Τετάρτη 13 Μαΐου 2020

ΧΑΝΣ ΓΙΩΝΑΣ - ΤΕΧΝΙΚΗ, ΙΑΤΡΙΚΗ ΚΑΙ ΗΘΙΚΗ - Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ (13)

Συνέχεια από Τρίτη, 14 Απριλίου  2020

HANS JONAS  -  TECHNIK, MEDIZIN UND ETHIK  -  ZUR PRAXIS DES PRINZIPS VERANTWORTUNG
                                                                   
  IIΙ. ΣΤΟ ΚΑΤΩΦΛΙ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ: ΑΞΙΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΧΘΕΣ ΚΑΙ ΑΞΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΑΥΡΙΟ    
      
Πώς ενεργοποιείται η προσοχή, που πρόσφατα μάς επιβάλλει η ευθύνη; Με μια καινούργια τελικά, πέρα από κάθε μεμονωμένο έλεγχο κινδύνου τού ενός ή τού άλλου εγχειρήματός μας, ολιγάρκεια στους σκοπούς που θέτουμε, στις προσδοκίες και στον τρόπο που διάγουμε την ζωή μας. Όσον αφορά στους μεμονωμένους ελέγχους κινδύνου, έχω προτείνει στην «Αρχή τής ευθύνης», αποπειρώμενος μιαν «ανεύρεση (Heuristik) του φόβου», έναν αυτοδύναμο κανόνα για τον χειρισμό τής αβεβαιότητας: in dubio pro malo – στην αμφιβολία, προτίμησε ν’ ακούσης τη χειρότερη πρόγνωση, γιατί έχουν γίνει πολύ μεγάλα τα «ρίσκα» σ’ αυτό το «παιχνίδι». Σε πολλά πράγματα βρισκόμαστε όμως στο κέντρο τής καθόλου αμφισβητήσιμης πλέον ζώνης κινδύνου, όπου η καινούργια ολιγάρκεια δεν είναι μόνο μια υπόθεση της προσοχής, όπου αναζητούμε να κοιτάξουμε μακρύτερα, αλλά, πολύ πιο κοντά, κάτι το επείγον. Για να αναστείλουμε την επιταχυνόμενη λεηλασία, την απομείωση των ειδών και τη ρύπανση του πλανήτη, να αποσοβήσουμε την εξάντληση των αποθεμάτων του, αλλά και μιαν ολέθρια αλλαγή στο παγκόσμιο κλίμα που την προξενεί ο άνθρωπος,   είναι αναγκαία μια καινούργια λιτότητα στις καταναλωτικές μας συνήθειες.  (( Σημ. τ. μετ.: Είναι τραγικό το πώς ένα δίκαιο, κατ’ αρχάς, αίτημα λιτότητας για να επιβιώση η ανθρωπότητα, μετατρέπεται στην εποχή μας απ’ την οικονομική, παγκόσμια «ελίτ» σε λιτότητα μέχρις εξαντλήσεως και καταστροφής τών κοινωνιών που αυτές οι «ελίτ» επιχειρούν να εξουσιάσουν, ή εξουσιάζουν ήδη σε μεγάλο βαθμό… Ο άνθρωπος κατεβαίνει με ταχύτητα πολλά σκαλιά τής καταστροφής… Χωρίς την αληθινή πίστη, δεν θα τα καταφέρουμε… ))
     «Λιτότητα»: νά που βρισκόμαστε λοιπόν μπροστά σε μιαν πραγματικά παλαιά, και εντελώς πρόσφατα καθόλου «μοντέρνα» πια αξία. Η εγκράτεια (continentia) και η ολιγάρκεια (temperantia) υπήρξαν για πολλούς αιώνες  υποχρεωτικές αρετές τού προσώπου (Person) στη  Δύση, και η «απληστία» ή «ακολασία» βρίσκεται ψηλά στον εκκλησιαστικό κατάλογο των ελαττωμάτων. Μπορούμε δε να επισημάνουμε, πως υπήρξαν αμφότερες ηθικές αξίες και απαξίες καθ’ εαυτές, ωφελούσαν ή έβλαπταν δηλ. την ψυχή, η οποία χάνει από την ευγένειά της, δείχνοντας «επιείκεια» απέναντι στην απληστία και τις σαρκικές επιθυμίες. Το να προσέχουμε να είμαστε φειδωλοί (να απέχουμε ή να περιορίζουμε απλώς τις απαιτήσεις μας),  και το τί μπορούμε να κερδίσουμε μ’ αυτόν τον τρόπο , είναι εδώ δευτερεύον. (Κάτι που παίζει έναν διαφορετικό βέβαια ρόλο στην οικονομία.) Ακόμα κι εκεί όπου η αυταπάρνηση δεν αποτελούσε άμεση προϋπόθεση για τη σωτηρία τής ψυχής (για το οποίο έχει πη κάποια, όχι εντελώς κολακευτικά λόγια στην ανατομία του των «ασκητικών ιδεωδών» ο Νίτσε), μια ορισμένη λιτότητα αποτελούσε ωστόσο σε μεγάλο βαθμό το διακριτικό γνώρισμα μιας ανώτερης ύπαρξης. Η απαιτούμενη εκ νέου λιτότητα δεν έχει πλέον καμμιά σχέση μ’ αυτό, ούτε με την προσωπική γενικώς τελειότητα, παρ’ όλο που μια τέτοια «εκδοχή», ακόμη και ως παράπλευρο αποτέλεσμα, θα ήταν ευπρόσδεκτη. Η λιτότητα απαιτείται σήμερα, για να διατηρήσουμε με οξυδέρκεια το επίγειο, συνολικό «νοικοκυριό» μας, αποτελώντας άρα μια παράμετρο τής ηθικής τής ευθύνης για το μέλλον. Σχετίζεται δε ελάχιστα και με την υφιστάμενη «φειδωλότητα». Η σύγχρονη λιτότητα πρέπει να διακηρυχθή, αντίθετα, μέσα σε συνθήκες, όπου η «απληστία» ή «ακολασία» ευνοείται, με την ευρύτατη έννοια της καταναλωτικής μανίας, όχι μόνο με τον αφθονώτατο και προσιτό σε όλους πλούτο τών αγαθών, αλλά έχοντας καταστή, ως «επίμονη» και «παμφάγος»  κατανάλωση ενός κοινωνικού προϊόντος που παράγεται γι’ αυτόν (ακριβώς) τον σκοπό, μια ευθέως αναγκαία και «αντάξια» σύμπραξη στην πορεία τής σύγχρονης βιομηχανικής κοινωνίας, που παρέχει ταυτόχρονα το απαραίτητο ως προς αυτό εισόδημα στα μέλη της!   (( Σημ. τ. μετ.: Δεν αναφερόμαστε βέβαια εδώ στον «τρίτο» λεγόμενο «κόσμο», αν και ως νοοτροπία επικράτησε όπου ήταν δυνατόν… Στο μεταξύ άλλαξαν ωστόσο ραγδαία τα πράγματα, αυτή η «ισορροπία» ανετράπη, και ο «πρώτος» και «δεύτερος» κόσμος μετατρέπονται ταχύτατα και με βία σ’ έναν παγκόσμιο «τρίτο», με την ανθρωπότητα να βαδίζη σ’ ένα απόλυτο σχεδόν «κενό»…   )).  Είναι όλα προσαρμοσμένα  σ’ αυτόν τον «αέναο κύκλο» παραγωγής και κατανάλωσης, ενώ παροτρυνόμαστε, «κεντριζόμαστε» και δελεαζόμαστε ακατάπαυστα ο καθένας από τη διαφήμιση στο να καταναλώνουμε. Η «απληστία» (αλλιώς: «φαγοπότι») ως κοινωνικο-οικονομική αρετή, και μάλιστα καθήκον, είναι πραγματικά κάτι το εντελώς καινούργιο στην ιστορία τού δυτικού κόσμου. Απέναντι σ’ αυτούς τούς εξαναγκασμούς και τα «θέλγητρα», και σ’ αυτό το «κλίμα» μιας γενικής «επιείκιας», που μπορεί μάλιστα να «πραγματοποιείται» υλικά, καλείται να «ανυψωθή»  τώρα μια νεώτερη φωνή και κλήση για λιτότητα, μιαν ανανεωμένη λιτότητα. Της οποίας το νόημα δεν είναι, όπως είδαμε, η επιστροφή σ’ ένα παλιό ιδανικό, αλλά η δημιουργία ενός καινούργιου, το οποίο μοιάζει στο παλιό φαινομενικά. Τί προοπτικές έχει άραγες να κυριαρχήση αυτή η «κλήση», πριν μας εξαναγκάση σε κάτι πολύ χειρότερο η επερχόμενη «πάνω απ’ τα κεφάλια μας» φειδωλότητα ; 
     Υπάρχει ο δρόμος τής εκούσιας συγκατάθεσης και ο δρόμος τού νόμιμου εξαναγκασμού. Ο πρώτος, που είναι κατά πολύ προτιμητέος, χωρίς να μπορή όμως να υπολογίζη πια στη δύναμη της θρησκείας, είναι (τότε μόνο) βατός, όταν η ετοιμότητα παραίτησης, την οποία επιθυμούμε, προάγεται με την εθιμική δύναμη σε κοινωνικό κανόνα, στον οποίον μπορεί να στηριχθή εξ ολοκλήρου, ακόμα και χωρίς να εξετάζη το νόημά του, αλλά και από συνήθεια, καθένας που θα ντρεπόταν μπροστά στους ομοίους του, αν τον παραβίαζε ακραία. Συναντάμε άρα πάλι εδώ το έθιμο, και τον πιο ισχυρό του προμαχώνα, τη ντροπή – γιατί ο σύγχρονος καταναλωτικός ίλιγγος φέρει πράγματι κάτι το αναιδές μαζί του. Παραδέχομαι ασφαλώς, ότι δεν αισιοδοξώ ως προς μια τέτοια εθιμική αναμόρφωση, που μετατρέπει, «από τα κάτω» κατά κάποιον τρόπο, μιαν αξιοσέβαστη λιτότητα σε μιαν «ακουσίως» αποτελεσματική κοινωνική αξία, πριν να είναι πολύ αργά γι’ αυτό και να μην απομένη παρά η «αναξιοπρεπής» διέξοδος του πτωχευμένου ασώτου. O άλλος δρόμος για να αποτρέψουμε κάτι τέτοιο, θα ήταν ο έγκαιρος, «εκ των άνω» εκβιασμός για λιτότητα, μέσα απ’ τον νόμο και τις κυρώσεις του. Δεν έχει όμως ούτε κι αυτός στο δημοκρατικό εκλογικό σύστημα καλή προοπτική, ένα σύστημα που κυριαρχείται εντελώς από τα παρόντα συμφέροντα και καταστάσεις και παρακινείται δύσκολα να «προφητεύση» , εφ’ όσον δεν υπάρχει εδώ (και τώρα) κάποια (σημαντική) έλλειψη. Θα έπρεπε άρα η αναγκαία νομοθεσία να επιτευχθή «αυθεντικά» («εξ αυθεντίας»), ως μέρος μιας μεταβεβλημένης πολιτικής τάξης, κάτι για το οποίο θα  «θρηνούσαμε» ωστόσο, στο όνομα της ελευθερίας. Η οποία δεν συγκατατίθεται ούτως ή άλλως, όταν ο καθορισμός και η επιτήρηση της ιδιωτικής συμπεριφοράς περιέρχεται στον δημόσιο έλεγχο · κι ας μη σκεφτόμαστε καλύτερα τον χαφιεδισμό και την καταδοτικότητα, το καθεστώς εύνοιας και καταστρατήγησης, τη «διάθεση» για μαύρη αγορά κ.τ.λ., που τόσο εύκολα συνοδεύουν μια τέτοια κατάσταση. Γι’ αυτήν τη «δυσχέρεια» της ελευθερίας στον αυριανό κόσμο, και για το ότι καθίσταται  στην πραγματικότητα – όπως πάντοτε εξάλλου, αλλά ιδιαιτέρως αύριο – μόνον τότε δυνατή, όταν μπορή να εμπιστευθή στον εθιμικό έλεγχο τον αυτοπεριορισμό της, θα έχουμε κάτι ακόμα να πούμε στο τέλος τού βιβλίου.
     Μπορούμε όμως να προσθέσουμε κάτι για το θέμα τής «μετριοπάθειας», της «ολιγάρκειας» και της «λιτότητας», την οποία κατανοήσαμε μέχρι τώρα ως «μετριοπάθεια» στην κατανάλωση, και μπορέσαμε έτσι να τη συνδέσουμε με την εντελώς παραδοσιακή, προ-νεωτερική αρετή τής «εγκράτειας». Εισερχόμαστε ωστόσο σ’ ένα εντελώς καινούργιο πεδίο, αν μεταβούμε απ’ τη χαλιναγώγηση της απληστίας για απόλαυση στη χαλιναγώγηση του «δύνασθαι» και του «εκτελείν», στην τιθάσευση της ορμής για «διεκπεραίωση». Ποιος θα είχε συστήσει ως γενικό συμφέρον ποτέ τη «μετριοπάθεια» στην επιδίωξη του ανθρώπου για ύψιστες, ανθρώπινες «πραγματοποιήσεις»;   Ήταν αρετή το να κάνης αυτό που μπορείς, το να ξεπερνάς το καλό με το καλύτερο, να πολλαπλασιάζης κάθε δυνατότητα, να διεκπεραιώνης όλο περισσότερα και μεγαλύτερα πράγματα.   (( Σημ. τ. μετ.: Στις μέρες μας, κάτι τέτοιο επιδιώκει το λεγόμενο «επιτελικό κράτος», αυτονομώντας στην ουσία κάθε «τεχνική» επιτυχία, και χάνοντας την επαφή με το πραγματικό, ανθρώπινο και συνανθρώπινο περιβάλλον, απαραίτητο για μια «φυσική» ανθρώπινη ζωή, που να μπορή δηλ. να βρίσκη το «κατά φύσιν» τής Δημιουργίας… )) . Πρέπει όμως, και μας επιτρέπεται, να προχωρήσουμε παντού στο μέλλον σε περαιτέρω  ύψιστες αποδόσεις;  Σε μιαν ύψιστη π.χ. απόδοση στην επιμήκυνση της ζωής; στη γενετική μεταλλαγή; στην ψυχολογική καθοδήγηση της συμπεριφοράς; στη βιομηχανική και αγροτική παραγωγή; στην εκμετάλλευση των θησαυρών τού εδάφους μας; στην αύξηση κάθε, γενικώς, τεχνικής ικανότητας; Μπορούμε να εκφράσουμε, χωρίς να υπεισέλθουμε σε λεπτομέρειες, τη γενική εκτίμηση, ότι η «επιφύλαξη» μπορεί να αποτελέση πολλαχώς εδώ μιαν «εντολή», κι ότι δεν παραμένει ούτε η ίδια η αύξηση της αποδοτικής ικανότητας μια γενικώς αναμφισβήτητη αξία, αποσιωπώντας (προς το παρόν) την έκταση της χρησιμότητάς της. Το ότι η χαλιναγώγηση της χρήσης έχει ως συνέπεια τη χαλιναγώγηση της παραγωγής, που προσαρμόζεται βέβαια στη ζήτηση, είναι κάτι το αυτονόητο. Το ερώτημα και η εκτίμησή μας ξεπερνούν ωστόσο τέτοια πασιφανή πράγματα. Το να θέτουμε όρια και το να ξεύρουμε να αναστέλλουμε ακόμα κι αυτό, για το οποίο εύλογα υπερηφανευόμαστε πιο πολύ απ’ όλα, μπορεί να είναι μια εντελώς καινούργια αξία στον αυριανό κόσμο. Πρέπει ίσως να προχωρήσουμε απ’ το να τηρούμε το μέτρο στη χρήση τής δύναμης, που ήταν πάντοτε λυσιτελές και σκόπιμο, στο να το τηρούμε στην απόκτησή της! Γιατί φτάνουμε πάντοτε σε σημεία, όπου η κατοχή δύναμης δεν είναι παρά ο ακαταμάχητος πειρασμός να τη χρησιμοποιήσουμε, ακόμα κι όταν η χρήση της μπορεί να είναι (και το γνωρίζουμε)  επικίνδυνη, καταστροφική, με εντελώς ανυπολόγιστες τις συνέπειες. Γι’ αυτό θα ήταν καλύτερα, να μην κατέχουμε καν κατ’ αρχήν μια τέτοια δύναμη.  (( Σημ. τ. μετ.: Μπορούμε να θυμηθούμε εδώ δυό παραδείγματα από το παρελθόν· τον μεγάλο εφευρέτη τής αρχαιότητας Αρχιμήδη, που έδωσε εντολή στους μαθητές του να καταστρέψουν μετά τον θάνατό του τα περισσότερα από τα εφευρετικά του σχέδια, ώστε να μην πέσουν στα χέρια κάποιου τυράννου· και το περίφημο «υγρό πυρ» του βυζαντινού, λεγόμενου, πολεμικού ναυτικού, που η σύστασή του μένει άγνωστη μέχρι και τις μέρες μας… ))   Να μπορούμε να πούμε, πως ναι, έχουμε τη δυνατότητα να «προχωρήσουμε» εδώ παραπέρα, και να κατορθώσουμε ακόμα μεγαλύτερα «πράγματα», παραιτούμαστε όμως απ’ αυτό, προτιμώντας να αποκτήσουμε έτσι μιαν αρετή κρίσεως στο κριτικό, και τυχερό παιχνίδι τού μέλλοντος. Μια τέτοια παραίτηση είναι ασφαλώς οδυνηρή για το δημιουργικό πνεύμα, που δεν παρηγορείται ολότελα μ’ αυτόν τον έπαινο της αρετής. Ενώ το παρηγορή περισσότερο η σκέψη, ότι τις πληγές, που προκαλεί η τεχνική, μπορεί να τις θεραπεύση μόνο μια περαιτέρω, ακόμα καλύτερη τεχνική, κι ότι δεν επιτρέπεται άρα να σταματήση ποτέ, εξαιτίας τών διπλών ακριβώς επιδράσεων της τεχνικής, η προσπάθεια για περαιτέρω υπέρβαση, και για συνεχώς ανανεούμενη ύψιστη απόδοση των «δυνατοτήτων» .   (( Σημ. τ. μετ.: Εδώ έχουμε την πρωτοφανή και τόσο εμφανή, υπό φυσιολογικές συνθήκες, αντίφαση, ότι αυτό που ανοίγει τις πληγές, θα τις διορθώση βελτιούμενο στην ίδια πάντοτε κατεύθυνση! Ενώ «βελτιούμενο» δεν μπορεί παρά να ανοίγη ακόμα «καλύτερα», δηλ. ολοένα πιο βαθειά, τις πληγές! Ο φαύλος κύκλος στον οποίον έχει περιπέσει η σύγχρονη τεχνολογία και επιστήμη, που δεν αναφέρεται και δεν υπολογίζει ποτέ αυτό που την ξεπερνά, και θα ξεπερνά πάντοτε τα αποκλειστικώς «ανθρώπινα» έργα…  Όσον αφορά στις «διπλές επιδράσεις» τής σύγχρονης τεχνικής, θετικές δηλ. και αρνητικές ταυτόχρονα, αυτό μάς φανερώνει ότι και το «κακό» έχει βρη τη θέση του στον σύγχρονο κόσμο, αναγνωρίζεται όπως και το καλό, και συνυπάρχουν στον παντελώς υποκειμενικό σύγχρονο άνθρωπο, που πιστεύει πως έτσι μπορεί να ξεπεράση τον βαθύ του διχασμό  -  «Άλλα θέλω, κι άλλα κάνω…» - , με την ένωση των αντιθέτων… Βλ. πολλά σχετικά κείμενα και σχόλια στον «Αμέθυστο»… ))   Η πρόοδος στην τεχνική είναι, με δυό λόγια, αναγκαία, ακόμα και για τη διόρθωση των ίδιων των επιδράσεών της! Κάτι που είναι (εν μέρει) σωστό, χωρίς να αναιρή ωστόσο τη συμβουλή για μετριοφροσύνη, την οποία μόνο διαφοροποιεί. Γιατί δεν είναι θεραπεύσιμες όλες οι πληγές, κάποιες  είναι μάλιστα ριζικά αθεράπευτες, ενώ υπάρχουν, πέρα κι απ’ αυτές, άλλες «πληγές» ανάμεσα στις απειλητικές, καταστροφικές ενέργειες της «υψηλής» τεχνικής, που εξακολουθούν να αυξάνονται αφ’ εαυτές, χωρίς να μπορή να τις αναστείλη, πόσο μάλλον να τις θεραπεύση, η οποιαδήποτε τεχνική. Είναι ανεπίτρεπτο το να υπολογίζουμε σε μελλοντικά θαύματα της τεχνικής, για να επιτρέψουμε στους εαυτούς μας τα όσα κατ’ αρχήν αποτολμούμε· και δεν μπορούμε και δεν μας επιτρέπεται να βασιζόμαστε επίσης υπερβολικά στην (αμφίβολη) ανθρώπινη ικανότητα, πως θα «φρενάρουμε» εγκαίρως την εξάσκηση μιας δύναμης που αποκτήσαμε κάποια φορά. Είναι  αυτονόητο βέβαια, ότι η ενδεχόμενη «πολιτική τής παραίτησης» για την οποία ενδιαφερόμαστε εδώ, εννοείται ήδη κατά την επινόησή της επιλεκτικά. Το καλύτερο απ’ όλα είναι να ξεκινά, όταν θέτουμε όχι εντελώς απαραίτητους σκοπούς. Οι σκοποί απ’ τους οποίους δεν παραιτούμαστε εξαρκούν άλλωστε, ώστε να μη σταματήση η τεχνική επινοητικότητα να απασχολείται δημιουργικά, τόσο για την τελειοποίησή τους όσο και για την (ενδεχόμενη) διευθέτηση και αποτροπή τους.
      ( συνεχίζεται )

Δεν υπάρχουν σχόλια: