Συνέχεια από: Σάββατο 30 Νοεμβρίου 2024
Η οντολογία του Μάρτιν Χάιντεγκερ, <Νεφέλη>, Αθήνα 1983
[Εισαγωγική σημείωση / Εισαγωγή {1. Ο αποχρών λόγος – 2. Το κενό και το μηδέν – 3. Το ον λέγεται πολλαχώς – 4. Η διαφορά – 5. Το cogito – 6. Η θεωρία του σχηματισμού – 7. Η αναφορικότητα – 8. Ο χρόνος} / Η υπαρκτική αναλυτική {1. Προχειρότητα και παρεύρεση – 2. Η μέριμνα – 3. Συνύπαρξη και απροσωπία – 4. Εννόηση, ομιλία, πτώση, εύρεση – 5. Η αλήθεια – 6. Το όχι-ακόμα – 7. Η φωνή της συνείδησης – 8. Η χρονικότητα των υπαρκτικών δομών – 9. Η ιστορικότητα} / Μετά το Είναι και χρόνος {α) Η τεχνική – β) Η ποίηση}]
Η ΥΠΑΡΚΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ
9 – Η ΙΣΤΟΡΙΚΟΤΗΤΑ
Ανάμεσα στη γέννηση και στο θάνατο, στην αρχή και το τέλος, η ύπαρξη χάνει ή βρίσκει τον εαυτό της χρονούμενη σαν μεσοδιάστημα. Η μέριμνα δεν είναι τίποτε άλλο από αυτό το ανάμεσα (als Sorge ist das Dasein das «zwischen»). Η ανώτερη δυνατότητά της, που παίρνει τη μορφή της ελευθερίας-μπροστά-στο-θάνατο, άρα και τη μορφή της ελευθερίας για την αλήθεια, επαναφέρει δραματικά την ύπαρξη στο τετελεσμένο γεγονός της περατότητάς της. Υπάρχει γεγονικά σαν γεννημένη· κι αυτή η γέννηση, όταν δεν πέφτει στη λήθη, την καθιστά ήδη νεκρή (stirbt es auch schon) με την έννοια του είναι-για-το-θάνατο. Αλλά αυτό το βίωμα της αποκάλυψης που φέρνει μαζί της η στιγμή δεν είναι μια λάμψη μέσα στο χάος, γνωρίζει βαθύτερες συναρτήσεις μέσα σε έναν χώρο που δεν μπορεί να είναι άλλος από την ιστορία. Η αναλυτική της ύπαρξης, που ουσιαστικά επιτελεί το έργο μιας φαινομενολογικής ερμηνείας της χρονικότητας, τον τελευταίο λόγο τον δίνει στην Ιστορικότητα. Αν το άκοσμο υποκείμενο δεν έχει ιστορία, και πραγματικά μια τέτοια σκέψη θα ήταν παράλογη για τον Καρτέσιο, μέσα από τη χρονικότητά της, η μέριμνα εκβάλλει αναγκαστικά στην ιστορία.
Επανάληψη και πρόληψη, καθώς δημιουργούν την αυθεντικότητα της στιγμής μέσα στον ορίζοντα της χρονικότητας, συσχετίζονται με τον ευρύτερο ορίζοντα της ιστορίας. Και οι συνέπειες αυτού του συσχετισμού παρουσιάζονται πολύ πιο σοβαρές απ' ό,τι δείχνουν σε μια πρώτη ματιά, γιατί όχι μόνο η χρονοποίηση αποκτά διαμιάς το νόημα της ιστορικοποίησης, αλλά επιβάλλει δικαιωματικά τη βασική της διάκριση: έχουμε πιά να κάνουμε με μιάν αναυθεντική και μιάν αυθεντική ιστορικότητα. Γι' αυτό και όλες οι απορίες που ανακύπτουν (τι σημαίνει ιστορικό παρελθόν; τι σχέση έχει η επιστήμη της ιστορίας με την ιστορικότητα της ύπαρξης; τι σημαίνει η υπαρκτική ερμηνεία της ιστορίας; πώς χωρίζεται η ιστορία σε αυθεντική και αναυθεντική;) έχουν ανάγκη μιαν εισαγωγική διευκρίνιση. Η ύπαρξη δεν είναι χρονική επειδή βρίσκεται μέσα στο ρού της ιστορίας, αντίθετα είναι ιστορική επειδή καταγωγική της σύσταση είναι η χρονικότητα (Being and Time, σ. 428). Πέρα λοιπόν από το ρολόι, το ημερολόγιο και τη χρονολόγηση, τα γνωστά όργανα της χρονικής μέτρησης, η φαινομενολογική ερμηνεία θα αναζητήσει μια ριζικότερη σκοπιά.
Για να ορίσουμε την ουσία της ιστορίας, δηλώνει εξαρχής ο Χάιντεγγερ, οφείλουμε να αντιμετωπίσουμε την ιστορικότητα με τρόπο υπαρκτικό (existenziale Konstruction de Geschichtlichkeit). Πρόθεση που, βάζοντας αποφασιστικά σε παρενθέσεις τις επιβεβλημένες όσο και τρέχουσες απόψεις, θέλει να υποκαταστήσει το κοινό νόημα με το αρχέγονο. Γι' αυτό και το πρώτο βήμα είναι μια συνοπτική παρουσίαση των δεδομένων θεωριών.
α) Για κάτι που πέρασε, συνηθίζουμε να λέμε: ανήκει κιόλας στην ιστορία. Σαν γεγονός δεν παρευρίσκεται πιά στο παρόν. Παρήλθε, έστω κι αν δεν παύει να γίνεται αισθητή η παρουσία του στο παρόν (όπως ο Παρθενώνας που βλέπω μέρα νύχτα από το παράθυρό μου). Αυτή είναι η τρέχουσα άποψη που ταυτίζει πέρα για πέρα παρελθόν και ιστορία.
β) Ολότελα διαφορετική είναι η ερμηνεία που βλέπει την ιστορία σαν ένα πλαίσιο αναφοράς· εντοπίζοντας γεγονότα, πράξεις, θυσίες, αιτίες και αποτελέσματα καταλήγει στην ανακάλυψη εξελικτικών διαδικασιών που, χωρίς να αναγνωρίζουν κανένα πρωτείο στο παρελθόν τελικά παγιώνονται με τη μορφή ιστορικών νόμων (σκέψου τον Χέγκελ και τον Μαρξ).
γ) Εξάλλου ιστορία γράφει και η σκοπιά που επιμένει να βλέπει μιάν ολότητα πραγμάτων που μεταβάλλονται μέσα στο χρόνο και παρακολουθεί την περιπέτεια της ανθρωπότητας και του πολιτισμού της χωρίζοντας την λίγο πολύ από την ανιστορικότητα της φύσης. Μια παρόμοια ερμηνεία αναπτύσσει ο Σπένγκλερ που θέλει να είναι ο ιστορικός ενός ολόκληρου πολιτισμού – του δυτικού.
δ) Τέλος, υπάρχει η γενική ιστοριογραφία που βιογραφεί κάθε τι περασμένο (πχ. ο Παπαρηγόπουλος).
Είναι πρόδηλο ότι ένα πράγμα, μια χώρα, ένα όπλο δεν γίνεται από μόνο του ιστορικό. Μόνο ο άνθρωπος δημιουργεί και δημιουργείται από τα γεγονότα. Συνεπώς κάθε ιστορία (ακόμα και όταν πρόκειται για την «Ιστορία δύο πόλεων») είναι ιστορία του ανθρώπου. Προς αυτόν στρέφεται κάθε ερμηνεία. Στροφή βέβαια που γίνεται πάντα με τη λογική των προκαταλήψεων που βαραίνουν το κάθε επιστημονικό βλέμμα. Για τον Χέγκελ το πνεύμα πέφτει μέσα στο χρόνο (der Geist fällt in die Zeit, Sein und Zeit, σ. 436) όπως για το Μαρξ ο άνθρωπος ιστοριοποιείται στο βαθμό που ανήκει σε μιάν εποχή και μια τάξη. Ωστόσο σε καμιά φιλοσοφία της ιστορίας δε θεωρείται ο άνθρωπος πηγή της χρονικότητας και συνακόλουθα της ιστορικότητας. Να γιατί ο Χάιντεγγερ, θεωρώντας το Dasein πρωταρχικά ιστορικό, ανατρέπει τις δεδομένες αρχές ακολουθώντας μια κατεύθυνση όπου δεν υπάρχουν πρόδρομοι.
Η καινοτομία αρχίζει με το χαρακτηρισμό που αποδίδεται στο Dasein: υπάρχει ιστορικά. Με ποιο κριτήριο όμως αποδίδουμε την ιστορικότητα σε ένα ον που δεν είναι μόνο παρελθόν, αλλά ζει στο παρόν και στο μέλλον, άρα κι έξω από την κατεξοχήν περιοχή της ιστορίας, το παρελθόν; Το πρώτο που πρέπει να αναιρεθεί, αν θέλουμε να ελευθερώσουμε μιάν υπαρκτική προοπτική, είναι το κριτήριο που αντιλαμβάνεται παρευρετικά τόσο τον άνθρωπο όσο και τα πράγματα. Οι πυραμίδες του Χαίοπος. Ο Περικλής, οι Βερσαλίες, ο Ροβεσπιέρος είναι όλα ιστορικά δεδομένα – υπήρξαν όμως με τον ίδιο τρόπο; Η διαφορά δε βρίσκεται στο έμψυχο από το άψυχο, αλλά θέτει ένα πρόβλημα προτεραιότητας. Τα πράγματα γίνονται ιστορικά στο μέτρο που ανήκουν σε έναν ιστορικό κόσμο, κι αυτός ο ιστορικός κόσμος χρωστάει αυτή του την ιδιότητα στην ιστορικοποίηση της ύπαρξης. Τα πράγματα παρέρχονται, αλλά η ύπαρξη – ακόμα και του απώτατου παρελθόντος αιώνων είναι ένα υπήρξε εδώ (da-gewesen). Εκείνο που τη διαχωρίζει δεν είναι ο τρόπος που μετέχει στην ιστορία, αλλά ο τρόπος που την παράγει χρονούμενη και ίστορικοποιούμενη. Εξού και η αυστηρή διαστολή της ιστορίας από την ιστορικότητα.
Ο χρόνος των πραγμάτων, υπονοεί αυτή η διαστολή, δεν μπορεί ποτέ να είναι η εκστατικο-οριζόντια δομική συνάρθρωση που περιγράψαμε. Μολαταύτα, η κοινή αντίληψη του ιστορικού χρόνου (vulgare Begriff γράφει ο Χάιντεγγερ, χρησιμοποιώντας την ίδια λέξη που είχε σε άλλη περίπτωση υπογραμμίσει για την άρνηση του κοινότοπου χρόνου: vulgare Zeit) προκύπτει από την ταύτιση του χρόνου των πραγμάτων με το χρόνο της ύπαρξης. Απολυτοποιώντας το παρελθόν, ο ιστορικός έκλεινε και κλείνει το δρόμο για μια υπαρκτική ερμηνεία της ιστορικότητας. Αυτή που ξεκινάει από μια διάσταση μη ιστορική (το μέλλον) και αναζητάει όχι χρονολογίες και μνημεία, αλλά την αυθεντικότητα της χρονικής – και γι' αυτό ιστορικής – στιγμής. Έτσι η ιστορικότητα δεν είναι η αφήγηση ενός παρελθόντος, άλλά η περιγραφή της επανάληψης και της πρόληψης στη μετάθεσή τους από το στενά χρονικό πεδίο στο ιστορικό. Η μελλοντοποιούμενη-παροντική-παρελθοντικότητα πρέπει τώρα να γίνει μελλοντοποιούμενη-παροντική-παρελθοντικότητα με ιστορική ταυτότητα. Όσο κι αν φαίνεται προβληματικό, αυτό που θα επακολουθήσει θα είναι μια μεταγραφή των υπαρκτικών δομών σε ιστορικό επίπεδο.
Μη φανταστείς ότι ο Χάιντεγγερ θα αναλάβει μια συνολική εκτίμηση της ιστορίας με σκοπό να εντοπίσει αυθεντικά βιωμένες εποχές ή άτομα αυθεντικώς ιστορικά. Για ευνόητους λόγους δεν υπάρχει πουθενά καμιά αναφορά σε συγκεκριμένα ιστορικά δεδομένα. Πιστός στη μέθοδό του, συνεχίζει τη συλλογιστική που ανέπτυξε στην περιγραφή της καθημερινής ζωής. Αντί να ρωτάει για το πως έζησε ο Καρλομάγνος ή ο Σαβοναρόλα, ριζικοποιεί το νόημα της επανάληψης και της πρόληψης κάνοντάς τες ιστορικές. Με την επανάκτηση της πτώσης μου στον κόσμο, ανακαλύπτω τη δυνατότητα της ιστορικής επανάληψης. Δυνατότητα που καθιστά την μελλοντοποίηση της πρόληψης υπαρκτικοιστορική ελευθερία-μπροστά-στο-θάνατο. Σε ιστορικό επίπεδο η αυθεντική στιγμή και η αποφασιστική στάση δημιουργούν την ξεχωριστή μοίρα ενός προσώπου (Schicksal) σε αντίθεση με το κοινό πεπρωμένο της μάζας (Geschick). Δικαιολογημένα θα σκεφτόσουνα εδώ την ξεχωριστή μοίρα του Ιουνστινιανού που στέκει πάνω από την αγελαία συνθήκη του ανώνυμου λαού που γέμιζε με τις κραυγές του τον ιππόδρομο και με τα κουφάρια του τα πεδία των μαχών. Όπως το ίδιο θα μπορούσαμε να πούμε για εκατοντάδες πρόσωπα της αρχαίας και της πρόσφατης ιστορίας. Αλλά δεν πρόκειται γι' αυτό.
Το μόνο που λέει ο Χάιντεγγερ σχετικά με τη συγκεκριμένη προσωπικότητα, έχει σχέση με το παράδειγμα. Η αυθεντικά βιωνόμενη ύπαρξη (δες τη σελ. 437 του Being and Time) επιτρέπει τη δυνατότητα να διαλέξει κανείς τον ήρωά του (The possibility that dasein may choose its hero). Χωρίς να χάνω τη μοναδικότητά μου, μπορώ να έχω σαν ήρωά μου το Ρουσώ αν είμαι ο Ροβεσπιέρος, το Σπάρτακο αν είμαι ο Μαρξ, τον Τσε Γκεβάρα αν είμαι ένας λατινοαμερικάνος επαναστάτης. Αυτός ο παραδειγματισμός όμως δεν έχει το νόημα μιας δουλικής υπακοής: ο άλλος μου προσφέρει το παράδειγμα, ποτέ το περιεχόμενο των πράξεών του. Είναι μια οριακή δυνατότητα που καθοδηγεί τη δική μου χωρίς να την καθυποτάσσει. Πράγμα που ουσιαστικά σημαίνει ότι όταν ελευθερώνομαι πραγματικά από τα δεσμά της απροσωπίας, κατέχω ένα δύναμαι που με εξυψώνει πάνω από το κοινώς βιωμένο. Ο χιλιοπατημένος δρόμος των πολλών μολονότι έχει την ίδια αφετηρία με το δρόμο του αποφασισμένου, δεν έχει την ίδια κατάληξη. Χρονικότητα και ιστορικότητα αντλούν την αυθεντικότητά τους από την ίδια πηγή: την αλήθεια του Είναι.
Μια τέτοια μεταφυσική αντίληψη της ιστορίας εξ ορισμού βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με κάθε ιστορικό υλισμό και κάθε συνεπαγόμενη επιστήμη της ιστορίας. Στη βάση αυτής της αντίθεσης άλλωστε γίνεται ο διάλογος με τους Simel, Ricket, Diltey, Yorck στους οποίους δεν μπορώ να αναφερθώ γιατί απλούστατα δεν ξέρω τα βιβλία τους ούτε εξ όψεως. Αντί για μια τέτοια αναφορά, που πιθανότατα θα άλλαζε την πορεία αυτού του δοκιμίου, προτιμώ να επιστρέψουμε στο πρόβλημα της αλήθειας που νομίζω ότι αναδείχνει (την πρωτοτυπία όσο και τις αδυναμίες) της υπαρκτικής ιστορικότητας. Και τούτο γιατί αφαιρώντας από την ιστορία το νόημα μιάς εξελικτικής ολοκλήρωσης (όπως στο Χέγκελ) ή μιας εξελικτικής απελευθέρωσης (όπως στο Μαρξ), φαίνεται να την περιορίζουμε στο επίπεδο ενός ατομικού τρόπου ζωής. Αυτό ακριβώς είναι το χαοτικό και το απροσδιόριστο. Μεταφέροντας τις υπαρκτικές δομές στην ιστορικότητα πέφτουμε θύματα μιάς αφαίρεσης που πάσχει από ηθελημένη αοριστία. Είναι άραγε δυνατή η περιγραφή της ιστορικής αναυθεντικότητας. Τι νόημα θα είχε μια υποτιθέμενη περιγραφή της αθηναϊκής αγοράς των χρόνων του Περικλή, των ρωμαϊκών συναθροίσεων, της νύχτας του Αγίου Βαρθολομαίου: Έσπρωξα σκόπιμα μακριά αυτή την παρεξήγηση για να φανεί καλύτερα παρακάτω ότι τίποτε απ' όλα αυτά δε δελεάζει τον Χάιντεγγερ. Η αλήθεια του Είναι, σαν παιχνίδι της πλάνης και της περιπλάνησης, βρίσκεται πολύ μακρυά από αυτές τις απλοϊκές αντιρρήσεις.
Αʹ Θεσ 4:1 – 12
Ἀδελφοί, ἐρωτῶμεν ὑμᾶς καὶ παρακαλοῦμεν ἐν Κυρίῳ Ἰησοῦ, καθὼς παρελάβετε παρ᾽ ἡμῶν τὸ πῶς δεῖ ὑμᾶς περιπατεῖν καὶ ἀρέσκειν Θεῷ, ἵνα περισσεύητε μᾶλλον· οἴδατε γὰρ τίνας παραγγελίας ἐδώκαμεν ὑμῖν διὰ τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. Τοῦτο γάρ ἐστι θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὁ ἁγιασμὸς ὑμῶν, ἀπέχεσθαι ὑμᾶς ἀπὸ τῆς πορνείας, εἰδέναι ἕκαστον ὑμῶν τὸ ἑαυτοῦ σκεῦος κτᾶσθαι ἐν ἁγιασμῷ καὶ τιμῇ, μὴ ἐν πάθει ἐπιθυμίας καθάπερ καὶ τὰ ἔθνη τὰ μὴ εἰδότα τὸν Θεόν, τὸ μὴ ὑπερβαίνειν καὶ πλεονεκτεῖν ἐν τῷ πράγματι τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, διότι ἔκδικος ὁ Κύριος περὶ πάντων τούτων, καθὼς καὶ προείπομεν ὑμῖν καὶ διεμαρτυράμεθα. οὐ γὰρ ἐκάλεσεν ἡμᾶς ὁ Θεὸς ἐπὶ ἀκαθαρσίᾳ, ἀλλ᾽ ἐν ἁγιασμῷ. τοιγαροῦν ὁ ἀθετῶν οὐκ ἄνθρωπον ἀθετεῖ, ἀλλὰ τὸν Θεὸν τὸν καὶ δόντα τὸ Πνεῦμα αὐτοῦ τὸ Ἅγιον εἰς ὑμᾶς. Περὶ δὲ τῆς φιλαδελφίας οὐ χρείαν ἔχετε γράφειν ὑμῖν· αὐτοὶ γὰρ ὑμεῖς θεοδίδακτοί ἐστε εἰς τὸ ἀγαπᾶν ἀλλήλους· καὶ γὰρ ποιεῖτε αὐτὸ εἰς πάντας τοὺς ἀδελφοὺς τοὺς ἐν ὅλῃ τῇ Μακεδονίᾳ. παρακαλοῦμεν δὲ ὑμᾶς, ἀδελφοί, περισσεύειν μᾶλλον καὶ φιλοτιμεῖσθαι ἡσυχάζειν καὶ πράσσειν τὰ ἴδια καὶ ἐργάζεσθαι ταῖς ἰδίαις χερσὶν ὑμῶν, καθὼς ὑμῖν παρηγγείλαμεν, ἵνα περιπατῆτε εὐσχημόνως πρὸς τοὺς ἔξω καὶ μηδενὸς χρείαν ἔχητε.
Λκ 21:5 – 8, 10 – 11, 20 – 24
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, λεγόντων τινῶν τῷ Ἰησοῦ περὶ τοῦ ἱεροῦ ὅτι λίθοις καλοῖς καὶ ἀναθήμασι κεκόσμηται, εἶπε· ταῦτα ἃ θεωρεῖτε, ἐλεύσονται ἡμέραι ἐν αἷς οὐκ ἀφεθήσεται λίθος ἐπὶ λίθῳ ὃς οὐ καταλυθήσεται. ἐπηρώτησαν δὲ αὐτὸν λέγοντες· διδάσκαλε, πότε οὖν ταῦτα ἔσται, καὶ τί τὸ σημεῖον ὅταν μέλλῃ ταῦτα γίνεσθαι; ὁ δὲ εἶπε· βλέπετε μὴ πλανηθῆτε· ἐγερθήσεται ἔθνος ἐπὶ ἔθνος καὶ βασιλεία ἐπὶ βασιλείαν, σεισμοί τε μεγάλοι κατὰ τόπους καὶ λιμοὶ καὶ λοιμοὶ ἔσονται, φόβητρά τε καὶ σημεῖα ἀπ᾿ οὐρανοῦ μεγάλα ἔσται. ὅταν δὲ ἴδητε κυκλουμένην ὑπὸ στρατοπέδων τὴν Ἱερουσαλήμ, τότε γνῶτε ὅτι ἤγγικεν ἡ ἐρήμωσις αὐτῆς. τότε οἱ ἐν τῇ Ἰουδαίᾳ φευγέτωσαν εἰς τὰ ὄρη, καὶ οἱ ἐν μέσῳ αὐτῆς ἐκχωρείτωσαν, καὶ οἱ ἐν ταῖς χώραις μὴ εἰσερχέσθωσαν εἰς αὐτήν, ὅτι ἡμέραι ἐκδικήσεως αὗταί εἰσι τοῦ πληρωθῆναι πάντα τὰ γεγραμμένα. οὐαὶ δὲ ταῖς ἐν γαστρὶ ἐχούσαις καὶ ταῖς θηλαζούσαις ἐν ἐκείναις ταῖς ἡμέραις· ἔσται γὰρ τότε ἀνάγκη μεγάλη ἐπὶ τῆς γῆς καὶ ὀργὴ τῷ λαῷ τούτῳ, καὶ πεσοῦνται στόματι μαχαίρας, καὶ αἰχμαλωτισθήσονται εἰς πάντα τὰ ἔθνη, καὶ Ἱερουσαλὴμ ἔσται πατουμένη ὑπὸ ἐθνῶν ἄχρι πληρωθῶσι καιροὶ ἐθνῶν.
Ανώνυμος είπε...
Γαλ 3:23 – 29; 4:1 – 5
Ἀδελφοί, πρὸ τοῦ ἐλθεῖν τὴν πίστιν ὑπὸ νόμον ἐφρουρούμεθα συγκεκλεισμένοι εἰς τὴν μέλλουσαν πίστιν ἀποκαλυφθῆναι. ὥστε ὁ νόμος παιδαγωγὸς ἡμῶν γέγονεν εἰς Χριστόν, ἵνα ἐκ πίστεως δικαιωθῶμεν· ἐλθούσης δὲ τῆς πίστεως οὐκέτι ὑπὸ παιδαγωγόν ἐσμεν. Πάντες γὰρ υἱοὶ Θεοῦ ἐστε διὰ τῆς πίστεως ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ· ὅσοι γὰρ εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε, Χριστὸν ἐνεδύσασθε. οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. εἰ δὲ ὑμεῖς Χριστοῦ, ἄρα τοῦ Ἀβραὰμ σπέρμα ἐστὲ καὶ κατ᾽ ἐπαγγελίαν κληρονόμοι. Λέγω δέ, ἐφ᾽ ὅσον χρόνον ὁ κληρονόμος νήπιός ἐστιν, οὐδὲν διαφέρει δούλου, κύριος πάντων ὤν, ἀλλὰ ὑπὸ ἐπιτρόπους ἐστὶ καὶ οἰκονόμους ἄχρι τῆς προθεσμίας τοῦ πατρός. οὕτω καὶ ἡμεῖς, ὅτε ἦμεν νήπιοι, ὑπὸ τὰ στοιχεῖα τοῦ κόσμου ἦμεν δεδουλωμένοι· ὅτε δὲ ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ, γενόμενον ἐκ γυναικός, γενόμενον ὑπὸ νόμον, ἵνα τοὺς ὑπὸ νόμον ἐξαγοράσῃ, ἵνα τὴν υἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν.
Μκ 5:24 – 34
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἠκολούθει τῷ Ἰησοῦ ὄχλος πολύς, καὶ συνέθλιβον αὐτόν. Καὶ γυνή τις οὖσα ἐν ῥύσει αἵματος ἔτη δώδεκα, καὶ πολλὰ παθοῦσα ὑπὸ πολλῶν ἰατρῶν καὶ δαπανήσασα τὰ παρ᾿ ἑαυτῆς πάντα, καὶ μηδὲν ὠφεληθεῖσα, ἀλλὰ μᾶλλον εἰς τὸ χεῖρον ἐλθοῦσα, ἀκούσασα περὶ τοῦ Ἰησοῦ, ἐλθοῦσα ἐν τῷ ὄχλῳ ὄπισθεν ἥψατο τοῦ ἱματίου αὐτοῦ· ἔλεγε γὰρ ἐν ἑαυτῇ ὅτι ἐὰν ἅψωμαι κἂν τῶν ἱματίων αὐτοῦ, σωθήσομαι. καὶ εὐθέως ἐξηράνθη ἡ πηγὴ τοῦ αἵματος αὐτῆς, καὶ ἔγνω τῷ σώματι ὅτι ἴαται ἀπὸ τῆς μάστιγος. καὶ εὐθέως ὁ Ἰησοῦς ἐπιγνοὺς ἐν ἑαυτῷ τὴν ἐξ αὐτοῦ δύναμιν ἐξελθοῦσαν, ἐπιστραφεὶς ἐν τῷ ὄχλῳ ἔλεγε· τίς μου ἥψατο τῶν ἱματίων; καὶ ἔλεγον αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ· βλέπεις τὸν ὄχλον συνθλίβοντά σε, καὶ λέγεις τίς μου ἥψατο; καὶ περιεβλέπετο ἰδεῖν τὴν τοῦτο ποιήσασαν. ἡ δὲ γυνὴ φοβηθεῖσα καὶ τρέμουσα, εἰδυῖα ὃ γέγονεν ἐπ᾿ αὐτῇ, ἦλθε καὶ προσέπεσεν αὐτῷ καὶ εἶπεν αὐτῷ πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν. ὁ δὲ εἶπεν αὐτῇ· θύγατερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· ὕπαγε εἰς εἰρήνην, καὶ ἴσθι ὑγιὴς ἀπὸ τῆς μάστιγός σου.
2 σχόλια:
Αʹ Θεσ 4:1 – 12
Ἀδελφοί, ἐρωτῶμεν ὑμᾶς καὶ παρακαλοῦμεν ἐν Κυρίῳ Ἰησοῦ, καθὼς παρελάβετε παρ᾽ ἡμῶν τὸ πῶς δεῖ ὑμᾶς περιπατεῖν καὶ ἀρέσκειν Θεῷ, ἵνα περισσεύητε μᾶλλον· οἴδατε γὰρ τίνας παραγγελίας ἐδώκαμεν ὑμῖν διὰ τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. Τοῦτο γάρ ἐστι θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὁ ἁγιασμὸς ὑμῶν, ἀπέχεσθαι ὑμᾶς ἀπὸ τῆς πορνείας, εἰδέναι ἕκαστον ὑμῶν τὸ ἑαυτοῦ σκεῦος κτᾶσθαι ἐν ἁγιασμῷ καὶ τιμῇ, μὴ ἐν πάθει ἐπιθυμίας καθάπερ καὶ τὰ ἔθνη τὰ μὴ εἰδότα τὸν Θεόν, τὸ μὴ ὑπερβαίνειν καὶ πλεονεκτεῖν ἐν τῷ πράγματι τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, διότι ἔκδικος ὁ Κύριος περὶ πάντων τούτων, καθὼς καὶ προείπομεν ὑμῖν καὶ διεμαρτυράμεθα. οὐ γὰρ ἐκάλεσεν ἡμᾶς ὁ Θεὸς ἐπὶ ἀκαθαρσίᾳ, ἀλλ᾽ ἐν ἁγιασμῷ. τοιγαροῦν ὁ ἀθετῶν οὐκ ἄνθρωπον ἀθετεῖ, ἀλλὰ τὸν Θεὸν τὸν καὶ δόντα τὸ Πνεῦμα αὐτοῦ τὸ Ἅγιον εἰς ὑμᾶς. Περὶ δὲ τῆς φιλαδελφίας οὐ χρείαν ἔχετε γράφειν ὑμῖν· αὐτοὶ γὰρ ὑμεῖς θεοδίδακτοί ἐστε εἰς τὸ ἀγαπᾶν ἀλλήλους· καὶ γὰρ ποιεῖτε αὐτὸ εἰς πάντας τοὺς ἀδελφοὺς τοὺς ἐν ὅλῃ τῇ Μακεδονίᾳ. παρακαλοῦμεν δὲ ὑμᾶς, ἀδελφοί, περισσεύειν μᾶλλον καὶ φιλοτιμεῖσθαι ἡσυχάζειν καὶ πράσσειν τὰ ἴδια καὶ ἐργάζεσθαι ταῖς ἰδίαις χερσὶν ὑμῶν, καθὼς ὑμῖν παρηγγείλαμεν, ἵνα περιπατῆτε εὐσχημόνως πρὸς τοὺς ἔξω καὶ μηδενὸς χρείαν ἔχητε.
Λκ 21:5 – 8, 10 – 11, 20 – 24
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, λεγόντων τινῶν τῷ Ἰησοῦ περὶ τοῦ ἱεροῦ ὅτι λίθοις καλοῖς καὶ ἀναθήμασι κεκόσμηται, εἶπε· ταῦτα ἃ θεωρεῖτε, ἐλεύσονται ἡμέραι ἐν αἷς οὐκ ἀφεθήσεται λίθος ἐπὶ λίθῳ ὃς οὐ καταλυθήσεται. ἐπηρώτησαν δὲ αὐτὸν λέγοντες· διδάσκαλε, πότε οὖν ταῦτα ἔσται, καὶ τί τὸ σημεῖον ὅταν μέλλῃ ταῦτα γίνεσθαι; ὁ δὲ εἶπε· βλέπετε μὴ πλανηθῆτε· ἐγερθήσεται ἔθνος ἐπὶ ἔθνος καὶ βασιλεία ἐπὶ βασιλείαν, σεισμοί τε μεγάλοι κατὰ τόπους καὶ λιμοὶ καὶ λοιμοὶ ἔσονται, φόβητρά τε καὶ σημεῖα ἀπ᾿ οὐρανοῦ μεγάλα ἔσται. ὅταν δὲ ἴδητε κυκλουμένην ὑπὸ στρατοπέδων τὴν Ἱερουσαλήμ, τότε γνῶτε ὅτι ἤγγικεν ἡ ἐρήμωσις αὐτῆς. τότε οἱ ἐν τῇ Ἰουδαίᾳ φευγέτωσαν εἰς τὰ ὄρη, καὶ οἱ ἐν μέσῳ αὐτῆς ἐκχωρείτωσαν, καὶ οἱ ἐν ταῖς χώραις μὴ εἰσερχέσθωσαν εἰς αὐτήν, ὅτι ἡμέραι ἐκδικήσεως αὗταί εἰσι τοῦ πληρωθῆναι πάντα τὰ γεγραμμένα. οὐαὶ δὲ ταῖς ἐν γαστρὶ ἐχούσαις καὶ ταῖς θηλαζούσαις ἐν ἐκείναις ταῖς ἡμέραις· ἔσται γὰρ τότε ἀνάγκη μεγάλη ἐπὶ τῆς γῆς καὶ ὀργὴ τῷ λαῷ τούτῳ, καὶ πεσοῦνται στόματι μαχαίρας, καὶ αἰχμαλωτισθήσονται εἰς πάντα τὰ ἔθνη, καὶ Ἱερουσαλὴμ ἔσται πατουμένη ὑπὸ ἐθνῶν ἄχρι πληρωθῶσι καιροὶ ἐθνῶν.
Γαλ 3:23 – 29; 4:1 – 5
Ἀδελφοί, πρὸ τοῦ ἐλθεῖν τὴν πίστιν ὑπὸ νόμον ἐφρουρούμεθα συγκεκλεισμένοι εἰς τὴν μέλλουσαν πίστιν ἀποκαλυφθῆναι. ὥστε ὁ νόμος παιδαγωγὸς ἡμῶν γέγονεν εἰς Χριστόν, ἵνα ἐκ πίστεως δικαιωθῶμεν· ἐλθούσης δὲ τῆς πίστεως οὐκέτι ὑπὸ παιδαγωγόν ἐσμεν. Πάντες γὰρ υἱοὶ Θεοῦ ἐστε διὰ τῆς πίστεως ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ· ὅσοι γὰρ εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε, Χριστὸν ἐνεδύσασθε. οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. εἰ δὲ ὑμεῖς Χριστοῦ, ἄρα τοῦ Ἀβραὰμ σπέρμα ἐστὲ καὶ κατ᾽ ἐπαγγελίαν κληρονόμοι. Λέγω δέ, ἐφ᾽ ὅσον χρόνον ὁ κληρονόμος νήπιός ἐστιν, οὐδὲν διαφέρει δούλου, κύριος πάντων ὤν, ἀλλὰ ὑπὸ ἐπιτρόπους ἐστὶ καὶ οἰκονόμους ἄχρι τῆς προθεσμίας τοῦ πατρός. οὕτω καὶ ἡμεῖς, ὅτε ἦμεν νήπιοι, ὑπὸ τὰ στοιχεῖα τοῦ κόσμου ἦμεν δεδουλωμένοι· ὅτε δὲ ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ, γενόμενον ἐκ γυναικός, γενόμενον ὑπὸ νόμον, ἵνα τοὺς ὑπὸ νόμον ἐξαγοράσῃ, ἵνα τὴν υἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν.
Μκ 5:24 – 34
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἠκολούθει τῷ Ἰησοῦ ὄχλος πολύς, καὶ συνέθλιβον αὐτόν. Καὶ γυνή τις οὖσα ἐν ῥύσει αἵματος ἔτη δώδεκα, καὶ πολλὰ παθοῦσα ὑπὸ πολλῶν ἰατρῶν καὶ δαπανήσασα τὰ παρ᾿ ἑαυτῆς πάντα, καὶ μηδὲν ὠφεληθεῖσα, ἀλλὰ μᾶλλον εἰς τὸ χεῖρον ἐλθοῦσα, ἀκούσασα περὶ τοῦ Ἰησοῦ, ἐλθοῦσα ἐν τῷ ὄχλῳ ὄπισθεν ἥψατο τοῦ ἱματίου αὐτοῦ· ἔλεγε γὰρ ἐν ἑαυτῇ ὅτι ἐὰν ἅψωμαι κἂν τῶν ἱματίων αὐτοῦ, σωθήσομαι. καὶ εὐθέως ἐξηράνθη ἡ πηγὴ τοῦ αἵματος αὐτῆς, καὶ ἔγνω τῷ σώματι ὅτι ἴαται ἀπὸ τῆς μάστιγος. καὶ εὐθέως ὁ Ἰησοῦς ἐπιγνοὺς ἐν ἑαυτῷ τὴν ἐξ αὐτοῦ δύναμιν ἐξελθοῦσαν, ἐπιστραφεὶς ἐν τῷ ὄχλῳ ἔλεγε· τίς μου ἥψατο τῶν ἱματίων; καὶ ἔλεγον αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ· βλέπεις τὸν ὄχλον συνθλίβοντά σε, καὶ λέγεις τίς μου ἥψατο; καὶ περιεβλέπετο ἰδεῖν τὴν τοῦτο ποιήσασαν. ἡ δὲ γυνὴ φοβηθεῖσα καὶ τρέμουσα, εἰδυῖα ὃ γέγονεν ἐπ᾿ αὐτῇ, ἦλθε καὶ προσέπεσεν αὐτῷ καὶ εἶπεν αὐτῷ πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν. ὁ δὲ εἶπεν αὐτῇ· θύγατερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· ὕπαγε εἰς εἰρήνην, καὶ ἴσθι ὑγιὴς ἀπὸ τῆς μάστιγός σου.
Δημοσίευση σχολίου