Συνέχεια από: Τρίτη 14 Ιουνίου 2022
Nihilism Before Nietzsche
Michael Allen Gillespie
Μετάφραση: Γιώργος Ν. Μερτίκας
ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Ο DESCARTES ΚΑΙ Ο ΑΠΑΤΕΩΝΑΣ ΘΕΟΣ
Ο William Ockham και η νομιναλιστική επανάσταση
Ο William Ockham γεννήθηκε στην Αγγλία μεταξύ 1280 και 1285. Έγινε μέλος του φραγκισκανικού τάγματος σε μικρή ηλικία και άρχισε τις σπουδές του στην Οξφόρδη γύρω στα 1309. Ίσως ήταν μαθητής του Duns Scotus, αλλά, εάν όχι, ήταν σίγουρα εξοικειωμένος με το έργο του φραγκισκανού συνοδοιπόρου του. Τα περισσότερα μη πολιτικά έργα του ολοκληρώθηκαν μεταξύ 1317 και 1324. Το 1324 ο Ockham κλητεύθηκε στο παπικό δικαστήριο της Αβινιόν προκειμένου να υπερασπιστεί τον εαυτό του έναντι του κατηγορητηρίου που υπέβαλε ο οξφορδιανός θωμιστής John Lutteral, σύμφωνα με το οποίο πενήντα έξι από τις προτάσεις του ήσαν αιρετικές. Ενόσω ήταν εκεί ήλθε προφανώς σε επαφή με τον μέγα Γερμανό μυστικό Μάγιστρο Eckhart καθώς και με τον Michael Caesna, τον επικεφαλής του τάγματός του, ο οποίος είχε εμπλακεί σε διαμάχη με τον πάπα Ιωάννη XXII όσον αφορά το ζήτημα της φραγκισκανικής πενίας. Το 1326 πενήντα μία προτάσεις του Ockham αποδοκιμάστηκαν δημοσίως, αν και τελικά καμία δεν θεωρήθηκε καταδικαστέα. Ωστόσο ήδη κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Αβινιόν είχαν αρχίσει να τον απασχολούν σημαντικότερα ζητήματα. Ο Ockham συντάχθηκε με τον Michael ενάντια στον πάπα όσον αφορά το ζήτημα της πενίας, και στην πορεία της έρευνας γύρω από τη διαφωνία τους κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο πάπας αντέφασκε προς τα ευαγγέλια, και άρα δεν ήταν γνήσιος πάπας.
Η Διαμάχη για την Πενία αφορούσε μια κρίσιμη θεολογική διάκριση. Τα μέλη του φραγκισκανικού τάγματος πίστευαν ότι ο Χριστός είχε απαρνηθεί το βασίλειό του και την εγκόσμια κυριαρχία και ότι τα ίδια θα έπρεπε να τον μιμηθούν δίνοντας τον όρκο της πενίας. Επιπλέον, πίστευαν ότι αυτός ο ασκητισμός αντιπροσώπευε μια ανώτερη ηθική τοποθέτηση από εκείνη της υπόλοιπης Εκκλησίας. Ο πάπας Ιωάννης XXII υποστήριζε ότι ο Χριστός δεν μπορούσε να αποκηρύξει το βασίλειό του διότι αυτό θα αντέφασκε προς ό,τι ήταν διευθετημένο από τον Θεό. Οι φραγκισκανοί ανταπάντησαν ότι, αν και ο Θεός δεν μπορούσε να το κάνει αυτό με τη διευθετημένη εξουσία του, μπορούσε να το κάνει με την απόλυτη εξουσία του, δηλαδή ο Θεός δεν δεσμευόταν από προγενέστερες πράξεις ή σχέδιά του. Μόνο εάν ο Θεός αναγνωριζόταν ως παντοδύναμος με έναν τρόπο που δεν ήταν αποδεκτός από το κυρίαρχο ρεύμα του σχολαστικισμού, θα ήταν δυνατόν να υποστηριχθεί η φραγκισκανική τοποθέτηση. Η Διαμάχη για την Πενία υπ’ αυτή την έννοια ήταν η συγκεκριμένη μορφή της αντιμαχίας γύρω από τη σχέση ανάμεσα στη θεϊκή βούληση και στον Λόγο. Στις προσπάθειες του να ανασκευάσει αυτή την τοποθέτηση, ο πάπας απέρριψε τη διάκριση ανάμεσα στη διευθετημένη και στην απόλυτη εξουσία του Θεού. Ο Ockham και οι συνοδοιπόροι του φραγκισκανοί θεώρησαν αυτή την απόρριψη ως αναβίωση της αιρετικής τοποθέτησης του Αβελάρδου ότι ο Θεός δεσμεύεται να σώσει ορισμένους από όλη την αιωνιότητα με δίκη του προηγούμενη βούληση. Αποκήρυξαν σθεναρά αυτό το συμπέρασμα, υποστηρίζοντας ότι, εάν ο Θεός είναι ελεύθερος και κυρίαρχος, μπορεί να προκαθορίζει τη σωτηρία ή την καταδίκη οποιουδήποτε επιλέγει. Επομένως ο πάπας ήταν αιρετικός.
Ο Ockham εγκατέλειψε την Αβινιόν μαζί με τον Michael το 1328 και αφορίστηκε. Στην Πίζα συντάχθηκε με τη μερίδα του Λουδοβίκου της Βαυαρίας, του οποίου την εκλογή ως αυτοκράτορα δεν αναγνώριζε ο πάπας. Εκεί προφανώς γνώρισε τον Marsilius της Padua. Αφιέρωσε τα επόμενα δεκαπέντε χρόνια για να προασπιστεί την υπόθεση του αυτοκράτορα, αλλά τελικά συμφιλιώθηκε με τον νέο πάπα Βενέδικτο XII. Λίγο αργότερα, μεταξύ των ετών 1346 και 1349 πέθανε, πιθανώς από πανούκλα.
Ο Ockham απορρίπτει κατηγορηματικά το σχολαστικό εγχείρημα να συμφιλιωθούν η θεολογία και η φιλοσοφία. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι η θεολογία δεν είχε μεγάλη σημασία για τον Ockham, όπως πίστευαν για μεγάλο διάστημα πολλοί Αγγλοαμερικανοί μελετητές. Η πρόσφατη έρευνα απέδειξε ότι η σκέψη του Ockham είναι έντονα θεολογική, αφού απορρέει από το ζήτημα της παντοδύναμης ελευθερίας του Θεού και επιστρέφει σε αυτό. Παντοδυναμία σημαίνει την ανωτερότητα της potentia absoluta έναντι της potentia ordinata του Θεού και της θεολογίας έναντι της φιλοσοφίας. Συνεπώς ο Ockham δεν αποβλέπει κυρίως στο να προάγει κάποια μη θεολογική έρευνα για τη φύση ή τη γλώσσα, αλλά στην απελευθέρωση της θεολογίας από τον ζυγό της παγανιστικής φιλοσοφίας. Η θεολογία του επομένως παρέχει στη μεταφυσική του την κατεύθυνση και το νόημά της.
Η πίστη και μόνο, σύμφωνα με την άποψη του Ockham, μας διδάσκει ότι ο Θεός είναι πανίσχυρος. Όταν αποφαινόμαστε πως ο Θεός είναι πανίσχυρος, αποφαινόμαστε πως μπορεί να κάνει οτιδήποτε είναι πιθανό, και τούτο συμπεριλαμβάνει ό,τι δεν είναι αντιφατικό. Παντοδυναμία επίσης σημαίνει πως καθετί υπάρχει ή συμβαίνει μόνο ως αποτέλεσμα της προαίρεσης του Θεού και πως δεν υπάρχει κανένας λόγος για δημιουργία εκτός από τη βούλησή του. Ό,τι υπάρχει υπάρχει μόνο επειδή το θέλει. Η δημιουργία είναι, λοιπόν, πράξη καθαρής χάριτος, που γίνεται κατανοητή μόνο μέσω της αποκάλυψης.
Επιπλέον, ο Θεός, σύμφωνα με την έποψη του Ockham, δεν χρειάζεσαι να ενεργεί μέσω δευτερευουσών αιτιών, αλλά μπορεί να ενεργεί άμεσα. Στο σημείο αυτό ακολουθεί τον Duns Scotus, σε αντίθεση με το αβερροϊκό δόγμα ότι ο Θεός δεσμεύεται από τη φυσική αιτιότητα. Επομένως ο Θεός δεν έθεσε απλώς τον κόσμο σε κίνηση με τη δημιουργία και τον παρακολουθεί ως ανίσχυρος θεατής όταν το δράμα το οποίο συνέθεσε εκτυλίσσεται, αλλά επίσης επεμβαίνει στην τάξη της φύσης οποτεδήποτε επιθυμεί. Τέτοιου είδους θαύματα, ωστόσο, δεν είναι στην πραγματικότητα αφύσικα, αφού η φύση δεν είναι τίποτε άλλο από έκφραση της θεϊκής βούλησης. Τα θαύματα απλώς συντομεύουν τον δρόμο της δημιουργίας. Ωστόσο θέτουν υπό αμφισβήτηση το ενδεχόμενο μιας καθαρά ανθρώπινης γνώσης που να είναι σίγουρη και βέβαιη.
Η παντοδυναμία του Θεού επίσης σημαίνει ότι δεν δημιουργεί τον κόσμο για τον άνθρωπο και δεν επηρεάζεται από οτιδήποτε κάνει ο άνθρωπος. Δεν είναι, όπως ο Ockham συχνά επαναλαμβάνει, κανενός ανθρώπου οφειλέτης. Επομένως προκαθορίζει τη σωτηρία ή την καταδίκη όποιου θέλει. Ο Ockham απορρίπτει την ιδέα ότι ο κόσμος δημιουργήθηκε προς όφελος του ανθρώπου. Ενώ ο σχολαστικισμός βαθμηδόν έτεινε προς αυτό το συμπέρασμα, ο Ockham προσπαθεί να αποφύγει ακόμη και το πρόσχημα ότι ο Θεός αντιδρά απέναντι στον άνθρωπο. Παντοδυναμία σημαίνει εντελώς ανεξάρτητη βούληση. Μάλιστα, ενώ δεν αρνείται ότι ο Θεός είναι Θεός της αγάπης, υποστηρίζει ότι η αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο είναι μονάχα ένα πέρασμα προς την αγάπη του για τον εαυτό του, ότι σε τελική ανάλυση η αγάπη του Θεού είναι μόνο φιλαυτία.
Εάν ο Θεός δεν δημιούργησε τον κόσμο για τον άνθρωπο και δεν δεσμεύεται από τη δική του δημιουργία, τότε δεν ενεργεί σύμφωνα με ανθρώπινα κριτήρια και δεν είναι δυνατόν να κατανοηθεί με τον ανθρώπινο Λόγο. Δεν υπάρχει αμετάβλητος νόμος ή Λόγος. Η εκάστοτε τάξη είναι απλώς το αποτέλεσμα της απόλυτης βούλησης του Θεού και μπορεί να διακοπεί ή να ανασυγκροτηθεί ανά πάσα στιγμή. Μάλιστα, ο Ockham υποστηρίζει επίσης ότι ο Θεός μπορεί να αλλάξει το παρελθόν εάν έτσι επιθυμεί. Επομένως όχι μόνο απορρίπτει τις απόπειρες των διαφόρων σχολαστικών, που ακολουθούσαν τον Αβικέννα και τον Αβερρόη, να καθυποτάξουν τον Θεό στους νόμους της φύσης, αλλά απορρίπτει όλους τους περιορισμούς στη θεϊκή δράση εκτός από τον νόμο της μη αντίφασης. Αυτή η απόρριψη του θεολογικού ορθολογισμού ήταν η αρχή του τέλους για τον σχολαστικισμό. Προκειμένου να κατανοήσουμε στο ακέραιο την επανάσταση του Ockham θα πρέπει να εξετάσουμε συστηματικά τον μετασχηματισμό που επέφερε στη μεταφυσική.
Συνεχίζεται
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου