Συνέχεια από: Παρασκευή 21 Ιουνίου 2024
Η αποδόμηση τής μεταφυσικής, η τεχνολογία και η υπέρβαση τού ανθρωπισμού η
Gavin Rae, History of the Human Sciences, 2014, Vol. 27 (I) 51-69
Η σημασία τού «μετά»: Το ίχνος τού ανθρωπισμού στον μετανθρωπισμό
Ενώ η μετανθρωπιστική θεωρία είναι ετερογενής, υπάρχουν νομίζω δύο τρόποι με τους οποίους το «μετά» μπορεί να κατανοηθεί. Κατά πρώτον, το «μετά» στον μετανθρωπισμό μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να σημάνει το τέλος μιας συγκεκριμένης περιόδου κοινωνικής ανάπτυξης ή οργάνωσης, η οποία ονομάζεται ανθρωπισμός. Με άλλα λόγια, η ερμηνεία αυτή αντιλαμβάνεται το «μετά» χρονικά, συνδέοντας τον μετανθρωπισμό με μια χρονική ρήξη προς τον ανθρωπισμό. Στην περίπτωση αυτή, μετανθρωπισμός σημαίνει «μετά τον ανθρωπισμό». Το πρόβλημα με την προσέγγιση αυτή, όπως το εξηγεί ο Neil Badmington, είναι πως «αγνοεί την ικανότητα του ανθρωπισμού να αναγεννάται σαν την ύδρα, και μάλλον κυριολεκτικά να φυτρώνει πάλι το κεφάλι της»(2004: 110). Ενώ είναι ελκυστικό να θεωρήσουμε τον μετανθρωπισμό ως κάτι που έρχεται μετά τον ανθρωπισμό, η έννοια του ίχνους την οποία εισάγει ο Heidegger, αποκαλύπτει πως η μετάβαση στον μετανθρωπσιμό δεν μπορεί να κατανοηθεί με τέτοιες απλοϊκές, χρονικές έννοιες. Ο κίνδυνος που κρύβει η απλή στροφή μας μακριά από τον ανθρωπισμό, είναι πως αυτός συνεχίζει, εμμέσως, να προσκολλάται στην μετανθρωπιστική σκέψη. Αυτό προφανώς δεν είναι πάντα φανερό, και υπάρχει ο κίνδυνος, ο ανθρωποκεντρισμός του ανθρωπισμού, με όλους τους περιορισμούς που συνεπάγεται, να συνεχίσει να ορίζει τον κόσμο μας, ακόμα κι αν εμείς νομίζουμε το αντίθετο. Πως συμβαίνει όμως αυτό;
Ίσως ο Cary Wolfe να είναι ο στοχαστής που προχώρησε περισσότερο από τους άλλους, δείχνοντας πως η προσπάθεια αμφισβήτησης του ανθρωπιστικού ανθρωποκεντρισμού συνεχίζει να εξαρτάται και να αποδέχεται την ανθρωποκεντρική θέση. Σε μια σειρά γραπτών, ο Wolfe ασχολείται με μια σειρά διαφορετικών στοχαστών, για να δείξει, πως ενώ ισχυρίζονται ότι καταργούν παραδοσιακά όρια, η σκέψη τους διαιωνίζει μια μορφή ανθρωπισμού. Λόγω του περιορισμένου χώρου δε θα είμαι σε θέση να συζητήσω όλες τις πτυχές της ανάλυσης του Wolfe, αλλά εστιαζόμενος σε λίγα παραδείγματα νομίζω πως θα παρουσιάσω ξεκάθαρα την θέση του. Κατά πρώτον, ο Wolfe εξετάζει την φιλοσοφία των δικαιωμάτων των ζώων, των Peter Singer και Tom Regan. Παρατηρεί λοιπόν, πως ενώ οι στοχαστές αυτοί συμμερίζονται το πρόγραμμα του, που σκοπό έχει την υπέρβαση της προσκόλλησης στο είδος που είναι εγγενές του ανθρωπισμού, είναι εσφαλμένο το επιχείρημά τους, πως αυτό επιτυγχάνεται με την απλή απόδοση δικαιωμάτων στα ζώα, όπως και στους ανθρώπους. Στην πραγματικότητα, δεν είναι απλώς εσφαλμένο, αλλά καταλήγει να αποδέχεται την ιδεολογία του είδους (speciesism), την οποία οι Singer και Regan επικρίνουν. Η αποδοχή αυτή εκφράζεται με δυο τρόπους: 1) επιμένουν πως ο άνθρωπος και το ζώο έχουν γενικά δικαιώματα (universal rights), μια θέση που συνεχίζει να προσκολλάται στην γενική (universal), υπαρκτική (essentialist) οντολογία. Και 2) θεωρώντας τα ζώα από την προοπτική του ανθρώπου, μια θέση που συνεχίζει να βεβαιώνει το προνόμιο του ανθρώπου, το οποίο διακηρύττουν πως θέλουν να υπερβούν (2003: 8).
Ο Wolfe καταπιάνεται επίσης με την σκέψη των Judith Butler και Jean-Francois Lyotard. Ισχυρίζεται λοιπόν πως, ενώ και οι δύο καταβάλλουν μεγάλο κόπο να αναπτύξουν μια μετά-ανθρωποκεντρική οντολογία, εν τέλει αποτυγχάνουν, καθώς στο πεδίο της ηθικής, η σκέψη τους επιστρέφει στην ανθρωπιστική προοπτική. Ο Wolfe επιρρίπτει στην Butler πως συνεχίζει να χρησιμοποιεί την έννοια agency, που προκύπτει από τον φιλελεύθερο ανθρωπισμό του Rawls (2010b: 14), και στον Lyotard πως χρησιμοποιεί τον ανθρωπισμό του Kant (2003: 11). Με άλλα λόγια, ενώ οι Butler και Lyotard προσπαθούν να στοχαστούν εκ νέου τις κατηγορίες δια των οποίων κατανοείται το ανθρώπινο ον, όταν εισέρχονται στον χώρο της ηθικής, δεν μπορούν παρά να επιβεβαιώσουν τις ανθρωπιστικές κατηγορίες, με την μορφή γενικών νόμων ή ανθρώπινης διαμεσολάβησης (human agency). Μακράν από του να αποδεχθεί την ισχύ των γενικών κατηγοριών, ο Wolfe χρησιμοποιεί τα παραδείγματα αυτά, για να καταθέσει 1) μια ιδιάιτερη κριτική των Butler και Lyotard, επιρρίπτωντάς τους την κατηγορία πως συνεχίζουν να προσκολλώνται σε ανθρωπιστικές μορφές σκέψης, και με τον τρόπο αυτό δεν παραμένουν αληθινοί ως προς την μετά-ανθρωπιστική τους τοποθέτηση την οποία ισχυρίζονται πως επαγγέλονται. Και 2) μια γενική κριτική, που αντηχεί Heidegger, η οποία αποκαλύπτει, πως είναι πολύ εύκολο, μια σκέψη η οποία φαίνεται πως αφήνει πίσω της τον ανθρωπισμό, να αποδεχθεί απαραιτήτως την ανθρωπιστική προοπτική. Ο Wolfe το θέτει ως εξής: ενώ η μετανθρωπιστική σκέψη μπορεί να εμφανίζεται μετανθρωπιστική καθώς θολώνει τις κατηγορίες με τις οποίες στοχάζεται κανείς τον εξωτερικό κόσμο, συνεχίζοντας όμως να προσκολλάται στις ανθρωπιστικές κατηγορίες, «μπορεί να συνεχίζει να είναι μάλλον ανθρωπιστική στο εσωτερικό θεωρητικό και μεθοδολογικό επίπεδο» (2008: 7).
Εξαιτίας των προβλημάτων αυτών, ο δεύτερος τρόπος κατανόησης του «μετά» είναι πολύ πιο γόνιμος, εφόσον ο μετανθρωπισμός κατανοείται με όρους ενός στιλ σκέψης. Προσπαθώντας να υπερβεί την δυαδική λογική του ανθρωπισμού, ο μετανθρωπισμός προσλαμβάνει ένα διαφορετικό στιλ σκέψης από αυτό του ανθρωπισμού. Το νέο αυτό στιλ σκοπό έχει να αποδομήσει τη διχοτομία ανθρώπινου/μη-ανθρώπινου, για να δείξει τους διάφορους τρόπους, με τους οποίους το ανθρώπινο είναι βυθισμένο μέσα στο μη-ανθρώπινο, και με ποιους τρόπους το ανθρώπινο συνίσταται από το μη-ανθρώπινο. Μακράν του να είναι μια απλή περιγραφή της χρονικής μετάβασης από τον ανθρωπισμό στον μετανθρωπισμό, ο μετανθρωπισμός έχει σκοπό να αποδομήσει τα «ψεύτικα» όρια τα οποία επέβαλε στο ανθρώπινο και το μη ανθρώπινο ο ανθρωπισμός, και με τον τρόπο αυτό, όχι μόνο να ξανασκεφτεί τις κατηγορίες «ανθρώπινο» και «μη-ανθρώπινο», αλλά και να αποκαλύψει την περίπλοκη σχέση μεταξύ τους. Ο μετανθρωπισμός με τα χαρακτηριστικά αυτά σκοπεύει να αμφισβητήσει την αυτοαναφερόμενη οντότητα του ανθρωπισμού, που λέγεται «άνθρωπος». Πράττοντας αυτό, θέλει να αποκαλύψει την εσωτερική σύνδεση του προς το «μη-ανθρώπινο». Αυτό ακριβώς το σημείο διαφοροποιεί τον μετανθρωπισμό (posthumanism) από τον διανθρωπισμό (transhumanism), εφόσον ο διανθρωπισμός διατηρεί στον διανθρωπισμό τη διάκριση ανθρώπου-τεχνολογίας, αλλά σκοπό έχει να καταστήσει τον άνθρωπο δυνατότερο και υγιέστερο δια της τεχνολογίας, υπερβαίνοντας αυτό που τώρα αποκαλείται «ανθρώπινο». Ο μετανθρωπισμός απορρίπτει αυτή την προσέγγιση επειδή 1) περιέχει απλώς μεγαλύτερης έντασης προνόμια του ανθρώπου και μια εργαλειακή θεώρηση της τεχνολογίας (Bergsma, 2000: 404; Wolfe, 2010a: xv) και 2) θεωρεί πως ο διανθρωπισμός ξεκινά από ένα μη επιβαρυμένο, μη τεχνολογικό ανθρώπινο ον, και ψάχνει τρόπους να προσθέσει την τεχνολογία, για να το κάνει «καλύτερο», μια προσέγγιση που δεν καταφέρνει να καταλάβει πως το ανθρώπινο ον υπάρχει σε μια συμβιωτική σχέση με την τεχνολογία. Ο μετανθρωπισμός διαφέρει από τον διανθρωπισμό, καθώς ο διανθρωπισμός εντείνει τις δυαδικές του ανθρωπισμού, χρησιμοποιώντας περισσότερη τεχνολογία για να υπερβεί αυτό που προς το παρόν αποκαλείται ανθρώπινο, ενώ ο μετανθρωπισμός συνεπάγεται μια διαρκή αμφισβήτηση των δυαδικών αντιθέσεων, από τις οποίες εξαρτώνται ο ανθρωπισμός και ο διανθρωπισμός. Αυτό δεν είναι απλώς ένα «αρνητικό» πρόγραμμα αποδόμησης των προηγούμενων τρόπων σκέψης, για να δείξει εν τέλει πως και γιατί αποτυγχάνουν να κατανοήσουν ορθά την ανθρώπινη ύπαρξη, αλλά είναι αντιθέτως ένα εποικοδομητικό πρόγραμμα. Και είναι εποικοδομητικό, καθώς μας προκαλεί να «παρακολουθήσουμε αυτό που αποκαλείται «ανθρώπινο» με μεγαλύτερη εξειδίκευση, με μεγαλύτερη προσοχή στην σωματοποίηση του, την ενσωμάτωση και υλικότητα, και πως αυτά με την σειρά τους διαμορφώνουν και διαμορφώνονται από την συνείδηση, τη διάνοια και ούτω καθ’ εξής» (στο ίδιο σημείο). Ο μετανθρωπισμός έχει σκοπό να αποδομήσει τις δυαδικές αντιθέσεις του ανθρωπισμού, για να ανοίξει μια εναλλακτική θέα. Πρόκειται για μια προσπάθεια που έχει πολλά κοινά με τον σκοπό του Heidegger, να ανοίξει εναλλακτικούς ορίζοντες (vistas) δια της αποδόμησης της μεταφυσικής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου