Συνέχεια από: Τετάρτη 18 Δεκεμβρίου 2024
Ο ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΔΑΣΚΑΛΟΣ
Του Jean Pierre Torrell.
Η ΧΑΡΙΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ
Όταν ο Ακινάτης δηλώνει ότι αγαπώμεθα με την αγάπη με την οποία ο Θεός αγαπά τον εαυτό του, στην πραγματικότητα γίνεται το αντίφωνο μίας θεολογικής παραδόσεως η οποία ξεκινά από τον Αυγουστίνο. (Περί της Τριάδος VIII 7.10 και XV 19.37). Όποιος αγαπά τον πλησίον του αγαπά αναγκαίως πρίν απ' όλα, την ίδια την αγάπη! Επειδή όμως ο Θεός είναι αγάπη, και ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν' αυτώ. [Ακόμη και η μετάφραση της Βιβλικής εταιρίας αλλάζει τον λόγο, και μεταφράζει βάσει του νοήματος που νομίζει ότι διακρίνει: και όποιος ζεί μέσα στην αγάπη, ζεί μέσα στον Θεό, κι' ο Θεός μέσα σ'αυτόν. Εννοώντας το νόημα της εσωτερικότητος τού Αυγουστίνου]. Έτσι συμπεραίνει ο Αυγουστίνος, όποιος ζεί μέσα στην αγάπη, αγαπά κυρίως τον Θεό. [Έγινε αμέσως αναλογία η αγάπη]. Επειδή όμως ο Δάσκαλος των αποφθεγμάτων είχε προσθέσει μία προσωπική ερμηνεία, οι θεολόγοι του XIII αιώνος πήραν τις αποστάσεις τους, συμπεριλαμβανομένου και του Ακινάτη.
Αξίζει να δοκιμάσουμε να δούμε απο πιό κοντά την καρδιά τής τότε συζητήσεως, διότι βρισκόμαστε μπροστά σε κάτι που μόνον συζήτηση σχολαστική δέν είναι. [Αυτή είναι και η κύρια έννοια του σχολαστικισμού, σχολή η οποία ανέπτυξε ορισμένες αρχές, όπως ο Πλατωνισμός, ο Στωϊκισμός, τις οποίες αρχές προσέφερε ο Αυγουστίνος. Αυτή η σχολή αναπτύσσεται μέχρι σήμερα με τον Βιτγκενστάϊν και τον Χάϊντεγκερ, τον Ζηζιούλα, και τον Γιανναρά. Αυτή η ιστορία δέν έχει καμμία απολύτως σχέση με την Θεολογία, παρότι άλλαξε την πίστη μας και την εκκλησιολογία την ίδια, επειδή απο άγνοια της το επιτρέψαμε. Ο στόχος αυτού του σχολαστικισμού είναι να μετατρέψει και την Ορθόδοξη Θεολογία των Πατέρων, από εμπειρία της αλήθειας και γνώση του Χριστού, σε φιλοσοφική, στοχαστική σχολή]. Ο Πέτρος Λομπάρδος δίδασκε ότι, καθώς και επειδή (Αιτιώδης αρχή) το Άγιο Πνεύμα είναι η αγάπη του Πατρός και του Υιού "μέσω αυτής της αγάπης αυτά αγαπώνται μεταξύ τους και μας αγαπούν". [Η αγάπη για τους Πατέρες είναι άκτιστη ενέργεια, δέν είναι η ουσία του Θεού, διότι το ΕΙΝΑΙ δέν αναπαριστά ούτε την ουσία, ούτε την υπόσταση του θεού του ζώντος. Ας είμαστε λοιπόν προσεκτικοί να μήν ταυτίζουμε την Θεοποιό άκτιστο ενέργεια που καθιερώθηκε από τον Ρωμανίδη, με την υπόσταση του Υιού, τον Ιησού Χριστό ή με την υπόσταση του Αγίου Πνεύματος]. Ο Ακινάτης δέν συνάντησε καμμία δυσκολία στην αποδοχή αυτής της θέσης την οποία και θα κρατήσει κατά την διάρκεια όλης του της ζωής, αλλά δυσκολεύεται να συμφωνήσει με την συνέχεια αυτής της διδασκαλίας: "και είναι αυτό επίσης, το Άγιο Πνεύμα, που είναι η αγάπη που διοχετεύεται στις καρδιές μας για να αγαπήσουμε τον Θεό και τον πλησίον"(Peter Lombard, Sententiae d. 17 c. 6). Σύμφωνα με τον Πέτρο Λομπάρδο λοιπόν το έλεος είναι μία άκτιστη πραγματικότης, το ίδιο το πρόσωπο του Αγίου Πνεύματος το οποίο είναι παρόν σε μας, και το οποίο κινεί την ελεύθερη βούληση μας να αγαπήσουμε και να ενεργήσουμε (να πράξουμε) σωστά, που μας δίνει τον ορθό τρόπο ζωής!
Με την πρώτη, η θέση είναι μεγαλειώδης. Τί πιό θαυμάσιο και πιό απλό και πιό ωραίο από αυτή την απευθείας πολλαπλή ενέργεια του Αγίου Πνεύματος στην καρδιά των πιστών; Και όμως ο Ακινάτης δέν είναι ευχαριστημένος από την θέση αυτή και προσπαθεί να διακρίνει ανάμεσα στο έλεος και την αγάπη στην καταγωγή της, που είναι το Άγιο Πνεύμα, δωρεά απολύτως πρώτη και άκτιστη και την αγάπη σε μας, την δωρεά που λαμβάνουμε από το πνεύμα, η οποία είναι μία κτιστή πραγματικότης (In I Sent. d. 17 q. 1 a. 1). Το ίδιο πράγμα θα πεί αμέσως για την χάρη και κάθε φορά που θα συναντήσει το θέμα, θα τοποθετήσει την χάρη πρίν από το έλεος και δέν θα πάψει να δηλώνει το κτιστό χαρακτήρα της μίας και της άλλης. Η χάρις για τον Ακινάτη αναβαθμίζει την ψυχή στην ουσία της, κάνοντας την μία ριζική αρχή πράξεως στο υπερφυσικό πεδίο - όπως συμβαίνει για την φύση μας στο φυσικό πεδίο, ενώ το έλεος αναβαθμίζει την θέληση, την δύναμη της ψυχής.
Αλλά πώς ορίζει ο Ακινάτης τον κτιστό χαρακτήρα της χάρης; Με τον πιό απλό τρόπο που υπάρχει, κάνοντας έναν παραλληλισμό ανάμεσα στην γνώση που έχει ο Θεός για τα όντα και την αγάπη που έχει γι' αυτά από το ένα μέρος, και την γνώση και την αγάπη που έχουμε εμείς από το άλλο. Στην δική μας περίπτωση αυτά που γνωρίζουμε είναι πράγματα που ήδη υπάρχουν και βρίσκονται στην καταγωγή τής γνώσης μας. Στην περίπτωση του Θεού συμβαίνει το αντίθετο: αυτός δέν γνωρίζει τα πράγματα επειδή υπάρχουν, αλλά αυτά υπάρχουν επειδή τα γνωρίζει. Η επιστήμη του Θεού είναι πραγματοποιός, θέτει τα πράγματα στην ύπαρξη. Εάν τώρα υπολογίσουμε την αγάπη, αντί της γνώσεως, χρειάζεται να κάνουμε έναν παρόμοιο στοχασμό. Η αγάπη μας, για ένα όν οφείλεται στην αγαθότητά του (πραγματική ή υποθετική, εμείς πάντως δέν αγαπούμε παρά αυτό που μας φαίνεται αξιαγάπητο). Για τον Θεό, συμβαίνει πάλι το αντίθετο. Είναι η αγάπη του η οποία δημιουργεί την αγαθότητα των όντων και των πραγμάτων. Έτσι, όταν λέμε πώς ο Θεός αγαπά ένα πλάσμα θέλουμε να πούμε πώς αυτός δημιουργεί σ'αυτόν που αγαπά ένα αποτέλεσμα το οποίο προέρχεται από την ίδια την θεϊκή αγάπη.
Εάν τώρα μιλήσουμε για το δώρο της χάριτος, πρέπει βεβαίως να πούμε πώς ο Θεός ενεργεί και πιό συγκεκριμένα το Άγιο Πνεύμα, καί είναι άκτιστη πραγματικότης. Όταν όμως ένα πρόσωπο λαμβάνει ένα δώρο της χάριτος το οποίο δέν είχε προηγουμένως, αυτό δέν σημαίνει πώς συμβαίνει με μία αλλαγή του ιδίου του Αγίου Πνεύματος. Αλλά αλλάζει το ίδιο το πρόσωπο κάτω από το αποτέλεσμα της Ενέργειας του Πνεύματος. Όταν λοιπόν λέμε πώς το Άγιο Πνεύμα δόθηκε σε κάποιον, αυτό σημαίνει πως αυτό το πλάσμα έλαβε ένα δώρο αγάπης του Θεού, το οποίο δέν διέθετε πρίν. Ακόμη και με τον κίνδυνο να το μειώσουμε στο μηδέν, αυτό το δώρο πρέπει να είναι μία κτιστή πραγματικότης, δωρισμένη δωρεάν από τον Θεό.
Ο κτιστός αναγκαίως χαρακτήρας αυτού του δώρου θα γίνει πιό κατανοητός εάν θυμηθούμε τον λόγο του Αγίου Ιωάννου και αυτό που υπονοείται στην σκέψη: "Ο Θεός μας αγάπησε πρώτος" (1 Ιωάν 4,10 και 19). Η αγάπη του Θεού για μας δέν είναι επομένως το αποτέλεσμα τής δικής μας αγαθότητος. Ο Ακινάτης προσθέτει απλώς: ο Θεός, ο οποίος μας αγάπησε πρώτος, μας δίνει επίσης και με τί πράγμα να τον αγαπήσουμε. Βρισκόμαστε λοιπόν στο κέντρο της θέσεως και του προβλήματος. Είναι απαραίτητο λοιπόν, το πλάσμα να είναι ανάλογο και σύμμετρο με τον σκοπό για τον οποίο ο Θέος το καλεί. Αυτός ο σκοπός, αυτό το τέλος, όπως γνωρίζουμε συνίσταται στην Ευτυχία, στην απόλαυση του Θεού σε μία τέλεια κοινωνία γνώσεως και αγάπης. Εξ ορισμού, αυτή η Ευτυχία είναι τελείως ασύμμετρος στις δυνάμεις του ανθρώπου, αυτή είναι σύμφυτος μόνον στον Θεό. Είναι αναγκαίο λοιπόν να δωρήσει ο Θεός στον άνθρωπο κάτι με το οποίο θα μπορεί όχι μόνον να πράξει εν' όψει αυτού του σκοπού και να μπορεί να κατευθύνει την επιθυμία του πρός αυτό, αλλά και κάτι με το οποίο η ίδια η φύση του ανθρώπου υψώνεται στο ύψος αυτού του σκοπού.
Συνεχίζεται
Αμέθυστος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου