Πέμπτη 26 Σεπτεμβρίου 2013

Ο Ψ Ε Ι Σ Τ Ο Υ Θ Η Λ Υ Κ Ο Υ (6)

Συνέχεια από Παρασκευή 20Σεπτεμβρίου 2013

Ο ΓΑΜΟΣ ΣΑΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΕΣΗ
[Δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά με τον τίτλο «Die Ehe als psychologische Beziehung», στο βιβλίο με τίτλο «Das Ehebuch» -Celle, 1925 -,που εκδόθηκε από τον κόμη Hermann Keyserling· μεταφράσθηκε από την Theresa Duerr στα αγγλικά με τίτλο «The book of Marriage», Νέα Υόρκη, 1926. Το αρχικό κείμενο ξαναδημοσιεύθηκε στο βιβλίο «Seelenprobleme der Gegenwart», Ζυρίχη, 1931. Το κείμενο μεταφράσθηκε πάλι στα αγγλικά από τους M.G.και Gary F. Baynes στο «Cotributions to Analytical Psychology», Λονδίνο και Νέα Υορκη, 1928, και αυτή την μετάφραση συμβουλευτήκαμε.]
Αν τον δούμε σαν μια ψυχολογική, σχέση ο γάμος είναι μια εξαιρετικά πολύπλοκη δομή, που αποτελείται από μια ολόκληρη σειρά από υποκειμενικούς και αντικειμενικούς παράγοντες, οι οποίοι είναι κατά το μεγαλύτερο μέρος τους πολύ ετερογενούς φύσης. Επειδή επιθυμώ να περιορισθώ εδώ στα καθαρά ψυχολογικά προβλήματα του γάμου, θα πρέπει να παραμερίσω εντελώς τους αντικειμενικούς παράγοντες νομικού και κοινωνικού χαρακτήρα, αν και αυτοί αναπόφευκτα έχουν έντονη επίδραση στην ψυχολογική σχέση ανάμεσα στους συζύγους.
Όταν μιλάμε για μια «ψυχολογική σχέση», προϋποθέτουμε κάποια σχέση που είναι σ υ ν ε ι δ η τ ή, επειδή δεν υπάρχει ψυχολογική σχέση ανάμεσα σε δύο ανθρώπους που βρίσκονται σε κατάσταση ασυνειδητότητας. Από ψυχολογική άποψη, αυτοί οι άνθρωποι είναι εντελώς χωρίς σχέση. Από οποιαδήποτε άλλη άποψη, την βιολογική για παράδειγμα, θα μπορούσαν να θεωρηθούν ότι έχουν σχέση μεταξύ τους, αλλά δεν θα μπορούσε να ονομάση κανείς την σχέση τους ψυχολογική. Θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι, αν και τέτοια πλήρης ασυνειδητότητα σαν αυτή που ανέφερα δεν υπάρχει, όμως υπάρχει ένας όχι ασήμαντος βαθμός μερικής ασυνειδητότητας, και η ψυχολογική σχέση περιορίζεται στον βαθμό που υπάρχει αυτή η ασυνειδητότητα.
Στο παιδί, η συνείδηση αναδύεται από τα βάθη της ασυνείδητης ψυχικής ζωής, στην αρχή σαν ξεχωριστά νησιά, που σταδιακά ενώνονται για να σχηματίσουν μια «ήπειρο», μια συνεχή μάζα «ξηράς» που αποτελεί την συνείδηση. Η προοδευτική πνευματική ανάπτυξη σημαίνει, στην πραγματικότητα, επέκταση της συνείδησης. Με την ανάδυση μιας συνεχούς συνείδησης, και όχι πιο πριν, γίνεται δυνατή η ψυχολογική σχέση. Από όσο γνωρίζουμε, η συνείδηση είναι πάντα εγωική συνείδηση. Για να έχω συνείδηση του εαυτού μου, πρέπει να μπορώ να διακρίνω τον εαυτό μου από τους άλλους. Η σχέση μπορεί να υπάρχη μόνον όταν υπάρχει διάκριση. Αλλά αν και η διάκριση μπορεί να γίνεται με έναν γενικό τρόπο, συνήθως είναι ατελής, επειδή μεγάλες περιοχής ψυχικής ζωής συνεχίζουν να παραμένουν ασυνείδητες. Επειδή καμμία διάκριση δεν μπορεί να γίνη όσον αφορά τα ασυνείδητα περιεχόμενα, καμμία σχέση δεν μπορεί να δημιουργηθή σε αυτό το επίπεδο· εδώ ακόμη βασιλεύει η αρχέγονη συνειδητή κατάσταση της πρωτόγονης ταύτισης του εγώ με τους άλλους, με άλλα λόγια μια τέλεια απουσία σχέσης.
Το νεαρό άτομο στην ηλικία του γάμου έχει, φυσικά, μια εγωική συνείδηση (οι γυναίκες κατά κανόνα περισσότερο από τους άνδρες), αλλά, αφού μόλις τελευταία έχει αναδυθή από την ομίχλη της αρχέγονης συνειδητότητας, είναι σίγουρο ότι θα έχη εκτεταμένες ψυχικές περιοχές που θα βρίσκωνται ακόμη στην σκιά, και που θα εμποδίζουν σε αυτόν τον βαθμό την διαμόρφωση της ψυχολογικής σχέσης. Αυτό σημαίνει, στην πράξη, ότι ο νέος άνδρας (ή η γυναίκα) μπορεί να έχη μόνο μια ατελή κατανόηση του εαυτού του και των άλλων, και επομένως να έχη μια ατελή γνώση των κινήτρων του και των κινήτρων τους. Συνήθως τα κίνητρα από τα οποία ενεργεί είναι κατά ένα μεγάλο μέρος ασυνείδητα. Υποκειμενικά, φυσικά θεωρεί τον εαυτό του πολύ συνειδητό και σοφό, επειδή συνεχώς υπερεκτιμούμε το υπάρχον περιεχόμενο της συνείδησης, και είναι μια μεγάλη και εκπληκτική ανακάλυψη όταν βρίσκουμε ότι αυτό που είχαμε υποθέσει πως είναι η τελική κορυφή, δεν είναι παρά το πρώτο βήμα σε μια πολύ μακριά αναρρίχηση. Όσο μεγαλύτερη είναι η περιοχή της ασυνειδητότητας, τόσο λιγώτερο ο γάμος είναι ένα ζήτημα ελεύθερης εκλογής, όπως φαίνεται σε υποκειμενικό επίπεδο στον μοιραίο καταναγκασμό που αισθάνεται κανείς τόσο έντονα όταν είναι ερωτευμένος. Ο καταναγκασμός μπορεί να υπάρχη και όταν κάποιος δεν είναι ερωτευμένος, αν και σε λιγώτερο ευχάριστη μορφή.
Τα ασυνείδητα κίνητρα είναι προσωπικού και γενικού χαρακτήρα. Πρώτα απ’ όλα, υπάρχουν τα κίνητρα που προέρχονται από την επίδραση των γονιών. Η σχέση του νεαρού άνδρα με την μητέρα του, και της κοπέλλας με τον πατέρα της, είναι ο αποφασιστικός παράγοντας από αυτήν την άποψη. Η δύναμη, ακριβώς του δεσμού με τους γονείς είναι που επηρεάζει ασυνείδητα την εκλογή του συζύγου ή της συζύγου, είτε θετικά είτε αρνητικά. Η συνειδητή αγάπη για κάποιον από τους γονείς ευνοεί την εκλογή ενός όμοιου συντρόφου, ενώ ένας ασυνείδητος δεσμός (που δεν είναι καθόλου ανάγκη να εκφράζεται συνειδητά σαν αγάπη) κάνει την εκλογή δύσκολη, και επιβάλλει χαρακτηριστικούς περιορισμούς. Προκείμενου να τους κατανοήση, πρέπει να γνωρίζη κανείς την αιτία του συνειδητού δεσμού με τους γονείς, και κάτω από ποιες συνθήκες αυτός ο δεσμός τροποποιεί δυναμικά, ή ακόμη και εμποδίζει, την συνειδητή εκλογή. Μιλώντας γενικά, όλη η ζωή που οι γονείς μπορούσαν να έχουν ζήσει, αλλά που η βίωσή της ματαιώθηκε από τεχνητά κίνητρα, περνάει στα παιδιά σαν σε υποκατάστατα. Δηλαδή, τα παιδιά ωθούνται ασυνείδητα προς μια κατεύθυνση, η οποία έχει σκοπό να αντισταθμίση ο,τιδήποτε έμεινε ανεκπλήρωτο στην ζωή των γονιών. Γι’ αυτό συμβαίνει οι υπερβολικά ηθικολόγοι γονείς να έχουν αυτά που λέμε «ανήθικα» παιδιά, ή ένας ανεύθυνος, ανεπρόκοπος πατέρας να έχη έναν γιο με ένα θετικά αρρωστημένο ποσοστό φιλοδοξίας, και ούτω καθεξής. Οι χειρότερες συνέπειες προέρχονται από γονείς που έχουν κρατήσει τους εαυτούς τους τεχνητά ασυνείδητους. Ας πάρουμε το παράδειγμα μιας μητέρας, που ηθελημένα διατηρεί τον εαυτό της ασυνείδητο, για να μην διαταράξη την προσποίηση ενός «ικανοποιητικού» γάμου. Ασυνείδητα θα δέση τον γιο της πάνω της, λίγο ή πολύ σαν ένα υποκατάστατο του συζύγου. Ο γιος, αν δεν εξωθηθή άμεσα στην ομοφυλοφιλία, θα αναγκασθή να περιορίση την εκλογή του με τρόπο που να είναι αντίθετος με την αληθινή του φύση. Μπορεί, για παράδειγμα, να παντρευτή μια κοπέλλα που θα είναι προφανώς κατώτερη από την μητέρα του, και επομένως ανίκανη να την ανταγωνισθή· ή μπορεί να γοητευθή από μια γυναίκα τυραννικού και αυταρχικού χαρακτήρα, που μπορεί ίσως να κατωρθώση να τον αποσπάση από την μητέρα του. Η εκλογή ενός συντρόφου, εάν τα ένστικτα δεν έχουν διαστραφή, μπορεί να μείνει ελεύθερη από αυτές τις επιδράσεις, οι οποίες όμως αργά η γρήγορα θα γίνουν αισθητές σαν εμπόδια. Μια λιγώτερο η περισσότερο ενστικτώδης εκλογή θα μπορούσε να θεωρηθή η καλύτερη από την άποψη της διατήρησης του είδους, αλλά δεν είναι πάντα επιτυχημένη ψυχολογικά, γιατί συχνά υπάρχει μια ασυνήθιστα μεγάλη διαφορά ανάμεσα στην καθαρά ενστικτώδη προσωπικότητα, και σε μια προσωπικότητα που είναι ατομικά διαφοροποιημένη. Και παρόλο που σε τέτοιες περιπτώσεις η φυλή μπορεί να βελτιωθή και να ενισχυθή από μια καθαρά ενστικτώδη εκλογή, η ατομική ευτυχία θα είναι μοιραίο να υποφέρη. (Η ιδέα του «ενστίκτου» δεν είναι φυσικά τίποτε άλλο από ένας συλλογικός όρος για όλα τα είδη οργανικών και ψυχικών παραγόντων, που η φύση τους είναι κατά το μεγαλύτερο μέρος άγνωστη).
Εάν το άτομο θεωρηθή αποκλειστικά σαν ένα όργανο για την διατήρηση του είδους, τότε η καθαρά ενστικτώδη εκλογή ενός συντρόφου είναι χωρίς αμφιβολία η καλύτερη. Αλλά αφού οι βάσεις μιας τέτοιας εκλογής βρίσκονται στο ασυνείδητο, μόνο ένα είδος απρόσωπου δεσμού μπορεί να χτισθή επάνω τους, με τέλειο παράδειγμα τις σχέσεις ανάμεσα στους πρωτόγονους. Εάν μπορούμε εδώ να μιλήσουμε, έστω, για σχέση, αυτή είναι, στην καλύτερη μορφή της, μόνο μια χλωμή αντανάκλαση αυτού που σημαίνει η λέξη, μια πολύ μακρινή σύνδεση με έναν αποφασιστικά απρόσωπο χαρακτήρα, που ρυθμίζεται εντελώς από τα παραδοσιακά έθιμα και τις προκαταλήψεις, το πρωτότυπο δηλαδή κάθε συμβατικού γάμου.
Όσο η λογική ή ο υπολογισμός ή η ονομαζόμενη αγάπη και φροντίδα για τους γονείς δεν κατευθύνουν τον γάμο, και τα πρωτόγονα ένστικτα των παιδιών δεν διαστρέφονται, είτε από την εσφαλμένη εκπαίδευση, είτε από την κρυφή επίδραση συσσωρευμένων και λησμονημένων γονικών συμπλεγμάτων, η γαμήλια εκλογή κανονικά θα ακολουθήση τα ασυνείδητα κίνητρα του ενστίκτου. Η ασυνειδητότητα καταλήγει στην μη διαφοροποίηση ή την ασυνείδητη ταυτότητα. Η πρακτική συνέπεια αυτού του γεγονότος είναι ότι ένα άτομο προϋποθέτει για ένα άλλο μια ψυχολογική δομή όμοια με την δική του. Η ομαλή σεξουαλική ζωή, σαν μια κοινή εμπειρία με φανερά όμοιους σκοπούς, ενισχύει περισσότερο το αίσθημα της ενότητας και της ταυτότητας. Αυτή η κατάσταση περιγράφεται σαν ένας κόσμος τέλειας αρμονίας, και εξυμνείται σαν μεγάλη ευτυχία («μια καρδιά και μια ψυχή») – και πολύ σωστά, αφού η επιστροφή σε εκείνη την αρχέγονη κατάσταση της ασυνείδητης ενότητας είναι σαν μια επιστροφή στην παιδική ηλικία. Έτσι εξηγούνται οι παιδιάστικες χειρονομίες όλων των εραστών. Ακόμη περισσότερο, είναι και επιστροφή στην μητρική μήτρα, στα γόνιμα βάθη μιας ακόμη ασυνείδητης δημιουργικότητας. Είναι, στ’ αλήθεια μια αυθεντική και αναμφισβήτητη εμπειρία του θεϊκού, που η υπερφυσική δύναμή του εκμηδενίζεται και εξαλείφει κάθε τι ατομικό· μια πραγματική κοινωνία με την ζωή και την απρόσωπη δύναμη της μοίρας. Η ατομική θέληση για αυτοδιάθεση διαλύεται: η γυναίκα γίνεται η μητέρα, ο άνδρας ο πατέρας, και έτσι και οι δύο στερούνται την ελευθερία τους, και γίνονται όργανα της ζωικής ορμής. 
Μέχρι εδώ η σχέση παραμένει μέσα στα όρια του βιολογικού ενστικτώδους σκοπού, της διατήρησης του είδους. Επειδή αυτός ο σκοπός είναι συλλογικού χαρακτήρα, ο ψυχολογικός δεσμός ανάμεσα στην γυναίκα και τον άνδρα θα είναι επίσης κατά βάση συλλογικός, και δεν μπορεί να θεωρηθή σαν μια ατομική σχέση με την ψυχολογική έννοια. Μπορούμε να μιλήσουμε για σχέση μόνον όταν η φύση των ασυνειδήτων κινήτρων έχει αναγνωρισθή, και η αρχική ταυτότητα έχει διαλυθή. Σπάνια ή ποτέ ένας γάμος δεν εξελίσσεται σε μια ατομική σχέση ομαλά και χωρίς κρίσεις. Δεν υπάρχει γέννηση της συνειδητότητας χωρίς πόνο.
Οι δρόμοι που οδηγούν στην συνειδητοποίηση είναι πολλοί, αλλά ακολουθούν ορισμένους νόμους. Γενικά, η αλλαγή αρχίζει με το ξεκίνημα του δεύτερου μισού της ζωής. Η μεσαία περίοδος της ζωής είναι ένα χρονικό διάστημα με τεράστια ψυχολογική σημασία. Το παιδί αρχίζει την ψυχολογική του ζωή μέσα σε πολύ στενά όρια, στο πλαίσιο του μαγικού κύκλου της μητέρας και της οικογένειας. Με την προοδευτική ωρίμανση, διευρύνει τον ορίζοντά του και την σφαίρα της επιρροής του· οι ελπίδες και τα σχέδιά του κατευθύνονται προς την επέκταση του φάσματος της προσωπικής δύναμης και κατοχής· η επιθυμία ανοίγεται προς τον κόσμο σε όλο και διευρυνόμενους κύκλους· η θέληση του ατόμου ταυτίζεται όλο και περισσότερο με τους φυσικούς στόχους, προς τους οποίους ωθούν ασυνείδητα κίνητρα. Έτσι ο άνθρωπος εμφυσά την  ίδια την ζωή του στα πράγματα, ώσπου τελικά αυτά αρχίζουν να ζουν από μόνα τους και να πολλαπλασιάζωνται· και ασυναίσθητα κατακλύζεται από αυτά. Οι μητέρες κυριεύονται από τα παιδιά τους, οι άνδρες από τις δημιουργίες τους, και αυτό που αρχικά ήρθε στο φως με πολύ κόπο και με την μεγαλύτερη προσπάθεια, δεν μπορεί πια να ελεγχθή. Πρώτα ήταν πάθος, έπειτα έγινε καθήκον, και τελικά ένα ανυπόφορο φορτίο, ένας βρικόλακας που απομυζά την ζωή του δημιουργού του. Η μεσαία περίοδος της ζωής είναι η στιγμή της μεγαλύτερης εκδίπλωσης, όταν ένας άνδρας ακόμη δίνει τον εαυτό του στο έργο του με όλα του την δύναμη και την θέληση. Αλλά αυτήν ακριβώς την στιγμή γεννιέται το βράδυ, και αρχίζει το δεύτερο μισό της ζωής. Το πάθος τώρα αλλάζει πρόσωπο και ονομάζεται καθήκον· το «θέλω» γίνεται το αμείλικτο «πρέπει», και οι στροφές του δρόμου που κάποτε έφερναν την έκπληξη της ανακάλυψης τώρα γίνονται ανιαρές από την συνήθεια. Το κρασί έχει ζυμωθεί και αρχίζει να κατακαθίζη και να καθαρίζη. Συντηρητικές τάσεις αναπτύσσονται αν όλα πάνε καλά· αντί να κοιτάζη προς τα εμπρός κοιτάζει κανείς προς τα πίσω, τις περισσότερες φορές χωρίς να θέλη, και αρχίζει να κάνη απογραφή, να βλέπη πώς ξεδιπλώθηκε η ζωή του μέχρι αυτό το σημείο. Αναζητούνται τα αληθινά κίνητρα και γίνονται πραγματικές ανακαλύψεις. Η κριτική επιθεώρηση του εαυτού του και της μοίρας του κάνει κάποιον ικανό να αναγνωρίση τις ιδιαιτερότητές του. Αλλά αυτή η γνώση δεν έρχεται εύκολα· κερδίζεται μόνο με ισχυρότατους κλονισμούς.
Δεδομένου ότι οι στόχοι του δεύτερου μισού της ζωής είναι διαφορετικοί από εκείνους του πρώτου, η παραμονή για πολύ στην νεανική στάση προκαλεί μια διαίρεση θέλησης. Η συνείδηση συνεχίζει να ωθεί προς τα εμπρός, υπακούοντας, ας πούμε, στον νόμο της αδράνειας, ενώ το ασυνείδητο μένει πίσω, επειδή η δύναμη και η εσωτερική αποφασιστικότητα που χρειάζονται για την μεγαλύτερη επέκτασή του έχουν εξασθενήσει. Αυτός ο εσωτερικό διχασμός φέρνει το αίσθημα του ανικανοποίητου, και επειδή δεν έχει κανείς συνείδηση  της πραγματικής κατάστασης, συνήθως προβάλλει τις αιτίες της στον σύντροφό του. Έτσι αναπτύσσεται μια κριτική ατμόσφαιρα, που είναι το αναγκαίο προοίμιο για την συνειδητοποίηση της πραγματικότητας. Γενικά αυτό το στάδιο δεν αρχίζει ταυτόχρονα και για τους δύο συντρόφους. Ακόμη και οι καλύτεροι γάμοι δεν μπορούν να εξαλείψουν τις ατομικές διαφορές τόσο ολοκληρωτικά ώστε η πνευματική κατάσταση των συντρόφων να ταυτίζεται εντελώς. Στις περισσότερες περιπτώσεις, ο ένας από αυτούς θα προσαρμοσθή στον γάμο πιο γρήγορα από ό,τι ο άλλος. Αυτός που έχει στηριχθή σε μια θετική σχέση με τους γονείς του θα βρη λίγη ή καθόλου δυσκολία στο να προσαρμοσθή στον ή στην σύντροφό του, ενώ ο άλλος μπορεί να εμποδίζεται από μια βαθειά ριζωμένη ασυνείδητη προσκόλληση προς τους γονείς. Επομένως θα πετύχη μια πλήρη προσαρμογή μόνο αργότερα, και επειδή αυτή κερδίζεται με μεγαλύτερη δυσκολία, μπορεί να αποδειχθή και πιο διαρκής.

Αυτές οι διαφορές στον ρυθμό και τον βαθμό της πνευματικής ανάπτυξης είναι οι κύριες αιτίες μιας τυπικής δυσκολίας που κάνει την εμφάνισή της σε κρίσιμες στιγμές. Μιλώντας για «βαθμό της πνευματικής ανάπτυξης» μιας προσωπικότητας, δεν θέλω να υπονοήσω μια ιδιαίτερα πλούσια η μεγαλόψυχη φύση. Κάθε άλλο. Εννοώ, μάλλον, μια πολυπλοκότητα πνεύματος ή χαρακτήρα που μπορεί να συγκριθή με ένα διαμάντι με πολλές όψεις, σε αντίθεση με έναν απλό κύβο. Υπάρχουν πολυδιάστατες και μάλλον προβληματικές φύσεις επιβαρυμένες με κληρονομικά χαρακτηριστικά που είναι μερικές φορές πολύ δύσκολο να εναρμονισθούν μεταξύ τους. Η προσαρμογή σε τέτοιες φύσεις, ή η δική τους προσαρμογή σε απλούστερες φύσεις, είναι πάντα ένα πρόβλημα. Αυτοί οι άνθρωποι, έχοντας μια τάση προς την διάσπαση, συνήθως έχουν την ιδιότητα να αποσπούν απροσάρμοστα χαρακτηριστικά τους για μεγάλα χρονικά διαστήματα, δείχνοντας έτσι τον εαυτό τους πολύ απλούστερο από ότι είναι· ή μπορεί να συμβή η συνθετότητά τους, το πολύπλευρο ακριβώς της φύσης τους, να τους δίνει μια χαρακτηριστική γοητεία. Οι σύντροφοί τους μπορούν εύκολα να χαθούν μέσα σε μια τέτοια λαβυρινθιακή φύση, βρίσκοντας σε αυτήν τέτοια αφθονία από δυνατές εμπειρίες, ώστε τα προσωπικά τους ενδιαφέροντα απορροφώνται εντελώς, μερικές φορές με όχι πολύ ευχάριστο τρόπο, επειδή η μοναδική τους ασχολία τότε βρίσκεται στο να ακολουθούν τον άλλο μέσα από όλες τις στροφές και τα γυρίσματα του χαρακτήρα του. Υπάρχει πάντα τόση διαθέσιμη εμπειρία ώστε η απλούστερη προσωπικότητα περιβάλλεται, ή μάλλον κυριολεκτικά πνίγεται, από αυτή· καταβροχθίζεται από τον πιο σύνθετο σύντροφό της και δεν μπορεί να βρη τον δρόμο της προς τα έξω. Είναι σχεδόν συνηθισμένη περίπτωση μια γυναίκα να περιέχεται εντελώς, πνευματικά, μέσα στον άνδρα της, και ένας άνδρας να περιέχεται εντελώς, συναισθηματικά, μέσα στην γυναικά του. Θα μπορούσε κανείς να το ονομάση αυτό το πρόβλημα του «περιέχοντος» και του «περιεχομένου».

(συνεχίζεται)

Αμέθυστος 


Δεν υπάρχουν σχόλια: