Πέμπτη 19 Μαρτίου 2020

ΧΑΝΣ ΓΙΩΝΑΣ - ΤΕΧΝΙΚΗ, ΙΑΤΡΙΚΗ ΚΑΙ ΗΘΙΚΗ - Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ (11)

Συνέχεια από Πέμπτη, 13 Φεβρουαρίου  2020

HANS JONAS  -  TECHNIK, MEDIZIN UND ETHIK  -  ZUR PRAXIS DES PRINZIPS VERANTWORTUNG

 IIΙ. ΣΤΟ ΚΑΤΩΦΛΙ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ: ΑΞΙΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΧΘΕΣ ΚΑΙ ΑΞΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΑΥΡΙΟ
       
Αναλαμβάνοντας την ευθύνη ενός έργου που μπορεί ακόμα να γίνη ως προς το ευρύτερο ερώτημα, για το πόσο ακόμα θα μπορούμε να ανταποκριθούμε αύριο στην ανεκτική κοινωνία του σήμερα, μεταβήκαμε από τα ήθη (mores) στην ηθικότητα (moralia) και τις υποχρεώσεις της, πλησιάζοντας έτσι ταυτόχρονα τις πιο συγκεκριμένες απαιτήσεις τού τεχνολογικού (μας) μέλλοντος. Πρέπει δε να διακρίνουμε κι εδώ την ιδιωτική απ’ τη δημόσια και την ατομική απ’ τη συλλογική ‘σφαίρα’.  Στο ατομικό επίπεδο, την άμεση επικοινωνία ανθρώπου προς άνθρωπο, ισχύουν φυσικά πάντοτε οι παλιές εντολές και αρετές. Δεν θα πάψουν ποτέ να υπάρχουν οι ευκαιρίες για δικαιοσύνη, αγαθότητα και εντιμότητα ανάμεσα στους ανθρώπους, ως μια σταθερή ανθρώπινη συμπεριφορά, αλλά και η κριτική άσκησή τους κατά περίσταση εκ μέρους μας, και τούτο θα αποτελή πάντοτε μιαν αξία, που δεν θέλει καμμιά ανθρώπινη κοινωνία να στερηθή, αντικαθιστώντας την με τον εξαναγκασμό και μόνον τού δικαιώματος. Όπως δεν θέλουμε να στερηθούμε και τη δυνατότητα να βλέπουμε αυτό το παράδειγμα στην ανθρώπινη εικόνα, παράδειγμα στο οποίο και με το οποίο μπορούμε να παρηγορηθούμε και να ανορθωθούμε σε σκοτεινούς καιρούς, όταν δοκιμάζεται σκληρά η πίστη μας στο ότι αξίζει να είμαστε άνθρωποι. Χρειαζόμαστε μάλιστα τότε κάτι περισσότερο απ’ τις ελάχιστες εκείνες αρετές, χωρίς τις οποίες δεν γίνεται να ζήσουμε ακόμα και σε φυσιολογικούς καιρούς και τις οποίες μπορούμε να περιμένουμε απ’ τον καθέναν μας. Οι σκοτεινότεροι καιροί είναι όμως εκείνοι, όπου ούτε αυτό δεν είναι πια δυνατόν, επειδή και η πιο απλή αξιοπρέπεια απαιτεί ήδη μιαν ασυνήθιστη έννοια θυσίας ή θάρρους και η επιβεβαίωσή της καθίσταται μια φωτεινή εξαίρεση στην πλημμυρίδα τής γενικής αθλιότητας. Είναι εντελώς τρομακτικό το να δύναται να είναι κανείς δίκαιος μόνον ως μάρτυρας.  Το ότι δεν λείπουν ολότελα τέτοιοι ‘μάρτυρες’, όπου ο ένας εξαγνίζει αμέτρητους , το έχουμε (όλοι αναμφίβολα) ζήσει, και σ’ αυτούς ακριβώς τούς ανθρώπους οφείλουμε το ότι δεν έχουμε σαστίσει ή παραλογισθή εντελώς με το ‘φαινόμενο’ άνθρωπος. Καθώς οφείλουμε όμως να εργαστούμε – και έτσι νοείται με τον καλύτερον τρόπο η «πρόοδος» - , ώστε να περιορίζονται όλο και περισσότερο οι σκοτεινοί καιροί και να μη φτάνουμε (αν είναι δυνατόν…) ποτέ στους τρομακτικούς, προκρίνουμε να μη συνυπολογίσουμε τις ηρωϊκές αρετές στις αξίες για τον αυριανό κόσμο.
      Βρισκόμαστε έτσι στην υπερ-προσωπική, δημόσια ‘σφαίρα’, όπου οι «καιροί», οι καλοί όπως και οι κακοί, παρασκευάζονται και όπου η «πρόοδος», που μόλις  αναφέραμε, «είναι σαν στο σπίτι της». Ως προς αυτήν την «πρόοδο» γνωρίζουμε ωστόσο, για πρώτη μάλιστα φορά τώρα, πως έχει το διπλό πρόσωπο του Ιανού, που κοιτάζει ταυτόχρονα και προς τις δυό, αντίθετες κατευθύνσεις. Τα ίδια τα μέσα, με τα οποία υπόσχεται να απαλείψη τη φτώχεια του ‘τρίτου κόσμου’,  πολλαπλασιάζοντας ταυτόχρονα την υλική ευημερία ολόκληρης της αναπτυσσόμενης, λόγω τής «προόδου», ανθρωπότητας – μέσα ‘επιθετικής’ τεχνικής και τεχνολογίας –, απειλούν να οδηγήσουν μακροπρόθεσμα, με τις ‘αδιάκοπες’ και ‘ταχείες’ επιτυχίες τους, σε μιαν αθεράπευτη ίσως περιβαλλοντική ερήμωση. Οφείλουμε να φοβόμαστε την πολύ μεγάλη μάλλον, παρά την περιορισμένη επίδραση των μέσων, τη δύναμή μας μάλλον παρά την αδυναμία μας. Η δε τρέχουσα, τοπική και χρονική κάθε φορά εκπλήρωση της υπόσχεσης για «πρόοδο» σε μιαν ακολουθία  «καλών καιρών», θα μπορούσε να καταστή ο μοιραίος δρόμος προς μιαν παγκόσμια και τελική έκβαση στους  τρομακτικώτερους απ’ όλους τούς καιρούς. Ας προστεθή δε εδώ, ότι είναι πιθανόν να έχουν ήδη εξαγοραστή με μιαν εσωτερικήν ερήμωση του ανθρώπου αυτοί οι εξωτερικά «καλοί καιροί», μιαν ερήμωση όχι λιγότερο, ίσως, ανεπανόρθωτη απ’ την ερήμωση του κόσμου που μας περιβάλλει, προϋποθέτοντας όμως, ασφαλώς, ένα πολύ ‘υψηλό’ τίμημα, όπως και η ερήμωση του περιβάλλοντος, για ό,τι «καλό» μπορεί να  προσκομίση , με «τα δικά της μέσα», η τεχνική πρόοδος. Πριν εξετάσουμε ωστόσο το πώς επηρεάζει, αποκαλυπτικά, αυτή η προοπτική τον προσδιορισμό τών αξιών για το Αύριο, αξιών που οφείλουν να ενεργοποιηθούν μάλιστα ενάντια στην προοπτική τής εσωτερικής και εξωτερικής ερήμωσης, σε σχέση προπάντων με τη συλλογική μας στάση, μπορούμε να ασχοληθούμε για λίγο με το πώς επιδρά ήδη τώρα η μεταβαλλόμενη κοινωνική συμπεριφορά στον ρόλο  κάποιων πατροπαράδοτων αξιών τής ατομικής ηθικής. 
     Ας πάρουμε δυό πολύ γνωστά παραδείγματα. Το πρώτο είναι η «αγαθοεργία», ο μετριασμός τής ξένης χρείας, που ίσχυε στον μεν ιουδαϊσμό ως εντολή (Mizwah) προς τον καθέναν, εντασσόταν δε στον χριστιανισμό, με το όνομα Caritas (αγάπη, στοργή), έμπρακτη αγάπη, στις πρωταρχικές αρετές, και μάλιστα στην κορυφή τους· θεωρείτο όμως παντού, ακόμα και χωρίς θρησκευτικό καθαγιασμό, ως χρέος τιμής τών ‘ευδαιμόνων’ απέναντι στους ‘δυστυχείς’, για τους οποίους το ενδιαφέρον οφειλόταν, με τη μορφή, τουλάχιστον, της ελεημοσύνης, στις προ-σύγχρονες κοινωνίες, αν όχι στη συνείδηση, στο «καλό πάντως όνομα» ενός ανθρώπου. Ακόμα και η  συμπόνοια στις δυσκολίες και τα βάσανα αποτελούσε κόσμημα ψυχής στην εικόνα ενός ανθρώπου, ενώ κανένας δεν παραδεχόταν ευχαρίστως ότι δεν τη διέθετε. Το να βοηθάς τούς «κοπιώντες και πεφορτισμένους», να τρέφης τούς πεινασμένους, να περιποιείσαι τούς κατάκοιτους και αδύναμους – (όλα) αυτά αποτελούσαν ανώτερες προσωπικές ταυτόχρονα, όπως και κοινωνικά καταξιωμένες αρετές, που δεν μπορούμε κατά κανέναν τρόπο να τις αφαιρέσουμε, ως πρότυπα συμπεριφοράς και ως «υποδείγματα ρόλων», από το σύστημα αξιών προηγουμένων κοινωνιών.  Γνωρίζουμε ωστόσο όλοι, ότι οι περισσότερες απ’ αυτές τις «αξίες» αφαιρέθηκαν στη σύγχρονη πολιτεία από το προσωπικό αίσθημα και την πράξη, για να ‘μεταφερθούν’ στη δημοσίως ευημερούσα ύπαρξη. Η εκούσια συμβολή αντικαταστάθηκε απ’ τη φορολογική υποχρέωση, η ιδιωτική πρωτοβουλία απ’ τα δημόσια ιδρύματα – κι ως προς του αποδέκτες της, την ελπίδα για την εκάστοτε αγαθοεργία αντικατέστησε το δικαίωμα για διαρκώς παρεχόμενες, δημόσια εγγυημένες υπηρεσίες.  Έχουμε ασφαλώς κάθε λόγο, να χαιρετίσουμε αυτήν την εξέλιξη, και μπορούμε να περιμένουμε πως θα αναπτυχθή περαιτέρω. Βλέπουμε λοιπόν εδώ μιαν περίσταση, όπου η δημόσια πρόοδος υπερβαίνει, κατά κάποιον τρόπο, με τις αντικειμενικές  λειτουργίες της, τον ρόλο τής ατομικής ηθικής. Η ευσπλαχνία και η προθυμία εξακολουθούν να διατηρούν φυσικά την εσωτερική τους αξία, και δεν θα λείψουν ποτέ ως ευκαιρίες απ’ τον καθέναν προσωπικά.  Καθ’ όσον όμως οικειοποιείται η πολιτεία τα παραδοσιακά έργα τής ευσπλαγχνίας, που παύουν έτσι να είναι έργα ευσπλαγχνίας, (είναι σίγουρο πως) η αγαθοεργία θα περιοριστεί σε μια μειωμένη θέση ανάμεσα στις αξίες τού αυριανού κόσμου εν συγκρίσει προς τις χθεσινές αξίες – θα πρέπη μάλιστα να το προσδοκά αυτό η πολιτεία, καθώς δεν θα μπορούσε να ευχηθή βέβαια ποτέ στον εαυτό της, να υφίσταται ξένη ανάγκη ή χρεία  (( όλοι θα ευημερούν!... )) . Κι αν εξακολουθή να υφίσταται, θα έχουμε βέβαια την απαίτηση να μεριμνήση καλύτερα η τεχνική πρόοδος για τις βασικές ανθρώπινες ανάγκες, και να ελαττωθή άρα η φυσική ένδεια. Μπορούμε να προσθέσουμε εδώ, ότι η προθυμία και η εξυπηρετικότητα δεν θα ασκούνται στον αυριανό κόσμο μόνο από άνθρωπο σε άνθρωπο και από την πολιτεία προς τους πολίτες της, αλλά και από έθνος προς έθνος· ώστε να πραγματωθεί έτσι, αντί για τη  μεγαλοψυχία (που ελάχιστα μπορούμε να την προσδοκούμε ανάμεσα σε συλλογικότητες), το ευνόητο και ιδιαίτερο συμφέρον όλων τών επιβατών τού ενός (παρ’ όλ’ αυτά) σκάφους, η επαρκής και αποφασιστική, όπως ελπίζουμε, αιτία και δύναμη της προθυμίας. Για μια τέτοια ωστόσο διαστολή μιας παλαιότερης αξίας σ’ ένα τόσο διευρυμένο πεδίο, θα μιλήσουμε αργότερα.
    Το δεύτερό μου παράδειγμα είναι η αντιτιθέμενη στη συμπόνοια και την ευεργεσία αρετή τής πολεμικής ανδρείας. Μια αναμφισβήτητα υψηλού βαθμού αξία στο παρελθόν, που δεν έχει όμως σχεδόν καμμιά θέση, στην εικόνα ενός μέλλοντος που πρέπει να διαρκέση,. Δεν χρειάζεται να πούμε πολλά λόγια εδώ. Η αποφυγή τού πολέμου καθίσταται, λόγω τής εξελίξεως της πολεμικής τεχνολογίας, ένα ζήτημα επιβίωσης της ανθρωπότητας· και μέσα σε τέτοιες οπλισμένες συγκρούσεις,  που τις αναστέλλουν μόνο τα ακρότατα (πλέον) πολεμικά μέσα, η προσωπική γενναιότητα, απέναντι στη δύναμη της απρόσωπης τεχνικής που αποφασίζει για όλα, καθορίζει ολοένα και λιγότερα πράγματα. Καθίσταται λοιπόν εδώ πεπαλαιωμένη μια αξία με τη διπλή έννοια, ότι δεν μπορεί να επιτρέψη πια η ανθρωπότητα στον εαυτό της την ευκαιρία να επικαιροποιηθή αυτή η αξία, αλλά κι αν παρ’ όλ’ αυτά επικαιροποιηθή, η ίδια η ευκαιρία είναι αποξενωμένη απ’ την αξία (δεν έχει πια καμμιά σχέση με την ανδρεία…). Ισχύει ωστόσο κι εδώ, ότι παραμένει καθεαυτό πολύτιμο γενικώς το θάρρος, και ιδιαίτερα το φυσικό, εξακολουθώντας να βρίσκη τις ευκαιρίες του, απ’ τις οποίες δεν έχει ασφαλώς «απελευθερωθή» η αστική καθημερινότητα. Το να σώσης ένα παιδί, που κινδυνεύει η ζωή του, από ένα φλεγόμενο σπίτι, δεν είναι κατώτερο απ’ τον στρατιωτικό ηρωισμό. Αυτές όμως οι ευκαιρίες είναι περαστικές και δεν εξαρτώνται από τη βούληση, όπως ο πόλεμος.  
     (( Σημ. τ. Μετ.: Ο σπουδαίος αυτός και έντιμα μεθοδικός, σύγχρονος «φιλόσοφος», ο Χανς Γιόνας, προσπαθεί να δη ποιες απ’ τις παραδοσιακές, ανθρώπινες αξίες, που κράτησαν «ζωντανό» τόσους αιώνες τον κόσμο μας, μπορούν ακόμα να υπάρξουν, ή θα επιτραπή να υπάρξουν σ’ έναν «σύγχρονο» κόσμο, που αντικαθιστά ταχύτατα τον εαυτό του και ό,τι γνωρίζει, μέσα στους αιώνες, γι’ αυτόν, με την «ανελέητη» μηχανή. Ασφαλώς, όλοι οι «θησαυροί τής γης», πνευματικοί θησαυροί, είναι «μπροστά μας» και στη δυνάμει διάθεση και επιθυμία μας. Αλλά, όπως λέει και ο Γιάκομπ Μπούρκχαρντ στην «Ιστορία τού Ελληνικού Πολιτισμού», κάθε φορά και σε κάθε εποχή καλείται κάθε «ενδιαφερόμενος» να καταβάλη πάλι και πάλι τον κόπο που χρειάζεται γι’ αυτό…))

     ( συνεχίζεται )

Δεν υπάρχουν σχόλια: