Συνέχεια από: Σάββατο 10 Οκτωβρίου 2020
Jan Patocka. Ο Πλάτων και η Ευρώπη!
ΙΙ. Τί πράγμα είναι το
φαινόμενο;
Ακόμη κάποιος κοινός τόπος αν
μου επιτρέπεται! Μιλήσαμε για το κέντρο βαρύτητος της αισθητής μας εμπειρίας
και ιδιαιτέρως της οπτικής. Δεν είναι πολύ συμπτωματικό; Εξ’άλλου υπάρχουν
άνθρωποι οι οποίοι δεν γνωρίζουν καθόλου αυτόν τον τρόπο φανέρωσης! Βασιζόμενοι
σ’αυτό το οπτικό παράδειγμα, θα έμοιαζε σαν να διαλογιζόμαστε μόνον σε μία
ιδιαίτερη και τυχαία δομή τής φανερώσεως! Αλλά ίσως η οπτική αυτή είναι
κατάλληλη ώστε να εμφανισθεί με καθαρό τρόπο κάτι από την φανέρωση γενικώς. Ο
πυρήνας, το κέντρο βάρος το οποίο συνιστούν τα πράγματα που μπορώ να δώ γύρω
από μένα, μπορεί να είναι στενός ή πλατύς. Εάν έχω μπλοκαριστεί ανάμεσα
σ’αυτούς τους τέσσερις τοίχους, ή εάν βρίσκομαι στον ανοιχτό ουρανό και έχω την
εντύπωση τού απέραντου χώρου μπορώ να απλώσω στο άπειρο; Ποτέ! Είναι εξίσου
αδιανόητο η εμπειρία μας, ο τρόπος με τον οποίο τα πράγματα εμφανίζονται σε
μας, να περιορίζεται μόνον σ’αυτόν τον πυρήνα, μόνον σ’αυτό το κέντρο
βαρύτητος! Στην φανέρωση συναγωνίζεται πάντοτε ο δυαλισμός αυτού που
εμφανίζεται σαν παρόν με πρωτότυπο τρόπο με αυτό που εμφανίζεται όχι τόσο
καταγωγικά και πρωτότυπα, αλλά σαν δεδομένο με, σαν δεδομένο με παρέα.
Έχουμε πει ότι στο φανέρωμα συμπεριλαμβάνεται σ’αυτό η
ολότης. Στο φανέρωμα υπάρχει μία τάση στην συμφωνία, στην ενότητα τών θέσεών
μας και αυτό το φανέρωμα έχει αναγκαίως τον χαρακτήρα ενός παρόντος πυρήνα “με
πρωτότυπο τρόπο” και αυτού που δίνεται μ’αυτό
“με παρέα”!
Με κάποια έννοια, όλα μπορούν να μου δοθούν άμεσα, στο
μέτρο που έχω πρόσβαση, στο μέτρο που έχω την δυνατότητα να το συλλάβω.
Ταυτοχρόνως όμως συμβαίνει και μία συνεχής αμφιταλάντευση. Υπάρχουν πάντοτε ένα
κέντρο και μία περιφέρεια. Το κέντρο αλλάζει, περνά σε άλλα κέντρα και αυτό που
ήταν στο κέντρο περνά στην περιφέρεια, ενώ εγώ τοποθετώ σ’αυτή την περιφέρεια
τα νέα στοιχεία του κεντρικού πυρήνα και τοιουτοτρόπως επ’άπειρον. Σε κάθε περίπτωση
υπάρχει μία ενότης που παραμένει και σ’αυτή την εμφιταλάντευση παραμένει η
ενότης όλων των πραγμάτων που μπορούν να φανερωθούν σ’εμάς. Στον ίδιο χρόνο,
προκύπτει ότι εγώ δεν είμαι ελεύθερος για τις θέσεις μου, ότι δεν εξαρτώμαι από
την βουλησή μου για να τις θέσω… Δεν μπορώ να υπολογίσω κάτι σαν αμφίβολο ή
πιθανό, παρά μόνον σε συγκεκριμένες συνθήκες. Όταν βλέπω κάτι, όταν το έχω
μπροστά στα μάτια μου, αυτό που βλέπω σαν ειδωμένο δεν μπορεί παρά να είναι
παρόν. Μόνον αυτό που απουσιάζει μπορεί να είναι ενδεχομένως, αμφίβολο, πιθανόν
κ.τ.λ. Προκύπτει πάλι μία εμβάθυνση τής ιδέας τής γενικής θέσης: καμία
ξεχωριστή θέση δεν είναι ελεύθερη, μία ξεχωριστή θέση μπορεί να τροποποιηθεί
μόνον σε συγκεκριμένες συνθήκες και δεν μπορούμε να την τροποποιήσουμε προτείνοντας
μίαν άλλη θέση. Κάθε θέση, επομένως είναι κατά κάποιον τρόπο δικαιολογημένη και
η εμπειρία είναι η σύνδεση αυτής της νομιμοποιήσεως. Η φανέρωσή μας, η
παρουσίαση, είναι μία δικαιολογημένη φανέρωση. Διαθέτει μία δομή, μία εσωτερική
“λογική”- Εάν λέω ότι έχει μία λογική, εννοώ την λέξη “λογική” ανάμεσα σε παρενθέσεις. Γνωρίζεται ότι οι όροι “δομή”
και “λογική” είναι πολύ ασαφείς.-Σε τελευταία ανάλυση, η φανέρωση (αυτό που μου
είναι φανερό) μοιάζει να σχηματίζει ένα καθορισμένο σύστημα, σταθερώς ακινητοποιημένο,
κάτι που, εάν θα θέλαμε να χρησιμοποιήσουμε την γλώσσα του Κάντ, θα ονομάζαμε
τήν ενότητα τής εμπειρίας μας, μία ενότητα η οποία διαθέτει μία στερεή
αρματωσιά και η εμπειρία μας αποτελεί ένα μέρος της. Η εμπειρία είναι αυτό που
είναι παρόν στον τρόπο της αισθητής παρουσίας. Έχει μία σύσταση, είναι αυτό που
είναι παρόν και είναι σε μία ενότητα με αυτό που δεν είναι παρόν. Το Ένα και το
άλλο, παρουσία και απουσία, είναι απαραίτητα και εμείς διαθέτουμε ταυτοχρόνως
μία γνώση και στα δύο, υπάρχει σε μας μία γνώση η οποία αφορά την ενότητά τους.
Αυτή η ενότης δεν μπορεί να έλθει από την εμπειρία, είναι μία δομή η οποία
προηγείται της εμπειρίας. Έχουμε εδώ κάτι σαν την προεμπειρική δομή της
φανέρωσης, του φαινομένου. Θα μπορούσαμε λοιπόν να πούμε : η φανέρωση συνοδεύει
την εμπειρία μας; Όχι, διότι λέγοντας αυτό, διατρέχουμε ξανά τον κίνδυνο να
τονίσουμε τον εαυτό μας, εμάς τους ίδιους και γι’αυτό να χάσουμε από την οπτική
μας την καθαυτή φανέρωση!
Στο σημείο που φθάσαμε γνωρίζουμε μόνον ότι έχουμε μπροστά
μας μία δομή σταθερή, που δεν είναι τυχαία, ότι είμαστε καθορισμένοι από κάτι,
ότι κάθε θέση ατομική την οποία θέτουμε παραμένει στο πλαίσιο τής γενικής
θέσης. Θα έμοιαζε λοιπόν ότι η παρουσία και η φανέρωση του κόσμου είναι ένα
είδος τετελεσμένου γεγονότος για το οποίο δεν μπορούμε παρά να το επισημάνουμε.
Εμείς κινούμαστε συνεχώς στο πλαίσιό του και γνωρίζουμε σ’αυτό του το πλαίσιο
και ενεργούμε σ’αυτό του το πλαίσιο. Γνωρίζουμε λοιπόν, ότι το φαινόμενο
διαθέτει μία δομή και ακριβέστατους νόμους, αλλά μ’αυτή την γνώση, ξέρουμε τί
είναι το φαινόμενο; Είμαστε στο σωστό δρόμο όταν λέγαμε: το ταυτόσημο (ταυτό)
μάς φανερώνεται με διαφορετικούς τρόπους παρουσίας. Αλλά αυτοί οι διαφορετικοί
τρόποι παρουσίας δεν είναι, γι’ακόμη μία φορά, οι δικές μας καταστάσεις;
Όταν βγαίνω στον διάδρομο και αποκτώ νέες αντιλήψεις, οι
προηγούμενες αντικαθίστανται από μνήμες. Στην μία περίπτωση έχω αντιλήψεις,
στην άλλη μνήμες και από το σύνολο αυτών των αντιλήψεων και των ενθυμήσεων,
παράγεται για μένα, όταν βεβαιωθώ για τις συμπτώσεις και τις διαφορές, αυτό που
ονομάζω φανέρωση ή φαινόμενο. Αυτό το απλό γεγονός, λόγω του οποίου από το ένα
μέρος, έχω αντιλήψεις και από το άλλο μνήμες, πέραν των οποίων μπορώ να έχω και
αναπαραστάσεις, εικόνες κ.τ.λ. τις οποίες μπορώ να αντιπαραβάλλω μεταξύ τους
και των οποίων η συμφωνία μου επιτρέπει να επιβεβαιώσω: ένα πράγμα μου
φανερώθηκε. Η φανέρωση είναι λοιπόν μία διασταύρωση των καταστάσεων μου;
Φτάσαμε τοιουτοτρόπως στ’αλήθεια στο θεμέλιο του πράγματος; Με μία σημασία οι
καταστάσεις μου είναι πολύ σημαντικές, είναι ουσιαστικές. Αλλά αυτές οι
καταστάσεις είναι η καθαυτή φανέρωση (το φαινόμενο;) Η φανέρωση είναι μία
ιδιότητα, μία όψη αυτών των καταστάσεων; Ποια είναι η συμφωνία για την οποία
μιλήσαμε; Τί πράγμα είναι η ενότης ανάμεσα σε δύο καταστάσεις σαν την απλή
συνείδηση ότι υπάρχουν εδώ έξω μερικά παλτά, μία κρεμάστρα, κ.τ.λ. και την
παρούσα αντίληψη αυτών των ίδιων πραγμάτων; Πώς να βρεθεί, απ’έξω, μία
αντιστοιχία ανάμεσα τους; Υπάρχει σ’αυτές τις δύο καταστάσεις κάτι που μοιάζει,
που συμφωνεί όσο χρειάζεται για να μας επιτρέψει να το απομονώσουμε αφαιρετικά;
Όλα όσα είπαμε έχουν το νόημα να κατανοήσουμε ότι το
φαινόμενο (η φανέρωση) καθαυτό, σ’αυτό που την καθιστά φανέρωση, δεν μπορεί να
μειωθεί ή να μεταστραφεί σε κάτι που φαίνεται σ’αυτή την φανέρωση. Η καθαυτή
φανέρωση είναι απολύτως πρωτότυπη!
Συνεχίζεται
ΒΡΙΣΚΟΜΑΣΤΕ ΣΤΟ ΣΥΜΠΑΝ ΤΗΣ ΓΝΩΜΗΣ, ΤΗΣ ΑΝΤΙΛΗΨΕΩΣ ΣΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΕΩΣ, ΔΗΛ. ΤΟΥ ΕΓΩ. ΚΑΙ ΒΛΕΠΟΥΜΕ ΤΗΝ ΣΤΕΝΗ ΣΧΕΣΗ, ΤΗΝ ΕΞΑΡΤΗΣΗ ΤΟΥ ΕΓΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΝΗΜΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΜΟΥ. ΒΡΙΣΚΟΜΑΣΤΕ ΣΤΗΝ ΤΡΑΓΙΚΗ ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΦΙΛΟΔΟΞΕΙ ΝΑ ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΗΣΕΙ ΤΟΝ ΝΟΥ.
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου