Συνέχεια από: Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου 2022
Οι θεολογικές καταβολές της Νεωτερικότητας
Κεφάλαιο 1: Η νομιναλιστική επανάσταση και η καταγωγή της νεωτερικότητας ε
Από την Avignon προς τον μοντέρνο κόσμο (συνέχεια)
Είναι δύσκολο να δούμε με την πρώτη ματιά πως η Γραφή λύνει το πρόβλημα που θέτει ο νομιναλισμός, καθώς το να βασίζεται κανείς στη Γραφή φαίνεται να προϋποθέτει ό,τι ο Θεός θέσπισε είναι αμετάβλητο, κάτι που νομιναλισμός απορρίπτει. Ο Λούθηρος βέβαια δίνει στη Γραφή μια διαφορετική θέση. Σύμφωνα με την άποψη του, δεν είναι απλά ένα κείμενο, αλλά ένα μέσο δια του οποίου ο Θεός μιλά απευθείας στον άνθρωπο. Η πίστη αναδύεται από την ακρόαση της φωνής του Θεού. Η δύναμη του Θεού λοιπόν δεν είναι κάτι αφηρημένο και απόμακρο, αλλά δρα πάντα μέσα μας και δια μέσου ημών. Ο Λούθηρος μπόρεσε με τον τρόπο αυτό να μεταμορφώσει τον τρομακτικό Θεό του νομιναλισμού σε μια δύναμη εντός των ατομικών ανθρώπινων όντων. Ο Χριστιανός αναγεννάται εν Θεώ, επειδή ο Θεός γεννιέται μέσα του.
Ο Ockham διακήρυξε την ατομικότητα κάθε όντος ως μοναδική δημιουργία του Θεού, θεωρούσε όμως τον ριζικό διαχωρισμό Θεού και ανθρώπου ως απροσπέλαστο εμπόδιο για την ανθρώπινη διάνοια και ανυπέρβλητο εμπόδιο για την ανθρώπινη βούληση. Στράφηκε λοιπόν προς την Γραφή, αλλά και η Γραφή αποκάλυπτε μόνο μια στιγμιαία κατάσταση της απόμακρης βούλησης του Θεού, που σε οποιαδήποτε στιγμή μπορούσε να είναι κάποια άλλη. Και ο Λούθηρος επίσης έβλεπε τον Θεό ως deus absconditus, ο οποίος δεν μπορούσε να αναλυθεί φιλοσοφικά ή να γίνει κατανοητός. Στράφηκε επίσης προς τη Γραφή ως τη μοναδική πηγή καθοδήγησης. Σε αντίθεση προς τους νομιναλιστές, αναγνώριζε πως η διαφορά μεταξύ Θεού και ανθρώπου μπορούσε να γεφυρωθεί δια της μέσω των Γραφών έκχυσης της θείας βουλήσεως, η οποία αποκλείει κάθε αμφιβολία. Σε αντίθεση προς τους ουμανιστές βέβαια, αυτό δεν συνέβαινε επειδή ο άνθρωπος βουλήθηκε με τον ίδιο τρόπο που βούλεται και ο Θεός, δηλαδή δημιουργικά, αλλά επειδή βουλήθηκε αυτό που ο Θεός βουλήθηκε, δηλαδή ηθικά και με ευσέβεια. Ο άνθρωπος δεν γίνεται ημίθεος, αλλά τόπος παραμονής του Θεού. Ο Θεός καθίσταται εσωτερική και καθοδηγητική αρχή της ζωής του, ή αυτό που Λούθηρος αποκαλεί συνείδηση.
Ούτε οι ουμανιστές, ούτε οι μεταρρυθμιστές θεωρούσαν πως θεμελιώνουν μια νέα εποχή ή ότι με αυτούς ξεκινά κάτι διακριτά νέο. Αντιλαμβάνονταν μάλλον ως αποστολή τους την ανόρθωση ενός αρχαίου και παραδοσιακού πράγματος. Κάνοντας το όμως αυτό, βρέθηκαν σε μια διαμάχη για τη σχέση του θείου και του ανθρώπινου, η οποία βασάνιζε τον Χριστιανισμό από την αρχή του. Ο ιταλικός ουμανισμός εισηγήθηκε με ένα προμηθεϊκό τρόπο, πως ο άνθρωπος μπορούσε να υψώσει μόνος του τον εαυτό του στο επίπεδο του Θεού ή και να γίνει Θεός. Με αυτή την έννοια είναι καθαρός Πελαγιανισμός ή ημί-Πελαγιανισμός. Το ουμανιστικό όραμα για τον άνθρωπο ήταν επομένως ασύμβατο με την θεία παντοδυναμία, και με την αντίληψη πως ο Θεός ήταν Θεός. Χωρίς ένα τέτοιο Θεό όμως, ήταν δύσκολο να αντιληφθεί κανείς πως ο άνθρωπος μπορούσε να είναι κάτι περισσότερο από ζώο. Η Μεταρρύθμιση δεν κατευθυνόταν πια μόνο κατά των καταχρήσεων μέσα στην Εκκλησία, αλλά και εναντίον του πελαγιανικού ουμανισμού. Ο Θεός ήταν για τους μεταρρυθμιστές παντοδύναμος, και ο άνθρωπος ήταν χωρίς τον Θεό τίποτα. Η ιδέα της ελεύθερης ανθρώπινης βούλησης ήταν μια ψευδαίσθηση επομένως. Η αντί-πελαγιανική και αντί-ουμανιστική στάση ήταν επίσης μη ικανοποιητική. Αν η ανθρώπινη βούληση ήταν πρακτικά ανίκανη, τότε πηγή του κακού ήταν ο Θεός και όχι ο άνθρωπος, καθώς οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να θεωρούνται ηθικά υπεύθυνοι για τις πράξεις τους. Και έτσι, ενώ ο ουμανισμός δεν μπορούσε να διατηρήσει την έννοια της θείας παντοδυναμίας, δεν μπορούσε και να υπάρξει χωρίς αυτήν. Παρομοίως, η θεολογία της Μεταρρύθμισης δεν μπορούσε να αρνείται την ελεύθερη ανθρώπινη βούληση, όπως δεν μπορούσε να διατηρήσει την έννοια του καλού Θεού στην απουσία της. Οι ουμανιστές και οι μεταρρυθμιστές είχαν μπλεχτεί σε μια αντινομία, από την οποία δεν υπήρχε διέξοδος. Είχαν επομένως έρθει αναπόφευκτα σε σύγκρουση. Η διαφωνία αυτή εμφανίζεται με άπλετο φως στην διαμάχη μεταξύ Έρασμου και Λούθηρου για την ελευθερία ή την δέσμευση της ανθρώπινης βούλησης, αλλά και στους καταστροφικούς θρησκευτικούς πολέμους που σπάραξαν την Ευρώπη για πάνω από εκατό χρόνια.
Ο ουμανισμός και η Μεταρρύθμιση θεμελίωσαν τις απόψεις τους για τον κόσμο πάνω στον άνθρωπο και πάνω στο Θεό, αντίστοιχα. Οι επιλογές αυτές ρίζωναν στην μακρά ιστορία του Χριστιανισμού, και η μεταξύ τους διαμάχη που ενέκυψε ήταν από πολλές απόψεις αντανάκλαση των αντιθέσεων που ήταν από την αρχή παρούσες στον Χριστιανισμό. Εν μέσω της διαμάχης αυτής, μια μικρή ομάδα στοχαστών αναζήτησε ένα νέο μονοπάτι, εγκαταλείποντας τον Θεό και τον άνθρωπο ως θεμέλιο της αναζήτησης της, στρεφόμενη αντ’ αυτών προς τον φυσικό κόσμο. Έτσι αρχίζει πραγματικά η νεωτερικότητα, με σκοπό να αναπτύξει μια επιστήμη που θα καταστήσει τον άνθρωπο κύριο και κάτοχο της φύσεως. Το πρόγραμμα αυτό όφειλε πολλά στον νομιναλισμό, με πολλούς διαφορετικούς και σημαντικούς τρόπους.
Ο νομιναλισμός είχε καταστρέψει το οντολογικό θεμέλιο της μεσαιωνικής επιστήμης, βάζοντας στη θέση του ένα χαοτικό κόσμο αποτελούμενο από θεμελιωδώς ατομικά όντα. Ο κόσμος για τους νομιναλιστές είναι απλώς ένα σημείο ανώτερης τάξεως, ένα βοήθημα προς κατανόηση, που δεν αντιστοιχεί σε καμιά πραγματικότητα. Ο νομιναλισμός φαίνεται πως καθιστά έτσι την επιστήμη αδύνατη. Στην πραγματικότητα όμως, η μοντέρνα επιστήμη αναπτύχθηκε μέσα από τον νομιναλισμό, ως αποτέλεσμα της επανεξέτασης της σημασίας της νομιναλιστικής οντολογίας.
Η μεταφυσική του σχολαστικισμού θεωρούσε το Θεό ως το ανώτατο ον και τη δημιουργία ως λογική τάξη των όντων που εκτείνεται μέχρι τον Θεό. Από την οπτική γωνία του νομιναλισμού όμως, μια τέτοια τάξη είναι ανέφικτη, όχι μόνο επειδή κάθε ον είναι θεμελιωδώς ατομικό, αλλά επίσης, και αυτό είναι ίσως πιο σημαντικό, επειδή ο Θεός δεν είναι ένα ον με την ίδια έννοια όπως τα δημιουργημένα όντα. Ενώ ο Ockham επισημαίνει αυτό το χάσμα μεταξύ του Θεού και της δημιουργίας Του, δεν το εξετάζει εκτενώς. Αυτό το ανέλαβε ο μεγάλος στοχαστής, ο δρόμος του οποίου διασταυρώθηκε με τους δρόμους του Ockham και του Πετράρχη στην Avignon, ο Γερμανός μυστικός Meister Eckhart (1260-1328).
Ο Eckhart ήταν βαθιά επηρεασμένος από τον νεοπλατωνισμό, αν και ο νεοπλατωνισμός του είχε μεταμορφωθεί από τον μυστικισμό του. Όπως και ο Ockham, ο Eckhart έβλεπε μια άπειρη απόσταση μεταξύ Θεού και κόσμου. Από τη σκοπιά των όντων που συναντούμε στην καθημερινή ζωή, ο Θεός φαίνεται πως είναι τίποτα. Σύμφωνα με τον Eckhart βέβαια, το θέμα αυτό πρέπει να εξετασθεί από θεϊκή και όχι από την ανθρώπινη προοπτική, όχι λογικά, αλλά μυστικιστικά. Από αυτή την προοπτική τα όντα του κόσμου είναι τίποτα, και όχι ο Θεός, ή έστω είναι τίποτα χωρίς τον Θεό. Εφόσον όμως τα όντα αυτά κατά κάποιον τρόπο «είναι», πρέπει να «είναι» Θεός, δηλαδή ο Θεός πρέπει να είναι «μέσα» στα όντα κατά κάποιο τρόπο. Χωρίς Αυτόν θα ήταν ένα καθαρό τίποτα. Η άπειρη όμως διαφορά μεταξύ του Θεού και της δημιουργίας του, σημαίνει πως ο Θεός δεν μπορεί να βρίσκεται μέσα στα πράγματα ως στοιχείο που τα καθιστά κάτι ή ως ουσία τους. Ο Θεός, εισηγείται ο Eckhart, βρίσκεται μέσα στα πράγματα με μια διαφορετική έννοια, ως το πως των πραγμάτων, ως η λειτουργική δύναμη που καθορίζει το γίγνεσθαι τους. Με νομιναλιστικούς όρους, ο Θεός είναι καθαρή βούληση, καθαρή πράξη ή καθαρή δύναμη, και ο κόσμος στο γίγνεσθαι του είναι θεία βούληση, είναι αυτός ο Θεός. Με σύγχρονους όρους, ο κόσμος είναι μια αδιάκοπη κίνηση που καθορίζεται από τη θεία βούληση, που γίνεται αντιληπτή ως επαρκής ή μηχανική αιτιότητα. Ο κόσμος είναι η ενσάρκωση, το σώμα του Θεού, και Αυτός είναι μέσα στον κόσμο όπως η ψυχή στο σώμα, πανταχού παρών ως κινητήριος αρχή.
Η δημιουργία λοιπόν δεν είναι απλή αταξία. Ο Θεός βρίσκεται στον κόσμο με ένα νέο και διαφορετικό τρόπο από αυτόν που οραματίστηκαν ο σχολαστικισμός και η παραδοσιακή μεταφυσική. Δεν είναι η τελική ουσία όλων των όντων, αλλά ο τρόπος ύπαρξης τους ή το γίγνεσθαι. Για να ανακαλυφθεί λοιπόν ο εκ Θεού δοσμένος χαρακτήρας του κόσμου, είναι απαραίτητο να διερευνηθεί το γίγνεσθαι, που σημαίνει, πως είναι απαραίτητο να ανακαλυφθούν οι νόμοι που διέπουν την κίνηση όλων των όντων. Στο σημείο αυτό, η θεολογία και η φυσική επιστήμη γίνονται ένα και το αυτό.
Ο ορθολογισμός και ο υλισμός λειτουργούν μέσα σε αυτή την γενική αντίληψη για τη σχέση Θεού και της δημιουργίας Του, διαφέρουν όμως σημαντικά στην αντίληψη τους για τη σημασία αυτής της σχέσης. Ο ορθολογισμός αντιλαμβάνεται την ταύτιση του Θεού με τη δημιουργία, στο μεγαλύτερο μέρος του, πανθεϊστικά. Η κίνηση της φύσεως επομένως είναι η κίνηση του Θεού, και οι νόμοι της φύσεως είναι μορφές και δομές της θείας βούλησης. Η ορθολογιστική επιστήμη λοιπόν, θεμελιώνεται θεολογικά όχι πάνω στη Γραφή, αλλά στην επαγωγική ανακάλυψη των νόμων της κινήσεως, ξεκινώντας από την υπερβατική βούληση ή ελευθερία.
Ο υλισμός αντιθέτως, αντιλαμβάνεται αθεϊστικά τη σημασία της ταύτισης Θεού και δημιουργίας. Το να πούμε πως ο Θεός του νομιναλισμού, όπως τον αντιλαμβανόταν ο Ockham, είναι μέσα στα πάντα με τον τρόπο που το έβλεπε ο Eckhart (και αργότερα ο Cusano), σήμαινε πως όλα είναι βούληση, κίνηση χωρίς σκοπό, και χωρίς καμιά απαραίτητη κανονικότητα. Από αυτή την οπτική γωνία, δεν υπάρχει ουσιαστική διαφορά μεταξύ του νομιναλιστικού κόσμου και του άθεου σύμπαντος της εν κινήσει ύλης. Η ύπαρξη ή η ανυπαρξία του Θεού είναι άσχετη προς την κατανόηση της φύσεως, καθώς Αυτός δεν μπορεί να αυξήσει ή να μειώσει το χάος της θεμελιώδους ατομικότητας που χαρακτηρίζει την ύπαρξη. Η επιστήμη λοιπόν δεν χρειάζεται να λάβει υπόψιν αυτόν τον Θεό ή την Γραφή, στην προσπάθεια της να καταλάβει τον φυσικό κόσμο, και μπορεί αντ’ αυτού να στηριχτεί αποκλειστικά στην εμπειρία. Ο αθεϊστικός υλισμός έχει την θεολογική του καταγωγή στην νομιναλιστική επανάσταση. Είναι αλήθεια πως ο υλισμός έχει επίσης τις ρίζες του στον αρχαίο ατομισμό και επικουρισμό. Και τα δυο όμως αυτά κινήματα προσλαμβάνονται και κατανοούνται μέσα στα πλαίσια αυτού που ήταν νομιναλιστική θεώρηση του κόσμου.
Η νέα αντίληψη περί γίγνεσθαι ή αλλαγής, ως εκδήλωσης της θείας βουλήσεως, είναι η οντολογική θεμελίωση της αυτοσυνειδησίας στην νεωτερικότητα. Ξεκινώντας από τον Πλάτωνα, το είναι θεωρήθηκε άχρονη, αμετάβλητη παρουσία. Η μεταβολή ήταν πάντα μια πτώση από το είναι, ένας εκφυλισμός. Ο νομιναλισμός αμφισβήτησε την τοποθέτηση αυτή με την διαβεβαίωση πως ο Θεός όχι μόνο υπόκειται σε αλλαγή, αλλά ίσως είναι η ίδια η αλλαγή. Ο μεταβλητός κόσμος δεν εθεωρείτο πια πως ξεπέφτει από την τελειότητα, δεν ήταν πλέον απλώς «ένα κινούμενο είδωλο της αιωνιότητας», όπως το θέτει ο Πλάτων στον Τίμαιο. Η αλλαγή δεν ήταν απλώς εκφυλισμός. Ενώ η νέα αυτή ιδέα περί γίγνεσθαι δεν είχε εκφραστεί ποτέ ολοκληρωτικά, και δημιουργούσε συνεχώς προβλήματα στους μοντέρνους στοχαστές, που προσπαθούσαν επανειλημμένως να ανακαλύψουν ένα αμετάβλητο «οντολογικό» θεμέλιο του γίγνεσθαι, ήταν όμως ένα κρίσιμο βήμα απομάκρυνσης από την αρχαία και μεσαιωνική αντίληψη περί χρόνου και αλλαγής.
Αν η αλλαγή δεν είναι απλώς εκφυλισμός, τότε κάποια αλλαγή ίσως να εμπεριέχει την πρόοδο. Η αλλαγή που καθοδηγείται από μια διαφωτισμένη ανθρωπότητα μπορεί να παραγάγει κάτι καλό. Με τον τρόπο αυτό, η πρόοδος καθίσταται μια ανθρώπινη δυνατότητα. Η ικανότητα της βούλησης να κυριαρχήσει πάνω στον κόσμο ήταν ήδη σαφής στους ουμανιστές της Αναγέννησης, όπως ο Μακιαβέλι, επειδή όμως στηρίζονταν στην ατομική ικανότητα και βούληση, η ολοκληρωτική κυριαρχία επί της φύσεως ήταν ακατανόητη γι’ αυτούς. Το γεγονός πως ο άνθρωπος είναι πεπερασμένος, σήμαινε πως ακόμα και τα πιο μεγάλα άτομα θα υπέκυπταν αναπόφευκτα στον πανδαμάτορα χρόνο. Η κυριαρχία επί της φύσεως απαιτεί κάτι περισσότερο από απλή ατομική βούληση. Πρώιμοι μοντέρνοι στοχαστές εξέφρασαν την άποψη, πως το πρόβλημα αυτό μπορεί να λυθεί μόνο εάν τα ανθρώπινα όντα καταλάβαιναν, ότι η επιστήμη δεν είναι ένα ατομικό επίτευγμα, αλλά ένα κοινωνικό ή πολιτικό εγχείρημα με πλατιά βάση. Με τον τρόπο αυτό δόθηκε η δυνατότητα να θεωρηθεί, πως η ανθρώπινη βούληση έχει απεριόριστη διάρκεια ζωής, και πως εν τέλει θα μπορούσε να κυριαρχήσει πάνω στον φυσικό κόσμο.
Συνεχίζεται
Ο ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΘΕΟΣ ΤΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΥΡΙΑΡΧΗΣΕ ΛΟΙΠΟΝ ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΣΤΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝ-ΙΣΜΟ. ΠΑΡΟΤΙ ΔΕ ΗΤΤΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΟΝ ΒΑΡΛΑΑΜ ΕΠΙΑΣΕ ΡΙΖΑ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΠΑΙΟΥΣΑ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΕΥΡΩΠΗ. Η ΟΠΟΙΑ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ , ΑΚΑΤΑΝΟΗΤΑ, ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΛΟΓΟ ΓΙΑ ΕΝΑΝ ΑΓΝΩΣΤΟ ΘΕΟ, ΞΕΧΝΩΝΤΑΣ ΚΑΙ ΑΓΝΟΩΝΤΑΣ ΟΤΙ Ο ΘΕΟΣ, Ο ΚΥΡΙΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ, ΕΝΑΝΘΡΩΠΗΣΕ ΚΑΙ ΕΓΙΝΕ ΓΝΩΣΤΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΜΑΣ.
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΛΟΙΠΟΝ ΑΥΤΗΣ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΤΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ, ΤΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΠΑΝΤΟΤΕ, ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΤΙΣΤΩΝ ΕΝΕΡΓΕΙΩΝ ΤΟΥ ΑΚΙΝΑΤΗ, ΗΤΑΝ Η ΠΑΡΑΛΗΡΗΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ,---- Η ΟΠΟΙΑ ΟΜΩΣ ΕΠΙΤΥΓΧΑΝΕΤΑΙ ΜΕ ΤΙΣ ΚΟΙΝΕΣ ΑΚΤΙΣΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΟΥΣΙΩΝΟΥΝ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ ΚΑΙ ΣΥΝΤΗΡΟΥΝ ΚΑΙ ΑΥΞΑΝΟΥΝ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ,---- ΚΑΤΑΛΗΓΟΝΤΑΣ ΣΤΗΝ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΚΟΣΜΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΙΚΟ ΑΝΘΡΩΠΟ. ΜΙΑ ΑΠΙΣΤΕΥΤΗ ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΣΤΑ ΕΩΣΦΟΡΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ.
ΟΙ ΚΑΛΟΙ ΜΑΣ ΡΩΣΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ ΛΟΙΠΟΝ ΕΠΙΝΟΟΥΝ ΜΙΑ ΝΕΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑ Η ΟΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΠΑΡΑΔΟΜΕΝΗ ΣΤΙΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΧΩΡΙΣ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ.
ΑΛΛΗΛΟΥΙΑ!!!!
1 σχόλιο:
!!!!!!!!!!!!!!!!!
Δημοσίευση σχολίου