Δευτέρα 27 Απριλίου 2020

Πνευματολογία - Το Άγιο Πνεύμα και η συμβολή του στο έργο της σωτηρίας (1)

Μάθημα 6ο: Πνευματολογία 
Το Άγιο Πνεύμα και η συμβολή του στο έργο της σωτηρίας

 ΣΤΑΥΡΟΥ ΓΙΑΓΚΑΖΟΓΛΟΥ ΕΠΙΚ. ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΔΟΓΜΑΤΙΚΗΣ

«Καὶ εἰς τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, τὸ κύριον, τὸ ζωοποιόν, τὸ ἐκ τοῦ Πατρὸς ἐκπορευόμενον, τὸ σὺν Πατρὶ καὶ Υἱῷ συμπροσκυνούμενον καὶ συνδοξαζόμενον, τὸ λαλῆσαν διὰ τῶν προφητῶν»: 

Το Άγιο Πνεύμα και η συμβολή του στο έργο της σωτηρίας Η πίστη της Εκκλησίας για το Άγιο Πνεύμα
 1. Το Άγιο Πνεύμα ως πρόσωπο της Αγίας Τριάδος: «Το σὺν Πατρὶ καὶ Υἱῷ συμπροσκυνούμενον» 1.1. Η μαρτυρία της Αγίας Γραφής για το Άγιο Πνεύμα
 1.2. Η πρόκληση των πνευματολογικών αιρέσεων
 1.3. Η διδασκαλία της Β΄ Οικουμενικής Συνόδου
 2. Άγιο Πνεύμα και ιστορία
 2.1. Το Άγιο Πνεύμα χορηγός της ζωής: «Το άγιον, τὸ κύριον, τὸ ζωοποιόν»
 2.2.Η συνέργεια του Αγίου Πνεύματος στη Θεία Οικονομία: Το Άγιο Πνεύμα συμπαρίσταται και μαρτυρεί τον Ιησού Χριστό
 2.3.Το καθοριστικό έργο του Αγίου Πνεύματος στη ζωή της Εκκλησίας:Ο Χριστός δια του Αγίου Πνεύματος «Ἐκκλησίας σάρκα ἀνέλαβεν» (Ιωάννης Χρυσόστομος)

Η πίστη της Εκκλησίας για το Άγιο Πνεύμα 
Το Άγιο Πνεύμα ως πρόσωπο της Αγίας Τριάδος: «Το σὺν Πατρὶ καὶ Υἱῷ συμπροσκυνούμενον»
 Η μαρτυρία της Αγίας Γραφής για το Άγιο Πνεύμα 

Στη βιβλική και πατερική θεολογία η ανάληψη του Χριστού συνδέεται άρρηκτα με την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος. Η έλευση του Παρακλήτου είναι σαφές ότι αποτελεί κατά κάποιο τρόπο οργανική συνέχεια του επίγειου έργου του Χριστού και εγγράφεται στα σωτηριώδη αποτελέσματα της ένσαρκης οικονομίας του Θεανθρώπου. Αν ο Χριστός με την προσαγωγή της ανθρώπινης φύσης στον Θεό και Πατέρα περατώνει το έργο της οικονομίας του, τούτο δεν σημαίνει ότι παύει πλέον να ενεργεί και να έλκει τις ιδιαίτερες ανθρώπινες υποστάσεις εκεί όπου αυτός εισήλθε ως πρόδρομος. Ο αναληφθείς και καθεζόμενος στα δεξιά του Θεού και Πατρός αναδεικνύεται «κοινωνός και κατά το ανθρώπινον» της αποστολής του Αγίου Πνεύματος. Η θεωμένη ανθρωπότητα του Χριστού κοινωνεί πλήρως στην τριαδική ευδοκία, ώστε συνεργεί με τον Πατέρα στην αποστολή του Πνεύματος. Αλλά και το ίδιο το Πνεύμα έρχεται στην Εκκλησία «αυτοβούλως» ως ομότιμο πρόσωπο. Η οργανική αυτή αλληλουχία της Ανάληψης με την Πεντηκοστή, ενώ δηλώνει ότι η έλευση του Πνεύματος συνδέεται και είναι αχώριστη από το έργο του Χριστού, συνάμα συνιστά μία θεοφάνεια του Αγίου Πνεύματος κατ’ εξοχήν. Πράγματι, η παρουσία του Πνεύματος κατά την Πεντηκοστή ανακεφαλαιώνει τη σωτηριώδη οικονομία, διότι κατ’ αυτόν τον τρόπο αποκαλύπτεται πλήρως το μυστήριο της Αγίας Τριάδος ως μυστήριο της σωτηρίας. Το Άγιο Πνεύμα έρχεται ως «κύριον» και φανερώνεται ως ιδιαίτερη υπόσταση με την παράδοξη κάθοδό του με τη μορφή των πύρινων γλωσσών. Αν ο ενανθρωπήσας Υιός κατά την πραγματοποίηση της ευδοκίας του Πατρός αναφαίνεται ως το κέντρο και ο σκοπός της ένωσης κτιστού και ακτίστου από καταβολής κόσμου, τούτο καθίσταται γεγονός δια μέσου της αδιάκοπης συνέργιας του Αγίου Πνεύματος. Η δράση του Αγίου Πνεύματος, αχώριστη από το έργο του Υιού, καλύπτει εξαρχής ολόκληρο το πλαίσιο των σχέσεων Θεού, κόσμου και ανθρώπου και ασφαλώς δεν πρωτοεμφανίζεται στην Πεντηκοστή. Από τη δημιουργία του κόσμου και του ανθρώπου έως τον Θεάνθρωπο Χριστό και την Εκκλησία, το έργο του Αγίου Πνεύματος εκδιπλώνεται κατά στάδια. Με βάση τα όσα ήδη έχουμε αναφέρει για την αποκάλυψη της Αγίας Τριάδος, θα επιχειρήσουμε μία σύντομη ανακεφαλαίωση της παρουσίας και δράσης του Αγίου Πνεύματος μέχρι την Πεντηκοστή. Ήδη κατά την εκδήλωση της δημιουργικής πράξης του Θεού το Πνεύμα είναι παρόν και συνεργεί με τη ζωογόνο και τελειωτική ενέργειά του. Αν ο Πατήρ δια του Υιού κτίζει και αγιάζει, τούτο πραγματώνεται πάντως εν Πνεύματι. Η πρόθεση εν δηλώνει όχι απλώς τη συνδημιουργό δράση του, αλλά και τον ιδιαίτερο ρόλο του Πνεύματος στην εκτός της Αγίας Τριάδος φανέρωση των ακτίστων ενεργειών του Θεού. Η κτίση ολόκληρη λαμβάνει ύπαρξη εκ του μη όντος, συγκροτείται και συνέχεται από την πανταχού παρουσία του Θεού, η οποία εν Πνεύματι προάγει, συνέχει και πληροί τα πάντα. Ο φωτισμός, η τελείωση και η στερέωση των νοερών αγγέλων στη θεία ζωή προήλθε από την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Η υπόλοιπη κτίση ως άλογη αναμένει τον άνθρωπο, προκειμένου να συνδεθεί και να γνωρίσει τον δημιουργό της, να μετάσχει τελειότερα στη ζωή του. Η πατερική θεολογία θεωρεί ότι το Άγιο Πνεύμα κατ’ εξοχήν εκφράζει και μεταδίδει τις τριαδικές ενέργειες προς την κτίση. Το ιδιάζον έργο του είναι να παρέχει την πληρότητα και τελειότητα στα κτιστά όντα. Γι’ αυτό και ζωογονεί και ενδυναμώνει την αισθητή κτίση παρέχοντας κίνηση και ζωή, αλλά και ετοιμάζοντάς την να υποδεχθεί την πλάση του ανθρώπου και μέσω του ανθρώπου να λάβει εντονότερη την παρουσία της θείας χάριτος και ζωής. Με τη δημιουργία του ανθρώπου, του οποίου η δισύνθετη φύση συνδέει τον αισθητό και τον νοερό κόσμο, η άλογη δημιουργία συμμετέχει και αυτή στη θεία ενέργεια και ζωή. Ο Υιός και Λόγος του Θεού αυτοπροσώπως δημιουργεί τον άνθρωπο κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσίν του, προσφέροντας ως «αρραβώνα» για την παραπέρα ανάπτυξη και τελείωσή του τη ζωτική θεία πνοή. Η ζωτική αυτή πνοή είναι η χάρη του Πνεύματος, η οποία εισάγεται στον πυρήνα της ανθρώπινης ύπαρξης, στη λογική ψυχή του, συναποτελώντας μαζί με το γήινο σώμα βασικό συστατικό της ανθρώπινης ύπαρξης. Έχοντας επίγνωση της παρουσίας του εμφυσήματος αυτού του Πνεύματος, ο πρωτόπλαστος άνθρωπος αναδεικνύεται το μοναδικό πλάσμα της δημιουργίας που έχει ιδιαίτερη και άμεση σχέση με τον Τριαδικό Θεό. Ο άνθρωπος ως ελεύθερη ύπαρξη, εικονίζοντας τον Λόγο του Θεού και συμπεριλαμβάνοντας την κτίση ολόκληρη, οδηγείται με τη χάρη του Πνεύματος, το οποίο κατοικεί μέσα του, προς την τελείωση της σχέσης του με τον Θεό, προς την πλήρη και αδιάπτωτη ομοίωσή του με το θείο αρχέτυπό του. Η δυναμική αυτή σχέση Θεού, κόσμου και ανθρώπου, την οποία ιερουργεί ο άνθρωπος με τη συνεργία του Αγίου Πνεύματος, διακόπτεται από την άστοχη απόφαση του πρώτου Αδάμ. Ο πρωτόπλαστος άνθρωπος αρνείται τη ζωοποιό συμβουλή του Λόγου και αθετεί την αναφορά και προσαγωγή της δημιουργίας και της ζωής του στον χορηγό της ζωής. Η αστοχία της αδαμικής οικονομίας, διεκδικώντας την αυτοθέωση και αυτοτέλεια, προκάλεσε την απώλεια της χάριτος του Πνεύματος από την ανθρώπινη ύπαρξη. Η διάσταση αυτή και ο χωρισμός από τη θεία ζωή απέβη τραγική εμπειρία για τον άνθρωπο, η οποία προκάλεσε τη νέκρωση του πνεύματος της ψυχής. Ο άνθρωπος αποκόπηκε εθελούσια από τη χάρη του Πνεύματος, έγινε έρμαιο της φθοράς και του θανάτου με έσχατο κίνδυνο να επιστρέψει στην ανυπαρξία. Στο αδιέξοδο αυτό ο Θεός φιλάνθρωπα παρέχει στον άνθρωπο τους δερμάτινους χιτώνες, τον πρόσκαιρο και εφήμερο αυτό βίο, καθώς ο επερχόμενος θάνατος του σώματος αναβάλει εκείνον της ψυχής. Αφήνοντας περιθώρια μετάνοιας και ανάκαμψης, ο Θεός προσφέρει μία νέα ευκαιρία και υπόσχεση στον άνθρωπο, τη μελλοντική προοπτική της επανάκαμψης του Πνεύματος στη ζωή του. Η Παλαιά Διαθήκη διηγείται τη σταδιακή εκδήλωση του σχεδίου του Θεού για τη σωτηρία και ανάκληση του ανθρώπου μέσα από τη δραματική πορεία του λαού του Θεού στην ιστορία. Η δράση του Αγίου Πνεύματος κατευθύνει άλλοτε φανερά και άλλοτε μυστικά την περιπέτεια και διαδρομή του περιούσιου λαού του Θεού, ενεργώντας την εκδίπλωση του μυστηρίου της θείας οικονομίας στην κτίση και στην ιστορία. Η μακρά σειρά των δικαίων από τον Σηθ έως την Παρθένο Μαρία, τα παράδοξα συμβάντα που συνοδεύουν και δίνουν νόημα στον ιστορία του Ισραήλ, η παροχή του Νόμου, οι θείες επαγγελίες, κυρίως οι προφητείες και οι θεοφάνειες του άσαρκου Λόγου, αποτελούν εξαιρετικές μαρτυρίες της αδιάκοπης αποκαλυπτικής παρουσίας και δράσης του Αγίου Πνεύματος. Οι προφήτες εμπνεόμενοι από το Άγιο Πνεύμα κήρυξαν το μελλοντικό και απόκρυφο χριστολογικό γεγονός μέσα από τον λόγο και τα παράδοξα θεάματά τους. Η χάρη του Αγίου Πνεύματος γίνεται ακόμη πιο έκδηλη και φανερή στη ζωή και στο έργο του τελευταίου προφήτη και πρόδρομου του Χριστού. Κυρίως όμως αποκαλύπτεται στη Θεοτόκο Μαρία, την οποία επισκέπτεται και προετοιμάζει για να διακονήσει το μέγα μυστήριο της ενανθρώπησης. Το γεγονός ότι η Παναγία, εκπροσωπώντας το γένος των ανθρώπων, συναινεί ελεύθερα και δέχεται να υπηρετήσει το σχέδιο του Θεού, συνιστά εξαρχής έκφραση του ιδιαίτερου ρόλου του Αγίου Πνεύματος να φωτίζει και να κατευθύνει αβίαστα τα ενδότερα της ανθρώπινης ύπαρξης προς κοινωνία και συνάντηση με τον Θεό Λόγο. Η πλέον χαρακτηριστική πτυχή του έργου του Αγίου Πνεύματος αποτελεί το ίδιο το γεγονός του Χριστού. Ο άκτιστος Υιός και Λόγος του Θεού αναλαμβάνει εν προσώπω την ανθρώπινη ύπαρξη και εισέρχεται σαρκούμενος στην ιστορία του κτιστού με τη συμπαράσταση και συνεργία του Αγίου Πνεύματος. Εδώ ακριβώς αναφαίνεται ο ιδιάζων ρόλος του Πνεύματος. Το Άγιο Πνεύμα προκαλεί υπέρβαση των φυσικών περιορισμών της ανθρωπότητας κατά τρόπο ελεύθερο, δίχως οποιαδήποτε τροπή, σύγχυση και μεταβολή στην κτιστή της φύση. Ο Υιός και Λόγος του Θεού σαρκώνεται «εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της αειπαρθένου». Η ενανθρώπηση είναι ένα πνευματολογικό γεγονός κατ’ εξοχήν. Η ενσάρκωση είναι ελεύθερη από τη φθορά και τον θάνατο της βιολογικής γέννησης, ενώ συνάμα αποτελεί την τέλεια και πραγματική ένωση κτιστού και ακτίστου. Ο Υιός γεννάται αληθώς ως άνθρωπος, προσλαμβάνοντας την ίδια ακριβώς φύση με τον προπτωτικό Αδάμ. Πρόκειται για μία προσωπική εγκατοίκηση του Θεού στην ανθρωπότητα, η οποία έγινε δια του Αγίου Πνεύματος. Ό,τι ακολουθεί στο έργο του Χριστού, εντάσσεται στην αδιάκοπη κοινωνία και συμπαράσταση του Πνεύματος στο έργο του ενανθρωπήσαντος. Η ενυπόστατη ανθρωπότητα είναι εξ αρχής χρισμένη εκ Πατρός δια του Υιού εν Αγίω Πνεύματι από τις άκτιστες ενέργειες της Αγίας Τριάδος. Ο Χριστός είναι ο Πνευματοφόρος κατ’ εξοχήν. Το μυστήριο αυτό αποκαλύπτεται προς την υπόλοιπη ανθρωπότητα σταδιακά μέσα από την επίγεια οικονομία του Θεανθρώπου. Όλα τα επεισόδια της ζωής του Χριστού φανερώνουν το μυστικό της ταυτότητάς του σε μία ατμόσφαιρα έντονης παρουσίας και δράσης του Αγίου Πνεύματος. Η προσαγωγή του Ιησού στον Ναό, η αναγνώρισή του από τον δίκαιο Συμεών, η συνάντηση με την προφήτιδα Άννα, κυρίως όμως η βάπτιση στον Ιορδάνη ως φανέρωση της σχέσης του με τον Πατέρα και το Πνεύμα, η απόκρουση των πειρασμών στην έρημο, η διδασκαλία και τα θαύματα, όλα αυτά είναι γεγονότα κατ’ εξοχήν πνευματολογικά. Μία πρόγευση της Βασιλείας και μάλιστα λίγο πριν το πάθος του Χριστού, λαμβάνουν οι μαθητές κατά τη μεταμόρφωση στο Θαβώρ. Η ανθρωπότητα του Ιησού πλημμυρίζει και ακτινοβολεί τη δόξα και το φως της θεότητας, ενώ το Πνεύμα ως φωτεινή νεφέλη συνεκλάμπει μαζί με του. Οι μαθητές του Χριστού με τη δύναμη του Πνεύματος μπορούν και βλέπουν με τα μεταμορφωμένα αισθητήριά τους την ένδοξη αυτή μεταμόρφωση της ανθρωπότητας. Με όλα αυτά τα σημεία προσημαίνεται ο μεταμορφωτικός και εσχατολογικός ρόλος του Πνεύματος κατά την κοινωνία και μέθεξη των αγίων στο χριστολογικό γεγονός, δηλαδή στη συγκρότηση του Σώματος της Εκκλησίας και στη φανέρωση του μυστηρίου της Βασιλείας. Στο γεγονός του Σταυρού το Άγιο Πνεύμα συμπαρίσταται τον Χριστό κατά τέτοιο τρόπο ώστε το σώμα του δεν χωρίζεται από τις άκτιστες ενέργειες του Πνεύματος, που το συγκροτούν και το συνέχουν εξαιτίας της υποστατικής ένωσης με τον Λόγο. Η εξίσου θεοϋπόστατη ψυχή του κατέρχεται ολόφωτη και παντοδύναμη στον Άδη, για να ζωοποιήσει τις ψυχές των απ’ αιώνος νεκρών. Η δε Ανάσταση του Χριστού είναι επίσης πνευματική, όχι διότι αποτελεί ανεξάρτητο έργο του Αγίου Πνεύματος από το οποίο απουσιάζουν ο Πατήρ και ο Υιός, αλλά γιατί ακριβώς το Πνεύμα συνιστά τον κατ’ εξοχήν μεταδότη της κοινής τριαδικής ενέργειας προς την κτίση και την ανθρωπότητα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο αναστημένος Χριστός ανανεώνει την επαγγελία του Πατρός για την αποστολή του Αγίου Πνεύματος και λίγο πριν την ανάληψή του, παρέχει εκ νέου το πνευματικό εμφύσημα, εγκαινιάζοντας εκείνο το αρχέγονο εμφύσημα κατά την αρχική πλάση του ανθρώπου. Μετά την ολοκλήρωση της οικονομίας του Χριστού, όταν πραγματοποιήθηκαν όλα όσα ήταν απαραίτητα για την ετοιμασία της σωτηρίας, μία νέα περίοδος αρχίζει στο έργο του Αγίου Πνεύματος. Το έργο αυτό είναι και πάλι αχώριστο από το πρόσωπο και το έργο του Χριστού. Πρόκειται ακριβώς για την ενεργοποίηση και μετάδοση των συνεπειών της οικονομίας του Χριστού σε όλη την ανθρωπότητα μέσα από την οικοδομή του Σώματος της Εκκλησίας. Καθώς προσεύχονται συναγμένοι στο υπερώο, οι μαθητές γίνονται μάρτυρες της έλευσης του Αγίου Πνεύματος. «Kαὶ ἐγένετο ἄφνω ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἦχος ὥσπερ φερομένης πνοῆς βιαίας, καὶ ἐπλήρωσεν ὅλον τὸν οἶκον οὗ ἦσαν καθήμενοι» (Πρ. 2,2). Ο Χριστός με θαυμαστό τρόπο αποστέλλει την επαγγελία του Πατρός. Στο κήρυγμά του κατά την Πεντηκοστή ο Απόστολος Πέτρος επισημαίνει ότι οι προφήτες, οι οποίοι ελάλησαν δια του Πνεύματος, είχαν ήδη προμηνύσει την έλευση και μετάδοση του Πνεύματος κατά τους έσχατους καιρούς του Μεσσία. Έτσι, ο Μωυσής μίλησε για τη λήψη του προφητικού χαρίσματος από τον λαό του Θεού, η προφήτισσα Άννα προανήγγειλε το ίδιο το γεγονός της Πεντηκοστής, ο προφήτης Ηλίας ένιωσε την λεπτή αύρα που φανέρωνε τον Κύριο, ο προφητάναξ Δαυίδ έψαλε δοξολογικά την ανακαινιστική δύναμη της αποστολής του Πνεύματος, ο Ιωήλ μαρτύρησε την εσχατολογική του αποστολή στην ανθρωπότητα, ο Ησαΐας φανέρωσε την αποστολή του από τον Χριστό, ο Ιεζεκιήλ προφήτευσε την ανακαίνιση του ανθρώπου, που θα λάβει μέσα του το Πνεύμα του Θεού. Αλλά, αν οι προφήτες αμυδρά προανήγγειλαν την άφιξη του Πνεύματος, ο Χριστός δεν είναι απλώς εκείνος ο οποίος το φανέρωσε ως αναπαυόμενο σε αυτόν και άνοιξε τον δρόμο για την άμεση επιφοίτησή του, αλλά και εκείνος ο οποίος μετά την ανάληψη και την εκ δεξιών του Θεού καθέδρα του συνεργεί και συν-αποστέλλει το Πνεύμα το Άγιον. Η έλευση αυτή του Πνεύματος κατά την Πεντηκοστή έχει μία σειρά από ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Η Πεντηκοστή αποτελεί αφενός την πλήρη φανέρωση του Παρακλήτου ως ιδιαίτερης υπόστασης της Αγίας Τριάδος και, αφετέρου, είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το μυστήριο του Χριστού στην Εκκλησία. Πράγματι, μετά το τέλος της ένσαρκης οικονομίας, η ασώματη παρουσία του Πνεύματος στην αποστολική κοινότητα δεν αντικαθιστά, αλλά καθιστά εκ νέου παρόντα και ενεργούντα, αν και με διαφορετικό τρόπο, αυτόν τον ίδιο Χριστό μέσα στην κτίση και στην ιστορία. Και τούτο, διότι ο Χριστός δεν εγκαταλείπει την ανθρωπότητα, αλλά επιστρέφει εν Αγίω Πνεύματι σε αυτήν. Ο Χριστός διά του Πνεύματος επιστρέφει «εν ετέρα μορφή», επιστρέφει ως κεφαλή του σώματος της Εκκλησίας και δια του τρόπου αυτού επιβεβαιώνει την παράδοξη υπόσχεσή του «καὶ ἰδοὺ ἐγὼ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Ματθ. 28,20). Αν ο Χριστός δίδασκε και θαυματουργούσε εν Πνεύματι, τώρα το Άγιο Πνεύμα αναλαμβάνει να αναγγείλει, να μαρτυρήσει, να διδάξει, να υπομνήσει και να «ὁδηγήσει ὑμᾶς εἰς πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν· οὐ γὰρ λαλήσει ἀφ᾿ ἑαυτοῦ, ἀλλ᾿ ὅσα ἂν ἀκούσῃ λαλήσει, καὶ τὰ ἐρχόμενα ἀναγγελεῖ ὑμῖν. ἐκεῖνος ἐμὲ δοξάσει, ὅτι ἐκ τοῦ ἐμοῦ λήψεται καὶ ἀναγγελεῖ ὑμῖν» (Ιω. 16,13-14). Η επιφοίτηση και μεριστή διάδοση του Αγίου Πνεύματος στην Πεντηκοστή αποτέλεσε το βάπτισμα και το συστατικό γεγονός της Εκκλησίας ως χαρισματική επέκταση του χριστολογικού μυστηρίου προς σύμπασα την ανθρωπότητα. Η διαρκής και μόνιμη παρουσία του Παρακλήτου καθιστά την κοινότητα της Εκκλησίας έναν οργανισμό που ζει και αναπτύσσεται με τη χάρη του Χριστού μέσα στην κτίση και στην ιστορία. Αν η ενανθρώπηση κατέδειξε τον Χριστό Πνευματοφόρο, το έργο του Αγίου Πνεύματος στην Εκκλησία δεν συνίσταται στην αποκάλυψη του ιδιαίτερου προσώπου του, αλλά στη διηνεκή φανέρωση του Χριστού. Το Άγιο Πνεύμα μολονότι δεν ενανθρώπησε, με την ασώματη παρουσία και δράση του ενεργοποιεί τον δυναμισμό της οικονομίας του Χριστού προς την υπόλοιπη ανθρωπότητα. Πιο συγκεκριμένα, το ιδιάζον έργο του φέρνει σε προσωπική κοινωνία και ενσωματώνει τους ανθρώπους στη θεωμένη ανθρωπότητα του Χριστού. Η Εκκλησία ως Σώμα του Χριστού είναι έργο κατ’ εξοχήν του Αγίου Πνεύματος. Ο ένας Χριστός πληθαίνει και συμπεριλαμβάνει τους πολλούς. Ο Χριστός είναι η συναγωγή των διεστώτων, ενώ το Άγιο Πνεύμα είναι ο προσαγωγέας των ιδιαίτερων ανθρώπινων υπάρξεων στο Σώμα του Χριστού, που είναι η Εκκλησία. Η ίδια η οικοδομή του σώματος της Εκκλησίας του Χριστού είναι έργο του Αγίου Πνεύματος. Η κάθοδος του Πνεύματος κατά την Πεντηκοστή έγινε η απαρχή μιας αδιάκοπης σειράς επιφοιτήσεων, που ενεργοποιούν και μεταδίδουν το μοναδικό γεγονός του Χριστού μέσα στην κοινότητα της Εκκλησίας. Στη δράση και ενέργεια του Αγίου Πνεύματος θεμελιώνονται τα μυστήρια της Εκκλησίας, με τα οποία πραγματώνεται η ενσωμάτωση των ιδιαίτερων ανθρώπινων υποστάσεων στην κοινωνία και ενότητα του μοναδικού σώματος του Χριστού. Το Βάπτισμα και η Θεία Ευχαριστία είναι οι τρόποι με τους οποίους η ζωή του Χριστού, που είναι η ίδια η ζωή του Πνεύματος, μεταδίδεται χαρισματικά προς τα μέλη του σώματός του. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο Χριστός ως κεφαλή του σώματος όχι μόνο δεν τίθεται υπεράνω ή εκτός της Εκκλησίας, αλλά συνιστά ως Θεάνθρωπος την ίδια την υπόστασή της. Η Εκκλησία ως διαρκής Πεντηκοστή είναι η κοινότητα μέσα στην οποία η ποικιλία των χαρισμάτων δεν αντιστρατεύεται αλλά διακονεί λειτουργικά την ενότητα και την προκοπή του Σώματος. Άλλωστε, το έργο του Αγίου Πνεύματος στην Εκκλησία είναι πάντοτε έργο ενότητας με κέντρο τον Χριστό. Το Σώμα του Χριστού απαρτίζεται από το ένα Πνεύμα μονάχα εφόσον διαφυλάσσεται η κοινωνία των μελών προς το ένα Σώμα. Την πραγματικότητα αυτή επισημαίνει ο Μ. Αθανάσιος λέγοντας χαρακτηριστικά, «τό δέ Πνεῦμα ποτιζόμενοι, τόν Χριστόν πίνομεν», γιατί σύμφωνα με τον Παύλο, ο Χριστός είναι η πνευματική πέτρα, το ύδωρο το ζων, η πηγή του Πνεύματος προς την ανθρωπότητα. Έργο του Παρακλήτου μέσα στον χώρο και στον χρόνο είναι η υιοθεσία και η ένωση των πιστών με τον Χριστό, στο σώμα του, δηλαδή στην Εκκλησία.

Συνεχίζεται

ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΚΛΗΡΟΥ. 
ΤΟ ΜΟΝΑΔΙΚΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ, ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ. 
ΣΙΓΑ ΣΙΓΑ ΕΠΙΒΑΛΛΕΤΑΙ Η ΔΥΤΙΚΗ ΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΤΑΥΤΙΣΕΩΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΔΙΟ.
ΜΕ ΤΟ ΑΡΜΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΚΑΘΟΔΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ ΤΟΥ ΖΗΖΙΟΥΛΑ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΚΛΗΡΟΥ ΘΑ ΣΒΥΣΕΙ ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΜΝΗΣΗ ΤΟΥ ΗΣΥΧΑΣΜΟΥ.
Η ΑΠΟΛΥΤΗ ΤΑΥΤΙΣΗ ΑΚΤΙΣΤΩΝ ΕΝΕΡΓΕΙΩΝ ΚΑΙ ΥΠΟΣΤΑΣΕΩΣ ΕΤΣΙ ΩΣΤΕ ΝΑ ΠΕΡΙΘΩΡΙΟΠΟΙΗΘΕΙ Η ΟΥΣΙΑ. 
Ο ΥΠΕΡΤΑΤΟΣ ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΨΕΥΔΟΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ, ΜΕ ΤΗΝ ΔΙΕΚΟΛΥΝΣΗ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΡΩΜΑΝΙΔΗ Ο ΟΠΟΙΟΣ ΕΠΕΒΑΛΛΕ ΤΗΝ ΤΑΥΤΙΣΗ ΑΚΤΙΣΤΩΝ ΕΝΕΡΓΕΙΩΝ, ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ.

Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια: