Η ΤΡΑΓΙΚΗ ΔΙΑΜΑΧΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ ΜΕ ΤΟΝ ΔΥΤΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΔΥΣΣΕΙΑ ΤΗΣ ΡΩΣΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ, Η ΟΠΟΙΑ ΟΛΟΚΛΗΡΩΝΕΤΑΙ ΣΗΜΕΡΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΗΣ ΣΤΟΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟ
Η φιλοσοφική σκέψη της Ρωσίας κατέχει μια ιδιαιτερότητα μέσα στον Ευρωπαικό πολιτισμό. Μια ιδιαιτερότητα που της επιτρέπει να τοποθετηθεί και χρονολογικά και όσον αφορά την πρόοδο η οποία καταλήγει στην εμφάνιση της, στο εσωτερικό του μοντέρνου κόσμου. Η φιλοσοφία στη Ρωσία άρχισε να εμφανίζεται στον 18ο αιώνα, σαν κάτι ξεχωριστό και αυτόνομο.
Οι Ρώσοι ιστορικοί αποδίδουν αυτή τη σιωπή τόσων αιώνων, στην Βυζαντινή μιζέρια η οποία προσπάθησε να καθοδηγήσει το Ρωσικό πνεύμα.
Γεγονός είναι πάντως ότι μέσω του Βυζαντίου η Ρωσία εκχριστιανίστηκε, αλλά δέν εξελληνίστηκε. Το αρχαίο Ελληνικό πνεύμα, τόσο καθοριστικό για τον Βυζαντινό πολιτισμό, δέν μεταφυτεύθηκε στη Ρωσία. Ταυτοχρόνως δέ η λειτουργική γλώσσα η οποία μετεδόθη απο τον Κύριλο και τον Μεθόδιο κατ’αρχάς στους Σλάβους και η οποία σιγά σιγά εμπλουτισμένη κυριάρχησε σε ολόκληρη την Ορθόδοξη ανατολή, λειτούργησε σαν το Σινικό τείχος που προστάτεψε και αποξένωσε ταυτοχρόνως τη Ρωσία απο τη Λατινική γλώσσα και τον Ευρωπαικό πολιτισμό.
Ένας άλλος παράγων εξίσου σημαντικός ο οποίος συνέβαλε στην καθυστέρηση της φιλοσοφικής και επιστημονικής σκέψης υπήρξε το σχίσμα της Ορθοδόξου Ρωσικής Εκκλησίας ανάμεσα στα 1653 και 1656. Το οποίο σχίσμα είχε σαν αιτία και αφορμή την μεταρρύθμιση της Ρωσικής Εκκλησίας, της λειτουργικής της παραδόσεως απο τον πατριάρχη Nikon με την σύμφωνη γνώμη του Τσάρου Αλεξέι, δευτέρου διαδόχου της δυναστείας των Ρωμανώφ, προκειμένου να δεχθούν στη Ρωσική Εκκλησία την Εκκλησία της Ουκρανίας, βαθιά επηρεασμένης ήδη απο τον Καθολικισμό. Απο την αντίδραση στην μεταρρύθμιση και το σχίσμα προέκυψε το κίνημα των σχισματικών (Raskol’niki) οι οποίοι ζητούσαν την επιστροφή στις παραδοσιακές μορφές λατρείας.
Ποιό ήταν το αποτέλεσμα αυτής της μεταρρυθμίσεως; Να εγκαταλειφθή η Μυστική παράδοση της Εκκλησίας της Ρωσίας, ο Ησυχασμός. Και η σταδιακή κυριαρχία της νέας Εκκλησίας εκ μέρους της κοσμικής εξουσίας των Τσάρων.
Αυτή η κυριαρχία φανερωνοταν ξεκάθαρα στην πρόοδο και στη συνεχή αύξηση του κύρους, της ιστορικής έννοιας «Μόσχα—Τρίτη Ρώμη» η οποία έδινε και έναν εσχατολογικό χαρακτήρα στη Ρωσία.
Αυτή η επιρροή του εσχατολογικού οράματος ξεκίνησε με την ανεξαρτησία της Ρωσικής Εκκλησίας απο το Βυζάντιο στα 1589. Κατά μια μεγάλη ειρωνεια δέ της ιστορίας, το όραμα επεβλήθη στους Ρώσους απο τον ίδιο τον πατριάρχη Κων/πόλεως Ιερεμία, με μια επιστολή του προς τον Τσάρο, με την οποία ουσιαστικά ίδρυε το πατριαρχείο της Μόσχας.
«Επειδή η αρχαία Ρώμη έπεσε θύμα της αιρέσεως του Απολλινάριου, και η δεύτερη Ρώμη η Κων/πολη βρίσκεται κάτω απο την κατοχή των άθεων Τούρκων, σήμερα αγαθέ Τσάρε, έναπόκειται στο μεγάλο σου Ρωσικό Βασίλειο, την Τρίτη Ρώμη, το χρέος να ξεπεράσει στην πίστη όλα τα προηγούμενα βασίλεια. Όλα τα πιστά βασίλεια έχουν ενωθεί τώρα στο δικό σου και μόνον εσύ τώρα έχεις το δικαίωμα να ονομάζεσαι Χριστιανός Αυτοκράτωρ όλης της οικουμένης»
Απο δώ και έπειτα η Ρωσία γίνεται η «Αγία Ρωσία» και αυτή η αγιότης γίνεται η βάση της Ρωσικής Κοσμολογίας. Η Ρωσική εθνική ιδέα βρίσκεται μέσα στην έννοια «Μόσχα. Τρίτη Ρώμη», παιρνοντας μαζί και το εσχατολογικό νόημα, ότι η Μόσχα δηλαδή είναι πλέον ο φύλακας της καθαρής οικουμενικής Ορθοδοξίας, διότι δέν θα υπάρξει τέταρτη Ρώμη.
Αυτή η ίδια η πίστη στην Αγία Ρωσία, η πεποίθηση πώς έξω απο αυτή δέν υπάρχουν άλλοι δρόμοι σωτηρίας για τη Ρωσία, γίνεται το βασικό της πνευματικό κεφάλαιο, χωρίς το οποίο οι Ρώσοι δέν είναι τίποτε.
Η αποστολή που ανέλαβε η Ρωσία με αυτόν τον τρόπο κατεύθυνε τα βήματα της απο εκεί και πέρα χωρίς συμβιβασμούς. Καθώς μάλιστα η τραγική μοίρα της Κων/πολεως, την οποία ονόμαζαν Zar’grad, η πόλη του Αυτοκράτορα, ερμηνευόταν σαν μια σωστή τιμωρία για την αποστασία της συνόδου της Φλωρεντίας στα 1439, όπου η Ορθόδοξη Εκκλησία δέχθηκε και υπέγραψε την ένωση της με την αιρετική Ρώμη, ελπίζοντας σε στρατιωτική βοήθεια της Δύσης, ενάντια στην απειλή και στον κίνδυνο των Τούρκων.
Ταυτοχρόνως αύξανε και η εξουσία του κράτους πάνω στην Εκκλησία, ακριβώς λόγω αυτής της θεοκρατικής ιδέας «Μόσχα—Τρίτη Ρώμη».
Το χρέος αυτής της τρίτης Ρώμης μέσα στο κεφάλι του νεαρού Τσάρου Αλεξέι Μιχαίλοβιτς ήταν η απελευθέρωση των Ορθοδόξων απο τους Τούρκους και η είσοδος του στην Zar’grad επικεφαλής ολοκλήρου της Ορθοδοξίας, ενώ το όνειρο του φίλου του Πατριάρχη Νίκων ήταν να λειτουργήσει στην Αγία Σοφία επικεφαλής των υπολοίπων τεσσάρων Πατριαρχών. Έπρεπε λοιπόν να προσαρμόσουν και να βάλουν σε κάποια συμφωνία όλα τα λειτουργικά τους κείμενα, με εκείνα των Ελλήνων. Έτσι ξεκίνησε η αναμόρφωση της Εκκλησίας της Ρωσίας, μέσα σε πλήρη προχειρότητα και άγνοια. Κάποιος Έλληνας Αρσένιος ο οποίος κατηύθυνε την αναμόρφωση σαν γνώστης της Ελληνικής, είχε μαθητεύσει στο κολλέγιο των Ουνιτών στη Ρώμη, και χρησιμοποίησε σαν Ελληνικά κείμενα, αυτά που είχαν ήδη παραχαράξει οι Ουνίτες. Για αυτό τον λόγο, ο πρωτοπρεσβύτερος Αββακούμ ξεσηκώθηκε, δημιουργώντας ένα μεγάλο λαικό κίνημα, το οποίο κατέληξε στο σχίσμα.
Οι διανοούμενοι και οι αριστοκράτες αυτής της Ρωσίας, χωρίζοντας απο το λαό, έπεσαν εύκολα θύματα του Διαφωτισμού που κυριαρχούσε τότε στη Δύση, εντελώς αδιάφορου για την Θρησκεία.
Το σχίσμα όμως δημιούργησε δύο Ρωσίες. Μία του λαού, με το σημάδι της Αγίας Ρωσίας και μία των διανοουμένων, οι οποίοι αδιαφορούσαν παντελώς για οτιδήποτε εθνικό, εφόσον συνόρευε με την θρησκεία της Αγίας Ρωσίας.
Και ενώ ξεκινούσε στη Δύση η εκκοσμίκευση, η επίσημη Εκκλησία Λατινοποιείται και διαστρέφει παντελώς και τον λειτουργικό ψαλμό καί την Αγιογραφία. Πολύ γρήγορα η διανόηση μιμήθηκε όλες τις επαναστατικές ιδέες του διαφωτισμού και με την βοήθεια της Λατινοποιημένης πλέον Εκκλησίας μεταμόρφωσαν την μισή Ρωσία σε μια καρικατούρα της ιστορικής Ευρώπης. Η θεοκρατία αντικατεστάθη απο την ανθρωποκρατία, η δύναμις του Θεού με την δύναμη του ανθρώπου, ο Χριστιανισμός με τον ανθρωπισμό, το Θείο δίκαιο με τα ανθρώπινα δικαιώματα, το απόλυτο με το σχετικό.
Οι δύο κουλτούρες μπήκαν σε αντιπαράθεση και δυστυχώς η πίστη των επαναστατών, των σχισματικών, η πιο αδύναμη στη διαμάχη, ήταν η αυθεντική πίστη των Ρώσων, ριζωμένη βαθιά στις καρδιές των πιστών. Άρχισαν να ζούν δύο παράλληλους βίους και παρ’όλες τις τραγωδίες και τους διωγμούς, η λαική πίστη άντεξε και αντέχει μέχρι σήμερα, παρότι δέν εξελίσσεται, δέν προοδεύει θεολογικά. Στο άλλο άκρο η διανόηση επηρεασμένη απο τον Γερμανικό ιδεαλισμό, εφόσον είχε άγνοια της Ελληνικής σκέψης, άρχισε να θεολογεί και να παρασύρει σε νεωτερισμούς ότι Ορθόδοξο είχε απομείνει στις καρδιές των μορφωμένων.
Στην ιστορία της Ρωσίας τώρα ξανά, όπου η αντιπαλότης των δύο κόσμων έφτασε στο αποκορύφωμα της με τον Πέτρο τον πρώτο τον μεγάλο (1682—1725), γιού του Αλεξέι. Αποφασισμένος να τελειώνει με την Θρησκεία, στα 1721, καταργεί το πατριαρχείο και το αντικαθιστά με μία «Αγιοτάτη σύνοδο», μια αλλαγή που απεδείχθη καταστροφική για την Εκκλησία, στην επανάσταση του 1917.
Αποκορύφωμα της έχθρας και του χωρισμού της Ρωσίας στα δύο, υπήρξε το κτίσιμο της Πετρούπολης, στο Δέλτα του Νέβα,η οποία είχε σαν σκοπό της να είναι «ένα παράθυρο στην Ευρώπη». Αυτή η πόλις έγινε ένα σύμβολο της θελήσεως της κοσμικής εξουσίας να αναγεννήσει την Ρωσία, καταργώντας την λαική της κουλτούρα και πίστη, αντικαθιστώντας τες με την Ευρωπαική Δύση, το εμπόριο και τον πολιτισμό της, σε πλήρη αντίθεση με την Αγία Μόσχα.
Ο Τσάρος προσπάθησε να καλύψει καί τό επιστημονικό κενό τής Ρωσίας, καλώντας από διαφορετικές χώρες, στήν Πετρούπολη, μαθηματικούς καί μηχανικούς, δικαστές καί πολιτικούς, επιχειρηματίες καί οικονομολόγους, αλλά προπάντων ιδρύοντας μιά Ακαδημία τών επιστημών, χρηματοδοτούμενη από τό κράτος.
Γι αυτόν τόν σκοπό ήρθε σέ επαφή μέ τόν Λάϊμπνιτς, στά 1711, καί κατόπιν στά 1712 καί 1716. Αποτέλεσμα αυτών τών επαφών ήταν καί η παράλληλη ίδρυση ενός Πανεπιστημίου, τό οποίο ξεκινά τήν ζωή του μαζί μέ τήν Ακαδημία στά 1724. Αυτή η Ακαδημία όπως καί τό Πανεπιστήμιο λειτούργησαν αποκλειστικά μέ ξένους επιστήμονες. Τά 22 μέλη τής Ακαδημίας, τά οποία χρίστηκαν από τήν Αικατερίνη τήν πρώτη ανάμεσα στά 1725 καί 1727 ήταν όλοι τους ξένοι.
Αυτή είναι η πρώτη προσπάθεια στά παγκόσμια χρονικά, επιβολής μιάς ξένης κουλτούρας, από πάνω. Μιά εσωτερική κατάκτηση από ξένες δυνάμεις, μιά αναίμακτη παράδοση, μιά διανοητική αναπάντεχη νίκη τών δυνάμεων τού μοντερνισμού. Η ΠΡΩΤΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ, πού εμφανίστηκε ποτέ στήν ανθρωπότητα.
Έτσι λοιπόν γιά τόν Ρωσικό λαό ο αντίχριστος δέν ήταν πλέον μόνον ψευδοχριστιανός, αλλά καί ψευδο-Ρώσος ο Μέγας Πέτρος.
Τό αποτέλεσμα όμως τής μαζικής εισόδου επιστημόνων καί κάθε λογής ειδικών σπό τήν Ευρώπη στήν Ρωσία, λόγω διανοητικής ανεπάρκειας τής Ρωσικής διανόησης, είχε ένα άλλο τραγικό αποτέλεσμα γιά τή Ρωσία. Τήν σταδιακή αποκοπή αυτής τής διανόησης από τό επίσημο κράτος, η οποία αποκορυφώνεται μέ τήν μαζική εξορία τών Ρώσων διανοουμένων, μετά τήν επανάσταση τού 1917, στήν Ευρώπη καί τήν δημιουργία τής γνωστής Ρωσικής θεολογίας, η οποία μάς ενδιαφέρει καί η οποία πρωτοστατεί στόν οικουμενισμό καί στήν δημιουργία Μετα-νεωτερικού πολιτισμού.
Αμέθυστος
Η φιλοσοφική σκέψη της Ρωσίας κατέχει μια ιδιαιτερότητα μέσα στον Ευρωπαικό πολιτισμό. Μια ιδιαιτερότητα που της επιτρέπει να τοποθετηθεί και χρονολογικά και όσον αφορά την πρόοδο η οποία καταλήγει στην εμφάνιση της, στο εσωτερικό του μοντέρνου κόσμου. Η φιλοσοφία στη Ρωσία άρχισε να εμφανίζεται στον 18ο αιώνα, σαν κάτι ξεχωριστό και αυτόνομο.
Οι Ρώσοι ιστορικοί αποδίδουν αυτή τη σιωπή τόσων αιώνων, στην Βυζαντινή μιζέρια η οποία προσπάθησε να καθοδηγήσει το Ρωσικό πνεύμα.
Γεγονός είναι πάντως ότι μέσω του Βυζαντίου η Ρωσία εκχριστιανίστηκε, αλλά δέν εξελληνίστηκε. Το αρχαίο Ελληνικό πνεύμα, τόσο καθοριστικό για τον Βυζαντινό πολιτισμό, δέν μεταφυτεύθηκε στη Ρωσία. Ταυτοχρόνως δέ η λειτουργική γλώσσα η οποία μετεδόθη απο τον Κύριλο και τον Μεθόδιο κατ’αρχάς στους Σλάβους και η οποία σιγά σιγά εμπλουτισμένη κυριάρχησε σε ολόκληρη την Ορθόδοξη ανατολή, λειτούργησε σαν το Σινικό τείχος που προστάτεψε και αποξένωσε ταυτοχρόνως τη Ρωσία απο τη Λατινική γλώσσα και τον Ευρωπαικό πολιτισμό.
Ένας άλλος παράγων εξίσου σημαντικός ο οποίος συνέβαλε στην καθυστέρηση της φιλοσοφικής και επιστημονικής σκέψης υπήρξε το σχίσμα της Ορθοδόξου Ρωσικής Εκκλησίας ανάμεσα στα 1653 και 1656. Το οποίο σχίσμα είχε σαν αιτία και αφορμή την μεταρρύθμιση της Ρωσικής Εκκλησίας, της λειτουργικής της παραδόσεως απο τον πατριάρχη Nikon με την σύμφωνη γνώμη του Τσάρου Αλεξέι, δευτέρου διαδόχου της δυναστείας των Ρωμανώφ, προκειμένου να δεχθούν στη Ρωσική Εκκλησία την Εκκλησία της Ουκρανίας, βαθιά επηρεασμένης ήδη απο τον Καθολικισμό. Απο την αντίδραση στην μεταρρύθμιση και το σχίσμα προέκυψε το κίνημα των σχισματικών (Raskol’niki) οι οποίοι ζητούσαν την επιστροφή στις παραδοσιακές μορφές λατρείας.
Ποιό ήταν το αποτέλεσμα αυτής της μεταρρυθμίσεως; Να εγκαταλειφθή η Μυστική παράδοση της Εκκλησίας της Ρωσίας, ο Ησυχασμός. Και η σταδιακή κυριαρχία της νέας Εκκλησίας εκ μέρους της κοσμικής εξουσίας των Τσάρων.
Αυτή η κυριαρχία φανερωνοταν ξεκάθαρα στην πρόοδο και στη συνεχή αύξηση του κύρους, της ιστορικής έννοιας «Μόσχα—Τρίτη Ρώμη» η οποία έδινε και έναν εσχατολογικό χαρακτήρα στη Ρωσία.
Αυτή η επιρροή του εσχατολογικού οράματος ξεκίνησε με την ανεξαρτησία της Ρωσικής Εκκλησίας απο το Βυζάντιο στα 1589. Κατά μια μεγάλη ειρωνεια δέ της ιστορίας, το όραμα επεβλήθη στους Ρώσους απο τον ίδιο τον πατριάρχη Κων/πόλεως Ιερεμία, με μια επιστολή του προς τον Τσάρο, με την οποία ουσιαστικά ίδρυε το πατριαρχείο της Μόσχας.
«Επειδή η αρχαία Ρώμη έπεσε θύμα της αιρέσεως του Απολλινάριου, και η δεύτερη Ρώμη η Κων/πολη βρίσκεται κάτω απο την κατοχή των άθεων Τούρκων, σήμερα αγαθέ Τσάρε, έναπόκειται στο μεγάλο σου Ρωσικό Βασίλειο, την Τρίτη Ρώμη, το χρέος να ξεπεράσει στην πίστη όλα τα προηγούμενα βασίλεια. Όλα τα πιστά βασίλεια έχουν ενωθεί τώρα στο δικό σου και μόνον εσύ τώρα έχεις το δικαίωμα να ονομάζεσαι Χριστιανός Αυτοκράτωρ όλης της οικουμένης»
Απο δώ και έπειτα η Ρωσία γίνεται η «Αγία Ρωσία» και αυτή η αγιότης γίνεται η βάση της Ρωσικής Κοσμολογίας. Η Ρωσική εθνική ιδέα βρίσκεται μέσα στην έννοια «Μόσχα. Τρίτη Ρώμη», παιρνοντας μαζί και το εσχατολογικό νόημα, ότι η Μόσχα δηλαδή είναι πλέον ο φύλακας της καθαρής οικουμενικής Ορθοδοξίας, διότι δέν θα υπάρξει τέταρτη Ρώμη.
Αυτή η ίδια η πίστη στην Αγία Ρωσία, η πεποίθηση πώς έξω απο αυτή δέν υπάρχουν άλλοι δρόμοι σωτηρίας για τη Ρωσία, γίνεται το βασικό της πνευματικό κεφάλαιο, χωρίς το οποίο οι Ρώσοι δέν είναι τίποτε.
Η αποστολή που ανέλαβε η Ρωσία με αυτόν τον τρόπο κατεύθυνε τα βήματα της απο εκεί και πέρα χωρίς συμβιβασμούς. Καθώς μάλιστα η τραγική μοίρα της Κων/πολεως, την οποία ονόμαζαν Zar’grad, η πόλη του Αυτοκράτορα, ερμηνευόταν σαν μια σωστή τιμωρία για την αποστασία της συνόδου της Φλωρεντίας στα 1439, όπου η Ορθόδοξη Εκκλησία δέχθηκε και υπέγραψε την ένωση της με την αιρετική Ρώμη, ελπίζοντας σε στρατιωτική βοήθεια της Δύσης, ενάντια στην απειλή και στον κίνδυνο των Τούρκων.
Ταυτοχρόνως αύξανε και η εξουσία του κράτους πάνω στην Εκκλησία, ακριβώς λόγω αυτής της θεοκρατικής ιδέας «Μόσχα—Τρίτη Ρώμη».
Το χρέος αυτής της τρίτης Ρώμης μέσα στο κεφάλι του νεαρού Τσάρου Αλεξέι Μιχαίλοβιτς ήταν η απελευθέρωση των Ορθοδόξων απο τους Τούρκους και η είσοδος του στην Zar’grad επικεφαλής ολοκλήρου της Ορθοδοξίας, ενώ το όνειρο του φίλου του Πατριάρχη Νίκων ήταν να λειτουργήσει στην Αγία Σοφία επικεφαλής των υπολοίπων τεσσάρων Πατριαρχών. Έπρεπε λοιπόν να προσαρμόσουν και να βάλουν σε κάποια συμφωνία όλα τα λειτουργικά τους κείμενα, με εκείνα των Ελλήνων. Έτσι ξεκίνησε η αναμόρφωση της Εκκλησίας της Ρωσίας, μέσα σε πλήρη προχειρότητα και άγνοια. Κάποιος Έλληνας Αρσένιος ο οποίος κατηύθυνε την αναμόρφωση σαν γνώστης της Ελληνικής, είχε μαθητεύσει στο κολλέγιο των Ουνιτών στη Ρώμη, και χρησιμοποίησε σαν Ελληνικά κείμενα, αυτά που είχαν ήδη παραχαράξει οι Ουνίτες. Για αυτό τον λόγο, ο πρωτοπρεσβύτερος Αββακούμ ξεσηκώθηκε, δημιουργώντας ένα μεγάλο λαικό κίνημα, το οποίο κατέληξε στο σχίσμα.
Οι διανοούμενοι και οι αριστοκράτες αυτής της Ρωσίας, χωρίζοντας απο το λαό, έπεσαν εύκολα θύματα του Διαφωτισμού που κυριαρχούσε τότε στη Δύση, εντελώς αδιάφορου για την Θρησκεία.
Το σχίσμα όμως δημιούργησε δύο Ρωσίες. Μία του λαού, με το σημάδι της Αγίας Ρωσίας και μία των διανοουμένων, οι οποίοι αδιαφορούσαν παντελώς για οτιδήποτε εθνικό, εφόσον συνόρευε με την θρησκεία της Αγίας Ρωσίας.
Και ενώ ξεκινούσε στη Δύση η εκκοσμίκευση, η επίσημη Εκκλησία Λατινοποιείται και διαστρέφει παντελώς και τον λειτουργικό ψαλμό καί την Αγιογραφία. Πολύ γρήγορα η διανόηση μιμήθηκε όλες τις επαναστατικές ιδέες του διαφωτισμού και με την βοήθεια της Λατινοποιημένης πλέον Εκκλησίας μεταμόρφωσαν την μισή Ρωσία σε μια καρικατούρα της ιστορικής Ευρώπης. Η θεοκρατία αντικατεστάθη απο την ανθρωποκρατία, η δύναμις του Θεού με την δύναμη του ανθρώπου, ο Χριστιανισμός με τον ανθρωπισμό, το Θείο δίκαιο με τα ανθρώπινα δικαιώματα, το απόλυτο με το σχετικό.
Οι δύο κουλτούρες μπήκαν σε αντιπαράθεση και δυστυχώς η πίστη των επαναστατών, των σχισματικών, η πιο αδύναμη στη διαμάχη, ήταν η αυθεντική πίστη των Ρώσων, ριζωμένη βαθιά στις καρδιές των πιστών. Άρχισαν να ζούν δύο παράλληλους βίους και παρ’όλες τις τραγωδίες και τους διωγμούς, η λαική πίστη άντεξε και αντέχει μέχρι σήμερα, παρότι δέν εξελίσσεται, δέν προοδεύει θεολογικά. Στο άλλο άκρο η διανόηση επηρεασμένη απο τον Γερμανικό ιδεαλισμό, εφόσον είχε άγνοια της Ελληνικής σκέψης, άρχισε να θεολογεί και να παρασύρει σε νεωτερισμούς ότι Ορθόδοξο είχε απομείνει στις καρδιές των μορφωμένων.
Στην ιστορία της Ρωσίας τώρα ξανά, όπου η αντιπαλότης των δύο κόσμων έφτασε στο αποκορύφωμα της με τον Πέτρο τον πρώτο τον μεγάλο (1682—1725), γιού του Αλεξέι. Αποφασισμένος να τελειώνει με την Θρησκεία, στα 1721, καταργεί το πατριαρχείο και το αντικαθιστά με μία «Αγιοτάτη σύνοδο», μια αλλαγή που απεδείχθη καταστροφική για την Εκκλησία, στην επανάσταση του 1917.
Αποκορύφωμα της έχθρας και του χωρισμού της Ρωσίας στα δύο, υπήρξε το κτίσιμο της Πετρούπολης, στο Δέλτα του Νέβα,η οποία είχε σαν σκοπό της να είναι «ένα παράθυρο στην Ευρώπη». Αυτή η πόλις έγινε ένα σύμβολο της θελήσεως της κοσμικής εξουσίας να αναγεννήσει την Ρωσία, καταργώντας την λαική της κουλτούρα και πίστη, αντικαθιστώντας τες με την Ευρωπαική Δύση, το εμπόριο και τον πολιτισμό της, σε πλήρη αντίθεση με την Αγία Μόσχα.
Ο Τσάρος προσπάθησε να καλύψει καί τό επιστημονικό κενό τής Ρωσίας, καλώντας από διαφορετικές χώρες, στήν Πετρούπολη, μαθηματικούς καί μηχανικούς, δικαστές καί πολιτικούς, επιχειρηματίες καί οικονομολόγους, αλλά προπάντων ιδρύοντας μιά Ακαδημία τών επιστημών, χρηματοδοτούμενη από τό κράτος.
Γι αυτόν τόν σκοπό ήρθε σέ επαφή μέ τόν Λάϊμπνιτς, στά 1711, καί κατόπιν στά 1712 καί 1716. Αποτέλεσμα αυτών τών επαφών ήταν καί η παράλληλη ίδρυση ενός Πανεπιστημίου, τό οποίο ξεκινά τήν ζωή του μαζί μέ τήν Ακαδημία στά 1724. Αυτή η Ακαδημία όπως καί τό Πανεπιστήμιο λειτούργησαν αποκλειστικά μέ ξένους επιστήμονες. Τά 22 μέλη τής Ακαδημίας, τά οποία χρίστηκαν από τήν Αικατερίνη τήν πρώτη ανάμεσα στά 1725 καί 1727 ήταν όλοι τους ξένοι.
Αυτή είναι η πρώτη προσπάθεια στά παγκόσμια χρονικά, επιβολής μιάς ξένης κουλτούρας, από πάνω. Μιά εσωτερική κατάκτηση από ξένες δυνάμεις, μιά αναίμακτη παράδοση, μιά διανοητική αναπάντεχη νίκη τών δυνάμεων τού μοντερνισμού. Η ΠΡΩΤΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ, πού εμφανίστηκε ποτέ στήν ανθρωπότητα.
Έτσι λοιπόν γιά τόν Ρωσικό λαό ο αντίχριστος δέν ήταν πλέον μόνον ψευδοχριστιανός, αλλά καί ψευδο-Ρώσος ο Μέγας Πέτρος.
Τό αποτέλεσμα όμως τής μαζικής εισόδου επιστημόνων καί κάθε λογής ειδικών σπό τήν Ευρώπη στήν Ρωσία, λόγω διανοητικής ανεπάρκειας τής Ρωσικής διανόησης, είχε ένα άλλο τραγικό αποτέλεσμα γιά τή Ρωσία. Τήν σταδιακή αποκοπή αυτής τής διανόησης από τό επίσημο κράτος, η οποία αποκορυφώνεται μέ τήν μαζική εξορία τών Ρώσων διανοουμένων, μετά τήν επανάσταση τού 1917, στήν Ευρώπη καί τήν δημιουργία τής γνωστής Ρωσικής θεολογίας, η οποία μάς ενδιαφέρει καί η οποία πρωτοστατεί στόν οικουμενισμό καί στήν δημιουργία Μετα-νεωτερικού πολιτισμού.
Αμέθυστος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου