Τρίτη 25 Ιουνίου 2024

HANS URS VON BALTHASAR--ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ (THEO-LOGIK) (105)

Συνέχεια από Πέμπτη, 13 Ιουνίου 2024


HANS URS VON BALTHASAR
ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ (THEOLOGIK)
Τρίτος Τόμος

ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ (DER GEIST DER WAHRHEIT)
(Οι δύο προηγούμενοι τόμοι: 1) Αλήθεια τού κόσμου (Wahrheit der Welt), 2) Αλήθεια τού Θεού (Wahrheit Gottes) )
Johannes Verlag, 1987


4. ΓΙΑ ΤΟ ΦΙΛΙΟΚΒΕ

VΙI. «ΕΠΑΝΩ, ΣΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ!»

3. «Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΠΑΤΗΡ»

Με πολύν φόβο και πολύν δισταγμό αγγίζουμε τώρα και μια τελευταία ερώτηση: τί μπορεί άραγες να σημαίνη το να «βλέπουμε» την απύθμενη άβυσσο της αγάπης, που είναι ο Πατήρ; Αν η «θέαση» χρειάζεται, κατά τον ορισμό της, ένα «αντι-κείμενο», αυτό που είναι απύθμενο δεν μπορεί να αποτελή ούτε κάποιο «αντί» ούτε κάποιο «κείμενο»· θα μπορούσε το πολύ-πολύ να χαρίζη μιαν «αναγνώριση» του θαύματος, ότι υπάρχει καν μια τέτοια αρχική πηγή.

Η Καινή Διαθήκη οξύνει περαιτέρω την ήδη αναγγελθείσα στην Παλαιά Διαθήκη αλήθεια, ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να δη τον Θεό: «Κανείς δεν είδε ποτέ τον Θεό» (Ιωάν. 1, 18) (( «Θεόν ουδείς εώρακε πώποτε· ο μονογενής υιός ο ών εις τόν κόλπον τού πατρός, εκείνος εξηγήσατο»· εδώ, ως «δια θαύματος», χάνεται ο υιός… )) ·«κανείς δεν είδε ποτέ τον Θεό, εκτός από εκείνον που είναι κοντά στον Πατέρα» (Ιωάν. 6, 46) (( «ουχ ότι τόν πατέρα τις εώρακεν, ει μή ο ών παρά τού Θεού, ούτος εώρακε τόν πατέρα» ... )) · «ποτέ δεν είδε κανείς τον Θεό» (Α’ Ιωάν. 4, 12) (( «Θεόν ουδείς πώποτε τεθέαται· εάν αγαπώμεν αλλήλους, ο Θεός εν ημίν μένει καί η αγάπη αυτού τετελειωμένη εστίν εν ημίν»… )) · μόνον έμμεσα μπορεί να ειδωθή, αντιληπτό απ’ τα δημιουργήματά του, «το αόρατο του Θεού» (Ρωμ. 1, 20) (( «τά γάρ αόρατα αυτού από κτίσεως κόσμου τοίς ποιήμασι νοούμενα καθοράται, ή τε αḯδιος αυτού δύναμις καί θειότης, εις τό είναι αυτούς αναπολογήτους, διότι γνόντες τόν Θεόν ουχ ως Θεόν εδόξασαν ή ευχαρίστησαν, αλλ’ εματαιώθησαν εν τοίς διαλογισμοίς αυτών, καί εσκοτίσθη η ασύνετος αυτών καρδία»… )) · κι ο ίδιος ο Θεός «κατοικεί σε απρόσιτο φως» (Α’ Τιμ. 6, 16, και το φως του τον τυλίγει σαν ένα ιμάτιο: Ψαλμ. 103, 2· πρβλ. και στον Ιώβ 37, 22 κ.ε.). Σ’ αυτό φαίνεται να αντιλέγη ένα και μόνο σημείο: Α’ Ιωάν. 3, 2: «Αγαπητοί, νύν τέκνα Θεού εσμεν, καί ούπω εφανερώθη τί εσόμεθα· οίδαμεν δέ ότι εάν φανερωθή, όμοιοι αυτώ εσόμεθα, ότι οψόμεθα αυτόν καθώς εστι». Μπορεί (άραγες…) αυτός που θα δούμε, ο Θεός, να είναι ο Πατήρ; Από πλευράς γραμματικής (( ! )) , αυτό είναι και το πιο πιθανό. «Η ιδέα» ωστόσο «μιας ομοιώσεως μέσω θεωρίας είναι εντελώς μοναδική στα κέιμενα του Iωάννη» (R. Schnackenburg, Die Johannesbriefe – Οι επιστολές τού Ιωάννη… 1953). Η «θέαση» του θεϊκού (( … !! )) φαίνεται να προϋποθέτη το να είναι κάποιος προικισμένος με τη «δόξα» (τη «λάμψη δυνάμεως»…) σύμφωνα με τον Παύλο (Β’ Κορ. 3, 7 κ.ε. 18), αλλά δεν πρόκειται πάντοτε για τη λάμψη τού Πατρός, αλλά τού Χριστού. Κάτι που είναι σαφές και στον Ιωάννη: Η «μεγαλοπρέπεια», την οποίαν είδαν οι Μαθητές, είναι «η δόξα, την οποίαν έχει ο Μονογενής από τον Πατέρα» (Ιωάν. 1, 14) (( Ιωάν. 1, 14 κ.ε.: «Καί ο Λόγος σάρξ εγένετο καί εσκήνωσεν εν ημίν. καί εθεασάμεθα τήν δόξαν αυτού, δόξαν ως μονογενούς παρά πατρός, πλήρης χάριτος και αληθείας»… )) · ενώ αντίστοιχα προσεύχεται και ο Ιησούς προς τον Πατέρα: «πάτερ, ούς δέδωκάς μοι, θέλω ίνα όπου ειμί εγώ κακείνοι ώσι μετ’ εμού, ίνα θεωρώσιν τήν δόξαν τήν εμήν ήν δέδωκάς μοι, ότι ηγάπησάς με πρό καταβολής κόσμου» (Ιωάν. 17, 24). Τα δυό αυτά σημεία μιλούν (ωστόσο!...) για μια διαφορετική δόξα: η πρώτη μπορεί να ειδωθή σ’ αυτόν τον κόσμο στον Υιό (Ιωάν. 2, 11), ενώ η άλλη είναι η ουράνια δόξα, που έχει ο Υιός από τον Πατέρα, «τή δόξη ή είχον πρό τού τόν κόσμον είναι παρά σοί» (Ιωάν. 17, 5). Η οποία και ανήκει στη θεϊκή δόξα (( Ενώ η «άλλη» όχι… Μπράβο, μπράβο, «πιστέ» Μπαλτάσαρ… )) , και «ο Κύριος Ιησούς Χριστός» την έχει «εις δόξαν Θεού Πατρός» (Φιλ. 2, 11). Προς αυτήν (ακριβώς…) τη δόξα επιθυμούσε και ο Ιησούς να εξομοιωθούν κάποτε οι Μαθητές του, ώστε να τον δουν, «όπως είναι», στην πριν από τον κόσμο απονεμηθείσα σ’ αυτόν από τον Πατέρα δόξα (( Ο Χριστός δεν είναι δυστυχώς γι’ αυτούς ο αληθινός Θεός… Όλη η εξουσία τού κόσμου συγκεντρωμένη στα δικά τους μυαλά και χέρια… )) .

Για το ότι πρόκειται πραγματικά για θεϊκή δόξα, απ’ την οποίαν έλαβαν οι Μαθητές στο Θαβώρ μια πρώτη αντανάκλαση, που τους «συνετάραξε» και τους έφερε σε «σύγχυση», σ’ αυτό θα συμφωνήσουμε και με τον Θωμά Ακινάτη, ο οποίος λέει, ότι πρέπει να συμμετέχουμε άμεσα στη θεϊκή φύση, για να μπορούμε να τη δούμε. Ο οποίος Θωμάς Ακινάτης λέει ωστόσο επίσης, ότι οι μακάριοι βλέπουν τον Θεό ως “infinitum, sed non infinite, totum, sed non totaliter” («άπειρο, αλλά όχι απείρως, ολόκληρο, αλλά όχι ολοκληρωτικά»), και μάλιστα ακριβώς επειδή “infinite cognoscibilis est” («είναι απείρως γνωστός»). Ενώ προσθέτει αμέσως – με την έννοια ακριβώς τών εκκλησιαστικών Πατέρων τού 4ου αιώνα – πως, όταν μιλά για θέαση και κατανόηση και αντίληψη (“includere” – «περιλαμβάνειν»), “sic nullo modo Deus comprehenditur, … cum sit infinitus” («ο Θεός δεν κατανοείται – ούτε – έτσι, κατά κανέναν τρόπο, … επειδή είναι άπειρος»). Δεν μπορούμε να εννοήσουμε την άπειρη αγάπη, όσο όμως περισσότερη ((δική μας!... )) αγάπη υφίσταται, τόσο περισσότερο μπορεί η αγάπη αυτή να διεισδύση στο ακατάληπτο· “plus autem participabit lumine gloriae, qui plus habet de caritate” («τόσο περισσότερο θα μοιραστή το φως της δόξας, αυτός που έχει μεγαλύτερη φιλανθρωπία και ελεημοσύνη»). Ο «καθήμενος εν θρόνω» στην Αποκάλυψη είναι – ακόμα και στους ουράνιους (κατοίκους…) - αόρατος, και μόνο μέσα από «ασθενείς» συγκρίσεις περιγραπτός (Αποκ. 4, 3) (( Αποκ. 2, 2 κ.ε.: «καί ιδού θρόνος έκειτο εν τώ ουρανώ, καί επί τόν θρόνον καθήμενος, όμοιος οράσει λίθω ιάσπιδι καί σαρδίω· καί ίρις κυκλόθεν τού θρόνου, ομοίως όρασις σμαραγδίνων. καί κυκλόθεν τού θρόνου θρόνοι είκοσι τέσσαρες, καί επί τούς θρόνους τούς είκοσι τέσσαρας πρεσβυτέρους καθημένους, περιβεβλημένους εν ιματίοις λευκοίς, καί επί τάς κεφαλάς αυτών στεφάνους χρυσούς» … )) . Ακουστή και κατανοητή είναι (μόνον…) «η μεγάλη φωνή εκ τού ουρανού» (Αποκ. 21, 3), και ολόκληρος ο ουρανός είναι τελικά λουσμένος στο φως της «δόξης τού Θεού» και του Αμνού (Αποκ. 21, 23), αλλά δεν χρειάζεται να κοιτάξη στην άβυσσο της πηγής τού φωτός αυτός που διαμένει στο φως και βλέπει και κατανοεί τα πάντα μέσα σ’ αυτό (εν αυτώ…). Παραμένουμε λοιπόν στη διατύπωση, ότι βλέπουμε να φανερώνεται μέσα απ’ τη δόξα τού Υιού η άβυσσος της αγαπητικής δόξης τού αοράτου Πατρός, κι αυτό μέσα στη διπλή μορφή (( Το «φιλιόκβε»!! )) τού Αγίου Πνεύματος της αγάπης, καθώς υπάρχουμε, ως γεννημένοι απ’ το Πνεύμα, μέσα στη φωτιά και το πυρ της αγάπης, στο οποίο και συναντούνται ο Πατήρ και ο Υιός, όντας (εμείς οι άνθρωποι…) ταυτόχρονα και οι μάρτυρες και εγκωμιαστές, μαζί με το Πνεύμα, αυτής τής αγάπης.

ΤΕΛΟΣ 

ΠΑΜ' ΠΑΤΕΡΑ ΠΟΥ ΘΑΛΕΓΕ ΚΑΙ Ο ΛΑΖΟΠΟΥΛΟΣ. 

Ο ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΘΕΟΣ ΤΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΒΑΡΛΑΑΜ, ΠΑΡΟΤΙ ΝΙΚΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΓΡ. ΠΑΛΑΜΑ ΚΑΙ ΕΠΙΚΥΡΩΘΗΚΕ ΣΑΝ ΝΙΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ, ΟΙ ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΟΙ, ΑΓΙΟΜΑΧΟΙ ΤΗΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΟΧΘΗΣ, ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΘΥΣΙΑΖΟΥΝ ΣΤΟΝ ΑΓΝΩΣΤΟ ΘΕΟ ΤΩΝ ΑΘΗΝΑΙΩΝ. 

Ο ΧΑΜΕΝΟΣ ΑΠΟ ΧΕΡΙ ΠΙΣΤΟΣ ΤΩΝ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΩΝ, ΑΚΟΛΟΥΘΩΝΤΑΣ ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΔΕΝ ΓΝΩΡΙΖΟΥΜΕ ΑΠΟ ΠΟΥ ΕΡΧΕΤΑΙ ΚΑΙ ΠΟΥ ΠΗΓΑΙΝΕΙ, ΕΠΕΣΤΡΕΨΕ ΕΚΕΙ ΑΠΟ ΟΠΟΥ ΞΕΚΙΝΗΣΕ, ΕΤΟΙΜΟΣ ΝΑ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕΙ ΤΟΝ ΛΥΚΟΠΟΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΑΒΥΣΣΟ ΤΟΥ ΜΗΔΕΝΟΣ, ΤΑΥΤΙΣΜΕΝΟΣ ΜΕ ΤΑ ΟΝΤΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΤΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΜΕΝΑ ΕΚ ΤΟΥ ΜΗΔΕΝΟΣ, ΑΡΝΟΥΜΕΝΟΣ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΜΑΣ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟ Ο ΟΠΟΙΟΣ ΜΑΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΕ ΚΑΤ'ΕΙΚΟΝΑ ΤΟΥ ΚΑΙ ΟΧΙ ΕΚ ΤΟΥ ΜΗΔΕΝΟΣ. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: