Frank Schirrmacher: Δεν μπορεί ο καθένας να αντικατασταθεί
Frank Schirrmacher: Nicht jeder ist ersetzbar - WELT
Του Don Alphonso, Welt, 12.6.2024
Στις 12 Ιουνίου του 2014 έφυγε ο Frank Schirrmacher
Η άγρια, άγρια επιφυλλίδα: Με πάθος και εμμονή, ο Frank Schirrmacher δημιούργησε το δικό του πολυεπίπεδο, αμφιλεγόμενο σαλόνι συζητήσεων. Με αυτόν ήταν η φωτιά τού πάθους. Χωρίς αυτόν έγιναν όλα σκόνη. Πριν δέκα χρόνια πέθανε.
Κάποιος πρέπει να κάνει κάτι, βγήκε από το ακουστικό στις τρεις το πρωί, και με τον τρόπο αυτό είχε τελειώσει η νύχτα στο μαγαζί αυτό. Γιατί η επιφυλλίδα και η FAZ είχαν τους δικούς τους κανόνες… «Αυτό το μαγαζί εδώ» καλύτερα να μην το έλεγε κανείς μπρος στους εκδότες, και αν το έλεγε, τότε γνώριζε ένα εκδότη τόσο καλά, που και ο ίδιος στηλίτευε συχνά τα εσωτερικά του μαγαζιού. Κατά προτίμηση στις τρεις το πρωί, όταν τηλεφωνούσε, γιατί είχε δει στο ίντερνετ δηλώσεις, και ρωτούσε, αν κάποιος ήταν ξύπνιος.
Μετά ήθελε να ξέρει αν κάποιος είχε διαβάσει το ένα και το άλλο, και τι είχε να πει γι’ αυτό. Αν η σκέψη του άρεσε (σκοπός του ήταν να μεταφέρει στον άλλο καλά εκφρασμένα επιχειρήματα, με τρόπο που ο άλλος να το καταλάβει περισσότερο απ’ όσο θα του άρεσε), ερχόταν αυτή η πρόταση. Αυτό σήμαινε: Κάτι τον θύμωσε, και στις 7 το πρωί έπρεπε να είναι εκεί η απάντηση. Ήξερε με ποιον μιλούσε στο τηλέφωνο, και ότι ο άλλος θα περνούσε και μέσα από την κόλαση για χάρη του. Το να είσαι κάποιος, που κάποια φορά έπρεπε να κάνει κάτι, ήταν μια διάκριση. Όταν όμως άκουγε πως είναι «επιθυμία του εκδότη», ήταν καθαρή διαταγή και τέλος μιας εσωτερικής (του μαγαζιού) συζήτησης-διαμάχης, και υπήρχαν πολλές τέτοιες.…
Κάποιος λάμβανε ένα τηλεφώνημα. Ο εκδότης ήξερε ποιον και τι ήθελε, και είχε τους ανθρώπους του. Η δημοκρατία είναι ένα καλό πράγμα, αλλά δεν πήγαινε κανείς γι’ αυτό στον τέταρτο όροφο (το τμήμα για την επιφυλλίδα). Έμπαινε κανείς στο ασσανσέρ γιατί εκτιμούσε τις ανέσεις των προ-μοντέρνων δομών εξουσίας. Αν έβλεπε κανείς το μαγαζί το αυτό όχι ως εφημερίδα, αλλά ως ένα είδος φεουδαρχίας του λόγου, με τμηματικά βασίλεια για τον κάθε εκδότη…πλησιάζει κανείς πολύ τις πραγματικές συνθήκες του στο μεταξύ εξαφανισμένου παρελθόντος.
Εξαφανίστηκαν όλα, γιατί το κτίριο με το γκαράζ του και τον κήπο επάνω πωλήθηκε και γκρεμίστηκε. Δεν υπάρχει πια ούτε το γραφείο του Schirrmacher με τα βιβλία και τις πολυθρόνες για ιδιαίτερους επισκέπτες…Όλα αυτά τσακίστηκαν και πετάχτηκαν στα κοντεϊνερ. Έτσι όπως κάτω από την νέα διεύθυνση δεν υπάρχει η συναρπαστική επιφυλλίδα του Schirrmacher.
Αυτό που έμεινε, είναι η μνήμη για τις καλές μέρες στο γραφείο του, όταν ο Schirrmacher ρωτούσε, αν ενοχλούνταν κάποιος εάν κάπνιζε. Όλοι ήξεραν ότι ο αυτός ο τρόπος ζωής δεν ήταν υγιεινός. Με πολλή δουλειά, θυμό για τις δομές, που επιβάλλονταν στους εκδότες, με επίσημα ραντεβού, για τα οποία κρεμόταν πάντα στον προθάλαμο μια γραβάτα ανάγκης και ένα κοστούμι ανάγκης. Τις παρακλήσεις να βάλει φρένο, χάριν της κάθε τόσο επιβαρυμένης υγείας, θα τις άκουσε συχνά και από πολλούς. Αλλά ήθελε να καπνίσει, αυτό ανήκε σε αυτόν, όπως τα τηλεφωνήματα τη νύχτα και η διαρκής παροχή καφεΐνης. Όταν λοιπόν έκαιγε το τσιγάρο, και η γραμματέας έφερνε τον καφέ, ριχνόταν στην πολυθρόνα του, και έβαζε τα πλατιά, με καρφιά παπούτσια στο τραπέζι: Όταν έβλεπε κανείς τις σόλες, ήξερε πως ήταν η κατάλληλη στιγμή, να μιλήσει για το μαγαζί, χωρίς ψεύτικη ντροπή.…
Ο Schirrmacher μου έδωσε από την αρχή πολλές δυνατότητες, αλλά εγώ του πρότεινα: θα δοκιμάσουμε ένα χρόνο το Blog (που είχε τότε ο Don Alphonso). Μετά από ένα χρόνο θα του προτείνω να με απολύσει, αν δεν του αρέσει πια. Αυτό μου φαινόταν ως πιο σίγουρος δρόμος να μην δεθώ πάρα πολύ με αυτόν τον γνωστό ως επικίνδυνο άνδρα. Η αλήθεια είναι, ότι μετά από λίγους μήνες είχα κυριευθεί εντελώς από την γοητεία αυτού του κοντού, στρογγυλού άνδρα, που γλιστρούσε μέσα από τις αίθουσες του τέταρτου ορόφου, που σε άλλες εποχές θα κατακτούσε βασίλεια, θα λήστευε πλοία, θα έκαιγε πόλεις και θα έστηνε αυτοκρατορίες.…
Πάνω του κολλούσε κάτι ζωώδες, ή αν θέλουμε να το πούμε αρνητικά, κάτι σαν μια κατάληψη-ίσως κάποιοι που δεν τον εκτιμούν, να το χαρακτηρίσουν δεσποτικό. Μπορούσε φυσικά να θυμώσει και να πιέσει κάποιον. Μέ την ανυπομονησία και την διαρκή δραστηριότητα του, έπρεπε να αρέσει σε κάποιον. Αλλά δεν έπιανε κανείς δουλειά σε μια άψυχη γαλέρα μιας τεράστιας εταιρείας, αλλά σε ένα ανεξάρτητο ληστή, που έδινε στους άλλους να καταλάβουν, πως στο μαγαζί εκείνο ισχύουν εντελώς άλλοι νόμοι…
Και όταν κάποιος το δεχόταν-παρακαλώ, θα υπέγραφα το συμβόλαιο και με το αίμα μου-μπορούσε να μάθει κανείς πάρα πολλά από αυτόν. Πως αναγνωρίζεις ένα θέμα, πριν το κάνουν οι άλλοι. Πως δρας πέραν των ορίων της επιφυλλίδας. Πως κουλτουριάρικα ανέκδοτα δημιουργείς κοινωνικές συζητήσεις και από στεγνά θέματα φτιάχνεις αισθητικά κείμενα. Πως, εάν το προσφέρει η περίσταση, αλλάζεις 180 μοίρες τη γνώμη σου μέσα σε ένα δευτερόλεπτο. Πως προσλαμβάνεις ανάλαφρα και κομψά όλες τις ιδέες και επιδράσεις, που μπορείς να πάρεις, από τις οικογενειακές δομές στο DNA μέχρι τις μηχανές αναζήτησης. Αυτό που ήταν για τον Don Giovanni οι γυναίκες, ήταν οι συζητήσεις για τον Schirrmacher.
Και πιστεύω, πως οι περισσότεροι, που το έζησαν άμεσα, ή καλύτερα, που είχαν την τιμή να το ζήσουν, κάθονται σήμερα μπροστά από μια άσπρη κόλλα χαρτί και σκέφτονται-πως θα το έπιανε το θέμα ο Schirrmacher; Φυσικά, δεν μπορεί να το κάνει κανείς όπως αυτός, ίσως να λείπει κάποια ασυγκρατησία. Αλλά φαντάζομαι, πως τα με καρφιά παπούτσια του βρίσκονται απέναντι μου, και πρέπει να του φέρω το θέμα, πως έρχεται γρήγορα και λέει: κάντε το! Τότε πετυχαίνει συνήθως. Δίπλα στο εμμονικό είναι το καλό πνεύμα αυτού του άνδρα, γύρω από το οποίο ήταν πάντα φωτιά. Πόσο προσάναμμα και νιτρογλυκερίνη θα έχυνε στα μολυβδένια χρόνια της διακυβέρνησης Μέρκελ, και θα παρακινούσε τους άλλους να μην έχουν ψεύτικη ευγένεια (διάκριση).
Ούτε και για τον ίδιο. Όταν ξεκίνησα στην FAZ …συμφωνήσαμε πολύ γρήγορα. Στο τέλος μου είπε: Μπορείτε να γράφετε ότι θέλετε, αλλά σας παρακαλώ-μην γράψετε κάτι, επειδή πιστεύετε ότι μπορεί να μου αρέσει. Αυτή ίσως ήταν η εσωτερική ουσία της επιφυλλίδας του Schirrmacher: Δηλαδή, δεν ήταν ο Schirrmacher με τις προσδοκίες και επιθυμίες του, αλλά ο τεράστιος ελεύθερος χώρος, τον οποίο άφηνε ως προς το περιεχόμενο, όταν ωθούσε τους ανθρώπους του να γράψουν. Του άρεσε να εκπλήσσεται, και αν ήταν υπερβολική η έκπληξη, το έλεγε. Μπορούσε να είναι σκληρός με κάποιον, χωρίς να ενδιαφέρεται για την ώρα και άλλες υποχρεώσεις. Ο Schirrmacher ήταν τέρμα τα γκάζια, και γι’ αυτόν έγραφες μέχρι την επόμενη στροφή. Κανένας δεν σκέφτηκε ότι μπορούσε να τελειώσει. Μαζί του δεν υπήρχε χρόνος γι’ αυτό.
…Δεν μπορεί κανείς να φανταστεί τον τέταρτο όροφο χωρίς τον Schirrmacher, και όμως είχε φύγει. Ο επίτιτλος με τα ονόματα των εκδοτών άλλαξε. Και πολλά, πάρα πολλά άλλα. Η επιφυλλίδα έγινε πάλι κανονική. Δεν υπήρχαν πια τα τηλεφωνήματα στις τρεις την νύχτα. Με την φυγή κάποιων καλών συγγραφέων, σταμάτησε σιγά σιγά και το πρόγραμμα. Οι συζητήσεις δεν ήταν πια τόσο σημαντικές. Το πνεύμα «επειδή το γράφει η FAZ είναι σημαντικό» μετακόμισε πάλι στον τέταρτο όροφο. Κανένας εμμονικός. Κανένας κατακτητής. Κανένας που θέλει να δει τον κόσμο να καίγεται. Έτσι ήταν τότε.Τώρα είναι μια κανονική δουλειά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου