Συνέχεια από: Tετάρτη 22 Απριλίου 2020
Κεφάλαιο 2: Η καρδιά ως όργανο γνώσης τού Υψίστου δ
Κεφάλαιο 2: Η καρδιά ως όργανο γνώσης τού Υψίστου δ
Ας
ξαναδούμε ορισμένα από τα προηγούμενα αποσπάσματα:
«ὅπως
ἂν ἀποκαλυφθῶσιν ἐκ πολλῶν καρδιῶν διαλογισμοί.» (Κατά Λουκάν 2,35)
«ἐν
καρδίᾳ ἀγαθῇ ἀνδρὸς ἀναπαύσεται σοφίᾳ,» (Παροιμίες 14,33)
«καὶ
περιφέρεια ἐν καρδίᾳ αὐτῶν ἐν ζωῇ αὐτῶν,» (Εκκλησιαστής 9,3)
Αν
είναι δυνατόν να μιλούμε για «τους διαλογισμούς της καρδιάς» και για την καρδιά
ως δοχείο και κατοικία της σοφίας, τότε σημαίνει πως όχι μόνο οι σκέψεις που
γεννιούνται στην διάνοια συμπληρώνονται αισθητικά και εκούσια στην καρδιά, πως
όχι μόνο οι εξωτερικές πνευματικές επιδράσεις προσλαμβάνονται από την καρδιά
και μεταδίδονται στον εγκέφαλο. Αλλά επιπλέον, αυτές οι εξωτερικές πνευματικές
επιδράσεις γεννούν σκέψεις και συλλογισμούς στην καρδιά, όπως ακριβώς τα
ερεθίσματα των οργάνων των αισθήσεων, είναι ταυτόχρονα ερεθίσματα και υλικό για
την διανοητική δραστηριότητα του εγκεφάλου. Η καρδιά είναι λοιπόν το δεύτερο
όργανο πρόσληψης, γνώσης και σκέψης, η σοφία κατοικεί μέσα της. Αν όμως η καρδιά στερείται της
χάριτος του Θεού και δεν προσλαμβάνει τις προτροπές του Πνεύματος της Αληθείας
και Αγαθότητος από τον υπερβατικό κόσμο, και έχει την κλίση να προσλαμβάνει το
πνεύμα του κακού, του ψεύδους και της υπερηφάνειας, τότε στην καρδιά αναδύεται
η παράνοια και ζει μέσα της.
Οι
διανοούμενοι θεωρούν ως αδιαμφισβήτητη αλήθεια την θέση πως γνωρίζουμε την
πραγματικότητα δια της διάνοιας (mind), το ανατομικό και
φυσιολογικό σώμα της οποίας είναι φυσικά, όπως λένε, ο εγκέφαλος.
Αλλά
ήδη τον 17ο αιώνα, στο αποκορύφωμα του καρτεσιανού δογματισμού, όταν
ο διανοητισμός ήταν παντοδύναμος, ένας λαμπρός μαθηματικός και φιλόσοφος, ο Blaise Pascal, μπόρεσε να ανακαλύψει το
όριο και την αδυναμία της διάνοιας, και πρότεινε να αντικατασταθεί με την
γνωστική ικανότητα, η οποία θα διακρινόταν με την αμεσότητα της και την
ικανότητα της να μελετά την αλήθεια.
Μια
ικανότητα στην οποία ο Bergson αργότερα έδωσε το όνομα «διαίσθηση» (intuition), ο Pascal είχε αποκαλέσει αίσθηση των
ανεπαίσθητων, ικανότητα κρίσης, ένα αίσθημα, μια έμπνευση, καρδιά, ένστικτο.
Στις «Σκέψεις» του όλοι αυτοί οι όροι σηματοδοτούν την άμεση γνώση της
πραγματικότητας, αίσθηση της ζώσας πραγματικότητας, που είναι το αντίθετο της
γνώσης μέσω της διάνοιας και των λογικών υπολογισμών. Ο Pascal είχε
ορίσει στα πρώτα του έργα την νέα διαφορά μεταξύ «γεωμετρικής διάνοιας» και
αίσθηση του ανεπαίσθητου.
Η
«γεωμετρική διάνοια» είναι ακριβώς αυτό που αποκαλούμε ορθολογικός ή λογικός
τρόπος σκέψης, ενώ η διαισθητική σκέψη είναι η αίσθηση των ανεπαίσθητων.
«Η
λογική» γράφει ο Pascal, «δρα αργά, λαμβάνοντας
υπόψιν μόνον τόσες αρχές, όσες πρέπει να είναι παρούσες (ενεργητικά), ώστε είναι
διαρκώς κουρασμένη και αποσπασμένη, ανίκανη να τις συγκρατήσει. Η αίσθηση
λειτουργεί διαφορετικά: λειτουργεί στιγμιαία και είναι πάντα έτοιμη να δράσει.
Πρέπει λοιπόν να εναποθέσουμε τις ελπίδες μας στα αισθήματα. Αλλιώς η ελπίδα
μας θα είναι πάντα ασταθής».
Ακολουθεί
και η διάσημη διατύπωσή του: «Η καρδιά έχει τους λόγους της για τους οποίους η
λογική δεν γνωρίζει τίποτα». Και ο Pascal προσθέτει: «Η καρδιά είναι που
προσλαμβάνει τον Θεό και όχι η λογική».
Η
ιδέα της γνώσης και της μεγάλης ποικιλίας της πνευματικής μας ζωής, που μας
δίδεται στις Γραφές, είναι εντελώς ασύμβατη προς τον διανοητισμό, που είναι η
φιλοσοφική διδασκαλία η οποία διαβεβαιώνει πως κάθε πραγματικότητα μπορεί να
γνωσθεί, πράγμα που επιτελείται μόνο δια της γνωσιακής ικανότητας της διάνοιας.
Ο διανοητισμός θεωρεί την ελεύθερη, συλλογιστική γνώση ως ανθρώπινη
δραστηριότητα, που ανήκει στον χώρο του τελείου, και ως την μόνη δραστηριότητα
αντάξια του ανθρώπου. Ο εσώτερος όμως πυρήνας του διανοητισμού είναι το γεγονός
πως αποδέχεται την πραγματικότητα των πραγμάτων μόνο εφόσον αυτή είναι αποδεκτή
από την διάνοια.
Τι
άλλο στον κόσμο μπορεί να συγκριθεί με την ξιπασιά αυτής της υπερήφανης
διδασκαλίας η οποία αρνείται την πραγματικότητα σε κάθε τι που δεν ταιριάζει
στην φτωχή και πολύ περιορισμένη λογική (reason) μας; Οι διανοούμενοι
αγνοούν όλα όσα τόσο ξεκάθαρα και αδιαμφισβήτητα προσλαμβάνονται από την καρδιά
μας εκ του υπερβατικού κόσμου, κάθε τι που γινώσκεται δια της «αίσθησης των
ανεπαίσθητων» του Pascal.
Ο
αρχαίος φιλόσοφος Επίκουρος ήταν βέβαια αυτός που είπε πως όλα τα αντικείμενα
που προσλαμβάνονται είναι αληθινά και πραγματικά, που είναι το ίδιο με το να
πούμε πως κάτι είναι αληθινό και υπάρχει. Γιατί λοιπόν οι προσλήψεις του
Υψίστου από την καρδιά να μην είναι αληθινά;
Μόνο
ο εγκέφαλος θεωρείται το όργανο της λογικής και της θελήσεως, ενώ ο νωτιαίος
μυελός λέγεται πως είναι το σύστημα των μονοπατιών και όργανο για την
ενστικτώδη και τροφική δραστηριότητα.
Ένας
αποκεφαλισμένος βάτραχος, εάν ερεθιστεί το δέρμα του, θα αντιδράσει με τρόπο
ώστε να αποφύγει την ενόχληση. Αν η ενόχληση συνεχιστεί προσπαθεί να φύγει και
να κρυφτεί, με τον ίδιο τρόπο που θα το έκανε και ένας βάτραχος με κεφάλι.
Στους
πολέμους των μυρμηγκιών, που δεν έχουν εγκέφαλο, αποκαλύπτεται ξεκάθαρα ο
προσδιορισμός και επομένως η λογική, που δεν διαφέρει από τον ανθρώπινο τρόπο.
Είναι
προφανές πως όχι μόνο ο εγκέφαλος, αλλά και τα γάγγλια των εντόμων όπως και ο
νωτιαίος μυελός και το συμπαθητικό νευρικό σύστημα των σπονδυλωτών αποτελούν το
σώμα της θελήσεως.
Είναι
αδύνατο να εκθέσουμε ακόμα και την βασική ιδέα της εκπληκτικής και βαθιάς
φιλοσοφίας της ζωής κατά τον Henri Bergson σε
μια μικρή θεολογική πραγματεία.
Μπορώ
να πω όμως, πως έδειξε ένα εντελώς νέο τρόπο κατανόησης της ζωής. Την ίδια
στιγμή εξέθεσε την πλήρη ανικανότητα της φιλοσοφίας του διανοητισμού ως προς αυτό το σημείο.
Ο Pascal όμως
δεν ήταν ο μόνος μεγάλος πρόδρομος του Bergson, στον επαναστατικό αυτό
δρόμο της φιλοσοφίας. Παρόμοια προς την μέθοδο γνώσης του Bergson είναι
και η μέθοδος ενδοσκόπησης του Maine de Biran, που εξετάζει την πραγματικότητα στην συνείδηση του
ανθρώπου. Θεωρεί πως είναι αδύνατο να «πιάσουμε» την πραγματικότητα παρά μόνο
μέσα στον «ζώντα εαυτό». Ούτε οι εμβριθείς παρατηρήσεις (του εξωτερικού
κόσμου), ούτε η λογική σκέψη μπορούν να μας το δώσουν αυτό.
Ο Schoppenhauer ήταν ο πρώτος που απέδειξε πως μια
έννοια, που επινοήθηκε από την λογική (reason) και που λειτουργεί
παθητικά σαν μέσα σε κενό, δεν μπορεί παρά να είναι μια ανόητη χίμαιρα, που
εξυπηρετεί απλώς τις ανάγκες των «καθηγητών της φιλοσοφίας». Πως η διάνοια έχει
μόνο μορφές και είναι μια «άνευ σημασίας ικανότητα». Ο ίδιος θεωρεί πως η
διαίσθηση είναι το αντιστάθμισμα της λογικής.
Ο Bergson εξέφρασε
εκπληκτικές και κατά κάποιο τρόπο νέες θέσεις για τον είδωλο των διανοητιστών,
τον εγκέφαλο. Πιστεύει πως η διαφορά μεταξύ νωτιαίου μυελού, ο οποίος αντιδρά
αντανακλαστικά στα ερεθίσματα, και του εγκεφάλου, δεν έγκειται στην φύση των
λειτουργιών τους, αλλά μόνο στον βαθμό της πολυπλοκότητας τους.
Ο
εγκέφαλος απλώς αντιλαμβάνεται απλώς τα ερεθίσματα που έρχονται απ’ έξω και
επιλέγει την κατάλληλη μέθοδο
ανταπόκρισης. Ο Bergson λέει: «Ο εγκέφαλος δεν είναι παρά ένα
είδος τηλεφωνικής ανταλλαγής: ο ρόλος του είναι απλώς να εκδώσει ή να
διασαφηνίσει ένα μήνυμα». Δεν προσθέτει τίποτα σε αυτά που προσλαμβάνει.
Όλα
τα αισθητήρια όργανα συνδέονται με τον εγκέφαλο μέσω νευρικών ινών, φιλοξενεί
το κινητικό σύστημα και είναι το κέντρο, όπου ο εξωτερικός ερεθισμός έρχεται σε
επαφή με ένα ή περισσότερους μηχανισμούς κινητικής ανταπόκρισης.
Ο
εγκέφαλος δείχνει με την δομή του πως η λειτουργία του είναι η ανταπόκριση με
κατάλληλο τρόπο στα εξωτερικά ερεθίσματα. Προσαγωγές, νευρικές ίνες που
μεταφέρουν τα σήματα από τα αισθητήρια όργανα, καταλήγουν στα κύτταρα της
αισθητηριακής ζώνης του εγκεφαλικού φλοιού. Τα κύτταρα αυτά με την σειρά τους
συνδέονται μέσω άλλων ινών με κύτταρα της κινητικής ζώνης (κινητικού φλοιού)
μεταφέροντας τα σήματα σε αυτά. Καθώς ο αριθμός των διασυνδέσεων αυτών είναι
αμέτρητος, ο εγκέφαλος έχει μια άπειρη ικανότητα να διαμορφώνει την αντίδραση
του στα εξωτερικά ερεθίσματα, και λειτουργεί σαν ένα είδος πίνακα με διακόπτες.
Το
νευρικό σύστημα και ιδιαίτερα ο εγκέφαλος δεν είναι συσκευές ιδανικής σκέψης
και γνώσης, αλλά μόνο εργαλεία που σκοπό έχουν να χρησιμοποιηθούν στην δράση (στήν πράξη).
«Ο
εγκέφαλος δεν είναι μόνο όργανο σκέψης, αίσθησης, συνείδησης, αλλά και αυτό που
δένει την διάνοια, τα αισθήματα και τις σκέψεις στην πραγματική ζωή,
αναγκάζοντας τα να ακούσουν τις πραγματικές ανάγκες και να τα καταστήσει ικανά
να δράσουν προς τον σκοπό τους».
Ο
εγκέφαλος είναι στην πραγματικότητα όργανο προσοχής προς την ζωή, της προσαρμογής
στην πραγματικότητα. (Το σώμα και η ψυχή. Εσύ και η ζωή. 1921, 20 Δεκεμβρίου)
Αυτά
είναι αρκετά εντυπωσιακά, αλλά αυτές οι εκπληκτικές σκέψεις του μεγάλου
μεταφυσικού σχεδόν συμπίπτουν με τις νέες διδασκαλίες του ανώτερου νευρικού
συστήματος, που δημιουργήθηκαν από τον δικό μας λαμπρό φυσιολόγο Ivan Petrovich Pavlov.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου