Κυριακή 28 Νοεμβρίου 2021

Αγ. Γρηγόριος Νύσσης - Λόγος Κατηχητικός Ο Μέγας (32)

 Συνέχεια από: Τετάρτη 3 Νοεμβρίου 2021

ΛΟΓΟΣ ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟΣ Ο ΜΕΓΑΣ


Κεφάλαιο 32

1. Πέραν αυτών ποιά άλλην αντίρρηση έχουν ακόμη οι αντιλέγοντες; Το ότι δεν χρειαζόταν καθόλου να λάβει πείρα θανάτου η υπερέχουσα φύσις, εφ’ όσον και χωρίς αυτόν δια της υπερβαλλούσης δυνάμεως θα μπορούσε μετ' ευκολίας να επιτύχει τον σκοπόν της. Αλλά και αν για κάποιον απόρρητο λόγον έπρεπε να αποθάνει, πάλι δεν θα έπρεπε να εξυβρισθεί με τον άτιμον τρόπον θανάτου. Ποιος θάνατος, λέγουν, θα ήταν ατιμώτερος από τον επί σταυρού; Τί λοιπόν θα απαντήσουμε σε αυτά; Θα απαντήσουμε ότι τον θάνατον καθιστά αναγκαίο η γέννησις. Πράγματι ο άπαξ λαβών πείρα της ανθρωπότητος, έπρεπε νι διέλθει από όλα τα Ιδιώματα της ανθρώπινης φύσεως.

2. Εάν λοιπόν η ανθρώπινη ζωή περιλαμβάνεται μεταξύ δύο περάτων, γεννήσεως και θανάτου, εάν ευρεθείς (ο Κύριος) εις το πρώτον δεν πλησίαζε το άλλο, θα έμενε ημιτελής η πρόθεσίς του, αφού δεν θα ελάμβανε πείρα του άλλου ιδιώματος της φύσεώς μας. Ίσως μάλιστα, αν κατενόησε κάνεις το μυστήριον μετ’ ακρίβειας θα μπορούσε να πει ευλογώτερα, ότι ο θάνατος αυτού δεν συνέβη λόγω της γεννήσεως αλλά τουναντίον χάριν του θανάτου ανελήφθη η γέννησις. Διότι ο αιωνίως ζών υποδύεται την σωματικήν γέννησιν όχι για το ότι είχε ανάγκην να ζήσει, αλλά για να ανακαλέσει εμάς από τον θάνατον εις την ζωήν. Επειδή λοιπόν έπρεπε να επιστρέψει εκ του θανάτου ολόκληρος η φύσις ημών, εκτείνων τρόπον τινά την χείρα προς τον πεσμένο άνθρωπον, και δια τούτο επικύψας (κύπτοντας) προς το πτώμα μας, προσέγγισε τον θάνατον τόσον όσον εχρειάζετο για να αγγίξει την κατάστασιν της νεκρότητος και έδωσε αρχή της αναστάσεως της φύσεώς μας, συναναστήσας μαζί με τον εαυτόν του όλον τον άνθρωπον (την ανθρωπότητα ολόκληρον) εν δυνάμει. Επειδή δε δεν προήρχετο από πουθενά άλλου παρά από το δικό μας φύραμα η θεοδόχος σάρξ, η συνυψωθείσα μαζί με την θεότητα κατά την ανάστασιν, συμβαίνει και με την ανθρωπότητα ό,τι και με το σώμα μας. Όπως δηλαδή στο σώμα μας, η ενέργεια ενός αισθητηρίου οργάνου μεταδίδει την συναίσθησιν προς ολόκληρον τον ηνωμένον με αυτό οργανισμό δια του μέρους, έτσι και η ανάστασις μέρους τινός της όλης ανθρώπινης φύσεως, ωσάν να είναι αυτή εν ζώον, επεκτείνεται εις το όλον, μεταδιδομένη από το μέρος εις το όλον, λόγω της συνοχής και της ενότητος της φύσεως.

3. Τί λοιπόν το απίθανο βλέπουμε στο μυστήριον τούτο, αν ο όρθιος κύπτει προς τον πεσμένον (πεπτωκότα) για να τον εγείρει από την πτώσιν του; Ο δε σταυρός, αν περιέχει και άλλο βαθύτερο νόημα, θα το γνωρίζουν πιθανώς όσοι ειδικεύονται με τα μυστικά θέματα. Ό,τι δε έχουμε εμείς από την παράδοσιν είναι τούτο. Επειδή όλα όσα λέγονται και γίνονται στο ευαγγέλιον άγουν προς τον υψηλότερον και θειότερον βίον, τίποτε δε δεν υπάρχει στο οποίον να μη παρουσιάζεται μίξις του θείου μετά του ανθρωπίνου στοιχείου. Και η μεν φωνή ή η πράξις κατά τρόπον ανθρώπινον εκφράζεται, ενώ το μυστικόν νόημα φανερώνει το θείον, είναι εύλογον και στο ζήτημα τούτο του σταυρικού θανάτου να μη βλέπουμε μεν το εν να παραβλέπουμε δε το άλλο, αλλ’ εις μεν το αθάνατον να παρατηρούμε το ανθρώπινον, εις δε το ανθρώπινον να ζητούμεν το θείον.

4. Επειδή δε είναι χαρακτηριστικόν της θεότητος να είναι παρών στα πάντα και να συνεκτείνεται με την φύσιν των όντων κατά παν μέρος (διότι κανένα δεν θα ήταν δυνατόν να διαμένει εις το είναι, εάν δεν μένει εις το ον, το κυρίως δε και αρχικώς ον είναι η θεία φύσις, την οποία η διαμονή των όντων μας αναγκάζει να παραδεχώμεθα ότι βρίσκεται εις πάντα τα όντα), τούτο διδασκόμεθα δια του σταυρού, του οποίου το σχήμα διαιρείται σε τέσσαρα μέρη, ώστε από το συνημμένον μέσον αυτού να προβάλλονται τέσσαρες επεκτάσεις, ότι ο επί του σταυρού εκταθείς κατά τον καιρόν του θείου πάθους (κατά τον καιρόν της κατά τον θάνατον οικονομίας), ο συνδέων και συναρμόζων προς εαυτόν το παν, συνήνωνε δι’ εαυτού εις μίαν συμφωνία και αρμονία τις διαφόρους φύσεις των όντων. Διότι τα όντα εννοούνται ως ευρισκόμενα ή άνω ή κάτω ή προς τα πλάγια πέρατα.

5. Αν λοιπόν σκεφθείς την σύστασιν των επουρανίων ή των υποχθονίων ή των υπαρχόντων στα δύο πέρατα του σύμπαντος, πανταχού η θεότης προαπαντά τον λογισμόν σου μόνη αυτή θεωρούμενη εις παν μέρος των όντων και συγκροτούσα εις τό είναι τα πάντα. Είτε λοιπόν θεότητα είτε δύναμιν είτε σοφίαν είτε ο,τι δήποτε άλλο από τα δυνάμενα να φανερώσουν καλύτερον τον υπερκείμενον πρέπει να ονομάσουμε την φύσιν ταύτην, καθόλου δεν διαφωνούμε ως προς τον όρο ή το όνομα ή τον τύπο της λέξεως.

6.  Επειδή λοιπόν προς αυτόν βλέπει ολόκληρος η κτίσις και πέριξ αυτού βρίσκεται και δι’ αυτού έχει εσωτερική ενότητα, καθ’ όσον δι’ εκείνου συνδέονται τα άνω με τα κάτω και τα πλάγια προς άλληλα, έπρεπε όχι μόνον να χειραγωγούμεθα δια της ακοής εις την κατανόησιν της θεότητος, αλλά και δια της οράσεως να διδασκώμεθα τα υψηλά νοήματα. Από αυτό ορμηθείς και ο μέγας Παύλος άρχισε να χειραγωγεί εις το μυστήριον τον λαόν της Εφέσου χαρίσας σε αυτούς δια της διδασκαλίας δύναμιν για να γνωρίσουν τί είναι το βάθος, το ύψος, το πλάτος και το μήκος (Εφ. 3,18). Διότι εκάστην προέκτασιν του σταυρού χαρακτηρίζει με το δικό της όνομα, ύψος μεν λέγων την προς τα άνω, βάθος την προς τα κάτω, πλάτος δε και μήκος τις προς τα πλάγια. Το ίδιον νόημα καθιστά σαφέστερο με όσα λέγει εις την Προς Φιλιππησίους νομίζω∙ «Εν τω ονόματι Ιησού Χριστού παν γόνυ κάμψει επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων»(Φιλ. 2,10). Στο χωρίον τούτο με ένα όνομα αναφέρει την μέσην και γηίνη επέκτασιν, αποκαλών επίγειον όλον το ενδιάμεσον μεταξύ επουρανίων και υποχθονίων. Αυτήν την διδασκαλίαν εδιδάχθημεν ως προς τον σταυρόν.

7. Τοιαύτα περιέχει η ευαγγελική διήγησις ως επακολουθήσαντα μετά τον σταυρόν, ώστε και υπό των απίστων να ομολογείται ότι κανένα από αυτά δεν είναι ξένον προς την περί Θεού πρέπουσα αντίληψιν. Πράγματι το ό,τι δεν έμεινε στον θάνατον και οι προκληθείσες από τα καρφιά στο σώμα του πληγές δεν τον εμπόδισαν να αναστηθεί και μετά την ανάστασιν φανερώθηκε στους μαθητές όποτε ήθελε, το ότι ήταν μετ’ αυτών χωρίς να φαίνεται, το ότι ερχόταν εις το μέσον τους χωρίς να χρειάζεται την είσοδον δια των θυρών, το ότι ενίσχυσε τους μαθητές δια της εμφυσήσεως του Πνεύματος και υπεσχέθη ότι θα είναι μετ’ αυτών χωρίς κανένα μεσότοιχο χωρισμού, το ότι εφάνη ότι ανήλθε εις τους ουρανούς, νοερώς δε ήταν πανταχού, και όλα όσα παρόμοια περιέχει η ιστορία, όλα αυτά δεν έχουν ανάγκην βοηθείας της λογικής δια να γίνουν δεκτά ότι είναι θεία και δηλωτικά της υψηλής και υπερεχούσης δυνάμεως. Δεν νομίζω ότι χρειάζεται να διεξέλθω ταύτα ένα προς ένα διότι και εκ μόνης της απαριθμήσεως αυτών εκφαίνεται ο υπερφυσικός αυτών χαρακτήρ.

8. Αλλ’ επειδή μέρος της δογματικής διδασκαλίας (των μυστικών δογμάτων) είναι και η οικονομία περί το λουτρόν, το οποίον είτε βάπτισμα, είτε φώτισμα, είτε παλιγγενεσία, θέλει κάνεις να το ονομάσει, δεν διαφωνούμε ως προς τα ονόματα, καλόν θα ήταν και περί τούτου να ομιλήσουμε με λίγα λόγια.


Δεν υπάρχουν σχόλια: