εἰ μέν ἐκ Θεοῦ ἐστι τό ὅραμα, αὐτός σε φωτίσῃ, εἰ δέ μή, θᾶττον τήν πλάνην ἐκδιώξῃ ἀπό σοῦ». Καί μήν οὐδέ τοῦτο οἱ πατέρες ἠνέσχοντο μή ἐξειπεῖν ἡμῖν, τίνα τά τῆς πλάνης καί τίνα τά τῆς ἀληθείας γνωρίσματα. «Ἡ γάρ πλάνη, κἄν τό τοῦ ἀγαθοῦ πρόσωπον ὑποκρίνηται κἄν ὁράσεις λαμπράς περιβάλληται, ἐνέργειαν ἀγαθήν παρασχεῖν οὐ δυνήσεται˙ οὐ γάρ κόσμου μῖσος, οὐ περιφρόνησιν ἀνθρώπων δόξης, οὐκ ἐπιθυμίαν τῶν οὐρανίων, οὐ κατάστασιν λογισμῶν, οὐκ ἀνάπαυσιν πνευματικήν, οὐ χαράν, οὐκ εἰρήνην, οὐ ταπείνωσιν, οὐ κατάπαυσιν ἡδονῶν τε καί παθῶν, οὐ διάθεσιν ψυχῆς ἀρίστην˙ ταῦτα γάρ εἰσι τά τῆς χάριτος ἐνεργήματα, ὧν τἀναντία εἰσί τά τῆς πλάνης γεννήματα». Ἤδη δέ τινες ἐκ πολλῆς πείρας καί τῆς νοερᾶς θέας αὐτῆς εἰρήκασιν ἰδιότητας, ὡς ἄν ἔχοι τις καί πρό τῶν ἐνεργημάτων τεκμηριώσασθαι. «Καί τοίνυν εἴσῃ», φησίν, «ἐκ τῶν ἐνεργημάτων τό ἐλαμφθέν ἐν τῇ ψυχῇ σου νοερόν φῶς, πότερον τοῦ Θεοῦ ἤ τοῦ σατανᾶ πέφυκεν ὄν, ἵνα μήτε τόν τῆς πλάνης ἀναιρέτην πλάνον εἶναι νομίσῃς μήτε τήν πλάνην ἀλήθειαν».

49. Ἀλλ᾿ οὐχί τό ἀπλανές φῶς τό ἄτρεπτον ἐν τῷ αἰῶνι τούτῳ χαρίζεται˙ «τοῦτο γάρ ὁ λέγων», καθάπερ τις ἔφη τῶν πατέρων, «τοῦ μέρους τῶν λύκων ἐστί». Σκοπείτωσαν δή πόσον τῆς ἀληθείας ἀποπλανῶνται οἱ ἐκ τῶν ἀνθρωπίνων ἔν τισιν ἐλλείψεων τούς κεχαριτωμένους πεπλανημένους ἀποφαινόμενοι, μηδέ τοῦ τῆς Κλίμακος ἀκούοντες λέγοντος˙ «οὐκ ἀνθρώπου, ἀλλ᾿ ἀγγέλου τό μή κλέπτεσθαι ἐφ᾿ ἁμαρτήμασιν εἶναι»˙ καί πάλιν, «τινές ἐξ ἐλλείψεως ἑαυτούς εὐτελίζουσι καί ἐκ πταισμάτων τήν τῶν χαρισμάτων μητέρα ᾠκειώσαντο». Ἀπάθεια γοῦν ἐν ἀνθρώποις οὐκ ἀγγέλων ἀλλ᾿ ἀνθρωπίνη ζητεῖται, ἥν γνώσῃ καί οὐκ ἀπατηθήσῃ ἐν σεαυτῷ οὖσαν κατά τόν αὐτόν ἅγιον ἐν πλήθει φωτός ἀρρήτου καί προσευχῆς ἔρωτι ἀμυθήτῳ˙ καί πάλιν, «ψυχή προλήψεως ἐλευθερωθεῖσα πάντως θεῖον φῶς ἐθεάσατο˙ γνῶσιν δέ δογμάτων θείων, πόσοι μετά ποληρήψεων ἔχουσι;»˙ καί πάλιν, «ἐξ ἄλλων μέν οἱ τῇ ψυχῇ ἀσθενεῖς γνωρίζουσι τήν πρός ἑαυτούς τοῦ Κυρίου ἐπίσκεψιν, οἱ δέ τέλειοι ἐκ τῆς τοῦ Πνεύματος παρουσίας»˙ καί πάλιν, «ἐν μέν τοῖς εἰσαγωγικοῖς πληροφορία τοῦ κατά Θεόν εἶναι αὐτῶν τά διαβήματα ἡ τῆς ταπεινώσεώς ἐστι προσθήκη˙ ἐν δέ τοῖς μέσοις, ἡ τῶν πολέμων ἀναχώρησις˙ ἐν δέ τοῖς τελείοις, ἡ τοῦ θείου φωτός προσθήκη καί περιουσία».

Δεν υπάρχουν σχόλια: