Τρίτη 24 Μαΐου 2022

Ο ΜΗΔΕΝΙΣΜΟΣ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΝΙΤΣΕ - Michael Gillespie (4)

 Συνέχεια από: Δευτέρα 23 Μαΐου 2022

                                  Nihilism Before Nietzsche

                                    Michael Allen Gillespie

Μετάφραση: Γιώργος Ν. Μερτίκας

ΕΙΣΑΓΩΓΗ (συνέχεια)

Το τέταρτο κεφάλαιο εξετάζει την ανάπτυξη αυτής της θεώρησης για την ανθρώπινη βούληση και τη συνακόλουθη έννοια του μηδενισμού στον γερμανικό ρομαντισμό και ιδεαλισμό. Η πνευματική οφειλή των πρώτων Γερμανών ρομαντικών στον Fichte (Φίχτε) αναγνωρίστηκε ευρέως και οδήγησε τον Jean Paul, θαυμαστή του Jacobi, να τους χαρακτηρίσει «ποιητικούς μηδενιστές». Αυτοί οι ποιητικοί μηδενιστές ανακάλυψαν ότι πίσω από τα φαινόμενα δεν υπάρχει Θεός ή φύση, αλλά μόνο μια σκοτεινή δαιμονιακή δύναμη, μια δύναμη που δεν μπορεί να κατανοήσει ο Λόγος και την οποία ο άνθρωπος συλλαμβάνει μονάχα διαμέσου των αισθημάτων του. Όπως και στον Fichte, τα αισθήματα είναι απλώς η έκφραση αυτής της απόλυτης δύναμης ή βούλησης στο άτομο. Η πρόσβαση σε αυτή τη δαιμονιακή βούληση, όμως, επιτυγχάνεται μόνο με τη διάρρηξη των περιορισμών που μας επιβάλλουν οι συνήθειες. Τέτοιου είδους γνώση απορρέει μόνο από την ανηθικότητα και το έγκλημα. 

Ο Ουίλλιαμ Λόβελ του Ludwig Tieck (Λούντβιχ Τηκ) είναι η αρχετυπική εικόνα, και το εξερευνητικό ταξίδι του Λόβελ τον οδηγεί στην καρδιά αυτού του δαιμονιακού σκότους. Είναι ένα ταξίδι στην αισθησιακότητα και στο έγκλημα, και θεωρείται αναγκαίο για να αποκτήσουμε αυτογνωσία και γνώση της δαιμονιακής δύναμης που άρχει στον κόσμο. Ο Λόβελ δεν είναι κάποιος αχρείος, μα ένας θαρραλέος και τραγικός ήρωας. Συνεπώς ο Tieck δικαιολογεί το κτηνώδες εν είδει διαδρομής προς το θεϊκό.

Ακόμη και οι μεγαλύτεροι αντίπαλοι αυτού του ρομαντικού μηδενισμού, ο Goethe (Γκαίτε) και ο Hegel (Χέγκελ), δεν κατόρθωσαν τελικά να απαλλαγούν από τη γοητεία του. Ο Φάουστ του Goethe σχεδιάστηκε σαν κριτική αυτών των δαιμονιακών ηρώων, αλλά καταλήγει σχεδόν να τους επιβεβαιώνει. 

Ο ίδιος ο Φάουστ είναι ένας δαιμονιακός διαφθορέας και δολοφόνος. Ο Goethe, ωστόσο, δεν εννοεί να τον καταδικάσει, επειδή πιστεύει ότι το δαιμονιακό είναι απλώς μια στιγμή του θείου. Η κακία του τελικά δικαιολογείται ως μέσο για ανώτερη καλοσύνη. Το εγχείρημα του Hegel να περιορίσει τον φιλοσοφικό μηδενισμό ακολουθεί παρόμοια διαδρομή και καταλήγει σε παρόμοιο συμπέρασμα. Επιχειρεί να δώσει μια απάντηση στον χαρακτηριστικό μηδενισμό της σκέψης του Fichte στρέφοντας την άρνηση ενάντια στην άρνηση. Αφετηρία του είναι και πάλι η καντιανή αντινομία, όμως δεν την επιλύει καθολικεύοντας τον πρακτικό Λόγο ή τη βούληση, αλλά τονίζοντας την αναγκαιότητα που είναι παρούσα στην ίδια την αντίφαση. Η δαιμονιακή βούληση του ρομαντισμού γίνεται για τον Hegel η πανουργία του Λόγου. Όπως ο Goethe, θέτει το δαιμονιακό στην υπηρεσία του θεϊκού. Οι ενέργειες των δαιμονιακών, κοσμοϊστορικών ατόμων δικαιολογούνται και εξαίρονται ως το μέσο για τη δημιουργία του ορθολογικού κράτους το οποίο υπηρετεί ο δημόσιος υπάλληλος ως ο φορέας του Λόγου και η καθοδηγητική δύναμη της ανθρώπινης ζωής.

Ωστόσο, ακόμη και τα χαλαρά δεσμά με τα οποία ο Goethe και ο Hegel προσπάθησαν να περιορίσουν το δαιμονιακό ήσαν ανυπόφορα για τους διαδόχους τους. Οι ρομαντικοί στράφηκαν από τον Φάουστ σε βυρωνικούς ήρωες, όπως ο Μάνφρεντ, ο οποίος, κατά παρόμοιο τρόπο με τον Φάουστ και τον Λόβελ, αναζητά την απαγορευμένη γνώση και με την έρευνά του παραβιάζει τους ιερότερους νόμους. Σε αντιδιαστολή με τους πρώτους ρομαντικούς, όμως, αυτοί οι ήρωες δεν μετανοούν αλλά εκθειάζουν τα εγκλήματά τους. Και οι αριστεροί εγελιανοί αδιαφόρησαν για τη θεωρησιακή σύνθεση του ορθολογικού και του πραγματικού από τον Hegel, αλλά διατήρησαν τη φιχτιανή αρχή της διαλεκτικής ανάπτυξης που ο Hegel ήθελε να υπερβεί. Δεν έβλεπαν, ωστόσο, αυτή τη διαλεκτική ανάπτυξη σε μεμονωμένα άτομα αλλά σε πραγματικές κοινωνίες. Με αυτό τον τρόπο το ουσιώδες στοιχείο της άπειρης και άτεγκτης αυτοεπιβεβαίωσης και άρνησης που χαρακτήριζε το φιχτιανό εγώ γίνεται η συγκεκριμένη ιστορική βούληση τάξεων και κομμάτων που αποβλέπουν στην επανάσταση.

Τούτοι οι επαναστάτες έγιναν γνωστοί στη Γερμανία ως μηδενιστές. Εν μέρει αυτό ήταν το αποτέλεσμα της σύμπραξης αριστερού εγελιανισμού και ρομαντισμού, το αποκαλούμενο Κίνημα της Νεαρής Γερμανίας. Ο Karl Gutzkow, για παράδειγμα, διακρίνει δύο είδη επαναστατών στο μυθιστόρημά του Οι Μηδενιστές: όσους είναι κατ’ ουσίαν εγωιστές και όσους υπηρετούν το μεγαλύτερο αγαθό της ανθρωπότητας. Απορρίπτει τους πρώτους ως ρομαντικούς και αντιδραστικούς, αλλά εξυμνεί τους δεύτερους ως αποτελεσματικούς μεταρρυθμιστές. Ακόμη και οι καλοί μηδενιστές του Gutzkow, όμως, παραμένουν μέσα στον ευρύτερο ορίζοντα του ρομαντισμού, διότι δεν έχουν για κίνητρο κάποια ηθική αρχή αλλά τα αισθήματά τους. Όταν, ωστόσο, κυριαρχούν τα αισθήματα, δεν είναι δυνατόν να αποκλειστεί η πιθανότητα να επικρατήσουν βίαια ή διεστραμμένα πάθη.

Συνεχίζεται.

ΑΓΙΟΣ ΜΑΞΙΜΟΣ, ΠΡΟΣ ΜΑΡΙΝΟΝ ΕΠΙΣΤΟΛΗ

Τήν βουλή τήν λένε όρεξη ζητητική η οποία ζητεί νά κρίνη περί ενός πράγματος πού είναι στή δυνατότητά μας νά πράξουμε ή όχι. Αυτό πού προέκυψε από τήν βουλή είναι τό προαιρετόν [Η ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΛΟΓΙΑ ΤΟ ΚΑΤΕΣΤΗΣΕ ΤΗΝ ΟΥΣΙΑ ΤΗΣ ΠΡΑΞΕΩΣ ΟΝΟΜΑΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΠΡΟΘΕΣΗ. ΤΟ ΝΕΟ ΟΝΟΜΑ ΤΗΣ ΚΑΝΤΙΑΝΗΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ, Η ΟΠΟΙΑ ΟΡΙΖΕΙ ΟΤΙ Ο ΣΚΟΠΟΣ ΑΓΙΑΖΕΙ ΤΑ ΜΕΣΑ, ΣΕ ΠΛΗΡΗ ΑΝΤΙΘΕΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ Ο ΟΠΟΙΟΣ ΔΙΔΑΣΚΕΙ ΟΤΙ ΕΑΝ ΤΑ ΜΕΣΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΤΕΥΞΗ ΕΝΟΣ ΣΚΟΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΠΑΡΑ ΦΥΣΙΝ, ΒΑΡΒΑΡΑ, ΤΟΤΕ Ο ΣΚΟΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΠΕΤΑΙ]. Η βούλευσις αφορά αυτά πού είναι ακόμη αντικείμενα ζητήσεως ενώ η προαίρεσις αυτά πού έχουν περάσει ήδη από μιά διαδικασία κρίσεως κάτω από τό πνεύμα τής σωφροσύνης, τής φρονήσεως.. Ετσι κανείς δέν προκρίνει κάτι άν προηγουμένως δέν σκεφθή ούτε αποφασίζει ποιό είναι αιρετό άν δέν κρίνη. Ετσι η προαίρεση αποτελείται από όρεξη καί βουλή καί κρίση.[ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΕΚΜΗΔΕΝΙΖΕΙ Η ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑ, Η ΕΛΑΧΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ]

Δεν υπάρχουν σχόλια: