Συνέχεια από Τρίτη, 31 Μαρτίου 2020
IGNACE
DE LA POTTERIE, S.J
Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΩΑΝΝΗ
ΤΟΜΟΣ 1ος
Ο
Χριστός και η αλήθεια
Το
Πνεύμα και η αλήθεια
ΜΕΡΟΣ
ΠΡΩΤΟ
Ο
ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ
3ο Κ Ε Φ Α Λ Α Ι Ο : Χ Ρ Ι Σ Τ Ο Σ - Α Λ
Η Θ Ε Ι Α
Ι. Ο σαρκωθείς Λόγος πλήρης χάριτος και αληθείας.
Β. Ανάλυση του κατά Ιωάννη 1,
14-18
3. Υπόβαθρο του συσχετισμού των
όρων Νόμος και αλήθεια.
Η στιγμή
είναι τώρα κατάλληλη για να εξετάσουμε εγγύτερα, από την άποψη του
περιεχομένου, τις συνέπειες της προσέγγισης των όρων Νόμος και αλήθεια. Ήδη η
εγγύτητα των δύο εννοιών μπορεί να θεωρηθεί αποκαλυπτική: αποδεικνύει ότι
προσδιορίζουν δύο πραγματικότητες της αυτής τάξεως, που όπως διαφαίνεται από
τον στίχο 1,16 θεωρούνται «χάρις» ή «δωρεά». Αυτό δεν σημαίνει ότι οι δύο όροι
είναι απλώς συνώνυμοι. Για να αντιληφθούμε καλύτερα τις αποχρώσεις της
ερμηνείας τους θα εξετάσουμε την προέλευση αυτού του παραλληλισμού.
Εφ’ όσον ο
Ιωάννης αναφέρεται εδώ στον Νόμο του Μωυσή δεν χρειάζεται να αναζητήσουμε
παραδείγματα σε κλασσικά και ελληνιστικά κείμενα. Το υπόβαθρο του παραλληλισμού
στον στίχο 1, 17 του Ιωάννη, όπως υποστηρίζει και ο C. H. Dodd θα πρέπει να αναζητηθεί στην βιβλική και την
εβραϊκή παράδοση.
α) Οι δύο όροι συναντώνται εκ παραλλήλου
αρκετές φορές στην Π. Δ. και κυρίως στους Ψαλμούς 118 (119) οι οποίοι αποτελούν
εγκώμιο του Νόμου: η οδός της αληθείας
(οδόν αληθείας, στ. 30), είναι η
οδός των εντολών, είναι ο νόμος του Θεού (οδόν εντολών σου, στ. 32)· ο λόγος της αλήθειας (λόγον αληθείας,
στ. 43) είναι επίσης ο νόμος του Θεού
(τον νόμος σου στ. 44). Ο ψαλμωδός
επαναλαμβάνει συχνά: «ὁ νόμος σου ἀλήθεια» (στ.142)· και ακόμη εντονότερα:
«ἀρχὴ τῶν λόγων σου ἀλήθεια» στ. (160).
Στην εβραϊκή διάλεκτο ο όρος αλήθεια έχει συχνά το νόημα της
σταθερότητας και της εγκυρότητας: στο σημείο αυτό ο Dodd έχει δίκαιο. Αλλά δεν
πρέπει να ξεχάσουμε ότι στην Βίβλο και ακόμη καθαρότερα στην παλαιστινιακή
ιουδαϊκή παράδοση, η αλήθεια προσδιορίζει όλο και περισσότερο την κοινωνία της
θελήσεως του Θεού ή την αποκάλυψη των μυστηρίων· η αλήθεια του Θεού είναι η
αποκάλυψη της θελήσεώς του που εκφράζεται δια του Νόμου. Έτσι εξηγείται η
προσέγγιση των όρων «νόμος» και «αλήθεια» σ’ αυτά τα κείμενα, στα οποία η
αλήθεια δεν προσδιορίζει πλέον μια θεία ιδιότητα, την αμετάθετη εμπιστοσύνη του
Θεού, ούτε, ακόμη λιγότερο, την σταθερότητα του Νόμου, αλλά έχει τον χαρακτήρα
αποκαλυφθέντος λόγου και ηθικού κανόνος.
Σ’ αυτό το πνεύμα θα πρέπει να κατανοήσουμε και τα κείμενα
των Ψαλμών στην ελληνική τους μετάφραση: ο Νόμος
του Θεού είναι αλήθεια διότι
αποκαλύπτει την θέληση του Θεού· είναι η «οδός» που πρέπει να ακολουθήσουμε,
ένας σταθερός κανόνας της ηθικής και θρησκευτικής ζωής. Βλέπουμε ήδη ότι οι
όροι «νόμος» και «αλήθεια» δεν είναι απλώς συνώνυμοι: η αλήθεια έχει ευρύτερο και εκτενέστερο νόημα· προσδιορίζει την ίδια
την αποκάλυψη της θείας θελήσεως και του μυστηρίου του Θεού· αντίθετα ο νόμος, οι εντολές, οι λόγοι του Θεού
είναι οι ακριβείς εκφράσεις της μοναδικής θείας θελήσεως.
Το ίδιο ακριβώς παρατηρούμε και στην έκφραση «νόμος(οι)
αληθείας»: «καὶ ἐπὶ ὄρος Σινὰ κατέβης καὶ ἐλάλησας πρὸς αὐτοὺς ἐξ οὐρανοῦ καὶ ἔδωκας
αὐτοῖς κρίματα εὐθέα καὶ νόμους ἀληθείας, προστάγματα καὶ ἐντολὰς ἀγαθάς»
(Νεεμ. 9,13). Το νόημα της αποκάλυψης είναι εμφανές στον στ. 13 όσο και στον
στ. 14 «ἐγνώρισας αὐτοῖς, ἐντολὰς καὶ προστάγματα καὶ νόμον ἐνετείλω αὐτοῖς ἐν
χειρὶ Μωυσῆ δούλου σου». Αντίστοιχο είναι και το νόημα στον Μαλ. 2,6 «νόμος ἀληθείας
ἦν ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ» όπου ο Θεός ομιλεί για την σχέση του με τους Λευίτες·
και εδώ οι λέξεις έχουν ηθικό νόημα, όπως αποδεικνύουν και οι επόμενοι στ.7-8.
Ο κανόνας (δόγμα) ή νόμος την αλήθειας που προφέρεται από τους Λευίτες είναι
λόγος αποκαλυπτικός· είναι γνώσις και
νόμος είναι η διαθήκη του Λευί.
β) Η προσέγγιση των όρων «νόμος» και «αλήθεια» είναι ακόμη
συχνότερη στα εβραϊκά κείμενα. Το Βιβλίο
του Ενώχ συνδέει «τους λόγους της αλήθειας»
με τον «αιώνιο νόμο». Αντίστοιχοι
παραλληλισμοί συναντώνται στις Διαθήκες
των 12 Πατριαρχών. Στα κείμενα αυτά οι έννοιες νόμος και αλήθεια
εναλλάσσονται με δύο κυρίαρχες μορφές: την μορφή του ηθικού κανόνος «ο νόμος του Θεού» και αυτήν της αποκαλύψεως «η
αλήθεια του Κυρίου»
Στο 3ο και στο 4ο βιβλίο των Μακκαβαίων· την ώρα που
προετοίμαζαν το μαρτύριο των Ιουδαίων στον Ιππόδρομο της Αλεξάνδρειας ο
βασιλιάς Πτολεμαίος διοργάνωνε εορτές προς τιμήν των ειδώλων «πεπλανημένῃ πόρρω
τῆς ἀληθείας φρενὶ» (3ο Μακκ. 4,16). Κατά την διάρκεια του μαρτυρίου
του ο γηραιός Ελεάζαρ λέει: «προς
αληθείας ζήσαντες και νομίμως … θα ήταν άπρεπο να μεταστραφούμε τώρα» ( 4ο
Μακκ. 6,18). Αλήθεια είναι εδώ η πίστις
του Ισραήλ, η εβραϊκή θρησκεία του νόμου απέναντι στην ειδωλολατρία.
Αντίστοιχα είναι και πολλά κείμενα του Κουμράν στα οποία
ακόμη περισσότερο η έννοια της αλήθεια έχει το νόημα της αποκαλύψεως. Ο
διδάσκαλος της Κοινότητας έχει υποχρέωση να αποκρύψει τις θείες εντολές από
αυτούς που βρίσκονται εκτός: «να αποκρύψει το
σχέδιο του Νόμου από τους αδίκους· αλλά να διδάξει την γνώση της αληθείας και την πρακτική της δικαιοσύνης σε αυτούς
που επέλεξαν την Οδό». Η προσχώρηση στην Συμμαχία προϋποθέτει αληθινή
μεταστροφή: τα μέλη θα πρέπει να «αποδεχθούν τον Νόμο του Μωυσή», «να προσχωρήσουν στην αλήθεια». Τα μέλη της κοινότητας είναι επομένως «οι άνθρωποι της
αλήθειας, αυτοί που ασπάζονται τον Νόμο,
που υπηρετούν την αλήθεια».
Σε όλα αυτά τα κείμενα το νόημα της αλήθειας είναι ευρύ.
Προσδιορίζει τον νόμο του Μωυσή, τις εντολές, τη διδασκαλία στην κοινότητα,
αλλά επίσης και τον τρόπο ζωής που εμπνέει αυτός ο Νόμος. Όπως και στα βιβλικά
κείμενα ο όρος αλήθεια έχει ευρύτερο νόημα από τον Νόμο. Αρκεί να αναφερθούμε
σε ένα απόσπασμα από τους Ύμνους:
«Γνωρίζω ότι το στόμα σου είναι αλήθεια, στο χέρι σου κατέχεις την δικαιοσύνη,
στο σχέδιό σου κάθε επιστήμη και στην δύναμή σου κάθε εξουσία … Η ευσπλαχνία
σου καλύπτει όλους τους υιούς του αγαθού θελήματός σου. Διότι τους πρόσφερες τη
γνώση του μυστηρίου της αληθείας, την κατανόηση των θαυμασίων μυστηρίων σου». Η
«αλήθεια» εδώ συνδυάζεται με το «μυστικό» και το «μυστήριο»· είναι το ίδιο το
σχέδιο του Θεού που αποκαλύπτεται στα μέλη της συμμαχίας. Όπως και αλλού
αναφέρεται η έκφραση «το σχέδιο του Νόμου»
συνδυάζεται με «τη γνώση της αλήθειας».
Ανακαλύπτουμε λοιπόν στα εβραϊκά κείμενα δύο τάσσεις: άλλοτε
η λέξη αλήθεια έχει ευρύτερο νόημα από τον νόμο, δηλαδή υπογραμμίζει το γεγονός
ότι ο νόμος είναι η αποκάλυψη της
σκέψης του Θεού, που επιτρέπει την γνώση των «θαυμασίων μυστηρίων» του· συχνά
όμως οι δύο όροι είναι ισοδύναμοι, επειδή για
τους Ιουδαίους, η σκέψη και η θέληση του Θεού βρίσκουν την πλήρη έκφρασή
τους στον Νόμο, όπως τον αντιλαμβάνεται η κοινότητα της συμμαχίας.
γ) Στο φως αυτών των κειμένων αντιλαμβάνεται κανείς την
σημασία του αποσπάσματος από την προς Ρωμαίους Επιστολή του Παύλου στην οποία
επικρίνει την προσκόλληση των Ιουδαίων στον Νόμο: «Ἴδε σὺ Ἰουδαῖος ἐπονομάζῃ,
καὶ ἐπαναπαύῃ τῷ νόμῳ, καὶ καυχᾶσαι ἐν Θεῷ, καὶ γινώσκεις τὸ θέλημα, καὶ δοκιμάζεις
τὰ διαφέροντα, κατηχούμενος ἐκ τοῦ νόμου, πέποιθάς τε σεαυτὸν ὁδηγὸν εἶναι τυφλῶν,
φῶς τῶν ἐν σκότει, παιδευτὴν ἀφρόνων, διδάσκαλον νηπίων, ἔχοντα τὴν μόρφωσιν τῆς γνώσεως καὶ τῆς ἀληθείας ἐν τῷ νόμῳ…» (Ρωμ.
2, 17-20). Ορισμένοι συγγραφείς υποστηρίζουν ότι ο Παύλος υιοθετεί ακριβώς εδώ
τις εκφράσεις των Ιουδαίων τους οποίους εγκαλεί, και ακόμη ότι τις δανείστηκε
από κατηχητικά για προσήλυτους κείμενα. Οπωσδήποτε το απόσπασμα δείχνει εμφανώς
ότι οι Ιουδαίοι επαίρονται διότι κατέχουν διά του Νόμος τους το φως της
αποκαλύψεως, την πρέπουσα έκφραση της θείας θελήσεως, την ακριβή γνώση της αλήθειας.
Αλλά το ειρωνικό ύφος του κατηγορητηρίου του εκφράζει το
μέγεθος της ψευδαίσθησης που τους αποδίδει· για τον Παύλο, που συνάντησε τον
Κύριο στο δρόμο για την Δαμασκό, δεν είναι ο εβραϊκός νόμος που περιέχει στο
εξής την αποκάλυψη, αλλά η Καλή Αγγελία του Ιησού Χριστού. Εμπνέεται από την
παλαιά έκφραση «η αλήθεια του Νόμου»
αλλά την μεταθέτει· ο Παύλος διδάσκει «την αλήθεια
του Ευαγγελίου» (Γαλ. 2,5.14), «τον
λόγο της αληθείας», το Ευαγγέλιο που (μας) σώζει» (Εφ. 1,13 και
κολ. 1,5).
4.
Ο παραλληλισμός Νόμος-αλήθεια στον Ιωάννη 1,17
Η
αντιπαράθεση Νόμος-αλήθεια στον στίχο 1,17 γίνεται τώρα πλήρως
αντιληπτή.
Για του Εβραίους ο Νόμος περιέχει όλη την αλήθεια. Ο Ιωάννης, μετά τον Παύλο,
βεβαιώνει ότι την πλήρη και οριστική αποκάλυψη της αλήθειας φέρει ο Χριστός.
Πριν όμως
προχωρήσουμε στην θεολογική ερμηνεία του εδαφίου θα εξετάσουμε ένα τελευταίο
σημείο: ο παραλληλισμός ανάμεσα στον Νόμο και την αλήθεια είναι συνωνυμικός,
αντιθετικός ή προοδευτικός; Συνωνυμικός
είναι ο παραλληλισμός στον οποίο το δεύτερο σκέλος επαναλαμβάνει το πρώτο με
αντίστοιχους όρους· αντιθετικός όταν
το δεύτερο σκέλος αντιπαρατίθεται στο πρώτο· συνθετικός ή προοδευτικός
λέγεται όταν το πρώτο σκέλος, διατηρώντας την ίδια μορφή με το δεύτερο,
παρατείνεται και συμπληρώνεται απ’ αυτό.
Στον στ.
1,17 μόνο η δεύτερη και η τρίτη εκδοχή είναι πιθανές. Μεταξύ των ελάχιστων
ερευνητών που μελέτησαν το θέμα, μερικοί (όπως οι Westcott, Bultmann,
Barret, Leal),
επηρεασμένοι από την «παύλεια» ανάγνωση του κειμένου επιλέγουν αποκλειστικά την
αντίθεση μεταξύ του Νόμου και της
αληθείας, οδηγούμενοι στον αντιθετικό παραλληλισμό. Για κάποιους άλλους, μεταξύ
των οποίων και ο J. Jeremias, ο παραλληλισμός στο 1,17 είναι συνθετικός
και προοδευτικός· υπάρχει δηλαδή μεταξύ των δύο όρων κάποιου είδους συνωνυμία, αλλά επίσης και μια αντίθεση που προϋποθέτει την υπέρβαση.
Θα υιοθετήσουμε αυτή την τελευταία ερμηνεία για τους ακόλουθους λόγους:
α) σύμφωνα με τον J. Jeremias το ρήμα εδόθη
στην παθητική φωνή υπονοεί το όνομα του Θεού, αποδίδοντας στον Νόμο θετική
αξία.
β) ο στ. 1,17 συνδέεται με ένα σημαντικό
θέμα της εβραϊκής παραδόσεως στην οποία ο Νόμος ήταν κατ’ εξοχήν δωρεά του Θεού. Άρα δεν μπορεί να του
αποδοθεί απολύτως αρνητικό περιεχόμενο.
γ) στον στ. 16 («χάρις αντί χάριτος»), όπως
αναφέραμε προηγουμένως η λέξη χάρις
αναφέρεται τόσο στον Νόμο όσο και στην αλήθεια καθιερώνοντας κατά κάποιο τρόπο
μία αντιστοιχία ανάμεσα στις δύο έννοιες. Αλλά ο Ιωάννης διαφοροποιεί την
ορολογία ανάμεσα στο 1,17α και 1,17β: αναφερόμενος στον Νόμο του Μωυσή αρκείται
στην εβραϊκή ορολογία της «δωρεάς» (εδόθη)·
αλλά σε ότι αφορά στην αλήθεια του Ιησού χρησιμοποιεί το όρο «χαρισματική
δωρεά» (χάρις)· η αλήθεια μοιάζει να
αποτελεί την υπέρβαση του Νόμου.
δ) στο υπόλοιπο κείμενο του 4ου
Ευαγγελίου η έννοια του Νόμου είναι δισυπόστατη: άλλοτε παρουσιάζεται ως πηγή
της αποκαλύψεως, ως ανώτατη εξουσία· σε άλλα σημεία όμως ο Ιησούς ή ο
Ευαγγελιστής αποστασιοποιούνται λέγοντας: «ο νόμος υμών», «ο νόμος αυτών»
(8,17/10,34/15,25/18,31/19/7).
ε) σε αντίθεση με τους Εβραίους, ο Ιωάννης
δεν θεωρεί τους όρους Νόμος και αλήθεια εναλλάξιμους: ο Νόμος είναι γι’ αυτόν πάντοτε ο Νόμος του Μωυσή· δεν παρεμβάλει
δηλαδή ποτέ την λέξη νόμος όταν
αναφέρεται στην χριστιανική πραγματικότητα, όπως ο Παύλος στην Επ. προς Ρωμ
8,2· και τέλος η αλήθεια είναι για
τον Ιωάννη παντού η αλήθεια του Χριστού.
στ) ένα τελευταίο επιχείρημα υπέρ του
προοδευτικού παραλληλισμού αναδύεται από την ιστορική προσέγγιση των όρων νόμος και αλήθεια. Σύμφωνα με την προηγηθείσα ανάλυση, στην εβραϊκή παράδοση
οι δύο όροι άλλοτε εμφανίζονται ισοδύναμοι και άλλοτε η αλήθεια αποκτά ένα
ευρύτερο νόημα από τον Νόμο· κατά τον Παύλο, το σφάλμα των Εβραίων είναι
ακριβώς ότι πιστεύουν πως ο Νόμος τους περιέχει την πλήρη αλήθεια. Συμπεραίνεται επομένως ότι η ιστορική ανάλυση του
στ. 1,17 επιβεβαιώνει τα προηγούμενα επιχειρήματα: ο Νόμος και η αλήθεια είναι
ασφαλώς δωρεά του Θεού (στ. 16),
είναι ουσιαστικά της αυτής τάξεως, δηλαδή ανήκουν στην αποκάλυψη· αλλά η
αλήθεια υπερβαίνει τον Νόμο, διότι αυτή μόνον αποτελεί την πλήρη και οριστική
αποκάλυψη.
(συνεχίζεται)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου